Υπάρχει μια ιστορική, φιλοσοφική και θεολογική αρχή, ότι
τα γεγονόνα επαναλαμβάνονται στην διαδρομή των αιώνων, ότι υπάρχουν
ανυψώσεις και καταβάσεις, ότι τελικά κάθε κοινωνία αντιμετωπίζει τα ίδια
προβλήματα που είχαν και οι προηγούμενες κοινωνίες, ότι ο κάθε άνθρωπος
ζη μέσα στην ύπαρξή του, αλλά και στην κοινωνική του ζωή την παγκόσμια
ιστορία, με τις πτώσεις και τις αναστάσεις. Οπότε, διαβάζοντας κανείς
διάφορα κείμενα παλαιών ιστορικών, φιλοσόφων, λογοτεχνών, θεολόγων,
ανευρίσκει και προβλήματα που απασχολούν τον σύγχρονο άνθρωπο. Βεβαίως,
υπάρχουν μερικές διαφοροποιήσεις σε κάθε εποχή, αλλά στην βάση τους τα
προβλήματα είναι τα ίδια.
Το θέμα που θα παρουσιάσω
σήμερα είναι «Μια άλλη τρόϊκα σε σχέση με την ευτυχία και την
ελευθερία». Φυσικά, δεν πρόκειται να ομιλήσω για την γνωστή τρόϊκα,
δηλαδή την επιτροπή που εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της
Ευρωπαϊκής Τράπεζας και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, προτείνουν η
και επιβάλλουν τρόπους αντιμετωπίσεως της διαχείρισης του Κράτους μας
στα οικονομικά θέματα, ώστε και αυτοί να εξασφαλίσουν την δυνατότητα να
εισπράξουν το δάνειο που έχουν δώσει στην Ελλάδα και μας έχουν τρελάνει
τα ΜΜΕ, αλλά για μια άλλη τρόϊκα που σχετίζεται με την ευτυχία και την
ελευθερία, η οποία, όπως πιστεύω, είναι η βάση των οικονομικών και
κοινωνικών θεμάτων που απασχολούν την Πατρίδα μας.
Στην ομιλία μου θα γίνη μια μικρή αναφορά στο έργο Αδελφοί Καραμάζοβ του
διάσημου Ρώσου λογοτέχνη Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι και σε μερικά από τα
μηνύματα τα οποία μπορεί κανείς να αναφέρη και τα οποία έχουν μεγάλη
επικαιρότητα στην εποχή μας. Ο Ντοστογιέφσκι είναι ένας παγκοσμίου
κύρους Ρώσος λογοτέχνης, γεννήθηκε στην Μόσχα της Ρωσίας την 30η
Οκτωβρίου του έτους 1821 και πέθανε στην Πετρούπολη την 28η Ιανουαρίου
του έτους1881, σε ηλικία 60 ετών, και έχει επηρεάσει κατά καιρούς
διάφορα ρεύματα, όπως την διαλεκτική θεολογία, την υπαρξιακή φιλοσοφία,
την αναλυτική ψυχολογία και την ρωσική θεολογία.
Με
συγκίνηση επισκέφθηκα την κατοικία του στην αγία Πετρούπολη, όπου έζησε
τα τελευταία χρόνια της ζωής του, και ξεναγήθηκα μέσα σε αυτήν, και είδα
μερικά από τα προσωπικά του αντικείμενα. Περπάτησα στην γειτονιά που
και εκείνος έζησε και εκινείτο και πήγα στην Μεγίστη Λαύρα του αγίου
Αλεξάνδρου Νέφσκι, όπου και ετάφη, και έτσι συγκινήθηκα βαθύτατα από
εκείνο το προσκύνημα που έκανα στην αγία Πετρούπολη.
Το έργο Αδελφοί Καραμάζοβ είναι
το τελευταίο του, είναι η «γενική εξομολόγησή του», η «τελευταία λέξη»
του, είναι «το κύκνειο άσμα του», «είναι το απόγειο, ο δραματικός
επίλογος μιας ζωής» και αποτελεί «ένα απ' τα μεγαλύτερα έργα της
παγκόσμιας λογοτεχνίας».
«Το έργο αυτό γραμμένο όταν ο
Ντοστογιέβσκη ήταν εξήντα χρόνων σχεδόν και δημοσιευμένο στα 1880, λίγο
πριν απ' το θάνατό του, είναι όχι μονάχα το πιο ώριμο και το πιο
ολοκληρωμένο απ' τα μεγάλα έργα του, αλλά χωρίς αμφιβολία ένα απ' τα πιο
αντιπροσωπευτικά του μια και συγκεφαλαιώνει σ’ αυτό όλες τις ιδέες του
και παρουσιάζει ανάγλυφα όλα τα επιτεύγματα της τέχνης του». Πρόκειται
για ένα «πολύπλοκο αριστούργημα».
Το έργο αναφέρεται
στην δολοφονία του Θεόδωρου Καραμάζοβ και στην διερεύνηση του θανάτου
του, για το ποιός ήταν ο φονιάς, και στις ανακρίσεις που γίνονται και
στην δίκη που ακολουθεί, εμπλέκονται όλα τα παιδιά του. Ο Θεόδωρος
Καραμάζοβ έχει τρία παιδιά, τον Μήτια-Ντιμήτρι από την πρώτη του
γυναίκα, καθώς και τον Ιβάν και Αλεξέϊ-Αλιόσα από την δεύτερη γυναίκα.
Συγχρόνως έχει και ένα νόθο παιδί τον Σμερντιακόβ. Τελικά, η δολοφονία
αποδίδεται στο μεγαλύτερο παιδί του τον Μήτια-Ντιμήτρι, χωρίς όμως να
είναι ο δολοφόνος του πατέρα του. «Ο γέρο-Καραμάζοβ δολοφονείται -και οι
συνθήκες του θανάτου του είναι τόσο παράξενες ώστε να εμπλέκουν όλους
τους γυιούς του- όχι μονάχα τον πραγματικό δολοφόνο αλλά ακόμα και
κείνους που μολονότι είναι αθώοι ντε φάκτο, έχουν ωστόσο εκθρέψει
εγκληματικές προθέσεις στην καρδιά τους και γι’ αυτό τον λόγο είναι
ηθικά ένοχοι.
Ο Ντιμήτρι, ο μεγάλος γιος, μισεί τον
πατέρα του και είναι έτοιμος να τον σκοτώση, χωρίς τελικά να το κάνη,
πράγμα που έκανε το νόθο παιδί του, ο Σμερντιακόβ. Ο Ιβάν σιχένεται τον
πατέρα του και αυτό συνδέεται και με την ανταρσία του εναντίον του Θεού
που έχει σχέση με την βασική του αρχή «όλα επιτρέπονται» και «κατά
συνέπεια είναι υπεύθυνος για τις διεστραμμένες αντιλήψεις του νόθου
μηλαδερφού του Σμερντιακόβ. Ούτε τ’ άλλα πρόσωπα είναι αθώα από
παραβάσεις έστω και μικρότερες». Τελικά, «η τιμωρία διαμοιράζεται σ’
όλους, ο Ντιμήτρι κατηγορείται και καταδικάζεται από δικαστήριο. Ο Ιβάν
καταρρέει ψυχικά, ενώ ο Σμερντιακόβ αυτοκτονεί. Η συμπεριφορά όλων των
ηρώων (περιλαμβανομένου και του τετάρτου γιου, του Αλιόσα, που είναι
ένοχος μονάχα για το ότι δεν κατάφερε να προλάβει το έγκλημα) έχει τις
ρίζες της στην ηθική τους στάση, στις θρησκευτικές αμφιβολίες και στις
φιλοσοφικές πεποιθήσεις τους, συγχωνεύοντας έτσι πλοκή, μύθο και
κεντρική ιδέα σ’ ένα και μόνο δυναμικό σύνολο».
Θα
πρέπει να εξηγήσω τον τίτλο του θέματός μου με τα όσα θα αναφέρω στην
συνέχεια. Η λέξη τρόϊκα είναι ρωσική και κυριολεκτικά δηλώνει το «ρωσικό έλκηθρο η άμαξα που σύρεται από τρία άλογα» (Μπαμπινιώτης). Στο έργο Αδελφοί Καραμάζοβ αναφέρεται
στα τρία παιδιά του δολοφονηθέντος πατέρα Θεόδωρου Καραμάζοβ και σε
ο,τι εκπροσωπούν. Ο Ντοστογιέφσκι βάζει την λέξη αυτήν -τρόϊκα- στην
αγόρευση του εισαγγελέα Ιππόλυτου Κυρίλοβιτς, κατά την διάρκεια της
δίκης για τον φόνο του γέρο Καραμάζοβ. Αναφέρεται στον Γκόγκολ, έναν
«μεγάλο συγγραφέα της προηγούμενης σχολής» από τον οποίον είχε επηρεασθή
αρχικά, και στο μυθιστόρημά του «νεκρές ψυχές» που παρομοιάζει την
Ρωσία με τρόϊκα «που καλπάζει προς το άγνωστο» και αναφωνεί: «Αχ τρόϊκα,
πουλί τρόϊκα, ποιός σε σοφίστηκε;». Καί «με περήφανο ενθουσιασμό
προσθέτει πως μπροστά στην τρόϊκα που τρέχει με ξέφρενο καλπασμό
παραμερίζουν, με σεβασμό όλοι οι λαοί». Έάν σε αυτήν την τρόϊκα ζεύσει
κανείς «τους ίδιους τους ήρωές του» «τότε όποιον και να βάλεις αμαξά,
ένας Θεός ξέρει που θα φτάσεις με τέτοια άλογα».
Ο
Ντοστογιέφσκι στα λόγια που βάζει στον εισαγγελέα εννοεί ως τρόϊκα τα
τρία παιδιά του γέρο-Καραμάζοφ, και αυτόν τον ίδιο -τον πατέρα τους- ως
αμαξά. Πρόκειται για τα τρία ρεύματα που κυριαρχούσαν στην Ρωσία της
εποχής του Ντοστογέφσκι, τα οποία εξέφραζαν τα τρία παιδιά του πατέρα
τους Καραμάζοβ. Θα το δούμε αυτό στην συνέχεια της ομιλίας μου. Έτσι, τα
τρία αυτά ρεύματα συνδέονται με το ερώτημα «ευτυχία η ελευθερία;» που
βάζει ο Νοστογιέβσκι στο στόμα ενός άλλου ήρωά του, του Μεγάλου
Ιεροεξεταστού. Νομίζω δε αυτά τα σημεία, που είναι βασικά στην σκέψη του
μεγάλου αυτού Ρώσου λογοτέχνη, αποτελούν τον κεντρικό πυρήνα του έργου
του, καθώς επίσης αποτελούν και την νοοτροπία του σύγχρονου κόσμου,
ιδιαιτέρως της πολιτιστικής ατμόσφαιρας που επικρατεί στην Πατρίδα μας
και είναι η βάση των κοινωνικών, αλλά και οικονομικών προβλημάτων που
μας απασχολούν τον τελευταίο καιρό. Γι’ αυτό και θεωρώ το έργο αυτό
«αδελφοί Καραμάζοφ» ως ένα σημαντικό έργο, που καθρεπτίζει και την
σύγχρονη κοινωνία μας.
Στην συνέχεια θα τονίσω τέσσερα σημεία τα οποία, κατά την γνώμη μου, έχουν μεγάλη σημασία για την εποχή μας.
1. Η μεταπτωτική κοινωνία στα έργα του Ντοστογιέφσκι
Η
κοινωνία των ανθρώπων, από παλαιά μέχρι σήμερα, δεν είναι όπως την
έχει καθορίσει ο Θεός με την δημιουργία των Πρωτοπλάστων. Όταν διαβάζη
κανείς το βιβλίο της Γενέσεως καταλαβαίνει ότι το πρώτο ανδρόγυνο ζούσε
στον Παράδεισο αγγελικό βίο. Είχε σχέση και κοινωνία με τον Θεό, μεταξύ
τους και την κτίση. Και αυτό γινόταν με την πλούσια παρουσία της Χάριτος
του Θεού. Η σχέση με τον Θεό ήταν προσωπική, συνομιλούσαν μαζί Του
«πρόσωπον προς πρόσωπον», η σχέση του Αδάμ με την Εύα ήταν αγγελική,
αλλά και η επικοινωνία με την κτίση κατά πάντα ευλογημένη, αφού η κτίση
δεν δεχόταν κανένα βιασμό από τον άνθρωπο. Το σχήμα που επικρατούσε ήταν
ότι η ψυχή του ανθρώπου, δια του νοός, τρεφόταν από την Χαρη του Θεού,
το σώμα λάμβανε δύναμη από αυτήν την εμπειρία της ψυχής. Επομένως, ο
άνθρωπος ήταν πνευματικός. Στην συνέχεια το φως του Θεού που υπήρχε
πλούσια μέσα στον άνθρωπο ακτινοβολούσε σαν σε καθρέπτη σε όλη την
κτίση.
Μετά, όμως, την αμαρτία αντιστράφηκε όλη αυτή η
κατάσταση. Η ψυχή έπαυσε να κοινωνή με τον Θεό, δεν δεχόταν πια το φως
της ακτίστου δόξης του Θεού, γι’ αυτό απομυζούσε το σώμα, με αποτέλεσμα
να αναπτύσσονται τα ψυχικά πάθη της φιλοδοξίας, της υπερηφανείας και της
αλαζονείας. Έτσι, τώρα το σώμα υποφέρει από αυτήν την κατάσταση της
ψυχής. Αλλά και το σώμα αντί να τρέφεται από την ψυχή, προσπαθεί τώρα να
τρέφεται από την κτίση και έτσι αναπτύσσονται τα πάθη της φιληδονίας,
της φιλαργυρίας και πολλά άλλα. Το αποτέλεσμα με αυτόν τον τρόπο είναι
ότι βιάζεται η κτίση και δημιουργείται το οικολογικό πρόβλημα.
Έτσι,
η κοινωνία των ανθρώπων άλλαξε κατεύθυνση και νοοτροπία. Τα ψυχικά και
σωματικά πάθη των ανθρώπων εκδηλώνονται ποικιλοτρόπως με αποτέλεσμα η
κοινωνία, αντί να βιώνη την κατάσταση του Παραδείσου, εκφράζει την
κόλαση. Ο άνθρωπος προσπαθεί τώρα να φέρη μια ισορροπία στην κοινωνία με
τους θεσμούς. Αλλά και αυτοί οι θεσμοί, επειδή οι άνθρωποι είναι
άρρωστοι, λειτουργούν κατά τρόπο αρρωστημένο, και έτσι αναπτύσσονται
δικτατορίες, απολυταρχικά καθεστώτα, φοροδιαφυγές, πλουτισμός μερικών
ανθρώπων, καταστροφή της ελευθερίας των άλλων, αδιαφάνεια στις σχέσεις
μεταξύ των ανθρώπων, ανταγωνισμοί κ.λ.π.
Ο
Ντοστογιέφσκι σε όλα του τα έργα, αλλά ιδιαίτερα στο έργο που μελετάμε,
παρουσιάζει όλην αυτήν την τραγική μεταπτωτική κατάσταση της κοινωνίας.
Περιγράφει κατά τρόπο απαράμιλλο την ασθένεια της κοινωνίας, βάζει
στους ήρωές του όλη την ακαταστασία των ανθρώπων. Έκανε φοβερές
περιγραφές με την παρατηρητικότητα, το λογοτεχνικό του ταλέντο, αλλά και
την βαθειά αίσθηση της πραγματικότητας που τον διακρίνει, την μεγάλη
ψυχική ευαισθησία του, αλλά και την προσωπική του πείρα, λόγω της
καταδίκης του σε θάνατο. Καταδικάσθηκε σε θάνατο επειδή συμμετείχε σε
μια μυστική εταιρία σοσιαλιστικού περιεχομένου, αλλά και λόγω της
μετατροπής της ποινής του θανάτου, στον τόπο της εκτέλεσης, (λέγεται
μάλιστα ότι επρόκειτο για μια εικονική εκτέλεση) σε εξορία στην Σιβηρία.
Αυτή η τραγική και οδυνηρή περιπέτειά του αποτυπώνεται σε πολλά έργα
του και φαίνεται στην περιγραφή της αντιφατικής μεταπτωτικής κοινωνίας.
Είναι σημαντικό πως περιγράφει αυτήν την κατάσταση ο Μαρκ Σλόνιμ,
αναλύοντας το έργο αυτό του Ντοστογιέφσκι .
«Οι
αδελφοί Καραμάζοβ που εμπερικλείουν μια μεγάλη ποικιλία χαρακτήρων από
πολλά στρώματα της τσαρικής κοινωνίας -αριστοκράτες, δουλοπάροικους,
καλόγερους, γυναίκες του λαού, υπαλλήλους, διανοουμένους -και προσφέρουν
ένα πραγματικό πανόραμα της τσαρικής ζωής στα τέλη του δεκάτου ενάτου
αιώνα, είναι ταυτόχρονα ένα μυθιστόρημα οικογενειακής ζωής. Μέσα στα
πλαίσια μιας μελέτης κληρονομικότητας, αναλύονται οι σχέσεις ανάμεσα σε
πατέρα και γιους σ’ όλες τις ιδιόρρυθμες διακλαδώσεις τους, του μίσους,
της αποστροφής και της συγγενικότητας που οξύνονται από σεξουαλικό
ανταγωνισμό κι από φονικές ροπές, συγκρούσεις που οι σύγχρονοι
φροϋδιστές θα τις εξηγούσαν με την ορολογία του οιδιποδείου
συμπλέγματος. Αποτελούν επίσης μιαν απεικόνιση διαφορετικών ψυχολογικών
τύπων, απ' το γέρο παραλυμένο Καραμάζοβ πατέρα ως τον ασκητικό γιο του
Αλιόσα‧ από τον άλλο του γιο, τον Ιβάν, τον εγκεφαλικά αναρχικό ως τον
άγιο καλόγερο Ζωσιμά· απ' τη μαζοχίστρια, ηλίθια Λιζαβέτα ως τη γήϊνη
Γκρούσενκα, την Κίρκη της μικρής πολιτείας. Η πλοκή κινείται σε πολλά
επίπεδα και ξετυλίγεται σαν μυθιστόρημα μυστηρίου».
Αυτήν
την πολυπλοκότητα και την αντιφατικότητα της κοινωνίας της εποχής του
Ντοστογιέφσκι την βλέπουμε και σήμερα στην δική μας κοινωνία. Αυτό
κάνει το έργο αυτό διαχρονικό και παγκόσμιο. Αυτό θα το διαπιστώσουμε
και πιο κάτω στα άλλα βασικά σημεία του έργου αυτού τα οποία θα
τονίσουμε.
2. Τα τρία ρεύματα της ρωσικής και της σημερινής κοινωνίας
Είδαμε
προηγουμένως ότι ο Ντοστογιέφσκι, με θαυμάσιο τρόπο, βάζει στον
εισαγγελέα Ιππόλυτο Κυρίλοβιτς την σκιαγράφηση της τρόϊκας των αδελφών,
αλλά και του πατέρα τους.
Ο πρώτος γιος του από την πρώτη γυναίκα του, ο Μίτια (Ντιμήτρι)
που κατηγορείται για τον φόνο του πατέρα του, αν και δεν τον έχει
διαπράξει, εκπροσωπεί την παλαιά πρωτόγονη αισθησιακή και διονυσιακή
Ρωσία, εκφράζει την λεγόμενη «στοιχειακή Ρωσία», όπως και άλλοι Ρώσοι
«στοιχειακοί», κατά τα λεγόμενα του Εισαγγελέα, περιγράφοντας τον Μίτια:
«είμαστε το καλό και το κακό σ’ ένα καταπληχτικό ανακάτωμα, είμαστε
εραστές του πολιτισμού και του Σίλερ και την ίδια ώρα καυγαδίζουμε στις
ταβέρνες και ξεριζώνουμε τα γένεια των μπεκρήδων της παρέας μας». Οι
«στοιχειακοί» δεν θέλουν να πληρώνουν, αλλά να παίρνουν όλα τα αγαθά της
ζωής, δεν θέλουν να τους βάζουν «εμπόδια στις παρορμήσεις», γιατί τότε
μπορούν να αποδείξουν ότι είναι «καλοί και υπέροχοι». Δεν θέλουν να
είναι άπληστοι, αλλά ζητούν πολλά χρήματα για να τα σκορπίσουν «όλα σε
μια νύχτα σε ακράτητο γλέντι». Και όταν δεν τους δίνουν λεφτά, τότε
ξέρουν να τα βρίσκουν όταν το θελήσουν.
Ο δεύτερος γιος -ο μεγαλύτερος από την δεύτερη γυναίκα του- ο Ιβάν εκφράζει
τον «ευρωπαϊσμό» που είχε επηρεάσει τότε την Ρωσία, με τις
διαφωτιστικές και αθεϊστικές αρχές. Ήταν ένας σύγχρονος νέος με
«περίφημη μόρφωση, με μυαλό αρκετά δυνατό, που όμως δεν πιστεύει πια σε
τίποτα, που απέκρουσε και διέγραψε πια πάρα πολλά στη ζωή του, όπως
ακριβώς και ο πατέρας του». Δεν έκρυβε τις ιδέες του, διαπνεόταν από μια
ελευθερία στην έκφραση των απόψεών του «προκαλούσε φρίκη με την
πνευματική του ασέλγεια». Η «πνευματική του ασέλγεια» βρισκόταν στο ότι
βασική του φιλοσοφία, που την διέδιδε ήταν «όλα επιτρέπονται ο,τι
υπάρχει στον κόσμο και τίποτα δεν πρέπει ν’ απαγορεύεται από δω και
πέρα».
Ο τρίτος γιος, ο Αλεξέϊ, που θωπευτικώς αποκαλείται Αλιόσα, ακολούθησε
αντίθετο δρόμο από όλους τους άλλους της οικογένειάς του. Μετά από
σκέψη πείστηκε για την αθανασία, και γι’ αυτό αποφάσισε: «θέλω να ζήσω
για την αθανασία. Δεν παραδέχομαι τις μέσες λύσεις». Έτσι, λοιπόν,
προσκολλήθηκε στον στάρετς Ζωσιμά που εξέφραζε την ησυχαστική παράδοση
και ήταν σαν άγγελος. Ο Αλιόσα είναι εκφραστής των ανθρώπων εκείνων που
ενδιαφέρονται για τις «λαϊκές ρίζες», σύμφωνα με την δράση που
χαρακτήριζαν αυτούς τους τύπους «μερικοί θεωρητικίζοντες κύκλοι των
διανοουμένων μας». «Είναι έφηβος ακόμα, ευσεβής και ταπεινόφρων· σε
αντίθεση με τη ζοφερή διαβρωτική κοσμοθεώρηση του αδερφού του, γυρεύει
να προσκολληθεί, ούτως ειπείν στις "λαϊκές ρίζες"». Ἀγαπᾶ τον
μοναχισμό και κυρίως τον ησυχασμό, όπως θα δούμε πιο κάτω, και εκφράζει
την μοναχική, ασκητική παράδοση της Ρωσίας της εποχής εκείνης. Σε
αντίθεση με αυτούς που δέχθηκαν την επίδραση «του ευρωπαϊκού
πολιτισμού», «αυτός προσκολλήθηκε στο μοναστήρι», στον στάρετς Ζωσιμά,
σε αυτό που λέγεται «γενέθλιο σώμα» «στη μητρική αγκάλη της πατρίδας,
σαν παιδιά τρομαγμένα απ' τα οράματα, και στα στερεμένα στήθια της
αδυνανατισμένης μητέρας διψάνε να τους πάρει τουλάχιστο ήσυχα ο ύπνος
και μάλιστα να κοιμηθούν εκεί σ’ όλη τους την ζωή, αρκεί να μη βλέπουν
τις φρίκες που τους τρομάζουν». Ο Εισαγγελέας απέδωσε αυτήν την
νοοτροπία που βίωνε ο Αλιόσα στον «ζοφερό μυστικισμό» και τον
«κοντόφθαλμο σοβινισμό», που όπως είπε, «ίσως απειλούν το έθνος με
μεγαλύτερο κακό απ' όσο η πρόωρη αποσύνθεση που προέρχεται απ' τον κακώς
εννοημένο και αβασάνιστα αποχτημένο ευρωπαϊκό πολιτισμό, που απ' αυτόν
υποφέρει ο μεγαλύτερος αδερφός του», ο Ιβάν.
Από τα
πιο πάνω φαίνεται ότι την πολιτισμική αυτή τρόϊκα εκπροσωπούν τρία
βασικά ρεύματα της τότε ρωσικής κοινωνίας, ήτοι η «στοιχειακή Ρωσία», ο
«ευρωπαϊκός πολιτισμός», και οι «λαϊκές ρίζες». Η τρόϊκα αυτή, είναι
τρία δυνατά άλογα, που οδηγούνται, κατά τον Νοστογέβσκι, από έναν αμαξά,
τον πατέρα τους Θεόδωρο Καραμάζοβ «τον δυστυχισμένο, αχαλίνωτο
κι ακόλαστο γέρο», «τον πάτερ φαμίλια», «που τελείωσε τόσο θλιβερά τη
ζωή του». Ο Εισαγγελέας περιγράφει την ζωή και τον χαρακτήρα του πατέρα
αυτού, που δυστυχώς ομοιάζει με πολλούς άλλους σύγχρονους πατέρες και
γονείς.
«Ευγενής από καταγωγή, που άρχισε το στάδιό
του σαν φτωχό παράσιτο που ύστερ’ απ' το αναπάντεχο κι απρόβλεπτο γάμο
γίνεται κάτοχος ενός μικρού κεφαλαίου. Στην αρχή μικροκατεργάρης και
δουλοπρεπής παλιάτσος, με κάποια εξυπνάδα ωστόσο και πριν απ' όλα
τοκογλύφος. Με τα χρόνια, δηλαδή όσο μεγαλώνει το κεφάλαιό του, παίρνει
θάρρος. Η ταπεινότητα κι η δουλοφροσύνη εξαφανίζονται και μένει μονάχα ο
είρων και μοχθηρός κυνικός, κι ο ακόλαστος. Κάθε πνευματικότητα έχει
ταφεί κι ένα μονάχα απομένει, μια υπέρμετρη δίψα ζωής. Και καταλήγει να
μη βλέπει στη ζωή άλλο από αισθησιακές απολαύσεις κι αυτό διδάσκει τα
παιδιά του. Από πατρικές ηθικές υποχρεώσεις - τίποτα. Τις κοροϊδεύει,
ανατρέφει τα παιδιά του στην πίσω αυλή και χαίρεται που του τα παίρνουν
από μπροστά του». Η βασική αρχή του πατέρα είναι: «Ας πάει να καεί όλος ο
κόσμος, φτάνει να ‘μαι γω καλά». «Και είναι καλά, είναι απόλυτα
ευχαριστημένος, διψάει να ζήσει έτσι άλλα είκοσι, τριάντα χρόνια ακόμα».
Αυτή
είναι η οικογένεια του Θεοδώρου Καραμάζοβ. Κάθε ένα μέλος της έχει την
δική του προσωπικότητα και τις δικές του επιλογές της ζωής. Μια
οικογένεια και μια κοινωνία πολυπολιτισμική. Πόσο ομοιάζει με πολλές
οικογένειες στην σύγχρονη Ελλάδα! Ενώ πολλοί γονείς ενδιαφέρονται για
την δική τους απόλαυση, και την κοινωνική και οικογενειακή τους
κατοχύρωση, αφήνουν τα παιδιά τους στον δικό τους κόσμο και ρυθμό. Δεν
τους ενδιαφέρει η πνευματική τους καλλιέργεια, η εκκλησιαστική ζωή, με
την οποία λύονται τα υπαρξιακά τους ερωτήματα, αλλά φροντίζουν μόνον για
την ηδονή και την καλοπέραση. Περιφρονούν την Εκκλησία, την διαχρονική
παράδοση του γένους μας και ασχολούνται μόνον με την ευδαιμονία.
Οι
τρεις «αδελφοί Καραμάζοβ» εκφράζουν και στην δική μας κοινωνία τρία
ρεύματα. Το ένα είναι το παγανιστικό και ειδωλολατρικό, που ζη με το
σύνθημα των επικουρίων και των υλιστών-αθεϊστών φιλοσόφων, το: «φάγομεν
πίομεν αύριον γαρ αποθνήσκομεν». Το άλλο είναι το ρεύμα του ευρωπαϊκού
διαφωτισμού και του αγνωστικισμού, που ασχολείται με τις θεωρίες, τις
ιδέες, αλλά αρνείται όχι τόσο τον Θεό, αλλά τον Χριστό, αφού εκφράζει
τον λεγόμενο δεϊσμό, η αγνοεί και τον Θεό και βασικό του σύνθημα είναι
το «όλα επιτρέπονται». Είναι ο νιτσεϊσμός στην πράξη, η εικόνα του
υπερανθρώπου, του οποίου βασική θεωρία είναι ότι δεν υπάρχει Θεός,
πρέπει να επικρατή ο ανελέητος πόθος για την εξουσία, ότι η ζωή που
κινείται πέρα από την ηθική του καλού και του κακού, δηλαδή δεν υπάρχουν
αναστολές, και η κατάληξη είναι ότι όλα επιτρέπονται. Και το τρίτο
ρεύμα ενδιαφέρεται για την πνευματική υποδομή του γένους μας, που έχει
κέντρο τον Θεό, τις εκκλησιαστικές παραδόσεις, την ησυχαστική ζωή, όπως
διασώζεται στις Ενορίες και τα Μοναστήρια.
Τα τρία
αυτά ρεύματα που συγχρόνως είναι και τάσεις φάνησαν καθαρά στις
παραμονές της πτώσεως της Κωνσταντινουπόλεως το 1453, στα πρόσωπα του
Γεωργίου Γεμιστού Πλήθωνος, του Μητροπολίτου Νικαίας Βησαρίωνος και του
Γεωργίου- Γενναδίου Σχολαρίου και έπαιξαν σημαντικό ρόλο ως προς την
αλλοίωση η την διατήρηση της ταυτότητας του Γένους μας.
Ο
Γεώργιος Γεμιστός Πλήθων ήταν πλατωνικός φιλόσοφος, ο οποίος μάλιστα
ευρισκόμενος στην Φλωρεντία, για τον διάλογο που γινόταν τότε μεταξύ
Ορθοδόξου Εκκλησίας και Παπισμού το 1438-39, με τις διαλέξεις που έδωσε
για τον Πλατωνισμό, συνετέλεσε στο να στραφή η Αναγέννηση από τον
Αριστοτέλη στον Πλάτωνα. Ο Γεμιστός Πλήθων διέβλεπε την πτώση της
Κωνσταντινουπόλεως και συνέθεσε την θεωρία ότι αυτό θα αποφευγόταν με
την στροφή του Γένους στον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό και γι’ αυτό
πρότεινε μεταρρυθμίσεις που θα γίνονταν με βάση τις αρχές του Πλάτωνα. Η
θεωρία του αυτή αποδείχθηκε ανεδαφική. Ο ίδιος αποσύρθηκε στον Μυστρά
και πέθανε εκεί χωρίς να πείση για την αναγκαιότητα και την βιωσιμότητα
της θεωρίας του.
Ο Μητροπολίτης Νικαίας Βησαρίων είχε
σπουδάσει στο Πανεπιστήμιο Κωνσταντινουπόλεως, ήταν και εκείνος
πλατωνιστής και ήταν υπέρμαχος της απόψεως ότι η Αυτοκρατορία θα σωζόταν
εάν η Ορθόδοξη Εκκλησία ενωνόταν με τον Πάπα, αφού ο Πάπας με το κύρος
που είχε στην Δύση θα φρόντιζε να μη πέση η Κωνσταντινούπολη στα χέρια
των Μωαμεθανών. Από όλες τις ενέργειές του και κατά την Σύνοδο
Φερράρας-Φλωρεντίας αποδείχθηκε ότι διακετεχόταν από την στροφή προς την
Δύση. Αυτό το έδειξε και εμπράκτως, γιατί τελικά προσχώρησε στον
«Καθολικισμό», έγινε Καρδινάλιος και παρά λίγο να εκλεγόταν Πάπας. Από
την Δύση που βρισκόταν ενδιαφερόταν για την αποστολή στρατιωτικών
δυνάμεων για την αντιμετώπιση των Μωαμεθανών, για να μην υποδουλωθή η
Κωνσταντινούπολη σε αυτούς, αλλά και μετά την άλωσή της να απελευθερωθή,
όμως απέτυχε παταγωδώς, γιατί την εποχή εκείνη ο Πάπας δεν είχε μεγάλη
δύναμη και υψηλό κύρος στους πολιτικούς άρχοντες.
Ο
Γεώργιος-Γεννάδιος Σχολάριος είχε σπουδάσει στο Πανεπιστήμιο
Κωνσταντινουπόλεως, γνώριζε τον δυτικό σχολαστικισμό, αλλά επηρεάσθηκε
πολύ από την ησυχαστική θεολογία, όπως την εξέφραζε και την δίδασκε ο
διδάσκαλός του άγιος Μάρκος, Μητροπολίτης Εφέσου, ο Ευγενικός. Ο
Γεννάδιος Σχολάριος είχε την άποψη ότι το Γένος θα διατηρούσε την
αυτοσυνειδησία του και την συνέχεια της ταυτότητός του, εάν παρέμενε
στην Παράδοση της Ορθοδόξου Εκκλησίας, στον ησυχασμό, όπως τον είχε
διατυπώσει ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς και τον είχαν αποδεχθή οι Σύνοδοι
του 14ου αιώνος. Πρόκειται για την παράδοση εκείνη που κάνει λόγο για
τους λογισμούς, την καρδιά, την νοερά προσευχή, την ιερά ησυχία και
γενικά την πορεία του ανθρώπου προς την θεογνωσία, δια της καθάρσεως,
του φωτισμού και της θεώσεως. Και αυτό είναι σημαντικό, γιατί αν ο
άνθρωπος επιτύχει την εσωτερική του θεραπεία και ελευθερωθή από την
φιλαυτία, τότε αποκτά την φιλοθεΐα και την φιλανθρωπία, δηλαδή την αγάπη
του προς τον Θεό και τον άνθρωπο.
Ο μεγάλος
σύγχρονός μας Βυζαντινολόγος Runciman υπεστήριξε την άποψη ότι ο
Γεννάδιος Σχολάριος, που έγινε ο πρώτος Πατριάρχης του υπόδουλου Γένους,
ήταν περισσότερο ρεαλιστής και δικαιώθηκε απολύτως. Πράγματι, αυτό το
ησυχαστικό πνεύμα, αντίθετα από το αρχαιοελληνικό και δυτικό, διέσωσε
την ταυτότητα του Γένους και η Ορθόδοξη Εκκλησία διεφύλαξε το Γένος καθ’
όλη την διάρκεια της Τουρκοκρατίας, παρά τις διώξεις, τους
εξισλαμισμούς και το παιδομάζωμα, ανέδειξε τους Νεομάρτυρας που
μαρτύρησαν για τον Χριστό, έδωσε δύναμη στους ανθρώπους να υπομένουν την
δουλεία για τετρακόσια περίπου χρόνια και υπήρξε η γενεσιουργός αιτία
της ελευθερίας του. Έτσι, λοιπόν, στην περίπτωση αυτή έχουμε μια άλλη
τρόϊκα, σύμφωνα με το πρότυπο που μας έδειξε ο Ντοστογιέφσκι .
Όμως
και μετά την ελευθέρωση του 1821 μέχρι σήμερα υπάρχει στον τόπο μας
αυτή η ίδια τρόϊκα, δηλαδή τα τρία ρεύματα που κυκλοφορούν ανάμεσά μας,
όπως τα περιέγραψε ο Ντοστογιέφσκι και τα εντόπισε ο Ranciman προ της
πτώσεως της Κωνσταντινουπόλεως.
Η Έλλη Σκοπετέα στο έργο της «Το πρότυπο Βασίλειο και η Μεγάλη Ιδέα»,
αναλύει αυτήν την νέα ιδεολογία του ελεύθερου Γένους, μετά την
επανάσταση του 1821, που προσπάθησαν να μας επιβάλουν οι δυτικές
δυνάμεις οι οποίες βοήθησαν στην απελευθέρωση του ελλαδικού Χώρου.
Φάνηκε τότε καθαρά ότι έγινε προσπάθεια να στραφούν οι απελευθερωμένοι
Έλληνες στην αρχαία ελληνική παράδοση, όπως αγωνιζόταν να γίνη ο
Γεώργιος Γεμιστός-Πλήθων, να αναβιώση, δηλαδή, η αρχαία ελληνική
συνείδηση, και αυτό έγινε με την παιδεία, τις ανασκαφές των χώρων, όπου
άνθισαν οι αρχαίοι ελληνικοί πολιτισμοί, με την δημιουργία Εταιρειών και
Συλλόγων που θα μελετούν την αρχαία ελληνική παράδοση, όπως η
Αρχαιοελληνική Εταιρεία Αθηνών κ.λ.π. Επίσης, επιχειρήθηκε να γίνη
στροφή προς την Δύση, στην Ευρώπη, όπως το ήθελε ο Μητροπολίτης Νικαίας
Βησαρίων, και την είσοδο του διαφωτισμού και του ρομαντισμού, την
συμμετοχή σε δυτικές συμμαχίες. Ακόμη, με το Αυτοκέφαλο της Εκκλησίας,
τους δυτικούς μισιοναρίους, την είσοδο στην Ελλάδα του δυτικού
σχολαστικισμού, όπως φάνηκε στην Θεολογική Σχολή Αθηνών, έγινε
προσπάθεια να αποκοπή η Ελλάδα από τις ρίζες της, το Οικουμενικό
Πατριαρχείο και την ησυχαστική της παράδοση, δηλαδή να παραθεωρηθή η
θεολογία του Γενναδίου Σχολαρίου. Και όλα αυτά επιτεύχθηκαν σε έναν
βαθμό.
Έτσι, σήμερα στην Πατρίδα μας υπάρχει αυτή η
«άλλη Τρόϊκα», τα τρία ρεύματα και δημιουργούνται έντονα προβλήματα. Ας
εντοπισθή αυτή η πολιτιστική γεωγραφία.
Το πρώτο
ρεύμα, το αρχαιοελληνικό, κάνει λόγο για την αρχαία Ελλάδα και τον
πολιτισμό της. Δεν υπάρχει, βέβαια, αντίρρηση να μελετούμε τον αρχαίο
πολιτισμό, αλλά το πρόβλημα είναι ότι αυτή η τάση παραθεώρησε την
δημιουργική συνέχειά της. Από την μια μεριά πολλοί διασπούν τον ίδιο τον
Ελληνισμό, ο οποίος έχει κάνει μεγάλη διαδρομή από τις μαγικές
θρησκείες, στον ανθρωπομορφισμό (δωδεκάθεο), τους Ίωνες φυσικούς, τον
μυστικισμό (ορφισμό), την οντολογική ερμηνεία της φύσης (Ελεάτες,
Ηράκλειτο), τον ορθολογισμό (Σοφιστές), τον ιδεαλισμό
(Πλάτων-Αριστοτέλης), την μετακλασσική περίοδο (Στωικοί-Επικούρειοι) και
τον νεοπλατωνισμό (Πλωτίνος, Πορφύριος, Ιάμβλιχος, Πρόκλος), και
απομονώνουν και υπερτονίζουν μόνον ένα ρεύμα. Από την άλλη μεριά
αποκόπτουν τον ελληνικό πολιτισμό από τον ρωμαίϊκο-βυζαντινό πολιτισμό,
αν και γνωρίζουν ότι ο,τι καλό είχε η αρχαία ελληνική σκέψη, εγκολπώθηκε
από τον ρωμαίϊκο-βυζαντινό πολιτισμό. Η διατύπωση των δογμάτων της
Ορθοδόξου Εκκλησίας έγινε με τις κατηγορίες της ελληνικής σκέψεως και
γι’ αυτό δεν είναι εύκολο σήμερα να δη κανείς τον ελληνισμό έξω από την
θεολογία της Ορθοδόξου Παραδόσεως. Παρά ταύτα μερικοί επιμένουν να
βλέπουν απομονωμένα και αποσπασματικά την αρχαία ελληνική σκέψη.
Το
δεύτερο ρεύμα, το φιλοδυτικό, κάνει λόγο για την αξία και ανωτερότητα
του δυτικού πολιτισμού, που δίνει προτεραιότητα στην ανθρώπινη διάνοια,
την συναισθηματική αγάπη, τον ουμανισμό. Έτσι, περνούν μέσα στην
κοινωνία μας οι διαφωτιστικές και ρομαντικές αρχές, ακόμη και το
μοντέρνο και μεταμοντέρνο, ο υπεράνθρωπος του Νίτσε, η εσωτερική
ψυχαναλυτική θεωρία του Φρόϋντ, η κοινωνιολογία του Μαρξ, παραθεωρώντας
και άλλες φωνές που ακούγονται στην Δύση. Οι άνθρωποι που ανήκουν στο
ρεύμα αυτό εντυπωσιάζονται από τα επιτεύγματα του δυτικού πολιτισμού,
εγκαταλείπουν τις βάσεις του ρωμαίϊκου παραδοσιακού πολιτισμού,
εμφορούνται από τον αθεϊστικό υπαρξισμό, τον θάνατο του Θεού, τον
αμοραλισμό του «όλα επιτρέπονται» και την ζωή χωρίς ηθικές
αναστολές, η στην πιο μέτρια μορφή εμφορούνται από τις τάσεις του
ουμανισμού και του ψυχολογισμού που δρα ομοιοστατικά στον κοινωνικό
ιστό.
Το τρίτο ρεύμα, το ησυχαστικό, καίτοι γνωρίζει
επαρκώς την δυτική κουλτούρα και δεν την απορρίπτει, εν τούτοις εμμένει
στην ρωμαίϊκη παράδοση, όπως την περιγράφει ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς
και την διασώζει το βιβλίο της Φιλοκαλίας των Ιερών νηπτικών. Οι
άνθρωποι αυτής της παραδόσεως αγαπούν τον θεραπευτικό χαρακτήρα του
ησυχασμού, που είναι η αληθινή Ορθόδοξη ψυχοθεραπεία, η οποία έχει
σίγουρα κοινωνικές συνέπειες, αφού όσοι θεραπεύονται είναι οι
πνευματικοί μυστικοί αδένες μέσα στην κοινωνία, εκκλησιάζονται τακτικά
και ζουν μέσα στο ρεύμα της Ορθοδόξου λατρείας και του ρωμαίϊκου
πολιτισμού με την βυζαντινή και παραδοσιακή μουσική, την ναοδομία, την
αγιογραφία κ.λ.π., επισκέπτονται μοναστικά Ορθόδοξα κέντρα, όπου
διασώζονται τα ασφαλή κριτήρια της ησυχαστικής Παραδόσεως και συνδέονται
με πρόσωπα, όπως τον π. Παΐσιο, π. Πορφύριο, π. Ιάκωβο και τους
συνεχιστές τους, αλλά και με άλλους κεκοιμημένους και ζώντας μοναχούς,
Ιερομονάχους και Επισκόπους που ζουν τον ησυχαστικό τρόπο ζωής.
Έτσι,
στην Χώρα μας αυτό τον καιρό, πέρα από την οικονομική κρίση, υφίσταται
και κρίση παραδόσεως, οντολογικών και ηθικών κριτηρίων, κρίση προτύπων
και αξιών, και αυτά δημιουργούν και την οικονομική κρίση. Πράγματι, μια
ευδαιμονιστική, ατομιστική, φίλαυτη ζωή είναι υπεύθυνη για την
υπερκατανάλωση και την απόγνωση, αφού ο άνθρωπος πρέπει να κινήται πέρα
από την ζωώδη νοοτροπία και κατάσταση. Έτσι, στην εποχή μας και στον
τόπο μας γίνεται μια διαπάλη μεταξύ Βαρλααμιτών και φιλοησυχαστών, όπως
τον 14ο αιώνα έγινε συζήτηση μεταξύ Βαρλαάμ και αγίου Γρηγορίου Παλαμά,
που εξέφραζαν σαφώς δύο διαφορετικές παραδόσεις και στάσεις ζωής.
Όμως
εμείς, πρέπει να στηριζόμαστε στο ρεύμα του ιερού ησυχασμού, το ρεύμα
που εξέφραζε ο Αλιόσα, ο στάρετς Ζωσιμάς, ο π. Παΐσιος, ο π. Πορφύριος
κ.α., οι οποίοι, αν και γνώριζαν τον δυτικό πολιτισμό, σαφώς προτιμούσαν
την ρωμαίϊκη παράδοση, η οποία λύει όλα τα προβλήματα του ανθρώπου.
Έτσι, καταλαβαίνουμε τον λόγο: «Είμαστε νάνοι πάνω στους ώμους
γιγάντων. Έτσι, βλέπουμε περισσότερο και μακρύτερα από αυτούς, όχι
επειδή η όραση είναι οξύτερη και το ύψος μας μεγαλύτερο, αλλά επειδή μας
σηκώνουν στον αέρα και μας ανεβάζουν στο γιγάντιο ύψος τους».
Οι συγκρούσεις στην κοινωνία οφείλονται σε αυτά τα τρία ρεύματα που έχουν σχέση με το ερώτημα: «ελευθερία η ευτυχία;».
3. Το ερώτημα «ελευθερία η ευτυχία»
Ένα
από τα κεντρικά σημεία του βιβλίου αυτού του Ντοστογιέφσκι είναι το
πέμπτο κεφάλαιο που τιτλοφορείται «ο Μέγας Ιεροεξεταστής». Σ’ αυτό ο
Ιβάν διαβάζει στον Αλιόσα ένα ποίημα-κείμενό του, που αναφέρεται σε μια
φανταστική ιστορία, που όμως έχει μεγάλο νόημα. Σύμφωνα με την ιστορία
αυτή στην Σεβίλη στα μέσα του 16ου αιώνα, όπου επικρατούσε η Ιερά
Εξέταση, και ο Καρδινάλιος Ιεροεξεταστής, «είχε κάψει εκατό αιρετικούς
μονομιάς» «προς μεγαλυτέραν δόξαν του Θεού», εμφανίσθηκε ο Χριστός,
χωρίς επίδειξη. Ο λαός τον αναγνωρίζει και τον ακολουθεί. Ο πόνος των
ανθρώπων είναι μεγάλος και ζητούν από τον Χριστό να κάνη θαύματα. Έτσι, ο
Χριστός με την θαυματουργική Του δύναμη θεράπευσε έναν τυφλό και
ανέστησε «ένα κοριτσάκι επτά ετών» που το πήγαιναν στον Ναό για την
κηδεία. Ο λαός ενθουσιάζεται «κλαίει και φιλάει το χώμα όπου Εκείνος
βαδίζει», τα παιδιά ρίχνουν λουδούδια και φωνάζουν «ωσανά», δηλαδή
επαναλήφθηκε η είσοδος του Χριστού στα Ιεροσόλυμα την Κυριακή των Βαΐων.
Κάποια
στιγμή, όμως, εμφανίζεται ο Καρδινάλιος, ο Μέγας Ιεροεξεταστής και
έδωσε διαταγή στην φρουρά του να συλλάβουν τον Χριστό. Αμέσως άλλαξε η
διάθεση του λαού απέναντι στον Χριστό, που προηγουμένως τον επευφημούσε.
«Και το πλήθος σκύβει παρευθύς το κεφάλι σαν ένας άνθρωπος και
υποκλίνεται ως τη γη μπροστά στον ιεροεξεταστή. Αυτός ευλογεί σιωπηλός
το λαό και συνεχίζει το δρόμο του». Έπειτα, έκλεισε τον Χριστό στην
φυλακή και μετά ήλθε ο ίδιος ο Ιεροεξεταστής την νύκτα και άρχισε έναν
μονόλογο κατηγορώντας τον Χριστό και το έργο Του. Αυτός ο μονόλογος
εκφράζει ανάγλυφα την νοοτροπία του Ιεροεξεταστή, και κατ’ επέκταση του
Χριστιανισμού της δύσης, αλλά και το ευμετάβολο του λαού.
Στην
αρχή του είπε με θράσος και ιταμότητα: «Γιατί ήρθες λοιπόν να μας
ενοχλήσεις;…αύριο θα Σε καταδικάσω και θα Σε κάψω πάνω στην πυρά, σαν
τον χειρότερο αιρετικό, και εκείνος ο ίδιος ο λαός, που φιλούσε σήμερα
τα πόδια Σου, αύριο κιόλας, μ’ ένα μονάχα νεύμα θα τρέξει και θα
συνδαυλίσει την πυρά Σου».
Στην συνέχεια ο
Ιεροεξεταστής άρχισε ένα φοβερό μονόλογο, και στην πραγματικότητα έθεσε
το καυτό ερώτημα: «ελευθερία η ευτυχία;». Ἀπό όσα λέγει εξάγεται το
συμπέρασμα ότι ο Χριστός μιλούσε, κατά την πρώτη παρουσία Του στην γη,
για την ελευθερία του ανθρώπου, ήθελε να τον απελευθερώση από κάθε
τυραννία, αλλ’ όμως απέτυχε στο έργο Του, γιατί ο λαός πάντοτε προτιμά
την ευτυχία της καθημερινότητας και όχι την ελευθερία. Έτσι, αυτήν την
αποτυχία του Χριστού την διόρθωσε ο Πάπας, σε αυτόν που ο Χριστός
μεταβίβασε την εξουσία Του, και έτσι τώρα δίνουν στον λαό ψωμί, δόξα,
και ο,τι επιθυμεί, καταργώντας την ελευθερία του. Στην πραγματικότητα ο
ίδιος ο λαός θέλησε να υποδουλωθή στον Πάπα, αρκεί να του εξασφαλίζη την
ευτυχία. Ο Μέγας Ιεροεξεταστής είπε στον Χριστό:
«Δεκαπέντε
αιώνες βασανιστήκαμε μ’ αυτήν την ελευθερία, μα τώρα τελειώσαμε μ’ αυτή
και τελειώσαμε για καλά… Μάθε όμως πως τώρα ίσα ίσα όλοι αυτοί οι
άνθρωποι είναι βέβαιοι, περισσότερο από κάθε άλλη φορά, για την
ελευθερία τους και την κατέθεσαν ταπεινότατα στα πόδια μας. Και αυτό το
πετύχαμε εμείς… Εσύ απαρνήθηκες τον μοναδικό τρόπο που θα μπορούσε να
φέρει την ευτυχία στους ανθρώπους, μα ευτυχώς φεύγοντας παράδωσες σε μας
τη δουλειά. Μας υποσχέθηκες, μας έδωσες τον λόγο Σου, μας έδωσες το
δικαίωμα του λύειν και δεσμείν και φυσικά δεν μπορείς ούτε να το
σκεφθείς να μας το πάρεις πίσω. Γιατί ήρθες λοιπόν να μας ενοχλήσεις;».
Στην
συνέχεια ο Μέγας Ιεροεξεταστής αναφέρθηκε στους τρεις πειρασμούς που
αντιμετώπισε ο Χριστός στην έρημο και τον κατηγόρησε ότι απέτυχε, γιατί
δεν μετέτρεψε τις πέτρες σε ψωμιά για να χορτάση τους ανθρώπους, δεν
δέχθηκε να πέση από το πτερύγιο του Ναού και να ικανοποιήση την
περιέργεια και τα θεάματα των ανθρώπων, δεν προσκύνησε τον διάβολο και
δεν έλαβε την εξουσία του κόσμου. Απέτυχε ο Χριστός και στα τρία αυτά
σημεία να προσφέρη την ευτυχία στους ανθρώπους, γιατί ενδιαφέρθηκε για
την ελευθερία του. Όμως, αυτό που απέτυχε ο Χριστός να κάνη, το έκανε ο
Πάπας, ο αντιπρόσωπός Του, και έτσι όλοι είναι ευχαριστημένοι. Ο Πάπας
απάντησε σε αυτά τα τρία μεγάλα ερωτήματα που απασχολούσαν τους
ανθρώπους σε όλους τους αιώνες, και στην λύση των οποίων απέτυχε ο
Χριστός. Έτσι, ο Πάπας έδωσε στους ανθρώπους ψωμί, ινανοποίησε την
επιθυμία τους για το θαύμα, το μυστήριο, το κύρος, και απέκτησε την
εξουσία του κόσμου, την οποία εξουσία έλαβε από τον διάβολο τον οποίο ο
Χριστός νίκησε στην έρημο. Μάλιστα ο Μέγας Ιεροεξεταστής κατηγόρησε τον
Χριστό, γιατί δεν κατέβηκε από τον Σταυρό, όπως του ζητήθηκε, για να
αποκτήση την κοσμική εξουσία. Απέρριψε την ευκαιρία που του δόθηκε για
να κυριαρχήση στο κόσμο.
Θα ήθελα να σημειώσω τα όσα
είπε ο Καρδινάλιος, ο Μέγας Ιεροεξεταστής, για τον τρίτο πειρασμό, γιατί
είναι πολύ χαρακτηριστικά και δείχνουν την αλλοίωση του μηνύματος που
έφερε στον κόσμο ο Χριστός, από τους ίδιους τους Χριστιανούς της δύσεως,
ένα μήνυμα που συνδέεται με την ταπείνωση, την αγάπη, την μετοχή του
Παναγίου Πνεύματος, την αναζήτηση και την μέθεξη της Βασιλείας του Θεού.
Είπε ο Μέγας Ιεροεξεταστής στον φυλακισμένο Χριστό:
«Δεν
είμαστε με Εσένα μα με Εκείνον (τον διάβολο εννοείται), να το μυστικό
μας.. Είναι οχτώ ακριβώς αιώνες από τότε που πήραμε από Εκείνον αυτό που
Συ απόρριψες μ’ αγανάχτηση, εκείνο το τελευταίο δώρο που Σου πρότεινε,
δείχνοντάς Σου όλα τα γήϊνα βασίλεια: εμείς πήραμε από Εκείνον τη Ρώμη
και το ξίφος του Καίσαρα, κι ανακηρύξαμε τους εαυτούς μας βασιλιάδες της
γης, βασιλιάδες μοναδικούς, αν κι ως τώρα δεν προφθάσαμε να τελειώσουμε
εντελώς το έργο μας…Πρέπει πολύ να περιμένουμε ακόμα ώσπου να
συντελεσθεί, και η γη θα ‘χει ακόμα πολλά να υποφέρει, μα εμείς θα
φθάσουμε στον σκοπό μας και θα γίνουμε Καίσαρες και τότε πια θα
σκεφθούμε την παγκόσμια ευτυχία. Όμως Εσύ μπορούσες και τότε ακόμα να
πάρεις το ξίφος του Καίσαρα. Γιατί αρνήθηκες αυτό το τελευταίο δώρο; Αν
δεχόσουν αυτή την τρίτη συμβουλή του ισχυρού πνεύματος, θα ικανοποιούσες
ο,τι αποζητάει ο άνθρωπος στη γη. Δηλαδή: ποιόν να προσκυνήσει, σε
ποιόν να εναποθέσει τη συνείδησή του και με ποιόν τρόπο να ενωθεί
επιτέλους με τους συνανθρώπους του για ν’ αποτελέσουν όλοι μια
αναμφισβήτητη, γενική και ομονοούσα μυρμηγκοφωλιά……Αν αποδεχόσουν τον
κόσμο και την πορφύρα του Καίσαρα, θα θεμελίωνες την παγκόσμια
αυτοκρατορία και θα ‘δινες την παγκόσμια ειρήνη. Γιατί ποιός άλλος
μπορεί να κυριαρχήσει πάνω στους ανθρώπους, αν όχι εκείνος που κυριαρχεί
την συνείδησή τους και που κρατάει στα χέρια του το ψωμί τους; Ε,
λοιπόν, εμείς το πήραμε το ξίφος του Καίσαρα και παίροντάς το Σ’
απαρνηθήκαμε φυσικά και ακολουθήσαμε Εκείνον, τον διάβολο».
Είναι
φανερό από όλον τον τραγικό μονόλογο του Μεγάλου Ιεροεξεταστή, ότι
ετέθησαν δύο βασικά ερωτήματα. Το ένα: «ελευθερία η ευτυχία;»,
δείχνοντας ότι οι άνθρωποι επιδιώκουν μόνον την ευτυχία και ακολουθούν
όποιον τους την προσφέρει, αν και ο Χριστός κάνει το αντίθετο. Και το
δεύτερο ερώτημα: «Γιατί ήρθες λοιπόν να μας ενοχλήσεις;». Πρόκειται
για δύο μεγάλα ερωτήματα που κυριαρχούν ιδίως στην σημερινή μας εποχή,
και αυτά είναι τα πραγματικά προβλήματα των ανθρώπων. Αυτό δείχνει και
την εκκοσμίκευση του Χριστιανισμού που παρατηρείται στις ημέρες μας από
όλους, άλλον σε μεγαλύτερο και άλλον σε μικρότερο βαθμό, αλλά και την
κατάσταση των σημερινών Χριστιανών, κληρικών και λαϊκών.
Αυτός
ο λόγος, βέβαια, ισχύει και για εμάς, τηρουμένων των αναλογιών. Είμαστε
Χριστιανοί Ορθόδοξοι, χωρίς όμως ταυτότητα, χωρίς ουσιαστικό
περιεχόμενο. Δεν έχουμε σχέση με την ουσία του Χριστιανισμού που είναι η
φιλοκαλική ζωή.
4. Οι στάρετς και η φιλοκαλική παράδοση
Πέρα
από όσα αναφέρθησαν προηγουμένως ένα βασικό σημείο του καταπληκτικού
αυτού έργου του Ντοστογιέφσκι είναι το πρόσωπο και η διδασκαλία του
στάρτετς Ζωσιμά. Στο πρόσωπό του, από ο,τι λένε οι αναλυτές του έργου
αυτού, περιγράφεται ο όσιος Αμβρόσιος που ζούσε στην Μονή της Όπτινα.
Πρόκειται για την μονή που ίδρυσαν οι πνευματικοί απόγονοι του οσίου
Παϊσίου Βελιτσόφσκι, ο οποίος επανέφερε τον μαναχισμό στην Ρωσία,
μεταφέροντας το νηπτικό και ησυχαστικό πνεύμα. Την Μονή αυτή
επισκεπτόταν ο Ντοστογιέφσκι , όπως και άλλοι επιφανείς λογοτέχνες, για
παράδειγμα ο Γκόγκολ, ο Λέων Τολστόϊ, και βεβαίως με τον στάρετς Ζωσιμά
είχε πνευματική επικοινωνία ο ήρωας του Ντοσογιέβσκι Αλιόσα.
Ο
Ντοστογιέφσκι από την αρχή ακόμη του έργου του αναφέρεται στον στάρετς
Ζωσιμά. Η λέξη στάρετς δηλώνει τον Γέροντα που απέκτησε μεγάλη
πνευματική πείρα, ύστερα από πολυχρόνιους αγώνες και γι’ αυτό μπορεί να
βοηθήση τους άλλους. Επισημαίνει ότι ο θεσμός των στάρετς επικρατούσε
πάνω από χίλια χρόνια στην ανατολή, ιδιαιτέρως στο Σινά και το Άγιον
Όρος, και μεταφέρθηκε προ περίπου εκατόν χρόνια στην Ρωσία από τον όσιο
Παΐσιο Βελιτσκόφσκι και τους μαθητές του. Προσδιορίζει δε την Μονή
Όπτινα όπου ζούσε ο στάρετς Ζωσιμάς. Αναφέρει ότι ο θεσμός των στάρετς
υπήρχε και στην Ρωσία από παλαιά, αλλά αργότερα από διάφορες επιδρομές
ξεχάσθηκε και εξαφανίσθηκαν οι στάρετς.
Αναλύοντας ο
Ντοστογιέφσκι τον ορισμό και το έργο των στάρετς λέγει: «Στάρετς είναι
αυτός που σας παίρνει την ψυχή σας, την θέλησή σας στη δική του ψυχή και
στη δική του θέληση. Εκλέγοντας τον στάρετς σας, απαρνιέστε την θέλησή
σας και την παραδίδετε σ’ αυτόν με την υποχρέωση της πλέριας υπακοής, με
πλέρια αυταπάρνηση». Αυτή η δοκιμασία είναι «το τρομερό σχολείο της
ζωής» και εκείνος που μαθητεύει σε αυτό θα κυριαρχήση στον εαυτό του και
θα αποκτήση την απόλυτη ελευθερία. Πολλοί προσκυνητές από όλη την Ρωσία
πήγαιναν για να δουν τους στάρετς και να τους ακούσουν, αλλά πήγαιναν
και «σπουδαία πρόσωπα με σκοπό να τους προσκυνήσουν, να τους
εξομολογηθούν τις αμφιβολίες τους, τ’ αμαρτήματά τους, τα πάθη τους και
να ζητήσουν συμβουλές κι οδηγίες».
Ένας τέτοιος
στάρετς ήταν ο Ζωσιμάς, ο δε Αλιόσα έμενε στο κελλί του. Ο στάρετς
Ζωσιμάς είχε αποκτήσει μια «λεπτή διορατικότητα» και με ένα βλέμμα του
σε έναν προσκυνητή καταλάβαινε τον σκοπό της ελεύσεώς του, το τι ήθελε
«και μάλιστα τι είδους τύψεις βασανίζουν την συνείδησή του». Ο Αλιόσα
γνώριζε ότι ο στάρετς Ζωσιμάς «δεν ήταν καθόλου αυστηρός. Οι καλόγεροι
λέγανε πως βάζει στη καρδιά του κείνον ακριβώς που είναι πιο αμαρτωλός
κι αγαπάει πιότερο απ' όλους κείνον που αμάρτησε περισσότερο». Ο Αλιόσα
έβλεπε τον σεβασμό και την τιμή που απέδιδαν οι προσκυνητές στον αββά
Ζωσιμά, γιατί αναγνώριζαν την αγιότητά του και γνώριζε πως έννοιωθε ο
λαός: «Ας είμαστε μεις αμαρτωλοί, ας κολυμπάμε στο ψέμα κι ας μας
τριγυρίζει ο πειρασμός. Κάπου σ’ αυτό τον κόσμο, σε κάποιο μέρος,
υπάρχει ένας άγιος. Αυτός ζει μέσα στην αλήθεια. Πάει να πει πως δεν
πεθαίνει η αλήθεια στον κόσμο κι έτσι θα ‘ρθει κάποτε και σε μας και θα
ξαναδοθεί σ’ όλους τους ανθρώπους όπως μας είναι υποσχεμένο».
Ο
Αλιόσα πίστευε ότι όταν θα αποδημούσε ο στάρετς, τότε το Μοναστήρι θα
αποκτούσε δόξα, έστω κι αν είναι μόνο ένας. Έλεγε: «Το ίδιο κάνει.
Είναι άγιος, έχει στην καρδιά του το μυστικό της αναγέννησης όλων των
ανθρώπων, έχει κείνη τη δύναμη που θα θεμελιώσει επιτέλους την αλήθεια
στον κόσμο και θα γίνουν όλοι άγιοι και θ’ αγαπάνε ο ένας τον άλλο και
δε θα υπάρχουν ούτε πλούσιοι ούτε φτωχοί, ούτε αλαζόνες, ούτε ταπεινοί,
μα θα ‘ναι όλοι σαν παιδιά του Θεού και θα ‘ρθει η αληθινή βασιλεία του
Χριστού».
Ο Αλιόσα είχε καταγράψει και μερικές διδαχές του στάρετς Ζωσιμά. Θα παρατεθούν εδώ μερικές συμβουλές του.
Μιλώντας
για την προσευχή έλεγε: «Νέε, μην ξεχνάς την προσευχή σου· σε κάθε σου
προσευχή, αν είναι ειλικρινής, θα προβάλλει ένα καινούργιο αίσθημα και
μέσα σ’ αυτό μια καινούργια σκέψη, που άλλοτε την αγνοούσες και που θα
σου δώσει καινούργιο θάρρος. Και θα καταλάβεις πως η προσευχή είναι
διαπαιδαγώγηση». «Όταν είσαι μόνος, να προσεύχεσαι. Ν’ αγαπάς, να
γονατίζεις και ν’ ασπάζεσαι τη γη. Να φυλάς τη γη και να την αγαπάς
ακούραστα, αχόρταγα, όλα να τ’ αγαπάς, να επιζητάς τον ενθουσιασμό και
την έκσταση της αγάπης. Πότισε τη γη με τα δάκρυα της αγαλλίασης κι
αγάπα αυτά τα δάκρυά σου. Αυτή την έκσταση μη την ντρέπεσαι, αγάπα την
γιατί είναι μεγάλο δώρο του Θεού και δε δίνεται στους πολλούς μα μονάχα
στους εκλεκτούς».
Ο Στάρετς Ζωσιμάς συμβούλευε τους
ανθρώπους να αγαπούν. Έλεγε: «Αγαπάτε τη δημιουργία του Θεού και στην
ολότητά της μα και στο κάθε κομματάκι. Αγαπάτε το κάθε φυλλαράκι, την
κάθε αχτίδα του Θεού. Αγαπάτε τα ζώα, αγαπάτε τα φυτά, αγαπάτε το κάθε
τι. Όταν θα αγαπήσεις το κάθε τι, θ’ ανακαλύψεις μέσα σ’ αυτά τα
πράγματα το μυστικό του Θεού. Και μια και θα το ανακαλύψεις, θα το
κατανοείς όλο και πιο πολύ με την κάθε μέρα που θα περνάει. Και στο
τέλος θ’ αγαπήσεις όλο τον κόσμο με μια ακέραια, παγκόσμια αγάπη… Ν’
αγαπάτε ιδιαίτερα τα παιδάκια γιατί κι αυτά είναι αναμάρτητα, σαν τους
αγγέλους, και ζούνε για να μας δίνουν χαρά, για να εξαγνίζουν τις
καρδιές μας και είναι σαν μια υπόδειξη για μας. Αλλοίμονο σ’ όποιον
προσβάλλει ένα παιδί».
Μιλούσε για την αποδίωξη της
απόγνωσης λόγω της αμαρτίας. Έλεγε: «Αν αμαρτήσεις συ ο ίδιος και είναι η
ψυχή σου περίλυπη μέχρι θανάτου για τα κρίματά σου η για το αναπάντεχο
κρίμα σου, τότε αγάλλου για έναν άλλο, για έναν δίκαιο, αγάλλου για το
ότι, αν και συ αμάρτησες, αυτός είναι δίκαιος και δεν αμάρτησε».
Ο
στάρετς Ζωσιμάς δίδοντας τον ορισμό της κόλασης έλεγε ότι η κόλαση
«είναι το μαρτύριο να μην αγαπάει κανείς» Και συνέχισε: «Μια φορά, μέσα
στο άπειρο, το άμετρο σε χρόνο και σε διάστημα, δόθηκε σε μια πνευματική
ύπαρξη -με την εμφάνισή της στη γη- η δυνατότητα να πει στον εαυτό της:
"υπάρχω άρα αγαπώ"».
Αυτή είναι η μεγάλη αξία των
στάρετς, των γερόντων, και βέβαια της φιλοκαλικής-ησυχαστικής παραδόσεως
που τους αναδεικνύει. Αυτή η παράδοση είναι η βάση των Προφητών, των
Αποστόλων και των Πατέρων, αυτή καταγράφεται μέσα στην Αγία Γραφή και τα
έργα των Πατέρων. Αυτήν την βλέπουμε στο βιβλίο με τον τίτλο «Φιλοκαλία
των ιερών νηπτικών» που κατήρτισαν οι δύο άγιοι, ο άγιος Μακάριος
Νοταράς, επίσκοπος πρώην Κορίνθου και ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης και
η οποία μεταφράσθηκε από τον όσιο Παΐσιο Βελιτσκόφσκι στα Σλαβορωσικά
και επηρέασε τον ρωσικό ησυχασμό και τον στάρετς Ζωσιμά. Αυτή η παράδοση
θεραπεύει τον άνθρωπο, σύμφωνα με τον υπότιτλο της Φιλοκαλίας «εν η δια
της κατά την πράξιν και θεωρίαν ηθικής φιλοσοφίας ο νους καθαίρεται,
φωτίζεται και τελειούται». Στην Ορθόδοξη Εκκλησία έχουμε αυτήν την
παράδοση, η οποία διαφοροποιείται από άλλες παραδόσεις, δυτικής και
ανατολικής προέλευσης και πρέπει να ζούμε μέσα σε αυτήν για να αποκτήση η
ζωή μας νόημα.
Οι Προφήτες της Παλαιάς Διαθήκης ήταν
θεούμενοι που είχαν σχέση με τον Μεγάλης Βουλής άγγελο, τον άσαρκο
Λόγο, το Δεύτερο Πρόσωπο της Αγίας Τριάδος και μετέφεραν τον λόγο του
Θεού στους ανθρώπους με τον χαρακτηριστικό λόγο: «τάδε λέγει Κύριος».
Ο
λαός τους χαρακτήρισε «βλέποντες» και «ορώντες» γιατί προανήγγειλαν με
σαφήνεια, με την φώτιση του Θεού, εκείνα που θα γίνονταν στον μέλλον. Οι
λογοτέχνες δια μέσου των αιώνων δεν είναι βέβαια θεούμενοι, δεν είναι
«ορώντες» και «βλέποντες» τον Θεό, αλλά είναι ευαίσθητοι άνθρωποι, έχουν
μια έμπνευση που δημιουργείται από διάφορα γεγονότα και γι’ αυτό
παρατηρούν με ένα άλλο μάτι την κοινωνία και την ερμηνεύουν στο βάθος
της. Όσοι δε από αυτούς έχουν μετάνοια από διάφορα τραγικά γεγονότα στην
ζωή τους, και περισσότερο όσοι είναι κατά διαφόρους βαθμούς ζωντανά
μέλη της Εκκλησίας έχουν μεγάλη διεισδυτικότητα στα κοινωνικά γεγονότα
και αυτό τους κάνει να είναι διαχρονικοί.
Ο
Ντοστογιέφσκι ήταν ένας ευαίσθητος άνθρωπος, πέρασε διάφορα τραγικά
γεγονότα στην ζωή του, αντιμετώπισε τον θάνατο, την εικονική εκτέλεση
για τις ιδέες του, ήλθε δηλαδή αντιμέτωπος με τον θάνατο, αντιμετώπισε
την εξορία, τα καταγκαστικά έργα, πόνεσε πολύ στην ζωή του από την
στέρηση, τις αρρώστιες και τον θάνατο προσφιλών του προσώπων, γι’ αυτό
είπε τον λόγο: «πονώ άρα υπάρχω», αλλά και αγαπώ άρα υπάρχω, όπως και
προτιμούσε τον «υψηλό πόνο» από την προσωρινή ευτυχία. Διακατεχόταν από
την ενέργεια διαφόρων παθών, αλλά και είχε μια αναφορά στον Θεό, με την
μετάνοια και την εκκλησιαστική ζωή. Αυτό τον έκανε να έχει ένα άλλο μάτι
με το οποίο παρακολουθούσε την κοινωνία, και τις παρατηρήσεις του τις
πέρασε στα λογοτεχνικά του κείμενα.
Ο Ντοστογιέφσκι
«είχε πιστέψει στην απέραντη και θεία δύναμη της ανθρώπινης ψυχής που
θριαμβεύει πάνω σε κάθε εξωτερική βία και σε κάθε εσωτερικό ξεπεσμό.
Έχοντας συγκεντρώσει στην ψυχή του όλο το μίσος αυτού του κόσμου, όλο το
βάρος και τη ζωφερότητα της ζωής, κι έχοντάς τα ξεπεράσει με την άμετρη
δύναμη της αγάπης και της συγγνώμης ο Ντοστογιέφσκι ευαγγελίζεται σ’
όλα τα έργα αυτή τη νίκη».
Οι Προφήτες και οι
λογοτέχνες, αν και ζουν διαφορετικά και το έργο τους δεν είναι το ίδιο,
εν τούτοις μας διδάσκουν ότι δεν πρέπει να παραμένουμε σε μια επίπεδη
ερμηνεία των κοινωνικών πραγμάτων, αλλά πρέπει να τα βλέπουμε μέσα από
μια άλλη διάσταση, την εσωτερική και την πνευματική.
Όταν
διάγουμε κατ’ αυτόν τον τρόπο, θα έχουμε εσωτερική ειρήνη, θα
αποφεύγουμε την εξωτερική ταραχή, και θα είμαστε πραγματικοί άνθρωποι.
Πέρα από τα ψυχολογικά, κοινωνικά και οικονομικά προβλήματα υπάρχουν και
τα λεγόμενα υπαρξιακά και πνευματικά προβλήματα.
Ο
Γερμανός φιλόσοφος Χάϊντεγκερ λέει ότι υπάρχει ο καθημερινός τρόπος
ζωής, με τις οικονομικές και κοινωνικές δραστηριότητες, και ο
οντολογικός τρόπος ζωής, που φανερώνεται με τις ασθένειες, τον πόνο και
τον θάνατο. Αυτός ο δεύτερος τρόπος ζωής, δηλαδή ο οντολογικός, είναι
και ο πιο γνήσιος τρόπος ζωής, και συνιστά τον αυθεντικό άνθρωπο. Αν τον
αναζητούμε θα τον βρούμε, οπότε θα αποκτήσουμε την ελευθερία του
πνεύματος που είναι υπεράνω της ευτυχίας των αισθήσεων και των αισθητών.
Χρειαζόμαστε ελπίδα, νόημα ζωής, ειρήνη εσωτερική, ανύψωση σε ένα άλλο
επίπεδο σχέσης με τον Θεό και τους αδελφούς μας, χρειαζόμαστε μία δυνατή
Τρόϊκα, δηλαδή την πίστη, την ελπίδα και προ παντός την ανιδιοτελή
αγάπη, που δεν τελειώνει ποτέ και είναι πηγή ζωής.–