ΣΗΜΑΝΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ-ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ

Τετάρτη 30 Δεκεμβρίου 2020

ΚΑΛΗ ΧΡΟΝΙΑ

 


Αγιά Νάξου
φωτό: ΠΕΡΑ ΑΠΟ ΤΟ ΑΤΟΜΟ



Ευχόμαστε σε όλους και σε όλες 


ΚΑΛΗ ΧΡΟΝΙΑ


με υγεία, χαρά, ευτυχία και αγάπη!

Τρίτη 29 Δεκεμβρίου 2020

"Παράδοση και Μοντερνισμός στον νέο ελληνισμό": Το νέο βιβλίο του Σπύρου Κουτρούλη


Σπύρος Κουτρούλης, Παράδοση και Μοντερνισμός στον νέο ελληνισμό, Εναλλακτικές εκδόσεις, Αθήνα 2020

Η ερμηνεία του ελληνισμού προϋπέθεσε την «ένδον» πορεία του ελληνικού στοχασμού, την προσπάθεια, δηλαδή, να αντικρύσουμε τον εαυτό μας όπως αυτός πραγματικά είναι. Η πνευματική πορεία για την ανάδειξή του δεν έγινε από πνευματικούς ανθρώπους που είχαν υψώσει τείχη απέναντι στον κόσμο, αλλά από εκείνους που είχαν στέρεη γνώση του ευρωπαϊκού –ίσως και του παγκόσμιου– στοχασμού. Στοχαστές όπως ο Σεφέρης, ο Ελύτης, ο Θεοτοκάς, ο Τσαρούχης, ο Δημαράς, ο Πικιώνης, που υπήρξαν εξέχοντα μέλη της γενιάς του ’30, συνδύασαν τον μοντερνισμό με την ανάδειξη στοιχείων που καθόρισαν τη φυσιογνωμία του ελληνισμού, όπως τα γραπτά του στρατηγού Μακρυγιάννη, η τέχνη του Θεόφιλου, ο Ερωτόκριτος, τα δημοτικά τραγούδια, η αισθητική της ντόπιας αρχιτεκτονικής κ.α. Συγχρόνως, όλοι τους μας κάλεσαν να «πάμε στον λαό και να φωτιστούμε από αυτόν». Οι λόγοι για μια τέτοια κίνηση είναι πολλοί. Πρώτα-πρώτα, απέδιδαν καίρια σημασία στη λαϊκή παράδοση και τον λαϊκό πολιτισμό. Κατά δεύτερον, θεωρούσαν ότι στοιχεία της παράδοσης διέσωζαν αυθεντικά το αρχαίο τραγωδία (όπως η εκκλησιαστική λειτουργία διέσωζε την αρχαία τραγωδία, το ύφος και το πνεύμα της), ίσως αρτιότερα απ’ ό,τι συμβαίνει στην ευρωπαϊκή φιλολογία.


***

Ακολουθεί ο Πρόλογος του βιβλίου: 

Πρόλογος

Η ερμηνεία του ελληνισμού προϋπέθεσε την «ένδον» πορεία του ελληνικού στοχασμού, την προσπάθεια δηλαδή να αντικρύσουμε τον εαυτό μας όπως αυτός πραγματικά είναι. Η πνευματική πορεία για την ανάδειξη του δεν έγινε από στοχαστές οι οποίοι είχαν υψώσει τείχη απέναντι στον κόσμο αλλά από εκείνους που είχαν στερεή γνώση του ευρωπαϊκού ίσως και του παγκόσμιου στοχασμού.
Οι στοχαστές όπως ο Γ. Σεφέρης, ο Οδ. Ελύτης, ο Γ. Θεοτοκάς, ο Γ. Τσαρούχης, ο Κ. Δημαράς , ο Δ. Πικιώνης που υπήρξαν εξέχοντα μέλη της γενιάς του ’30 συνδύασαν τον μοντερνισμό με την ανάδειξη στοιχείων που καθόρισαν την φυσιογνωμία του ελληνισμού δηλαδή τα γραπτά του στρατηγού Μακρυγιάννη, την τέχνη του Θεόφιλου, τον Ερωτόκριτο, τα δημοτικά τραγούδια, την αισθητική της ντόπιας αρχιτεκτονικής. Συγχρόνως όλοι τους, μας κάλεσαν να «πάμε στον λαό και να φωτιστούμε από αυτόν». Οι λόγοι για μια τέτοια κίνηση είναι πολλοί. Πρώτα-πρώτα απέδιδαν καίρια σημασία στην λαϊκή παράδοση όσο και στον λαϊκό πολιτισμό και κατά δεύτερον θεωρούσαν ότι στοιχεία όπως η εκκλησιαστική λειτουργία διέσωζαν αυθεντικά την αρχαία τραγωδία –το ύφος και το πνεύμα της- ίσως αρτιότερα από ότι αυτό συμβαίνει στην ευρωπαϊκή φιλολογία. Ο Ηλίας Πετρόπουλος είναι ίσως η στερνή επιρροή της γενιάς του ’30 που ακολούθησε σε πολλά, αλλά κυρίως στην ανάδειξη του λαϊκού πολιτισμού, τα πορίσματα που αυτή κατέληξε.
Η πνευματική συνέχεια του ελληνισμού είναι ένα γεγονός που διαπιστώθηκε από συγγραφείς όπως ο Ν. Σβορώνος που ανήκαν στην αριστερά. Το έργο τους είναι η τεκμηριωμένη απάντηση στους μεταμοντέρνους ιστορικούς που ισχυρίζονται ότι τα έθνη είναι πρόσφατες κατασκευές ή ότι το ελληνικό έθνος είναι δημιούργημα του ελληνικού κράτους.
Ο Γ. Αποστολάκης δεν ήταν μόνο αυτός που τεκμηριωμένα μας έδειξε τις σημασίες του δημοτικού τραγουδιού και την καίρια συμβολή του στην ποίηση του Δ. Σολωμού, αλλά ο κριτικός με το αξεπέραστο αισθητικό κριτήριο και ασφαλώς την μεγάλη γνώση που μπορούσε να διακρίνει το αληθινό από το ψεύτικό, το σημαντικό από το ασήμαντο. Ο Ν. Καρούζος ένας αισθαντικός ποιητής, που πράγματι ταύτισε την ποίηση με την ζωή του μας φανέρωσε τις ορθόδοξες προϋποθέσεις του στοχασμού του. Ο Ι. Δραγούμης μια αδικημένη συχνά παρουσία, όχι μόνο από τους εχθρούς του αλλά και κάποιους δήθεν «φίλους» του, υπήρξε ένας μετριοπαθής στοχαστής που συνεργάστηκε με την πιο δραστήρια βενιζελική διανόηση, δηλαδή την ομάδα του Α. Παπαναστασίου (όπως τον Α. Σβώλο και τον Γ. Παπανδρέου), σοσιαλιστές της εποχής του όπως ο Ν. Γιαννιός και κομμουνιστές όπως ο Γ. Κορδάτος.
Ο Γ. Κοτζιουλας ο ηπειρώτης συγγραφέας, ζώντας σε μια αδιανόητη φτώχεια, αντιμετωπίζοντας από νωρίς μεγάλα προβλήματα υγείας, όχι μόνο συμμετείχε στην εθνική αντίσταση, αλλά μας άφησε βαριά κληρονομιά ένα σπουδαίο έργο. Ο Π. Κανελλόπουλος επιχείρησε έναν πνευματικό άθλο: να συνεχίσει το έργο του Φ. Νίτσε «Έτσι μίλησε ο Ζαρατούστρα» αλλά και να τον συμφιλιώσει με τον χριστιανισμό.
Ο Π. Κονδύλης υπήρξε ένας στοχαστής που ξεπέρασε τα ελληνικά σύνορα, ενώ η αναγνώρισή του προήλθε από την γερμανική ακαδημαϊκή κοινότητα. Ο τρόπος που αντιμετώπισε τον νέο ελληνισμό, το εθνικό ζήτημα φέρει την σφραγίδα των ποιοτικών χαρακτηριστικών της σκέψης του.
Το δοκίμια στην πρώτη τους μορφή δημοσιεύθηκαν στα περιοδικά «Νέος Λόγιος Ερμής», «Νέα Πολιτική», «Κοράλλι», «Ένεκεν» και στην εφημερίδα «Ρήξη».
Για την έκδοση τους, στην σημερινή μορφή, οφείλω ευχαριστίες στον Γιώργο Καραμπελιά, στην Χριστίνα Σταματοπούλου, στην Ελένη Ζαχαροπούλου, στον Ανδρέα Μοράτο, στον Γιώργο Ρακκά, στον Νικόλα Δημητριάδη, στον Γιάννη Ξένο.


Σπύρος Κουτρούλης
Ηράκλειο Αττικής, 13.12.2020


Α. Παπαγιάννης, Εμβόλια






Ο Ιατρικός Σύλλογος Θεσσαλονίκης οργάνωσε χθες μια διαδικτυακή ενημερωτική ημερίδα για τον εμβολιασμό κατά του ιού SARS-CoV2, η οποία πιστεύω ότι έδωσε επαρκείς απαντήσεις σε πολλά καλόπιστα ερωτήματα και απορίες που μπορεί να υπάρχουν τόσο στο κοινό όσο και στον ιατρικό ακόμη κόσμο. Ολόκληρη η εκδήλωση υπάρχει στο YouTube και μπορεί να την παρακολουθήσει όποιος θέλει. Ένα μεγάλο μέρος της είναι σε γλώσσα επιστημονική που μπορεί να προκαλεί δέος στους μη ειδικούς. Ωστόσο οι εξηγήσεις είναι δοσμένες γενικά με εύληπτο τρόπο και αν αγνοήσει κανείς τις σύνθετες ανοσοβιολογικές λεπτομέρειες, μπορεί να κρατήσει τα θετικά συμπεράσματα για τη χρησιμότητα και την ασφάλεια του εμβολιασμού. Ας σημειώσω εδώ κάποιες σκέψεις. Η συσσωρευμένη γνώση πίσω από τη βιοτεχνολογία που μας οδήγησε στα εμβολιαστικά όπλα είναι πράγματι εντυπωσιακή στις λεπτομέρειες και τον σύνθετο τρόπο σκέψης που απαιτήθηκε για να φτάσουμε εκεί. Ας μη σπεύσουμε όμως ως άνθρωποι να καυχηθούμε γι’ αυτό. Μεγάλο το επίτευγμα, αλλά ας θυμόμαστε ότι «Κύριος ἔδωκεν ἀνθρώποις ἐπιστήμην ἐνδοξάζεσθαι ἐν τοῖς θαυμασίοις αὐτοῦ» [Σοφία Σειράχ 38:6]. Ας μη σκεφθούμε ως άφρονες ότι «ἡ χεὶρ ἡμῶν ἡ ὑψηλὴ καὶ οὐχὶ Κύριος ἐποίησε ταῦτα πάντα» [Δευτερονόμιο 32:27]. Ας μη ξεχνούμε ότι αρκεί ένα κλικ του μυαλού μας για να χάσουμε την όποια σοφία και γνώση διαθέτουμε. Ας πούμε απ’ την καρδιά μας «δόξα τῷ Θεῷ» για τις δυνατότητες και τα μέσα που μας έδωσε ώστε μέσα σε λίγους μήνες να έχουμε στη διάθεσή μας τα εμβόλια και να μπορούμε να τα αξιοποιήσουμε. Και μαζί με τα εμβόλια ας εφαρμόσουμε και τη συμβουλή του σοφού Σειράχ: «Τέκνον, ἐν ἀρρωστήματί σου μὴ παράβλεπε, ἀλλ᾿ εὖξαι Κυρίῳ, καὶ αὐτὸς ἰάσεταί σε» [38:9]. Αν με τον τρόπο αυτό διαχειρισθούμε την υγειονομική κρίση, μπορούμε όχι «να ξαναπάρουμε τις ζωές μας πίσω» (όπως εγωιστικά λέμε κάθε μέρα), αλλά να βγούμε σε μια καλύτερη κανονικότητα, με επίγνωση της ατέλειας και της ευθραυστότητάς μας και της εξάρτησης που έχουμε από τον Θεό που συνήθως βολικά αγνοούμε ή περιφρονούμε όταν όλα βαίνουν καλώς. Γένοιτο.

_______________
Ο κ. Αντώνης Παπαγιάννης είναι Ιατρός πνευμονολόγος

Δευτέρα 28 Δεκεμβρίου 2020

Κυκλοφορεί την Τρίτη 29/12/2020 το νέο βιβλίο του Γιώργου Κοντογιώργη με τίτλο: "Ελληνισμός και ελλαδικό κράτος: Δύο αιώνες αντιμαχίας 1821-2021"




Το διακύβευμα στο παρόν βιβλίο εστιάζεται από τον συγγραφέα στο κρίσιμο σημασίας ερώτημα, «εάν θα ιστορηθεί ο ελληνισμός δυνάμει των πεπραγμένων του κράτους ή εκείνων του έθνους. Όχι τόσο για την ικανοποίηση της πνευματικής μας περιέργειας ή τη γνώση του παρελθόντος, αλλά και για την αποτίμηση του παρόντος της ελληνικής κοινωνίας και του μέλλοντός της»

Το βιβλίο κυκλοφορεί την Τρίτη 29/12/2020 ενώ αναμένεται και η έκδοση του στην αγγλική γλώσσα.



Η δημιουργία του ελλαδικού απολυταρχικού κράτους το 1832, και μάλιστα ως θνησιγενούς προτεκτοράτου, σήμανε την ολοκληρωτική αποτυχία της ελληνικής επανάστασης και την εγκαινίαση μιας θανάσιμης αντιμαχίας με τον ελληνισμό, ο οποίος βίωνε αδιάκοπα από την αρχαιότητα έως τότε το ανθρωποκεντρικό γινόμενο της ελευθερίας, και μάλιστα στη φάση της οικουμένης. 

Η ελληνική επανάσταση του 1821 απέβλεπε όντως στην ανάκτηση του κράτους της οικουμένης, την κοσμόπολη, με υπόβαθρο τις πόλεις/κοινά, δομημένες πολιτειακά με όχημα την εταιρική οικονομία και τη δημοκρατία. Το κράτος της απολυταρχίας αποτέλεσε εξαρχής ξένο σώμα στον κορμό του ελληνισμού και, ως εκ τούτου, έθεσε ένα προαπαιτούμενο προκειμένου να μην απορριφθεί: την αποβολή των ανθρωποκεντρικών του θεμελίων (των κοινών, της εταιρικής οικονομίας, της δημοκρατίας) από το σώμα της ελληνικής κοινωνίας και κατ’ επέκταση του κοσμοπολιτειακού του προτάγματος. Για να υλοποιηθεί όμως το ζητούμενο, προϋπετίθετο να διαρρήξει ο ελληνισμός τη σχέση του με τις αξιακές κληρονομιές του, να αποξενωθεί από το πολιτισμικό του έρμα και να επανεκκινήσει την ιστόρησή του με ρήτρα τις οφειλές του στον «δυτικό κανόνα». Εφεξής ο «Νεοέλληνας» εδιδάσκετο να βλέπει τον εαυτό του με τα μάτια του κράτους της απολυταρχίας και της διάδοχης συνταγματικής/αιρετής μοναρχίας, δηλαδή με την (περιορισμένη) οπτική του μεταφεουδαλικού ανθρώπου. 

Τα πεπραγμένα του ελλαδικού κράτους κυριαρχούνται από την εν λόγω αντιμαχία που απέληξε στην εκρίζωση των θεμελίων της ελληνικής ανθρωποκεντρικής οικουμένης και συνακόλουθα στην ολοκληρωτική εξαφάνιση του μείζονος ελληνισμού. Ακριβώς επειδή το εν λόγω κράτος αποτέλεσε εξαρχής ξένο σώμα προς την ανθρωποκεντρική ιδιοσυστασία της ελληνικής κοινωνίας, μεθαρμόσθηκε ταχέως σε ένα εκφυλιστικό ομοίωμα του δυτικού «παραδείγματος» και εντέλει σε ένα ιδιότυπο καθεστώς, οριζόμενο από την έννοια της κομματοκρατίας. 

Η τελευταία αναλαμπή της απεχθούς αυτής εκδοχής της αιρετής μοναρχίας θα επανακάμψει στη διάρκεια της «μεταπολίτευσης», οπότε θα επιδοθεί σε μια άνευ προηγουμένου δήωση της ελληνικής κοινωνίας και παράλληλα στη στοχοποίηση των πολιτιστικών της κληρονομιών που στοιχειοθετούν την πολιτική της ετερότητα και στο βάθος τον αντιστασιακό της χαρακτήρα. Οπωσδήποτε, η ιστόρηση των πεπραγμένων του ελληνισμού με μέτρο τα πεπραγμένα του έθνους αντί του κράτους είναι από μόνη της ικανή να φωτίσει τις εξελίξεις μετά την Επανάσταση και στο βάθος τα αίτια της ελληνικής κακοδαιμονίας στο πλαίσιο του κράτους έθνους. 

Κατά τούτο, η διερώτηση για το μέλλον της ελληνικής κοινωνίας διέρχεται από την εναρμόνισή της με τις ανθρωποκεντρικές καταβολές του ελληνικού κόσμου, με πρώτη τη μεταβολή πολιτείας, δηλαδή με την απόσειση της νεοτερικής αιρετής μοναρχίας και την εφαρμογή της δημοκρατικής αρχής που αποτέλεσε το διαρκές ιδίωμα του ελληνισμού μέχρι το τέλος της τουρκοκρατίας, ως μόνη ικανή συνθήκη επαναφοράς της πολιτικής στο κοινό συμφέρον.


Χρήστος Γιανναράς, Η Ελλάδα της Γιορτής





Την ώς τώρα ιστορία της ανθρωπότητας τη χωρίζουμε οι άνθρωποι σε δυο περιόδους: στην προ Χριστού (π.Χ.) και στη μετά Χριστόν (μ.Χ.).
Η διαίρεση αυτή δεν είναι σχήμα που το επέλεξαν οι λαοί της υδρογείου με κοινή συμφωνία – μόνο μια μειονότητα καταλαβαίνει ποιαν ιστορική λογική απηχεί μια τέτοια διαίρεση. Παγκοσμιοποιήθηκε η συγκεκριμένη περιοδολόγηση – χρονολόγηση μάλλον για λόγους χρηστικούς. Πρέπει να συνέδραμε και το γεγονός ότι τη γέννησαν και την εφάρμοσαν λαοί μπροστάρηδες στον πολιτισμό για πολλούς αιώνες, λαοί που επηρέαζαν την πορεία της σύνολης ανθρωπότητας.

Η αίσθηση του «ιερού» και η έννοια του «θείου» ήταν αυτονόητα δεδομένες και λειτουργικά αφομοιωμένες στις ανθρώπινες κοινωνίες πριν τη λεγόμενη «νεωτερικότητα». Όσο οι άνθρωποι (η πλειονότητα τουλάχιστον) διψούσαν να γνωρίσουν το «νόημα» (ουσία και σκοπό) της ύπαρξης και των υπαρκτών (όχι πρωταρχικά τη χρήση – χρησιμότητα), ο προβληματισμός ήταν για την «αλήθεια»: Υπάρχει υπαρκτική αλήθεια, ύπαρξη που δεν γνωρίζει περιορισμούς χώρου, χρόνου, φθοράς, θανάτου; «Πώς το θνητόν αθανασίας μετέχει» (Πλάτων) και γιατί «ου χρη ανθρώπινα φρονείν άνθρωπον ούτε θνητά τον θνητόν, αλλ’ εφόσον ενδέχεται αθανατίζειν» (Αριστοτέλης);

Μόνο με την ετοιμότητα που απηχείται σε μια τέτοια εκφραστική μπορούμε να κατανοήσουμε τον ραγδαίο εκχριστιανισμό της ελληνορωμαϊκής «οικουμένης». Η διαίρεση της Ιστορίας σε περιόδους «προ Χριστού» και «μετά Χριστόν» προϋπέθετε, ως κοινή και ενιαία βάση κοινωνικής συμβίωσης (πολιτισμού), την προτεραιότητα του ενδιαφέροντος για την αλήθεια και όχι για τη χρησιμότητα.

Μόλις πριν από μια ή και δυο γενιές, η περιοδολόγηση της Ιστορίας, με άξονα την ενανθρώπηση του Θεού, παρέμενε ένα αυτονόητο διεθνώς δεδομένο, με στέρεο υπόστρωμα βιωματικής βεβαιότητας. Σήμερα φράσεις, όπως «η γέννηση του Χριστού», «η ενανθρώπηση του Θεού», απηχούν ή μια εικονολογική, θρησκευτική έκφραση, εξωεμπειρική, παγιδευμένη στη στειρότητα των «πεποιθήσεων», ή μια ψυχολογική «μετουσίωση» (Sublimierung την είπε ο Φρόυντ) της επιθυμίας σε βεβαιότητα.

Ο εκχριστιανισμός μεγάλου μέρους του πληθυσμού της γης ήταν, προφανέστατα, πρόκληση και αφορμή προαγωγής της νοητικής καλλιέργειας και της καλλιτεχνικής ευαισθησίας – ο φιλοσοφικός προβληματισμός και η εκφραστική των Τεχνών λειτούργησαν όχι συνοδευτικά, αλλά ως άξονες συγκρότησης του εκκλησιαστικού γεγονότος. Γι’ αυτό και η σημερινή ραγδαία αποχριστιανοποίηση των κοινωνιών σε διεθνή κλίμακα, μοιάζει με έκπτωση δραματική σε παλιμβαρβαρισμό.

Η κοινωνία των σχέσεων αλλοτριώνεται ραγδαία σε διαπάλη συμφερόντων, στη διαπάλη πρωτεύει αυτονόητα η αυθαιρεσία της παντοδαπής ισχύος, ένας εφιάλτης αμοραλισμού, αναξιοκρατίας, αδίστακτης διαφθοράς. Ο κρετινικός πρωτογονισμός της απληστίας γεννάει την απάνθρωπη αδιαφορία για την ανημπόρια των αδύναμων, συντηρεί την υστερία πολεμικών, κάθε τόσο, συγκρούσεων, με σφαγές αόπλων, εφιαλτικούς βασανισμούς αθώων, προγραμματικές, σε τοπική κλίμακα, γενοκτονίες.

Οι μεγάλες Γιορτές της Χριστιανοσύνης, για πολλούς αιώνες, φανέρωναν κοινωνική συνοχή που τη γεννούσε αυτονόητα η πηγαία κοινή χαρά έμπρακτη. Σαρκωνόταν η εόρτια χαρά σε ιδιαίτερες γεύσεις, καλλικέλαδα άσματα, χορούς κυκλωτικούς. Σώμα ζωντανό το χωριό, η γειτονιά, αίμα της καρδιάς η πατρίδα. Χάθηκε σήμερα πια η Ελλάδα της Γιορτής, ο άπεφθος πολιτισμός μιας φτώχειας που έσωζε αρχοντιά, η γνησιότητα της σαρκωμένης στο αυτονόητο αρετής.

Αν είχε διασωθεί το λαϊκό ήθος της Γιορτής, θα ήταν αδιανόητο σήμερα το γκροτέσκο τηλεοπτικό θέαμα: αναμετάδοση της λειτουργικής σύναξης των πιστών, χωρίς συναγμένους πιστούς!! – η τηλοψία να καταργεί το εκκλησιαστικό γεγονός. Ενας άδειος, κλειδωμένος για τον λαό ναός να «λειτουργεί»: «λαού-το-έργο» η λειτουργία, έργο του λαού χωρίς τον λαό! Είναι σαν γάμος χωρίς νύφη και γαμπρό, σαν βαφτίσι χωρίς βαφτιζόμενο – θέαμα μόνο, δηλαδή ένα «στημένο» τίποτα, για ψυχολογική κατανάλωση και ηθικοδιδακτική «ωφελιμότητα».

Συνεπέστατος σε αυτό το τίποτα, ο ιερέας, στον καθεδρικό των Αθηνών, στήνει αναλόγιο στην «ωραία πύλη», ακουμπάει τα χαρτιά του και διαβάζει το διαγγελματικό του κήρυγμα. Παγερά άδειος ο ναός, για ποιον διαβάζει τις κηρυγματικές, χιλιοειπωμένες κοινοτοπίες του ο λειτουργός; Για υποθετικούς τηλεθεατές; Παρά την πολιότητά του, δείχνει να μην υποψιάστηκε ποτέ τη διαφορά του κηρύγματος από την προπαγάνδα, της Εκκλησίας από το ΚΚΕ.

Αν υπήρχε Εκκλησία, στη θέση της «επικρατούσης εν Ελλάδι θρησκείας», το αναγκαίο κλείσιμο των ναών για την απειλή του κορωνοϊού θα ήταν πένθος τίμιο, συνεπές, ανυπόκριτη αγάπη που μοιράζεται (κοινωνεί) με όλους το μαρτύριο του πανικού και τον σταυρό της ασφυξίας. Η μικρή, ελάχιστη γωνιά της γης, που συντηρεί ακόμα το όνομα «Ελλάδα» (ίσως, στο περίπου και την ελληνική εκφραστική) έστω φθίνουσα, θα μπορούσε να φιλοδοξήσει ρόλο ιστορικό στο πανανθρώπινο πεδίο: Να διασώσει τη διαφορά της κατανόησης, από τη γνωστική αμεσότητα της σχέσης, διαφορά της ατομικής επιβίωσης από την κοινωνούμενη ετερότητα.

Τα Χριστούγεννα, η ενανθρώπηση Θεού, αν τα σημαίνοντα κυριολεκτούν, είναι το επαναστατικότερο άγγελμα που δέχθηκε ποτέ η ανθρωπότητα.

Χρήστος Γιανναράς, Γιατί πλεονεκτούν οι Τούρκοι

 πηγή: Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 20/12/2020



Για μια ακόμα φορά, με πάμπολλες προγενέστερες, ανατράπηκε οδυνηρά το είδωλό μας των Νεοελλήνων, το πρότυπο πολιτισμού και «προόδου» που μας γυαλίζει: η νεωτερική Ευρώπη. Διακόσια χρόνια τώρα φαντασιωνόμαστε τον «πολιτισμό» ταυτισμένο με την ευρωπαϊκή Δύση. Και κάθε τόσο έρχεται μια ανυπόφορη απογοήτευση.

Πίσω από τη μάσκα της στιλπνής καλλιέργειας, τα προσχήματα φιλελευθερισμού, τα ρητορεύματα περί «δικαιωμάτων του ατόμου», αναδύεται προκλητική και αδίστακτη η ιδιοτέλεια των συμφερόντων, η στυγνότητα του αμοραλισμού.

«Σύνοδος Κορυφής» των κρατών-μελών της Ε.Ε., 11 Δεκεμβρίου του 2020, στις Βρυξέλλες. Και καταξιώνει πανευρωπαϊκά, χωρίς ούτε ένα veto ή σθεναρή διαφωνία αξιοπρέπειας, τον κυνισμό της Τουρκίας: να παραβιάζει ανενόχλητη τον θαλάσσιο και εναέριο χώρο κυριαρχίας δύο κρατών-μελών της Ε.Ε. Επαναλαμβάνει ακριβέστατα ο Ερντογάν τη λογική της χιτλερικής Anschluss (άμαχης προσάρτησης): Οικειοποιείται ό,τι ορέγεται, ξεφτιλίζει εν ψυχρώ κάθε έννοια Διεθνούς Δικαίου.

Ούτε, βέβαια, η φοβερή πολεμική μηχανή του ΝΑΤΟ υπήρχε ενδεχόμενο να παραδειγματίσει τον ναζιστικής κοπής σουλτάνο Ερντογάν, όπως μακέλεψε τη Σερβία του Μιλόσεβιτς. Ποιος είναι εχθρός, ποιος φίλος της Ευρώπης το αποφασίζουν «κέντρα» παντελώς άσχετα με τον διακοσμητικό ρομαντισμό της κενολογίας: liberte – egalite – fraternite. Μάλλον το αποφασίζουν οι τράπεζες και τερατώδεις απάτριδες δανειοδοτικοί μηχανισμοί αισχροκέρδειας, με τους εγκαθέτους (όχι εκλεγμένους) που έχουν εμφυτεύσει στα διοικητικά πλοκάμια της Ε.Ε.

Όμως οι Ελλαδίτες, εμείς, αρθρογράφοι, βαρύγδουποι σχολιαστές, κυρίως (και πληθωρικά) καθηγητές, αλλά και σοβαροφανείς επαγγελματίες της πολιτικής έμπειροι της «συμμαχικής» κακοήθειας, πιστεύουμε κάθε φορά ότι, δεν μπορεί, τώρα πια η Ευρώπη θα αντιδράσει: Θα επιπλήξει τον αγέρωχο θρησκομανή σουλτάνο, θα του «τρίξει τα δόντια», θα χαλιναγωγήσει δραστικά (όχι με ευχολόγια) την παρανοϊκή εξουσιολαγνεία του.

Λοιπόν, είναι καιρός να καταλάβουμε ότι ο σουλτάνος δεν θα πτοηθεί ποτέ. Μόνο να χαλιναγωγηθεί θα μπορούσε, αλλά όχι με τα κόλπα που ξέρει έγκαιρα να εξουδετερώνει εθισμένος στην έμφοβη ολιγοψυχία των αντιπάλων του. Δεν απαιτείται στρατηγική ιδιοφυΐα για να αντιληφθεί κανείς ότι η μικρή Ελλάδα θα μπορούσε να είναι υπολογίσιμος παίκτης στο πεδίο των διεθνών αναμετρήσεων, αν αξιοποιούσε τα γεωγραφικά της πλεονεκτήματα. Αλλά τα πλεονεκτήματα αυτά έχουν παραχωρηθεί «εν λευκώ» σε «προστάτιδες» της Ελλάδας Δυνάμεις, που αρνούνται, προκλητικά και χυδαία, να παράσχουν προστασία της ακεραιότητας του ελληνικού χερσαίου, θαλάσσιου και εναέριου χώρου. Εστω και μόνο η εξαγγελία διαπραγματεύσεων για υποτυπώδεις στρατηγικές (αποκλειστικά) διευκολύνσεις στη Ρωσία ή στην Κίνα θα άλλαζε ριζικά το «κλίμα» συμπεριφοράς απέναντι στην Ελλάδα.

Πώς όμως να φιλοδοξήσουμε ρόλο στη διεθνή σκακιέρα, όταν, ολοφάνερα και απροσχημάτιστα, η στελέχωση του υπουργείου Εξωτερικών υπαγορεύεται «έξωθεν», δεν αποφασίζεται από τον πρωθυπουργό. Γίνεται φανερή η υπαγόρευση, ανεξάρτητα από το δεξιό ή αριστερό ή κεντρώο φτιασίδι κάθε κυβέρνησης. Γίνεται φανερή, γιατί καμιάς απόχρωσης πρωθυπουργό δεν θα τον συνέφερε να τοποθετεί, στο σημαντικότερο υπουργείο, ανθρώπους δίχως την παραμικρή πείρα διπλωματίας, και νεήλυδες αναπληρωτές εξόφθαλμης ανεπάρκειας.

Πρώτο και απειλητικό σύνδρομο παρακμής μιας κοινωνίας είναι η καθολικευμένη, ανεπίγνωστη τυφλότητα: η άρνηση να δούμε και να παραδεχτούμε την αυτοχειρία. Πριν από τους σημερινούς πρωτάρηδες στο υπουργείο Εξωτερικών, που διαχειρίζονται άμεση απειλή πολέμου, θυμηθείτε τον πρωτόπειρο υπουργό, καθηγητή στον Πειραιά, που παρέδωσε στο συνονθύλευμα των Σκοπιανών το όνομα της Μακεδονίας.


Δεν είμαστε ούτε μικροί ούτε αδύναμοι, είμαστε απλώς μη σοβαροί. Δεν συνειδητοποιούμε, άρχοντες και αρχόμενοι, τι σημαίνει παρακμή: τι σημαίνει να χάνεται η γλώσσα, να έχει κατακλυστεί η εκφραστική του Ελληνα από αγγλισμούς. Τι συνέπειες έχει, για την ποιότητα της ζωής μας και για τα όνειρα των παιδιών μας, το γεγονός ότι υπουργός Παιδείας είναι μία συμπαθής αλλά πανάσχετη κυρία του «εκσυγχρονιστικού» αυτοσχεδιασμού, επιφορτισμένη να εξωραΐσει τη συντελεσμένη κακουργία αφελληνισμού των Ελλήνων. Τι σημαίνει, να απορρίπτουν όλοι οι Ευρωπαίοι «εταίροι» μας, ομόφωνα, κάθε ενδεχόμενο μομφής, έστω, για τον Ερντογάν, και ο Ελληνας πρωθυπουργός να δηλώνει: «κάναμε ένα βήμα» αφήνοντας ατιμώρητη την Τουρκία! Ισως να προκύπτει και σύγχυση εκφραστικής, όταν χάνεται η αξιοπρέπεια.

Έχουν κατάδηλη υπεροχή οι Τούρκοι, όχι επειδή είναι ογδόντα δύο εκατομμύρια με υπερσύγχρονο εξοπλισμό, αλλά επειδή το φρόνημά τους είναι υψηλό. Ο Τούρκος είναι περήφανος που είναι Τούρκος, ο Έλληνας ντρέπεται που είναι Έλληνας. Η διαφορά του φρονήματος δεν είναι ψυχολογικού χαρακτήρα, είναι διαφορά πολιτικής καλλιέργειας. Η ελλαδική κοινωνία έχει υποταχθεί ολοκληρωτικά, με μαζοχιστική μονοτροπία, στο δόγμα-όραμα του Κωνσταντίνου Καραμανλή: «Να γίνουμε Ευρωπαίοι, για να γίνουμε επιτέλους άνθρωποι»!

Ένας λαός, που θέλει να γίνει κάτι άλλο από αυτό που είναι, να εκπέσει από το πρωτείο της αριστείας στη λιγούρα της «κονόμας», έχει αυτοκαταδικαστεί σε απόσυρση από το προσκήνιο της Ιστορίας. Την αυτοκτονική του επιλογή είναι αναπότρεπτο να την εκμεταλλευτούν εχθροί και «φίλοι», εγγύς και απώτεροι. Το πώς στελεχώνονται τα υπουργεία Εξωτερικών και Παιδείας είναι μέτρο και ένδειξη του χρόνου που θα μεσολαβήσει ώς την οριστική ιστορική εξαφάνιση.

Σάββατο 26 Δεκεμβρίου 2020

Ανθολόγιον 260: Ὄσιος Σωφρόνιος τοῦ Essex

 


[...]Εἶναι ἀδύνατον νὰ ζήσῃ τις χριστιανικῶς. Χριστιανικῶς δύναται τις μόνον νὰ ἀποθάνῃ, διὰ θανάτου ὅμως κατὰ τὴν γηΐνην μορφὴν τῆς ὑπάρξεως ἡμῶν. [...]

Ὁσίου Σωφρονίου (Σαχάρωφ), Ὀψόμεθα τὸν Θεὸν καθώς ἐστι, ἐκδόσεις Ἱερᾶς Μονῆς Τιμίου Προδρόμου Ἔσσεξ Ἀγγλίας, Essex 1996, σελ. 113.

Ανατρεπτικός Χριστός, ευσεβιστές χριστιανοί



      

Του Χαρίδημου Κ. Τσούκα

Ήταν συγκεντρωμένοι στο προαύλιο της εκκλησίας. Όταν τελείωσε η κεκλεισμένων των θυρών Θεία Λειτουργία μπήκαν συνωμοτικά στον ναό να κοινωνήσουν. Ο ιερέας δεν έφερε αντίρρηση. Το δικαιολόγησε, υποθέτω, όπως διάφοροι οψίμως αντιεξουσιαστές μητροπολίτες – ο νόμος του Θεού υπερισχύει του νόμου των ανθρώπων! Αναρωτιέμαι αν η περιφρόνηση της εγκόσμιας, νόμιμης εξουσίας θα εκδηλωθεί και με την αποποίηση του εγκόσμιου, κρατικού μισθού.

Σε καιρό πανδημίας, αρκετοί ιεράρχες συμπεριφέρονται σαν μέλη μιας ακόμη συντεχνίας – υπερασπίζονται τον προκάτ σχηματοποιημένο ρόλο τους. Και αρκετοί πιστοί δίνουν την εντύπωση ότι συμπεριφέρονται σαν καταναλωτές θρησκευτικών υπηρεσιών. Αμφότεροι αντιλαμβάνονται την πίστη ως ιδεολογικοποιημένο κώδικα ηθικής συμπεριφοράς.

Ο πιστός που, σε συνθήκες πανδημίας, δεν συμπεριφέρεται με τον προκάτ σχηματοποιημένο τρόπο κινδυνεύει να εκληφθεί ως ύποπτος ολιγοπιστίας. Αν θεωρήσει ότι η εκκλησία μπορεί να μολυνθεί από τον κορωνοϊό, τότε δείχνει ότι δεν πιστεύει αρκετά στη δύναμη του Θεού. Η ιδεολογικοποιημένη πίστη δημιουργεί συνθήκες ευσεβιστικής πλειοδοσίας: δείχνω ότι είμαι ευσεβής, ιδιαίτερα όταν κινδυνεύω, εκκλησιαζόμενος χωρίς μάσκα ή μεταλαμβάνοντας τη Θεία Κοινωνία. Με βλέπεις ότι το κάνω και, μη θέλοντας να εμφανιστείς ολιγόπιστος, παρακινείσαι να το κάνεις κι εσύ. Κάπως έτσι, η ευσεβιστική μίμηση καταλήγει να συμβάλλει στη μετάδοση του ιού σε χώρους θρησκευτικής λατρείας.

Την ευσεβιστική πλειοδοσία της εποχής του στηλίτευε ο Ιησούς, συχνά με αυστηρή γλώσσα. Ο ευσεβισμός καλλιεργεί την τυπολατρία, ενθαρρύνει την έπαρση και αποκόπτει το άτομο από την ουσιαστική εμπειρία της μετοχής του στον Θεό. Ο Ιησούς είναι σαφής: όταν προσεύχεσαι μη μιμείσαι αυτούς που επιδεικνύουν την προσευχή τους στις συναγωγές και στις πλατείες· προτίμησε το ιδιαίτερο δωμάτιό σου (Ματθ. στ΄, 5).

Η ιδεολογικοποιημένη πίστη υποδηλώνει την κατοχή μιας απάντησης (διατύπωσης, νοητικού σχήματος), η οποία έχει ορισθεί από την ιερατική εξουσία. Παρέχοντάς του βεβαιότητα, η απάντηση θωρακίζει τον ιδεολόγο πιστό. Ο Ιησούς μετατρέπεται σε είδωλο. Η πίστη σε Αυτόν, παρατηρεί ο Εριχ Φρομ, καθίσταται το υποκατάστατο για τη δική μας πράξη αγάπης. Εφόσον ο Χριστός αγαπά για λογαριασμό μας, απαλλασσόμαστε από την υποχρέωση να εντάξουμε τη διδασκαλία του στη ζωή μας· ξεφεύγουμε από την εσωτερική ταραχή που επιφέρει η απομάκρυνση από την εγωκεντρικότητα. Ο Ιησούς γίνεται λάβαρο, δεν συνιστά παράδειγμα υπέρβασης του εγώ. Η πίστη αλλοτριώνεται σε ευσεβιστική επίδειξη.


Η αλλοτριωμένη πίστη οδηγεί σε καταγέλαστη εμμονή. Μετά τη μόλυνσή του από τον κορωνοϊό, ο μητροπολίτης Ιερισσού Θεόκλητος δήλωσε: «Διαβεβαιώνω (…) ότι ο κορωνοϊός δεν με επεσκέφθη στον Ιερό Ναό Αγίου Δημητρίου Θεσσαλονίκης, ούτε σε οποιονδήποτε άλλο χώρο θρησκευτικής λατρείας». Πώς το γνωρίζει ο Σεβασμιώτατος; Πού εδράζεται η βεβαιότητά του για τη μετάδοση λοιμωδών νοσημάτων; Μήπως ανεπίγνωστα εκφράζει την αγωνία του υπαλλήλου να προστατεύσει τον ρόλο του, εμφανίζοντας αξιωματικά τον ναό ως χώρο απρόσβλητο από τον κορωνοϊό;

Η πίστη ως ενεργός μετοχή στον αγαπητικό τρόπο ύπαρξης –μετοχή, δηλαδή, στην ελευθερία από τον εγωτισμό– είναι ένας εσωτερικός προσανατολισμός της ψυχής. Η πίστη δεν συνιστά προσκόλληση σε δόγμα ή ρόλο αλλά είναι «σχέση» και «διαδικασία» – σχέση αγάπης με τον συνάνθρωπο, διαδικασία αυθυπέρβασης χάριν του Αλλου. Προσανατολισμένοι στον συνάνθρωπό μας, προτάσσουμε τις ανάγκες του, υπερβαίνοντας την ατομοκεντρικότητά μας. Η σχέση αγάπης είναι μια αέναη κίνηση κένωσης του εγώ, δίχως εγγυήσεις επιτυχίας.

Στη διδασκαλία του Ιησού είναι υπέροχη η διαρκής υπέρβαση παραδεδομένων σχημάτων που παγιδεύουν το άτομο στην εγωτική αυτάρκεια· είναι συναρπαστική η αντι-τυπολατρία του –η αντι-σχηματολαγνεία του– χάριν της ουσιαστικής μετοχής στην αγαπητική σχέση. Οι Φαρισαίοι λ.χ. συχνά του θέτουν ερωτήματα προερχόμενα από παραδεδομένα σχήματα πίστης. Ο Ιησούς αμφισβητεί τις προκείμενες των ερωτημάτων και τα αναπλαισιώνει, διότι τον ενδιαφέρει η βαθύτερη –αγαπητική– αλήθεια.

Όταν του λένε τυπολατρικά, π.χ., ότι οι μαθητές του παραβαίνουν την παράδοση, εφόσον τρώνε ψωμί με ακάθαρτα χέρια, ο Ιησούς απαντά επανορίζοντας την «ακαθαρσία»: το σημαντικό δεν είναι να φάει κανείς με ακάθαρτα χέρια, αλλά να μην εξέρχονται από την καρδιά του ακάθαρτες σκέψεις (Ματθ., ιε΄, 17-20 ).

Όλη η συζήτηση για τον μέγιστο αριθμό των εκκλησιαζομένων τις ημέρες των εορτών (πιστοί ανά τ.μ.) είναι μια συζήτηση διαμορφωτών πολιτικής και ευσεβιστών χριστιανών. Καταλαβαίνω τους πρώτους, απογοητεύομαι από τους δεύτερους. Η στάση του μη ευσεβιστή χριστιανού είναι αυτή της μοναχικής μητέρας, η οποία, παρότι λαχταρά απίστευτα να βρεθεί με τα παιδιά της τα Χριστούγεννα, όπως κάθε Χριστούγεννα, τα προτρέπει με οδύνη να μείνουν μακριά της αυτή τη φορά για να μην τα εκθέσει σε κίνδυνο. Τέτοια αγαπητική αυθυπέρβαση δεν είδα από την εκκλησιαστική ιεραρχία. Δεν τόλμησαν να πουν αυτο-ανατρεπτικά: «Αδελφοί, μην εκκλησιάζεσθε εν μέσω πανδημίας. Προστατεύστε την υγεία σας. Προστατεύστε την υγεία των συνανθρώπων σας. Προσευχηθείτε ταπεινά στα σπίτια σας. Ο Θεός κατανοεί».
Είναι εύκολο να μιλάς για τον Χριστό. Είναι εξόχως άβολο να ζεις χριστιανικά.

________________________________
* Ο κ. Χαρίδημος Κ. Τσούκας (www.htsoukas.com) είναι καθηγητής στα Πανεπιστήμια Κύπρου και Warwick.

Α. Παπαγιάννης, Ενημέρωση






Σύμφωνα με τις καθημερινές εξαγγελίες, ο εμβολιασμός για τη νόσο Covid-19 πρόκειται να αρχίσει αμέσως μετά τα Χριστούγεννα. Εν όψει του γεγονότος αυτού, που φυσικά παίρνει την πρώτη θέση στην ειδησεογραφία, απέστειλα προχθές την παρακάτω επιστολή στην "Καθημερινή", με κοινοποίηση τόσο στον Πανελλήνιο Ιατρικό Σύλλογο όσο και στον Ιατρικό Σύλλογο Θεσσαλονίκης, μέσω των Προέδρων τους. Διευκρινίζω ότι η επιστολή δεν αποτελεί αντίρρηση στον εμβολιασμό, αλλά επισημαίνει την ανάγκη να προηγηθεί επαρκής ενημέρωση του κοινού γι' αυτόν.

Δεν είμαι αντιεμβολιαστής, ούτε επιθυμώ να μειώσω τη σημασία του τεράστιου εγχειρήματος που αναλαμβάνει η κυβέρνηση και όλος ο κρατικός μηχανισμός και το σύστημα υγείας για την περιστολή της πανδημίας Covid-19 που αποτελεί πρωτόγνωρη εμπειρία για τον κόσμο ολόκληρο και έχει αποδείξει ανίσχυρα ακόμη και τα πιο οργανωμένα και πλούσια σε πόρους πολιτικά και υγειονομικά συστήματα. Ωστόσο, δεν μπορώ να αγνοήσω τις επιφυλάξεις πολλών συμπολιτών μας και την γνήσια επιθυμία όλων για πληρέστερη ενημέρωση ως προς τη φύση του εμβολίου, τον μηχανισμό δράσης του, τα επιδιωκόμενα οφέλη και τα πιθανά προβλήματα από την επικείμενη γενική εφαρμογή του. Για την επιτυχία του όλου εγχειρήματος, αλλά και για την ενημέρωση του κοινού (που είναι απαραίτητη δεοντολογική προϋπόθεση για την συγκατάθεση), θα πρέπει να προηγηθεί του εμβολιασμού μια αναλυτική τηλεοπτική παρουσίαση του εμβολίου από επιστήμονες διαφόρων ειδικοτήτων, με δυνατότητα υποβολής (ίσως εκ των προτέρων) ερωτημάτων και ενστάσεων, που θα απαντηθούν υπεύθυνα, δημόσια και "εις επήκοον πάντων". Κι αυτό, διότι η σύγχρονη βιοτεχνολογία είναι εν πολλοίς άγνωστη στις λεπτομέρειές της ακόμη και σε όσους από μας ασχολούμαστε με τις επιστήμες της υγείας, και δημιουργεί δέος και φοβίες στους αδαείς. Το αντίδοτο στις διάφορες "θεωρίες" που κυκλοφορούν δεν μπορεί να είναι απλώς η περιφρόνηση, αλλά η ορθή και διαφανής πληροφόρηση. Εξάλλου, είναι και δεοντολογικά ορθότερο να καθυστερήσει η έναρξη του εμβολιασμού όσο χρειάζεται, ώστε να προηγηθεί η ενημέρωση.


 http://antonispapagiannis.blogspot.com/2020/12/blog-post_19.html

π. Δ. ΜΠΟΚΟΣ, ΤΟ ΠΡΩΤΟ ΒΗΜΑ

 

Η Γέννησις (Μονή Βατοπεδίου,1312).
[πηγή: http://agioritikesmnimes.blogspot.com/2011/12/421-2.html]

Έλεγε κάποιος στον π. Ιωήλ Γιαννακόπουλο τους λόγους, που τον εμπόδιζαν να συμφιλιωθεί με τον αδελφό του:

-  Δεν μπορώ, πάτερ μου, να μιλήσω εγώ πρώτος. Ο αδελφός μου πρέπει να μου μιλήσει πρώτος! Αυτός έφταιξε κι όχι εγώ! Κι έπειτα αυτός είναι μικρότερος κι εγώ μεγαλύτερος.

-  Δεν μου λες, ρώτησε ο πνευματικός, ποιός είναι μεγαλύτερος; Εμείς ή ο Θεός;

-  Μα θέλει και ρώτημα; Ο Θεός βέβαια!

-  Και ποιος έφταιξε στον άλλο; Ο Θεός σ’ εμάς ή εμείς στον Θεό;

-  Εμείς φταίξαμε στον Θεό.

-  Και ποιος έκανε την αρχή της συμφιλιώσεως; Εμείς πήγαμε στον Θεό ή ο Θεός ήρθε σ’ εμάς;

-  Ο Θεός ήρθε σ’ εμάς.

-  Λοιπόν;

-  Λοιπόν, …σας ευχαριστώ! Έχετε δίκιο. Εγώ θα πάω στον αδελφό μου!

Ώστε ο Θεός, που είναι απείρως μεγαλύτερος και δεν μας έφταιξε καθόλου, κάνει την πρώτη κίνηση και έρχεται για συμφιλίωση. Έρχεται με μόνο κίνητρο την αγάπη. Θέλει μόνο να μας δώσει την ευκαιρία ν’ αφήσουμε την έχθρα που, όχι αυτός, αλλά εμείς έχουμε γι’ αυτόν, να συμφιλιωθούμε μαζί του. Γι’ αυτό και κλίνει ουρανούς, αφήνει δηλαδή το μεγαλείο του και έρχεται κοντά μας ταπεινός. Σαν ένας από μας, ίσος με εμάς, ακόμα και παρακάτω από μας, αφού λαμβάνει «δούλου μορφήν» (Φιλ. 2, 7).

Η ενανθρώπηση του Χριστού, γι’ αυτόν είναι ταπείνωση. Κι όμως αυτός χαίρεται να είναι μικρός ανάμεσά μας, να τρέχει πίσω μας σαν υπηρέτης (Λουκ. 22, 27), να μας παρακαλεί σαν μικρότερος να γυρίσουμε κοντά Του. Κι εμείς; Θεωρούμε ταπεινωτικό να πλησιάσουμε έναν τέτοιο Θεό; Είναι μειωτικό για μας να ανταποκριθούμε στην τόση αγάπη Του;

Μα, θα ειπεί κανείς, εμείς αγαπάμε τον Θεό. Τον θέλουμε κοντά μας. Ξεχνάμε όμως ότι αυτό δεν γίνεται απλά με τα λόγια, αλλά είναι στάση και τρόπος ζωής. Δείχνουμε την  αγάπη μας προς τον Θεό, μόνο αν αγαπάμε την εικόνα του επί της γης, τον άνθρωπο. Πώς γίνεται να αγαπάμε τον Θεό και να ’χουμε έχθρα με την εικόνα Του, τον κάθε μας συνάνθρωπο; (Αʹ Ιω. 4, 20).

Αν θέλουμε το γεγονός της θείας Γέννησης να έχει κάποιο νόημα και για μας, ας ψάξουμε τον Θεό ενσαρκωμένο στα πρόσωπα των αδελφών μας και όχι στο εμπορικό εορταστικό κατεστημένο των ημερών μας. Κι αν μας χωρίζει κάτι από αυτούς, ας κάνουμε εμείς την πρώτη κίνηση, ακόμα κι αν δεν φταίμε. Ας κατεβούμε από το «ύψος» μας για να τους συναντήσουμε.

Αν ο Θεός κατέβηκε κοντά μας από απέραντη αγάπη για μας, οφείλουμε κι εμείς αγάπη μεταξύ μας. Μονάχα τότε γνωρίζουμε τον Θεό, γιατί «ο Θεός αγάπη εστί» (Αʹ Ιω. 4, 8 και 11). Τότε ο Χριστός όχι απλώς θα γεννηθεί μέσα μας, αλλά θα έλθει με τον Πατέρα Του και θα κάνει την καρδιά μας μόνιμο τόπο κατοικίας του (Ιω. 14, 23).

Μπροστά στην ένσαρκη εικόνα του Θεού μας, στο πρόσωπο του συνανθρώπου μας, ας σταθούμε λοιπόν ευλαβικά. Αλλιώς, Χριστούγεννα θα ’ρχονται και θα φεύγουν αδιάκοπα, μα δεν θα μας αφήνουν τίποτε. Το νόημά τους θα τελειώνει με το ξεκοκκάλισμα της γαλοπούλας (Olivier Clement).

(ΛΥΧΝΙΑ ΝΙΚΟΠΟΛΕΩΣ, αρ. φ. 353, Δεκ. 2012)

ΕΠΙΔΟΞΟΙ ΘΕΟΛΟΓΟΙ ΙΙ (ΣΧΟΛΙΟ ΣΤΗΝ ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ)



Πολλοί οι επίδοξοι "θεολόγοι" εσχάτως (υπουργοί, δοκησίσοφοι προφέσορες, σύμβουλοι επιχειρήσεων, "καπιτάλες" κ.α.π.). Κάντε κράτει παιδιά! Μην είστε "φαταούλες"! Αφήστε, επιτέλους, το θεολογείν στους Θεολόγους!

***
Δείτε και: 

Τρίτη 22 Δεκεμβρίου 2020

Giorgio Agamben, Κομμουνιστικός καπιταλισμός

 Πηγή: ΑΝΤΙΦΩΝΟ

[Το κείμενο του Giorgio Agamben δημοσιεύθηκε στο Quodlibet με τίτλο "Capitalismo comunista"https://www.quodlibet.it/giorgio-agamben-capitalismo-comunista]

Μετάφραση: Γιώργος Πινακούλας



[Το βιβλίο "Που βρισκόμαστε; Η επιδημία ως πολιτική" του Giorgio Agamben σε εξαιρετική μετάφραση Τάσου Θεοφιλογιαννάκου και Παναγιώτη Καλαμαρά, κυκλοφορεί σε λίγες μέρες από τις εκδόσεις Αλήστου μνήμης]


Ο καπιταλισμός που εδραιώνεται σε πλανητική κλίμακα δεν είναι ο καπιταλισμός με τη μορφή που προσέλαβε στη Δύση: είναι μάλλον ο καπιταλισμός στην κομμουνιστική εκδοχή του, που συνδυάζει μια εξαιρετικά ταχεία παραγωγική ανάπτυξη μ’ ένα ολοκληρωτικό πολιτικό καθεστώς. Αυτή είναι η ιστορική σημασία του ηγετικού ρόλου που αναλαμβάνει η Κίνα, όχι μόνο στην οικονομία με τη στενή έννοια, αλλά επίσης, όπως έδειξε εύγλωττα η πολιτική χρήση της πανδημίας, ως παράδειγμα διακυβέρνησης των ανθρώπων. Ότι τα καθεστώτα που εγκαθιδρύθηκαν στις υποτιθέμενες κομμουνιστικές χώρες ήταν ένας ιδιαίτερος τύπος καπιταλισμού, ειδικά προσαρμοσμένος σε οικονομικά καθυστερημένες χώρες και χαρακτηρισμένος γι’ αυτό το λόγο ως κρατικός καπιταλισμός, ήταν απόλυτα γνωστό σε όποιον ξέρει να διαβάζει ιστορία· εντελώς απροσδόκητο, αντίθετα, ήταν ότι αυτός ο τύπος καπιταλισμού, που φαινόταν να έχει ολοκληρώσει το έργο του και συνεπώς να έχει ξεπεραστεί, προοριζόταν, παρ’ όλα αυτά, να γίνει, σε τεχνολογικά εκσυγχρονισμένη μορφή, η δεσπόζουσα αρχή στην παρούσα φάση του παγκοσμιοποιημένου καπιταλισμού. Στην πραγματικότητα, είναι πιθανό ότι σήμερα παρακολουθούμε μια σύγκρουση μεταξύ του δυτικού καπιταλισμού, που συνυπήρχε με το κράτος δικαίου και την αστική δημοκρατία, και του νέου κομμουνιστικού καπιταλισμού, απ’ την οποία αυτός ο τελευταίος φαίνεται ν’ αναδεικνύεται νικητής. Αυτό που είναι βέβαιο, ωστόσο, είναι ότι το νέο καθεστώς θα ενώσει εν εαυτώ την πιο απάνθρωπη όψη του καπιταλισμού με την πιο βάρβαρη πλευρά του κρατικού κομμουνισμού, συνδέοντας την ακραία αποξένωση στις σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων μ’ έναν κοινωνικό έλεγχο άνευ προηγουμένου.

15 Δεκεμβρίου 2020
Giorgio Agamben

Πατριαρχικὴ Ἀπόδειξις ἐπί τοῖς Χριστουγέννοις (2020)

πηγή: ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΝ ΠΑΤΡΙΑΡΧΕΙΟΝΦΩΣ ΦΑΝΑΡΙΟΥ




+ Β Α Ρ Θ Ο Λ Ο Μ Α Ι Ο Σ

ΕΛΕῼ ΘΕΟΥ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΕΩΣ,

ΝΕΑΣ ΡΩΜΗΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΣ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ

ΠΑΝΤΙ Τῼ ΠΛΗΡΩΜΑΤΙ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ

ΧΑΡΙΝ, ΕΛΕΟΣ ΚΑΙ ΕΙΡΗΝΗΝ 

ΠΑΡΑ ΤΟΥ ΕΝ ΒΗΘΛΕΕΜ ΓΕΝΝΗΘΕΝΤΟΣ ΣΩΤΗΡΟΣ ΧΡΙΣΤΟΥ

* * *

Τιμιώτατοι ἐν Χριστῷ ἀδελφοί καί προσφιλέστατα τέκνα,

Συμπορευόμενοι μέ τήν Παναγίαν Παρθένον, τήν ἐρχομένην «ἀποτεκεῖν ἀπορ-ρήτως» τόν προαιώνιον Λόγον, καί ἀτενίζοντες τήν ἑτοιμαζομένην νά ὑποδεχθῇ τό Θεῖον Βρέφος Βηθλεέμ, ἰδού ἐφθάσαμεν καί πάλιν τά Χριστούγεννα, ἔμπλεοι αἰσθημάτων εὐγνωμοσύνης πρός τόν Θεόν τῆς ἀγάπης. Ἡ πορεία πρός τήν μεγάλην ἑορτήν τῆς κατά σάρκα Γεννήσεως τοῦ Σωτῆρος τοῦ κόσμου ἦτο ἐφέτος διαφορετική ὡς πρός τάς ἐξωτερι-κάς συνθήκας, λόγῳ τῆς σοβούσης πανδημίας. Καί ἡ ἐκκλησιαστική ζωή, ἡ συμμετοχή τῶν πιστῶν εἰς τάς ἱεράς ἀκολουθίας, ἡ ποιμαντική μέριμνα καί ἡ καλή μαρτυρία ἐν τῷ κόσμῳ, ὑπέστησαν τάς συνεπείας τῶν ὑγειονομικῶν περιορισμῶν. Πάντα ταῦτα ὅμως δέν ἀφοροῦν εἰς τήν ἐσωτάτην σχέσιν τοῦ χριστωνύμου λαοῦ μέ τόν Χριστόν, εἰς τήν πίστιν εἰς τήν πρόνοιαν Αὐτοῦ καί τήν ἀφοσίωσιν εἰς τό «ἕν, οὗ ἐστι χρεία»[1].

Εἰς τάς ἐκκοσμικευμένας κοινωνίας, τά Χριστούγεννα ἔχουν ἀποχρωματισθῆ, κατέστησαν ἡ ἑορτή τῆς ἐπιδεικτικῆς καταναλώσεως καί τῆς κοσμικότητος, χωρίς ὑποψίαν ὅτι κατά τήν ἁγίαν ταύτην ἡμέραν τιμῶμεν τό «ἀεί μυστήριον»[2] τῆς Θείας Ἐνανθρωπήσεως. Ὁ χριστιανοπρεπής ἑορτασμός τῶν Χριστουγέννων ἀποτελεῖ σήμερον πρᾶξιν ἀντιστάσεως εἰς τήν ἐκκοσμίκευσιν τῆς ζωῆς καί εἰς τήν ἐξασθένησιν ἤ καί νέκρωσιν τῆς αἰσθήσεως διά τό μυστήριον.

Ἐν τῇ σαρκώσει τοῦ Λόγου ἀποκαλύπτεται τό περιεχόμενον, ἡ κατεύθυνσις καί ὁ σκοπός τῆς ἀνθρωπίνης ὑπάρξεως. Ὁ παντέλειος Θεός ὑπάρχει ὡς τέλειος ἄνθρωπος, διά νά δυνηθῶμεν νά ὑπάρξωμεν «μέ τόν τρόπον τοῦ Θεοῦ». «Ὁ Θεός γάρ ἐνηνθρώπησεν, ἵνα ἡμεῖς θεοποιηθῶμεν»[3]. Ὁ ἄνθρωπος εἶναι, κατά τήν βαθυστόχαστον ἔκφρασιν τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου, «θεός κεκελευσμένος»[4], «ζῶον θεούμενον»[5]. Αὐτή εἶναι ἡ ὑψίστη τιμή πρός τόν ἄνθρωπον, ἡ ὁποία ἀποδίδει εἰς τήν ὕπαρξίν του ἀνυπέρβλητον ἀξίαν. Ἐν Χριστῷ, ὅλοι οἱ ἄνθρωποι καλοῦνται εἰς τήν σωτηρίαν. Ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, «οὐκ ἔνι Ἰουδαῖος οὐδέ Ἕλλην, οὐκ ἔνι δοῦλος οὐδέ ἐλεύθερος, οὐκ ἔνι ἄρσεν καί θῆλυ˙ πάντες γάρ ὑμεῖς εἷς ἐστε ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ», θεολογεῖ θεοπνεύστεως ὁ Ἀπόστολος Παῦλος[6]. Πρόκειται περί μιᾶς καθοριστικῆς ἀνατροπῆς εἰς τόν χῶρον τῆς ἀνθρωπολογίας, εἰς τήν ἱεράρχησιν τῶν ἀξιῶν, εἰς τήν θεώρησιν τοῦ ἤθους. Ἔκτοτε, ὅστις θίγει τόν ἄνθρωπον, στρέφεται κατά τοῦ Θεοῦ. «Οὐδέν γάρ ὅσον ἄνθρωπος ἱερόν, ᾧ καί φύσεως ἐκοινώνησεν ὁ Θεός»[7]. 

Χριστούγεννα εἶναι ὅλη ἡ θεανθρωπίνη ζωή τῆς Ἐκκλησίας, ἐν τῇ ὁποίᾳ ὁ Χριστός διηνεκῶς βιοῦται ὡς ὁ Ἦν, ὁ Ὦν καί ὁ Ἐρχόμενος. Ὁ «ἐν ἀγκάλαις τῆς Μητρός» εἶναι ὁ «ἐν τοῖς κόλποις τοῦ Πατρός», τό παιδίον Ἰησοῦς εἶναι ὁ σταυρωθείς, ἀναστάς καί ἐν δόξῃ ἀναληφθείς εἰς τούς οὐρανούς, ὁ δίκαιος κριτής καί ὁ Βασιλεύς τῆς δόξης. Αὐτό τό ἀνέκ-φαντον μυστήριον δοξάζομεν ἐν ψαλμοῖς καί ὕμνοις, αὐτό διακονοῦμεν, διακονηθέντες καί διακονούμενοι συγχρόνως ὑπ᾿ αὐτοῦ. Αὐτό διετύπωσε θεοπνεύστως, «ἑπομένη τοῖς Ἁγίοις Πατράσιν», ἡ ἐν Χαλκηδόνι Δ’ Οἰκουμενική Σύνοδος. Τό «δόγμα τῆς Χαλκηδόνος», τόν ὑπέρ λόγον καί ἔννοιαν τρόπον τῆς προσλήψεως τῆς σαρκός τοῦ κόσμου ὑπό τοῦ Λόγου τοῦ Θεοῦ, «ψάλλει» διά τῆς ἀρχιτεκτονικῆς ἐκφραστικῆς, τῆς ὀργανώσεως τοῦ ἱεροῦ χώρου, τοῦ ἐντυπωσιακοῦ τρούλλου, ὁ ὁποῖος ἀπεικονίζει τήν τά πάντα συνέχου-σαν θείαν φιλανθρωπίαν καί συνάπτει τά οὐράνια καί τά ἐπίγεια, διά τῶν εἰκόνων καί τοῦ διακόσμου, διά τῆς μοναδικῆς θεολογικῆς γλώσσης τῆς ἐκπάγλου φωτοχυσίας, ὁ πανίερος ναός τῆς τοῦ Θεοῦ Σοφίας ἐν τῇ Πόλει τῶν Πόλεων, τό καύχημα τῆς Ὀρθο-δοξίας καί τό κλέϊσμα τῆς οἰκουμένης.

Ἐν μέσῳ περιστάσεων καί θλίψεων πολλῶν, ἠχεῖ σήμερον ἡ λιγυρά φωνή τοῦ «ἀγγέλου Κυρίου», τοῦ «εὐαγγελιζομένου χαράν μεγάλην… παντί τῷ λαῷ, ὅτι ἐτέχθη ἡμῖν σήμερον σωτήρ, ὅς ἐστι Χριστός Κύριος»[8]. Ἑορτάζομεν τά Χριστούγεννα, προσευχόμενοι διά τούς ἐν κινδύνοις καί ἀσθενείαις ἀδελφούς ἡμῶν. Θαυμάζομεν τήν αὐτοθυσίαν τῶν ἰατρῶν καί τῶν νοσηλευτῶν καί πάντων τῶν συμβαλλόντων εἰς τήν ἀντιμετώπισιν τῆς πανδημίας. Χαίρομεν διαπιστοῦντες, ὅτι ὁ ἀσθενῶν προσεγγίζεται ὑπ᾿ αὐτῶν ὡς ἱερόν πρόσωπον καί δέν μετατρέπεται εἰς ἀριθμόν, περιστατικόν, ἀντικείμενον, ἀπρόσωπον βιολογικήν μονάδα. Ὡς ἐλέχθη προσφυέστατα, ἡ «λευκή μπλούζα» τῶν ἰατρῶν εἶναι «ἕνα ἄσπρο ράσο», ἐκφράζει τήν παραίτησιν ἀπό τό «ἐμόν» χάριν τοῦ ἀδελφοῦ, τό «ζητεῖν τά τοῦ ἑτέρου»[9], τήν ὁλικήν ἀφιέρωσιν εἰς τόν πάσχοντα. Εἰς αὐτό τό «ἄσπρο ράσο» καί εἰς τό ράσον τοῦ κληρικοῦ, σύμβολον ἀμφότερα θυσίας καί διακονικοῦ πνεύματος, ἡ ἔμπνευσις καί ἡ κινητήριος δύναμις εἶναι ἡ ἀγάπη, ἡ ὁποία εἶναι πάντοτε δῶρον τῆς θείας χάριτος, ποτέ ἀποκλειστικῶς ἰδικόν μας κατόρθωμα.

Ἡ ἐπικίνδυνος πανδημία ἐκλόνισε πολλά αὐτονόητα, ἀπεκάλυψε τά ὅρια τοῦ τιτανισμοῦ τοῦ συγχρόνου «ἀνθρωποθεοῦ» καί ἀνέδειξε τήν δύναμιν τῆς ἀλληλεγγύης. Ὁμοῦ μέ τήν ἀδιαμφισβήτητον ἀλήθειαν, ὅτι ὁ κόσμος μας ἀποτελεῖ ἑνότητα, ὅτι τά προβλήματά μας εἶναι κοινά, καί ἡ λύσις των ἀπαιτεῖ σύμπραξιν καί συμπόρευσιν, ἀνεδείχθη ἐξόχως ἡ ἀξία τῆς προσωπικῆς συμβολῆς, τῆς ἀγάπης τοῦ Καλοῦ Σαμαρείτου, ἡ ὁποία ὑπερβαίνει τό ἀνθρώπινον μέτρον. Ἡ Ἐκκλησία συμπαρίσταται ἐνεργῶς, ἔργῳ καί λόγῳ, πρός τούς ἐμπεριστάτους ἀδελφούς καί προσεύχεται διά τήν ἐνίσχυσιν αὐτῶν, τῶν συγγενῶν καί τῶν ὑπευθύνων διά τήν περίθαλψιν, διακηρύττουσα συγχρόνως, ὅτι ἡ θεραπεία τοῦ ἀσθενοῦς, ὡς προσωρινή νίκη ἐπί τοῦ θανάτου, παραπέμπει εἰς τήν ἐν Χριστῷ ὑπέρβασιν καί τελικήν κατάργησιν αὐτοῦ. 

Δυστυχῶς, ἡ ὑγειονομική κρίσις δέν ἐπέτρεψε τήν ἀνάπτυξιν τῶν δράσεων, αἱ ὁποῖαι εἶχον προβλεφθῆ διά τό 2020, «ἔτος ποιμαντικοῦ ἀνακαινισμοῦ καί ὀφειλετικῆς μερίμνης διά τήν νεολαίαν». Ἐλπίζομεν, ὅτι κατά τό ἐπερχόμενον ἔτος θά καταστῇ δυνατή ἡ πραγματοποίησις τῶν προγραμματισθεισῶν ἐκδηλώσεων διά τήν νέαν γενεάν. Γνωρίζομεν ἐκ πείρας ὅτι, ἐφ᾿ ὅσον οἱ νέοι καί αἱ νέαι προσεγγισθοῦν μέ κατανόησιν καί ἀγάπην, ἀποκαλύπτουν τάς δημιουργικάς των δυνάμεις καί συμμετέχουν μέ ἐνθουσιασμόν εἰς τά δρώμενα. Τελικῶς, ἡ νεότης εἶναι μία ἰδιαιτέρως «θρησκευτική» περίοδος τῆς ἀνθρωπίνης ζωῆς, μέ ὄνειρα, ὁράματα καί βαθείας ὑπαρξιακάς ἀναζητήσεις, μέ ζῶσαν τήν ἐλπίδα ἑνός νέου κόσμου ἀδελφοσύνης. Αὐτήν τήν «καινήν κτίσιν»[10], τούς «καινούς οὐρανούς καί γῆν καινήν … ἐν οἷς δικαιοσύνη κατοικεῖ»[11], εὐαγγελίζεται ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, αὐτήν εἰκονίζει ἐν τῇ πορείᾳ πρός τά Ἔσχατα.

Ἀγαπητοί ἀδελφοί καί εὐλογημένα τέκνα, 

Ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ, ὁ ἄνθρωπος ἀνακαινοῦται ὅλος, δέν «βοηθεῖται» ἁπλῶς, ἀλλά «ἀληθεύει», βιώνει τόν ἔνθεον προορισμόν του. Ὡς διεκήρυξεν ἡ Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδος τῆς Ὀρθοδοξίας, εἰς τήν Ἐκκλησίαν «ἕκαστος ἄνθρωπος ἀποτελεῖ μοναδικήν ὀντότητα, προωρισμένην εἰς προσωπικήν κοινωνίαν μετά τοῦ Θεοῦ»[12]. Ἔχομεν τήν θεόσδοτον βεβαιότητα, ὅτι ὁ παρών βίος δέν εἶναι ὁλόκληρος ἡ ζωή μας, ὅτι τό κακόν καί αἱ ἀρνητικότητες δέν ἔχουν τόν τελευταῖον λόγον εἰς τήν ἱστορίαν. Ὁ Σωτήρ ἡμῶν δέν εἶναι ἕνας «ἀπό μηχανῆς Θεός», ὁ ὁποῖος παρεμβαίνει καί ἐξαφανίζει τά δεινά, ἐνῶ ταυτοχρόνως καταλύει τήν ἐλευθερίαν μας, ὡσάν αὕτη νά ἦτο «καταδίκη», ἐκ τῆς ὁποίας χρήζομεν ἀπαλλαγῆς. Δι᾿ ἡμᾶς τούς Χριστιανούς ἰσχύει τό ἀπαράμιλλον Πατερικόν: «Βουλομένων γάρ, οὐ τυραννουμένων τό τῆς σωτηρίας μυστήριον»[13]. Ἡ ἀλήθεια τῆς ἐν Χριστῷ ἐλευθερίας δοκιμάζεται διά τοῦ Σταυροῦ, ὁ ὁποῖος εἶναι ἡ ὁδός πρός τήν Ἀνάστασιν.

Ἐν τῷ πνεύματι τούτῳ, συνεορτάζοντες μετά πάντων ὑμῶν ἐν θεαρέστῳ φρονή-ματι τά Χριστούγεννα καί τάς λοιπάς ἑορτάς τοῦ Ἁγίου Δωδεκαημέρου, εὐχόμεθα ἐκ τοῦ ἱεροῦ ἡμῶν Κέντρου τοῦ Φαναρίου, ὅπως ὁ συγκαταβάς τῷ γένει τῶν ἀνθρώπων Σωτήρ χαρίζηται ὑμῖν ὑγιείαν, τήν πρός ἀλλήλους ἀγάπην, προκοπήν ἐν παντί ἔργῳ ἀγαθῷ, καί πᾶσαν ἄνωθεν εὐλογίαν, ἐν τῷ ἀνατέλλοντι νέῳ ἔτει καί ἐν πάσαις ταῖς ἡμέραις τῆς ζωῆς ὑμῶν. Γένοιτο! 

Χριστούγεννα ‚βκ’

† Ὁ Κωνσταντινουπόλεως

διάπυρος πρός Θεόν εὐχέτης πάντων ὑμῶν


--------------------------


[1] Πρβλ. Λουκ. ι’, 42. 

[2] Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ, Κεφάλαια διάφορα Θεολογικά καί Οἰκονομικά περί ἀρετῆς καί κακίας, ἑκατοντάς πρώτη, ΙΒ’, PG 90, 1184.

[3] Ἀθανασίου τοῦ Μεγάλου, Περί ἐνανθρωπήσεως, 54.

[4] Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου, Εἰς τόν Μέγαν Βασίλειον Ἐπιτάφιος, PG 36, 560. 

[5] Τοῦ αὐτοῦ, Λόγος ΜΕ’, Εἰς τό Ἅγιον Πάσχα, PG 36, 632.

[6] Γαλ. γ’, 28. 

[7] Νικολάου Καβάσιλα, Περί τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς, ΣΤ’, PG 150, 649.

[8] Λουκ. β’, 9-11.

[9] Α’ Κορ. ι’, 24.

[10] Β’ Κορ. ε’, 17. 

[11] Β’ Πέτρ. γ’, 13.

[12] Ἐγκύκλιος, § 12.

[13] Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ, Εἰς τήν προσευχήν τοῦ Πάτερ ἡμῶν, PG 90, 880.

Δευτέρα 21 Δεκεμβρίου 2020

Το βίντεο της διαδικτυακής εκδήλωσης "Πίστη και κορωνοϊός: Θεολογικές και επιστημονικές προσεγγίσεις" (21/12/2020)


Διαδικτυακή εκδήλωση που διοργάνωσε το Τμήμα Θεολογίας του ΑΠΘ (21/12/2020)

Εισηγητές:
1. Μητροπολίτης Αλεξανδρουπόλεως κ. Άνθιμος:
«Ο Θεός γράφει ίσια με στραβές γραμμές»
2. Ηλίας Μόσιαλος (Τμ. Πολιτικής της Υγείας, LSE):
«Κοινωνικές, οικονομικές και υγειονομικές διστάσεις της πανδημίας»
3. Αναστάσιος Πέτκου (Τμ. Φυσικής ΑΠΘ):
«Επιστήμη και Πίστη: συγκλίνουσες και αποκλίνουσες διαδρομές»
4. Ιωάννα Κωσταρέλλα (Τμ. Δημοσιογραφίας και ΜΜΕ ΑΠΘ):
«Η απεικόνιση της σχέσης πίστης και επιστήμης στα μέσα επικοινωνίας»
5. Παναγιώτης Υφαντής (Τμ. Θεολογίας ΑΠΘ),
«Η εντολή της αγάπης στον καιρό της πανδημίας»
6. Πέτρος Παναγιωτόπουλος (Τμ. Θεολογίας ΑΠΘ)
«Επιστημονικές προτάσεις και εκκλησιαστικός λόγος.Η ηθική του διαλόγου και οι ανασφάλειές του»

Καλωσόρισμα από τον Πρόεδρο του Τμ. Θεολογίας Νικόλαο Μαγγιώρο

Συντονίζει ο δημοσιογράφος Σταύρος Τζίμας

Κυριακή 20 Δεκεμβρίου 2020

π.Δ. ΜΠΟΚΟΣ, Η ΨΥΧΡΗ ΦΙΛΑΝΘΡΩΠΙΑ

 πηγή-φωτό: onprevezanews.gr


Φτάσαμε ξανά στις ημέρες των Χριστουγέννων, που τις περιμένουν οι Χριστιανοί για να εκδηλώσουν μια πολύ κακή τους συνήθεια: Να δείξουν τη φιλανθρωπική τους διάθεση.

Μα, θα ρωτήσει κάποιος, είναι κακό πράγμα αυτό; Δεν πρέπει να έχουμε φιλάδελφα αισθήματα; Βεβαιότατα! Πού είναι λοιπόν το κακό; Στο ότι τα έχουμε κάθε Χριστούγεννα και Πάσχα μόνο. Τον υπόλοιπο χρόνο οι φτωχοί δεν υπάρχουν για μας. Ζούμε αγνοώντας τους. Το πώς τα βγάζουν πέρα, το αν ζουν ή πεθαίνουν, μας απασχολεί από ελάχιστα έως καθόλου. Είναι πράγμα αδιάφορο για μας.

Όμως, όταν έρχονται Χριστούγεννα, θυμούμαστε. Τότε γινόμαστε ευαίσθητοι. Σκεφτόμαστε ότι υπάρχουν και άνθρωποι που υποφέρουν, που δεν έχουν να φάνε, που τουρτουρίζουν στην παγωνιά. Και επειδή θέλουμε να γιορτάσουμε «πνευματικά» τα Χριστούγεννα, πετάμε ένα ξεροκόμματο και σ’ αυτούς. Όχι γιατί ξύπνησε ξαφνικά το ενδιαφέρον μας για τα προβλήματά τους. Όχι γιατί μας κατέκλυσε η αγάπη γι’ αυτούς. Αλλά για να κατασιγάσουμε τη δική μας συνείδηση που υπνώττει ολοχρονίς. Κάνουμε το «καθήκον» μας απέναντί τους, για να ξεμπλέξουμε το γρηγορότερο από αυτούς και να βυθιστούμε απερίσπαστοι, χωρίς τύψεις, στο γιορτινό μας αποκάρωμα. Ξεγελούμε με ένα «κόκκαλο» την πείνα τους, για να δώσουμε το άλλοθι στον εαυτό μας να συνεχίσει «εν κραιπάλη και μέθη» τη ναρκισσιστική του αποχαύνωση, απαλλαγμένος από ενοχλητικά συνειδησιακά ξεβολέματα. Η έκτακτη γιορτινή φιλαδελφία μας είναι το ντροπιαστικό καμουφλάζ της καθημερινής αναίσχυντης αδιαφορίας μας.

Και μην αρχίσουμε βέβαια ξανά και ξανά το γνωστό τροπάριο, «φτωχοί είμαστε κι εμείς, τί να δώσουμε στους άλλους;» Δεν χρειάζεσαι λεφτά, για να έχεις ενδιαφέρον.

«Γιατί είμαι τόσο φτωχός;» ρώτησε κάποιος έναν σοφό. «Γιατί δεν έχεις μάθει να δίνεις», απάντησε ο σοφός. «Αφού δεν έχω τίποτε να δώσω!» ανταπάντησε ο φτωχός. «Και όμως έχεις κάτι να δώσεις. Με το πρόσωπο μπορείς να δώσεις ένα χαμόγελο. Με το στόμα να παρηγορήσεις ή να επαινέσεις. Με την καρδιά σου να δώσεις αγάπη. Με τα μάτια να κοιτάξεις με καλοσύνη. Με το σώμα σου να βοηθήσεις. Στην πραγματικότητα δεν είσαι φτωχός. Γιατί πραγματική φτώχεια είναι μόνο η φτώχεια του πνεύματος».

Το ενδιαφέρον σου, τα καλά σου αισθήματα για τον άλλον τα θάβει μόνο η αδιαφορία. Όχι η φτώχεια σου. Η αδιαφορία καταντάει την καρδιά σου λίθινη. Αυτή και μόνο ήταν άλλωστε η αιτία για τη μεταθανάτια καταδίκη του πλουσίου στην παραβολή του φτωχού Λαζάρου. Ο Χριστός δεν του καταλογίζει καμμιά άλλη κακότητα, καμμιά κακόβουλη εσκεμμένη ενέργειά του. Ένα μόνο γεγονός λάμβανε χώρα καθημερινά: Ο πλούσιος ζούσε «ευφραινόμενος καθ’ ημέραν λαμπρώς». Μέρα-νύχτα καλοπερνούσε, αγνοώντας παντελώς τον φτωχό που κειτόταν στην πόρτα του άρρωστος. Η αδιαφορία του και μόνο ήταν που τον καταβαράθρωσε «εν τω άδη».

Λέει όμως το Ευαγγέλιο, ότι με τη Χάρη του Χριστού είμαστε πλέον ένα σώμα. Αφότου βαπτισθήκαμε Χριστιανοί, «εν σώμα οι πολλοί εσμεν». Συνεπώς, δεν είμαστε ξένοι μεταξύ μας, αλλά «αλλήλων μέλη». Πώς μπορεί λοιπόν να αδιαφορεί το ένα μέλος για το άλλο; Για να λειτουργεί το σώμα σωστά, πρέπει τα μέλη να είναι όλα σε άρρηκτη και αρμονική σχέση μεταξύ τους.

Κάποιος άγιος έλεγε: «Ο καθένας οφείλει τα προβλήματα του πλησίον να τα κάνει δικά του και σε όλα να συμπάσχει με αυτόν. Να χαίρεται και να κλαίει μαζί του. Και με τέτοια διάθεση να στέκεται απέναντί του, σαν να φοράει το σώμα του πλησίον και σαν να πρόκειται για τον εαυτό του, αν ποτέ συμβεί κάτι κακό σ᾿ εκείνον».

Αυτό το φρόνημα έκανε τον αββά Αγάθωνα να λέει τα ακατανόητα σήμερα για μας λόγια: «Αν γινόταν να βρω έναν λεπρό και να του δώσω το δικό μου σώμα και να πάρω το δικό του, ευχαρίστως θα το έκανα. Γιατί αυτή είναι η τέλεια αγάπη».

Έτσι ήταν όμως οι πρώτοι Χριστιανοί. Ήταν όλοι «επί το αυτό». Ενωμένοι, γεμάτοι αγάπη μεταξύ τους. Μία καρδιά και μία ψυχή όλοι. Ό,τι κι αν είχε ο καθένας, δεν το θεωρούσε δικό του, αλλά τα είχαν «άπαντα κοινά». Δεν υπήρχε ανάμεσά τους φτωχός, γιατί όσοι είχαν χωράφια ή σπίτια, τα πουλούσαν και έφερναν και ακουμπούσαν το αντίτιμο στα πόδια των Αποστόλων. Τα χρήματα μοιράζονταν σε όλους, ανάλογα με την ανάγκη του καθενός. Η αδιαφορία ήταν κάτι άγνωστο γι’ αυτούς.

Οδηγούμενοι από το πνεύμα αυτό οι άγιοι, υπηρετούσαν πάντα με προθυμία τον πλησίον. Δεν δίσταζαν για χάρη του να υποβληθούν σε οποιαδήποτε θυσία.

Ένας αναχωρητής πήγε κάποτε στην πόλη και στην άκρη μιας πλατείας είδε ριγμένο έναν άρρωστο. Τον συμπόνεσε και με μεγάλη προθυμία τον συμμάζεψε. Τον έβαλε σ’ ένα δωμάτιο που νοίκιασε και τον περιποιήθηκε. Άφησε το κελλί του στην έρημο και έμεινε κοντά στον άρρωστο, πολύν καιρό για να τον κάνει καλά.

Ο άρρωστος όμως εκείνος ήταν πολύ απαιτητικός. Συνεχώς γκρίνιαζε, του ζητούσε διάφορα και τον ταλαιπωρούσε αφάνταστα με τις ιδιοτροπίες του. Του έψηνε κυριολεκτικά το ψάρι στα χείλη. Ο αναχωρητής έκανε μεγάλη υπομονή. Σκεφτόταν την εντολή του Θεού και προσπαθούσε να υπηρετεί τον άρρωστο με ειλικρινή αγάπη και αυταπάρνηση. Πέρασε όμως πολύς καιρός χωρίς να αλλάξει τίποτε. Συμπληρώθηκαν δέκα πέντε ολόκληρα χρόνια στην ίδια κατάσταση.

Ο αναχωρητής ένιωθε τις δυνάμεις του να εξαντλούνται. Είχε κουραστεί αφάνταστα από τα παράπονα και τις απαιτήσεις του αρρώστου. Περισσότερο τον παίδευαν οι λογισμοί. Έβλεπε πως ήταν ανώφελο να συνεχίσει έτσι. Ό,τι κι αν έκανε, ο άρρωστος δεν ικανοποιόταν με τίποτε. Σκεφτόταν να τον εγκαταλείψει πια και να γυρίσει στο κελλί του, να συνεχίσει την καλογερική του που είχε αφήσει τόσα χρόνια.

Ενώ σκεφτόταν αυτά και ήταν έτοιμος να φύγει, ο άρρωστος τον ρώτησε: «Φεύγεις; Μείνε ακόμα λίγο, σε παρακαλώ! Θέλω να σε ευχαριστήσω για την πολλή σου υπομονή και τη μεγάλη θυσία που έκανες για μένα, να εγκαταλείψεις την ησυχία σου και το κελλί σου, για να μείνεις τόσα χρόνια κοντά μου και να με περιποιείσαι. Μάθε λοιπόν, ότι εγώ δεν είμαι άνθρωπος. Είμαι άγγελος και με έστειλε ο Θεός για να δοκιμάζω όλα αυτά τα χρόνια την αγάπη και την υπομονή σου. Χαίρε, λοιπόν, αββά, και να είσαι πάντα ευλογημένος από τον Κύριο για την υπομονή και την αγάπη που μου έδειξες». Και με τα λόγια αυτά ο άρρωστος υψώθηκε από το κρεβάτι του στον αέρα και χάθηκε από τα μάτια του αναχωρητή.

Έτσι ευλογημένοι θα είναι όσοι ακολουθούν μια τέτοια θεοδίδακτη πορεία! Αλλά η δική μας περιστασιακή φιλανθρωπία πώς να συγκριθεί με την αδιάκοπη αυταπάρνηση των αγίων; Η ψυχρή μας αδιαφορία πώς να σταθεί μπρος στην ολοπρόθυμη ζεστή τους διάθεση;

Ας διώξουμε λοιπόν την κάκιστη συνήθεια να θυμούμαστε μονάχα στις γιορτές, από υποχρέωση απλώς, τον άρρωστο και τον φτωχό. Καιρός να σπάσουμε τους πάγους της καρδιάς μας. Να την κάνουμε περιβόλι της αγάπης. Αλλιώς, δεν θά ’ρθει μέσα μας ποτέ η άνοιξη.

Στον πάγο δεν φυτρώνει τίποτε.

ΚΑΛΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ!