Τα ανάλογα ισχύουν στην οικονομία και την κοινωνική ζωή. Το παν είναι να αντιληφθούμε ότι τα στοιχεία που απαρτίζουν μια κοινωνία συναρτώνται οργανικά μεταξύ τους και ότι επιπλέον η κακή επίδραση του ενός μπορεί να αντισταθμιστεί είτε από την καλή επίδραση ενός άλλου είτε από μια εσωτερική «διάσπαση» του αρνητικού στοιχείου που θα εξισορροπούσε κάπως τις βλαπτικές του συνέπειες. Γινόμαστε μήπως πολύ θεωρητικοί την ώρα που ο κόσμος καίγεται; Μα πώς είναι δυνατόν σ’ αυτόν τον τόπο που λάτρευε πάντα τη θεά Ομήγυρη να μη συζητήσουμε μεταξύ μας για τη φωτιά προτού να ριχτούμε καταπάνω της; Οι αγορεύσεις, οι λογομαχίες ή και το κουβεντολόι αν θέλετε είναι ένα μέρος της εθνικής παθολογίας μας, αλλά την ίδια στιγμή αποτελούν και ένα είδος γυμνάσματος.
Συχνά παρατραβούν, πράγματι, οι σχολιασμοί και οι εικοτολογίες - από την εποχή του Ησιόδου και του Αριστοφάνη έως εκείνη του Ροΐδη και μέχρι σήμερα δεν έχει εξασθενίσει πολύ αυτό το χούι να φέρνουν οι ντόπιοι τα γεγονότα στο στόμα τους για να τα αναπλάσουν, αμελώντας συχνά να τα αντιμετωπίσουν άμεσα. Η συνήθεια άντεξε λοιπόν πολύ στον χρόνο. Δύσκολα επομένως θα αλλάξει δραστικά. Εάν, ωστόσο, υπάρχει μια παθητικότητα σ’ αυτήν την παράδοση, δέστε και πόση ενεργητικότητα κρύβει. Σε μια συντροφιά που συζητάει σήμερα ώρες ατέλειωτες για την κρίση και το Μνημόνιο και όπου ο καθένας θέλει να λέει τη δική του εκδοχή για τα πράγματα («τι ψωροέπαρση!» θα έλεγε ένας ειδήμων. Τι «κοπανισταί αέρος» είναι τούτοι, θα αναφωνούσε κι ο Ροΐδης), είναι γεγονός ότι από τη μια μεριά η ανθρώπινη ενέργεια σπαταλιέται, από την άλλη, όμως, ακονίζεται η επιχειρηματολογία και η διάθεση να έχει κανείς γνώμη και να τη λέει ανοιχτά τη γνώμη του και κατόπιν να την ακολουθεί έως έξω, στον δρόμο. Από τις σπιτικές κουβέντες μπορούν να γεννηθούν κινητοποιήσεις στους δρόμους. Από τις απεραντολογίες ένας ξαφνικός και συγκεκριμένος θυμός. Από τη γλώσσα που δουλεύει ροδάνι μια κραυγαλέα απόφαση να απαιτηθούν αλλαγές.
Έτσι ζουν οι κοινωνίες. Η κάθε μια με τον δικό της τρόπο. Και όποιοι φαντάζονται ότι με ειδικά «μεταρρυθμιστικά μέτρα» θα κάνουν έναν λαλίστατο πληθυσμό να καταπιεί τη γλώσσα του ώστε να δουλεύει στο εξής πιο αποδοτικά, σιωπηλός και συγκεντρωμένος, πελαγοδρομούν σε κάποιες φαντασιώσεις τους περί παγκοσμίου και ορθού μοντέλου ζωής. Δεν σημαίνει βέβαια αυτό ότι δεν είναι χρήσιμο να περιοριστεί η φλυαρία και το αναμάσημα των άλλοθι. Άλλο όμως είναι να ζητάς οι συζητήσεις να είναι πιο ουσιώδεις πολιτικά, και άλλο να λες ότι με την πολιτικολογία χάνεται πολύτιμος χρόνος. Για να τον κάνουμε, τελικά, τι τον χρόνο;
* Ο κ. Βασίλης Καραποστόλης είναι καθηγητής Πολιτισμού και Επικοινωνίας του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Αναδημοσίευση από την Kαθημερινή - Ημερομηνία δημοσίευσης: 11-03-12
http://lomak.blogspot.com/2012/03/blog-post_6149.html
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου