Κυριακή 1 Δεκεμβρίου 2019

Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος,Αποτέφρωση των ανθρώπινων σωμάτων: Αξιοπρεπής λύση ή ωμή ανακύκλωση;


Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος
 Αποτέφρωση των ανθρώπινων σωμάτων: Αξιοπρεπής λύση ή ωμή ανακύκλωση;

Το θέμα της μετά θά­να­τον καύ­σης και α­πο­τέ­φρω­σης των αν­θρώ­πι­νων σω­μά­των α­πα­σχο­λεί την εκ­κλη­σι­α­στική κοι­νό­τητα ι­δι­αί­τερα κατά την τε­λευ­ταία ει­κο­σα­ε­τία, α­φό­του άρ­χι­σαν συ­ζη­τή­σεις για την νο­μο­θέ­τησή της (θε­σπί­σθηκε με δι­α­δο­χι­κούς νό­μους το 2006, 2014 και 2016).

Α­σφα­λώς η Ελ­λη­νική Πο­λι­τεία εί­ναι αρ­μό­δια να νο­μο­θε­τεί, αλλά και η Εκ­κλη­σία πα­ρα­μέ­νει ε­λεύ­θερη έ­ναντι του Κρά­τους να τη­ρεί τις πα­ρα­δό­σεις Της, μα­κριά από κάθε κο­σμική ε­πιρ­ροή και ε­πέμ­βαση, και υ­πο­χρε­ού­ται να α­πευ­θύ­νε­ται στα μέλη Της κα­τα­θέ­τον­τας την ά­ποψη και την μαρ­τυ­ρία Της επί του ζη­τή­μα­τος αυ­τού, κα­θώς αφορά ά­μεσα στην ζωή και στην Θε­ο­λο­γία Της.

Το αν­θρώ­πινο σώμα και η ε­πι­λογή της τα­φής
Το σώμα συ­νι­στά στοι­χείο της υ­πό­στα­σης του αν­θρώ­που, ο οποίος έ­χει πλα­σθεί κατ’ ει­κόνα και καθ’ ο­μοί­ωση του Θεού (Γέν. 1,24) με προ­ο­πτική όχι τον θά­νατο, αλλά την αι­ω­νι­ό­τητα και την ελ­πίδα της Α­νά­στα­σης. Η Εκ­κλη­σία θε­ω­ρεί το αν­θρώ­πινο σώμα ως «ιερό», ο­νο­μά­ζον­τάς το ναό του Α­γίου Πνεύ­μα­τος (Α΄ Κορ. 6,19). Τρανό πα­ρά­δει­γμα γι’ αυτό από την ζωή της Εκ­κλη­σίας α­πο­τε­λεί η τι­μη­τική προ­σκύ­νηση των ι­ε­ρών λει­ψά­νων των Α­γίων. Α­φού το σώμα των Αγίων κο­πί­ασε για την δόξα του Θεού, αυ­τοί έ­λα­βαν ως θεία δω­ρεά και μετά τον σω­μα­τικό θά­νατό τους χάρη, έ­λεος και δύ­ναμη, με α­πο­τέ­λε­σμα να θαυ­μα­τουρ­γούν.

Η ταφή α­νή­κει στην πα­ρά­δοση της Εκ­κλη­σίας, η ο­ποία έ­χον­τας ως βάση την Ευ­αγ­γε­λική και Πα­τε­ρική δι­δα­σκα­λία σέ­βε­ται το αν­θρώ­πινο σώμα ως δη­μι­ούρ­γημα του Θεού, γι’ αυτό και το εν­τα­φι­α­σμένο σώμα γί­νε­ται αν­τι­κεί­μενο φρον­τί­δας και προ­σευ­χών. Το νε­κρό σώμα το θε­ω­ρεί όχι ως «στε­ρεό α­πό­βλητο», ό­πως (κατ’ α­πο­τέ­λε­σμα) το αν­τι­με­τω­πί­ζουν οι θι­α­σώ­τες της α­πο­τέ­φρω­σης, αλλά το πε­ρι­βάλ­λει με σε­βα­σμό και τιμή.

Τους δε αν­θρώ­πους που φεύ­γουν από την ζωή η Εκ­κλη­σία τους ο­νο­μά­ζει κε­κοι­μη­μέ­νους, δι­ότι βρί­σκον­ται σε α­να­μονή για να ξυ­πνή­σουν, α­φού η αν­θρώ­πινη ζωή δεν κλεί­νε­ται σε δύο η­με­ρο­μη­νίες, δεν έχει την χρο­νική δι­άρ­κεια που γρά­φε­ται στις τα­φό­πλα­κες, και οι κε­κοι­μη­μέ­νοι θα α­να­στη­θούν την η­μέρα της Δευ­τέ­ρας και εν­δό­ξου Πα­ρου­σίας του Κυ­ρίου. Γι᾿ αυτό και τους τό­πους ό­που φι­λο­ξε­νούν­ται τα σώ­ματα των κε­κοι­μη­μέ­νων, και ως εκ τού­του δι­α­θέ­τουν και αυ­τοί ι­ε­ρό­τητα, τους ο­νο­μά­ζει «κοι­μη­τή­ρια». Η ε­πι­λογή λοι­πόν της Εκ­κλη­σίας να ε­να­πο­θέ­τει τα κε­κοι­μη­μένα μέλη Της μέσα στην γη και σε στάση κοί­μη­σης, συμ­βο­λί­ζει την προσ­δο­κία της Α­νά­στα­σης και εκ­δη­λώ­νει την α­γάπη Της προς τον άν­θρωπο, α­κόμη και ως νε­κρό.

Εί­ναι ε­πί­σης κα­τα­νο­ητό, ότι υ­πάρ­χουν και άν­θρω­ποι που α­δυ­να­τούν να α­πο­δε­χθούν με ρε­α­λι­σμό το γε­γο­νός του θα­νά­του. Η αν­θρώ­πινη αυτή α­δυ­να­μία, με­ταξύ άλ­λων, ε­ξη­γεί γι­ατί δεν αν­τέ­χουν στην δι­α­τή­ρηση της μνή­μης, της σχε­τι­κής με τον θά­νατο των οι­κείων τους (ό­πως τα τα­φικά μνη­μεία), ή στην ι­δέα της α­πο­σύν­θε­σης του δι­κού τους σώ­μα­τος. Την α­δυ­να­μία αυτή νικά και υ­περ­βαί­νει η θε­τική α­πάν­τηση στο κρί­σιμο ε­ρώ­τημα: υ­πάρ­χει ζωή μετά τον θά­νατο; Η α­πάν­τηση σε αυτό το ε­ρώ­τημα κα­θο­ρί­ζει και την α­νά­λογη στάση α­πέ­ναντι στο νε­κρό σώμα.

Οι υ­πέρ­μα­χοι της καύ­σης

Από τους υ­πε­ρα­σπι­στές της καύ­σης γί­νε­ται ε­πί­κληση «τε­χνι­κών» λό­γων (χω­ρο­τα­ξι­κών, πε­ρι­βαλ­λον­τι­κών, οι­κο­νο­μι­κών), οι ο­ποίοι, του­λά­χι­στον μέσα από μία θε­ο­λο­γική θε­ώ­ρηση των πρα­γμά­των, δεν μπο­ρούν να α­πο­τε­λέ­σουν για τα μέλη της Εκ­κλη­σίας ε­παρ­κείς λό­γους για την βί­αιη κα­τα­στροφή του αν­θρώ­πι­νου σώ­μα­τος. Ε­ξάλ­λου, κράτη με πο­λυ­πλη­θέ­στερα α­στικά κέν­τρα, ό­που οι κά­τοι­κοί τους α­κο­λου­θούν την πα­ρά­δοση της τα­φής (π.χ. μου­σουλ­μά­νοι), έ­χουν βρει λύ­σεις στα πα­ρα­πάνω ζη­τή­ματα.

