Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα κοινωνική οντολογία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα κοινωνική οντολογία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη 9 Μαρτίου 2022

Δεν έχουν τον Θεό τους

 Το νέο βιβλίο του Θ. Ι. Ζιάκα μόλις κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Αρμός.


Θ.Ι.Ζιάκας, Δεν έχουν τον Θεό τους: Ο πόλεμος των φύλων και η ελληνικὴ παράδοση- Σώζεται η Δύση;, εκδόσεις Αρμός, Αθήνα 2022, ISBN: 978-960-615-466-9.


Ο «πόλεμος των φύλων» μαίνεται στη Δύση. Παρότι οι φεμινιστικοί στόχοι του έγιναν ήδη θεσμοί. Καπελωμένος από τη σεξουαλική «περηφάνια», ο φεμινισμός έχει γίνει η αιχμή του δόρατος της «Υπερδύναμης», με στόχο την ανατίναξη της συνοχής των εθνών που διατηρούν ακόμη την αυτοκυριαρχία τους.
Άξονας του «πολέμου» είναι φυσικά το ζήτημα της Εξουσίας: Ποιος πρέπει να κάνει κουμάντο; Ο πατέρας; Η μητέρα; Το παιδι;… Απάντηση: «Κανένας»!.. Τα ονόματα «πατέρας», «μητέρα», «γιος», «κόρη», καταργούνται… Το «κοινωνικό φύλο» προηγείται του βιολογικού. Τα παιδιά δικαιούνται να «επιλέγουν» το φύλο τους. Η κόρη «να γίνει αγόρι». Και το αγόρι «κορίτσι»… Κάτω η «ετεροσεξουαλική ηγεμονία». Κάτω η «ομοφοβία». Ή είναι ο άνθρωπος ελεύθερο Άτομο -Θεός του εαυτού του- ή είναι Τίποτα…

Δύο είναι ωστόσο τα κρίσιμα μεγέθη στη διαδρομή κάθε πολιτισμού: η συνοχή της Οικογένειας και η συνοχή της Πατρίδας. Στη σύγχρονη Δύση η διαδρομή αυτή στηρίχθηκε στην Ατομοκεντρική τους θέσμιση. Στην υποβάθμιση του Εμείς σε Σύμβαση. Το μόνο που έλειπε, ήταν να διακηρύξουν ότι και το Φύλο είναι Σύμβαση. Τελικά το έκαναν κι αυτό… Και το Άτομο δυστυχώς ή ευτυχώς «μας τελείωσε».
Τον πόλεμο των φύλων τον καταπαύει μόνο η αυθυπερβατική αμοιβαιότητα. Που την γεννά η αμοιβαία αγάπη προς ένα Τρίτο Πρόσωπο: Του Παιδιού στην Οικογένεια. Και του Υιού του Θεού, που είναι κι ο Υιός του Ανθρώπου, στην υπερσυμπαντική τους Κοινότητα. (Το «έσονται οι δύο εις σάρκα μίαν», κατά την Προσωποκεντρική Παράδοση του ελληνικού πολιτισμού.)





Πέμπτη 22 Απριλίου 2021

Κυκλοφόρησε το νέο βιβλίο του Διονύση Σκλήρη με τίτλο "Αγαπώμαι, άρα σκέφτομαι"

 



Διονύσιος Σκλήρης, Αγαπώμαι, άρα σκέφτομαι: Κεφάλαια θεολογικής επιστημολογίας και οντολογίας, εκδόσεις Αρμός, Αθήνα 2021, ISBN: 978-960-615-360-0

Πώς γνωρίζει ο πεπερασμένος άνθρωπος τον άπειρο Θεό; Η Ενσάρκωση του Θεού αλλάζει με ρηξικέλευθο τρόπο την προοπτική: «γνόντες Θεόν, μᾶλλον δὲ γνωσθέντες ὑπὸ τοῦ Θεοῦ» (Γαλ. 4,9): Γνωρίζουμε μεθεκτικά τον Θεό, αφού πρώτα μας έχει γνωρίσει Αυτός με την αγάπη Του, την ίδια αγάπη με την οποία μας έφερε από το μηδέν στο είναι. Αφού την προτεραιότητα έχει η αγάπη του Άλλου, το θεολογικό κόγκιτο είναι ένα «αγαπώμαι, άρα σκέφτομαι»: Η εμπιστοσύνη που προκαλεί η αγάπη δίνει τον χώρο για σκέψη  χωρίς αυτο-πεποίθηση, αλλά με την ετερο-αυτο-πεποίθηση του Αποκαλυπτομένου που μας συναντά.

Στην αρχέγονη Εκκλησία μια αρχική «αντιφιλοσοφία» για τη «μωρία της σοφίας του κόσμου τούτου» (Α΄  Κορ. 1,20) δίνει τη θέση της στη σύνθεση της ελληνικής μεθεκτικής γνωσιολογίας με την αποκάλυψη ότι ο Λόγος είναι ο Χριστός. Στην Ανατολή, η Νηπτική γνωσιολογία τονίζει την κάθαρση και τον νου ως ένα απλό όμμα που διαυγάζεται από τους πολλούς λόγους ως αλήθειες που τον φωτίζουν στον εσχατολογικό ορίζοντα του Ενός Λόγου. Στη Δύση αναπτύσσεται μια κατακτητική γνωσιολογία της συνείδησης που διχάζει τον κόσμο σε συνειδητό/φαινόμενο και σε απρόσιτο Πράγμα (Καντ), ασυνείδητο (Φρόυντ), Πραγματικό (Λακάν).

Στον 20ο αιώνα, η έννοια της ελευθερίας είναι πολύ διαφορετική. Στη Δύση ο Χάιντεγκερ καταγγέλλει την «οντοθεολογία». Ο Καρλ Μπαρτ προβάλλει μια ριζική Θεολογία της Αποκάλυψης, ενώ ο Πάουλ Τίλιχ τη μέθοδο του συσχετισμού. Οι Ορθόδοξοι δεν αργούν να απαντήσουν με τις δικές τους επιστημολογικές μεθόδους: Ο Βλάντιμιρ Λόσκι με τον αποφατισμό ως απομάθηση και απο-εννοιοποίηση. Ο π. Γεώργιος Φλορόφκσι με την  ενδεχομενική Ιστορία ως πεδίο γνώσης. Ο Μητροπολίτης Περγάμου Ιωάννης (Ζηζιούλας) με την εσχατολογική ερμηνευτική όπου όλα ερμηνεύονται από το μέλλον προς το παρελθόν. Ο Χρήστος Γιανναράς με την παραδοξολογική σύνθεση Φαινομενολογίας και Μεταφυσικής. Στον χώρο των Βαλκανίων, θεολόγοι, όπως ο π. Δημήτριος Στανιλοάε, ο άγιος Ιουστίνος Πόποβιτς και ο Αθανάσιος Γιέφτιτς προβαίνουν στις δικές τους ισορροπημένες συνθέσεις. Ενώ από τη Δύση μας έρχονται με φιλική διάθεση πρωτοπόρες επιστημολογίες, όπως η Φαινομενολογία του Ζαν-Λυκ Μαριόν, η Αφηγηματική Θεολογία, η πιθανοκρατική Φυσική Θεολογία του Ρίτσαρντ Σουίνμπερν και η επιστημολογία της μεθέξεως του Τζον Μίλμπανκ. Πολλοί δρόμοι για τον Ένα Λόγο καθ’ οδόν για τη συνάντησή Του.

https://armosbooks.gr/shop/filosofia/dokimia-meletes/agapomai/



Παρασκευή 27 Νοεμβρίου 2020

Ανθολόγιον 256: Χρ. Γιανναρᾶς



(...)Μὲ τὴ σάρκωση τοῦ Υἱοῦ δὲν ὑποτάχθηκε ὁ τρόπος τοῦ ἀκτίστου στὶς ἀναγκαιότητες ποὺ διέπουν τὸ κτιστό, ὁ Υἱὸς ἔκανε δικό του τρόπο ὑπάρξεως τὴν κτιστότητα γιὰ νὰ μεταποιήσει τοὺς ὑπαρκτικούς της περιορισμοὺς σὲ γεγονὸς σχέσης μὲ τὸν Πατέρα, σὲ ἀγαπητικὴ αὐτοπαράδοση, δηλαδὴ σὲ πληρωματικὴ ὕπαρξη καὶ ζωή. (...)

Χρῆστος Γιανναρᾶς, Ἐνθάδε -Ἐπέκεινα (ἀπόπειρες ὀντολογικῆς ἑρμηνευτικῆς), ἐκδόσεις Ἴκαρος, Ἀθήνα 2016, ISBN: 978-960-572-135-0, σελ. 24-25 (ἀπόσπασμα)


Τρίτη 24 Νοεμβρίου 2020

Ανθολόγιον 255: Χρήστος Γιανναράς (περί κενώσεως)




Κένωση θὰ πεῖ ἄδειασμα: ἀδειάζω, ἀπαλλάσσομαι-παραιτοῦμαι-ἐλευθερώνομαι ἀπὸ κάτι. Στὴν περίπτωση τῆς ἐνανθρώπησης τοῦ Υἱοῦ λέμε ὅτι «ἐκένωσεν ἑαυτὸν» (Φιλιπ. 2,7) ἀπὸ τὴ θεότητά του, καὶ στὴν περίπτωση τοῦ τριαδικοῦ τρόπου τῆς θείας ὕπαρξης καὶ ζωῆς σημαίνουμε μὲ τὴν κένωση τὴν ἑκούσια παραίτηση ἀπὸ κάθε ἀτομικὴ αὐτοτέλεια τῶν ὑποστάσεων τῆς Τριάδος. Κένωση, καὶ στὶς δυὸ περιπτώσεις, εἶναι ἡ ἐλευθερία ἀπὸ ὁτιδήποτε μπορεῖ νὰ κατέχεται ἀτομικά, νὰ συνιστᾶ ὑπαρκτικὴ ἰδιο-κτησία, νὰ συνεπάγεται τὴν ὕπαρξη ὡς ἀτομικὴ-αὐτόνομη αὐτοτέλεια.




Σάββατο 22 Φεβρουαρίου 2020

Θ.Ι.Ζιάκας, Τι είναι ο «Μυστικισμός»;

πηγή: ΑΝΤΙΦΩΝΟ





[Απόσπασμα από το βιβλίο του Θ.Ι.Ζιάκα,  Τα δύο τέρατα και η αριστερά: Για την παρακμή και για τις δυνατότητες ανάσχεσής της, εκδόσεις Αρμός, Αθήνα 2019] 
Μυστικισμός είναι ο λόγος για το Μυστήριο. Όπου «Μυστήριο» είναι το εξ ορισμού ανεξιχνίαστο και παρά ταύτα επιδεχόμενο εμβίωση. Εμβίωση ιδιωτική-προσωπική και εμβίωση συλλογική-κοινοτική.
Καθώς ζούμε σε ιδιωτικοποιημένη κοινωνία δεν είναι παράξενο, που το ενδιαφέρον συγκεντρώνεται στις ιδιωτικές εμβιώσεις του Μυστηρίου, τις λεγόμενες «μυστικές εμπειρίες». Δεν θα ασχοληθώ μ’ αυτές, όχι γιατί δεν έχουν σημασία, αλλά γιατί έτσι κι αλλιώς δεν μπορούν να εκφραστούν με λόγια. Τουλάχιστον οι εξ αυτών χριστιανικές. Λέει ο Απόστολος Παύλος:
«Οἶδα ἄνθρωπον ἐν Χριστῷ πρὸ ἐτῶν δεκατεσσάρων· εἴτε ἐν σώματι οὐκ οἶδα, εἴτε ἐκτὸς τοῦ σώματος οὐκ οἶδα, ὁ Θεὸς οἶδεν· ἁρπαγέντα τὸν τοιοῦτον ἕως τρίτου οὐρανοῦ. καὶ οἶδα τὸν τοιοῦτον ἄνθρωπον· εἴτε ἐν σώματι εἴτε ἐκτὸς τοῦ σώματος οὐκ οἶδα, ὁ Θεὸς οἶδεν· ὅτι ἡρπάγη εἰς τὸν παράδεισον καὶ ἤκουσεν ἄῤῥητα ῥήματα, ἃ οὐκ ἐξὸν ἀνθρώπῳ λαλῆσαι.»[1]
Θα σταθώ, λοιπόν, αποκλειστικά, στην συλλογική εμβίωση του Μυστηρίου και ειδικά στην συλλογική «μυστική εμπειρία», την αναφερόμενη σε τρεις καθοριστικές πτυχές του πολιτισμικού Μυστηρίου: την γένεση του πολιτισμού, την αναπαραγωγή του από γενιά σε γενιά και το τέλος του.
  1. Αλλά γιατί είναι μυστήριο ο πολιτισμός;
Είναι Μυστήριο, επειδή σε αντίθεση με τα άλλα ζώα, το ανθρώπινο ζώο δεν είναι προικισμένο από την φύση του με μια καθορισμένη μορφή κοινωνικότητας και πρέπει να την εφεύρει ή να την επιλέξει μέσα από ένα δυνητικά απεριόριστο φάσμα επιλογών.
Το Μυστήριο του πολιτισμού έγκειται ακριβώς σ’ αυτό: στην κοινωνιο-οντολογική ελευθερία του ανθρωπίνου είδους. Διαβλέπουμε άλλωστε, αυτού του είδους την ελευθερία, πίσω από την απερίσταλτη ετερότητα των ιστορικών πολιτισμών.
Το γεγονός, ότι η ελευθερία επιλογής τρόπου κοινωνικής αυτοθέσμισης είναι Μυστήριο, σημαίνει πριν απ’ όλα, ότι όποιο και να είναι το «σκεπτικό» ή το «αφήγημα», μέσω του οποίου κάθε πολιτισμός θέτει στο απυρόβλητο την κοινωνιο-οντολογική επιλογή του, είναι κατ’ ανάγκην ένας Μύθος. Και τούτο υπό την έννοια, ότι μόνο μέσω Μύθου προσεγγίζεται το Μυστήριο. Δεν έχει δηλαδή σημασία, αν το μυθικό κοινωνιο-οντολογικό «αφήγημα» αυτοπροσδιορίζεται ως «θρησκευτικό», «καλλιτεχνικό», «φιλοσοφικό», ή «επιστημονικό». 
Μύθος δεν σημαίνει παραμύθι ή ψέμμα. Το λιγότερο που ενδιαφέρει τον μυθικό θεσμοθέτη, είναι η ευλογοφάνεια των μυθολογουμένων. Αυτό που κυρίως τον ενδιαφέρει είναι η Πίστη στην απρόσβλητη Αυθεντία του μυθικού θεμελιωτή του συγκεκριμένου πολιτισμού.
Κατά συνέπεια: Στην Πίστη μπορεί να ανατιταχθεί μόνο μια άλλη Πίστη: η ομότιμη Πίστη στην θεμελίωση ενός άλλου πολιτισμού. Και αν, όπως στις μέρες μας, έχουν την μανία να αντιτάσσουν στην «αλήθεια της Πίστης» την «αλήθεια της Επιστήμης», είναι γιατί νομίζουν, ότι η δεύτερη «τεκμηριώνει» τάχα «αντικειμενικά», την Πίστη του νεωτερικού πολιτισμού στο μυθολογικό του αφήγημα: τον Τεχνολογικό Μεσσιανισμό.
Παρ’ ότι η ποικιλία των πολιτισμών είναι ανεξάντλητη, οι κοινωνιο-οντολογικοί τους Μύθοι εμφανίζουν τέσσερα κοινά σημεία:
α) Η αποκάλυψη του οικείου τρόπου κοινωνικότητας, έχει γίνει από κάποιον Θεό. Δεν είναι, με άλλα λόγια, ανθρώπινο έργο, ώστε να επιτρέπεται η αμφισβήτηση της αξιοπιστίας του.
β) Τον οικείο και εξ ορισμού σωστό τρόπο κοινωνικότητας, τον αντιμάχονται μοχθηροί θεοί και δαίμονες.
γ) Ο άνθρωπος πρέπει να εμπιστεύεται μόνο τον Θεό ή τους Θεούς της δικής του πολιτισμικής κοινότητας. Και «να τους το δείχνει», με επί τούτου θεσπισμένες θυσιαστικές τιμές και λειτουργίες.
δ) Η θυσία είναι ο άξονας όλων των συλλογικών (θρησκευτικών) εμβιώσεων του πολιτισμικού Μυστηρίου.
Η θυσία υπόκειται σε ανελικτική διαβάθμιση: από την ανθρωποθυσία περνάμε στην ζωοθυσία και από την ζωοθυσία στην Θεοθυσία. Η διαβάθμιση-εκλέπτυνση της θυσίας προσδιορίζει αντίστοιχα «στάδια» στην κοινωνιο-οντολογική ανέλιξη του ανθρωπίνου είδους.
Η τρίσημη «σταδιοποίηση» των θυσιαστικών μεταλλάξεων, είναι ισόμορφη στον Ορθόδοξο Μυστικισμό της συλλογικής Σωτηρίας, με τρίβαθμη Κλίμακα. Όπου οι «σωζόμενοι» διέρχονται από «τρεις τάξεις»: την τάξη των «Δούλων του Θεού», την τάξη των «Μισθωτών εργατών» του θεϊκού Αμπελώνα και την τάξη των «Παιδιών του Θεού» ή Φίλων του Υιού και Λόγου Του.
  1. Το μυστήριο της κοινωνιο-οντολογικής ελευθερίας
«Κανονικά», λοιπόν, θα έπρεπε τα μέλη της πολιτισμικής κοινότητας να σέβονται ευγνωμόνως την θεόσδοτη θεμελίωσή της.
Είτε γιατί αποφεύγουν, με την υποταγή τους, την οργή του Θεού, είτε γιατί κερδίζουν, με τον ευσεβή τρόπο τους, την εύνοια του Θεού, είτε γιατί (μιλώντας για τον χριστιανισμό) τους συγκινεί το φιλάνθρωπο αυτοθυσιαστικό παράδειγμά του και τον μιμούνται από αγαπητική αφοσίωση.
Αλλά: «εξουσίαν και δύναμιν έχει ο νους ώ θέλει είτε έπεσθαι είτε αντιστήναι», λέει ο Πρύτανης του χριστιανικού Μυστικισμού άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής (580-662). Δηλαδή: Είναι στο χέρι του καθενός να θέλει «να κάνει ό,τι θέλει». Να θέλει λ.χ. «να αλλάξει τον κόσμο». Να «πάρει την εξουσία», για να φτιάξει έναν «καλύτερο κόσμο».  Και έτσι, «να γίνει ο ίδιος θεός» (: κοσμοθεμελιωτής). –«Ανώτερος», απ’ αυτόν που έφτιαξε «τούτον τον κόσμο τον κακό».
Και ξέρουμε, ασφαλώς, ότι οι υποψήφιοι «ανθρωποθεοί» δεν λείπουν. Αν δεν είμαι Εγώ, θα είναι κάποιος άλλος. Αλλά «γιατί αυτός και όχι Εγώ;». Τούτο είναι «φυσικό», αν «ουδεμία ηδονή εγγυτέρα τω θείω ή η περί τας τιμάς ευφροσύνη», κατά τον Τύραννο Διονύσιο των Συρακουσών (431-367). Η «αποθέωση» δεν είναι το ζητούμενο;
Η αβυσσαλέα αυτή αναθεμελιωτική παρόρμηση, είναι η άλλη όψη της κοινωνιο-οντολογικής ελευθερίας. Και είναι αναπόφευκτη.
Πώς διαχειριζόμαστε την αβυσσαλέα αυτή ελευθερία; Ιδού ο πυρήνας του κοινωνιο-οντολογικού προβλήματος.
Εξυπακούεται, λοιπόν, πως όταν ο μυθικός θεσμοθέτης καλείται να θεσμίσει την σημασία του ανθρωπίνου ζώου, ως ὑποκειμένου του πολιτισμού, ή ως «ζώου θεούμενου», κατά τον Άγιο Γρηγόριο τον Ναζιανζηνό (329-390), πρέπει νά πεί «τί εἶναι Θεός» και «τί εἶναι Διάβολος». Τί εἶναι  «Παράδεισος» και τί εἶναι «Κόλαση». (Ονομάζονται έτσι στην χριστιανική και στην ισλαμική Θρησκεία. Σε άλλες αλλιώς. Η περιπτωσιολογία δεν αναιρεί την διαπίστωση.)
Εν πάση περιπτώσει, λέγοντας τι είναι Θεός και τι Διάβολος, τι Παράδεισος και τι Κόλαση, ο κοινωνιο-οντολογικός θεσμοθέτης χαράζει τους δρόμους υποκειμενοποίησης, που θα πρέπει να βαδίσει το ανθρώπινο ζώο, προκειμένου «να γίνει άνθρωπος», ικανός δηλαδή να εξασφαλίσει την από γενιά σε γενιά αναπαραγωγή της κοινωνιο-οντολογικής θεμελίωσης του πολιτισμού του.
Και να πώς, ομοδοξώντας, επιμαρτυρεί ένας αυθεντικός Ορθόδοξος Μυστικός, ο αββάς Δωρόθεος της Γάζας (6ος αιώνας):
Τοποθετεί τον Θεό στο κέντρο ενός κύκλου. Διατάσσει τα ανθρώπινα ζώα στην περιφέρεια του κύκλου. Προβάλλει μπρος στον καθένα την ακτίνα την άγουσα προς το κέντρο και τους λέει: αυτός είναι ο μοναδικός δικός σας δρόμος προς την θέωση. Κι αν θέλετε να έρχεστε κοντά ο ένας προς τον άλλο, δηλαδή να συγκροτείτε βιώσιμη κοινωνία, αυτό θα το πετύχετε μόνο στο μέτρο που βαδίζετε προς το κέντρο. Αντίθετα, αν απομακρύνεστε από το κέντρο, θα απομακρύνεστε και μεταξύ σας. Και αν η προς τα έξω φυγή σας υπερβεί κάποιο αστάθμητο όριο, θα χαθείτε. Ο πολιτισμός σας θα καταστραφεί. Κι εσείς μαζί του.
Και συνεχίζει εξηγώντας, γιατί η δεινότητα της θεοτικής παρόρμησης, η θεοεπιθυμία, ως ενέργεια πολιτισμοφόρος και όχι πολιτισμοφθόρος, είναι η αγάπη προς τον Θεό και τον Πλησίον:
«Ιδού τοιαύτη εστίν η φύσις της αγάπης. Εφόσον μεν εσμέν έξω και ουκ αγαπώμεν τον Θεόν, επί τοσούτον έχομεν διάστασιν έκαστος προς τον πλησίον. Εάν δε αγαπήσωμεν τον Θεόν, όσον εγγίζωμεν τω Θεώ διά της εις αυτόν αγάπης, τοσούτον ενούμεθα τη αγάπη του πλησίον, και όσον ενούμεθα τω πλησίον, τοσούτον ενούμεθα τω Θεώ».[2]
Οι πολιτισμοί θεμελιώνονται, λοιπόν, στην θέσμιση της σημασίας «Θεός» και μέσω αυτής, στην θέσμιση του «θεωθήναι», ή αλλιώς, του «ομοιωθήναι θεώ κατά το δυνατόν», κατά τον Πλάτωνα (Θεαίτητος 176 b).
Το γεγονός, ότι διατηρείται-αναπαράγεται η κοινωνιο-οντολογική θέσμιση, παρά την διαδοχή των γενεών ενός πολιτισμού, μαρτυρεί την εντός του παρουσία ειδικών «φορέων», εντεταλμένων να διαχειρίζονται ανάλογα την αυτοθεοποιητική δεινότητα της ανθρώπινης ελευθερίας. Μπορούμε να ονομάσουμε Παραδόσεις τους «φορείς» αυτούς. – Παραδόσεις υποκειμενοποιητικές, ανθρωπολογικές, κοινωνιο-οντολογικές.
  1. Το σύστημα πατρίδος: υποκείμενο του πολιτισμού
Παρομοιάζοντας την κοινωνιο-οντολογική ταυτότητα του βυζαντινού πολιτισμού με «πανίερη ακρόπολη», όπου φυλάσσεται, ως συλλογικός «θησαυρός», «ο λόγος της ενεστώσης υπάρξεως και ο σπόρος της μελλούσης», ο Σπυρίδων Ζαμπέλιος (1815-1881), εξαρτά την υπεράσπισή της από την συμμαχία τριών κατηγοριών Παραδόσεων: Των Παραδόσεων του Θυσιαστηρίου, -των μυστικιστικών. Των Παραδόσεων της Σχολής, -των εκπαιδευτικών. Και των Παραδόσεων του Πολιτικού, -των δικαιοπολιτικών. Γράφει:
«Αγώνες σωματικοί και διανοητικοί, πόλεμοι, σχίσματα, έριδες, ολοκαυτώματα, προς τι τελούνται; Υπέρ ακεραιότητος παρελθόντος, υπέρ της πανιέρου ταύτης ακροπόλεως, όπου άλλως τε περιφρουρούνται ο λόγος της ενεστώσης υπάρξεως και ο σπόρος της μελλούσης. Προκειμένης αμύνης τοιούτου θησαυρού, Θρόνος, Θυσιαστήριον, Σχολή σπανίως διχονοούσι. Μάχονται μεν, ιδίως ο Βασιλεύς, υπέρ ακεραιότητος της Ρωμαϊκής πολιτείας. Μάχεται δε η Σύνοδος υπέρ ακεραιότητος Πίστεως. Μάχεται και η Σχολή υπέρ ακεραιότητος Επιστήμης. Αλλά και οι τρεις συναθληταί συμπυκνούσι τους λόχους των, όταν τυχόντως μία τις των παραδόσεων, ας έκαστος κατ’ ιδίαν εκπροσωπεί, λάβη, υφ’ ομογενών ή αλλογενών, την ελαχίστην προσβολήν.»[3]
Η διάκριση αυτή, μεταξύ Πόλεως και ιεράς Ακροπόλεως, μας εισάγει στο ακριβές νόημα της έννοιας «Πολιτισμός». 
Πολιτισμός υπάρχει, εκεί όπου υφίσταται θεσμισμένος κοινωνικός χώρος, συντεταγμένη Πολιτεία, όπου ο αυτοθεοποιητικός κι ο εν γένει εριστικός ταραγμός, διευθετείται από τον Νόμο και η βία μονοπωλείται εννόμως από την πολιτειακή Αρχή. Με άλλα λόγια, έχουμε Πολιτισμό εκεί, όπου λειτουργεί «Σύστημα Πατρίδος»: Πόλις-Κοινό στον ελληνικό πολιτισμό, Έθνος-Κράτος στον νεωτερικό. «Σύστημα Πατρίδος» είναι το «χάος» της βαρβαρότητας, που έγινε «κόσμος», χάρη στην τιθάσευσή του από την θεσμική «τάξη».
Αυτό σημαίνει, ότι η προπολιτισμική βαρβαρότητα εξακολουθεί να υφίσταται, αλλά έξω από τα τείχη της Πόλεως, στον εισέτι αθέσμιστο χώρο των δια-κρατικών σχέσεων. Εκεί, οφθαλμοφανώς, πάντων βασιλιάς και δικαστής είναι ο πόλεμος, κατά τον Ηράκλειτο τον Εφέσιο (6ος – 5ος π.Χ. αιώνας). Εύκολα δε ο διαπολεοτικός εριστικός ταραγμός δύναται να ωσμωθεί με τον πάντοτε σοβούντα ενδοπολεοτικό ταραγμό, για να ρίξουν την Πόλι στο «χάος» της εσωτερικής βαρβαρότητας, που οι αρχαίοι αποκαλούσαν Στάση και οι νεωτερικοί Εμφύλιο πόλεμο.
Αποδίδοντας στον πόλεμο την διάκριση «θεών και ανθρώπων, ελεύθερων και δούλων», πάνω στην οποία θεμελιώνονται οι πολιτισμοί, ο Ηράκλειτος τον αναγνωρίζει ως «πάντων πατέρα».[4]
Σε αντίθεση με την Οικογένεια και την Κοινότητα, που είναι αναγκαίες για το ζην, η Πόλις είναι αναγκαία για την επιδίωξη του ευ ζην, λέει ο Αριστοτέλης (384-322 π.Χ.). Πολιτισμός και επιδίωξη του πολεοτικού ευ ζην, είναι ένα και το αυτό. Το ευ ζην ταυτίζεται με το κοινό καλό κι αυτό με το κατ’ αλήθειαν ζην, το επιμαρτυρούμενο από το κατ’ αλήθειαν θνήσκειν. -Όπως, εννοείται, το νοηματοδοτούν οι κεντρικές Παραδόσεις της Πόλεως στους πυλώνες της Πίστης, της Παιδείας και της Πολιτικής.
Εννοείται, επίσης, ότι σε κάθε Πόλι (ή Έθνος) αντιστοιχεί το δικό τους κοινό καλό, η δική τους κοινή αλήθεια και άρα ο δικός τους πολιτισμός. Η ετερότητα των πολιτισμών παραπέμπει, έτσι, στην ετερότητα-ταυτότητα του πολεοτικού (ή εθνικού) υποκειμένου τους, όπως αυτή αναπαράγεται από τα «τρία Π»: Πίστη, Παιδεία, Πολιτεία.
______________________________________________
[1] Β Κορ. 12,2-12,4.
[2] Dorothee de Gaza, Oeures Spirituelles, Construction 78 (1-25). (Les Edittions du Cerf, Paris 1963.) Ο «χαμένος άλλος» και ο «χαμένος εαυτός», πράγμα που αντιλαμβανόμαστε εδώ ως «ολοκληρωμένο μηδενισμό», προϋποθέτουν το «χαμένο κέντρο». Για το ίδιο θέμα μας μίλησε κι ένας σύγχρονος «αββάς», της λογοτεχνίας αυτός. Είναι το Χαμένο Κέντρο (Μελέτες τ. Ι, Εκδ. Δόμος.) του Ζήσιμου Λορεντζάτου (1915-2004).
[3] Σπυρίδων Ζαμπέλιος, Βυζαντιναί Μελέται. Περί πηγών νεοελληνικής εθνότητος από Η’ άχρι Ι’ εκατοενταετηρίδος μετά Χριστόν. Εν Αθήναις, 1857. Το απόσπασμα είναι από την Προθεωρία, την εισαγωγή του έργου.
[4] Ερμηνεία, βάσει της θεωρίας του Ρενέ Ζιράρ για τον θυσιαστικό μηχανισμό, η ενεργοποίηση του οποίου τερματίζει κοινωνιο-γεννητικά την «κατάσταση μηδέν», τον «πόλεμο όλων εναντίον όλων».


Σάββατο 27 Ιουλίου 2019

Σπ. Κουτρούλης, Θεόδωρος Ζιάκας: Τα δύο τέρατα και η αριστερά

πηγή: ΑΡΔΗΝ & ΣΠΥΡΟΣ ΚΟΥΤΡΟΥΛΗΣ


Στους πρώτους μήνες του 2019, κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Αρμός το βιβλίο του Θ. Ζιάκα Τα δύο τέρατα και η αριστερά – για την παρακμή και τις δυνατότητες ανάσχεσής της, όπου εξετάζονται δύο συναφείς και αλληλοτροφοδοτούμενες καταστάσεις: ο μηδενισμός και η παρακμή.
Εύκολα εντοπίζουμε τα θεμελιώδη χαρακτηριστικά του λόγου του Θ.Ζιάκα: πυκνός, επιγραμματικός λόγος, που επιχειρεί με αυτόν τον τρόπο να ερμηνεύσει αποτελεσματικά σύνθετα ιστορικά γεγονότα και μεγάλα ρεύματα πολιτισμού. Έρχεται ως απόσταγμα της γνώσης της κλασικής αρχαιοελληνικής σκέψης, αλλά βεβαίως και του πατερικού λόγου. Όλα αυτά καρποφορούν σε ένα πεδίο που έχει οργωθεί προηγουμένως από το έργο του Χ. Γιανναρά, του Ζ. Λορεντζάτου, του μητροπολίτη Περγάμου Ιωάννη, αλλά και του Π. Κονδύλη. Οι διακρίσεις του Μάξιμου του Ομολογητή ανάμεσα στον δούλο, τον μισθωτό και τον φίλο προβάλλονται για να χαρακτηρίσουν διαφορετικά πολιτιστικά πρότυπα. Σε αυτό το σημείο επαναλαμβάνεται ο Πλάτωνας που διέκρινε την κοινωνία προβάλλοντας σε αυτήν τα διάφορα μέρη της ψυχής. Η ερμηνευτική τους χρήση έχει αναλογίες με βεμπεριανούς ιδεοτύπους. Αλλά και η διαπίστωση ότι η ακμή περιέχει τις προϋποθέσεις της παρακμής (γράφει, «η παρακμή, η κοπριά της παρακμής») θυμίζει τη χεγκελιανή διαλεκτική, όπου στο ίδιο περιέχεται ή προεικονίζεται το ενάντιο. Πέραν τούτων το βιβλίο κατά ένα μέρος είναι σε διαλογική μορφή (κυρίως με τον ψυχίατρο και συγγραφέα Γιάννη Τσέγκο), ή αποτελεί πιστή μεταφορά του προφορικού λόγου, γεγονός που ευνοεί την ανάγνωσή του.
Ο Θ. Ζιάκας περιγράφει με ακρίβεια τα ρεύματα που οδηγούν στον μηδενισμό. Θα μπορούσαμε να προσθέσουμε τον Φίχτε, που «απορρίπτει την αντίληψη του Διαφωτισμού για τον Λόγο χάριν ενός απόλυτου υποκειμενισμού ο οποίος επιχειρεί να παράγει τον Λόγο εν γένει από την άπειρη βούληση του απόλυτου εγώ. Αυτή η απόρριψη οδηγεί στη σκοτεινή νύχτα του νοούμενου εγώ και στην εξύμνηση του αγώνα και του πόθου που αποτελούν την έκφραση αυτής της υποσυνείδητης βούλησης. Μολονότι ο Φίχτε στηρίχθηκε στη σκέψη του Ντεκάρτ και του Καντ, τελικά επέλεξε μια διαφορετική και πιο επικίνδυνη κατεύθυνση. Αυτή η κατεύθυνση οδηγεί, όπως διαπίστωσε ο Τζακόμπι, στον θάνατο του Θεού και στη θεοποίηση του ανθρώπου» (Michael Allen Gillespie, Ο μηδενισμός πριν από τον Νίτσε, μετ. Γ. Μερτίκα, Πατάκης 2004).
Ο Θ.Ζιάκας περιγράφει τα δύο τέρατα: τη μεταμοντέρνα τοκογλυφική πλουτοκρατία που υπέταξε την παραγωγική αστική τάξη και τον μεταμοντέρνο μηδενισμό, ο οποίος «έχει διαβρώσει καίρια την πληθυσμιακή βάση του νεωτερικού πολιτισμού» (σελ.26). Πλέον στον μεταμοντέρνο μηδενισμό, «ο Μηδενισμός του Συλλογικού υποκειμένου ολοκληρώνεται με τον Μηδενισμό του ατομικού υποκειμένου» (σελ.28). Στο παραπάνω συμπέρασμα αφενός περιέχεται η σκέψη του Π. Κονδύλη όπως ξετυλίγεται κυρίως στην «Παρακμή του αστικού πολιτισμού» και αφετέρου συναντά αντίστοιχα πορίσματα του Κρίστοφερ Λας. Βέβαια, ο ιδεότυπος του «ανθρωπόθεου» που είναι αντιστροφή του «Θεάνθρωπου», έχει ως αφετηρία το έργο του Φ. Ντοστογιέφσκι. Ο εθνομηδενισμός ερμηνεύεται ως «το καταστατικό πρόταγμα της μοναδικής πλέον Αυτοκρατορίας. Είναι η στρατηγική πλατφόρμα της αμερικανικής «παγκοσμιοποίησης». Του οράματός της να εδραιωθεί ως Κοσμοκρατορία» (σελ. 108,109), ενώ αναλυτικότερα θα προσθέσει, «η κυριαρχία του μεταμοντέρνου εθνομηδενισμού αντιστοιχεί στη διαμόρφωση μιας υπερκρατικής ολιγαρχίας, τεχνοσυστημικής-χρηματιστικής υφής, εξοπλισμένης με στρατιωτική ισχύ πλανητικών διαστάσεων» (σελ. 166).
Η φράση του Θ. Ζιάκα, «η ελληνική ανθρωπολογία είναι έκτοτε η ανθρωπολογία της μετάβασης από το Άτομο στο Πρόσωπο» (σελ.123) απορρέει από αντίστοιχες σκέψεις του Χ. Γιανναρά και του μητροπολίτη Περγάμου Ιωάννη. Νομίζω όμως ότι κάτι τέτοιο έχει ξεκινήσει ήδη από τον ελληνικό λόγο για να ολοκληρωθεί στον πατερικό λόγο. Η σκέψη του πλατωνικού Σωκράτη ότι είναι προτιμότερο να αδικούμεθα παρά να αδικούμε, η προτροπή του Αριστοτέλη να αγαπάμε το μέρος εκείνο του εαυτού που καλλιεργεί την αρετή, αλλά και οι διαπιστώσεις του ίδιου ότι ο άνθρωπος είναι «ζώο πολιτικό», δηλαδή τελικά σχηματίζεται με την τριβή με τους άλλους, αποδεικνύουν έναν τέτοιο ισχυρισμό. Άλλωστε ο Ιωάννης Δαμασκηνός δυσκολευόταν να διακρίνει το άτομο από το πρόσωπο. Ορθά επισημαίνει όμως ο Θ. Ζιάκας ότι «βρήκαμε στην χριστιανική αγάπη την πραγματική ουσία μας, την αληθινή μας φύση» (σελ.132). Αναζητώντας διέξοδο στον μηδενισμό, καταλήγει ότι «η συλλογικότητα ριζώνει στην σταυρική σχέση ανάμεσα στο Εγώ και στο Εσύ και των δύο με τον Θεό» (σελ. 203). Η πόλη ανήκει στους θεούς και στους ήρωες. Σε αυτό το σημείο επαναλαμβάνεται η φράση του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου, ότι την Πόλιν αυτή δεν μπορεί να την παραδώσει γιατί δεν ανήκει σε αυτόν, ούτε σε κανέναν άλλο από τους κατοίκους.
Ο σύγχρονος μηδενισμός, αυτός που ο Π. Κονδύλης ονομάζει «χαρούμενο μηδενισμό», αποτελεί μια μετάλλαξη αυτού που εντοπίστηκε αρχικά στις διανοητικές κατασκευές του Νετσάγιεφ, ή στους ανθρώπινους τύπους που ενσαρκώθηκαν στο έργο του Τουργκένιεφ και του Ντοστογιέφσκι ή στον ειρωνικό λόγο του Διογένη του Κυνικού ή του Σιοράν. Όπως συμπεραίνει ο Θ.Ζιάκας, «κάνοντας την κατανάλωση αξία και τις αξίες καταναλωτικά αγαθά», ή, αλλιώς, κάνοντας μοναδική αξία το χρήμα, ζωντανεύει τον χειρότερο εφιάλτη του Τεχνοσυστήματος, να δει κάποια μέρα τη «δεξαμενή της γνώσης» άδεια από τους αναγκαίους «σταχανοβίτες» της Επιστήμης και της Τεχνολογίας» (σελ. 295). Με το έργο του Θ. Ζιάκα, η συζήτηση για τον μηδενισμό και την παρακμή βέβαια δεν έκλεισε, όμως επέτυχε να μας δείξει τις πλευρές πάνω στις οποίες πρέπει να σκεφτόμαστε.

&


Τρίτη 9 Ιουλίου 2019

Θ.Ι.Ζιάκας, Παγκοσμιοποίηση και συλλογική αυτοκατανόηση

πηγή: ΑΝΤΙΦΩΝΟ, 8/7/2019

Θ. Ι. Ζιάκας, Παγκοσμιοποίηση και συλλογική αυτοκατανόηση

Περίληψη (2019)
Αφορμή για το παρόν κείμενο στάθηκαν οι επιθέσεις για την άλωση της στοιχειώδους εκπαίδευσης εκ μέρους του ιστοριογραφικού εθνομηδενισμού.
Ο συγγραφέας διαπιστώνει κατ’ αρχάς τη σύμπτωση των επιθέσεων αυτών με την γενικότερη ανθρωπολογική παρακμή και πτώση του νεωτερικού πολιτισμού στον μεταμοντέρνο μηδενισμό, όπου το άτομο μαζοποιείται, διασπάται και εισβάλλει μέσα του το κενό συλλογικότητας που συνοδεύει την κοινωνική ανάπτυξη του συστημικού ατομικισμού. «Δεν υπάρχει κοινωνία – υπάρχουν μόνο τα άτομα και το κενό!». Η άλλη όψη της πτώσης στην κατάσταση αυτή είναι η ανάπτυξη της Παγκοσμιοποίησης ως συστηματικής υπονόμευσης και καταστροφής των τριών πυλώνων αναπαραγωγής του εθνοκρατικού κεκτημένου: του Θυσιαστηρίου, της Σχολής και του Πολιτικού. Ο καθ’ ημάς ιστοριογραφκός ρεβιζιονισμός εντάσσεται έτσι στην παγκόσμια υπερατλαντική στρατηγική για την προσαρμογή του Εκπαιδευτικού πυλώνα των εθνών στο εθνομηδενιστικό Dictatus της Παγκοσμιοποίησης.
Ο νεωτερικός πολιτισμός στη φάση της μεταμοντέρνας παγκοσμιοποίησής του καταστρέφει, ο ίδιος τα υποκείμενα που τον έχουν δημιουργήσει. Γιατί το κάνει αυτό; Γιατί και σε τι τον εμποδίζει ο βεστφαλιανός εθνοκρατικός «ατομικισμός»; Σε τι κόσμο οδηγεί άραγε η συστηματική προσπάθεια καταστροφής της όποιας εθνοκρατικής αυτεξουσιότητας;
Αντιλαμβανόμενος τον πολιτισμό του ως την απάτητη κορυφή της ιστορικής Προόδου, ο σύγχρονος άνθρωπος αδυνατεί να συλλάβει το πρόβλημα. Ωστόσο υπάρχει ιστορικό παράδειγμα πολιτισμού που να έχει υπερβεί τα όρια του οικείου συστήματος πατρίδας και να έρθει αντιμέτωπος με το ίδιο πρόβλημα. Υπέστη τρομερές  καταστροφές ώσπου να φτάσει στη λύση που θα του επιτρέψει να σταδιοδρομήσει για άλλα χίλια χρόνια. Αυτός ήταν ο ελληνικός πολιτισμός.
Εξετάζοντας, το παλιό τούτο κείμενο, τον μεταμοντέρνο εθνομηδενισμό υπό το φως του ελληνικού παραδείγματος συμβάλλει στην αναγκαία αποστασιοποιημένη διερεύνηση του προβλήματος.  Συνδυάζει προς τούτο την κοινωνιο-οντολογική οπτική του συγγραφέα με την αντίστοιχη κοσμοσυστημική οπτική του καθ. της πολιτικής επιστήμης και οξυδερκούς μελετητή της ελληνικής Ιστορίας κ. Γ. Κοντογιώργη.


Πέμπτη 23 Μαΐου 2019

Θ. Ι. Ζιάκας, Μεταξύ πολιτισμού και βαρβαρότητας

πηγή: ΑΝΤΙΦΩΝΟ
&
https://www.youtube.com/watch?v=F8y9wbidYkU

Με αφορμή την έκδοση του βιβλίου του Λέζεκ Κολακόφσκι «Βαρβαρότητα και πολιτισμική παγκοσμιότητα» ο συγγραφέας Θεόδωρος Ζιάκας μίλησε στο βιβλιοπωλείο ΑΠΕΙΡΟΣ ΧΩΡΑ στα Βριλήσσια τον Μάρτιο του 2019 με θέμα: "Μεταξύ πολιτισμού και βαρβαρότητας".


Πέμπτη 14 Μαρτίου 2019

Θ.Ι.Ζιάκας: Περί Ευρώπης, πολιτισμού και Χριστιανοσύνης

πηγή: ΑΝΤΙΦΩΝΟ
Το δοκίμιο του μεταμαρξιστή Πολωνού φιλοσόφου Λέζεκ Κολακόφσκι, προσπαθεί να τονώσει την κλονισμένη πολιτισμική αυτοεκτίμηση του «ευρωπαίου», την πιστοποιούμενη από τη διάδοση του σχετικισμού και της απαξίωσης του ευρωκεντρισμού στην Ευρώπη. Δέχεται, ότι ο πολιτισμικός σχετικισμός είναι μια εύλογη στάση, απέναντι στην ποικιλία των πολιτισμών του κόσμου, αλλά, όπως ορθολογικότατα υποστηρίζει, ο ακραίος σχετικισμός είναι εσφαλμένος, όπως κι ο ακραίος σκεπτικισμός. Συνοψίζοντας την επιχειρηματολογία του, εισηγείται έναν ασυνεπή σχετικισμό και έναν καλώς νοούμενο ευρωκεντρισμό.
Διαβάζοντάς το, έπειτα από τόσα χρόνια, δεν μπορώ να μη διαπιστώσω, ότι οι προειδοποιήσεις του για τις συνέπειες της κυριαρχίας του σχετικισμού, δικαιώνονται πλήρως. Τις βλέπουμε, άλλωστε, στην προϊούσα «πολυπολιτισμική» εξάρθρωση των ευρωπαϊκών εθνών. Μιλά όμως για την «Ευρώπη», τον πολιτισμό «της», την «παγκοσμιότητά» του και τη «χριστιανοσύνη» της,  σαν το νόημα των γενικοτήτων αυτών να είναι αυτονόητο. Σαν να ανήκει στα «συμφωνημένα υπονοούμενα» όλων των ευρωπαϊκών λαών.
Στο κείμενο που ακολουθεί σκοπεύω να μιλήσω, για το τι είναι αλήθεια και τι φενακισμός στις γενικότητες αυτές.
Ποια «Ευρώπη»;
Για τους Γερμανούς ηγέτες, από τον Βίσμαρκ, ως τον Χίτλερ και από τον Αντενάουερ ως τη Μέρκελ και τον Σόϊμπλε, μία και μόνο έννοια «Ευρώπης» είναι νοητή: η Γερμανική Ευρώπη.
Διάβαζα πρόσφατα, ότι «Ο Bismarck έδειχνε να χάνει την υπομονή του, όταν γινόταν χρήση των λέξεων “Χριστιανοσύνη” ή “Ευρώπη” στη διπλωματική γλώσσα (συνήθως από τους Ρώσους και τον Υπουργό των Εξωτερικών τους Gorchakov). Στα Γερμανικά έγγραφα προ του 1914 υπάρχει μια Σημείωση που έκανε ο Bismarck σε υπόμνημα που είχε συντάξει ο Gorchakov: “Η συζήτηση περί Ευρώπης είναι άνευ αντικειμένου: πρόκειται για γεωγραφική έννοια. Ποια είναι η Ευρώπη;” (η φράση αυτή γραμμένη στα γερμανικά, στα γαλλικά και στη συνέχεια στα αγγλικά) … Και όταν κάποτε ο ίδιος ο Gorchakov υποστήριξε την άποψη, ότι το Ανατολικό Ζήτημα δεν ήταν ούτε Γερμανικό, ούτε Ρωσικό, αλλά Ευρωπαϊκό ζήτημα, ο Bismarck έδωσε την ισοπεδωτική απάντηση: “Ανέκαθεν συναντούσα τη λέξη Ευρώπη στα χείλη των πολιτικών εκείνων, που ήθελαν κάτι από άλλες Δυνάμεις, το οποίο όμως δεν τολμούσαν να ζητήσουν εξ ονόματός τους…”» [1]
Οι διευρωπαϊκοί πόλεμοι, με επιστέγασμα τους δύο Παγκοσμίους πολέμους, απέδειξαν ότι η μόνη πραγματική Οντότητα στην ευρωπαϊκή Ήπειρο ήταν το Έθνος, – το Γερμανικό, το Γαλλικό, το Αγγλικό, το Ρωσικό, για να σταθούμε στα πρωταγωνιστικά ευρωπαϊκά έθνη. Δεν ήταν η «Ευρώπη». Τι άλλαξε άραγε μεταπολεμικά και η Ευρώπη έπαψε ξαφνικά να είναι κάτι παραπάνω, από μια πολιτισμική κενολογία; Ο Κολακόφσκι δεν μας το λέει. Θα πρέπει μήπως να υποθέσουμε, ότι κι αυτός, δεν ήταν παρά ένας Πολωνός Gorchakov, «που ήθελε κάτι», αλλά «δεν τολμούσε να το ζητήσει» εξ’ ονόματος της χώρας του; Να υποθέσουμε, ότι αγόρασε κι αυτός, όπως οι δικοί μας, στην ονομαστική αξία του, το αμερικανικής εμπνεύσεως, πιέσεως και αιγίδας, μεταπολεμικό «ευρωπαϊκό όραμα»;
Σήμερα, πάντως, μπορούμε να δούμε καθαρά, τι ήταν σκοπός και τι φενακισμός στο «ευρωπαϊκό όραμα». Σκοπός ήταν η νίκη της Αμερικανικής αυτοκρατορίας στον Ψυχρό Πόλεμο και η αναβάθμισή της σε Κοσμοκρατορία. Φενακισμός –δόλωμα ίσως- ήταν για τους δυτικοευρωπαίους «συμμάχους», μια Ευρώπη «από τον Ατλαντικό μέχρι τα Ουράλια». Ενώ για τους ανατολικοευρωπαίους, η είσοδός τους στον δυτικό καταναλωτικό «παράδεισο», στη συνέχεια.
Η υπερατλαντική Αυτοκρατορία νίκησε την «Αυτοκρατορία του κακού», αλλά για να κερδίσει, επαξίως, τον τίτλο της «Αυτοκρατορίας του χάους». Που βομβαρδίζει και καταστρέφει, το ένα μετά το άλλο τα αδύνατα κράτη που δεν είναι της αρεσκείας της, επικαλούμενη γελοία «ανθρωπιστικά» (R2P) προσχήματα. Και γενικά απειλεί τους πάντες, ακόμα και με «προληπτικό» πυρηνικό πλήγμα. Παράλληλα, η «Ευρώπη των 6» εκτοξεύτηκε σε «Ευρώπη των 28». Αλλά, φεύ, αφού έχει γίνει μια διευρυμένη μετενσάρκωση της καρολίγγειας μεσαιωνικής Ευρώπης. Δηλαδή μια Γερμανική «Ευρώπη», με τις Βρυξέλλες σε θέση «κοσμικού Βατικανού». Που φυσικά κανείς άλλος, πλην των Γερμανών, είχε θελήσει. Ήδη η Βρετανία αποχώρησε, οι χώρες Βίζεγκραντ προβληματίζονται, ενώ ο Νότος με απόγνωση φυλακισμένου μάταια ονειρεύεται την απόδραση.
Η ειρωνεία του πράγματος είναι, ότι ο υπερατλαντικός Ηγεμών, επεκτείνοντας το ΝΑΤΟ μέχρι τα ρωσικά σύνορα, την προορίζει, τούτη την «Ευρώπη», για ιερό σφάγιο στον βωμό του νέου Ψυχρού Πολέμου, που ξεκίνησε με «έγχρωμες επαναστάσεις» και «κυρώσεις», εναντίον της μετασοβιετικής Ρωσίας. Της Ρωσίας, που ο Πρόεδρος Ομπάμα, το «χαρισματικό» αυτό ίνδαλμα παντός «ευρωπαίου», επικύρωσε την αξιολόγησή της ως «κράτος-βενζινάδικο»!
Υπενθυμίζω, τέλος, τον διάσημο «τριλεκτικό» κυνικό ορισμό του ΝΑΤΟ: «Οι Αμερικανοί μέσα (στην Ευρώπη), οι Γερμανοί κάτω, οι Ρώσοι έξω».
Περί Πολιτισμού και Βαρβαρότητας
Έχει ειπωθεί, ότι «το πουλί της σοφίας πετάει το σούρουπο». Ή ότι «η εμπειρία είναι το πανεπιστήμιο των ηλιθίων», επειδή η εκ των υστέρων γνώση είναι άχρηστη. «Στερνή μου γνώση να σ’ είχα πρώτα».
Θυμοσοφίες σαν κι αυτές αφορούν, κυρίως, στη σχέση του ατομικού νου με τον συλλογικό νου. Ο πρώτος, χάρη στη φυσική μνήμη του, «επί ίχνεσιν αλώπεκος βαίνει». Διδάσκεται από την πείρα του σχετικά εύκολα. Ο συλλογικός όμως νους διδάσκεται πάρα πολύ δύσκολα. «Κούφος ένεστι νόος». (Κατά τον Σόλωνα.) Κι αυτό επειδή η δική του μνήμη είναι μεταφυσική. Εξαρτώμενη, από το πόσο καλά έχει εμφυτευτεί στη φυσική μνήμη των ατόμων. Μέσω του Μύθου, όταν ήταν παιδιά. Και μέσω της φιλοσοφικής εκλογίκευσης του Μύθου, στη φάση της ενηλικίωσής τους και μετά. Η «μεταφυσική» αυτή μνήμη, παρέχει στα άτομα την αναγκαία για τον συλλογικό τους βίο, εκ των προτέρων γνώση. Την κοινωνιο-οντολογική γνώση.
Προτού, λοιπόν, αναφερθώ στον «ευρωπαϊκό» πολιτισμό, στην «παγκοσμιότητά» του και στη «χριστιανοσύνη» του, ας μου επιτραπεί να ανασυνθέσω εδώ, ορισμένα στοιχεία αυτής της «εκ των προτέρων γνώσης», αντλημένα από τις αρχαίες πηγές της.
(α) Πολιτισμός υπάρχει, όπου υφίσταται «Σύστημα Πατρίδος»: Πόλις-Κοινό (Οίκος/Κοινότητα/Άστυ) στην Αρχαιότητα, Έθνοκράτος στη Νεωτερικότητα. Υπάρχει δηλαδή, όπου υφίσταται θεσμισμένος κοινωνικός χώρος, συντεταγμένη Πολιτεία και η βία μονοπωλείται εννόμως από την πολιτειακή Αρχή.
«Σύστημα Πατρίδος» είναι το «χάος» της βαρβαρότητας που έγινε «κόσμος», χάρη στην τιθάσευσή του από τη θεσμική «τάξη». Ένεκα τούτου, η βαρβαρότητα ενδημεί έξω από τα τείχη της Πόλεως, στον εισέτι αθέσμιστο χώρο των δια-κρατικών σχέσεων. Εκεί «πάντων βασιλεύς και δικαστής» είναι ο Πόλεμος. Ο πόλεμος βασίζεται στον δόλο, «στην πανουργία και την εξαπάτηση».
Μιλώντας, επομένως, για «ευρωπαϊκό» πολιτισμό, χωρίς να λαμβάνουμε υπόψη τη διάκριση θεσμισμένου-εθνοκρατικού και αθέσμιστου-διακρατικού κοινωνικού χώρου, ή δεν ξέρουμε τι λέμε, ή είμαστε δηλητηριασμένοι από την τοξική γοητεία των «αεί ατόπων», -τυφλοί στις όπισθεν τούτων κατακτητικές και λεηλατικές βλέψεις.
(β) Σε αντίθεση με την Οικογένεια και την Κοινότητα, που είναι αναγκαίες για το Ζην, η Πόλις είναι αναγκαία για την επίτευξη του Ευ Ζην. Πολιτισμός και επιδίωξη του Ευ Ζην, είναι ένα και το αυτό. Το Ευ Ζην ταυτίζεται με το Κοινό Καλό, όπως η Πόλις το εννοηματώνει. Υπό την έννοια αυτή, σε κάθε Πόλι αντιστοιχεί το δικό της Κοινό Καλό και άρα ο δικός της «Πολιτισμός».
Η ετερότητα των πολιτισμών είναι έτσι απερίσταλτη. 
Το φάσμα τους συναγωνίζεται σε πολυχρωμία εκείνο του φωτός. Κατά σύμπτωση μάλιστα διακρίνουμε και σ’ αυτό τρεις ζώνες, οι οποίες διαμορφώνονται από τις τρεις επιλογές αυτοπροσδιορισμού του πολιτισμικού υποκειμένου, που είναι: Το «Εμείς χωρίς Εγώ» - Το «Εγώ χωρίς Εμείς» - Και το «Εμείς και Εγώ μαζί», ασυγχύτως και αδιαιρέτως. 
Ήτοι: «Κολεκτιβιστική» επιλογή – «Ατομοκεντρική» επιλογή –  «Προσωποκεντρική» επιλογή. (Προσωποκεντρική, επειδή θέτει όψη προς όψηαδιαμεσολάβητα, τα Εγώ μεταξύ τους και με το Εμείς.)
Αντιστοίχως: κυρίαρχος ανθρωπολογικός τύπος είναι στις τρεις ζώνες του πολιτισμικού φάσματος, ο Δούλος, ο Μισθωτός και ο Φίλος. Ο πρώτος είναι «δούλος», επειδή κάνει το καλό από φόβο μην τιμωρηθεί. Ο δεύτερος, είναι «μισθωτός», επειδή κάνει το καλό επ’ αμοιβή. «Εν τη παλάμη και ούτω βοήσωμεν». Ο τρίτος  είναι «φίλος», επειδή κάνει το καλό από αγάπη για το καλό. Του «καλού» νοουμένου εδώ, ως Κοινού Καλού, που δεν είναι το «άθροισμα των ατομικών καλών», αλλά κάτι το ριζικά διαφορετικό: η αναπαραγωγή και ανάπτυξη του κοινού πολιτισμού στη βάση της δεδομένης θεμελίωσής του. Είναι το «καλό της Πόλεως», το «καλό του Έθνους».
Εννοείται, τέλος, ότι κάθε άνθρωπος έχει «μέσα του» και τους τρεις «ελκυστές», της ούτω νοουμένης ευποιίας. Και επιλέγει σε ποιον και πώς θα ανταποκριθεί.
(γ) Η τρισσή ως άνω διάταξη δεν είναι τυχαία. Κι αυτό, γιατί όλοι οι πολιτισμοί θεμελιώνονται στη δεσμευτική θέσμιση των κοινωνικών σχέσεων. Η δεσμευτικότητα είναι αναγκαστική, διότι οι κοινωνικές σχέσεις διέπονται -σε όλο τους το φάσμα- από δύο αρχές, τη Φιλότητα και το Νείκος,  ώστε η «φιλότητα» των μεν, να βασίζεται στην επιδίωξη του νείκους, επί της «φιλότητας» των δε.
Στη βάση αυτή, οι τρεις προειρημένες επιλογές, η «δουλική», η «μισθωτική» και η «φιλική», αντιστοιχούν επακριβώς στους τρεις δυνατούς τρόπους δεσμευτικής «γεφύρωσης» της ασυμμετρίας μεταξύ του ατομικού καλού και του κοινού καλού και άρα μεταξύ του Εγώ και του Εμείς. Είναι δηλαδή, κυριολεκτικά κοινωνιο-οντολογικές επιλογές. Θεμελιώνουν πολιτισμό. Τον θεμελιώνουν όμως, όχι «μονολεκτικά», ούτε «διαλεκτικά», αλλά «τριλεκτικά». Ήτοι, συντιθέμενες ανά δύο ανισοβαρώς, στη βάση του αποκλεισμού της τρίτης από το θεσμικό τους γινόμενο.[2]
Ειδικότερα: Στην Κολεκτιβιστική θέσμιση ο αποκλειόμενος τρίτος είναι ο Μισθωτός (το «Άτομο»). Στην Ατομοκεντρική είναι ο Φίλος (η αμεσοσχεσιακή ισοτιμία). Και στην Προσωποκεντρική είναι ο Δούλος (η δουλεία τίθεται εκτός πολιτειότητας). Συγχρόνως, οι αντιστοίχως «δεύτεροι», υπόκεινται σε κυριαρχία και συνεπώς, σε λεηλασία-αλλοτρίωση των κοινωνικών σημασιών τους.[3]
Κατά συνάφεια: Στην πρώτη «σύνθεση» δεν νομιμοποιείται ύπαρξη ατομικής ελευθερίας. Στη δεύτερη νομιμοποιείται μόνο ιδιωτική ατομική ελευθερία. Ενώ στην τρίτη η κοινωνική θέσμιση είναι ανοιχτή, όχι μόνο στην ιδιωτική, αλλά και στην κοινωνική και την πολιτική ατομική ελευθερία. Όπου σκοπός της δεύτερης είναι κοινωνική δικαιοσύνη και της τρίτης το ισοτίμως/αδιαμεσολαβήτως «μετέχειν κρίσεως και αρχής».
Αν επομένως λάβουμε, ως αξιολογικό κριτήριο, τους βαθμούς της παρεχόμενης ατομικής ελευθερίας (0, 1, 3), αντιλαμβανόμαστε ότι μπορούν να θεωρηθούν, ως τρεις δυνητικές βαθμίδες στο εν γένει πολιτισμικό γίγνεσθαι. Κάτι, που στην περίπτωση του Ελληνισμού, επιβεβαιώνεται και ιστορικά. Και μας παρέχει μια, αλλιώς απρόσιτη, πρόσβαση στη βυζαντινή θεώρηση της Κλίμακας Δούλος – Μισθωτός – Φίλος, ως τριτάξιας οιονεί σχολής «σωζομένων».[4]
Αντικρίζοντας τις τρεις πολιτισμικές ζώνες με κριτήριο την ελευθερία, είναι φανερό, ότι ξεμπερδεύουμε προκαταβολικά, αφ’ ενός, με τον συμμετρικό ρατσισμό της πόλωσης Κολεκτιβισμού – Ατομοκεντρισμού, και αφ’ ετέρου, με τον πολιτισμικό σχετικισμό και «πολυπολιτισμό». Διαθέτουμε δηλαδή, «εκ των προτέρων», την αναγνώριση των κλασικών αυτών ιδεολογικών εργαλείων εξάρθρωσης της συνοχής των υποκειμένων του πολιτισμού.
(δ) Η δυνατότητα μετάπτωσης από τη μία πολιτισμική ζώνη στην άλλη, είναι σύμφυτη με την εγγενή αστάθεια της τριλεκτικής θεμελίωσης του πολιτισμού. Που σαν τα σάπια «πόδια» του κολασμένου, στον Κήπο των απολαύσεων του Ιερώνυμου Μπος, πατάνε σε δύο βάρκες. Εννοώ τις δύο δομικές αντιθέσεις: την προς τρίτον και κύρια και τη μεταξύ των δύο και δευτερεύουσα. Έτσι, που όταν εξαλειφθεί ο τρίτος, η «συμμαχία» των δύο χάνει τον «αναγκαίο εχθρό» και η μεταξύ τους αντιπαλότητα αποσυμπιέζεται, εξαρθρώνοντας την οντολογική υποδομή του πολιτισμού τους. Αυτό σημαίνει, ότι ενεργοποιείται η τέταρτη δυνατή επιλογή, η «Μηδενιστική», σύμφωνα με την οποία «ούτε το Εμείς ούτε το Εγώ» είναι πολιτισμικά υποκείμενα. (Διότι η «ιστορία δεν έχει νόημα», είναι «διαδικασία χωρίς υποκείμενο».)
Ο ρόλος της μηδενιστικής επιλογής είναι αποφασιστικός στις οντολογικές κρίσεις, γιατί αν η επιλογή αυτή καταστεί κυρίαρχη, η κατάρρευση επιταχύνεται. Τότε η αποκλεισμένη τρίτη επιλογή, από απλώς δυνητική-απειλητική, μεταπίπτει στην ενεργό κατάσταση, ως υποψήφιος κοινωνιο-οντολογικός «εταίρος» στη διάδοχη «σύνθεση». Αν βέβαια, στο μεταξύ, δεν έχει εξανδραποδιστεί ή εξοντωθεί ο πληθυσμός του συλλογικού υποκειμένου του εξαρθρωμένου πολιτισμού. Και τούτο διότι η πτώση στο πολιτισμικό «μηδέν», στον αθέσμιστο χώρο, συναντά τη βαρβαρότητα εκ των έσω, συνήθως με τη μορφή του Εμφυλίου πολέμου. Εξ ου κι ο υπόγειος σύνδεσμος ενδογενούς και εξωγενούς βαρβαρότητας, που επιτρέπει την αποσταθεροποίηση και την καταστροφή ενός έθνους-στόχου. Τα «Τρία Κακά», η τρομοκρατία, ο εξτρεμισμός και ο αποσχισμός, που χρησιμοποιούνται σήμερα κατά κόρον, για την κατάργηση της εθνικής κυριαρχίας, εδράζονται στην εργαλειοποίηση του μηδενισμού.
Εν κατακλείδι, ο κοινωνιο-οντολογικός μηδενισμός είναι η «χωματερή» των πολιτισμών. Συγχρόνως όμως είναι και η δυνητική διέξοδος-δίοδος προς άλλη ζώνη (ή βαθμίδα) του πολιτισμικού φάσματος.
Ποιος «ευρωπαϊκός» πολιτισμός;
Την ταυτότητα, λοιπόν, του σύγχρονου πολιτισμού, τη διαχρονική δηλαδή αυτοομοιότητα και συγχρονική ετερότητά του, δεν θα μας την πει η γεω-γραφία του («ευρωπαϊκότητα», «δυτικότητα», «παγκοσμιότητα»), ούτε η χρονο-γραφία του («αρχαιότητα», «μεσαίωνας», «νεωτερικότητα»). Την ταυτότητά του θα μας την πει η κοινωνική οντολογία του. Ως τέτοια, δύναται να συνοψιστεί στα ακόλουθα πέντε σημεία:
(α) Η κοινωνιο-οντολογική δομή, του εν λόγω πολιτισμού, είναι ατομοκεντρικήEξατομίκευση των υποτασσόμενων κολεκτιβιστικών κοινωνιών και αποκλεισμός της αμεσοσχεσιακής ισοτιμίας από την κοινωνική θέσμιση, μέσω της απρόσωπης τεχνοσυστημικής διαμεσολάβησης των σχέσεων. Ήτοι Contra Errores Graecorum, κατά την πρώιμη φραγκο-λατινική διατύπωσή της.
(β) Πολιτισμικό υποκείμενο είναι εδώ το Εθνοκράτος. Προέκυψε από το αδιέξοδο «σημείο Μηδέν» της μεταρωμαϊκής κολεκτιβιστικής Εσπερίας, τον  Τριακονταετή Πόλεμο (1618-1648). Η Συνθήκη της Βεστφαλίας (1848), όρισε τα κράτη των εμπολέμων, ως αυτοκυρίαρχες οντότητεςυποστάσεις του «βεστφαλιανού» συστήματος διεθνούς τάξης. Ελλείψει όμως υπερκρατικής Αρχής, η δεσμευτικότητα της βεστφαλιανής διακρατικής θέσμισης εναποτέθηκε στην αμοιβαία εξισορρόπηση ισχύος. Την υπέγραψαν «κάνοντας την ανάγκη φιλοτιμία». Κανείς δεν την είχε θελήσει. Το βεστφαλιανό ΈθνοςΆτομο αντέκειτο στην αποκλειστικότητα του αυτοκρατορικού «Εμείς χωρίς Εγώ», του λατινικού-καθολικού κολεκτιβισμού. Ενώ η υποταγή του Έθνους-Ατόμου σε μια υπερεθνική θέσμιση, αντέκειτο στην αποκλειστικότητα του «χωρίς Εμείς Εγώ», του γερμανικού-προτεσταντικού ατομοκεντρισμού. (Μόνο ο προσωποκεντρικός πολιτισμός είναι συμβατός με την οργανική συνύπαρξη του εθνικού Εγώ και του υπερεθνικού Εμείς.)
(γ) Ο μεταβεσφαλιανός ατομοκεντρικός πολιτισμός αποκτά ολοκληρωμένη μορφή τον 18οαιώνα και αναπτύσσεται έκτοτε κατά κύματα, με διακριτότερα τον Διαφωτισμό, τον Ρομαντισμό και τον Μοντερνισμό. Μέσω δε της Αποικιοκρατίας και του Ιμπεριαλισμού (του εδραζόμενου στη συμμαχία πλεονάζοντος εθνικού κεφαλαίου και αργούντος εθνικού όχλου), εντάσσει το σύνολο του πλανήτη στη ζώνη της κυριαρχίας του. Το παγκόσμιο πολιτισμικό φάσμα συνίσταται πλέον από δύο ενεργές πολιτισμικές ζώνες. Στην πρώτη δεσπόζει ο ιδιωτικός (ατομοκεντρικός) καπιταλισμός και στη δεύτερη ο κρατικός (κολεκτιβιστικός) καπιταλισμός. Με την υποκείμενη εννοείται πολυσημία των εθνικών τους υποστάσεων.
(δ) Ατομικό υποκείμενο του νεωτερικού πολιτισμού ήταν το δίδυμο Αστός και Διανοούμενος, διάδοχο του κολεκτιβιστικού-μεσαιωνικού διδύμου Ιππότη και Καλόγερου. Στη φάση του Μοντερνισμού το ατομοκεντρικό ιδρυτικό δίδυμο διασπάστηκε, καθώς ο Διανοούμενος στράφηκε εναντίον του Αστού, αρνούμενος να δεχθεί την καθήλωση της ατομοκεντρικής κοινωνικής θέσμισης στην ιδιωτική και μόνο ατομική ελευθερία. Τελικά ο Αστός ηττήθηκε, αφήνοντας ως κληρονόμο του τον Τεχνικό, στη διαχείριση του εταιρικού Θηρίου, που ο ίδιος δημιούργησε. Ο Διανοούμενος έπαψε κι αυτός να υπάρχει, αφήνοντας στη θέση του δύο μορφές συστημικού αυλικού, τον πανεπιστημιακό και τον δημοσιογράφο.
(ε) Στη δεκαετία του ’60-’70, στα κέντρα του ατομοκεντρικού πολιτισμού άρχισε να αναπτύσσεται ο «Βάλτος» του μεταμοντέρνου Μηδενισμού, υποδηλώνοντας, ότι ο ατομοκεντρικός πολιτισμός έχει «τελειώσει». Η καμπύλη Bell, του αναλογούντος ιστορικού χρόνου του, άγγιξε τον οριζόντιο άξονα. Και παραμένει εκεί.
Ας σταθούμε στο τελευταίο αυτό σημείο, όπου και βρισκόμαστε.
Ως «ευρωπαϊκός», ο αστικός πολιτισμός «εξεμέτρησε το ζην» στη δίνη του μοντέρνου Μηδενισμού των παγκοσμίων πολέμων και επαναστάσεων. Που ο ίδιος προκάλεσε, μη μπορώντας να συμβιβαστεί με τη βεστφαλιανή θέσμιση του ιστορικού διακρατικού χώρου του. Την οντολογική εξάντλησή του, την πιστοποίησε η υποστροφή του στον εθνικο-σοσιαλιστικό και στον διεθνο-σοσιαλιστικό ολοκληρωτισμό (δυο μορφές κρατικού κολεκτιβισμού). Ο εν συνεχεία υποβιβασμός των ευρωπαϊκών κρατών σε θλιβερά υποζύγια της Αυτοκρατορίας των δικών τους «αποβλήτων» στον «Νέο Κόσμο», θα επαληθεύσει το τέλος του. Με θλιβερότερη όμως περίπτωση τον νικητή του Β’ Παγκοσμίου πολέμου: τη Ρωσία. Η οποία λεηλατήθηκε αδυσώπητα μετά το 1989. Και μόλις τώρα κατόρθωσε να ανακτήσει, μέρος έστω, της κυριαρχίας της. Το τέλος του νεωτερικού πολιτισμού στην ευρωπαϊκή ήπειρο επικυρώνεται, τελεσίδικα πλέον, από τη δημογραφική της κατάρρευση, που άρχισε να αναπτύσσεται ακάθεκτη στην ειρηνική μεταπολεμική εποχή.
Για τις ΗΠΑ, το μοναδικό σήμερα αυτοκρατορικό έθνος, η πολιτισμική κατάρρευση επρόκειτο να έρθει ετεροχρονισμένη. Και μεταμφιεσμένη σε «υπέρτατη ακμή», λόγω της μετάβασης στη μεταμοντέρνα μαζική «δημοκρατία». Εδώ θα συντελεστεί και η πλήρης έκλειψη του Αστού, ως πολιτισμικού υποκειμένου. Από το σκληροτράχηλο «ενδο-κατευθυνόμενο» Άτομο του αμερικανικού Μοντερνισμού, που είχε ένα «γυροσκόπιο φυτεμένο στο κεφάλι του», θα περάσουμε ευφρόσυνα στον Καταναλωτή της Αφθονίας, στο κεφάλι του οποίου έχει εμφυτευτεί ένα «ραντάρ», που του λέει ποιες είναι προσδοκίες της «κοινής γνώμης», ώστε να σπεύδει να προσαρμοσθεί.
Δεδομένου όμως, ότι την «κοινή γνώμη» της μαζικής καταναλωτικής «δημοκρατίας», την κατασκευάζει το εταιρικό ολιγοπώλιο των ΜΜΕ, δηλαδή η Ολιγαρχία που το χρηματοδοτεί, το αποτέλεσμα είναι, το περιώνυμο «Άτομο» να καταντήσει έρμαιο της πιο αποτελεσματικής χειραγώγησης, που έχει γνωρίσει ο κόσμος. Να αντιλαμβάνεται, δηλαδή, σαν «επιθυμίες δικές του», τις «προτάσεις» των αυτονομημένων εταιρικών συστημάτων. Και να τις προσλαμβάνει επίσης ως «δικές του επιλογές», που «αναδεικνύουν» μάλιστα την προσωπική του «ετερότητα» και «ελευθερία».
Αντί για το Οργουελικό ευρωπαϊκό παράδειγμα ανθρωπολογικής αποσύνθεσης, το αμερικανικό μοντέλο προσέγγισε το Χαξλεϋκό παράδειγμα, το βασισμένο στην ακώλυτη ελευθερία της ιδιωτικής επιθυμίας.[5] Δηλαδή της μηδενιστικής εκείνης «ελευθερίας», την οποία ήδη από την «Ωραία Εποχή», είχαν αντιτάξει στην αστική και τη σοσιαλιστική ελευθερία, οι αποχαλινωμένες καλλιτεχνικές «πρωτοπορίες» της γηραιάς ηπείρου. Και να φτάσουμε, μέσω αυτής, στην ψηφιακή μορφή του οργουελικού προτύπου, την ασύγκριτα πιο ολοκληρωτική.
Το μέγα πρόβλημα, πίσω από το φαντασμαγορικό screensaver του μεταμοντέρνου «γενναίου νέου κόσμου», είναι ο συνδυασμός τεχνοσυστημικής ακμής και ανθρωπολογικής παρακμής. Το γιατί, το αντιλαμβάνεται κανείς, αν λάβει υπόψη τον διττό θρυμματισμό, στον οποίο υπόκειται εδώ ο ανθρώπινος βίος: Τον «εσωτερικό» θρυμματισμό, όπου η κατάρρευση του αυτορρυθμιστικού κοινωνικού «υπερεγώ» (αστικού ή σοσιαλιστικού) διαλύει τη δομή της προσωπικότητας, καθώς μεταβιβάζει τον έλεγχό της στον όχλο των επιστημονικά χειραγωγούμενων από το Τεχνοσύστημα στοιχειωδών επιθυμητικών ψυχορμήτων. Και τον «εξωτερικό» θρυμματισμό του βίου, αφ’ ενός, σε χρονοανταλλακτικά των υπερκείμενων Συστημάτων και αφ’ ετέρου, σε επαχθή άνευ εισοδήματος εργασιακά κενά. Οι δύο αυτοί κατακερματισμοί αναιρούν τη φυσιολογία του ανθρώπινου χρόνου. Ο μεν «εσωτερικός», γιατί τον συρρικνώνει σε παροντικό και μόνο (εδώ και τώρα!). Ο δε «εξωτερικός», σε απρόσωπο και άνευ παροντικού επιθυμητικού νοήματος.
Οι συνέπειες είναι μοιραίες, τόσο για το «Άτομο», όσο και για την Αυτοκρατορία «του». Παράδειγμα: το ιδανικό του ατόμου, ως μεταμοντέρνου υποκειμένου της «μαζικής δημοκρατίας», είναι οι «Διακοπές» και όχι η εργασία, όπως συνέβαινε με τον προκάτοχό του, τον Αστό. Αλλά -ώ της κακοτυχίας του!- οι «Διακοπές» είναι πλέον, για τους όλο και πιο λίγους. Ενώ ο εφιάλτης του, η ανεργία κι ο κοινωνικός αποκλεισμός, είναι για τους όλο και πιο πολλούς. Χώρια, που άρχισε να εκπληρώνεται η προφητεία του Μαρξ, για την εκποδών τεχνολογική αποπομπή της μισθωτής εργασίας (ρομποτική κλπ).
Ο συνδυασμός αυτών των δύο υπαναπτύσσει το ψυχικό σθένος του ανθρώπου. Ο άνθρωπος διατηρεί τη βιολογική ατομικότητά του, αλλά η ανθρωπολογική ατομικότητά του αδειάζει από νόημα. Η ψυχή του «μικραίνει», «μαραζώνει» και «χάνεται». Φτάνουμε έτσι, ήδη φτάσαμε, στον κούφιο άνθρωπο. Όπως ακριβώς τον προείδε, από το 1925, ο μεγάλος ποιητής του Μοντερνισμού T. S. Eliot (1888-1965), στο διάσημο ποίημά του The HollowMen. Και βέβαια, σαν Κούφιοι, Κούφοι και Κουφοί, «Καύκαλα μ’ άχυρα γεμάτα. Αλίμονο!», που είναι οι άνθρωποι της μαζικής «δημοκρατίας», «δεν εξεγείρονται!». Κωφεύουν στις «εκκλήσεις» στη Λογική τους, στην Ηθική και την Αξιοπρέπειά τους, που τους απευθύνουν από τους τάφους τους ο Μοντερνισμός, ο Ρομαντισμός και ο Διαφωτισμός. Ο ατομοκεντρικός μηδενισμός βρήκε, λοιπόν, στο «κούφισμα» του Ατόμου, την ολοκλήρωσή του. Κούφωση είναι το κενό συλλογικότητας εγκατεστημένο μέσα του.
Χαράς ευαγγέλια, λοιπόν, για την αυτοκρατορική Ολιγαρχία; Ναι, αλλά εκ πρώτης όψεως, γιατί η κούφωση του υποκειμένου δεν γνωρίζει κοινωνικά στεγανά. Δεν περιορίζεται στον μαζικό καταναλωτή. Πολιορκεί και την ηγετική ελίτ, την  αρμόδια για την αναπαραγωγή του Συστήματος. Που μόνο ελίτ ασκητών δεν είναι. Η ανθρωπολογική αποσάθρωση της ηγετικής ελίτ, είναι ήδη περίοπτη στα δύο πλοηγητικά υποσυστήματα της Αυτοκρατορίας: το Χρηματοπιστωτικό και το εξ αυτού αιματοδοτούμενο Πολιτικό. Το πρώτο έχει ήδη καταληφθεί από άπληστους τζογαδόρους και το δεύτερο από εξωνημένους εξουσιομανείς.
Ο λόγος της αποσάθρωσης είναι οντολογικός και όχι «ηθικιστικός» («διαφθορά» κλπ.). Ο ατομοκεντρικός νους βλέπει μόνο το εαυτό του και τους ανταγωνιστές του. «Υπάρχουν μόνο τα άτομα και το κενό». Βλέπει μόνο το «δικό του συμφέρον». Κι αυτό, «εδώ και τώρα», καθώς του αρέσει πολύ να επαναλαμβάνει τη βαθύτατα ατομοκεντρική εξυπνάδα του Κέϋνς, ότι «μακροπρόθεσμα θα έχουμε όλοι πεθάνει». «Εμού θανόντος γαία πυρί μιχθήτω», λοιπόν. Όμως η μέθη της δύναμης δεν αφήνει το θύμα της να αντιληφθεί, ότι ο υπαρξιακός θάνατος το περιμένει στην επόμενη γωνία. Για να το αφήσει μέσα στο σώμα του ανίατα τοξινωμένο και παντελώς «κούφιο».
Κοντολογίς: «το Σύστημα είναι τυφλό». Ο συλλογικός νους του είναι «κούφος». Η κουφότητα έκανε τους «δοκούντες άρχειν των εθνών», να πιστέψουν, πως ο εφελκυσμός στην εξατομίκευση των δημογραφικών γιγάντων του ασιατικού κολεκτιβισμού, θα εξασφαλίσει στα κέντρα της Αυτοκρατορίας την υπεραναπλήρωση του διευρυνόμενου εκεί, λόγω ανθρωπολογικής «κούφωσης», ελλείμματος ημεδαπών «εγκεφάλων». Αλλά στο μεταμοντέρνο μηδενιστικό λυκόφως του νεωτερικού πολιτισμού, οι επί εκατό χρόνια ταπεινωμένοι ανατολικοί γίγαντες, φρόντισαν ήδη να κάνουν ό,τι κι ο Αρμίνιος (17π.Χ.–21μ.Χ.), ο τετραπέρατος εκείνος Γερμανός πρόγονος της «Δύσης», ο οποίος μαθήτευσε στη λατινική τεχνογνωσία, προκειμένου να την οικειοποιηθούν οι Γερμανοί του και να υποτάξουν τη Ρώμη.
Ποια «χριστιανοσύνη»;
Ο Θεός στον οποίο οι άνθρωποι πιστεύουν, δηλαδή εμπιστεύονται την κοινωνική τους ύπαρξη (δεν υπάρχει άλλη), δεν είναι ο «ίδιος» για τον Δούλο, τον Μισθωτό και τον Φίλο.
Ο Θεός του νεωτερικού Μισθωτού είναι το Χρήμα, ο Μαμωνάς. Μπορεί το άτομο να θεωρεί τον εαυτό του «χριστιανό», αλλά «ουδείς δύναται δυσί κυρίοις δουλεύειν, Θεώ και Μαμωνά». Κατ’ αρχήν, λοιπόν, δεν έχει νόημα να μιλάμε για «χριστιανοσύνη» στην Ευρώπη, αν δεν κάνουμε την προκαταρκτική αυτή διάκριση.
Η «αληθινή θρησκεία» του νεωτερικού ανθρώπου είναι ο Καπιταλισμός. Σύμφωνα μάλιστα με τον γερμανο-εβραίο φιλόσοφο Βάλτερ Μπένγιαμιν (1892-1940), ο Καπιταλισμός είναι η πιο σκληρή θρησκευτική λατρεία, που έχει υπάρξει, γιατί «δεν γνωρίζει εξιλέωση», παρά «μόνο ενοχή και απόγνωση». Επιπλέον είναι μια θρησκεία–παράσιτο: «Ο καπιταλισμός έχει αναπτυχθεί παρασιτικά πάνω στον Χριστιανισμό της Δύσης με τέτοιον τρόπο, που τελικά η ιστορία του δυτικού χριστιανισμού είναι στην ουσία η ιστορία του παρασίτου του, του καπιταλισμού[6]
Αν δεν τον βλέπουμε ως θρησκεία, είναι επειδή φοράει το ιδεολογικό μανδύα της «εκκοσμίκευσης», που σαν το κράνος του Άδη, την καθιστά αόρατη. Η αποκάλυψη της σχέσης αυτής, μεταξύ του Καπιταλισμού ως θρησκείας-παρασίτου και του δυτικού Χριστιανισμού ως θρησκείας-ξενιστή του, αποτελεί καίρια γνωσιολογική τομή στη μοντέρνα σκέψη. Αποκαλύπτει, πώς λειτουργεί στον νεωτερικό ατομοκεντρικό πολιτισμό ο πυλώνας του Θυσιαστηρίου. [Θρόνος, ΘυσιαστήριοΣχολή, που είναι κατά την ορολογία του Σπ. Ζαμπελίου (1815-1881), οι τρεις τόποι-πυλώνες, όπου αναπαράγεται η κοινωνιο-οντολογική ταυτότητα των πολιτισμών.]
Με την είσοδο της «Νεωτερικότητας» στη φάση του ολοκληρωμένου μηδενισμού, το Παράσιτο έχει αφαιμάξει πλήρως τον ξενιστή του, με αποτέλεσμα να πεθαίνει κι αυτό το ίδιο στα ιστορικά κέντρα του, τρώγοντας τις σάρκες του σαν τον μυθικό Ερυσίχθονα. Αυτό που βλέπουμε σήμερα, είναι το φάντασμά του. Το πραγματικό Χρήμα έγινε fiat money: εικονικόχρήμα. Το «δημιουργεί» ο ιδιωτικός κεντρικός Σάϋλωκ, εκ του μηδενός, στο πληκτρολόγιό του. Εσωκλείει τη μηδενική του αξία σε ηλεκτρονικά πακέτα δισεκατομμυρίων και τρισεκατομμυρίων δολαρίων και τα δανείζει στην κυβέρνηση της Αυτοκρατορίας, προκειμένου να τα πάρει αργότερα σε πραγματικό πλούτο και μάλιστα με τόκο! Με τον ζεστό αυτόν ηλεκτρονικό αέρα, η Αυτοκρατορία θα χρηματοδοτήσει τις εκατοντάδες ανά την υφήλιο στρατιωτικές βάσεις της και τους αλλεπάλληλους πολέμους της, καθώς και τα πελώρια ελλείμματά της.
Μιλάμε για την απάτη των αιώνων. Την οποία ουδείς διανοείτο, μαστουρωμένοι καθώς ήταν όλοι από την απεριόριστη πιστωτική επέκταση, στη σκιά της οποίας ο Σάϋλωκ μεθόδευε απερίσπαστος τον σκοπό του: κρέας αντί χρέους και ειδικά από την καρδιά του θύματος. Στον τελευταίο όμως τρύγο πραγματικού πλούτου, που στο Οργουελικό new speak ονομάζεται «κρίση», το μυστικό διέρρευσε σε μεγάλη έκταση. Ήδη ανατολικοί στρατηγοί το μελετούν, ηγέτες επεξεργάζονται αντίμετρα και η διεθνής ατμόσφαιρα ηλεκτρίζεται επικίνδυνα. Ο Αυτοκρατορικός «Θεός», το απόλυτο Τίποτα, αποκαλύφθηκε. Και η αντίστροφη μέτρηση έχει αρχίσει.
Στο νεκρόσιτο αυτό περιβάλλον, δεν είναι παράξενο, που οι άνθρωποι στρέφονται στον Θεό και τον καλούν να «επιστρέψει». Ενώ η αξιοσέβαστη ακαδημαϊκή θεωρία της «εκκοσμίκευσης», δεν ξέρει πλέον πού να κρυφτεί.
Πριν όμως διερωτηθούμε, αν είναι η «ευρωπαϊκή χριστιανοσύνη» που «επιστρέφει», πρέπει να λάβουμε υπόψη, ότι στη μεταρωμαϊκή Ευρώπη δεν ήταν μία η «χριστιανοσύνη», αλλά τρεις και μάλιστα ασύμβατες μεταξύ τους, οπότε το πρώτο ερώτημα είναι τούτο: τι είδους κοινωνικότητα ανέπτυσσαν; Τι σήμαινε η ασυμβατότητά τους; Επειδή όμως υπάρχει και η κοινωνικότητα που ευαγγελίζεται ο Χριστός, το δεύτερο και ποιο σημαντικό ερώτημα είναι: ποια είναι η σχέση της ευαγγελικής κοινωνικότητας με τα τρία είδη της χριστεπώνυμης αυτής «ευρωπαϊκής» κοινωνικότητας; Δοθέντος, τέλος, ότι στο περιβάλλον του ολοκληρωμένου μηδενισμού δεν υπάρχει καν κοινωνικότητα, πράγμα που επεκτείνεται πλέον (σκόπιμα μάλιστα) και στον οικογενειακό χώρο, τίθεται το ερώτημα, αν μπορεί να υπάρχει «χριστιανοσύνη» σε συνθήκες κοινωνικού κενού.  Ας δούμε τα ερωτήματα αυτά.
(α) Γιατί οι νοτιο-ανατολικο-ευρωπαίοι έγιναν ελληνο-ορθόδοξοι, οι νοτιο-δυτικο-ευρωπαίοι ρωμαιο-καθολικοί και οι βορειο-δυτικο-ευρωπαίοι ξεκίνησαν ως αρειανοί, για να γίνουν έπειτα με το ζόρι καθολικοί και στη συνέχεια προτεστάντες; Το ίδιο Ευαγγέλιο δεν άκουσαν; «Ευρωπαίοι» δεν ήταν όλοι τους;
Η απάντηση, ότι έτσι το κατάλαβαν (το Ευαγγέλιο) ο Αυγουστίνος, ο Ουλφίλας και μετά ο Λούθηρος κι ο Καλβίνος, ή ο Κύριλλος κι ο Μεθόδιος νοτιο-ανατολικά, αντανακλά μάλλον την ψευδαίσθηση του Διανοούμενου, ότι «αυτός» τάχα (διά των ομοίων του) είναι που «κατασκευάζει» την ιστορία… Η χριστιανική τριπολικότητα της μεταρωμαϊκής Ευρώπης, υποδηλώνει, απλώς, την ασυμμετρία των ήδη κεκτημένων τύπων κοινωνικότητας, βάσει των οποίων οι αντίστοιχοι λαοί προσέλαβαν τον Χριστιανισμό, προκειμένου να ανακαινίσουν τα αρχαϊκά τους Θυσιαστήρια. Τυχαία η Ορθοδοξία ήταν προσωποκεντρική, ο Καθολικισμός κολεκτιβιστικός και ο Προτεσταντισμός ατομοκεντρικός;
(β) Η κοινωνικότητα του Ευαγγελίου είναι ριζικά διαφορετική. Κι αυτό γιατί είναι προσιτή μόνον ως διωκόμενη και όχι ως κυρίαρχη. «Ει εμέ εδίωξαν και υμάς διώξωσι», λέει ο Ιησούς στους μαθητές του. «Η βασιλεία ἡ ἐμὴ οὐκ ἔστιν ἐκ τοῦ κόσμου τούτου», λέει στον Πιλάτο.
Είναι έτσι, επειδή «τούτος ο κόσμος» είναι θεμελιωμένος στη βία. Βία είναι και η νόμιμη βία της δεσμευτικής κοινωνικής θέσμισης των πολιτισμών. Αναρίθμητα είναι τα θύματά της. Είναι η «κατάρα του νόμου». Που θα βαραίνει ακέραιη πάνω στην ανθρώπινη φύση, όσο οι κοινωνικές σχέσεις θα υπόκεινται στο δίπολο φιλότητας – νείκους. Αυτό δεν είναι άλλωστε το κοινωνιο-οντολογικό νόημα της Πτώσης; Όπου οι αιωνίως πρωτόπλαστοι προτιμούν να αποβάλλουν από την κοινωνία τους τον Θεό-Πατέρα τους, ως αναξιόπιστο; Το ίδιο δεν μας λέει και το ύπατο χριστιανικό δόγμα, ότι ο Θεός είναι Τριαδικός και όχι «τριλεκτικός»;
Η «Βασιλεία των Ουρανών» δύναται να υπάρξει «μέσα μας», αλλά δεν μπορεί να γενικευθεί «έξω μας», ως ιστορικός πολιτισμός. Εκεί μόνο ως σταυρική – αυτοθυσία μπορεί να υπάρξει. Ως «άλας της γης»: κοινωνικό ένζυμο αντισηπτικόαντιμηδενιστικό. Και ως πνευματική ρομφαία αμφίστομη: «φως του κόσμου», αποδομητικό παντός φαρισαϊκού-φενακιστικού σκότους.
Ανταποκρινόμενη στη διττή αυτή «προδιαγραφή», η Εκκλησία του Χριστού είναι «άλλο σύστημα πατρίδος» και ως τέτοιο, θα μισείται και θα αποπέμπεται από τον κόσμο. Παρά ταύτα θα αγαπά τον κόσμο, «όπως η ψυχή το σώμα», ενωμένη μ’ αυτό ως τη συντέλειά του, κατά την πρωτοχριστιανική «Επιστολή προς Διόγνητον». Αυτό δεν σημαίνει, πως αποκλείεται να μεταλλαχθεί η Εκκλησία, από «ψυχή» του εκάστοτε τοπικού της «κόσμου», σε σκέτο «σώμα» του, υποκύπτοντας στους τρεις πειρασμούς, που αρνήθηκε ο Ιησούς στην έρημο. Δεν σημαίνει, ότι δεν μπορεί να εγκαταλείψει το «πολίτευμα του Σταυρού», για να «συσχηματισθεί» και εσωτερικά με τα πολιτεύματα του κόσμου (μοναρχία, αριστοκρατία, δημοκρατία και τις παρακμιακές παρεκβάσεις τους, τυραννία, ολιγαρχία, οχλοκρατία).
Διακρίνουμε, λοιπόν, απόλυτα τις πολιτισμικές μορφές της χριστεπώνυμης κοινωνικότητας, από την Σταυρική κοινωνικότητα. Κι αυτό όχι μόνο σε σχέση με τον καθολικό Δούλο και τον προτεσταντικό Μισθωτό, αλλά και σε σχέση με τον προσωποκεντρικό Φίλο, που ως «τριλεκτικός», διαφέρει κι αυτός ριζικά από τον σταυρικό Φίλο. Ας τονιστεί όμως, ότι η απόλυτη αυτή διάκριση, κάθε άλλο παρά αμφισβητεί την αξία της κοινωνιο-οντολογικής διαβάθμισης του ιστορικού χριστιανισμού, με κριτήριο τους βαθμούς κοινωνικής θέσμισης της ατομικής ελευθερίας.
(γ) Απαντάται έτσι και το τρίτο ερώτημα: Εκτός πολιτισμικού σώματος, δηλαδή μη «ενδημοποιημένη» σε ζωντανό Δήμο, δεν νοείται χριστιανική Εκκλησία. -Ό,τι και αν λένε σήμερα οι «θεολογίες» της «συσχηματιστικής» προσαρμογής στα δεδομένα του κυρίαρχου «παγκοσμιοποιητικού» μηδενισμού.
Συμπέρασμα
Θετική διέξοδος από την κατάρρευση του ατομοκεντρικού πολιτισμού θεωρητικά υπάρχει και βρίσκεται στην προσωποκεντρική κοινωνιο-οντολογική μετάλλαξη των αντίστοιχων εθνών. Επαφίεται δε στη δυνατότητα της «ευρωπαϊκής χριστιανοσύνης» να λειτουργήσει, ως αποτελεσματικό ανάχωμα στον «παγκοσμιοποιητικό» μηδενισμό. Υπ’ αυτή την έννοια η διαίσθηση του Κολακόφσκι, ότι η «χριστιανοσύνη» μπορεί να σώσει την Ευρώπη, δεν είναι άστοχη. Θα πρέπει μόνο να προσθέσουμε, ότι διαμορφώνεται και η εναλλακτική προς αυτήν εκδοχή: η κολεκτιβιστική κοινωνιο-οντολογική μετάλλαξη της Ευρώπης, μέσω του Ισλάμ.
Σημειώσεις
[1] http://cosmoidioglossia.blogspot.gr/2017/05/blog-post_31.html
[2] Για τις τριλεκτικές δομές του πολιτισμού βλ. Ἀσγκερ Γιόρν, Αγριότητα, Βαρβαρότητα και Πολιτισμός, Εισαγωγή-μτφ. Γιάννης Δ. Ιωαννίδης. (Εκδ. Αλήστου Μνήμης, 2003.)
[3] Θ. Ι. Ζιάκας, Πέρα από το ΆτομοΤο αίνιγμα της ελληνικής ταυτότητας. Γενική εισαγωγή. (Εκδ. Αρμός, 2003.)
[4] Μαξίμου Ομολογητή (580-662), Μυσταγωγία (Εκδ. Αποστολικής Διακονίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, 1989.)
[5] Εννοούνται τα δύο προφητικά μυθιστορήματα του 20ου αιώνα: Τζώρτζ Όργουελ, 1984Ο Μεγάλος Αδελφός. (Κάκτος. Μτφ. Νίνα Μπάρτη 1978.) Και Άλντους Χάξλεϋ, Γενναίος καινούργιος κόσμος. (Γρηγόρης. Μτφ:  Μανώλης Χαιρετάκης 1971.)
[6] Walter Benjamin, Ο Καπιταλισμός ως Θρησκεία 1921. Ges. Schriften, VI, S. 100, Frankfurt / M., 1991.



Αρχείο

Παναγία Οδηγήτρια του Balamand (Λίβανος)

Παναγία Οδηγήτρια του Balamand (Λίβανος)

ΣΥΝ-ΙΣΤΟΛΟΓΕΙΝ

ΑΓΙΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ

ΑΓΙΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ
Ένα ιστολόγιο αφιερωμένο στους 57 αη-Γιώργηδες της Ορθόδοξης Εκκλησίας

Ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός, Ψυχὴ καὶ Χριστὸς σᾶς χρειάζεται...

Τοῦτο σᾶς λέγω πάλιν καὶ σᾶς παραγγέλλω: κἂν ὁ οὐρανὸς νὰ κατέβη κάτω κἂν ἡ γῆ νὰ ἀνέβη ἀπάνω κἂν ὅλος ὁ κόσμος νὰ χαλάση καθὼς μέλλει νὰ χαλάση σήμερον αὔριον, νὰ μὴ σᾶς μέλη τί ἔχει νὰ κάμη ὁ Θεός. Τὸ κορμὶ ἂς σᾶς τὸ καύσουν, ἂς σᾶς τὸ τηγανίσουν, τὰ πράγματά σας ἂς σᾶς τὰ πάρουν, μὴ σᾶς μέλη, δῶστε τα, δὲν εἶναι ἐδικά σας. Ψυχὴ καὶ Χριστὸς σᾶς χρειάζεται. Ἐτοῦτα τὰ δύο ὅλος κόσμος νὰ πέση, δὲν ἠμπορεῖ νὰ σᾶς τὰ πάρη, ἔξω ἂν τύχη καὶ τὰ δώσετε μὲ τὸ θέλημά σας. Αὐτὰ τὰ δύο νὰ τὰ φυλάγετε νὰ μὴν τύχη καὶ τὰ χάσετε.

Ἅγιος Κοσμᾶς Αἰτωλός, Διδαχὴ Γ' (ἀπὸ τὸ βιβλίο τοῦ Ἰωάννη Β. Μενούνου, Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ Διδαχὲς καὶ Βιογραφία, ἐκδόσεις Ἀκρίτας, ζ' ἔκδοση, Ἀθήνα 2004, σελ.154)

Επισκέπτες από 17/9/2009

Free counters!

Κ. ΤΣΑΤΣΟΣ, ΠΕΡΙ "ΕΙΔΙΚΩΝ"

Τοῦτο εἶναι τὸ δρᾶμα τῆς ἐποχῆς μας: ὅτι ἡ πρόοδος της δὲν βρίσκεται στὰ χέρια τῶν πνευματικῶν ἀνθρώπων, ἀλλὰ τῶν εἰδικῶν, ποὺ δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι πνευματικοὶ ἄνθρωποι.

Κωνσταντίνος Τσάτσος, Ἀφορισμοὶ καὶ διαλογισμοί, τέταρτη σειρά, εκδ. Βιβλ. τῆς Ἑστίας, Ἀθήνα 1972, σελ. 92.

台灣基督東正教會 The Orthodox Church in Taiwan

ΑΓΙΟΡΕΙΤΙΚΕΣ ΜΝΗΜΕΣ

ΑΓΙΟΡΕΙΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ

Μετεωρίτικη Βιβλιοθήκη

ΘΕΟΛΟΓΟΙ ΚΡΗΤΗΣ

ΕΛΛΟΠΟΣ

Αξίζει να διαβάσετε

9 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ: ΔΙΕΘΝΗΣ ΗΜΕΡΑ ΚΑΤΑ ΤΟΥ ΦΑΣΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΑΝΤΙΣΗΜΙΤΙΣΜΟΥ

ΔΕΝ ΞΕΧΝΩ