Τετάρτη 31 Ιουλίου 2013

Ανθολόγιον 145: Βασίλης Αργυριάδης (από το βιβλίο "Όσο μπορείς: Μικρό Γεροντικό πόλεων")

Μια ομάδα φοιτητών επισκέφθηκε έναν άγιο ασκητή κάπου στο Άγιο Όρος. Εκεί που συζητούσαν μαζί του, κάποιος απ' την ομάδα του υπέβαλε την παρακάτω ερώτηση: 
"Ήταν κάποτε δυο άνθρωποι. Ο ένας ήταν πολύ αμαρτωλός και άσωτος, ενώ ο άλλος πολύ προσεκτικός και αφιερωμένος στον Θεό. Ο πρώτος μέσα σε μια νύχτα πήρε την απόφαση ν'  αλλάξει ζωή: Μόλις θα ξημέρωνε θα πήγαινε σε κάποιο μοναστήρι να αφιερωθεί στον Θεό.
Ο δεύτερος, το ίδιο βράδυ, πήρε την απόφαση να σταματήσει να βασανίζεται με όλα αυτά: την επόμενη μέρα, με το ξημέρωμα, θα ξεκινούσε μια ζωή μακριά από τον Χριστό.
Πριν προλάβουν όμως να πραγματοποιήσουν τις αποφάσεις τους, έτυχε να πεθάνουν και οι δυο εκείνο το μοιραίο βράδυ. Τι άραγε συνάντησαν στην άλλη ζωή;".
Ο γέροντας έσκυψε για λίγο το κεφάλι του σκεφτικός και κατόπιν απάντησε:
"Ήθελα να' ξερα, που πάτε και βρίσκετε τέτοιες χαζές ερωτήσεις...".
Αφού σταμάτησαν όλοι να γελάνε, ο γέροντας είπε: "Μα γιατί να παιδεύετε το μυαλουδάκι σας, προσπαθώντας να ανακαλύψετε πως σκέφτεται ο Θεός; Ο Θεός κρίνει με βάση την άπειρη αγάπη Του, την άπειρη δικαιοσύνη Του, την άπειρη γνώση Του και την άπειρη ύπαρξη Του, πέρα από το χρόνο και το χώρο. Εμείς διαθέτουμε περιορισμένη αντίληψη -σχεδόν μηδαμινή!- όλων αυτών των ιδιωμάτων του Θεού. Και φυσικά, αγνοούμε ολότελα πως μπορούν αυτά τα άπειρα ιδιώματα να συνδυάζονται μεταξύ τους, ώστε ο Θεός να "αποφασίζει" (αν μπορούμε να λέμε τέτοιες λέξεις για το Θεό). Κατά συνέπεια, πως είναι δυνατόν να γνωρίζουμε τις απαντήσεις τέτοιων ερωτήσεων; Κι αν υπάρχει τρόπος πρόσβασης σε τέτοιες απαντήσεις, τότε σίγουρα αυτός θα είναι τρόπος άρρητος, μυστικός και βαθιά εσωτερικός, τέτοιος που θα είναι αδύνατον να μεταδοθεί ως λεκτική απάντηση.
Το μόνο που έχουμε να κάνουμε οι άνθρωποι είναι να διαβάζουμε και να αναζητούμε στη Γραφή και την ίδια τη ζωή μας τις εντολές του Θεού. Οι θεωρητικές αναζητήσεις είναι καλές και άγιες, αλλά πρέπει πάντοτε να έχουμε συναίσθηση των ορίων και των περιορισμών τους...Θα έρθει καιρός, όταν κλείσουμε τα μάτια μας σ'  αυτό τον κόσμο, που θα δοθούν από τον Κύριο όλες οι απαντήσεις. Και σ' αυτά που ρωτήσαμε και στα άπειρα εκείνα που δεν διανοηθήκαμε καν να ρωτήσουμε...(...)".

Βασίλης Αργυριάδης, Όσο μπορείς: Μικρό Γεροντικό Πόλεων, εκδόσεις Εν πλώ, Αθήνα 2013, σελ.82-85.


Κυριακή 28 Ιουλίου 2013

Ανθολόγιον 144: Πιέρ Μπεττενκούρ ("Δεν έχουμε έλλειψη από καλλιτέχνες...έχουμε όμως έλλειψη από αγίους...")

Δεν έχουμε έλλειψη από καλλιτέχνες, έχουμε μάλιστα πάρα πολλούς∙ έχουμε όμως έλλειψη από αγίους και από ήρωες. Στενοχωριέμαι καμιά φορά που διάλεξα το δρόμο της Τέχνης, κι έτσι δε θα γίνω ποτέ ούτε άγιος ούτε ήρωας. Λυπάμαι κατάκαρδα που δεν έχω κάνει τίποτα για ν' ανακουφίσω την ανθρωπότητα που υποφέρει. Η δυτική παιδεία μας είναι μια παγίδα∙ συνεχίζει να μας προσφέρει διασκέδαση, την ώρα που χορεύουμε πάνω από ένα ηφαίστειο. (...)
 
Πιέρ Μπεττενκούρ(1917-2006), συνέντευξη στην εφημερίδα Liberation, 13.8.1984, μετάφραση: Ε. Χ. Γονατάς [αποσπάσματα της συνέντευξης σε μετάφραση Ε.Χ.Γονατά συμπεριλαμβάνονται στο βιβλίο: Πιέρ Μπεττενκούρ, Τα πλοία βγήκαν σεργιάνι, εκδόσεις Στιγμή, Αθήνα 2001, σελ.59-63, εδώ: σελ.62].

***
Δείτε και:


Παρασκευή 26 Ιουλίου 2013

φωτογραφήματα 30: Ιερά Μονή Πεντέλης





φωτογραφήματα 29: Βραυρώνα



φωτό: ΠΕΡΑ ΑΠΟ ΤΟ ΑΤΟΜΟ


φωτογραφήματα 28: Παιανία

ΦΩΤΟ: ΠΕΡΑ ΑΠΟ ΤΟ ΑΤΟΜΟ



Τρίτη 23 Ιουλίου 2013

Ανθολόγιον 143: Ο Ν.Γ.Πεντζίκης για τον Γέροντα Παΐσιο


Άλλη γυναίκα, της περιοχής του Γρηγοριάτικου Μετοχιού της Νέας Ευκαρπίας, υπέφερε από ημικρανίες επίμονες. Ακτινογραφικώς διεπιστώθη ύπαρξη όγκου, που θα' πρεπε να της ανοίξουν το κρανίο για να επιχειρηθεί η εξαγωγή αυτού, και αν μεν η μορφή του όγκου ήταν καλοήθης θα μπορούσε να επιζήσει, διαφορετικά θα ήταν καταδικασμένη, και το σημαντικό ποσό που θα χρειαζόταν για την επέμβαση θα δαπανόταν δίχως κανένα όφελος. Έμεινε επι καιρό να υποφέρει, δίχως καν να σκέφτεται πως θα μπορούσε να εξοικονομήσει τα απαιτούμενα χρήματα, μέχρι που, διαβάζοντας το βιβλίο σεβασμίου αγιορείτη για το βίο του πνευματικού του πατέρα Αρσενίου του Καππαδόκη, τον επικαλέσθηκε: "Χατζηεφέντη, εσύ που και τουρκάλες βοήθησες, βοήθα και μένα". Είδε λοιπόν σε όραμα να την πλησιάζει, όχι ο ίδιος ο Όσιος, αλλά ο Βιογράφος του μοναχός [ενν. τον Πατέρα Παΐσιο]. Της έσιαξε από κάθε μεριά της κεφαλής τα μαλλιά, άγγιξε το κέντρο της επαφής της κόμης με το μέτωπο και, αφού της είπε ότι θα γίνει καλά, έγινε.

[Ν.Γ. Πεντζίκης, Υδάτων Υπερεκχείλιση, εκδ. Παρατηρητής, Θεσσαλονίκη 1988, σελ.332]


***
Το ανωτέρω  απόσπασμα παρατίθεται στο βιβλίο:  Αναστάσιος Ομ. Πολυχρονιάδης (επιμ.), Από το τραπέζι του Γέροντος Παϊσίου, εκδ. Σοκόλη-Κουλεδάκη, β' έκδοση, Αθήνα 2010, σελ. 58.


Παρασκευή 12 Ιουλίου 2013

Θ.Ι.Ζιάκας,Παιδεία και εθνισμός



πηγή: ΑΝΤΙΦΩΝΟ


[Δημοσιεύθηκε στο περιοδικό ΕΛΛΟΠΙΑ, καλοκαίρι 1990, τ.2, σελ. 66-69]

Oι δύο βασικοί πόλοι αναφοράς του Νέου Ελληνισμού είναι η Τουρκία και η Δύση και οι σχέσεις μαζί τους αποτελούν το κεντρικό ζήτημα της νέο ελληνικής εθνικής στρατηγικής.
Η στρατηγική αυτή ήταν από την αρχή και εξακολουθεί να είναι και σήμερα, η στρατηγική της Προστασίας και του Εκσυγχρονισμού: Η ουσία της ήταν η εσκεμμένη δορυφοροποίηση του ελλαδικού κράτους γύρω από την κάθε φορά δεσπόζουσα δυτική δύναμη, με άμεσο προσδοκώμενο όφελος την προστασία έναντι της τουρκικής απειλής και μακροπρόθεσμο την απόσπαση του ελληνικού λαού από το βυζαντινό πολιτισμικό δρόμο και την ενσωμάτωση του στο δυτικό. Περιεχόμενο δηλ. της στρατηγικής της Προστασίας ήταν μια εκπαιδευτική στρατηγική εκδυτικισμού που πάντοτε οριζόταν ως στρατηγική εκσυγχρονισμού-εξευρωπαϊσμού.
(Η υποκατάσταση της ανατολικής απειλής με τον «από Βορρά κίνδυνο», στο διάστημα μετά το 1922 ως την πτώση της δεύτερης εθνικιστικής δικτατορίας, δεν άλλαξε την ουσία της εθνικής στρατηγικής. Τα δυο πεδία ορισμού της, η Προστασία κι ο Εκσυγχρονισμός, διατηρήθηκαν).

Ι

Η ιστορική τροχιά της στρατηγικής αυτής καλύπτει τρεις βασικές περιόδους. Η πρώτη τελειώνει με τους Βαλκανικούς πολέμους και την καταστροφή του μικρασιατικού Ελληνισμού (1922). Η δεύτερη τελειώνει με το χουντικό πραξικόπημα κατά του Μακαρίου, την κατάληψη της μισής Κύπρου από τα τουρκικά στρατεύματα και τη διατύπωση βλέψεων για επανεξάπλωση της Τουρκίας προς δυσμάς. Η τρίτη περίοδος αρχίζει μ' αυτά τα γεγονότα και βρίσκεται σε εξέλιξη. Έχει ως σταθμούς τη συμφωνία απορρόφησης της Ελλάδας από την ΕΟΚ και τον εγκλωβισμό στο λεγόμενο «πνεύμα του Νταβός».
Σπεύδω κιόλας να διατυπώσω το συμπέρασμα μου, ότι η εθνική στρατηγική της Προστασίας και του Εκσυγχρονισμού έχει καταρρεύσει ήδη από το 1922. Έχει αποτύχει σε όλο το φάσμα των στόχων της. Ούτε την προστασία από την τουρκική απειλή κατάφερε να διασφαλίσει, ούτε τον περίφημο εκσυγχρονισμό-εξευρωπαϊσμό μπόρεσε να προσεγγίσει. Απέσπασε βέβαια τον Έλληνα από το Βυζάντιο. Αυτό το κατάφερε. Δεν κατάφερε όμως να τον κάνει να αφομοιώσει τη δυτική κουλτούρα και να γίνει Ευρωπαίος.
Οι τρεις περίοδοι που μόλις ανέφερα περιγράφουν την άνοδο, τη στασιμότητα και την κατάρρευση του νεοελληνικού εθνισμού. Στην πρώτη αποτινάξαμε την τουρκική κυριαρχία και απελευθερώσαμε σιγά σιγά τα σημερινά ελλαδικά εδάφη. Αυτή την περίοδο μας διέκρινε εξωστρεφής δυναμισμός. Δεν είχαμε όμως συνειδητοποιήσει γιατί έπεσε το Βυζάντιο και ο νους μας μετεωριζόταν σε όνειρα αναβίωσης του. Οι δάσκαλοι μας φλέγονταν από το όραμα και το μεταλαμπάδευαν σε όλα τα επίπεδα της Παιδείας: Όπου νάναι γινόμαστε ένα ισχυρό ευρωπαϊκό κράτος - η Ελλάδα των πέντε θαλασσών και των τριών ηπείρων... Στη δεύτερη περίοδο, που τα φτερά μας κόπηκαν και πέσαμε από τα σύννεφα της Μεγάλης Ιδέας στην πραγματικότητα της 
προσφυγιάς, της ταπείνωσης και της μιζέριας, αναδιπλωθήκαμε στα όρια του ελλαδικού κρατιδίου. Σ' αυτό μας ανάγκαζε και η κατάρρευση του παγκόσμιου οικονομικού συστήματος. Η αναδίπλωση δεν ήταν μόνο πολιτική, αλλά και οικονομική και ιδεολογική. Πρόκειται για την κατ' εξοχήν εποχή του Ελλαδισμού.
Ήταν μια αναδίπλωση στις πληγές μας. Πολωθήκαμε στις εσωτερικές μας αντιθέσεις χωρίς να μπορούμε να βρούμε διέξοδο. Η βασική διαχωριστική γραμμή σχηματοποιήθηκε σε μια μανιχαϊστικού τύπου πόλωση μεταξύ ενός ημιφασιστικού, φυλετικού και κάπηλου εθνικισμού, από τη μια μεριά, και ενός κρατιστικού, υπερδιεθνιοτικού και τελείως ανιστόρητου και ανελλήνιστου σοσιαλισμού, από την άλλη. Οι καλύτερες στιγμές του εθνισμού μας ήταν, αυτή την περίοδο, ο πατριωτικός πόλεμος του 1940 και η Εθνική Αντίσταση. Χειρότερες ο εμφύλιος πόλεμος και οι δυο εθνικιστικές δικτατορίες. Στο διάστημα αυτό οι Τούρκοι όντας απασχολημένοι με τη συντριβή των Κούρδων και την ανασυγκρότηση των σάπιων δομών της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, μας άφησαν να αλληλοφαγωθούμε με την ησυχία μας.
Η εισβολή του Αττίλα στην Κύπρο, το 1974, οριοθετεί το τέλος του Ελλαδισμού. Η στρατηγική της δορυφοροποίησης γύρω από τα εκάστοτε δυτικά κέντρα οδήγησε κατά τραγική ειρωνεία στη μετατροπή της Ελλάδας σε δορυφόρο της Τουρκίας. Μπορεί να ηχεί υπερβολική η θέση αυτή αλλά δυστυχώς είναι πραγματικότητα. Πιστοποιείται από δύο ολοφάνερα γεγονότα:
Το πρώτο που αποτελεί δημοσιογραφικό κοινό τόπο, έγκειται στη διαπίστωση ότι στις στρατηγικές των μεγάλων δυνάμεων στην περιοχή μας, η ελληνική πολιτική εμφανίζεται ως υποπαράγραφος της τουρκικής τους πολιτικής.
Το δεύτερο δεδομένο έγκειται στο γεγονός ότι ο τρόπος που μας αντιμετωπίζουν οι μεγάλες δυνάμεις έχει εσωτερικευτεί στην Ελλάδα και έχει γίνει ο γνώμονας με βάση τον οποίο χαράσσεται η ελληνική πολιτική. Εύγλωττο παράδειγμα: Απειλούμε με διακοπή διπλωματικών σχέσεων όποιον τολμήσει να αναγνωρίσει το ψευδοκράτος του Ντεκτάς. Με την Τουρκία όμως που κατέλαβε εθνικό μας χώρο με τα όπλα, έφτιαξε αυτό το κράτος, το αναγνωρίζει και το στηρίζει, ούτε που διανοηθήκαμε να θέσουμε ζήτημα διακοπής των διπλωματικών σχέσεων. Η Τουρκία είναι «φίλη» και «σύμμαχος» μας και μόνο «διάλογο» - άνευ όρων - επιτρέπεται να κάνουμε μαζί της.
Η ιστορική εξάντληση του ελλαδιστικού εθνισμού πρέπει να εκτιμηθεί ψύχραιμα και σε όλες της διαστάσεις. Επισημαίνει πριν απ' όλα ότι έχει καταστεί προβληματική η ίδια η ύπαρξη του ελλαδικού κράτους.


II
Για να μη φανεί ακατανόητη η ζοφερή αυτή εικόνα πρέπει να δούμε και την προβολή της ίδιας διαδικασίας στο οικονομικό επίπεδο.
Η οικονομική πλευρά της εθνικής στρατηγικής (της Προστασίας και του Εκσυγχρονισμού) μπορεί να συνοψιστεί στα εξής τρία σημεία: α) Το ελλαδικό κράτος στηρίζεται σε εσωτερικές αλλά και σε εξωτερικές πηγές οικονομικού πλεονάσματος, β) Για να μη στραγγαλιστεί σε περίπτωση κατάρρευσης των εξωτερικών πηγών και για να «φτάσει» τις οικονομίες των δυτικών κρατών, πρέπει να οικοδομήσει ισχυρή εσωτερική βάση. γ) Μέρος του ενοποιημένου πλεονάσματος πρέπει να κατευθυνθεί με την παρέμβαση του κράτους στην ανάπτυξη ντόπιας βιομηχανίας.
Σε ό,τι αφορά την υλοποίηση αυτής της οικονομικής στρατηγικής πάντα φιλονεικούσαμε για το αν ο καταλληλότερος φορέας είναι το κράτος ή η ιδιωτική πρωτοβουλία (κρατισμός-φιλελευθερισμός). Αυτή η συζήτηση συνεχίζεται μέχρι σήμερα, λες και δεν έχει αλλάξει τίποτα.
Στην πρώτη περίοδο (Απελευθέρωση-Μικρασιατική Καταστροφή) το σχήμα φαινόταν να λειτουργεί. Κατορθωνόταν η ενοποίηση του πλεονάσματος και γινόταν προσπάθεια να δημιουργηθεί κάποια αυτοδύναμη οικονομική βάση. Στη δεύτερη περίοδο, όταν κατέρρευσαν οι εξωτερικές πηγές πλεονάσματος, η χώρα βρέθηκε να έχει κάποιο εσωτερικό έδαφος για αναδίπλωση. Η ελληνική οικονομία δεν είχε εντελώς διεθνοποιηθεί και μεταπρατικοποιηθεί όπως σήμερα. Έτσι επέζησε ο λαός. Όχι μόνο είχε εσωτερική βάση να στηριχθεί αλλά και, από πολλές απόψεις, κατάφερε να την επεκτείνει. Αρκεί να σκεφτούμε ότι η ελληνική οικονομία μπόρεσε να αντέξει και να απορροφήσει τις εκατοντάδες χιλιάδες των προσφύγων.
Μετά τον πόλεμο η χώρα εγκαταλείπεται στη δίνη του μεταπρατισμού και της μονόπλευρης ανάπτυξης, όπως απαιτούσε η δυναμική της παγκόσμιας αγοράς. Και τελικά περιορίζεται εντελώς στις υπηρεσίες, στο μεταπρατηλίκι και τα οπωροκηπευτικά. Η βιομηχανική δραστηριότητα κατέστη προβληματική εξ’ ορισμού. Οι εσωτερικές πηγές πλεονάσματος διαμεσολαβούνται ολοκληρωτικά από την παγκόσμια αγορά και ο κοινωνικός μας σχηματισμός εξαρτάται απόλυτα από τις εξωτερικές εισροές. Τότε έρχεται η διεθνής οικονομική κρίση και απειλεί ξανά με κατάρρευση τις εξωτερικές βάσεις της ελληνικής οικονομίας. Δεν υπάρχει όμως καθόλου έδαφος για εσωτερική αναδίπλωση. Απ' αυτή την άποψη το ελλαδικό κράτος πρόβαλε ξαφνικά εντελώς ανίσχυρο -φτερό στον άνεμο.
Έχουμε λοιπόν, από τη μια μεριά, τη μετατροπή της Ελλάδας σε δορυφόρο της Τουρκίας με όλες τις σκοτεινές προοπτικές που αυτό συνεπάγεται και, από την άλλη, μια οικονομική δομή που μετατρέπεται σε θανάσιμο βρόχο σε στιγμές κρίσης. Δεν έχω την πρόθεση να δικαιολογήσω τον Καραμανλή, αλλά μου φαίνεται ότι διαισθάνθηκε το αδιέξοδο και μη βλέποντας άλλη οδό διαφυγής μας παρέδωσε άνευ όρων στην ΕΟΚ. Αν δεν είναι δυνατό να επιβιώσουμε ως Έθνος, τουλάχιστο να επιβιώσουμε ως άτομα - αυτή μοιάζει να ήταν η σκέψη του (αν βέβαια όλα αυτά έγιναν με κάποια σκέψη). Μ' αυτή την επιλογή ευθυγραμμίστηκαν τελικά οι πάντες.


III
Τα πνευματικά ρεύματα που προσδιόριζαν την κατεύθυνση της Παιδείας ήταν ο καθαρολογισμός και ο δημοτικισμός (η αριστερή διανόηση δεν κατάφερε να αναπτύξει αυτόνομο λόγο στα θέματα Παιδείας - παρέμεινε η αριστερά του δημοτικισμού). Στόχος και των δύο ήταν ο φωταδιστικός εκσυγχρονισμός. Μέθοδος και των δύο η επέμβαση στη γλώσσα, θαύμαζαν εξίσου αυτό που θαύμαζαν και οι Ευρωπαίοι δηλ. το αρχαιοελληνικό παρελθόν, και συμμερίζονταν εξίσου την απέχθεια των Ευρωπαίων προς το βυζαντινό πολιτισμό. Στην πρώτη ιστορική περίοδο η πνευματική ηγεσία προέρχεται από τον καθαρολογισμό. Στη δεύτερη από το δημοτικισμό. Στην τρίτη δεν υπάρχει καν πνευματική ηγεσία [Η ύπαρξη «εκλεκτών» ατόμων δε σημαίνει φυσικά και ύπαρξη πνευματικής ηγεσίας].
Πρέπει να κάνουμε εδώ την απαραίτητη διάκριση μεταξύ παρεχόμενης μόρφωσης και πραγματικού μορφωτικού αποτελέσματος. Στην πρώτη περίοδο υπήρχε το μικρότερο άνοιγμα μεταξύ παρεχόμενης μόρφωσης και μορφωτικού αποτελέσματος. Το άνοιγμα μεγαλώνει στη δεύτερη περίοδο και γίνεται αγεφύρωτο χάσμα στη σημερινή τρίτη περίοδο. Και είναι φυσικό, αν σκεφθούμε ότι η Παιδεία ξεκίνησε με στόχο την κλασσική μόρφωση και βαθμιαία το κέντρο βάρους της μετατοπίστηκε στην αναπαραγωγή του επαγγελματικού καταμερισμού της εργασίας, θυμίζω, παρεμπιπτόντως, ότι οι πρώτοι λιγοστοί φοιτητές έμπαιναν δίχως εξετάσεις. Πήγαιναν για να μορφωθούν κι όχι για να πάρουν το «χαρτί» που θα τους έλυνε το επαγγελματικό πρόβλημα. Σήμερα η «μόρφωση» έχει γίνει κοινωνικό πρόσχημα. Δε θεωρείται αγαθό καθ' εαυτό. Ενδιαφέρει μόνο στο βαθμό που ανοίγει το δρόμο για την επαγγελματική «αποκατάσταση». Η προσχηματική ανομολόγητη αυτή στάση διαπερνά σήμερα το λαό σε μαζική κλίμακα. Δε γνωρίζει ταξικά όρια και στερεί αυτομάτως από κάθε νόημα την οποιαδήποτε συζήτηση για «άνοδο του επιπέδου της παρεχόμενης εκπαίδευσης».
Το πώς φτάσαμε ως εδώ είναι τεράστιο θέμα για να πιαστεί σε ένα άρθρο, θα περιοριστώ σε μερικά μόνο σημεία.
Το χάσμα δημιουργήθηκε στα πλαίσια της μανιχαϊκής πόλωσης που δημιούργησε ο ελλαδιστικός εθνικισμός. Στα χρόνια της βασιλείας του η Παιδεία γνώρισε τη μεγαλύτερη διαφθορά. Ποιος από τους παλιότερους δε θυμάται το Σπουδαστικό της Ασφάλειας και τη σύμφυσή του με το καθηγητικό κατεστημένο στα πανεπιστήμια; Τον ασφυκτικό έλεγχο του ρουφιάνου και του χωροφύλακα πάνω στο δάσκαλο; Ότι δεν μπορούσες καν να είσαι εκπαιδευτικός αν δεν είχες «πιστοποιητικό κοινωνικών φρονημάτων» και δεν εξυμνούσες γλοιωδώς την εκάστοτε εξουσία και τους τοποτηρητές της στις εθνικές γιορτές; Για κακή μας τύχη οι μαργαρίτες της μόρφωσης δόθηκαν για διαφύλαξη στους χοίρους. Βρώμισαν και ξεφτύλισαν σε τέτοιο βαθμό τη μόρφωση, που έχασε κάθε υπόληψη.
Την απουσία πνευματικής ηγεσίας και την αποστείρωση της Παιδείας από κάθε ηθικό μορφωτικό στοιχείο και κύρος, ανέλαβαν να την καλύψουν οι μόνοι ζωντανοί θεσμοί που είχαν απομείνει: οι πολιτικοϊδεολογικές παρατάξεις. Το παιδαγωγικό κύρος μεταβιβάστηκε από τα λεγόμενα πνευματικά ιδρύματα στους μηχανισμούς της δυναμικής μανιχαϊκής αντιπαράθεσης. Μεταβιβάστηκε στις οργανώσεις της Αριστεράς, από το ένα μέρος, και στους αντικομμουνιστικούς μηχανισμούς της Δεξιάς από το άλλο μέρος (στρατός, αστυνομία, ευσεβιστκές οργανώσεις κλπ.). Αυτοί ανέλαβαν να διαπαιδαγωγήσουν τη νέα γενιά, να βοηθήσουν το νέο να γίνει υποκείμενο. Η διαπαιδαγώγηση ήταν βέβαια μανιχαϊστική: Από εδώ το καλό -από εκεί το κακό. Άσπρο-μαύρο.
Η υποκειμενοποιητική παιδευτική λειτουργία περιήλθε ουσιαστικά στη δικαιοδοσία της Αριστεράς. Ήταν ο φορέας του λαϊκού αιτήματος για κοινωνική δικαιοσύνη. Βρισκόταν υπό διωγμό και ενσάρκωνε τα ηρωικά και μαρτυρικά πρότυπα του εθνικού μας υποσυνειδήτου. Μειονεκτούσε στο πεδίο της δύναμης αλλά υπερτερούσε στο ηθικό πεδίο. Δεν είναι υπερβολή αν πούμε ότι η Αριστερά για ολόκληρη τη δεύτερη περίοδο υπήρξε η «κιβωτός του γένους». Στάθηκε ανάχωμα στον τομαρισμό και διέσωσε το ήθος σχεδόν για τρεις γενιές.
Αλλά η Αριστερά δεν μπόρεσε να κατανοήσει τα προβλήματα που μας οδήγησαν στην κατάρρευση της Παιδείας και του Εθνισμού. Αντί να αμφισβητήσει ριζικά την Προστασία, υπέκυψε στον πειρασμό να την μεταθέσει από τη Δύση στην Ανατολή. Δεν μπόρεσε να διαμορφώσει μια νέα πρόταση εθνικής στρατηγικής στη θέση της παλιάς που είχε πεθάνει, και να ηγηθεί ενός αναγεννητικού μορφωτικού κινήματος. Δεμένη κι αυτή στα ιδεολογήματα του εκσυγχρονισμού, ενίσχυσε την πίεση της οικονο-μιστικής δυναμικής πάνω στην Παιδεία και δημαγωγικά χάιδεψε τα μικροαστικά ανομολόγητα, για να δρέψει σήμερα τους πικρούς καρπούς. Οι οργανώσεις της αποσυντέθηκαν και ο κόσμος της βιώνει την αποτυχία ως βαθιά ηθική κρίση, ως σήψη όλων των συλλογικών αξιών. Η Αριστερά, το τελευταίο ηθικό ανάχωμα στον τομαρισμό, κατέρρευσε.


IV
Μπορεί κανείς να θεωρήσει ότι οι ιστορικές μου κρίσεις και εκτιμήσεις είναι εσφαλμένες - πράγμα διόλου απίθανο, θα συμφωνήσει ωστόσο μαζί μου ότι το νόημα αυτού που λέμε Παιδεία κι' αυτού που λέμε Έθνος, καθώς και το νόημα της μεταξύ τους σχέσης, ούτε μοναδικά είναι, ούτε αναμφισβήτητα, ούτε αυτονόητα. Όταν συζητάμε γι' αυτά, αναζητούμε ακριβώς διαφορετικά νοήματα. Πώς μπορούμε να βγούμε από το αδιέξοδο, αν δεν σκεφτούμε πάνω σ' όλες τις εκδοχές;
Το μεθοδολογικό σχήμα που τολμώ να προτείνω είναι το εξής: Κάθε ιστορική Παράδοση δίνει το δικό της νόημα στην Παιδεία. Π.χ. η αρχαιοελληνική Παράδοση, η ελληνο-ορθόδοξη Παράδοση, ο ευρωπαϊκός Διαφωτισμός, ο ιστορικός μαρξισμός, ο σύγχρονος επιστημονικό-τεχνικός ορθολογισμός, δίνουν διαφορετικό νόημα στην Παιδεία (αλλά και στον Εθνισμό). Ίσως ξενίζει η θεώρηση του σύγχρονου κυρίαρχου τρόπου νοηματοδότησης της ζωής ως Παράδοσης, μια και συνηθίζουμε να χρησιμοποιούμε τον όρο Παράδοση μόνο για παλιά πράγματα. Όλα όμως είναι σχετικά. Αυτό που είναι νέο για μας σήμερα, αύριο θα είναι ήδη παλιό. Για τους αυριανούς ανθρώπους θα είναι Παράδοση με τη δική μας έννοια. Από πλευράς ουσίας δεν υπάρχει λοιπόν διαφορά: Όλες οι νοηματοδοτήσεις της ζωής είναι Παραδόσεις. Δεν υπάρχει, λοιπόν, νόημα για την Παιδεία έξω από Παραδόσεις. Κάτι περισσότερο: Δεν υπάρχει Παιδεία έξω από Παραδόσεις.

Φυσικά οι Παραδόσεις δεν είναι αυτονομημένες και απομονωμένες οντότητες. Είναι σχέσεις. Είναι αναφορικότητες. Κάθε μία έχει διαμορφωθεί σε σχέση και αντίθεση με κάποια άλλη και διατηρεί οργανικούς δεσμούς μαζί της. Ο χριστιανισμός π.χ. γεννήθηκε σε αντίθεση με τον ιουδαϊσμό, με την ολυμπιακή θρησκεία κλπ. Αναπτύχθηκε σε αναφορά με άλλες Παραδόσεις και διαιρέθηκε σε διάφορες αιρέσεις. Άλλο παράδειγμα είναι ο ευρωπαϊκός Διαφωτισμός, που γεννήθηκε σε αναφορά και αντίθεση με την απολυταρχική εκδοχή χριστιανισμού που αντιπροσώπευε ο καθολικισμός. Ο ιστορικός μαρξισμός επίσης είναι αδύνατο να εννοηθεί έξω από τη σχέση / αντίθεση του με το φιλελευθερισμό από τη μια και τον απολυταρχικό χριστιανισμό από την άλλη. Τέλος, η κυρίαρχη σήμερα Παράδοση του τεχνοκρατικού ορθολογισμού, που βλέπει τη ζωή σαν σύστημα συγκροτούμενο από αυτονομημένες δυναμικές αφηρημένων σχέσεων, δεν μπορεί να κατανοηθεί έξω από το δεσμό της με τα αδιέξοδα του φιλελευθερισμού και του κρατικού κολλεκτιβισμού, των οποίων αποτελεί την υπέρβαση. Πρέπει λοιπόν να κρίνου με ιστορικά τις Παραδόσεις.
Κρίνω ιστορικά, θα πει κρίνω σχετικά - έχω επίγνωση ότι μιλώ στηριζόμενος στο νοηματικό έδαφος κάποιας Παράδοσης, ότι ο λόγος μου παραπέμπει στον Κοινό Λόγο κάποιας Παράδοσης (ή και στον Κοινό Λόγο που αρθρώνουν οι Παραδόσεις στο σύνολο τους). Οι Παραδόσεις, εφόσον είναι νοηματοδοτήσεις που μας έχουν παραδοθεί, δηλ. μας είναι προσιτές, είναι επίκαιρες. Δεν μπορώ συνεπώς να θεωρώ μια Παράδοση «αληθινότερη» από κάποια άλλη, επειδή ενδεχομένως να είναι νεώτερη, ή επειδή μπορεί να ακολουθείται από την πλειοψηφία και είναι κυρίαρχη, ή τέλος επειδή προσωπικά μπορεί να μου ταιριάζει καλύτερα. Η νεότητα, η δύναμη, η δημοτικότητα και η υποκειμενική χρησιμότητα, δεν αποτελούν κριτήριο της αλήθειας.

Οι Παραδόσεις υπάρχουν συναρθρωμένες σε ιστορικούς σχηματισμούς ιδιόμορφους κι αυτοί οι σχηματισμοί δεν είναι άλλοι τους Εθνικούς Σχηματισμούς. Κάθε Εθνικός Σχηματισμός αποτελεί δομή διαφορετικών Παραδόσεων όπου υπάρχει κεντρική Παράδοση, περιφερειακές Παραδόσεις και ηγετική Παράδοση (που μπορεί κάλλιστα να μη συμπίπτει με την κεντρική). Απ' αυτή την άποψη ο νεοελληνικός Εθνικός Σχηματισμός μπορεί να θεωρηθεί ως σχηματισμός ιστορικών Παραδόσεων με κεντρική Παράδοση την ελληνο-ορθόδοξη και περιφερειακές τη δυτική Παράδοση, την κομμουνιστική Παράδοση και άλλες Παραδόσεις. Κυρίαρχη Παράδοση, δηλ. αυτή που ελέγχει την Παιδεία, είναι η δυτική Παράδοση. Το σχήμα δεν πρέπει να το βλέπει κανείς με απολυτότητα, αλλά να παίρνει υπόψη του αυτό που θα μπορούσαμε να ονομάσουμε σχετικισμό των Παραδόσεων. Η κυριαρχία της δυτικής Παράδοσης πάνω στις περιφερειακές και πάνω στην κεντρική Παράδοση τις παραμορφώνει, τις μετασχηματίζει. Αυτό σημαίνει ότι η ιδιαιτερότητα του Εθνικού Σχηματισμού - η «εθνική ταυτότητα» - δεν προσδιορίζεται μόνο από το περιεχόμενο των συστατικών του Παραδόσεων, αλλά και από τις «παραμορφώσεις» που προκαλεί σ' αυτές η συγκεκριμένη ιστορική τους συνάρθρωση.

Καταλήγω δηλαδή στην εξής διπλή θέση και την καταθέτω σαν εργαλείο σκέψης:

α) Φορείς της Παιδείας είναι οι Παραδόσεις και
β) Οι ιστορικοί εθνισμοί είναι σχηματισμοί Παραδόσεων και κατ' επέκταση εκδοχών Παιδείας. Αυτή η θέση είναι και η θεωρητική μου απάντηση στο θέμα της σχέσης Παιδείας και Εθνισμού.

Είναι ενδεικτική παρωπιδοφορίας η προσκόλληση στην οπτική μιας μόνο Παράδοσης. Η κυρίαρχη Παράδοση δίνει μια προοπτική. Δεν πρέπει όμως να νομίζουμε ότι είναι η μόνη που δίνει προοπτική. Επίσης: Τα προβλήματα που αντιμετωπίζουμε σήμερα τίθενται στα πλαίσια της κυρίαρχης Παράδοσης και με τους δικούς της όρους. Αν η ιδεολογία της δεν μας επιτρέπει να βρούμε λύσεις αυτό δε σημαίνει ότι πρέπει να σηκώσουμε τα χέρια (ότι «δεν υπάρχει πρόταση!»). Γιατί να μην προσφύγουμε στα αναλυτικά όργανα άλλων Παραδόσεων; Ιδιαίτερα στα ζητήματα Παιδείας και Εθνισμού, η πλουραλιστική οπτική που αξιοποιεί απροκατάληπτα όλες τις Παραδόσεις (και μάλιστα τις θεμελιώδεις Παραδόσεις του Εθνικού Σχηματισμού), είναι όχι μόνο νόμιμη αλλά και αναγκαία.
Ο Ισοκράτης, διατυπώνοντας με ανεπανάληπτο τρόπο της σχέση Παιδείας και Εθνισμού, έλεγε ότι είμαστε Έλληνες όχι γιατί μετέχουμε κάποιας κοινής φύσης (φυλετικής, βιολογικής κλπ.), αλλά γιατί μετέχουμε μιας συγκεκριμένης Παιδείας. Οι τοτινοί συμπατριώτες του τον καταλάβαιναν, γιατί ήξεραν για ποια Παιδεία τους μιλούσε. Εμείς ξέρουμε;







Σάββατο 6 Ιουλίου 2013

Ιωάννης Λίλης, Ο Παράδεισος και η Κόλαση στην Ορθόδοξη Παράδοση

Δρ. Ιωάννης Ν. Λίλης
Λέκτορας Δογματικής και Συμβολικής Θεολογίας Α.Ε.Α.Η.Κ.

Ο Παράδεισος και η Κόλαση
στην  Ορθόδοξη Παράδοση1


Το πιο δυνατό σημείο για να καταλάβει κανείς τον Παράδεισο και την Κόλαση, όπως τον ορίζει η Ορθόδοξη Εκκλησία, είναι να κοιτάξει με προσοχή τις σαράντα ημέρες της ζωής του Κυρίου από την Ανάσταση μέχρι και την Ανάληψη του στους ουρανούς. Η αναστημένη ανθρώπινη φύση είναι ο Παράδεισος. Η απώλεια της Αναστάσεως είναι η κόλαση. Η Εκκλησία που ίδρυσε ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός υπάρχει ακριβώς γι’ αυτόν τον σκοπό : να χαρίζει την Ανάσταση στην ανθρώπινη φύση. Και πριν την Ανάσταση του ο Κύριος ήταν ο ίδιος και είχε την ίδια αναστημένη ανθρώπινη φύση, εφόσον είχε πάντοτε και τη θεϊκή φύση, όμως κατά παραχώρηση εκδήλωνε την ανθρώπινη φύση του όπως βρίσκεται σε εμάς, εκτός από την αμαρτία (η οποία είναι διαβολική σπορά), και όχι αναστημένη όπως την βλέπουμε μετά την Ανάσταση, για να γίνει πραγματικά και συγκεκριμένα η πρόσληψη της ανθρώπινης φύσεως και όχι αιθέρια, ρομαντικά και θεωρητικά.
Οι θεολόγοι της Εκκλησίας  είτε περιγράφουν τις δύο φύσεις του Κυρίου, είτε απαντούν στον Άρειο, τον Νεστόριο ή τον μονοφυσιτισμό, είτε εξηγούν το γνωμικό θέλημα (ένα σπουδαίο δογματικό ζήτημα που συζητήθηκε έντονα τον 7ο μ.Χ. αιώνα) δεν κάνουν τίποτα άλλο από το να αναφέρονται στον παράδεισο που χάρισε η ενανθρώπιση του Κυρίου στην ανθρώπινη φύση. Συνδέουν τον παράδεισο και την απώλεια του και με την περιγραφή της πτώσεως των πρωτοπλάστων, όπως διασώζεται στο βιβλίο Γένεσις της Παλαιάς Διαθήκης, όμως η ενανθρώπιση του Υιού και Λόγου του Θεού είναι το κέντρο στη διδασκαλία τους, για να εξηγήσουν και να βιώσουν τον Παράδεισο. Επειδή βλέπουν τον Παράδεισο και την Κόλαση μέσα από την ενανθρώπιση του Κυρίου, ο Παράδεισος έχει γι’ αυτούς καθαρά υπαρξιακό περιεχόμενο. Δεν είναι τόποι αλλά καταστάσεις της ανθρώπινης υπάρξεως, οι οποίες ξεκινούν από την παρούσα ζωή και εκτείνονται και μετά το θάνατο του ανθρώπου.
Πριν τη Ανάσταση του ο  Κύριος είχε προϊδεάσει τους μαθητές  του για το δώρο που θα χάρισε στην ανθρώπινη φύση με την ενανθρώπιση και την Ανάσταση. Η ανάσταση της κόρης του Ιαείρου, η ανάσταση του γιου της χήρας της Ναΐν, η ανάσταση του Λαζάρου, η θεοφάνεια στο όρος Θαβώρ ενώπιον τριών μαθητών του, ήταν τα καλύτερα σημεία για να τους δείξει την ευεργεσία που χάρισε στον άνθρωπο. Ο παράδεισος βιώνεται μέσα στην εκκλησία. Υπάρχουν σήμερα σημεία που μπορούμε να ψηλαφήσουμε τον παράδεισο. Ένα από τα πιο δυνατά είναι τα λείψανα των αγίων. Υπάρχουν λείψανα αγίων που ευωδιάζουν ή είναι άφθαρτα. Η καλύτερη απόδειξη για την ανάσταση και τον παράδεισο που χάρισε στην ανθρωπότητα η ενανθρώπιση του Κυρίου. Φυσικά δεν είναι το μόνο σημείο. Σήμερα υπάρχουν άνθρωποι, όπως ασκητές στην περιοχή του Αγίου Όρους, οι οποίοι τρώνε ελάχιστα ή κοιμούνται ελάχιστα. Η συμπεριφορά αυτή δεν είναι δείγμα εκούσιας κακώσεως του σώματος ή δίαιτας. Είναι δείγματα αγιασμού και αφθαρτοποιήσεως της ανθρώπινης φύσεως. Αξιοσημείωτο όμως είναι το γεγονός ότι υπάρχουν και άνθρωποι ανάμεσα μας που εμφανίζουν παρόμοια σημάδια, ακριβώς γιατί συνειδητοποίησαν το δώρο που προσφέρει η εκκλησία και άφησαν τον εαυτό τους στα χέρια του Θεού. Οι άνθρωποι αυτοί βρήκαν τον παράδεισο. Βέβαια το πιο δυνατό σημείο, ως το κέντρο όλων αυτών, είναι το μυστήριο της θείας Ευχαριστίας, το οποίο άλλωστε είναι και το κέντρο της θείας λατρείας. Εκεί κυρίως οι πιστοί βλέπουν καθαρά και βιώνουν ζωντανά τον αγιασμό της ανθρώπινης φύσεως και τον παράδεισο.                   
Μία από τις πιο χαρακτηριστικές  αναφορές της πατερικής θεολογίας  για το τι είναι ο Παράδεισος και  η Κόλαση βρίσκουμε στα κείμενα  του αγίου Ιωάννου Δαμασκηνού, ο οποίος ζει τον 8οαιώνα μ.Χ. Είχαν προηγηθεί βέβαια τα κείμενα των μεγάλων Καππαδοκών Πατέρων, οι αναφορές του αγ. Μαξίμου Ομολογητού, η διήγηση του Μακαρίου του Αιγυπτίου – ο περίφημος διάλογος στην έρημο με το κρανίο του αιρεσιάρχου. Ο Δαμασκηνός όμως, με απλότητα και γλαφυρότητα, δανειζόμενος παραστάσεις της καθημερινότητας, δίνει την πιο συγκλονιστική περιγραφή για το ποιες είναι αυτές οι δύο υπαρξιακές καταστάσεις.   
Για τον Ιωάννη Δαμασκηνό  η ψυχή είναι το κέντρο της ανθρώπινης ύπαρξης, η οποία χρησιμοποιεί ως όργανο το σώμα και παρέχει σε αυτό ζωή, αύξηση, αίσθηση και γέννηση.2 Ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της ψυχής είναι η ευσέβεια και η νόηση. Κοινά χαρακτηριστικά της ψυχής και του σώματος είναι οι αρετές, οι οποίες αφορούν κυρίως την ψυχή, γιατί η ψυχή χρησιμοποιεί ως όργανο το σώμα.3
Όσο ο άνθρωπος έχει και  το σώμα του, υπάρχει οικονομία και  κυβέρνηση, γιατί ό,τι και να πράξει έχει τη δυνατότητα με τη μετάνοια να το διορθώσει. Μετά το θάνατο όμως, δηλαδή το χωρισμό της ψυχής και του σώματος, η ψυχή δεν «αλλάζει πλέον».4 Η ψυχή τρέπεται μόνο όταν είναι μαζί με το σώμα. Όπως οι δαίμονες μετά την έκπτωση δεν μετανοούν και οι άγγελοι δεν αμαρτάνουν, γιατί και οι δύο απέκτησαν το άτρεπτο, έτσι ακριβώς και ο άνθρωπος μετά το θάνατο έχει το άτρεπτο.5 Αυτό που ποθεί ο άνθρωπος τις τελευταίες στιγμές της ζωής του, δηλαδή ή τον αγαθό Θεό ή την αμαρτία, είναι αυτό που θα τον συνοδεύει πάντα, γιατί από εκεί και πέρα η ψυχή δεν αλλάζει.6 Οι άνθρωποι που ποθούν το Θεό, μετά το θάνατο τους συνεχίσουν να τον ποθούν, αφού η ζωή είναι ενιαία, και ευφραίνονται7˙ αντίθετα οι αμαρτωλοί, δηλαδή αυτοί που σκέπτονται συνεχώς την κακία και την αμαρτία, μετά το θάνατο ποθώντας την αμαρτία κολάζονται χωρίς καμία παρηγοριά, γιατί δεν έχουν το υλικό της αμαρτίας. Έχασαν τς λας τς μαρτίας, όπως το ονομάζει ο Δαμασκηνός, αφού δεν έχουν πλέον το σώμα και δεν μπορούν αμαρτήσουν, όμως η ψυχή τους συνεχίζει να επιθυμεί μόνο την αμαρτία.8 πιθυμοντες ον κα μ χοντες τ τς πιθυμίας πυρς δίκην π τς πιθυμίας καταφλέγονται.9 Γι’ αυτό το λόγο ο Δαμασκηνός λέγει πως η κόλαση δεν είναι τίποτα άλλο παρά  το ποθουμένου στέρησις.10 Ο παράδεισος και η κόλαση είναι θέμα καθαρά βουλητικό. Κατά την αναλογία του πόθου, όσοι ποθούν το Θεό ευφραίνονται και όσοι ποθούν την αμαρτία κολάζονται.11
Επομένως η κόλαση, στα  κείμενα του Ιωάννη Δαμασκηνού, δεν  είναι μία αιώνια τιμωρία, αλλά ως στέρησις το ποθουμένου είναι μία αστοχία της επιθυμίας του ανθρώπου. Ο διάβολος και οι κολασμένοι επιθυμούν ανύπαρκτα πράγματα, γιατί μετά το θάνατο δεν υπάρχει κακία και αμαρτία. Η επιθυμία όμως εξακολουθεί να υπάρχει και να κατατρώγει τον άνθρωπο. Μόλις χαθεί το σώμα από την ανθρώπινη ύπαρξη, ο άνθρωπος δεν τρώει, δεν παντρεύεται, δεν ντύνεται, δεν πλουτίζει, δεν δείχνει φθόνο, ούτε τι τν τς μαρτίας εδν. Μετά το θάνατο υπάρχει η πλήρης πραγματικότητα, ο αγαθός Θεός, τον οποίο οι κολασμένοι δεν τον θέλουν. Όσοι όμως επιθυμούν το Θεό, το ν κα ε ν, πέτυχαν τον σκοπό τους και νιώθουν ευφροσύνη, γιατί μετά το θάνατο επιβεβαιώθηκαν πλήρως. Επιθυμούσαν και επιθυμούν κάτι πραγματικό και παντοτινό, που τώρα το καταλαβαίνουν πλήρως, όπως και οι κολασμένοι πλήρως, τώρα, καταλαβαίνουν το λάθος τους : «Ε δ λέγεται, τι συνέφερεν ατ μ γενέσθαι περ γενέσθαι κα κολασθήναι τελευτήτως, φαμν τι  κόλασις κείνη οδ τερον έστιν ε μ πρ πιθυμίας τς κακίας κα μαρτίας καπρ στοχίας τς πιθυμίας. Ο γρ πιθυμοσι Θεο ο ν τ κακί τ τρεπτον σχηκότες, λλ τς κακίας, κε δ νέργεια κακίας κα μαρτίας οκ σται. Οδ γρ σθίομεν οδπίνομεν οδ ενδυόμεθα οδ γαμομεν οδ πλουτομεν οδ φθόνος σχύει οδ τι τν τς μαρτίας εδν. πιθυμοντες ον κα μ χοντες τ τς πιθυμίας πυρς δίκην π τςπιθυμίας καταφλέγονται. Ο δ το γαθο, τουτέστι μόνου το Θεοπιθυμοντες, το ντος κα ε ντος, κα τυγχάνοντες εφραίνονται κατ τν ναλογίαν τς πιθυμίας ατν, καθ’ ν τυγχάνουσιν το πιθυμουμένου».12
Ο παράδεισος και η κόλαση, όπως περιγράφονται κυρίως στο έργο του Δαμασκηνού Κατά Μανιχαίων διάλογος, δείχνουν πως η υπαρξιακή ενότητα του ανθρώπου εξακολουθεί να υπάρχει και μετά το θάνατο, όμως τώρα είναι κομματιασμένη. Από τον άνθρωπο λείπει πλέον το σώμα, και επομένως ο ίδιος και οι επιθυμίες του πολύ πιο δύσκολα τρέπονται. Παρότι πάντοτε είναι τρεπτός, και μόνο ο Τριαδικός Θεός είναι άτρεπτος, η τρεπτότητα του μετά το θάνατο γίνεται δύσκαμπτη. Αν δεν επιθυμεί το Θεό όταν έχει την πλήρη ύπαρξη του (σώμα και ψυχή), δεν υπάρχει πιθανότητα να τον επιθυμήσει όταν η ύπαρξη του θα κομματιαστεί με το θάνατο και θα μείνει μόνο με την ψυχή. Ο Θεός και μετά το θάνατο είναι δίπλα του και τον περιμένει, αλλά ο άνθρωπος δεν τον θέλει γιατί η τρεπτότητα του νου (και της υπόλοιπης υπάρξεως του που συνδέεται άμεσα με το νου, όπως η θέληση) γίνεται δύσκαμπτη και δυσκίνητη. Γι’ αυτό και ο Δαμασκηνός τονίζει στο Κατά Μανιχαίων διάλογος πως ο Θεός πάντοτε δέχεται την μετάνοια (δηλαδή την αλλαγή του νου) του ανθρώπου, ακόμα και μετά το θάνατο του, καθώς δεν μπορεί ποτέ να αρνηθεί το πλάσμα του, αλλά μετά το θάνατο η ψυχή δεν θέλει να μετανοήσει : «οχ το θεο μ δεχομένου μετάνοιαν – ατς γρ αυτν ρνήσασθαι ο δύναται οδ ποβάλλεται τν συμπάθειαν – λλ’ ψυχ οκέτι τρέπεται».13
Η εύρεση του παραδείσου είναι ζήτημα ζωής και θανάτου. Δύο  χιλιάδες χρόνια η εκκλησία βήμα βήμα μέσα σε κακοήθειες, βάναυσες καταστάσεις και αντιξοότητες γίνεται το αλάτι του κόσμου χαρίζοντας τον αγιασμό στην ανθρώπινη φύση. Η καλύτερη απόδειξη είναι η μόνιμη παρουσία της στον πολιτισμό. Τα πάντα έπεσαν από τότε που υπάρχει η εκκλησία : Ρωμαϊκή αυτοκρατορία, βυζαντινή αυτοκρατορία, γεωγραφικά όρια, σύνορα, λαοί που κυριάρχησαν και εξαφανίστηκαν εντελώς, ένα πράγμα μόνο έμεινε : η Εκκλησία και ο λατρευτικός της πλούτος. Πλούτος που χαρίζει στον άνθρωπο τον αγιασμό και την αφθαρτοποίηση˙ δηλαδή τον παράδεισο.

''''''''''''''''''''''''''''''''''''''''''''''
ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1 Άρθρο που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Άγκυρα Ελπίδος της Ιεράς Μητροπόλεως Ιεραπύτνης και Σητείας, περίοδος Β΄, τεύχος 72, Ιανουάριος – Φεβρουάριος 2013, σελ. 48 – 51
2 ωάννου Δαμασκηνοκδοσις κριβς τς ρθοδόξου πίστεως, Die Schriften des Johannes von Damaskos, εκδ. B. Kotter, Walter – De Gruyter 1973, t. II (Patristische Texte und Studien 12) 2644 - 47 : «Ψυχ τοίνυν στν οσία ζσα πλσώματος, σωματικος φθαλμος κατ’ οκείαν φύσιν όρατος, λογική τε κα νοερά, σχημάτιστος, ργανικ κεχρημένη σώματι κα τούτ ζως αξήσεώς τε κα ασθήσεώς και γεννήσεως παρεκτική,…».
3 Ίωάννου Δαμασκηνοκδοσις κριβς, 26 91 – 93 : «δια δ τς ψυχς  εσέβεια κα  νόησις. Κοιν δ ψυχς κα σώματος α ρεταί, χουσν κα τούτων π τν ψυχν τν ναφορν, οον ψυχς προσχρωμένης σώματι».
4 ωάννου ΔαμασκηνοΤο ν γίοις πατρός μν ωάννου μοναχο πρεσβυτέρου το Δαμασκηνο κατά Μανιχαίων, Die Schriften des Johannes von Damaskos, εκδ. B. Kotter, Walter – De Gruyter 1981, t. IV (Patristische Texte und Studien 22) 75 5 – 9 : «κα ν μεν τ βί τούτ οκονομία τις στι κα κυβέρνησις κα πρόνοια ρρητος πρς πιστροφν κα μετάνοιαν καλοσα τοςμαρτάνοντας, μετ δ θάνατον οκέτι τροπή, οκέτι μετάνοια, οχ το θεο μ δεχομένου μετάνοιαν – ατς γρ αυτν ρνήσασθαι ο δύναται οδ ποβάλλεται τν συμπάθειαν - ,  λλ’ ψυχ οκέτι τρέπεται».
5 ωάννου ΔαμασκηνοΚατ Μανιχαίων, 75 13 – 16 : « «ς γρ ο δαίμονες μετ τν κπτωσιν ο μετανοοσιν οδ ο γγελοι νν οχ μαρτάνουσι, λλ’ μφότεροι σχον τ τρεπτον, οτω κα ο νθρωποι τ τρεπτον χουσι,…»˙ ωάννου ΔαμασκηνοΚατ Μανιχαίων, 37 15 – 17 : «Κα τοτο δ εδέναι χρή, τι, καθς ξέλθ  ψυχ κ το σώματος, οτως διαμένειτρεπτος το λοιπο ετε τ γαθν ποθοσα, ετε τ πονηρν.».
6 Ίωάννου ΔαμασκηνοΚατ Μανιχαίων, 75 9 – 12 : «Δι κν τις ποιήσ πάσας τς δικαιοσύνας κα πιστρέψας μαρτήσ κα ξέλθ ποθν τν μαρτίαν κ το βίου, ν τ μαρτί ατοποθανεται.».
7 ωάννου ΔαμασκηνοΚατά Μανιχαίων, 75 16 – 17 : « Κα ο μν δίκαιοι ποθοντες τν Θεν κα χοντες ατν ε ν ατ εφραίνονται, . . .».  
8 Ίωάννου ΔαμασκηνοΚατ Μανιχαίων, 75 17 – 19 : «ο δε μαρτωλοί ποθοντες τν μαρτίαν και μ χοντες τς λας τς μαρτίας, ς π πυρς κα σκώληκος κατεσθιόμενοι, κολάζονται μηδεμίαν παρηγορίαν χοντες».
9 ωάννου ΔαμασκηνοΚατ Μανιχαίων, 36 14 – 15 .
10 ωάννου ΔαμασκηνοΚατ Μανιχαίων, 75 19 – 20 : «Τ γρ στι  κόλασις στέρησις ε μ το ποθουμένου στέρησις;».
11 ωάννου ΔαμασκηνοΚατ Μανιχαίων, 75 20 – 24 : « Κατ τν ναλογίαν ον το πόθου ο τ τν θεν ποθοντες εφραίνονται κα ο τν μαρτίαν ποθοντες κολάζονται˙ κα γρ οπιτυγχάνοντες το ποθουμένου κατ τ μέτρον το πόθου εφραίνονται κα ο ποτυγχάνοντες κατ τ μέτρον το πόθου δυνώνται».  
12 ωάννου ΔαμασκηνοΚατ Μανιχαίων, 36 7 – 18. Η συγκεκριμένη αλήθεια για την κατάσταση του παραδείσου και της κολάσεως, ως θέμα της βουλήσεως του ανθρώπου, διατυπώθηκε από προηγούμενους θεολόγους του Βυζαντίου, τους οποίους ο Δαμασκηνός ακολουθεί. Βλ. Μ. Βασιλείου, Ες τν ξαήμερον PG 29, 120B : «Ε κόρεστος τούτου  θέα, ποταπός τ κάλλει  τς δικαιοσύνης λιος. Ε τυφλῷ ζημία τοτον μ βλέπειν, ποταπ ζημία τ μαρτωλ το ληθινο φωτς στερηθναι;»˙ Μαξίμου μολογητοΚεφάλαια διάφορα θεολογικ τε κα οκονομικPG 90, 1312C : «Οκ χει  φύσις τν πρ φύσιν τος λόγους σπερ οδ τν παρ φύσιν τος νόμους. πρ φύσιν δ λέγω τν θείαν κα νεννόητον δονήν, ν ποιεν πέφυκεν  Θες φύσει, κατ χάριν τος ξίοις νούμενος˙ παρ φύσιν δ, τν κατ στέρησιν ταύτης συνισταμένην νεκλάλητον δύνην, ν ποιε εωθεν  Θες φύσει, παρ χάριν τος ναξίοις νούμενος. Κατ γρ τν ποκειμένην κάστ ποιότητα τς διαθέσεως,  Θες τος πσι νούμενος, ς οδεν ατς, τν ασθησιν κάστ παρέχεται, καθς στιν καστος ξ αυτο διαπεπλασμένος, πρς ποδοχν το πάντως πσιν νωθησομένου κατ τ πέρας τν αώνων»˙ 1328D : « μν Θες κατ μίαν πειροδύναμον τς γαθότητος βούλησιν πάντας συνέξει κα γγέλους κανθρώπους, γαθος τε κα πονηρος, οτοι δ πάντες οκ σως μεθέξουσι Θεο, το δι πάντων σχέτως χωρήσαντος, λλ’ ναλόγως αυτος»˙ 1329A : «Ο μν τ φύσει φυλάξαντες διπάντων σονομοσαν τν γνώμην κα τν τς φύσεως λόγων κατ’ νέργειαν δεκτικν ατν καταστήσαντες καθ’ λον τν το ε ε εναι λόγον, δι τν πρς τν θείαν βούλησιν τς γνώμης επάθειαν, λης μεθέξουσι τς γαθότητος».          
13 Ίωάννου ΔαμασκηνοΚατ Μανιχαίων, 75 5 – 9 : «κα ν μεν τ βί τούτ οκονομία τις στι κα κυβέρνησις κα πρόνοια ρρητος πρς πιστροφν κα μετάνοιαν καλοσα τοςμαρτάνοντας, μετ δ θάνατον οκέτι τροπή, οκέτι μετάνοια, οχ το θεο μ δεχομένου μετάνοιαν – ατς γρ αυτν ρνήσασθαι ο δύναται οδ ποβάλλεται τν συμπάθειαν - ,  λλ’ ψυχ οκέτι τρέπεται».



Αρχείο

Παναγία Οδηγήτρια του Balamand (Λίβανος)

Παναγία Οδηγήτρια του Balamand (Λίβανος)

ΣΥΝ-ΙΣΤΟΛΟΓΕΙΝ

ΑΓΙΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ

ΑΓΙΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ
Ένα ιστολόγιο αφιερωμένο στους 57 αη-Γιώργηδες της Ορθόδοξης Εκκλησίας

Ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός, Ψυχὴ καὶ Χριστὸς σᾶς χρειάζεται...

Τοῦτο σᾶς λέγω πάλιν καὶ σᾶς παραγγέλλω: κἂν ὁ οὐρανὸς νὰ κατέβη κάτω κἂν ἡ γῆ νὰ ἀνέβη ἀπάνω κἂν ὅλος ὁ κόσμος νὰ χαλάση καθὼς μέλλει νὰ χαλάση σήμερον αὔριον, νὰ μὴ σᾶς μέλη τί ἔχει νὰ κάμη ὁ Θεός. Τὸ κορμὶ ἂς σᾶς τὸ καύσουν, ἂς σᾶς τὸ τηγανίσουν, τὰ πράγματά σας ἂς σᾶς τὰ πάρουν, μὴ σᾶς μέλη, δῶστε τα, δὲν εἶναι ἐδικά σας. Ψυχὴ καὶ Χριστὸς σᾶς χρειάζεται. Ἐτοῦτα τὰ δύο ὅλος κόσμος νὰ πέση, δὲν ἠμπορεῖ νὰ σᾶς τὰ πάρη, ἔξω ἂν τύχη καὶ τὰ δώσετε μὲ τὸ θέλημά σας. Αὐτὰ τὰ δύο νὰ τὰ φυλάγετε νὰ μὴν τύχη καὶ τὰ χάσετε.

Ἅγιος Κοσμᾶς Αἰτωλός, Διδαχὴ Γ' (ἀπὸ τὸ βιβλίο τοῦ Ἰωάννη Β. Μενούνου, Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ Διδαχὲς καὶ Βιογραφία, ἐκδόσεις Ἀκρίτας, ζ' ἔκδοση, Ἀθήνα 2004, σελ.154)

Επισκέπτες από 17/9/2009

Free counters!

Κ. ΤΣΑΤΣΟΣ, ΠΕΡΙ "ΕΙΔΙΚΩΝ"

Τοῦτο εἶναι τὸ δρᾶμα τῆς ἐποχῆς μας: ὅτι ἡ πρόοδος της δὲν βρίσκεται στὰ χέρια τῶν πνευματικῶν ἀνθρώπων, ἀλλὰ τῶν εἰδικῶν, ποὺ δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι πνευματικοὶ ἄνθρωποι.

Κωνσταντίνος Τσάτσος, Ἀφορισμοὶ καὶ διαλογισμοί, τέταρτη σειρά, εκδ. Βιβλ. τῆς Ἑστίας, Ἀθήνα 1972, σελ. 92.

台灣基督東正教會 The Orthodox Church in Taiwan

ΑΓΙΟΡΕΙΤΙΚΕΣ ΜΝΗΜΕΣ

ΑΓΙΟΡΕΙΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ

Μετεωρίτικη Βιβλιοθήκη

ΘΕΟΛΟΓΟΙ ΚΡΗΤΗΣ

ΕΛΛΟΠΟΣ

Αξίζει να διαβάσετε

9 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ: ΔΙΕΘΝΗΣ ΗΜΕΡΑ ΚΑΤΑ ΤΟΥ ΦΑΣΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΑΝΤΙΣΗΜΙΤΙΣΜΟΥ

ΔΕΝ ΞΕΧΝΩ