Α­κόμη, δι­α­τυ­πώ­νε­ται η ά­ποψη, ότι κα­θέ­νας πρέ­πει να έ­χει ελευ­θε­ρία ε­πι­λο­γής α­νά­μεσα στην ταφή ή την καύση. Η Εκ­κλη­σία ως κοι­νό­τητα, που εί­ναι κατ’ ε­ξο­χήν χώ­ρος ε­λευ­θε­ρίας, δεν κα­τα­ναγ­κά­ζει κα­νέ­ναν άν­θρωπο να τη­ρεί τις πα­ρα­δό­σεις Της. Έ­χει ό­μως το δι­καί­ωμα να θε­ω­ρή­σει την καύση ως με­τα­χεί­ριση αν­τί­θετη προς τις αρ­χές, την πα­ρά­δοση και τα έ­θιμά Της και να α­πο­φαν­θεί ότι ό­ποιος ε­πι­λέ­ξει την καύση αυ­το­νο­μεί­ται, α­φού δι­α­φο­ρο­ποι­εί­ται από βα­σι­κές δι­δα­σκα­λίες και τον τρόπο της ζωής Της. Προ­φα­νώς, ό­σοι δεν θέ­λουν να α­κο­λου­θή­σουν την πα­ρά­δοση της Εκ­κλη­σίας, έ­χουν το δι­καί­ωμα να επι­λέ­ξουν την α­πο­τέ­φρωση, ο­πότε δεν θα τύ­χουν Ε­ξο­δίου Α­κο­λου­θίας (Κη­δείας) από την Εκ­κλη­σία.

Προ­βάλ­λε­ται και το παι­δα­ρι­ώ­δες ε­πι­χεί­ρημα, ότι η Εκ­κλη­σία απορ­ρί­πτει την καύση και προ­τιμά την ταφή για ι­δι­ο­τε­λείς λό­γους. Όμως πρώ­τον, οι Δή­μοι εί­ναι που λει­τουρ­γούν τα κοι­μη­τή­ρια και ει­σπράτ­τουν τα τέλη από τους τά­φους και τα ο­στε­ο­φυ­λά­κια. Δεύ­τε­ρον, εάν η Εκ­κλη­σία έ­θετε ως προ­τε­ραι­ό­τητα ο­ποι­ο­δή­ποτε (δή­θεν) οι­κο­νο­μικό ό­φε­λος, θα έ­πραττε το αν­τί­θετο και θα προ­έ­τρεπε τους ορ­θό­δο­ξους κλη­ρι­κούς να ψά­λουν την Νε­κρώ­σιμο Α­κο­λου­θία και για ό­σους α­πο­τε­φρώ­νον­ται.

Ε­πι­πλέον υ­πο­στη­ρί­ζε­ται ότι η σύγ­χρονη α­πο­τέ­φρωση εί­ναι πε­ρισ­σό­τερο «α­ξι­ο­πρε­πής» για το αν­θρώ­πινο σώμα από την ταφή. Προς τον σκοπό αυτό γί­νε­ται σύγ­κριση της σύγ­χρο­νης α­πο­τέ­φρω­σης όχι με την ταφή καθ’ ε­αυ­τήν ως νε­κρικό έ­θιμο, αλλά με τα κα­κώς κεί­μενα, τα φαι­νό­μενα ε­κμε­τάλ­λευ­σης ή την α­πα­ξι­ω­τική με­τα­χεί­ριση σε δι­ά­φορα δη­μο­τικά κοι­μη­τή­ρια (π.χ. κο­ρε­σμένα κοι­μη­τή­ρια, υ­ψηλά δη­μο­τικά τέλη, ε­κτα­φές με τρόπο που δεν τιμά τον νε­κρό). Αυτή ό­μως δεν εί­ναι ορθή βάση σύγ­κρι­σης. Η α­πάν­τηση στο ε­πι­χεί­ρημα αυτό θα πρέ­πει να εί­ναι η α­παί­τηση των πο­λι­τών να βελ­τι­ω­θούν οι συν­θή­κες στα δη­μο­τικά κοι­μη­τή­ρια, να ι­δρυ­θούν νέα κοι­μη­τή­ρια, να υ­πάρ­χει τι­μη­τική, α­ξι­ο­πρε­πής και αν­θρώ­πινη με­τα­χεί­ριση των νε­κρών και των συγ­γε­νών τους από τις αρ­μό­διες δη­μο­τι­κές υ­πη­ρε­σίες και όχι η α­πο­τέ­φρωση.

Γι’ αυτό και εί­ναι ση­μαν­τικό, ό­σοι δεν θέ­λουν να α­κο­λου­θή­σουν την πα­ρά­δοση της Εκ­κλη­σίας, να έ­χουν πλήρη ε­νη­μέ­ρωση για το πε­ρι­ε­χό­μενο της α­πο­τέ­φρω­σης, ώ­στε να κρί­νουν εάν πρά­γματι εί­ναι τι­μη­τική για το αν­θρώ­πινο σώμα, πριν προ­βούν στην ε­πι­λογή αυτή.

Η καύση των νε­κρών στην αρ­χαι­ό­τητα

Προ­βάλ­λε­ται ότι η α­πο­τέ­φρωση, ό­πως γί­νε­ται σή­μερα, α­νή­κει δή­θεν στην αρ­χαία ελ­λη­νική πα­ρά­δοση, γι­ατί σε πολ­λές πό­λεις οι αρ­χαίοι Έλ­λη­νες έ­και­γαν τα σώ­ματα των νε­κρών. Ό­μως, στις αρ­χαίες πό­λεις – κράτη συ­νη­θι­ζό­ταν είτε η ταφή είτε η καύση των νε­κρών σω­μά­των και α­κο­λού­θως η ταφή των ο­στών που α­πέ­με­ναν από την πυρά. Δη­λαδή, α­κόμα και στην πε­ρί­πτωση της καύ­σης στην αρ­χαία Ελ­λάδα, α­κο­λου­θούσε πάν­τοτε η ταφή του σκε­λε­τού και οι τα­φι­κές τι­μές προς τον νε­κρό. Μέ­χρι σή­μερα η αρ­χαι­ο­λο­γική σκα­πάνη βρί­σκει τα­φές με σκε­λε­τούς ή με καμ­μένα ο­στά (λ.χ. το­πο­θε­τη­μένα σε νε­κρι­κές λάρ­να­κες ή αγ­γεία) μαζί με ση­μαν­τικά κτε­ρί­σματα, που συ­νό­δευαν τον νε­κρό, δεί­γμα της θρη­σκευ­τι­κό­τη­τας και του σε­βα­σμού των αρ­χαίων Ελ­λή­νων στους νε­κρούς τους. Αυτή εί­ναι η πο­λι­τι­στική πα­ρά­δοση της χώ­ρας μας. Η σύγ­χρονη α­πο­τέ­φρωση, ό­πως α­να­λύ­ε­ται κα­τω­τέρω, δεν έ­χει κα­μία σχέση με την καύση των νε­κρών στην αρ­χαία Ελ­λάδα.


Η α­πο­τέ­φρωση σή­μερα

Σή­μερα πλα­νά­ται από κερ­δο­σκό­πους η ψευ­δής ει­κόνα, ότι δή­θεν η α­πο­τέ­φρωση γί­νε­ται με α­πλή καύση του σώ­μα­τος στην πυρά, ό­πως σε ο­ρι­σμέ­νες πε­ρι­πτώ­σεις γι­νό­ταν στην αρ­χαι­ό­τητα. Αυτό εί­ναι α­να­λη­θές.

Κατά την σύγ­χρονη δι­α­δι­κα­σία της –κατ’ ευ­φη­μι­σμόν– «α­πο­τέ­φρω­σης», μετά από την καύση του νε­κρού σε κλί­βανο ο αν­θρώ­πι­νος σκε­λε­τός ρί­χνε­ται σε η­λε­κτρικό σπα­στήρα (μί­ξερ, cremulator), θρυμ­μα­τί­ζε­ται και με­τα­τρέ­πε­ται σε σκόνη. Ει­δι­κό­τερα η α­πο­τέ­φρωση δι­ε­ξά­γε­ται σε δύο φά­σεις:

α) Στην πρώτη φάση ο νε­κρός ει­σέρ­χε­ται σε κλί­βανο και μετά την καύση του σώ­μα­τός του δεν α­πο­μέ­νει η τέ­φρα, αλλά ο αν­θρώ­πι­νος σκε­λε­τός. Ό,τι δη­λαδή θα α­πέ­μενε και μετά την ταφή στο κοι­μη­τή­ριο. Ε­νί­οτε, κατά την δι­άρ­κεια της καύ­σης, ο υ­πάλ­λη­λος του α­πο­τε­φρω­τη­ρίου α­νοί­γει τον κλί­βανο και με σι­δε­ρέ­νια ερ­γα­λεία σπάει τα ο­στά του νε­κρού σε μι­κρό­τερα τμή­ματα.

β) Στην δεύ­τερη φάση συλ­λέ­γον­ται τα ο­στά από τον κλί­βανο και ρί­χνον­ται σε μί­ξερ (σπα­στήρα ο­στών, cremulator). Το μί­ξερ κο­νι­ορ­το­ποιεί τον σκε­λετό και τον με­τα­τρέ­πει σε σκόνη. Η σκόνη συλ­λέ­γε­ται σε δο­χείο («τε­φρο­δόχο») και πα­ρα­δί­δε­ται στους οι­κεί­ους του νε­κρού.

Ε­πο­μέ­νως, ό­ταν σή­μερα γί­νε­ται λό­γος για «α­πο­τέ­φρωση», δεν κυ­ρι­ο­λε­κτεί­ται ο ό­ρος. Ούτε οι συγ­γε­νείς πα­ρα­λαμ­βά­νουν την «τέ­φρα» του νε­κρού από το α­πο­τε­φρω­τή­ριο. Αυτό που πα­ρα­λαμ­βά­νουν δεν εί­ναι το προ­ϊόν της καύ­σης (τέ­φρα, στάχτη), αλλά η σκόνη (τρίμ­ματα) από τα ο­στά, τα ο­ποία ρί­χθη­καν σε σπα­στήρα ο­στών (μί­ξερ) μετά την καύση.

Από την ά­ποψη αυτή, η σύγ­χρονη «α­πο­τέ­φρωση νε­κρών» δεν δι­α­φέ­ρει και πολύ από την «α­να­κύ­κλωση α­πορ­ριμ­μά­των». Εί­ναι σα­φές ότι, του­λά­χι­στον για το ή­θος της Εκ­κλη­σίας μας, αυτή η δι­α­δι­κα­σία μη­χα­νι­κού α­φα­νι­σμού του σώ­μα­τος δεν τιμά τον νε­κρό. Η Εκ­κλη­σία αρ­νεί­ται ότι εί­ναι α­ξι­ο­πρε­πές για τον κε­κοι­μη­μένο άν­θρωπο να καεί σε κλί­βανο και να θρυμ­μα­τι­σθεί σε μί­ξερ.

Σε ό,τι α­φορά στην δι­α­χεί­ριση της «τέ­φρας», η νο­μο­θε­σία (νό­μος 4368/2016 άρ­θρο 92, ΦΕΚ Α΄ 21/2016) την υ­πο­βι­βά­ζει στην κα­τη­γο­ρία των ι­δι­ω­τι­κών α­πορ­ριμ­μά­των. Η με­τέ­πειτα τύχη της «τέ­φρας» α­πο­τε­λεί ι­δι­ω­τική υ­πό­θεση των συγ­γε­νών, χω­ρίς κρα­τικό έ­λεγχο προ­στα­σίας του πε­ρι­βάλ­λον­τος και της δη­μό­σιας υ­γείας (π.χ. τρο­φι­κής αλυ­σί­δας). Ε­πι­τρέ­πε­ται στους συγ­γε­νείς (εάν θέ­λουν να α­πο­φύ­γουν τα έ­ξοδα φύ­λα­ξης της τε­φρο­δό­χου σε κοι­μη­τή­ριο ή α­πο­τε­φρω­τή­ριο) να σκορ­πί­σουν την «τέ­φρα», είτε ε­λεύ­θερα στην θά­λασσα είτε σε πε­ρι­οχή ε­κτός σχε­δίου πό­λης (α­δι­ά­φορο αν εί­ναι κα­τοι­κη­μένη ή καλ­λι­ερ­γού­μενη), είτε να ρί­ξουν την τε­φρο­δόχο στην θά­λασσα, υπό τον όρο ότι το σκεύος μπο­ρεί να δι­α­λυ­θεί στο νερό. Δεν προ­βλέ­πε­ται κα­νέ­νας έ­λεγ­χος από κρα­τική ή δη­μο­τική υ­πη­ρε­σία προς δι­α­σφά­λιση της δη­μό­σιας υ­γείας και α­πό­κει­ται στην νο­μι­μο­φρο­σύνη και ευ­αι­σθη­σία των συγ­γε­νών, εάν και πώς θα τη­ρή­σουν τις πα­ρα­πάνω ε­πι­λο­γές του νό­μου. Πρα­κτικά, δη­λαδή, μετά από την πα­ρά­δοση της τε­φρο­δό­χου στην οι­κο­γέ­νεια του νε­κρού, η τύχη της α­γνο­εί­ται από το Κρά­τος.

Συμ­πε­ρα­σμα­τικά

Όλα τα πα­ρα­πάνω δεν εί­ναι ευ­ρέως γνω­στά στην πλει­ο­ψη­φία της ελ­λη­νι­κής κοι­νω­νίας, η ο­ποία γί­νε­ται δέ­κτης συν­θη­μά­των ή δι­α­φη­μί­σεων περί της δή­θεν α­ξι­ο­πρε­πούς λύ­σης της α­πο­τέ­φρω­σης, αλλά προ­φα­νώς α­γνοεί την βι­αι­ό­τητα και ε­χθρό­τητα προς το αν­θρώ­πινο σώμα, η ο­ποία ε­πι­δει­κνύ­ε­ται κατά την σύγ­χρονη δι­α­δι­κα­σία α­πο­τέ­φρω­σης.

Α­ξι­ο­ση­μεί­ωτο δε εί­ναι ότι κά­ποιοι ψυ­χο­λό­γοι θε­ω­ρούν πως η σύγ­χρονη μέ­θο­δος α­πο­τέ­φρω­σης α­πο­τε­λεί σε ε­πί­πεδο φαν­τα­σι­ακό ένα ι­σο­δύ­ναμο της αυ­το­κτο­νίας.

Α­σφα­λώς υ­πάρ­χουν άν­θρω­ποι, που δεν α­πο­δέ­χον­ται την κοινή Πί­στη και Ζωή του Σώ­μα­τος του Χρι­στού ή ε­πι­λέ­γουν κατά το δο­κούν ποι­ους κα­νό­νες και πα­ρα­δό­σεις της Εκ­κλη­σίας θα α­κο­λου­θούν. Α­κρι­βώς ε­πειδή η Εκ­κλη­σία σέ­βε­ται την ε­λευ­θε­ρία της ε­πι­λο­γής τους να πα­ρα­δο­θούν στην πυρά, είτε ε­πι­θυ­μούν Κη­δεία είτε όχι, πα­ρό­μοια και ε­κεί­νοι ο­φεί­λουν να α­να­γνω­ρί­σουν την ε­λευ­θε­ρία της Εκ­κλη­σίας να μην υ­πο­χρε­ω­θεί να τε­λέ­σει Ε­ξό­διο Α­κο­λου­θία για κά­ποιον, που α­πο­φά­σισε να μην α­νή­κει κα­θό­λου ή να α­νή­κει ε­πι­λε­κτικά στην Εκ­κλη­σία, α­φού α­πορ­ρί­πτει ο­ρι­σμέ­νες από τις νε­κρι­κές Της πα­ρα­δό­σεις, ό­πως την ταφή.

Δι­α­φο­ρε­τική εί­ναι η αν­τι­με­τώ­πιση της Εκ­κλη­σίας προς ε­κεί­νους, οι ο­ποίοι α­κού­σια ή μαρ­τυ­ρικά (π.χ. στις κα­τα­στρο­φι­κές πυρ­κα­γιές) γνώ­ρι­σαν τέ­τοιο σκληρό θά­νατο και φυ­σικά τί­ποτα και κα­νείς δεν θα μπο­ρέ­σει να «εμ­πο­δί­σει» τον Θεό, στην Δευ­τέρα Πα­ρου­σία, να α­να­στή­σει τους αν­θρώ­πους, τόσο από τα ο­στά, όσο και από την τέ­φρα τους.

Πρέ­πει, ό­μως, να κα­τα­νο­ή­σουν ό­λοι, α­κόμη και εάν δεν εί­ναι μέλη της Εκ­κλη­σίας ή «αρ­νούν­ται την α­θα­να­σία» ή ψά­χνουν τρό­πους όσο το δυ­να­τόν πιο «α­νώ­δυ­νου» χει­ρι­σμού του θα­νά­του, ότι η α­παν­θρά­κωση του σώ­μα­τος και η σύν­θλιψή του α­πο­τε­λεί εκ­δή­λωση που κατ’ ου­σίαν «βε­βη­λώ­νει» την αν­θρώ­πινη ύ­παρξη. Για την Εκ­κλη­σία ο κάθε άν­θρω­πος εί­ναι «κατ’ ει­κόνα Θεού» πλα­σμέ­νος. Τα νε­κρά σώ­ματα δεν εί­ναι α­πορ­ρίμ­ματα! Δεν εί­ναι ά­χρη­στα αν­τι­κεί­μενα, τα ο­ποία πρέ­πει να πα­ρα­δο­θούν στην φω­τιά και στον θρυμ­μα­τι­σμό, δη­λαδή σε ένα βί­αιο α­φα­νι­σμό. Η Εκ­κλη­σία αρ­νεί­ται την καύση, ε­πειδή αρ­νεί­ται το α­με­τά­κλητο αν­θρώ­πινο τέ­λος και την βία προς το αν­θρώ­πινο πρό­σωπο. Εί­ναι τρα­γικό να καίμε και να κο­νι­ορ­το­ποι­ούμε ό,τι έχει α­λη­θινή α­ξία.

Η Εκ­κλη­σία ε­πι­λέ­γει και ε­φαρ­μό­ζει την ταφή, δι­ότι σέ­βε­ται το σώμα του κε­κοι­μη­μέ­νου αν­θρώ­που, έ­χει πί­στη και ελ­πίδα στο αι­ώ­νιο μέλ­λον και α­να­θέ­τει στην φύση την ευ­θύνη της φθο­ράς του φυ­σι­κού πα­ρόν­τος του αν­θρώ­που.

ΕΚ ΤΗΣ Ι­Ε­ΡΑΣ ΣΥ­ΝΟ­ΔΟΥ ΤΗΣ ΕΚ­ΚΛΗ­ΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΛ­ΛΑ­ΔΟΣ



Δεν υπάρχουν σχόλια:


Αρχείο

Παναγία Οδηγήτρια του Balamand (Λίβανος)

Παναγία Οδηγήτρια του Balamand (Λίβανος)

ΣΥΝ-ΙΣΤΟΛΟΓΕΙΝ

ΑΓΙΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ

ΑΓΙΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ
Ένα ιστολόγιο αφιερωμένο στους 57 αη-Γιώργηδες της Ορθόδοξης Εκκλησίας

Ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός, Ψυχὴ καὶ Χριστὸς σᾶς χρειάζεται...

Τοῦτο σᾶς λέγω πάλιν καὶ σᾶς παραγγέλλω: κἂν ὁ οὐρανὸς νὰ κατέβη κάτω κἂν ἡ γῆ νὰ ἀνέβη ἀπάνω κἂν ὅλος ὁ κόσμος νὰ χαλάση καθὼς μέλλει νὰ χαλάση σήμερον αὔριον, νὰ μὴ σᾶς μέλη τί ἔχει νὰ κάμη ὁ Θεός. Τὸ κορμὶ ἂς σᾶς τὸ καύσουν, ἂς σᾶς τὸ τηγανίσουν, τὰ πράγματά σας ἂς σᾶς τὰ πάρουν, μὴ σᾶς μέλη, δῶστε τα, δὲν εἶναι ἐδικά σας. Ψυχὴ καὶ Χριστὸς σᾶς χρειάζεται. Ἐτοῦτα τὰ δύο ὅλος κόσμος νὰ πέση, δὲν ἠμπορεῖ νὰ σᾶς τὰ πάρη, ἔξω ἂν τύχη καὶ τὰ δώσετε μὲ τὸ θέλημά σας. Αὐτὰ τὰ δύο νὰ τὰ φυλάγετε νὰ μὴν τύχη καὶ τὰ χάσετε.

Ἅγιος Κοσμᾶς Αἰτωλός, Διδαχὴ Γ' (ἀπὸ τὸ βιβλίο τοῦ Ἰωάννη Β. Μενούνου, Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ Διδαχὲς καὶ Βιογραφία, ἐκδόσεις Ἀκρίτας, ζ' ἔκδοση, Ἀθήνα 2004, σελ.154)

Επισκέπτες από 17/9/2009

Free counters!

Κ. ΤΣΑΤΣΟΣ, ΠΕΡΙ "ΕΙΔΙΚΩΝ"

Τοῦτο εἶναι τὸ δρᾶμα τῆς ἐποχῆς μας: ὅτι ἡ πρόοδος της δὲν βρίσκεται στὰ χέρια τῶν πνευματικῶν ἀνθρώπων, ἀλλὰ τῶν εἰδικῶν, ποὺ δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι πνευματικοὶ ἄνθρωποι.

Κωνσταντίνος Τσάτσος, Ἀφορισμοὶ καὶ διαλογισμοί, τέταρτη σειρά, εκδ. Βιβλ. τῆς Ἑστίας, Ἀθήνα 1972, σελ. 92.

台灣基督東正教會 The Orthodox Church in Taiwan

ΑΓΙΟΡΕΙΤΙΚΕΣ ΜΝΗΜΕΣ

ΑΓΙΟΡΕΙΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ

Μετεωρίτικη Βιβλιοθήκη

ΘΕΟΛΟΓΟΙ ΚΡΗΤΗΣ

ΕΛΛΟΠΟΣ

Αξίζει να διαβάσετε

9 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ: ΔΙΕΘΝΗΣ ΗΜΕΡΑ ΚΑΤΑ ΤΟΥ ΦΑΣΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΑΝΤΙΣΗΜΙΤΙΣΜΟΥ

ΔΕΝ ΞΕΧΝΩ