Πέμπτη 22 Σεπτεμβρίου 2016

Γεώργιος Γαλίτης, Θεός αποκαλυπτόμενος

πηγή: ΠΕΜΠΤΟΥΣΙΑ

Προϋπόθεση της προσεγγίσεως του απροσίτου Θεού είναι η αγνωσία, η γνώση δηλαδή ακριβώς της αδυναμίας μας να προσεγγίσουμε και να γνωρίσουμε τον Θεό δια της νοητικής οδού. Παρά ταύτα ο απρόσιτος κατά την ουσία Θεός γνωρίζεται και αποκαλύπτεται στους ανθρώπους δια των ακτίστων ενεργειών του. Ο άνθρωπος δεν νοεί τον Θεό, αλλά τον βιώνει. Η οδός που οδηγεί σ’ αυτόν είναι βιωματική, είναι μία πορεία, η οποία έχει ως τέρμα την θέωση. Έτσι ο άνθρωπος μέσω της α-λογίας φτάνει στην δοξο-λογία του Θεού.

Ο Θεός, λοιπόν, είναι μεν απρόσιτος, αλλά κατά την ουσία. Είναι όμως προσιτός σε μας κατά την ενέργεια: δια των ακτίστων ενεργειών του, με τις οποίες αποκαλύπτεται στον άνθρωπο. Στην πραγματικότητα λοιπόν δεν πρόκειται για αντίφαση, αλλά για μία διαλεκτική σύνθεση. Ας τα δούμε αυτά πιο αναλυτικά.

Ξεκινάμε από την ερώτηση, τι είναι Θεός. Θεός είναι εξ ορισμού το τελείως απρόσιτο. Αν ρωτήσει κάποιος τι είναι Θεός, αυτή είναι μια ανόητη ερώτηση, δεν έχει νόημα, γιατί Θεός είναι αυτό για το οποίο δεν μπορούμε να ρωτήσουμε, να ορίσουμε τι είναι: γιατί ο Θεός απλά είναι. Ο Θεός είναι το είναι. Γι’ αυτό δεν μπορούμε να τον συλλάβουμε. Όταν ο Μωϋσής ρώτησε το Θεό στη φλεγομένη βάτο, «από ποιόν εγώ θα πω ότι έχω την εντολή αυτή, ποιό είναι το όνομά σου», εκείνος απάντησε «εχγιέ ασέρ εχγιέ», εγώ είμαι ο «εγώ είμαι», αυτός που εγώ είμαι. Αυτό το μετέφρασαν οι Εβδομήκοντα «εγώ ειμί ο ων». Αυτό το «ο ων», που σημαίνει ο υπάρχων, αποδίδει κατά κάποιον τρόπο το Γιαχβέ του εβραϊκού κειμένου της Παλαιάς Διαθήκης, που είναι παλαιότερη μορφή του «εχγιέ». Το Γιαχβέ σημαίνει, λοιπόν, «εγώ ειμί». Όταν στην Αγία Γραφή, στην Καινή Διαθήκη, στο κατά Ιωάννην Ευαγγέλιο κυρίως, ο Χριστός αναφέρει τις λέξεις «εγώ ειμί», αυτό το «εγώ ειμί» είναι το Γιαχβέ. Ο Ιωάννης έχει ως σκοπό να αποδείξει ότι ο Ιησούς είναι ο Γιαχβέ. Κάθε Ευαγγελιστής έχει έναν ειδικό θεολογικό σκοπό. Ο σκοπός του Ιωάννη είναι αυτός. Όσες φορές ο Χριστός είπε «εγώ ειμί», εννοούσε ότι είναι ο Γιαχβέ, και γι’ αυτό ο Ιωάννης αναφέρει: «Εγώ ειμί η οδός και η αλήθεια και η ζωή». «Εγώ ειμί το φως του κόσμου». «Εγώ ειμί η θύρα»…

Ο Χριστός είναι λοιπόν ο Λόγος του Γιαχβέ, είναι εκείνος, στο πρόσωπο του οποίου απεκαλύφθη ο Γιαχβέ. Ο Χριστός είναι η αποκάλυψη του Γιαχβέ, εκείνος διά του οποίου πηγαίνει κανείς στον Γιαχβέ: «Εγώ ειμί η θύρα»· «εγώ ειμί η οδός» «ίνα γνώτε ότι εγώ ειμί». Εάν κανείς δεν ξέρει, δεν μπορεί να ερμηνεύσει το «εγώ ειμί ο ων». Όταν πήγαν οι στρατιώτες στον κήπο της Γεθσημανή για να τον συλλάβουν, ο Χριστός τους ρώτησε: «Τίνα ζητείτε»; Και όταν αυτοί είπαν «Ιησούν τον Ναζωραίον», ο Χριστός απάντησε «εγώ ειμί». Ακούγοντας «εγώ ειμί» οπισθοχώρησαν και έπεσαν πρηνείς, σαν μια δύναμη να τους έσπρωξε, γιατί άκουσαν τη λέξη, τη φράση αυτή, που κανείς δεν μπορούσε να πει. Λέγοντας ο Ιησούς «εγώ ειμί», τους έλεγε εγώ είμαι ο Γιαχβέ. Αυτή είναι λοιπόν η ουσία της αποκαλύψεως του Θεού.

Για να μπορέσουμε να μιλήσουμε για το Θεό, για να μπορούμε να συνεννοηθούμε, χρησιμοποιούμε δύο δρόμους. Ο ένας είναι ο αποφατικός, δηλαδή η γνώση της αγνωσίας του Θεού. Ο Θεός είναι αόρατος, ακατάληπτος, ανεξιχνίαστος. Όλα αυτά τα αρνητικά είναι ο αποφατικός δρόμος. Λέγοντας ότι ο Θεός είναι αόρατος, αναφής, απρόσιτος, στην πραγματικότητα λέμε τι δεν είναι. Λέμε τι είναι, λέγοντας τι δεν είναι. Ο άλλος τρόπος είναι ο καταφατικός. Λέμε, ο Θεός είναι δίκαιος, ή, στην ευχή της Θείας Λειτουργίας, («Συ γαρ εί Θεός ανέκφραστος, απερινόητος, αόρατος, ακατάληπτος…»), «αεί ων, ωσαύτως ων»· εδώ μιλάμε κατα¬φατικά. Αλλά και από τα καταφατικά που λέμε για τον Θεό, πάλι δεν λέμε την ουσία του Θεού: λέμε τα περί τον Θεό, λέμε ιδιότητες του Θεού· «εκ των ημετέρων ανεπλάσθη τα του Θεού». Εμείς υπάρχουμε εν χρόνω, ο Θεός είναι αεί ων· εμείς αλλοιούμεθα, ο Θεός είναι ωσαύτως ων. Αυτά όλα, η καταφατική οδός, δεν μας λέει πάλι τι είναι ό Θεός.

Στην Α’ προς Τιμόθεον Επιστολή, στο 6ο κεφάλαιο, ο Θεός αναφέρεται ως «ο μόνος έχων αθανασίαν» (πάλι αποφατικός δρόμος), «φως οικών απρόσιτον». Το αναλύσαμε ήδη. Απρόσιτο φως, το οποίο «ουδείς ανθρώπων είδεν ή ιδείν δύναται» (Ιωάννης Χρυσόστομος). Όμως, «φως οικών». Αυτός είναι λοιπόν ο καταφατικός δρόμος, συνδυασμένος εδώ με τον αποφατικό.

*****

Για να προσεγγίσει την έννοια του απροσίτου του Θεού, του όλως άλλου, του ολοκληρωτικά διαφορετικού από ό,τι γνωρίζουμε και από ό,τι είναι δυνατόν να γνωρίσουμε και να συλλάβουμε, η κλασική θεολογία, ακολουθούσα τη φιλοσοφία, κυρίως την αριστοτελική, διακρίνει μεταξύ φυσικού και μεταφυσικού. Βέβαια ο Αριστοτέλης δεν είπε τίποτε περί της εννοίας μεταφυσική, απλώς μετά τα Φυσικά έγραψε ένα άλλο κείμενο, που ονομάσαμε Μετά τα Φυσικά, όθεν τα Μεταφυσικά. Η διάκριση μεταξύ φυσικού και μεταφυσικού δεν είναι κυρίως ειπείν ορθόδοξη. Άλλοι χρησιμοποιούν τη λέξη υπερφυσικό. Και αυτό το λέμε πάλι για να συνεννοηθούμε: υπέρ την φύσιν. Η μόνη θεολογική ορθόδοξη διάκριση είναι η διάκριση μεταξύ κτιστού και ακτίστου. Άκτιστος είναι μόνον ο Θεός. Απρόσιτος μεν κατά την ουσία, προσιτός δε κατά τις ενέργειες. Άκτιστος είναι ο Θεός, η ουσία του Θεού είναι απρόσιτη, οι ενέργειές του επίσης άκτιστες, αλλά όμως προσιτές. Κτιστός είναι ο κόσμος, το σύμπαν, οι άγγελοι, οι άνθρωποι και ότι άλλο υπάρχει εκτός του Θεού.

Άλλη διάκριση που γίνεται, είναι η μεταξύ του υλικού και του πνευματικού κόσμου. Στον πνευματικό κόσμο όμως τοποθετούνται οι άγγελοι, η ψυχή, ο Θεός. Συμφυρμός δηλαδή κτιστού και ακτίστου.

Οι δύο έννοιες, το κτιστό και το άκτιστο, είναι εξ ορισμού μη συμβατές, είναι δύο έννοιες που δεν μπορούν να έχουν καμία επαφή μεταξύ τους. Η συνειδητοποίηση εκ μέρους του ανθρώπου αυτής της αποστάσεως μεταξύ κτιστού και ακτίστου δημιουργεί στον άνθρωπο το υπαρξιακό άγχος. Η προσπάθεια γεφυρώσεως αυτού του άγχους γεννά όλες τις εκδηλώσεις που ονομάζουμε θρησκεία. Η θρησκεία δεν κάνει τίποτε άλλο, παρά να προσπαθεί να γεφυρώσει την απόσταση μεταξύ κτιστού και ακτίστου, του Θεού και του ανθρώπου.

Ζούμε στον κόσμο και καταλαβαίνουμε ότι πάνω από τον κόσμο υπάρχει ένας άλλος κόσμος, ο υπέρ-κόσμος. Ένα κάλυμμα σκεπάζει τον κόσμο και εμείς προσπαθούμε να διαπεράσουμε το κάλυμμα, να δούμε από πάνω. Αυτή η προσπάθεια λέγεται θρησκεία.

Προσπαθεί ο άνθρωπος με τη θρησκεία και τα υποκατάστατα της θρησκείας να γεφυρώσει το χάσμα, να φτάσει ψηλά. Υποκατάστατα μπορεί να είναι και οι ιδε¬ολογίες, αυτές που τελειώνουν σε ισμός: Μαρξισμός, Σοσιαλισμός, Καπιταλισμός, Κομμουνισμός· όλα αυτά είναι προσπάθειες να γεφυρώσουμε το χάσμα. Άλλος προσπαθεί να φτάσει επάνω με μια ιδεολογία, άλλος με την τέχνη, με τα ταξίδια, με την ικανοποίηση των παθών, είτε αυτά λέγονται χρήμα, είτε δόξα, είτε ηδονή, είτε οτιδήποτε άλλο. Όλα αυτά είναι υποκατάστατα, με τα οποία προσπαθούμε να γεμίσουμε την ψυχή μας, το υπαρξιακό κενό, το υπαρξιακό χάος, να απαλλαγούμε από το υπαρξιακό άγχος και να φτάσουμε στον υπέρκοσμο. Ακόμη έχουμε, χειρότερες μορφές υποκαταστάτων, τα ναρκωτικά, τα βαριά, ή και πιο αθώα ναρκωτικά, όπως το κάπνισμα. Όλα αυτά είναι ασυνείδητες αναζητήσεις μιας χαμένης Εδέμ.

Όσο κι αν ο άνθρωπος προσπαθεί να ανέβει επάνω, όλες αυτές οι προσπάθειες της θρησκείας ή των υποκαταστάτων της, είναι ανίκανες να λυτρώσουν τον άνθρωπο, είναι ανίκανες να μας δείξουν τι βρίσκεται στον υπέρκοσμο. Ο μόνος τρόπος είναι, ο Επάνω να ανοίξει μία καταπακτή, να ρίξει μια σκάλα, να έρθει κάτω ο ίδιος και να μας ανεβάσει επάνω. Αυτό έκανε ο Χριστός, αυτό είναι η εν Χριστώ αποκάλυψη, αυτή είναι η αποκάλυψη του Θεού. Ο Θεός κατέβηκε κάτω, γι’ αυτό λέει ο Χριστός «εγώ ειμί η οδός» και «η θύρα», γι’ αυτό και λέμε στην Παναγία: «Χαίρε κλίμαξ επουράνιε, δι’ ης κατέβη ο Θεός, χαίρε γέφυρα μετάγουσα τους εκ γης προς ουρανόν».

Ή, για να χρησιμοποιήσω μίαν άλλην εικόνα, περπατάμε στο σκοτάδι, και εκεί που δε βλέπουμε μπροστά μας τίποτα, ξαφνικά μια αστραπή μάς φωτίζει και βλέπουμε πού βαδίζουμε. Αυτή είναι η αποκάλυψη. Δεν ανακαλύψαμε μόνοι μας πού βαδίζουμε, αυτό είναι αποκάλυψη. Κάποιος μου αποκαλύπτει κάτι.

Άρα λοιπόν ο Χριστιανισμός δεν είναι θρησκεία. Θρησκεία είναι όλες οι προσπάθειες του ανθρώπου να φτάσει μόνος, δι’ ιδίων δυνάμεων εκεί πάνω, πράγμα αδύνατο. Ο Χριστιανισμός είναι αποκάλυψη, είναι η αποκάλυψη του Θεού στους ανθρώπους. Για να το πω αλλιώς, είναι η εισβολή του Υιού του Θεού στην ιστορία. Ο Θεός ο άκτιστος έφτιαξε τον κτιστό κόσμο. Ο κόσμος ο κτιστός έπεσε διά της αμαρτίας στη φθορά και στον θάνατο. Βρίσκεται στην ταλαιπωρία, στο άγχος, και πρέπει κάποιος να τον λυτρώσει. Για να λυτρώσει τον άνθρωπο ο Θεός εισέβαλε στο χώρο, στην ιστορία, έγινε άνθρωπος, και εν Χριστώ μάς έσωσε. Άρα το περιεχόμενο της αποκαλύψεως δεν είναι μία ιδέα, μία κοσμοθεωρία. Πολλοί χρησιμοποιούν τον όρο χριστιανική κοσμοθεωρία, ή χριστιανική ιδεολογία. Δεν πιστεύουμε σε μία κοσμοθεωρία. Το πρόβλημά μας δεν λύνεται με ιδέες και θεωρίες, αλλά με την πίστη στον ένα Θεό, ο οποίος αποκαλύφθηκε. Σ’ αυτόν που κατέβηκε από την κλίμακα, να του δώσουμε το χέρι να μας ανεβάσει εκεί πάνω. Αυτό είναι η σωτηρία, η αποκάλυψη.

Δεν είναι λοιπόν το περιεχόμενο της αποκαλύψεως μία ιδέα και μία θεωρία, αλλά ένα πρόσωπο, το πρόσωπο του Ιησού Χριστού. Πολλοί λένε, ο Χριστός ήταν ένας μεγάλος δάσκαλος, ηθικός αναμορφωτής, κοινωνικός εργάτης. Αν ήταν κάτι από αυτά, αλίμονό μας. Η σωτηρία μας θα ήταν αδύνατη. Θα μπορούσε κάποιος να πει, ο Κομφούκιος είπε πολύ ωραία πράγματα, και ότι ο Μωάμεθ δεν είπε άσχημα πράγματα. Και ο Μωϋσής στην Παλαιά Διαθήκη είπε ωραία πράγματα, κανείς δεν μπορεί να μας σώσει όμως, κανείς δεν είναι ο σωτήρας. Δεν σώζουν οι ηθικές διδασκαλίες, δεν σωζόμαστε αν γίνουμε καλοί άνθρωποι. Και ένας άθεος, βουδδιστής, ινδουϊστής, μπορεί να είναι καλός άνθρωπος. Σώζεται κανείς αν αφήσει το χέρι του να το πιάσει ο Χριστός, ο αποκαλυφθείς Θεός, και να τον οδηγήσει επάνω. Δεν αρκεί να πιστεύεις στον Θεό. Σε θεό πιστεύουν όλες οι θρησκείες. Πρέπει να πιστεύεις στον Χριστό. Το πρόσωπο του Ιησού Χριστού είναι ο Θεός που αποκαλύφθηκε· «Κύριε, δείξον ημίν τον πατέρα και αρκεί ημίν», λέγει ο Φίλιππος (Ιω. 14, 8). Και απαντά ο Χριστός: «Τοσούτον χρόνον μεθ’ υμών ειμί, και ουκ έγνωκάς με, Φίλιππε; ο εωρακώς εμέ εώρακε τον πατέρα»: διότι στο πρόσωπό μου βλέπει κανείς τον Πατέρα. Γι’ αυτό γράφει και ο Παύλος, ότι ο Χριστός είναι η «εικών του Θεού» (Β’ Κορ. 4, 4) «του αοράτου» (Κολ. 1, 15).

Αυτό είναι λοιπόν το περιεχόμενο της αποκαλύψεως του Θεού.

*****

Η κλασική θεολογία διακρίνει μεταξύ φυσικής και υπερφυσικής αποκαλύψεως. Η φυσική αποκάλυψη πραγματώνεται στον κόσμο, στην ιστορία και στη συνείδηση του ανθρώπου. Πράγματι στη θέα του κόσμου, «τοις ποιήμασι νοούμενα καθοράται τα αόρατα του Θεού» (Ρωμ. 1, 20). Άρα λοιπόν υπάρχει η φυσική αποκάλυψη. Όμως η φυσική αποκάλυψη δεν μπορεί να σώσει τον άνθρωπο. Χρειάζεται και η υπερφυσική αποκάλυψη. Χρησιμοποιούμε τη λέξη, όπως είπα, της κλασικής, ακαδημαϊκής θεολογίας. Στην ορθόδοξη θεολογία, εννοώ την πατερική θεολογία, αυτή η διάκριση μεταξύ φυσικού και υπερφυσικού δεν είναι ιδιαίτερα προσφιλής. Οι Πατέρες δεν συμπαθούν αυτόν τον όρο. Περισσότερο χρησιμοποιούν άλλες εικόνες:

Ο Θεός είναι αγάπη. Τα τρία πρόσωπα περιχωρούνται και είναι ενωμένα «ασυγχύτως, ατρέπτως, αδιαιρέτως, αχωρίστως». Ο Θεός, το μόνο όντως μακάριο Ον, υπάρχει ως αγάπη. Επειδή είναι αγάπη, δεν θέλησε να κρατήσει τη μακαριότητά του για τον εαυτό του, αλλά ανοίγει, τρόπον τινά, εξέρχεται εαυτού και δημιουργεί άλλα όντα για να μετάσχουν στην μακαριότητά του. Τα όντα αυτά πρέπει, για να μπορέσουν να μετάσχουν στην μακαριότητά του, να είναι λογικά και ελεύθερα. Αν ήταν λογικά, αλλά δεν ήταν ελεύθερα, σκεφθείτε το βάσανο ενός λογικού όντος που είναι καταναγκασμένο να κάνει κάτι. Εάν ήταν ελεύθερα, αλλά δεν ήταν λογικά, μπορείτε να καταλάβετε τις συνέπειες, από τα μικρά παιδιά. Αφήστε τα να κάνουν ό,τι θέλουν. Θα ήταν καταστροφή. Αυτό σημαίνει το ότι ο άνθρωπος επλάσθη «κατ’ εικόνα» Θεού. Αλλά επλάσθη και «καθ’ ομοίωσιν». Για να μπορέσει να εκπληρώσει το «καθ’ ομοίωσιν» πρέπει να είναι ελεύθερος και λογικός. Αλλιώς δεν θα μπορούσε να έχει αξία η προσπάθειά του, δεν θα μπο-ρούσε το καλό να είναι καλό. Το καλό είναι καλό, γιατί είναι αποτέλεσμα της ελεύθερης επιλογής του ανθρώπου. Το κακό είναι κακό, γιατί πάλι ελεύθερα το επέλεξε ο άνθρωπος. Καλό και κακό είναι το αποτέλεσμα της ελεύθερης επιλογής.

Ανοίγει λοιπόν ο Θεός, εξέρχεται εαυτού, δημιουργεί τον άνθρωπο, δημιουργεί την κτίση για να βάλει τον άνθρωπο μέσα σ’ αυτήν, και του δίνει την εντολή.

Εδώ θα κάνω μία παρένθεση. Όλο αυτό το σύμπαν που υπάρχει – ζούμε σε έναν κόσμο όπου το ηλιακό σύστημα είναι ένα μέρος, ένας κόκκος, ένα από τα πολλά δισεκατομμύρια αστέρια του γαλαξία μας, και υπάρχουν δισεκατομμύρια γαλαξίες – όλα αυτά τα έφτιαξε ο Θεός για τον άνθρωπο; Ναι, για τον άνθρωπο. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι σημερινοί φυσικοί και οι αστρονόμοι δέχονται στην πλειοψηφία τους ως λόγο για τον οποίο έγινε το σύμπαν τη λεγόμενη ανθρωπική αρχή. Το σύμπαν έγινε για τον άνθρωπο. Όλα συντείνουν στον άνθρωπο. Αλλά το τέρμα όλης αυτής της εξελίξεως, αν θέλετε από το μηδέν, από τη στιγμή της λεγομένης μεγάλης εκρήξεως, μέχρι τη στιγμή που εμφανίσθηκε ο άνθρωπος, όλα κατατείνουν στη δημιουργία του ανθρώπου και όλα έγιναν για τον άνθρωπο. Το άνοιγμα αυτό του Θεού δημιουργεί την αρχή του κόσμου και του χρόνου. «Εν αρχή εποίησεν ο Θεός τον ουρανόν και την γην… και είπεν ο Θεός· γενηθήτω φώς· και εγένετο φως… Και είπεν ο Θεός… Και είπεν ο Θεός…» (Γεν. 1, 1 κ.ε.). Αυτό το «και είπεν» είναι μία ανθρωποπαθής έκφραση. Σημαίνει ότι διά του Λόγου του εποίησε τα πάντα, «τω λόγω του Κυρίου εστερεώθησαν οι ουρανοί», «αυτός είπε και εγενήθησαν, αυτός ένετείλατο και έκτίσθησαν». «Ο Πατήρ δι’ Υιού εν Αγίω Πνεύμαπ ποιεί τα πάντα». Αυτό ήταν η αρχή του ανοίγματος του Θεού, η αρχή της αποκαλύψεως δηλαδή. Το τέλος; «Πολυμερώς και πολυτρόπως πάλαι ο Θεός λαλήσας τοις πατράσιν εν τοις προφήταις, επ’ εσχάτου των ημερών τούτων ελάλησεν ημίν εν υίώ» (Εβρ. 1, 1-2). «Ο μονογενής υιός ο ων εις τον κόλπον του πατρός, εκείνος εξηγήσατο» (Ιω. 1, 18). Εκείνος. Δεν χρειαζόμαστε άλλον. Δεν χρειαζόμαστε δηλαδή γκουρού, τον τεκτονισμό, τον ένα οποιονδήποτε -ισμό για να μας οδηγήσει, να μας εξηγήσει τα του Θεού, δεν χρειαζόμαστε θρησκεία, χρειαζόμαστε αποκάλυψη. Ο Χριστός είναι η πληρότης. «Και εκ του πληρώματος αυτού ημείς πάντες ελάβομεν, και χάριν αντί χάριτος· ότι ο νόμος διά Μωϋσέως εδόθη, η χάρις και η αλήθεια διά Ιησού Χριστού εγένετο» (Ιω. 1,17). Ο νόμος εδόθη, η χάρις και η αλήθεια εγένετο, πραγματοποιήθηκε: μία διαφορετική λέ¬ξη, μία διαφορετική έννοια. Και το ίδιο μας λέγει πάλι ο Ιωάννης: «Ο Λόγος σαρξ εγένετο» (Ιω. 1, 14). Το ίδιο ρήμα. Το εγένετο σημαίνει την πραγματοποίηση, την υλοποίηση, κάτι το χειροπιαστό. Ο Λόγος αυτός του Θεού «σαρξ εγένετο». Ο Θεός, τον οποίον «ουδείς εώρακε πώποτε», απεκαλύφθη διά Ιησού Χριστού, ο οποίος έγινε ο μεσίτης της αποκαλύψεως.



Εδώ μπορούμε να διακρίνουμε τρεις βαθμίδες αποκαλύψεως. Η πρώτη είναι όταν ο Θεός ανοίγει, εξέρχεται εαυτού, δημιουργεί τον κόσμο («Εν αρχή εποίησεν ο Θεός τον ουρανόν και την γην»)· στην δεύτερη έχουμε την πλήρωση της αποκαλύψεως («Ο Λόγος σαρξ εγένετο»)· και έχουμε και μιαν τρίτη αποκάλυψη, που είναι η ολοκλήρωση, είναι η μέλλουσα κρίση. Εκεί θα αποκαλυφθεί πάλι ο Θεός, αλλά θα αποκαλυφθεί ως φως για τους αξίους και ως «πυρ καταναλίσκον» για τους αναξίους («Αποκαλύπτεται οργή Θεού απ’ ουρανού επί πάσαν ασέβειαν και αδικίαν ανθρώπων»(Ρωμ. 1,18).

*****

Το περιεχόμενο λοιπόν της αποκαλύψεως είναι ο Ιησούς Χριστός, δηλαδή ο Θεός αποκαλυπτόμενος εν Υιώ, δηλαδή σε μία συγκεκριμένη ανθρώπινη μορφή, ένα συγκεκριμένο ιστορικό πρόσωπο, στο οποίο, «ότε ήλθε το πλήρωμα του χρόνου», ενώθηκε η θεότητα με την ανθρωπότητα.

Πού βρίσκεται η αποκάλυψη αυτή; Πού φυλάσσεται, ποιός την προσφέρει;

Ο Χριστός ήλθε στη γη, έζησε, σταυρώθηκε, αναστήθηκε, ανελήφθη, αλλά δεν έφυγε από τον κόσμο. Συνεχίζει να ζει παρατεινόμενος στους αιώνες ως Εκκλησία. Ο Χριστός είναι η Εκκλησία, την οποία ίδρυσε ο ίδιος με τη σταυρική του θυσία, και την οποία τρέφει και συντηρεί με το αίμα του διά της Θείας Ευχαριστίας. Αυτός έστειλε από το θρόνο του Θεού το Άγιο Πνεύμα, που συνήγαγε στο όνομά του όλους όσοι πίστευσαν και βαπτίσθηκαν για να αποτελέσουν την μεσσιανική σύναξη, την κοινωνία των αγίων, τον νέο Ισραήλ, το λαό του Θεού. Γι’ αυτό μετά την θεία κοινωνία των πιστών, λέει ο ιερέας: «Σώσον, ο Θεός, τον λαόν σου και ευλόγησον την κληρονομίαν σου». Γινόμαστε λαός του Θεού, κληρονομιά του, διά της Θείας Ευχαριστίας, που μόνον στην Εκκλησία προσφέρεται και η οποία μόνον δομεί την Εκκλησία. Όπου Εκκλησία, εκεί και Θεία Ευχαριστία, και όπου τελείται η Θεία Ευχαριστία εκεί βρίσκεται η Εκκλησία.

Αυτό είναι η ‘Εκκλησία: ο λαός του Θεού, το σώμα του Χριστού, με κεφαλή το Χριστό και μέλη εκείνους που μπολιάσθηκαν στο σώμα της Εκκλησίας και τρέφονται από τους ζωτικούς χυμούς του δένδρου αυτού, που είναι η Εκκλησία: τρέφονται από την Θεία Ευχαριστία. Εκεί μπορεί να βρει κανείς τον, απρόσιτο μεν, άλλα αποκαλυπτόμενο εν Χριστώ Ιησού Θεό.

Αυτήν την αποκάλυψη η Εκκλησία την προσφέρει ως θεματοφύλαξ της με δύο τρόπους:

α). ως σώμα και αίμα Χριστού. Παίρνοντας το σώμα και το αίμα του Χριστού παίρνουμε τον ίδιο τον αποκαλυφθέντα Θεό που κατέβηκε κάτω στη γη·

β). ως κήρυγμα, ως προφορικό και γραπτό λόγο του Θεού.

Την μεν πρώτη μορφή της αποκαλύψεως την παίρνουμε διά του στόματος, τη δεύτερη διά των ώτων, της ακοής· βρώση και ακοή. Αυτά συμβολίζουν και οι δύο Είσοδοι που γίνονται στην Εκκλησία, Μικρά και Μεγάλη. Στη Μικρά Είσοδο ο διάκονος ή ο ιερέας κρατεί το Ευαγγέλιο, το οποίο λιτανεύει διά μέσου των πιστών – όλοι, όλος ο λαός μετέχει σ’ αυτό – και λέει: «Σοφία»: αυτό που κρατώ είναι η Σοφία· «ο Χριστός εγενήθη σοφία ημίν από Θεού» (Α’ Κορ. 1, 30). Η σοφία του Θεού είναι ο Χριστός. Αυτό που κρατώ είναι ο Χριστός, η Σοφία. «Ορθοί» λοιπόν. Και ψάλλεται κατόπιν: «Δεύτε προσκυνήσωμεν και προσπέσωμεν Χριστώ…», δηλαδή τη Σοφία του Θεού. Ακολούθως εναποτίθεται το Ευαγγέλιο στην Αγία Τράπεζα και στη συνέχεια διά της αναγνώσεως και του κηρύγματος γίνεται ο αποκαλυφθείς Λόγος του Θεού προσιτός σε μας διά των ώτων, της ακοής.

Στη Μεγάλη Είσοδο παίρνει ο διάκονος ή ο ιερέας τα Τίμια Δώρα που δεν έχουν μεταβληθεί ακόμη σε σώμα και αίμα Χριστού, έχουν όμως προετοιμασθεί στην Προσκομιδή, και εν λιτανεία λέει πάλι: «Πάντων ημών μνησθείη Κύριος ο Θεός εν τη βασιλεία αυτού πάντοτε, νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων». Εν τη βασιλεία αυτού. Όλη αυτή η λιτανεία συμβολίζει την πορεία προς τη βασιλεία του Θεού, η οποία βασιλεία ανοίχθηκε με την πόρτα του «Ευλογημένη η βασιλεία…» στην αρχή της Θείας Λειτουργίας. Ανοίγουμε με τη Λειτουργία τις πύλες: «Εγώ ειμί η θύρα» (Ιω. 10, 7.9), ελάτε να μπείτε δι’ εμού στη βασιλεία των ουρανών. Και όλοι μας γνωρίζουμε ότι στη θέση του τρίτου Αντιφώνου, στο σημείο που σήμερα ψάλλουμε για λόγους συντομίας το Απολυτίκιο, κανονικά ψάλλονται οι Μακαρισμοί, στους οποίους αναλύεται πως ο Αδάμ εξεβλήθη του παραδείσου και πως ο ληστής «παρεβίασε» τις πύλες του με το «μνήσθητί μου». Ο παράδεισος είναι η βασιλεία του Θεού.

Άρα λοιπόν η βασιλεία του Θεού εκφράζεται με τις δύο αυτές πομπές, λιτανείες, εισόδους, που είναι ένα νόμισμα με δύο πλευρές. Δε μπορούμε να τις χωρίσουμε. Δε μπορούσε να κάνουμε Θεία Ευχαριστία χωρίς ανάγνωση Ευαγγελίου, ούτε ανάγνωση Ευαγγελίου χωρίς τη Θεία Ευχαριστία. Αυτοί είναι οι δύο πόλοι, γύρω από τους οποίους περιστρέφεται όλη η Θεία Λειτουργία και συνεπώς όλη η εν Χριστώ ζωή μας. Άρα η βασιλεία του Θεού, η αποκάλυψη, είναι κηρυσσομένη και βιουμένη, κηρυγματική και βιωματική. Πρώτα κηρύσσεται και ύστερα βιούται. Πρώτα διαβάζουμε το Ευαγγέλιο και μετά κοινωνούμε. Πώς θα σωθούν, αν δεν πιστέψουν; και πώς θα πιστέψουν, λέγει ο Απόστολος Παύλος, αν δεν ακούσουν; και πώς θα ακούσουν αν κάποιος δεν τους κηρύξει; (Ρωμ. 10, 14- 15). Απόστολος, Ευαγγέλιο, και μετά πάμε να κοινωνήσουμε. Πριν όμως, ομολογούμε τι πιστεύουμε. Αυτά όλα είναι με σοφία, θεόπνευστα βαλμένα έτσι. Η Θεία Κοινωνία είναι η πρόσληψη του Χριστού, η πρόσληψη του αποκαλυφθέντος Χριστού, άρα η βίωση της εν Χριστώ και διά του Χριστού σωτηρίας. Πριν από τη βίωση πρέπει να πιστέψουμε. Σ’ αυτό συντελεί η Γραφή, που είναι η κηρυσσομένη αποκάλυψη του Θεού, προϋπόθεση για την βιουμένη. Κηρυσσομένη και βιουμένη αποτελούν μιαν ενότητα, όπως η Θεία Λειτουργία. Δεν χωρίζονται, γιατί και τα δύο οικοδομούν, συντηρούν, τρέφουν και αυξάνουν την Εκκλησία. Και η Γραφή δεν είναι ένα μέρος της ζωής της Εκκλησίας, αλλά είναι ενσωματωμένη στη ζωή της Εκκλησίας, γιατί μόνον στην Εκκλησία αποκαλύπτεται ο Θεός, μόνον εκεί βιώνει ο άνθρωπος το Θεό.

******

Ένα λάθος πολλών που διαβάζουν την Αγία Γραφή είναι ότι βλέπουν σε αυτήν απλώς ένα ηθικό μήνυμα. Η Αγία Γραφή δεν είναι βιβλίο προσωπικής ευσέβειας. Δεν είναι βιβλίο προσωπικής ερμηνείας. Είναι ένα βιβλίο της Εκκλησίας. Η Αγία Γραφή γνωρίζεται, παραλαμβάνεται και ερμηνεύεται διά της Εκκλησίας, υπό της Εκκλησίας, εν τη Εκκλησία και διά την Εκκλησίαν. Ακόμη και ο ψάλτης, που είναι κατώτερος κληρικός, και αυτός παραλαμβάνει τον Απόστολο από το χέρι του ιερέως και σ’ αυτόν το επιστρέφει· αυτή είναι μία συμβολική κίνηση, που δείχνει ότι η Αγία Γραφή είναι βιβλίο της Εκκλη-σίας. Βιβλίο βεβαίως που οικοδομεί τον άνθρωπο, αλλά οικοδομεί πρωτίστως την Εκκλησία. Αν ο άνθρωπος οικοδομηθεί μόνος του, αυτόνομα, έξω από την Εκκλησία, δεν κάνει τίποτα. Αν απομονώσουμε τη Γραφή από την Εκκλησία, η Γραφή είναι ένα ξεριζωμένο δένδρο και δεν μας χρειάζεται σε τίποτε.

Ποιός μάς λέει ότι η αποκάλυψη περιέχεται στην Αγία Γραφή; Μας το λέει η Εκκλησία διά της παραδόσεως. Τί είναι η παράδοση; Παλιά τα σχολικά βιβλία έλεγαν ότι, δύο είναι οι πηγές της πίστεώς μας, η Αγία Γραφή και η Ιερά Παράδοσις. Αυτό το αντιγράψαμε από εγχειρίδια Δογματικής των ρωμαιοκαθολικών, που θέλησαν να απαντήσουν στο Λούθηρο, που υποστήριζε το sola scriptura, μόνον η Γραφή.

Δεν κυριολεκτούμε όταν λέμε για την παράδοση, ότι είναι πηγή της πίστεώς μας. Ως παράδοση εννοούμε την πράξη του παραδίδειν, αλλά και αυτό που παραδίδεται. Παραδίδω κάτι, αλλά για να το παραδώσω, το παρέλαβα από κάπου. Την παράδοση παραλάβαμε από τους Πατέρες μας και εκείνοι από τους άλλους Πατέρες κ.ο.κ., για να φθάσουμε μέχρι τους Αποστόλους, που την παρέλαβαν από τον ίδιο τον Χριστό. Ο Απόστολοι την παρέδωσαν περαιτέρω, γι’ αυτό λέγεται αποστολική παράδοση και παρεδόθη όχι εκτός της Εκκλησίας, αλλά μέσα στην Εκκλησία υπό της Εκκλησίας, γι’ αυτό και λέγεται η Εκκλησία μας αποστολική Εκκλησία. Άρα παράδοσή είναι, πρώτα η πράξη του παραλαμβάνειν και παραδίδειν, και ύστερα αυτό το περιεχόμενο του τι παραλαμβάνουμε και παραδίδουμε.

Το περιεχόμενο της παραδόσεως είναι η πίστη μας που κατεγράφη στην Αγία Γραφή. Αλλά και η Αγία Γραφή είναι μέρος της παραδόσεως. Το πρώτο βιβλίο της Αγίας Γραφής γράφτηκε περί το 50 (πρόκειται για την Α’ προς Θεσσαλονικείς Επιστολή), τα τελευταία βιβλία (κατά Ιωάννην, Αποκάλυψη) γύρω στο 100. Στο μεταξύ διάστημα των 50 ετών δεν είχαμε πλήρη την Αγία Γραφή. Ή, αν θέλετε, προ του 50 δεν είχαμε καν Καινή Διαθήκη. Και όμως υπήρχε η παράδοση και η πίστη. Άρα η παράδοση είναι κάτι το ζωντανό, κάτι που περιέχει την Αγία Γραφή. Η Γραφή είναι η γραπτή παράδοση της αποκαλύψεως του Θεού, όπως η παράδοση είναι η άγραφη αποκάλυψη του Θεού, το άγραφο βιβλίο της αποκαλύψεως του Θεού. Δεν είναι παράδοση τύπων, ιδεών, δογματικών απόψεων, παράδοση ηθών ή εθίμων είναι αυτή η ίδια η ζωή της Εκκλησίας, η ζωή εν Αγίω Πνεύματι, είναι η μνήμη της Εκκλησίας για τον ιδρυτή της και τα πρώτα βήματά της, είναι η καταγραφή της εμπειρίας της Εκκλησίας. Γι’ αυτό πιστεύουμε «κατά τας Γραφάς». Είναι θεόπνευστη, γιατί όλη η ζωή της ‘Εκκλησίας είναι θεόπνευστη. Έτσι στο sola scriptura ή στο sola fide του Λουθήρου θα μπορούσαμε να απαντήσουμε και εμείς sola ecclesia. Η Εκκλησία διατηρεί την πίστη, τη Γραφή. Έτσι Γραφή, παράδοση και Εκκλησία περιχωρούνται, όπως τα τρία πρόσωπα της Αγίας Τριάδος. Δεν χωρίζονται, το ένα περιέχεται στο άλλο, το ένα μαρτυρείται, ζωοποιείται, ερμηνεύεται και ελέγχεται από το άλλο.

Η Εκκλησία είναι ο χώρος που η Αγία Γραφή ζει μέσα στην Ιερά Παράδοση, αποκαλύπτουσα τον απρόσιτο Θεό. Η παράδοση αυτή της Εκκλησίας εκφράζεται διά των αγίων Πατέρων. Οι Πατέρες είναι τα στόματα της Εκκλησίας. Με την Γραφή εφάπαξ η Εκκλησία εξέφρασε την εμπειρία της ως προς την αποκάλυψη του Θεού διά Ιησού Χριστού. Με τους Πατέρες εκφράζει η Εκκλησία διαρκώς την εμπειρία της ως προς την πορεία της μέσα στην ιστορική πραγματικότητα.

Την Κυριακή της Ορθοδοξίας ακούμε στην Εκκλησία μας το λεγόμενο «Συνοδικόν», το οποίο εκφράζει άριστα όσα είπαμε για την αποκάλυψη του απροσίτου Θεού που διαφυλάσσεται μέσα στην Εκκλησία:

«Οι Προφήται ως είδον [πρβλ. Παλαιά Διαθήκη], οι Απόστολοι ως εδίδαξαν [πρβλ. Καινή Διαθήκη], η Εκκλησία ως παρέλαβεν [πρβλ. Ιερά Παράδοση], οι Διδάσκαλοι ως εδογμάτισαν [πρβλ. Πατέρες], η Οικουμένη ως συμπεφώνηκεν [πρβλ. Οικουμενικές Σύνοδοι], η χάρις ως έλαμψεν, η αλήθεια ως αποδέδεικται, το ψεύδος ως απελήλαται, η σοφία ως επαρρησιάσατο, ο Χριστός ως εβράβευσεν ούτω φρονούμεν, ούτω λαλούμεν, ούτω κηρύσσομεν Χριστόν τον αληθινόν Θεόν ημών… Αύτη η πίστις των Αποστόλων, αύτη η πίστις των Πατέρων, αύτη η πίστις των Ορθοδόξων, αύτη η πίστις την οικουμένην εστήριξεν».

*****

Ύστερα από αυτή τη διαδρομή στο μυστήριο του απροσίτου πλην αποκαλυπτομένου Θεού, μπορούμε να κλείσουμε την εισήγησή μας συνοψίζοντας εν είδει συμπεράσματος τα λεχθέντα:

Ο απρόσιτος Θεός απεκαλύφθη όταν «ο Λόγος σαρξ εγένετο». Η πληρότης της αποκαλύψεως του Θεού είναι ο ενανθρωπήσας Υιός Ιησούς Χριστός.

Ο Ιησούς Χριστός είναι «φως εις αποκάλυψιν εθνών», είναι η μόνη πηγή της αποκαλύψεως του Πατρός εν Αγίω Πνεύματι διά της Εκκλησίας, η οποία Εκκλησία είναι «ο Χριστός παρατεινόμενος εις τους αιώνας» (ι. Αυγουστίνος). Συνεπώς: στην ‘Εκκλησία κηρύσσεται διά της Αγίας Γραφής, που ζει, φυλάσσεται και ερμηνεύεται μέσα στην Ιερά Παράδοση, ο εν Χριστώ αποκαλυφθεις απρόσιτος Θεός. Μέσα στην Εκκλησία ο πιστός ενώνεται με τον Χριστό, που είναι η μοναδική οδός και θύρα η οποία οδηγεί στον διά του Ιησού Χριστού αποκαλυφθέντα απρόσιτο Θεό. Ακολουθώντας αυτήν την οδό, περνώντας από αυτήν την θύρα, ο άνθρωπος συναντά τον Θεό. Και έτσι ο Θεός αποκαλύπτεται στον άνθρωπο, παύει να είναι απρόσιτος και είναι πλέον πατέρας.

(Γεωργίου Αντ. Γαλίτη, Ομοτ. Καθηγητού Παν/μίου Αθηνών, «Αποκάλυψη και Εκκλησία», εκδ. Ι. Μητροπόλεως Ηλείας, Πύργος 2006, σελ. 24-39)



Δευτέρα 19 Σεπτεμβρίου 2016

Ιωάννης Ν. Λίλης: Ο Μακαριστός Μητροπολίτης Ιεραπύτνης και Σητείας κυρός Ευγένιος,όπως τον γνώρισα



Δρ. Ιωάννης Ν. Λίλης
Λέκτορας Δογματικής και Συμβολικής Θεολογίας
της Πατριαρχικής Ανωτάτης Εκκλησιαστικής Ακαδημίας Κρήτης

Η γνωριμία μου με τον μακαριστό πλέον Μητροπολίτη Ιεραπύτνης και Σητείας κυρό Ευγένιο, ξεκινά πριν εννέα χρόνια και οφείλεται στα κοινά εν πολλοίς ακαδημαϊκά μας ενδιαφέροντα. Είχε χρηματίσει επιστημονικός βοηθός στην τότε ακαδημαϊκή Έδρα, σήμερα Τομέα, του Κανονικού Δικαίου της Θεολογικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και ενδιαφερόταν ιδιαιτέρως για την ακαδημαϊκή εξέλιξη της Πατριαρχικής Ανωτάτης Εκκλησιαστικής Ακαδημίας Κρήτης, η οποία τότε διένυε τον πρώτο χρόνο λειτουργίας της, ως Ανώτατο Ίδρυμα. Συχνά προσκαλούσε τους Καθηγητές της Εκκλησιαστικής Ακαδημίας ως επίσημους ομιλητές της Ιεράς Μητροπόλεως του, είτε σε καθαρά ακαδημαϊκές εκδηλώσεις, είτε σε κατανυκτικούς εσπερινούς, της Μεγάλης Τεσσαρακοστής. Σε μία ανάλογη ακαδημαϊκή συνάντηση είχαμε γνωριστεί.
Δάσκαλο του θεωρούσε τον Καθηγητή της Δογματικής και Συμβολικής Θεολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης μακαριστό πρωτοπρεσβύτερο Ιωάννη Ρωμανίδη, και επειδή προέρχομαι από τον Τομέα του Ρωμανίδη (αλλά όταν πλέον τον κατείχε ο Νίκος Ματσούκας), μου διηγούνταν πολλές φορές τον σοφό τρόπο που αντιμετώπιζε ο Ρωμανίδης την Επιστήμη και τη ζωή. Συνήθιζε μάλιστα να λέει : «Με τον Ρωμανίδη δεν έπαιζες…».
Μέχρι το τέλος της ζωής του αρθρογραφούσε σε επιστημονικά περιοδικά κυρίως με θέματα της Εκκλησιαστικής Ιστορίας. Θυμάμαι τώρα το τελευταίο του άρθρο στο επίσημο Δελτίο της Οικουμενικού Πατριαρχείου «Ορθοδοξία» με βασικό θέμα Εκκλησιαστικής Ιστορίας. Ο Ιεραπύτνης και Σητείας κυρός Ευγένιος, ως λαϊκός Μιχάλης Πολίτης, είχε χρηματίσει για δύο χρόνια επιστημονικός βοηθός με επίσημη έμμισθη θέση στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο και πρόλαβε τους τελευταίους Πρυτάνεις, στην ιστορία του νεότερου ελληνικού κράτους, με διορισμό κατευθείαν από τον Υπουργό Παιδείας και όχι με ψήφο. Πώς τα έφερε η ζωή και ο τελευταίος διορισμένος Πρύτανης του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης ήταν ο δικός του Καθηγητής, ο οποίος μάλιστα ήταν και Μητροπολίτης, ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Τυρολόης και Σερεντίου Παντελεήμων Ροδόπουλος˙ Ιεράρχης του Οικουμενικού Πατριαρχείου και Ηγούμενος της Ιεράς Μονής Βλατάδων Θεσσαλονίκης. Κατά τη δική του μαρτυρία, η εμπειρία του εκείνες τις ημέρες δίπλα σε έναν Πρύτανη και Ιεράρχη αποτέλεσαν ανεκτίμητο πλούτο για τη μετέπειτα ζωή του. Αν έμενε στο Πανεπιστήμιο, συγγράφοντας διδακτορική διατριβή και μετέπειτα υφηγεσία, σίγουρα θα διαδεχόνταν τον Παντελεήμονα Ροδόπουλο στην έδρα του Κανονικού Δικαίου, ως εδρούχος Καθηγητής. Τα άφησε όλα για τον Χριστό και ενεδύθηκε το μοναχικό σχήμα στην ιδιαίτερη πατρίδα του το Ηράκλειο της Κρήτης. Επειδή αφιέρωσε όλη του την ύπαρξη στην Εκκλησία, η Εκκλησία τον ανέβασε πολύ ψηλά αναδεικνύοντας τον, το 1994, Μητροπολίτη Ιεραπύτνης και Σητείας. Ποτέ δεν ξέχασε το ακαδημαϊκό του παρελθόν. Συνέχεια παρέπεμπε στην επιστημονική βιβλιογραφία και αγαπούσε φράσεις των μεγάλων Εκκλησιαστικών Θεολόγων της Βυζαντινής περιόδου. Χρησιμοποιούσε τακτικά το «θεοχαρίστως» και «θεοδιδάκτως» του αγίου Μαξίμου Ομολογητού καθώς και τη διάκριση «κτιστού» και «ακτίστου» του Μεγάλου Αθανασίου. Οι εγκύκλιοι του και οι ομιλίες του το δείχνουν πολύ καθαρά.
Δυστυχώς πριν από λίγες ώρες ο μακαριστός πλέον Μητροπολίτης Ιεραπύτνης και Σητείας κυρός Ευγένιος έφυγε από κοντά μας, ακριβώς εννέα ημέρες μετά την κοίμηση της μητέρας του Ροδάνθης. Το πένθος είναι νωπό και ιδιαίτερα βαρύ. Δεν απελπιζόμαστε όμως όπως οι λοιποί που δεν έχουν ελπίδα. Θα μας ενώνει πάντοτε και η ακαδημαϊκή θεολογία, κυρίως όμως η Εκκλησιολογική που χαρίζει το Άκτιστο Φως της Αναστάσεως του Κυρίου μας.
Καλό Παράδεισο!!!
-----------------------------------------

1 Άρθρο που δημοσιεύθηκε στην ημερήσια εφημερίδα «Νέα Κρήτη» την Δευτέρα 19 Σεπτεμβρίου 2016, αριθμός φύλλου 4824, σελ. 3.  


Τετάρτη 14 Σεπτεμβρίου 2016

ΣΧΟΛΙΟ ΓΙΑ ΤΑ ΝΕΑ ΠΣ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΩΝ ΛΥΚΕΙΟΥ

Τα νέα ΠΣ Θρησκευτικών Λυκείου[1] διαπνέονται από δυναμική ανανέωσης και οπωσδήποτε αποτελούν γόνιμη πρόκληση για κάθε ανήσυχο εκπαιδευτικό. Οι συνάδελφοι που τα εκπόνησαν κατέβαλαν φιλότιμη προσπάθεια ώστε να καταστήσουν το μάθημα ελκυστικό προς τις ανάγκες και τα ενδιαφέροντα των μαθητών.
Τα νέα ΠΣ Λυκείου είναι πολυπρισματικά, λαμβάνουν υπόψη τους τις σύγχρονες παιδαγωγικές και διδακτικές αντιλήψεις, δίνουν έναυσμα για διαθεματικές, βιωματικές, ομαδοσυνεργατικές και πολλές ακόμη δραστηριότητες και καλλιεργούν την αυτενέργεια εκπαιδευτικών και μαθητών.
Ωστόσο η σπουδή του Υπουργείου Παιδείας να εφαρμόσει τα νέα ΠΣ [βλ. ΦΕΚ Β' 2906, 13.09.2016] χωρίς προηγούμενη προετοιμασία της εκπαιδευτικής κοινότητας (ουσιαστική επιμόρφωση, σεμινάρια κλπ) και -το κυριότερο- χωρίς διδακτικό εγχειρίδιο καθιστά δύσκολο το πεδίο εφαρμογής της όλης διαδικασίας. Δεν είναι δυνατόν να δίνονται τα παλαιά διδακτικά εγχειρίδια και ο εκπαιδευτικός να καλείται να εφαρμόσει τα νέα, ιδιαίτερα απαιτητικά ΠΣ, χωρίς κάποιο διδακτικό πακέτο. Κακά τα ψέματα: για πρακτικούς -και όχι μόνο- λόγους το εγχειρίδιο είναι απαραίτητο εργαλείο στην όλη σχολική διαδικασία και από το Υπουργείο θα έπρεπε να είχε ληφθεί η σχετική μέριμνα ανάθεσης για τη συγγραφή νέων βιβλίων που θα βασίζονται στη φιλοσοφία των νέων ΠΣ. 
Φυσικά ως προς την εφαρμογή των ΠΣ υπάρχουν και άλλα τεχνικά και πρακτικά προβλήματα. Αναφέρουμε δείγματος χάριν την πρόβλεψη των νέων ΠΣ για πραγματοποίηση των μαθημάτων σε συνεχόμενο δίωρο, γεγονός πρακτικά αδύνατο σε μεγάλα Λύκεια, που πρέπει να υλοποιήσουν πρόγραμμα μαθημάτων με πάρα πολλά προαπαιτούμενα (ζώνες Project, έκθεση, ζώνη μαθημάτων προσανατολισμού, μετακινούμενοι εκπαιδευτικοί προς τη σχολική μονάδα ή σε άλλη σχολική μονάδα κλπ). Επίσης δεν θα πρέπει να μας διαφεύγει ότι δεν υπάρχουν οι απαιτούμενοι πόροι για την εφαρμογή των νέων ΠΣ (στις περισσότερες αίθουσες ο εκπαιδευτικός βρίσκει μόνο μια...πρίζα και έναν πίνακα).
Σε κάθε περίπτωση και παρά τις ομολογουμένως πολλές αντιξοότητες τα νέα ΠΣ κινούνται σε σωστή κατεύθυνση, αφήνουν πολλά περιθώρια διδακτικών πρωτοβουλιών στον εκπαιδευτικό, διαπνέονται από πνεύμα ελευθερίας, σεβασμού της ετερότητας και ανάδειξης του προσωποκεντρικού προτάγματος, γεγονός ιδιαίτερα σημαντικό στους ρευστούς καιρούς της κρίσης και της γενικευμένης παραίτησης.


14/9/2016
Γ. Μ. Βαρδαβάς

-------------------------------------------------------
[1] Τα νέα ΠΣ είναι διαθέσιμα στην ιστοσελίδα του ΙΕΠ στον ακόλουθο σύνδεσμο: http://www.iep.edu.gr/index.php/el/?option=com_content&view=article&id=451


φωτογραφήματα 134

φωτό: ΠΕΡΑ ΑΠΟ ΤΟ ΑΤΟΜΟ



Τρίτη 13 Σεπτεμβρίου 2016

π. ΔΗΜ. ΜΠΟΚΟΥ, Η ΕΥΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ

φωτό από εδώ

Ὅταν ὁ λειτουργὸς τοῦ Θεοῦ κάνει τὴν προετοιμασία τῆς Θείας Λειτουργίας, ἀρχίζει τὴν ἀκολουθία τῆς Προθέσεως ἢ Προσκομιδῆς μὲ μία χαρακτηριστικὴ κίνηση: Ὑψώνει τὸ πρόσφορο μὲ τὴν ἁγία λόγχη μέχρι τὸ μέτωπό του καὶ λέγει τὸ τροπάριο: Ἐξηγόρασας ἡμᾶς ἐκ τῆς κατάρας τοῦ νόμου τῷ τιμίῳ σου αἵματι· τῷ Σταυρῷ προσηλωθεὶς καὶ τῇ λόγχῃ κεντηθείς, τὴν ἀθανασίαν ἐπήγασας ἀνθρώποις, Σωτὴρ ἡμῶν, δόξα σοι. Κατόπιν, χαράσσοντας μὲ τὸ πρόσφορο στὸν ἀέρα τὸ σημεῖο τοῦ σταυροῦ, λέγει: Εὐλογητὸς ὁ Θεὸς ἡμῶν… Θυμᾶται ὅτι καθετὶ καλὸ στὸν κόσμο καὶ κυρίως ἡ ἀθανασία πηγάζει ἀπὸ τὴν “προσήλωση”, τὸ κάρφωμα τοῦ Χριστοῦ στὸν Σταυρό.
Ἡ ὕψωση τοῦ Χριστοῦ πάνω στὸ ἐπικατάρατο ὄργανο τῆς θανατικῆς του ἐκτέλεσης εἶχε ὡς ἀποτέλεσμα νὰ ἀναδειχτεῖ ὁ Σταυρὸς ξύλον εὐλογημένον. Ἔκτοτε, κάθε εὐλογία δίδεται στὸν κόσμο μὲ τὸ σημεῖο τοῦ Σταυροῦ. Καὶ δὲν μποροῦσε νὰ γίνει διαφορετικά, γιατὶ ἡ ὕψωση τοῦ Χριστοῦ πάνω στὸν Σταυρὸ εἶναι ἡ πιὸ δυνατὴ ἔκφραση τῆς ὑπέρμετρης ἀγάπης τοῦ Θεοῦ γιὰ τὸν ἄνθρωπο. Ἡ ἄκρως ἐρωτικὴ αὐτὴ πράξη τοῦ Θεοῦ, νὰ πεθάνει αὐτὸς ἀντὶ γιὰ τὸν ἄνθρωπο, εἶναι τὸ κεντρικὸ μοτίβο τοῦ θείου σχεδίου γιὰ τὴ σωτηρία μας. Τόσο πολὺ ἀγάπησε ὁ Θεὸς τὸν κόσμο, ὥστε νὰ δώσει τὸν Υἱόν του τὸν μονογενῆ, ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς αὐτὸν μὴ ἀπόληται, ἀλλ’ ἔχῃ ζωὴν αἰώνιον (Ἰω. 3, 13-16).
Ἀφοῦ ἡ ἑκούσια σταυρικὴ θυσία ἐκφράζει τὴν ἀνεπανάληπτη ἀγάπη τοῦ Θεοῦ γιὰ τὸ χαμένο πλάσμα του, ὁ Χριστὸς κατὰ συνέπεια ταυτίζεται μὲ τὸν ἄρτο τῆς προθέσεως, δηλαδὴ μὲ τὸ πρόσφορο ποὺ προσφέρει ὁ πιστὸς λαὸς καὶ ὁ λειτουργὸς τὸ ὑψώνει ὡς προσφορά, τὸ προσκομίζει στὸν Θεὸ ὡς θυσίαν αἰνέσεως. Τὸ πρόσφορο ἔχει τὴν ἱστορική του ἀρχὴ στοὺς ἄρτους τῆς προθέσεως, ποὺ προσφέρονταν στὴν παλαιὰ σκιώδη λατρεία τοῦ μωσαϊκοῦ νόμου. Κατὰ τὴν ἐντολὴ τοῦ Θεοῦ, κάθε Σάββατο δώδεκα μεγάλοι ἄρτοι, ζυμωμένοι ἀπ’ τὸ καλύτερο ἀλεύρι, τοποθετοῦνταν πάνω στὴν τράπεζα τῆς προθέσεως, μέσα στὰ για τῆς Σκηνῆς τοῦ Μαρτυρίου, γιὰ νὰ βρίσκονται συνεχῶς ἐνώπιον τοῦ Κυρίου.
Ὁ Χριστὸς εἶναι ὁ ἄρτος τῆς προθέσεως, γιατὶ προτίθεται ὡς ἑκούσια θυσία καὶ προσφορά. Ἡ κίνηση τοῦ ἱερέως, μὲ τὴν ὁποία ξεκινᾶ τὴν ἀκολουθία τῆς Προθέσεως, ἀναπαριστᾶ αὐτὴν ἀκριβῶς τὴν ὑπέρτατη θυσία τοῦ Χριστοῦ ὑπὲρ τοῦ κόσμου παντός. Γιατὶ ὁ Χριστὸς εἶναι ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ ἑκουσίως. Διαμελίζεται, ἂν καὶ παραμένει ὁλόκληρος σὲ κάθε τμῆμα του, γιὰ νὰ δοθεῖ εἰς βρῶσιν τοῖς πιστοῖς. Εἶναι ὁ προσφερόμενος καὶ διαδιδόμενος, ὁ πάντοτε ἐσθιόμενος καὶ μηδέποτε δαπανώμενος, τοὺς δὲ ἐσθίοντας ἁγιάζων. Γι’ αὐτὸ ἀκριβῶς ὁ ἄρτος τῆς προθέσεως ὑποδηλώνει τὸν ἀνεξάντλητο πλοῦτο τῆς θεϊκῆς ἀγαθότητας.
Ὁ θάνατος πάνω σὲ σταυρὸ ἦταν κατάρα. Ἡ πιὸ μεγάλη ἀτίμωση τοῦ ἀνθρώπου. Προορίζονταν γιὰ τοὺς χειρότερους κακούργους. Ἐπικατάρατος πᾶς ὁ κρεμάμενος ἐπὶ ξύλου. Καὶ ὁ Χριστὸς ταπεινώθηκε βαθιὰ ὅταν ὑψώθηκε πάνω στὸν Σταυρό. Θεωρήθηκε ὁ μεγαλύτερος κακοῦργος. Μετὰ ἀνόμων ἐλογίσθη, ἔγινε ὑπὲρ ἡμῶν κατάρα (Μάρκ. 15, 28· Γαλ. 3, 13). Τὸ ἀνήκουστο γεγονὸς μιᾶς τέτοιας ἀκατάληπτης θυσίας μετέβαλε τὸ ξύλο τοῦ Σταυροῦ σὲ εὐλογία. Ἡ ἄκρα ταπείνωσις τοῦ Χριστοῦ, ἡ ὕψωσή του στὸν Σταυρό, πήγασε γιὰ τὸν κόσμο τὴν ἀνυπέρβλητη εὐλογία τῆς αἰώνιας ζωῆς.
Δὲν ἀποκλείεται ἀπὸ αὐτὴ τὴν εὐλογία κανένας! Ὅποιος δὲν θέλει μονάχα!

(ΛΥΧΝΙΑ ΝΙΚΟΠΟΛΕΩΣ, ἀρ. φ. 398, Σεπτ. 2016) 


Θεόδωρος Ι. Ρηγινιώτης, Ιστορικοί και θαυματουργοί σταυροί στο Ρέθυμνο



Στις 14 Σεπτεμβρίου η Ορθόδοξη Εκκλησία γιορτάζει την Παγκόσμια Ύψωση του Τιμίου και Ζωοποιού Σταυρού. Αυτή η ημέρα είναι αντίστοιχη με τη Μεγάλη Παρασκευή, γι’ αυτό οι χριστιανοί νηστεύουν και το λάδι (τρώνε μόνο φυτική τροφή, αλάδωτη), εκτός αν πέσει Σάββατο ή Κυριακή, ημέρες που δεν νηστεύεται το λάδι (εκτός από το Μέγα Σάββατο, το μόνο Σάββατο που νηστεύεται το λάδι).
Η γιορτή αυτή τιμά δυο γεγονότα: την πρώτη ύψωση του Τιμίου Σταυρού (δηλαδή του σταυρού, στον οποίο σταυρώθηκε ο Ιησούς Χριστός), από την αγία Ελένη, στα Ιεροσόλυμα, όταν τον βρήκε μετά από ανασκαφές στον 4ο αιώνα μ.Χ., και τη δεύτερη ύψωση, από τον αυτοκράτορα Ηράκλειο, τον 7ο αιώνα μ.Χ., πάλι στα Ιεροσόλυμα, όταν τον πήρε πίσω από τους Πέρσες, που τον είχα πάρει με επιδρομή τους.
Ο σταυρός αυτός δεν υπάρχει ολόκληρος σήμερα, γιατί έχει κοπεί και το ξύλο του (το «τίμιο ξύλο») έχει μοιραστεί ήδη από τα βυζαντινά χρόνια σε πολλές εκκλησίες και μοναστήρια σε όλο το χριστιανικό κόσμο.

Θαυματουργοί σταυροί στον τόπο μας

Στον τόπο μας υπάρχουν σταυροί με τίμιο ξύλο, όπως και θαυματουργοί σταυροί γενικότερα. Μερικοί από αυτούς είναι:

Α) Ο σταυρός της Στεφάναινας (Κατίνας Βασιλάκη), που φυλάσσεται στο γνωστό εκκλησάκι του Τιμίου Σταυρού (στο λόφο πάνω από το νοσοκομείο της πόλης μας), όπου κάθε χρόνο το πρώτο μισό του Σεπτέμβρη γίνονται κάθε πρωί και βράδυ λειτουργίες, παρακλήσεις και εσπερινοί (ανάλογα με την ώρα) και όπου την παραμονή και ανήμερα του Τιμίου Σταυρού (13 και 14 Σεπτέμβρη) όλη η πόλη έρχεται να προσκυνήσει (αν δεν έχεις πάει, πήγαινε). Ο σταυρός αυτός έχει κάνει πάρα πολλά θαύματα, αλλά έχει χρησιμοποιηθεί και σε πολλούς εξορκισμούς, με κυριότερο τον τρομερό εξορκισμό στα Κεραμιά Χανίων τη δεκαετία του 1930 (μαζική και τρομερή περίπτωση δαιμονισμού, γνωστή στους παλαιότερους), όπου η Στεφάναινα συμμετείχε μαζί με τον τότε επίσκοπο Χανίων Αγαθάγγελο. Η περίπτωση αυτή, κατά τη γνώμη μου, είναι η τελική απάντηση σε όποιον νομίζει ότι ο δαιμονισμός «δεν υπάρχει» αλλά είναι απλώς ψυχική ασθένεια…
Η Στεφάναινα έχτισε αυτό το εκκλησάκι μετά από σειρά θαυμάτων και δώρισε το σταυρό στην Εκκλησία του Ρεθύμνου (τον είχε βρει, όταν ήταν μικρή, σε κάποιο χωράφι στο χωριό της και λέγανε πως πετάχτηκε εκεί με την ανατίναξη του Αρκαδίου). Υπάρχει ολόκληρο βιβλίο για την ιστορία του λόφου και τα θαύματα του Τιμίου Σταυρού. Αναζητήστε το στη βιβλιοθήκη της πόλης μας ή σε σπίτια χριστιανών της παλιάς γενιάς.

Β) Ο σταυρός της Χατζίνας (Στυλιανής Τζαγκαράκη, και κατόπιν μοναχής Φιλοθέης), μητέρας του παπά Σταύρου Τζαγκαράκη. Είναι ο γνωστός θαυματουργός σταυρός, με τον οποίο ευλογεί τους χριστιανούς ο π. Σταύρος. Το πρώτο του θαύμα ήταν η ανάσταση του ίδιου του π. Σταύρου, που σε μικρή ηλικία σκοτώθηκε πέφτοντας από μεγάλο ύψος (πιστοποιήθηκε ο θάνατός του από γιατρό). Λόγω του θαύματος ονομάστηκε Σταύρος.

Γ) Ο σταυρός του Πρέβελη. Από τα πολλά του θαύματα ας αναφέρουμε τούτο: την κατοχή οι Γερμανοί τον άρπαξαν και προσπάθησαν να τον μεταφέρουν στη Γερμανία από το αεροδρόμιο του Τυμπακίου, αλλά δύο ή τρία αεροπλάνα κατά σειρά νεκρώνονταν όταν φόρτωναν το σταυρό και έπαιρναν μπροστά μόνο όταν τον κατέβαζαν. Τελικά απογοητεύτηκαν και τον επέστρεψαν στο μοναστήρι, όπου βρίσκεται και σήμερα.

Δ) Ο σταυρός του Ψηλορείτη ή «κουτσοχάρχαλο». Είναι σπασμένος και σώζεται μόνο το ένα «δοκάρι». Κατά την παράδοση, την εορτή του Τιμίου Σταυρού ο σταυρός φεύγει πετώντας από τον Ψηλορείτη, πηγαίνει στου Πρέβελη και μετά επιστρέφει. Αγνοί άνθρωποι τον βλέπουν στον ουρανό σαν οριζόντιο φωτεινό σημάδι. Γνωρίζω έναν απ’ αυτούς – αλλά είναι καταγραμμένες κι άλλες περιπτώσεις από το παρελθόν. Μια μαρτυρία αναφέρει και ο μεγάλος Ρεθεμνιώτης λαογράφος Παύλος Βλαστός από το Βιζάρι Αμαρίου.
Για την προέλευση του σταυρού αυτού υπάρχει παλαιά παράδοση, ότι τον έφερε ένας μοναχός από την Κωνσταντινούπολη, όταν η Πόλη κατακτήθηκε από τους Τούρκους. Κατεβαίνοντας στην Κρήτη, τον πέταξε ψηλά και ο σταυρός χωρίστηκε θαυματουργικά σε τρία κομμάτια και πήγε το ένα στον Ψηλορείτη, το άλλο στον Κουλούκωνα (στο Μυλοπόταμο) και το τρίτο στο όρος Κόφινας, στο νομό Ηρακλείου.

Όλοι αυτοί οι σταυροί είναι «αρχαίοι», δηλαδή ηλικίας πολλών αιώνων, φορτωμένη με την αγαθή ενέργεια του Θεού (θεία χάρη) και με τις προσευχές χιλιάδων χριστιανών. Υπάρχουν κι άλλοι παρόμοιοι σταυροί στην κατοχή ενοριών ή οικογενειών, άγνωστοι στο ευρύ κοινό. Αλλά και κάθε σταυρός είναι φορέας της θείας χάριτος.
Ένας παλαιός θαυματουργός σταυρός υπάρχει και σε μέλος της οικογένειάς μου. Ο σταυρός αυτός πολλές φορές ευωδιάζει, ενώ κάποιοι αγιασμένοι άνθρωποι έχουν νιώσει τη χάρη του, χωρίς να ξέρουν την ύπαρξή του. Δόξα τω Θεώ. Αυτά τα γεγονότα, και πολλά άλλα, με κάνουν ν’ ακούω με λύπη εκείνους που νομίζουν πως ξέρουν πολλά και πως έχουν «ανακαλύψει» κάπου ότι «δεν υπάρχει» Θεός, άγιοι και θαύματα. Ο Θεός να τους φωτίσει.
Οι θαυματουργοί σταυροί δεν είναι μαγικά φυλαχτά – το να «σταυρωθώ» με αυτούς δεν σημαίνει ότι οπωσδήποτε θα γίνω καλά, αν είμαι άρρωστος. Ο Θεός επεμβαίνει όταν Εκείνος θέλει – αλλά είναι αναμφισβήτητο ότι επεμβαίνει. Πολλοί άνθρωποι δεν έχουν καμία σχέση με το Θεό και την εκκλησιαστική ζωή: δεν πάνε στην εκκλησία, δεν εξομολογούνται, δε νηστεύουν, δε μεταλαβαίνουν και ίσως σπάνια προσεύχονται. Όμως έχουμε την απαίτηση ο Θεός να μας προστατεύει από τις αρρώστιες και τις συμφορές… Στην πραγματικότητα, ο Θεός περιμένει να γυρίσουμε κοντά Του. Τότε η αρρώστια, η φτώχια και κάθε άλλη συμφορά απλώς θα μας φαίνεται ασήμαντη. Η θεία χάρη θα μας δυναμώνει και θα μας δίνει χαρά και εδώ και στην αιωνιότητα.

Γιατί κάνουμε  τον σταυρό μας;

Ένα από τα βασικότερα χαρακτηριστικά των ορθόδοξων χριστιανών (και όχι μόνο) είναι ότι σχηματίζουμε στο σώμα μας, με το δεξί μας χέρι, το σημείο του σταυρού. Γιατί όμως το κάνουμε αυτό, τι συμβολίζει και πόσο παλιά συνήθεια είναι; 


Γιατί γίνεται;

Κάνουμε το σταυρό μας για τρεις λόγους:
α. Έτσι αναγνωρίζουμε  φανερά ότι είμαστε μαθητές του  Χριστού, ο οποίος σταυρώθηκε για  τη σωτηρία των ανθρώπων. 
β. Υπενθυμίζουμε στον εαυτό μας ότι, όπως ο Κύριος θυσιάστηκε στο σταυρό, έτσι κι εμείς πρέπει να θυσιάζουμε το συμφέρον μας, τον χρόνο μας ή κομμάτια από τη ζωή μας (μέχρι και την ίδια τη ζωή μας) για τους συνανθρώπους μας. 
γ. Η πείρα  των αιώνων έχει αποδείξει ότι  το σημείο του σταυρού λειτουργεί ως ισχυρό φυλαχτό, που προστατεύει τους ανθρώπους από τις επιρροές των πνευματικών τους εχθρών (δαιμόνων), καθώς και άλλους κινδύνους που πιθανόν να τους απειλούν. Αυτό συμβαίνει, γιατί, κάνοντας τον σταυρό μας, επικαλούμαστε τον Εσταυρωμένο Θεό μας (τoν Θεάνθρωπο Ιησού) και ζητάμε τη βοήθεια και την προστασία Του. 
Το να διακηρύξουμε δημόσια ότι πιστεύουμε στον Χριστό (όπως γίνεται όταν κάνουμε τον σταυρό μας) δεν είναι σωστό να γίνεται  εγωιστικά ή υποκριτικά, αλλά ταπεινά, σεμνά και με αγάπη προς τους συνανθρώπους μας και συγχώρεση προς τους εχθρούς μας. Σύμφωνα με τα λόγια του ίδιου του Ιησού, καλό είναι να μην επιδεικνύουμε, αλλά και να μην κρύβουμε την πίστη μας. Είπε: «Όποιος με ομολογήσει μπροστά στους ανθρώπους, θα τον ομολογήσω κι εγώ μπροστά στον ουράνιο Πατέρα μου. Όποιος όμως με αρνηθεί μπροστά στους ανθρώπους, θα τον αρνηθώ κι εγώ μπροστά στον ουράνιο Πατέρα μου» (Ματθ. 10, 32-33). 
Τα λόγια αυτά του Ιησού φαίνονται «σκληρά», αλλά ο Κύριος δεν είναι σκληρός. Αντίθετα, είναι ταπεινός και ειρηνικός. Τα λέει όμως για να μάς παρακινήσει να Του ανοίξουμε την καρδιά μας και να ενωθούμε μ᾽ Αυτόν – σ᾽ αυτό θα μάς βοηθήσει το να παραδεχτούμε δημόσια την πίστη μας.


Πώς κάνουμε το σταυρό μας;


Αυτό φυσικά το ξέρουν και τα παιδιά. Ενώνουμε τα τρία πρώτα δάχτυλα του δεξιού μας χεριού και τα αγγίζουμε στο μέτωπό μας, μετά στην κοιλιά μας και στη συνέχεια στο δεξιό και τον αριστερό ώμο μας. Με αυτό τον τρόπο σχηματίζουμε το σχήμα του σταυρού, πάνω στον οποίο σταυρώθηκε ο Κύριος. Γι᾽ αυτό, δεν είναι σωστό να κάνουμε απλά μια αόριστη κίνηση (να «παίζουμε μαντολίνο», όπως λέει ο λαός). Αν «βαριόμαστε» ή ντρεπόμαστε να κάνουμε τον σταυρό μας σωστά, κάνουμε ένα βήμα πίσω στη σχέση μας με το Θεό – και τα βήματα αυτά είναι τόσο πολύτιμα!... 
Το σημαντικότερο βέβαια από τα βήματα αυτά μπορούμε να πούμε πως είναι το να αγαπάμε και να συγχωρούμε τους εχθρούς μας. Αρχίζουμε λοιπόν από τα απλά (όπως το σημείο του σταυρού) και μ᾽ αυτά ζητάμε βοήθεια από τον Θεό, για να προχωρήσουμε στα δύσκολα.


Τι συμβολίζει το σημείο του σταυρού; 


Κατά τον μεγάλο δάσκαλο της χριστιανικής ζωής άγιο Κοσμά τον Αιτωλό (18ος-19ος αιώνας), ο σταυρός περιέχει τους εξής συμβολισμούς: 
• Αγγίζουμε στο μέτωπο: ο Χριστός, ως Θεός, βρισκόταν στον ουρανό. 
• Κατεβαίνουμε στην κοιλιά μας: από τον ουρανό, ο Κύριος έγινε άνθρωπος και μπήκε στη μήτρα της Θεοτόκου (της Παναγίας). 
• Υψωνόμαστε στους ώμους μας: παρακαλούμε τον Θεό να μάς τοποθετήσει «στα δεξιά Του» (στον παράδεισο) κι όχι «στ᾽ αριστερά» (στην κόλαση), σύμφωνα με την περιγραφή της Δευτέρας Παρουσίας, που κάνει ο ίδιος ο Χριστός στο κατά Ματθαίον ευαγγέλιο, κεφάλαιο 25. 
Τα τρία ενωμένα  δάχτυλά μας συμβολίζουν την  Αγία Τριάδα, ενώ τα άλλα δύο συμβολίζουν  ότι ο Χριστός είναι και  Θεός και άνθρωπος.



Και λίγα ιστορικά στοιχεία... 



Από την ίδρυση του χριστιανισμού οι χριστιανοί σέβονται τον σταυρό. Ο απόστολος Παύλος γράφει ότι «ο σταυρός του Χριστού» είναι το μόνο θέμα, για το οποίο θα μπορούσε να είναι περήφανος, και ότι «ο λόγος του σταυρού» φαίνεται ανοησία σ᾽ εκείνους που ζουν μακριά από τον Θεό, για τους χριστιανούς όμως είναι «δύναμις Θεού» (Προς Γαλάτας, 6, 14, Α´ προς Κορινθίους, κεφ. 1). Ο απόστολος Πέτρος ζήτησε να σταυρωθεί με το κεφάλι προς τα κάτω, θεωρώντας ότι δεν είναι άξιος να θανατωθεί ακριβώς όπως ο αγαπημένος του δάσκαλος. Το ίδιο και ο απόστολος Ανδρέας, στην Πάτρα, ο οποίος μάλιστα χαιρέτισε τον σταυρό, πριν καρφωθεί σ᾽ αυτόν, και τον ονόμασε «αγιασμένο από το σώμα του Χριστού» και «γεμάτο χαρά». 
Στις Πράξεις  του αποστόλου Ανδρέα (ένα βιβλίο πού γράφτηκε γύρω στο 150-180 μ.Χ.) αναφέρεται ήδη η συνήθεια των χριστιανών να σχηματίζουν το σημείο του σταυρού κουνώντας τα δάχτυλά τους. Το ίδιο αναφέρουν κι άλλοι χριστιανοί συγγραφείς των πρώτων αιώνων, όπως ο Τερτυλλιανός, ο Κλήμης ο Αλεξανδρέας, ο Ωριγένης, ο Λακτάντιος κ.ά. Φαίνεται ότι οι πρώτοι χριστιανοί έκαναν τον σταυρό τους πάνω στο μέτωπό τους, με το ένα δάχτυλο. 
Οι χριστιανοί κάνουμε τον σταυρό μας όταν φεύγουμε για κάπου και όταν φτάσουμε, πριν κοιμηθούμε και αφού ξυπνήσουμε, όταν αρχίζουμε κι όταν τελειώνουμε  μια δουλειά ή το φαγητό μας, όταν βάζουμε το φρεσκοζυμωμένο ψωμί στο φούρνο ή το τσουκάλι στη φωτιά, όταν ευλογούμε τα παιδιά μας ή άλλα αγαπημένα μας πρόσωπα (σχηματίζουμε σταυρό προς το μέρος τους)... Γενικά, ζούμε και πεθαίνουμε κάτω απ᾽ το σημείο του σταυρού – ώστε να κάνουμε μόνο πράγματα πού αρέσουν στον Θεό και να είμαστε πάντοτε μαζί Του.





φωτογραφήματα 133

φωτό: ΠΕΡΑ ΑΠΟ ΤΟ ΑΤΟΜΟ



Παρασκευή 9 Σεπτεμβρίου 2016

Οἱ Ἅγιοι Ἰωακεὶμ καὶ Ἄννα οἱ Θεοπάτορες

πηγή: ΜΕΓΑΣ ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ

Ἡ σύναξη τῶν δικαίων γονέων τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, σύμφωνα μὲ τὴν ἀρχαία ἐκκλησιαστικὴ παράδοση ὁρίστηκε τὴν ἑπομένη τοῦ Γενεσίου τῆς Θεοτόκου, γιὰ τὸν λόγο ὅτι αὐτοὶ ἔγιναν πρόξενοι τῆς παγκόσμιας σωτηρίας μὲ τὴν γέννηση τῆς ἁγίας θυγατέρας της. «Τελεῖται δὲ ἡ σύναξις αὐτῶν ἐν τῷ ἐξαέρῳ οἴκῳ τῆς Θεοτόκου, πλησίον τῆς μεγάλης ἐκκλησίας ἐν τοῖς Χαλκοπρατείοις».
Νὰ ἀναφέρουμε λοιπόν, ὅτι ὁ Ἰωακεὶμ ἦταν γιὸς τοῦ Ἐλιακεὶμ ἀπὸ τὴν φυλὴ τοῦ Ἰούδα καὶ ἀπόγονός του Δαβίδ. Ἔκπτωτος τοῦ θρόνου, ἰδιώτευε στὴν Ἰουδαία καὶ τὸ περισσότερο χρονικὸ διάστημα στὴν Ἱερουσαλήμ, ὅπου εἶχε μέγαρο μὲ βασιλικὸ κῆπο. Παντρεύτηκε τὴν Ἄννα, θυγατέρα τοῦ Ματθᾶν, ἱερέως, ἀπὸ τὴν φυλὴ τοῦ Λευΐκαι τῆς Μαρίας, γυναικὸς αὐτοῦ, ἀπὸ τὴν φυλὴ τοῦ Ἰούδα. Ἐπειδὴ οἱ φυλές, Βασιλικὴ καὶ Ἱερατική, συγγένευαν μεταξύ τους, διότι ἡ Βασιλεία ἐθεωρεῖτο ἴση μὲ τὴν Ἱεροσύνη, δὲν ἔδιναν οὔτε ἔπαιρναν θυγατέρες ἀπὸ τῆς φυλὲς ποὺ θεωροῦνταν κοινές.
Ἔτσι λοιπόν, ἀφοῦ θεάρεστα πέρασε τὴ ζωὴ του τὸ ἅγιο αὐτὸ ζευγάρι, ὅπως πληροφοροῦν τὰ βιογραφικὰ σημειώματα τῶν ἑορτῶν τῆς 25ης Ἰουλίου, 8ης Σεπτεμβρίου καὶ 9ης Δεκεμβρίου, ὁ μὲν Ἰωακεὶμ πέθανε ὀκτὼ χρόνια ἀπὸ τὰ Εἰσόδια τῆς κόρης του Θεοτόκου σὲ ἡλικία 92 ἐτῶν, ἡ δὲ Ἄννα 11 μῆνες μετὰ τὸν θάνατο τοῦ Ἰωακείμ, σὲ ἡλικία 83 ἐτῶν.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Ἡ δυὰς ἡ ἁγία καὶ θεοτίμητος, Ἰωακεὶμ καὶ ἡ Ἄννα ὡς τοῦ Θεοῦ ἀγχιστεῖς, ἀνυμνείσθωσαν φαιδρῶς ᾀσμάτων κάλλεσιν· οὗτοι γὰρ ἔτεκον ἡμῖν, τὴν τεκοῦσαν ὑπὲρ νοῦν, τὸν ἄσαρκον βροτωθέντα, εἰς σωτηρίαν τοῦ κόσμου, μεθ’ ἧς πρεσβεύουσι σωθῆναι ἡμᾶς.

Κοντάκιον. Ἦχος α’. Χοσρὸς Ἀγγελικός.
Τὸ ζεῦγος τὸ σεπτόν, Ἰωακείμ τε καὶ Ἄννα, χορεύουσι φαιδρῶς, παρ’ ἐλπίδα τεκόντες, τὸ ὄρος τὸ ἅγιον, τὴν νεφέλην τὴν ἔμψυχον, τὴν περίοπτον, τοῦ Βασιλέως καθέδραν· ὧν τῆς χάριτος, πνευματικῶς κοινωνοῦντες, Χριστὸν μεγαλύνωμεν.

Ἕτερον Κοντάκιον. Ἦχος β’. Τὰ ἄνω ζητῶν.
Εὐφραίνεται νῦν, ἡ Ἄννα τῆς στειρώσεως, λυθεῖσα δεσμῶν, καὶ τρέφει τὴν πανάχραντον, συγκαλοῦσα ἅπαντας ἀνυμνῆσαι τὸν δωρησάμενον, ἐκ νηδύος αὐτῆς τοὶς βροτοίς, τὴν μόνην Μητέρα καὶ ἀπείρανδρον.


Μεγαλυνάριον.
Τέρπεται ἡ Ἄννα θεοπρεπῶς, κρατοῦσα ὡς βρέφος, τὴν τεκοῦσαν τὸν Ποιητήν· σὺν αὐτῇ δὲ χαίρει, Ἰωακεὶμ ὁ θεῖος· ὧν τῇ χαρᾷ ὡς δῶρον, τὸν ὕμνον ᾄσωμεν.


φωτογραφήματα 129

φωτό: ΠΕΡΑ ΑΠΟ ΤΟ ΑΤΟΜΟ




Πέμπτη 8 Σεπτεμβρίου 2016

φωτογραφήματα 128



φωτογραφήματα 127

φωτό: ΠΕΡΑ ΑΠΟ ΤΟ ΑΤΟΜΟ


φωτογραφήματα 126

φωτό: ΠΕΡΑ ΑΠΟ ΤΟ ΑΤΟΜΟ





Δευτέρα 5 Σεπτεμβρίου 2016

φωτογραφήματα 123

φωτό: ΠΕΡΑ ΑΠΟ ΤΟ ΑΤΟΜΟ



φωτογραφήματα 122

φωτό: ΠΕΡΑ ΑΠΟ ΤΟ ΑΤΟΜΟ



Παναγιώτης Ασημακόπουλος, Μεταξύ θεολόγων ειλικρίνεια…


Τα Θρησκευτικά αλλάζουν. Αυτό ανακοίνωσε πρόσφατα η ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας. Για όσους γνωρίζουν, η ανακοίνωση αυτή αναφέρεται στην υλοποίηση των νέων προγραμμάτων σπουδών που είχαν δρομολογηθεί επί υπουργίας της κυρίας Διαμαντοπούλου.
Μεταξύ θεολόγων ειλικρίνεια; Σίγουρα; Πάμε…
- Όλο αυτό το χρονικό διάστημα δεν σταθήκαμε όλοι στο ύψος και στην ουσία της αποστολής μας. Ουκ ολίγοι – και μάλιστα μεγαλόσχημοι και με θέσεις – επιδόθηκαν σε ένα φαύλο κύκλο καταγγελιών, διχασμού και αλληλοφαγωμάρας. Άλλοι ανακάλυπταν παντού προδοσίες των ιερών και των οσίων και άλλοι έχτιζαν τη φήμη τους ως προχώ και updated, φέρνοντας μάλιστα και κουβάδες με το νερό που ανακάλυψαν στο φεγγάρι.
- Δόθηκε αφορμή και χώρος στους κάθε λογής ΓΟΧ, ιδεοληπτικούς και περιφερόμενους του διαδικτύου να εκμεταλλευτούν και να διαστρεβλώσουν την έννοια «μάθημα των Θρησκευτικών».
- Θυμηδία και οίκτος μόνο μπορεί να συνοδεύει σχόλια του τύπου «το 666 επιβάλει το νέο μάθημα των Θρησκευτικών» ή «ας τελειώνουμε με τους χριστιανοταλιμπάν. Μπράβο στο Φίλη που τους καταργεί». Η περίπτωσή τους θα ήταν ενδιαφέρον θέμα διδακτορικής διατριβής στην Ψυχιατρική. Δυστυχώς όμως, συχνά μονοπωλούν και προβάλλονται.
- Όλοι μεταξύ μας συμφωνούμε για τα ελλιπή και προβληματικά βιβλία και για την ανάγκη αναμόρφωσης και βελτίωσης του μαθήματος. Στην ερώτηση «τι προτείνεις, συνάδελφε;» βγάζουμε συχνά το ραγιά που κρύβουμε μέσα μας: «δεν ξέρω… μια απλή διαπίστωση έκανα». Η λογική του νέου προγράμματος σπουδών είναι σε άλλη βάση από το παλαιό. Περισσότερη ελευθερία και ευελιξία για τον εκπαιδευτικό. Έχει όμως και πολλά προβλήματα. Αντί να τα συζητήσουμε, δες στην πρώτη παύλα τι κάναμε…
- Εντύπωση κάνει σε όλους μας η ελευθερία, η ομορφιά και ο σεβασμός στο ανθρώπινο πρόσωπο που συναντά κανείς στην Αγία Γραφή, στα Πατερικά κείμενα, στη Φιλοκαλία. Σε αντίθεση με τη σιδερόφρακτη θρησκευτικότητα στην προσέγγιση του Θεού που συναντά κανείς στη θρησκευτική αγωγή του 20ου αιώνα. Θα το πω απλά και αυτοκριτικά: Αν είσαι μάγκας θεολόγος, άρπαξε τη νέα ευκαιρία της ευελιξίας και απογείωσε την τάξη σου και το μάθημά σου.
- Δεν σπουδάσαμε ούτε θρησκευτικοί μεταπράτες ούτε φερέφωνα στείρας και ανέραστης θρησκευτικότητας. Σπουδάσαμε θεολόγοι, αν και οι περισσότεροι καταλάβαμε αυτό το δώρο μετά το πτυχίο και ειδικά όταν μυρίσαμε ξανά κιμωλία. Ακόμη κι αν έχει αντικατασταθεί με μαρκαδόρο και λευκοπίνακα, η πρόκληση είναι ακόμη στις τάξεις. Για γερά στομάχια…
- Προσωπικά, στο μνημόσυνο και στον καφέ της γκρίνιας και της κακομοιριάς δεν θα έρθω. Έχω πάρτυ…

Παναγιώτης Ασημακόπουλος




Αρχείο

Παναγία Οδηγήτρια του Balamand (Λίβανος)

Παναγία Οδηγήτρια του Balamand (Λίβανος)

ΣΥΝ-ΙΣΤΟΛΟΓΕΙΝ

ΑΓΙΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ

ΑΓΙΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ
Ένα ιστολόγιο αφιερωμένο στους 57 αη-Γιώργηδες της Ορθόδοξης Εκκλησίας

Ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός, Ψυχὴ καὶ Χριστὸς σᾶς χρειάζεται...

Τοῦτο σᾶς λέγω πάλιν καὶ σᾶς παραγγέλλω: κἂν ὁ οὐρανὸς νὰ κατέβη κάτω κἂν ἡ γῆ νὰ ἀνέβη ἀπάνω κἂν ὅλος ὁ κόσμος νὰ χαλάση καθὼς μέλλει νὰ χαλάση σήμερον αὔριον, νὰ μὴ σᾶς μέλη τί ἔχει νὰ κάμη ὁ Θεός. Τὸ κορμὶ ἂς σᾶς τὸ καύσουν, ἂς σᾶς τὸ τηγανίσουν, τὰ πράγματά σας ἂς σᾶς τὰ πάρουν, μὴ σᾶς μέλη, δῶστε τα, δὲν εἶναι ἐδικά σας. Ψυχὴ καὶ Χριστὸς σᾶς χρειάζεται. Ἐτοῦτα τὰ δύο ὅλος κόσμος νὰ πέση, δὲν ἠμπορεῖ νὰ σᾶς τὰ πάρη, ἔξω ἂν τύχη καὶ τὰ δώσετε μὲ τὸ θέλημά σας. Αὐτὰ τὰ δύο νὰ τὰ φυλάγετε νὰ μὴν τύχη καὶ τὰ χάσετε.

Ἅγιος Κοσμᾶς Αἰτωλός, Διδαχὴ Γ' (ἀπὸ τὸ βιβλίο τοῦ Ἰωάννη Β. Μενούνου, Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ Διδαχὲς καὶ Βιογραφία, ἐκδόσεις Ἀκρίτας, ζ' ἔκδοση, Ἀθήνα 2004, σελ.154)

Επισκέπτες από 17/9/2009

Free counters!

Κ. ΤΣΑΤΣΟΣ, ΠΕΡΙ "ΕΙΔΙΚΩΝ"

Τοῦτο εἶναι τὸ δρᾶμα τῆς ἐποχῆς μας: ὅτι ἡ πρόοδος της δὲν βρίσκεται στὰ χέρια τῶν πνευματικῶν ἀνθρώπων, ἀλλὰ τῶν εἰδικῶν, ποὺ δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι πνευματικοὶ ἄνθρωποι.

Κωνσταντίνος Τσάτσος, Ἀφορισμοὶ καὶ διαλογισμοί, τέταρτη σειρά, εκδ. Βιβλ. τῆς Ἑστίας, Ἀθήνα 1972, σελ. 92.

台灣基督東正教會 The Orthodox Church in Taiwan

ΑΓΙΟΡΕΙΤΙΚΕΣ ΜΝΗΜΕΣ

ΑΓΙΟΡΕΙΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ

Μετεωρίτικη Βιβλιοθήκη

ΘΕΟΛΟΓΟΙ ΚΡΗΤΗΣ

ΕΛΛΟΠΟΣ

Αξίζει να διαβάσετε

9 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ: ΔΙΕΘΝΗΣ ΗΜΕΡΑ ΚΑΤΑ ΤΟΥ ΦΑΣΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΑΝΤΙΣΗΜΙΤΙΣΜΟΥ

ΔΕΝ ΞΕΧΝΩ