(…)[σελ.22]Η υπόθεση που κάνουμε είναι ότι οι αλχημείες της ευτυχίας και οι ανορθολογικές ειδωλολατρίες υποθηκεύουν τη δυνατότητα της «ανοικτής ερώτησης» (Καστοριάδης) που είναι η ερώτηση για το νόημα της ελευθερίας. Αυτή η προδοσία είναι διπλή, εκ των ένδον και εκ των έξω.Εσωτερικά προέρχεται από το είδωλο του νεοφιλελεύθερου ατόμου και των κοινωνικών-πολιτισμικών μηχανισμών που του αντιστοιχούν.Εξωτερικά, εμφανίζεται ως άρνηση των βασικών αξιών του πολιτικού ανθρώπου και του χριστιανικού προσώπου, αξίες που γεννήθηκαν γύρω από τη λεκάνη της Μεσογείου και ταυτίστηκαν με τη μοίρα της ευρωπαϊκής ανθρωπότητας(…)(…) [σελ.24] Ζούμε στο μυστικισμό της παγκόσμιας τεχνοαγοράς αλλά κατοικούμε και μια δημοκρατική ιστορία που δεν έχει τελειώσει. Η ελευθερία έχει κάνει τεράστια άλματα, όλο και περισσότεροι άνθρωποι ζουν περισσότερο και καλύτερα, παρά τις ανισότητες, τις φτώχιες, τις μελανές κηλίδες στο σώμα του πλανήτη.Θέλω να επιμείνω στην ιδέα πως ο νεοφιλελεύθερος καπιταλισμός της παγκοσμιοποίησης προδίδει τη δημοκρατική υπόσχεση σε ό, τι θεμελιωδέστερο έχει: αποκαθιστά την «ιδέα» μιας δεσποτικής μοίρας, ενός δικτύου από ανεξέλεγκτα συμβάντα, ιδέα που είναι ουσιαστικά ξένη στην ελληνοδυτική αλλά και στη χριστιανική πνευματικότητα. Γι’ αυτό και ο τύπος διανοουμένου που αντιστοιχεί στο σύστημα αυτό είναι ο γκουρού(…)(…)Πειθαρχία είναι το σύνθημα του. Έλεγχος της ανα-[σελ.25]πνοής, τεχνικές χαλάρωσης, διευρυμένη συνείδηση. Πειθαρχία και εβδομήντα ώρες εργασίας την εβδομάδα για υπερδικτυωμένα στελέχη. Ιδού το νέο ανθρωπολογικό μοντέλο ενάντια στη «φυγοπονία»!(…)(…)Αυτό είναι το καινούργιο μήνυμα των καιρών. Η σύνθεση της απλουστευτικής μεταφυσικής και του οικονομισμού, η απόσπαση της οικονομίας από την πολιτική και ο έρωτας της με τη… θεραπευτική θρησκεία. Μόνο που αυτή η θρησκεία μοιάζει όλο και περισσότερο με την πορνογραφία: δεν αφήνει καμία έκπληξη, κανένα χώρο πραγματικής ελευθερίας στον κοινωνό της. Τον αφήνει απλώς «ελεύθερο» να παίξει την προγραμματισμένη του φάση και να επιδοθεί στη μηχανική τελειότητα των διαλογισμών ή των ασκήσεων του. Τον προορίζει για μια σωτηρία που προκύπτει από τη βέλτιστη συνδυαστική τεχνικών και ασκήσεων. Μέχρι τον αεροβικό θάνατο ή την ανορεξική φθίση.
[σελ.28] Οι ανατολικοί μυστικισμοί έρχονται λοιπόν να γεμίσουν τα κενά της ιδιωτικής ηθικής του σύγχρονου ανθρώπου. Και εδώ είναι το πρώτο μεγάλο παράδοξο: φιλοσοφίες ζωής που συνδέονται με κοινωνίες οι οποίες αγνοούν το άτομο, με τη δυτική έννοια του υπεύθυνου υποκειμένου και φορέα δικαιωμάτων, του ατόμου ως αυταξίας και μοναδικότητας, ανακαλύπτονται για να καλύψουν τις πνευματικές ανάγκες αυτού του ατόμου! Παράδοξο που ωστόσο δεν είναι τόσο ανεξήγητο αν σκεφτεί κανείς δυο πράγματα:Πρώτον, ότι ο μεταμοντέρνος καπιταλισμός την ίδια στιγμή που δοξολογεί τον ατομικισμό εγκαταλείπει το [σελ.29] άτομο ως ιδιαιτερότητα και μοναδικότητα. Στη θέση του αναγνωρίζει μόνο τον οικονομικό δρώντα, το μέλος της παγκόσμιας αγοράς.Δεύτερον, ότι η παρακμή των θεσμών και συμβόλων κύρους ευνοεί τον άγονο υποκειμενισμό και τις μορφές έκφρασης που έχουν θολό ή αυθαίρετο θεσμικό χαρακτήρα.Υπάρχει λοιπόν μια συνάφεια μεταξύ του σύγχρονου καπιταλιστικού λόγου και της διαρκούς εμφύτευσης του ανατολικού μυστικισμού στη δυτική κουλτούρα. Η αμοιβαία έλξη των δυο φαινομένων έχει να κάνει με μια ιδέα της ευδαιμονίας αποσπασμένης από το πρόβλημα της ελευθερίας και της πολιτικής ζωής. (…)[σελ.32](…) Μια άβυσσος χωρίζει λοιπόν τον άνθρωπο της μη-κρίσης από τον δημοκρατικό άνθρωπο. Και αυτή η άβυσσος δεν αφορά μόνο τη δημόσια αρετή, την πολιτική ευψυχία αλλά και την υπαρξιακή ανάπτυξη, την άνθηση του προσωπικού ευαισθησιακού χώρου. Υποστηρίζω δηλαδή ότι μια ηθική της μη- κρίσης και της αποδοχής του παντός είναι ξένη και εχθρική προς την ίδια τη δυνατότητα της προσωπικής ευδαιμονίας εντός της κοινωνίας. (…)
[σελ.79](…) Οι άγιοι, παρά το σκυθρωπό των αγιογραφιών, εικαστικών ή γραπτών, είχαν πάντοτε μια συγκινητική απλότητα: έκαναν το καλό και το δίκαιο «δίχως το ψέμα του μεγάλου στυλ», δίχως τη μανιέρα του μεγάλου μάγου ή της απρόσιτης ιδιοφυίας(…)[σελ.80] (…)Η ιστορία του ενσαρκωμένου πνεύματος –πρακτικού και μεταφυσικού- έχει λοιπόν μια δική της μουσικότητα, φτιαγμένη από συγχορδίες, διέσεις, αντιστίξεις και ημιτόνια.(…).Έχουμε έτσι πολλές μουσικές οντότητες σε αυτή την ιστορία: τη μουσική του πιστού και τη μουσική του σκεπτικιστή, την τονική κλίμακα της αρετής και αυτής των παθών, τη μουσική της ελευθερίας και εκείνη της υποδούλωσης ή της δουλοπρέπειας.Όλα αυτά μπορούν να θεωρηθούν μια μεταφορά, ένα λίγο πολύ ποιητικό δάνειο για να μιλήσουμε περί «ιστορίας». Όμως το υποκείμενο στο οποίο αναφερόμαστε αρχίζει με μια πράξη ακρόασης. Το Εν Αρχή Ην ο Λόγος εμπεριέχει ήδη τη δυνατότητα της ακρόασης μιας σημαίνουσας αγγελίας: τη δυνατότητα της ποίησης και της μουσικής ως πρωτεύουσα διάσταση της σχέσης του ανθρώπου με το Λόγο. Αυτή η σχέση με το Λόγο του Θεού υποδεικνύει πως, εξαρχής, ο δικός μας κόσμος εγγράφεται σε μια «προσαγόρευση», μια σχέση ιδίας ακρόασης και υπ-ακοής. Η μουσική σε τούτη την απαρκτήρια προσαγόρευση, συδαυλίζει και επιτελεί συγχρόνως μια σχέση με το υπερβατικό, με το ά-μετρο. Το άμετρο του κάλλους, της αγάπης ή της δικαιοσύνης ανάλογα με τον κόσμο μέσα στον οποίο αρτιώνεται η μουσική της πράξης.(…)[σελ.83](…)Η μετανεωτερικότητα μοιάζει ωστόσο να υποκαθιστά τον πληθυντικό με τον κατακερματισμένο εαυτό ο οποίος δεν επιτυγχάνει τη συνοχή του ψυχικού του κόσμου αλλά τη συρραφή των κομματιών του σε πρόχειρες ή ετοιμόρροπες συνθέσεις. Ή ακόμα, φτάνει σε μια συνοχή μονιστικού χαρακτήρα με σοβαρές απώλειες στις άλλες πλευρές της ύπαρξης του(…).
[σελ. 119] (…) Η πνευματική ανησυχία είναι πάντως το λιγότερο που θα περίμενε κανείς σε έναν κόσμο που θέλει παρηγοριά και λήθη. Η αχίλλειος πτέρνα των στρατευμένων λόγων είναι συνήθως η περιφρόνηση της για την κόπωση των ανθρώπων, για την ανάγκη της να αποσύρονται, έστω για λίγο, έξω από την σκληρότητα των λέξεων, των πράξεων, των αποφάσεων, των λογισμών. Σκέφτομαι πως ένα μέρος της γοητείας που ασκούν οι ανορθολογικές «σοφίες» στους σύγχρονους οφείλεται σε τούτο: επιτρέπουν στο άτομο να νιώσει λίγο απαλλαγμένο από την ιστορία και της θορύβους της, του παραχωρούν ένα άνετο κάθισμα στην παρα-ιστορία ή στη μετα-ιστορία. Εξ ου και η τεράστια επιτυχία των συνωμοσιολογικών θεωριών, της [σελ.120] αστρολογικής εξήγησης ή της παραεπιστημονικής φιλολογίας που «ανατρέπει» με εξωφρενικούς συλλογισμούς τα κατεστημένα παραδείγματα της επιστήμης(…).[σελ.121] (…) Ακόμα και οι μεταφυσικές που δεν απορρίπτουν την ιστορία αλλά διατηρούν μια πιο περίπλοκη σχέση μαζί της, αντιμετωπίζουν την αδιαφορία των συγχρόνων οι οποίοι προτιμούν άλλες, περισσότερο εξωφρενικές και «πιπεράτες» αφηγήσεις(…)[σελ. 123] (…) Ο Λόγος όμως γίνεται εγκάρδιος και λυτρωτικός όταν (…) αναγνωρίζει το ανείπωτο, τα ίδια του τα όρια και τις ευθύνες των ελευθεριών που επιτρέπει στην πράξη, στη σκέψη, στο σώμα των ανθρώπων. Η ανοησία του υλισμού βρίσκεται συνεπώς όχι στο γεγονός πως αρνείται την αξιοπρέπεια του πνεύματος αλλά στο ότι γι’ αυτόν ιστορία και φύση περικλείουν τα πάντα, όλο το νόημα στο εσωτερικό τους. Μα αν ο δογματικός υλισμός παλαιού τύπου έχει εξαφανιστεί από το προσκήνιο, ο σύγχρονος παγανισμός έχει καταλάβει την ηγεμονία προσπαθώντας να δολοφονήσει τα γονιμότερα στοιχεία του αστικού πνεύματος (…).[σελ.126] (…) Το πρόβλημα που επισημάναμε σχετικά με τον (νεο)παγανισμό δεν είναι θεολογικό αλλά πολιτισμικό: ότι καταλήγει σχεδόν πάντοτε στον αντιανθρωπισμό και στην απάρνηση του πολιτικού λόγου. Τούτο συμβαίνει ακριβώς επειδή ο νεοπαγανισμός δεν μπορεί να αναγνωρίσει άλλο από το είναι του ανθρώπου και του κόσμου και έτσι διαφθείρει το άνοιγμα του ανθρώπου στο άπειρο. (…)[σελ. 127] Αντίθετα, η μεταφυσική εμπειρία που υπερασπιζόμαστε δεν είναι αστροναυτική αλλά προσωποπλευστική. Γίνεται χαρά του κόσμου μέσα στο όριο του, αυτό που πέραν του κόσμου και των γεγονότων χαρίζει τη δίψα της αγάπης, της δικαιοσύνης, της ελευθερίας.Από αυτή την άποψη, επανεκτιμούμε τη χριστιανική εξαγγελία ως ορίζοντα όπου τα έσχατα ερωτήματα (ο θάνατος και η νίκη επί του θανάτου, το νόημα της ύπαρξης, η αγάπη, η σχέση με τον Πλησίον) δεν ευτελίζονται σε ψυχολογικές και μυστικιστικές κατηγορίες αλλά συγκροτούν την ίδια την αξιοπρέπεια του ανθρώπινου προσώπου. Μια αξιοπρέπεια μεταφυσική που νοηματοδοτείται μεν από το πέραν του κόσμου αλλά όχι από ένα μαγικό «υπερφυσικό» Πράγμα.(…)[σελ. 128](…) Μόνο οι «σοφίες» που διαβλέπουν σε κάθε ενσάρκωση μια πτώση, μια καταστροφή και αλλοίωση του Λόγου, μόνον αυτές αντιστρατεύονται δομικά τον ανθρωπισμό. Θα μπορούσαμε να μιλήσουμε εδώ για μια Γνωστική τάση (με την έννοια της αναφοράς της αντιλήψεις του Γνωστικισμού) η οποία επανεμφανίζεται σταθερά στην ιστορία(…).Το μόνο που αξίζει να σημειώσουμε εδώ είναι πως το άνοιγμα στην υπέρβαση όπως νοείται στη χριστιανική παράδοση και ο «υπερβατισμός» όπως πωλείται της Γνωστικές σοφίες, παλαιές και μοντέρνες, διαφέρουν ριζικά και τούτη η διαφορά είναι σημαντική. Στην πρώτη περίπτωση η υπέρβαση και η επιθυμία της δεν αναιρούν την προσωπική ευθύνη και δεν επιτάσσουν την άρνηση της ιστορίας χάριν μιας φαντασιακής καθαρότητας και τελειότητας. Ενώ ο «υπερβατισμός» προσφέρει πάντα μιαν υπόσχεση απαλλαγής του εαυτού από το βάρος της μετοχής του στην κοινωνία. Γι’ αυτό και στις σύγχρονες ευτελείς εκδοχές του, στα πλαίσια των συνταγών Ευτυχίας και εσωτερικής Αλήθειας, φαντάζει γοητευτικός και παραμυθητικός. Συναρμόζεται δηλαδή εύκολα με τον ατομικισμό του συρμού στο βαθμό που τόσο ο «υπερβατισμός» [σελ. 129] όσο και ο «νατουραλισμός», τόσο ο φωτισμένος όσο και ο οικονομικός εαυτός διεκδικούν τη φυγή από την ευθύνη, τη δραπέτευση από το κάλεσμα του άλλου.(…)
[σελ.155](…) Ο σύγχρονος ανορθολογισμός, όποια κι αν είναι η έκφραση του, απομονώνει το αίτημα της ευτυχίας, το φετιχοποιεί και το αντιδιαστέλλει στην κριτική σκέψη. Στη θέση της κριτικής σκέψης ενθρονίζει το «διαλογισμό» ή τη θεοποίηση του ενστικτώδους βιώματος. Στην περίπτωση των διαλογιστικών εμπειριών ο «εσωτερικός εαυτός» αναδιπλώνεται στα ωκεάνια βάθη του, αποσύρεται από τους θορύβους της κοινωνίας ή τις οχλήσεις της πολιτικής πραγματικότητας αναζητώντας μια γαλήνη εργαστηρίου: γαλήνη τεχνητή, αδιάφορη δεκτικότητα στο Παν, απορρόφηση του εαυτού στην ανιστορική του ψυχή. Όσο για τη λατρεία του βιώματος και του ενστίκτου, η αλλεργία για την κριτική σκέψη διαπιστώνεται ακόμα πιο έκδηλη. Αρκεί να διαβάσει κανείς τα «σκέψεις» των εγχειριδίων του μάρκετινγκ και όλους τους συνταγογραφικούς οδηγούς του καλού πωλητή.(…)(…) τόσο οι διαλογιστικοί όσο και οι ενστικτο-καπιταλιστικοί λόγοι δονούνται από όμοια περιφρόνηση για τις μορφές. Συλλαμβάνουν τη ζωή ως μια ενεργειακή ροή που καταστρέφει κάθε «νόμο» και κάθε αξία, κάθε στατική και [σελ.156] αφηρημένη μορφή. Αυτό που προτάσσουν είναι η παρακολούθηση της κίνησης των αναγκών της αγοράς ή των αναγκών του εαυτού, η φυσική προσχώρηση της σκέψης στη «ροή» του έσω ή έξω κόσμου. Στη συνήθη περιφρόνηση του χρηματιστή για τις ρυθμιστικές νομοθεσίες και στη χλεύη του γκουρού για τα ηθικά και πολιτικά κριτήρια του «ακάθαρτου και αφώτιστου κόσμου» πρυτανεύει τελικά η ίδια αντιθεσμική και ζωική (βιταλιστική) απάρνηση της σκέψης και των τόπων της (…).(…) Ο σύγχρονος ανορθολογισμός αφορά περισσότερο την προώθηση μορφών ζωής ασύμβατων με την πολιτική συνείδηση, την ηθική δέσμευση και την κριτική δραστηριότητα των ανθρώπων. Είναι ένα ρευστό πλαίσιο λόγων και πρακτικών που αποσυνδέουν το αίτημα της ευτυχίας από την έγνοια για τη δημόσια σφαίρα με την υπερεπένδυση των μικρόκοσμων εις βάρος της συνολικής δημοκρατικής πολιτείας (…).
πηγή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου