Andrew Parker, Το Αίνιγμα της
Γενέσεως – Γιατί η Βίβλος είναι επιστημονικά ακριβής, μτφρ. Μαρτίνα Κόφφα, εκδ. Ουρανός
2010.
Ο
ΑΝΤΡΙΟΥ ΠΑΡΚΕΡ γεννήθηκε το 1967. Σπούδασε θαλάσσια βιολογία και φυσική. Σήμερα
είναι επίτιμος ερευνητικός εταίρος στο κολέγιο Γκριν Τέμπελτον του
Πανεπιστήμιου της Οξφόρδης, επικεφαλής της ερευνητικής ομάδας του Μουσείου
Φυσικής Ιστορίας στο Λονδίνου, και καθηγητής στο Πανεμιστήμιο Τζιάου Τονγκ.
Ήταν ένας από τους οκτώ επιστήμονες που επιλέχθηκαν το 2000 ως «Επιστήμονες για
τη νέα χιλιετία» από το Βασιλικό Ινστιτούτο του Λονδίνου. Έχει γράψει πολυάριθμα επιστημονικά άρθρα και
τρία βιβλία.
Ο
καθηγητής Άντριου Πάρκερ άρχισε να διαβάζει τη Γένεση μετά από παρότρυνση
αρκετών αναγνωστών του βιβλίου του In the Blink of an Eye, που μιλούσε για την
ανάπτυξη των πρώτων οφθαλμών σε έμβια όντα (τριλοβίτες, πριν από 521
εκατομμύρια χρόνια, στο βυθό του ωκεανού) και την καθοριστική συμβολή τους στη
συνολική εξελικτική πορεία της ζωή στη Γη.
Όπως
αναφέρει ο ίδιος, άρχισε απρόθυμα την έρευνά του, θεωρώντας ότι η Γένεση
δεν έχει να του προσφέρει τίποτε. Όμως σύντομα εξεπλάγη. Στο Αίνιγμα της
Γενέσεως αφηγείται τα σημαντικότερα επεισόδια της εξέλιξης της ζωής στη Γη
και τα παραλληλίζει με τους στίχους του 1ου κεφαλαίου της Γένεσης,
ανακαλύπτοντας εκπληκτικούς συσχετισμούς. Αφηγείται επίσης σημαντικούς σταθμούς
στην παλαιοντολογική και βιολογική έρευνα, από τους περασμένους αιώνες μέχρι
σήμερα, που οδήγησαν στην αδιαμφισβήτητη πλέον τεκμηρίωση της εξέλιξης της ζωής
στον πλανήτη μας. Και τέλος, προβληματίζεται για τη σχέση επιστήμης και
θρησκείας, δηλ. για το πώς επιστήμονες και χριστιανοί αντιμετωπίζουν αυτά τα
δύο μεγέθη στην εποχή μας.
Περιεχόμενα
του βιβλίου:
Πρόλογος
στην ελληνική έκδοση.
Πρόλογος.
Εισαγωγή:
Τι είναι το Αίνιγμα της Γενέσεως;
Κεφάλαιο
1: Αλήθεια
Κεφάλαιο
2: Ήλιος
Κεφάλαιο
3: Θάλασσες
Κεφάλαιο
4: Η ζωή ξεκινά
Κεφάλαιο
5: Όραση
Κεφάλαιο
6: Ποικιλομορφία
Κεφάλαιο
7: Η ζωή ξεδιπλώνεται
Κεφάλαιο
8: Πτηνά
Κεφάλαιο
9: Θεός
Παράρτημα:
Ποιος είναι ο συγγραφέας της Γενέσεως; [εδώ ο συγγραφέας αποδέχεται την
επικρατούσα σήμερα στα πανεπιστήμια άποψη ότι η Πεντάτευχος, στη μορφή που την
έχουμε, διαμορφώθηκε την εποχή του Έσδρα (επιστροφή των Εβραίων από τη
Βαβυλώνιο Αιχμαλωσία) με βάση προϋπάρχουσες πηγές, αν και δεν απορρίπτει το
ενδεχόμενο ότι ο Μωυσής «ίσως ήταν το πρώτο άτομο που έδωσε στους αρχαίους
Ισραηλίτες την αφήγηση της Δημιουργίας» (σελ. 424). «Δε θα μπορούσε να υπάρξει
καλύτερος τρόπος για την έναρξη των Γραφών και για την προσέλκυση των ανθρώπων,
από τη χρησιμοποίηση των λόγων του ίδιου του Μωυσή» (σελ. 422)].
Ο
«διακόπτης των φώτων» και η δημιουργία του Ήλιου
Ιδιαίτερη
ερμηνευτική πρόταση του βιβλίου αποτελεί η συσχέτιση της τοποθέτησης από τη
Γένεση
της δημιουργίας του Ήλιου, της Σελήνης και των άστρων την 4η δημιουργική ημέρα
– αντί της 1ης – με την εμφάνιση των πρώτων ζώων με μάτια, στην οποία
αναφερθήκαμε προηγουμένως. Αυτό είναι και το μόνο σημείο στο οποίο η
Γένεση
φαίνεται να μην ακολουθεί τη σειρά εμφάνισης των μερών του κόσμου που
ανακαλύπτει η σύγχρονη επιστήμη. Η εμφάνιση των πρώτων οφθαλμών όχι μόνο
κατέστησε δυνατή την όραση του φωτός (γι’ αυτό, κατά το συγγραφέα, η
Γένεση
αναφέρει τότε τη δημιουργία των ουράνιων σωμάτων), αλλά και προκάλεσε την εξελικτική
έκρηξη των ζώων της περιόδου του
Καμβρίου
(570-510 εκατομμύρια χρόνια πριν από σήμερα), αφού ο οφθαλμοφόρος τριλοβίτης
είχε εξελιχθεί σε ένα τρομερά επικίνδυνο κυνηγό, άρα τα λοιπά ζώα, που
κινούνταν ακόμη όλα στους ωκεανούς, έπρεπε να εξελιχθούν για να προστατευθούν
(βλ. κεφ. 5 και 6 στο βιβλίο):
«Όταν
έκαναν την εμφάνισή τους στο προσκήνιο της ζωής εκείνοι οι πρώτοι οφθαλμοφόροι,
ίδιοι με τορπίλες, τριλοβίτες, οι γείτονές τους με τα μαλακά σώματα κατέστησαν
ξαφνικά για πρώτοι φορά ορατοί ως ανυπεράσπιστες πρωτεϊνούχες μπουκιές. Και οι
τριλοβίτες άρχισαν το τσιμπούσι. Τα περισσότερα από εκείνα τα σκωληκοειδή ή
σφαιρικά πλάσματα φαγώθηκαν μέχρις εξαφανίσεως. Κάποια όμως διέφυγαν την
κατανάλωσή τους από τους φρικτούς τριλοβίτες. … Είναι μια περίπτωση όπου η
εξέλιξη λέει: “Αν δεν μπορείς να τους νικήσεις, πήγαινε με το μέρος τους”. Η
εποχή κατά την οποία εξελίχθηκαν οι πρώτοι τριλοβίτες, τα πρώτα ζώα που είχαν
μάτια, ήταν πριν από περίπου 521 εκατομμύρια χρόνια. εκείνη ήταν η εποχή που
έχει γίνει γνωστή ως η “Κάμβριος περίοδος”» (σελ. 220).
«Εκείνη
ακριβώς τη στιγμή, όλα τα ζώα αναγκάστηκαν να προσαρμοστούν στο φως, δηλαδή
στην όραση. Τις εκπομπές των ήχων και των οσμών τους μπορούσαν να τις ελέγχουν
κατά βούληση, αλλά όχι και την εικόνα τους υπό το συνεχές φως του Ηλίου, η
οποία ήταν πλέον διαθέσιμη ανά πάσα στιγμή στον κάθε θηρευτή· και έτσι ξεκίνησε
ο αγώνας για την ανάπτυξη του πιο αποτελεσματικού εξοπλισμού. Κάποια από τα
σκωληκοειδή πλάσματα θωρακίστηκαν με εξωσκελετούς, κάποια ανέπτυξαν χημικές
άμυνες με συμπληρωματικά προειδοποιητικά χρώματα, άλλα υιοθέτησαν τα χρώματα
του περιβάλλοντός τους για να καθίστανται κατά κάποιον τρόπο αόρατα, ή
ανέπτυξαν κολυμβητικές ικανότητες χάρη στις οποίες μπορούσαν να ξεφεύγουν από
τους θηρευτές με δυνατούς ελιγμούς. Κάποια άλλα εξαφανίστηκαν εντελώς από το
οπτικό πεδίο των θηρευτών αρχίζοντας να ζουν σε διάφορες κρυψώνες, κάτω από
βράχια, στην άμμο του βυθού… οπουδήποτε θα αγνοούσαν την ύπαρξή τους οι
θηρευτές. Όλες αυτές οι προσαρμογές δημιούργησαν ένα νέο είδος εξελικτικού
αγώνα εξοπλισμών. … Μετά τον αρχικό πανικό, οι περαιτέρω διαφοροποιήσεις θα
γίνονταν σταδιακά – η εξέλιξη θα καταστάλαζε στο συνηθισμένο ρυθμό της. Η
έκρηξη της Καμβρίου περιόδου είχε τελειώσει.
Έτσι
λοιπόν είχαν ανάψει τα φώτα για τα ζώα του πλανήτη. Μην ξεχνάτε ότι το φως του
Ηλίου προϋπήρχε αυτού του γεγονότος – θυμηθείτε τις αναλύσεις των προηγούμενων
κεφαλαίων σχετικά με τη δημιουργία του σύμπαντος κα του Ηλίου και εκείνη την
πρώτη εντολή του Θεού στην Γένεσιν, το “γενηθήτω φως” – αλλά τα ζώα δεν
μπορούσαν να το χρησιμοποιήσουν για να βρίσκουν το ένα το άλλο ή για να
αναγνωρίζονται μεταξύ τους» (σελ. 240-241).
Σύντομα
αποσπάσματα του βιβλίου:
«Έχοντας
ξεκινήσει από το πρώτο κοσμογονικό στάδιο στην αρχική σελίδα της Βίβλου και
φτάνοντας μέχρι το έκτο, διαπιστώσαμε την αξιοθαύμαστη ακρίβεια του καθενός από
αυτά· ήταν λες και ακούγαμε κάποιον να μας αφηγείται τη σύγχρονη επιστημονική
ιστορία του σύμπαντος και της ζωής. Δεν ξέρω πόσες πιθανότητες έχει κάποιος να
προβλέψει με τέτοια ευστοχία την επιστημονικά ορθόδοξη άποψη που θα κυριαρχεί
σε τρεις χιλιάδες χρόνια, και μάλιστα με σημείο αφετηρίας μια μηδενική βάση
γνώσεων!
Όταν
πρωτοάνοιξα τη Βίβλο και διάβασα τους πρώτους στίχους της Γενέσεως, ούτε
που μου πέρασε από το μυαλό ότι υπάρχει η παραμικρή πιθανότητα να φτάσουμε στο
τέλος μιας αμερόληπτης ιστορίας του σύμπαντος και της ζωής, χωρίς να έχουμε
σκοντάψει σε ένα σωρό εμπόδια. Νόμιζα ότι η εκδοχή της Γενέσεως θα
καταρριπτόταν ήδη από τον πρώτο ή τον δεύτερο στίχο που καταπιάνονται με την
κοσμογονία. Μένω κατάπληκτος από το γεγονός ότι φτάσαμε ώς το τελευταίο στάδιο
χωρίς να έχει χρειαστεί να ανατρέψουμε κανένα.
Από
κάποιες απόψεις είναι θλιβερό να βλέπεις γνώσεις ολόκληρων αιώνων, λαμπρά
επιστημονικά επιτεύγματα συσσωρευμένα από τους αρχαίους Έλληνες μέχρι τον
Κοπέρνικο, τον Νεύτωνα, τον Λινναίο, τον Κυβιέ, τον Δαρβίνο και τον Γουάλας,
τον Μπυφόν και τον Αϊνστάιν, να χρησιμοποιούνται ως όπλα κατά της θρησκείας»
(σελ. 280-281 της ελλ. έκδ.).
«Οι
κατακτήσεις της επιστήμης ήταν απώλειες για τη θρησκεία. Αυτό συνέβαινε
εξαιτίας του τρόπου με τον οποίο είχε στηθεί η μεταξύ τους σχέση: ο Θεός
χρησιμοποιούνταν για να εξηγούνται τα κενά στις επιστημονικές μας γνώσεις,
τοποθετούμενος έτσι στη θέση ενός “Θεού των κενών”. Το πρόβλημα με αυτόν τον
διακανονισμό ήταν ότι καθώς τα κενά συμπληρώνονταν, η επιρροή του Θεού
συρρικνωνόταν. Αναπόφευκτα ήρθε και η εποχή κατά την οποία δεν είχαν μείνει και
πολλά κενά για να συμπληρώνονται από τον Θεό. Η θεωρία της φυσικής επιλογής του
Δαρβίνου και του Γουάλας προκάλεσε μεγάλη ζημιά στη θρησκεία, αφού δε
συμπλήρωνε απλώς ένα κενό, αλλά γεφύρωνε ένα αβυσσαλέο γνωστικό χάσμα.
Ίσως
όμως όλον αυτό τον καιρό εξετάζουμε τη θρησκεία υπό εσφαλμένη οπτική γωνία. Αν
απορρίψουμε αυτό το μοντέλο και ξεκινήσουμε από την αρχή, αν δηλαδή
προσπαθήσουμε να θέσουμε τη θρησκευτική μας σκέψη σε νέες βάσεις, ίσως να
ανακαλύψουμε εκ νέου τον Θεό. αυτή θα μπορούσε να είναι η ολοκλήρωση στην οποία
οδηγούν αυτά τα επτά κεφάλαια» (σελ. 303-304).
«Είναι
ενδιαφέρον το γεγονός ότι ο συγγραφέας του πρώτου κεφαλαίου της Γενέσεως
παρουσίασε τον Θεό με έναν τρόπο που δε θυμίζει ούτε ανθρώπινο ον ούτε
οτιδήποτε άλλο μπορούμε να φανταστούμε, αλλά και ως ένα Θεό που μερικές φορές
φαίνεται σκληρός. Το στοιχείο αυτό ταιριάζει απόλυτα με ένα Θεό που επιτρέπει
στα δομικά στοιχεία του σύμπαντός του να στήνονται από μόνα τους, κάνοντας
ενδεχομένως και κάποια λάθη στη διαδικασία. Μάλιστα, έτσι καθίσταται ευεξήγητη
η εμφάνιση των λαθών, των ασθενειών, και των όποιων άλλων αντιξοοτήτων θα μας
έδιναν διαφορετικά την αφορμή να διαμαρτυρηθούμε εναντίον ενός καλού Θεού που
δε θα έπρεπε να επιτρέπει να συμβαίνουν τέτοια πράγματα» (σελ. 324).
Το
δημιουργισμό,
δηλ. την κατά γράμμα ερμηνεία της βιβλικής αφήγησης της Δημιουργίας (τον οποίο
ταυτίζει με τον «
ευφυή
σχεδιασμό»), ο συγγραφέας τον απορρίπτει ως αποτυχημένο και άστοχο:
«Ο
όγκος των αποδεικτικών στοιχείων είναι ήδη τόσο συντριπτικός, που δε γίνεται
πια λόγος για τη “θεωρία της εξέλιξης”, αλλά για το “δεδομένο της εξέλιξης”.
Αυτό είναι σημαντικό για τη θρησκεία» (σελ. 319).
«Στο
άλλο άκρο της διαμάχης επιστήμης και θρησκείας [σ.σ. ως πρώτο άκρο χαρακτηρίζει
τον αθεϊσμό] βρίσκονται οι ακούραστοι και μαχητικοί δημιουργιστές, εκείνοι που
διαβάζουν και ερμηνεύουν τη Βίβλο κατά γράμμα. … Είναι δεδομένο ότι άνθρωποι
και χιμπαντζήδες μοιράζονται κατά 99 τοις εκατό τα ίδια γονίδια. Με την
ανακοίνωση αυτού του αδιαμφισβήτητου στοιχείου, το έδαφος άρχισε να σείεται
κάτω από τα πόδια εκείνων που ήδη έφριτταν και μόνο στο άκουσμα των λέξεων
“Δαρβίνος” και “εξέλιξη”. Δεν μπορεί όμως κανείς πια να αρνείται αυτό το
γεγονός. Ο Δαρβίνος και ο Γουάλας δεν ήταν σε θέση να το αποδείξουν, αλλά
σήμερα έχουμε αποκρυπτογραφήσει πλήρως τον γενετικό κώδικα και τον έχουμε
τεκμηριώσει. Μπορώ και εγώ να το επιβεβαιώσω, και εσύ ο αναγνώστης, και θα
καταλήγαμε στο ίδιο αποτέλεσμα, όσες φορές και αν αντιπαραβάλλαμε τα
γονιδιώματα ανθρώπου και χιμπαντζή.
…
Η αποδειξιμότητα είναι η δύναμη της εξέλιξης – και η αδυναμία της θρησκείας.
Παρ’ όλα αυτά, πολλοί άνθρωποι πιστεύουν ότι η κάθε λέξη της Βίβλου είναι
αληθινή, στην οποία περίπτωση η Γη είναι μόλις έξι χιλιάδων ετών. Ασφαλώς έχουν
κάθε δικαίωμα να πιστεύουν ό,τι θέλουν – η πίστη είναι πίστη – αλλά στην πορεία
στρέφουν την πλάτη στην εξέλιξη, η οποία είναι πλήρως τεκμηριωμένη. Η
φονταμενταλιστική ψευδοεπιστήμη των δημιουργιστών γίνεται επικίνδυνη όταν οι
εκπρόσωποί τους εφευρίσκουν θεωρίες που δήθεν επανερμηνεύουν τα δεδομένα της
βιολογίας και στη συνέχεια προωθούν τη διδασκαλία αυτών των θεωριών στα
σχολεία. Κατά τη γνώμη μου, ο ευφυής σχεδιασμός μόνο ατυχές επινόημα μπορεί να
χαρακτηριστεί. “Ο εγγενής σχεδιασμός του κάθε είδους μάς οδηγεί αναγκαστικά στο
λογικό συμπέρασμα ότι κάπου υπάρχει ένας σχεδιαστής”, ισχυρίζονται οι
δημιουργιστές. Συμπέρασμα ίσως· λογικό όμως σε καμία περίπτωση.
Όσο
και αν προσπαθώ να είμαι αμερόληπτος και ανοιχτόμυαλος, δεν μπορώ να μη μένω
έκπληκτος με την έλλειψη λογικής και με τις κίβδηλες θεωρίες πίσω από κάθε
στοιχείο που χρησιμοποιείται για την τεκμηρίωση του ευφυούς σχεδιασμού…» (σελ.
325-327 – αναφέρει αναλυτικά ορισμένες από τις θεωρίες που υπονοεί παραπάνω).
«Ιδού
λοιπόν το Αίνιγμα της Γενέσεως: Η αρχική σελίδα της Γενέσεως
είναι επιστημονικά ακριβής, αλλά είχε γραφτεί πολύ πριν από την ανάπτυξη της
επιστήμης. Πώς μπόρεσε ο άνθρωπος που έγραψε αυτή τη σελίδα να καταλήξει στη
συγκεκριμένη αφήγηση της Δημιουργίας; Από πού του ήρθαν αυτές οι σκέψεις, αυτά
τα δεδομένα, αυτές οι νοητές εικόνες και αυτή η έμπνευση; … Πρέπει όμως να
ομολογήσω, μάλλον αμήχανα ως επιστήμονας ταγμένος να υπηρετώ τον ορθό λόγο, ότι
τα στοιχεία που έχουμε στα χέρια μας, τα στοιχεία που δείχνουν ότι ο συγγραφέας
της πρώτης σελίδας της Βίβλου είχε θεία έμπνευση, είναι ισχυρά. Ποτέ στο
παρελθόν δεν έχω συναντήσει τέτοια
αντικειμενικά και αδιάψευστα δεδομένα που να δείχνουν ότι η Βίβλος είναι προϊόν
θείας εμπνεύσεως» (σελ. 356-357).
Μερικές
σκέψεις και αξιολόγηση του βιβλίου
Μελετώντας
το βιβλίο μαθαίνουμε πολλά για την ανάπτυξη της νεώτερης επιστήμης, για την
εξέλιξη της ζωής στη Γη και για τη ματιά ενός ορθολογιστή επιστήμονα που είναι
ταυτόχρονα και πιστός χριστιανός και «βασάνισε» τα δεδομένα του με αυστηρή
έρευνα πριν δημοσιοποιήσει τα συμπεράσματά του.
Διαπιστώνουμε
βεβαίως και την προτεσταντική – καθώς νομίζω – κουλτούρα του συγγραφέα, που τον
οδηγεί σε κάποιες αδυναμίες για τα ορθόδοξα μάτια, οι οποίες φυσικά δεν έχουν
σχέση με το επιστημονικό κομμάτι του έργου του. Η σημαντικότερη (μάλλον η μόνη
ουσιώδης) αδυναμία του είναι η πλήρης άγνοια της
ορθόδοξης διδασκαλίας περί θεώσεως (έτσι αντιλαμβάνεται την αξία της
θρησκείας μόνο ηθικοπλαστικά και φιλοσοφικά), καθώς και η πλήρης άγνοια των
Πατέρων της Εκκλησίας, που, αν τους γνώριζε, ασφαλώς θα αντιλαμβανόταν ότι
πολλά από τα συμπεράσματά του, που για τον καθολικισμό και τον προτεσταντισμό
φαίνονται επαναστατικά, ανήκουν ήδη στην παράδοση του αρχαίου και αυθεντικού
χριστιανισμού.
Έτσι,
βλέπουμε τους μεγάλους αγίους και Πατέρες της Εκκλησίας (αλλά και επιστήμονες)
Βασίλειο το Μέγα και Γρηγόριο Νύσσης να επισημαίνουν ήδη τον 4ο αι. μ.Χ. ότι οι
ανθρωπομορφισμοί της Αγίας Γραφής δεν πρέπει να εκλαμβάνονται κυριολεκτικά. Ο
μέγας Βασίλειος, στην
Εξαήμερον,
διευκρινίζει ότι ο Θεός μιλάει όχι σαν και μας, γιατί δεν έχει στόμα ούτε
γλώσσα, αλλά νοερά
× αρκεί
η εν τω θελήματι
ροπή, για να τεθεί σε κίνηση ο
μηχανισμός
που δημιουργεί το κάθε πράγμα:
«Όταν δε φωνήν επί Θεού και ρήμα και
πρόσταγμα λέγωμεν, ου διά φωνητικών οργάνων εκπεμπόμενον ψόφον, ουδέ αέρα διά
γλώσσης τυπούμενον, τον θείον λόγον νοούμεν, αλλά την εν τω θελήματι ροπήν διά
το τοις διδασκομένοις ευσύνοπτον ηγούμεθα εν είδει προστάγματος σχηματίζεσθαι»
(Μεγάλου Βασιλείου,
Εξαήμερος,
ομιλία
Β΄ 7).
Κι
ο αδελφός του, ο άγιος Γρηγόριος Νύσσης, στα σχόλιά του στο στίχο Ποιήσωμεν άνθρωπον… κ.τ.λ., διευκρινίζει
διεξοδικά πως ο Θεός δεν έχει μάτια, αφτιά, κεφαλή, χέρια, πόδια και τέτοια –
κι όταν η Βίβλος λέει πως ο Θεός κάθεται ή περπατάει κ.τ.λ., αλληγορίζει. Ο
Θεός είναι ασχημάτιστος, απλούς,
αμεγέθης, άποσος· μη φαντασθής μορφήν
περί αυτόν…· σχήμα μη νοήσης· από δυνάμεως ο Θεός νοείται. Στα σχόλιά
του στην Εξαήμερον του αδερφού του ο
Γρηγόριος Νύσσης γράφει ότι ο Θεός έθεσε τας
αφορμάς και τας αιτίας και τας δυνάμεις των όντων και ο καθοριστικός ρόλος
που αποδίδεται από τη Γένεση στο λόγο Tου έχει σκοπό να καταδείξει ότι τα πάντα γίνονται βάσει λογικής
και τίποτα δεν είναι παράλογο ή μυθικό: ότι
πάντα λόγω γίνονται και άλογον ουδέν.
Ότι
ο Θεός είναι όντως διαφορετικός από εμάς και ότι γνωρίζεται όχι με τα εργαλεία
και τις μεθόδους των επιστημών που μελετούν το σύμπαν, αλλά με την πνευματική
επιστήμη της κάθαρσης της καρδιάς (καθώς και ότι οι ανθρωπομορφισμοί στην Αγία
Γραφή πρέπει να γίνονται δεκτοί ως τέτοιοι και όχι κυριολεκτικά), αποτελεί
θεμελιώδη και ομόφωνη διδασκαλία των Πατέρων της Ορθόδοξης Εκκλησίας, γνωστή σε
κάθε καταρτισμένο ορθόδοξο χριστιανό. Ο συγγραφέας, αγνοώντας όλη αυτή την
πνευματική παράδοση, καταφεύγει σε συγγραφείς όπως ο (φιλορθόδοξος)
Κ. Σ. Λιούις ή
ακόμη και ο Άρθουρ Κόναν Ντόυλ για να στηρίξει παρόμοιους συλλογισμούς.
Είναι
λυπηρό ότι οι θέσεις αυτές, που υποτίθεται ότι προέρχονται από την «κοινή
πνευματική κληρονομιά» των πρώτων χιλίων ετών της χριστιανοσύνης, αγνοήθηκαν
τελείως στη Δύση μετά την απόσχισή της το 1054, όπως αγνοήθηκε και ολόκληρη η
πατερική διδασκαλία για τη σχέση Θεού και ανθρώπου και τη σωτηρία, με
αποτέλεσμα τη διαμόρφωση απάνθρωπων διαστρεβλώσεων του χριστιανισμού, που
κατέληξαν μοιραία στη δημιουργία νέων αιρέσεων, καθώς και στην ανάπτυξη του
αθεϊσμού.
Σ’
αυτές τις εκτροπές και παρερμηνείες του αυθεντικού χριστιανισμού ο συγγραφέας
επιχειρεί να δώσει τις απαντήσεις του. Για τους ορθόδοξους αναγνώστες, έχει να
προσφέρει πολλά από επιστημονική σκοπιά, ενώ στην αθεΐα και στην ιδέα ότι
επιστήμη και πίστη είναι ασυμβίβαστες καταφέρνει σοβαρό πλήγμα. Στους δυτικούς,
που αποτελούν το κατεξοχήν αναγνωστικό κοινό του, προσφέρει ασφαλώς ένα γόνιμο
προβληματισμό, που θα μπορούσε να βοηθήσει όχι μόνο στη διάσωση της πίστης
εντός της επιστημονικής κοινότητας, αλλά και στη συνάντησή τους με την
Ορθοδοξία και στη σωτηρία πολλών μέσω του ορθόδοξου δρόμου, του δρόμου της
ένωσης του ανθρώπου με το Θεό εν Χριστώ.
Κλείνοντας
θα ήθελα να επισημάνω τη θετική συμβολή των εκδόσεων "Ουρανός" (που
υπάγονται στις εκδόσεις "Ψυχογιός") στο διάλογο πίστης και απιστίας,
που συνεχίζεται έντονος και στη χώρα μας. Έχουν εκδώσει και ελληνικά βιβλία,
αλλά επίσης μεταφράσει και εκδώσει στα ελληνικά σημαντικά ξενόγλωσσα βιβλία
όπως
Το
Λυκόφως του Αθεϊσμού και
Η
Αυταπάτη του Dawkins του Άλιστερ Μακ Γκραθ, και
αρκετά άλλα. Ευχόμαστε να
συνεχιστεί η πορεία τους ακόμη καλύτερα, προς όφελος του ελληνικού αναγνωστικού
κοινού, με την ευλογία του Θεού.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου