ΣΗΜΑΝΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ-ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ

Τρίτη 17 Σεπτεμβρίου 2024

Ηθική αντί για Θρησκευτικά; - Γράφει ο Θ.Ι.Ρηγινιώτης

 


Οι πρώτες επιφυλάξεις

 

Η καθιέρωση εναλλακτικού μαθήματος για τους μαθητές που ζητούν απαλλαγή από το μάθημα των Θρησκευτικών, εκ πρώτης όψεως, φαίνεται η πιο λογική επιλογή.

Κατ’ αρχάς, θεραπεύει μια ανισότητα: οι μαθητές που λαμβάνουν απαλλαγή από τα Θρησκευτικά, μέχρι στιγμής, έχουν ένα μάθημα λιγότερο και συνεπώς και μικρότερο απαιτούμενο μόχθο – ακόμη και αν οι μαθητές που παρακολουθούν τα Θρησκευτικά δεν διαβάζουν, και μόνο η παρακολούθηση του μαθήματος συνεπάγεται κάποια προσπάθεια, με τη συνακόλουθη ψυχική πίεση, προπαντός όσο πλησιάζει η Γ΄ Λυκείου με τις Πανελλήνιες. Αν όμως οι μαθητές που απαλλάσσονται παρακολουθούν ένα νέο ειδικό μάθημα, συνεχίζουν να έχουν τις ίδιες υποχρεώσεις με τους συμμαθητές τους.

Επιπλέον, νομίζω πως αρκετοί μαθητές – και γονείς – που ζητούν απαλλαγή από τα Θρησκευτικά με κίνητρο να ξεφορτωθούν ένα μάθημα και όχι για λόγους θρησκευτικής συνείδησης, θα παραμείνουν στο μάθημα εφόσον δεν πρόκειται να έχουν αυτό που θέλουν.


Έχουν όμως εκφραστεί εύλογες επιφυλάξεις για τις αληθινές προθέσεις της κυβέρνησης, η οποία δεν μας έχει συνηθίσει σε ειλικρίνεια, ούτε σε γνήσιο ενδιαφέρον για τον πολίτη.

Η πρώτη επιφύλαξη αφορά στον πραγματικό χαρακτήρα του μαθήματος: θα είναι όντως ένα μάθημα, που θα προσφέρεται στους μαθητές που απαλλάσσονται από τα Θρησκευτικά για λόγους θρησκευτικής συνείδησης ή μήπως τα δύο μαθήματα (Θρησκευτικά και Ηθική) θα καταστούν μαθήματα επιλογής, ώστε κάθε μαθητές εξαρχής να μπορεί να επιλέξει ποιο από τα δύο θα παρακολουθήσει;

Ο ενδοιασμός αυτός ενισχύεται από την εξαγγελία ότι για τη διδασκαλία της Ηθικής θα σχηματιστούν τμήματα «κατά τάξη». Αν όμως το μάθημα απευθύνεται στους απαλλασσόμενους από τα Θρησκευτικά μη ορθοδόξους (υπενθυμίζουμε ότι μόνο μη ορθόδοξοι χριστιανοί, για λόγους θρησκευτικής συνείδησης, δικαιούνται απαλλαγή από τα Θρησκευτικά), τότε δεν μπορεί να συσταθούν τμήματα κατά τάξη, αλλά κατά τμήμα, και μάλιστα κάτι τέτοιο είναι πρακτικά δύσκολο, επειδή τα Θρησκευτικά προσφέρονται όλες τις ώρες και ημέρες του διδακτικού προγράμματος, οι δε απαλλασσόμενοι είναι ελάχιστοι. Τι ακριβώς σχεδιάζει κατά βάθος λοιπόν το υπουργείο;

Μήπως σκέφτεται ως δεξαμενή τροφοδότησης του νέου μαθήματος τους πολλούς μαθητές που αποφοιτούν από το Δημοτικό χωρίς να έχουν διδαχθεί καθόλου Θρησκευτικά, πρόβλημα που φυσικά το κράτος δεν είναι καθόλου διατεθειμένο να επιλύσει; (Γι’ αυτό και ούτε παρεμβαίνει προς τους δασκάλους, που σε μεγάλο ποσοστό είτε απαξιούν είτε αισθάνονται αδυναμία να ανταπεξέλθουν, ούτε λαμβάνει υπόψιν την πολύ σοβαρή, κατ’ εμέ, πρόταση να διδάσκεται κι εκεί από θεολόγους, τουλάχιστον μέχρι να ανατραπεί – αν ανατραπεί – η αδικία εις βάρος των μικρών μαθητών που δεν το διδάσκονται).

Η δεύτερη επιφύλαξη που έχει εκφραστεί για το προαναγγελλόμενο μάθημα της Ηθικής αφορά στην υποψία ότι το ελληνικό πολιτικό σύστημα (με πρόσχημα τη διδασκαλία «δημοκρατικών» και κοινωνικών αξιών) θα το χρησιμοποιήσει ως όχημα για την άμεση διοχέτευση στον μαθητικό πληθυσμό της Woke κουλτούρας και της ΛΟΑΤΚΙ+ ατζέντας, που εξαπλώνεται παγκοσμίως και τείνει να επισκιάσει τα πάντα.

Αν ισχύει αυτό, θα πρόκειται για ένα μάθημα επιβολής συγκεκριμένης ιδεολογίας – που έχει ήδη αρχίσει με τα διαβόητα «εργαστήρια» της σεξουαλικής διαπαιδαγώγησης – και μάλιστα άκρως προβληματικής, που έχει καταγγελθεί κατ’ επανάληψιν ως κοινωνικά ακραία και επιστημονικά εσφαλμένη, αλλά το σύστημα κωφεύει και την προωθεί με όλα τα μέσα (παγκοσμίως), ακόμη και με αστυνομικά μέσα, λειτουργώντας ως νέος ολοκληρωτισμός.

Δεν ερωτώ βέβαια αν από το μάθημα θα είναι αποκλεισμένες από αυτό οι ηθικές απόψεις των Πατέρων της Εκκλησίας. Αν θα είναι αποκλεισμένες από αυτό οι ανθρωπολογικές και κοινωνικές τους απόψεις. Προφανώς αυτό θα συμβαίνει (όπως σήμερα είναι ουσιαστικά – και τραγικά – αποκλεισμένες από τα μαθήματα της Φιλοσοφίας και των κοινωνικών επιστημών), αλλιώς δεν θα είναι συνεπές με το «ουδετερόθρησκο» σχολείο που επιθυμεί να διαμορφώσει η κυβέρνηση και με την άθρησκη ηθική και κοινωνική συνείδηση των αυριανών πολιτών, που επιθυμεί η παγκόσμια εξουσία.

 

Η κατ’ εμέ ορθότερη λύση

 

Κατά τη γνώμη μου, η πραγματικά ορθή λύση για το μάθημα των Θρησκευτικών είναι ένα ενιαίο μάθημα για όλους τους μαθητές – ομολογιακό μεν, αλλά πολιτισμικό και όχι κατηχητικό – χωρίς δυνατότητα απαλλαγής.

Διευκρινίζω ότι ομολογιακό μάθημα σημαίνει ότι παρουσιάζει μία θρησκευτική παράδοση και όχι πολλές (δεν είναι δηλαδή ούτε θρησκειολογικό, ούτε πολυθρησκειακό), ενώ κατηχητικό μάθημα σημαίνει ότι απευθύνεται μόνο στους πιστούς μίας θρησκείας, τους οποίους κατηχεί, δηλ. τους διδάσκει τα της θρησκείας τους.

Ο κατηχητικός χαρακτήρας του μαθήματος κάποτε ήταν εύλογος, γιατί οι μαθητές ήταν κατά κανόνα ορθόδοξοι χριστιανοί, παιδιά ορθοδόξων οικογενειών. Το κράτος ορθά σκέφτηκε ότι, όπως είναι υποχρέωσή του να προσφέρει στους σημερινούς μαθητές και αυριανούς πολίτες γνώση και κατανόηση της μητρικής τους γλώσσας και της ιστορίας του λαού τους, ομοίως έχει την υποχρέωση να τους προσφέρει γνώση και κατανόηση της θρησκευτικής τους παράδοσης και κληρονομιάς.

Εξάλλου αυτή η θρησκευτική παράδοση και κληρονομιά είναι άρρηκτα δεμένη με τον πολιτισμό και την ιστορία μας, αλλά και το ήθος του λαού μας, όπως όλες ανεξαιρέτως οι θρησκευτικές παραδόσεις των λαών της υφηλίου.

Έτσι, το μάθημα έγινε αυτό που λέμε «κατηχητικό μάθημα», δηλαδή μάθημα που πληροφορεί τους πιστούς μιας θρησκείας για το περιεχόμενο της θρησκείας τους (αφήνω κατά μέρος ότι οι χριστιανοί δεν θεωρούμε «θρησκεία» την Ορθοδοξία, αλλά Εκκλησία – το γνωρίζω αλλά, σας παρακαλώ, μη σταθείτε σε αυτή τη λεπτομέρεια). Συνεπώς και οι πιστοί άλλων θρησκειών δικαιούνταν και δικαιούνται απαλλαγή, αν το επιθυμούν, ή διδάσκονται Θρησκευτικά της θρησκείας τους αν συγκροτούν συμπαγείς και αναγνωρισμένες θρησκευτικές κοινότητες, όπως οι Εβραίοι της Ελλάδας και οι μουσουλμάνοι της Θράκης.

Σήμερα, έχουν αλλάξει δύο στοιχεία, αλλά ένα στοιχείο παραμένει ίδιο:

(α) Η πολιτική ηγεσία της Ελλάδας – πλην εξαιρέσεων – δεν φαίνεται να πιστεύει πλέον στην Ορθοδοξία και σε πολλές περιπτώσεις την αντιπαθεί και έχει υιοθετήσει φανερά την άθρησκη ιδεολογία που εδραιώνεται στον δυτικό κόσμο. Άρα δεν αισθάνεται υποχρεωμένη να καταρτίσει θρησκευτικά τους ορθοδόξους, μάλιστα κάτι τέτοιο περίπου το απεχθάνεται και προτιμά να καλλιεργήσει «ουδετερόθρησκες» συνειδήσεις. Αυτό φυσικά αποτελεί σκληρή παρέμβαση στη ζωή της ελληνικής κοινωνίας και οικογένειας (μην πω ότι είναι και αντισυνταγματικό) και προσηλυτισμό των ορθοδόξων μαθητών σε αλλότριες πεποιθήσεις, ώστε σε πολλές περιπτώσεις να δυσανασχετούν!

(β) Η θρησκευτική ταυτότητα της ελληνικής κοινωνίας έχει αλλάξει αρκετά:

·         Πολλοί Έλληνες δεν αισθάνονται χριστιανοί ορθόδοξοι, αλλά άθεοι, άθρησκοι ή αγνωστικιστές ή πιστοί άλλων θρησκευτικών παραδόσεων· κάποιοι απ’ αυτούς εκτιμούν την ορθόδοξη κληρονομιά των πατέρων τους, άλλοι όμως την περιφρονούν ή τη μισούν.

·         Πολύ μεγάλο μέρος του μαθητικού πληθυσμού, ιδίως έφηβοι, δεν αισθάνονται ορθόδοξοι χριστιανοί, αλλά στην καλύτερη περίπτωση «ψάχνονται» πνευματικά, ενώ άλλοι είναι απλώς αδιάφοροι ή πιστοί άλλων παραδόσεων, ακόλουθοι πολιτισμικών ρευμάτων εχθρικών προς τη θρησκεία, άθεοι κ.λ.π.

·         Επίσης χιλιάδες μαθητές των ελληνικών σχολείων είναι αλλοδαπής καταγωγής με ποικίλες θρησκευτικές παραδόσεις εκτός της Ορθοδοξίας.

Παρότι, κατ’ εμέ, η απομάκρυνση των Ελλήνων (ενηλίκων και των παιδιών τους) από την Ορθοδοξία είναι συνέπεια πολιτισμικής αλλοτρίωσης και ποικίλων προκαταλήψεων (βλ., του γράφοντος, «Το φαινόμενο της αθεΐας στη σύγχρονη Ελλάδα – Μια προσέγγιση», https://vardavas.blogspot.com/2014/12/blog-post_16.html), ωστόσο όλους τους παραπάνω δεν τους αφορά ένα κατηχητικό θρησκευτικό μάθημα, το οποίο εξ ορισμού απευθύνεται μόνο σε ορθόδοξους χριστιανούς.

Τους αφορά όμως όλους πάρα πολύ ένα πολιτισμικό μάθημα, το οποίο θα τους πληροφορήσει για το περιεχόμενο του χριστιανισμού γενικά και της Ορθοδοξίας ειδικότερα και για τον πολιτισμό που μεταφέρει ανά τους αιώνες, επειδή (και αυτό είναι που δεν έχει αλλάξει) η Ορθοδοξία είναι θεμελιώδες στοιχείο της ιστορίας και του πολιτισμού αυτού του τόπου και του λαού που τον κατοικεί διαχρονικά, δηλαδή των Ελλήνων – και συνολικά του δυτικού πολιτισμού.

Από τη γνώση και κατανόηση αυτής της παράδοσης οι σημερινοί μαθητές και αυριανοί πολίτες της Ελλάδας και του κόσμου έχουν να αποκομίσουν οφέλη – αξίες, τόσο ηθικές και κοινωνικές, όσο και οικολογικές και αισθητικές. Οφέλη που, για τους ορθοδόξους ή απογόνους ορθοδόξων (όχι μόνον Έλληνες), προέρχονται από τη δική τους παράδοση, αξίες για τις οποίες διψούν και, αγνοώντας απελπιστικά τον πολιτισμό τους, τις αναζητούν σε πολιτισμούς ξένους. Διψούν, έχουν νερό στην αυλή τους, δεν το ξέρουν και ψάχνουν αλλού.

Είναι αδιανόητο και συνιστά πνευματικό ευνουχισμό (συγχωρέστε με) να αποφοιτούν άνθρωποι από το σχολείο ανεξάρτητα από τις πεποιθήσεις τους – και να αγνοούν το περιεχόμενο της Αγίας Γραφής, τη ζωή και το έργο των μεγάλων αγίων της Ορθοδοξίας, το περιεχόμενο (ακόμη και την ύπαρξη!) των αριστουργημάτων της ελληνικής χριστιανικής τέχνης και λογοτεχνίας (όπως τα κορυφαία έργα της υμνογραφίας – κάποτε πασίγνωστα και κοσμαγάπητα ακόμη και στους αγράμματους – και τους συμβολισμούς της αγιογραφίας) και βεβαίως τη διδασκαλία του Ιησού Χριστού και των αγίων για τον δρόμο της τελειοποίησης του ανθρώπου.

Το ελληνικό σχολείο, αν ήθελε το καλό των ανθρώπων και της κοινωνίας, θα φρόντιζε να τους κάνει κοινωνούς αυτής της γνώσης (μεθοδικά και προσεγμένα, όχι πρόχειρα και ακατάστατα) ως πολιτισμικού αγαθού, χωρίς να προσπαθεί να τους επιβάλει τις χριστιανικές πεποιθήσεις, ούτε άμεσα ούτε έμμεσα, κάτι που φυσικά δεν εξαναγκάζει κανένα να γίνει χριστιανός, αν δεν είναι.

Μάλιστα, οι αναγνωρισμένες μη ορθόδοξες θρησκευτικές κοινότητες που ζουν στη χώρα μας μπορούν να συνεχίσουν να διδάσκονται το δικό τους (κατηχητικό) μάθημα Θρησκευτικών, αλλά και εκείνοι είναι σωστό να λαμβάνουν πληροφόρηση για τον πολιτισμό της Ορθοδοξίας, διότι βρίσκονται στην Ελλάδα. Όπως και μέσω του μαθήματος των Θρησκευτικών πάντα οι μαθητές πληροφορούνται και για τις διάφορες θρησκευτικές παραδόσεις του κόσμου, και αυτό είναι ορθό να συνεχίσει να συμβαίνει – σε ιδιαίτερο όμως κεφάλαιο, διαχωρισμένα από την Ορθοδοξία.

 

Ουτοπία;

 

Εξυπακούεται ότι όλοι όσοι αντιπαθούν την Ορθοδοξία θα επαναστατούσαν αν εφαρμοζόταν μια τέτοια πρόταση και θα τη θεωρήσουν καλυμμένο προσηλυτισμό, χωρίς ν’ ακούνε τίποτα.

Καμία ελληνική κυβέρνηση (εκτός αν συνέβαιναν ιστορικές αλλαγές) δεν θα τολμούσε ποτέ να θεσπίσει μάθημα Θρησκευτικών χωρίς απαλλαγές, οποιοδήποτε κι αν ήταν το σκεπτικό των σχεδιαστών του, γιατί αυτό θα την εξέθετε αυτοστιγμεί στις εκκωφαντικές κραυγές των εκπροσώπων του Woke κινήματος και των διαφόρων αθεϊστικών πρωτοβουλιών όλων των αποχρώσεων. Έτσι, καταγράφω τα παραπάνω περισσότερο για την ιστορία, παρά ως πρόταση που θα μπορούσε από κάποιον να εισακουστεί.

 

Πιθανές αντιρρήσεις από ορθόδοξη πλευρά

 

Αναμένω όμως αντιδράσεις κι από ορθοδόξους. Και δεν εννοώ τους χαλαρούς «ορθοδόξους», που βλέπουν την Ορθοδοξία και όλες τις θρησκείες όντως ως προϊόντα του πολιτισμού και αντιμετωπίζουν την επιλογή θρησκείας περίπου σαν επιλογή ποδοσφαιρικής ομάδας (κι εκείνοι ίσως αντιδράσουν, ίσως και όχι). Εννοώ θερμούς ορθοδόξους, που πιστεύουν πως τα Θρησκευτικά δικαιώνονται μόνον ως κατηχητικό μάθημα, λέγοντας ανενδοίαστα πως αφορούν μόνον ορθοδόξους, άρα κατά τεκμήριον όχι όλους τους ανθρώπους.

Προσωπικά διαφωνώ – πιστεύω ότι αφορούν όλους τους ανθρώπους και έχουν να προσφέρουν πολλά σε όλους τους ανθρώπους, ακριβώς όπως ο Χριστός προσέγγιζε και θαυματουργούσε σε όλους τους ανθρώπους ανεξάρτητα από τις θρησκευτικές πεποιθήσεις τους.

Για τους πιστούς λοιπόν ορθόδοξους αδελφούς μας (και συναδέλφους θεολόγους), που ίσως δυσανασχετήσουν με αυτά που γράφω, επισημαίνω ότι ο πολιτισμός της Ορθοδοξίας περιλαμβάνει και τον μοναχισμό και τον ησυχασμό (με τη νοερά προσευχή) και τη θεολογία, τη χριστολογία, τη νηστεία, τα μυστήρια και όλα τα σχετικά, τα οποία σήμερα οι μαθητές και η κοινωνία ολόκληρη αγνοεί απελπιστικά – και αυτή η άγρια κοινωνία, στην οποία πλέον «ζῶμεν καὶ κινούμεθα καὶ ἐσμέν», είναι η κοινωνία αυτής της απελπιστικής άγνοιας.

Δε γνωρίζω αν συνειδητοποιούν ότι, περνώντας τα χρόνια, οι ορθόδοξοι μαθητές πιθανόν θα είναι όλο και λιγότεροι, ενώ θα αυξάνονται εκείνοι που δεν έχουν σαφή θρησκευτική ταυτότητα και συνείδηση ή έχουν σαφώς μη ορθόδοξη. Πολλοί απ’ αυτούς είναι απλώς παιδιά ορθοδόξων (ή τύποις ορθοδόξων) επηρεασμένα από τη γενικότερη πολιτιστική αλλοτρίωση, ωστόσο – εφόσον αισθάνονται μη ορθόδοξοι – δεν ανήκουν στο κοινό ενός κατηχητικού μαθήματος. Όλοι αυτοί αργά ή γρήγορα θα αποχωρήσουν από το μάθημα και θα είναι επίσημα και αμετάκλητα καταδικασμένοι να μη μάθουν τίποτε για την ορθόδοξη κληρονομιά των προγόνων τους και του τόπου στον οποίο ζουν.

 

Πώς θεωρώ πρέπον να δομείται το μάθημα

 

Ας κλείσω, μια και άνοιξα αυτή τη συζήτηση, καταθέτοντας την άποψή μου για τη δομή του μαθήματος των Θρησκευτικών ή, αν προτιμάτε, το πρόγραμμα σπουδών.

Το πρόγραμμα σπουδών που έχει καθιερωθεί τα τελευταία χρόνια, κατά τη γνώμη μου, εμφανίζει δύο αδυναμίες:

·         Επικεντρώνεται στην ηθική καλλιέργεια των μαθητών, με συνέπεια να εξασθενεί δραματικά η παροχή γνώσεων. Τι νόημα έχει όμως να παραθέτεις ένα απόσπασμα από την Παλαιά ή την Καινή Διαθήκη με παραπομπή σ’ έναν τίτλο βιβλίου, όταν τα παιδιά αγνοούν πλήρως τι αντιπροσωπεύει αυτός ο τίτλος; Ή ένα απόσπασμα κειμένου από κάποιον Πατέρα της Εκκλησίας ή σύγχρονο όσιο ή και ακαδημαϊκό θεολόγο, όταν δεν έχεις εξηγήσει στους μαθητές ποιος είναι αυτός;

·         Δεν έχει μια ενιαία θεματική σε κάθε τάξη, αλλά αναμιγνύει τις θεματικές (στην ίδια τάξη: χθες ένα απόσπασμα από την Παλαιά Διαθήκη, σήμερα μια παραβολή του Χριστού, αύριο ένα κείμενο για τα ανθρώπινα δικαιώματα, μεθαύριο τα ήθη και τα έθιμα μιας γιορτής, την επομένη μια παράδοση από άλλο θρήσκευμα κ.ο.κ.), με συνέπεια να μην αντιλαμβάνεται ο μαθητής πώς συνδέονται όλα αυτά και με ποια ιστορική σειρά – και το τραγικότερο είναι ότι ούτε καν αναρωτιέται για την ύπαρξη μιας τέτοιας σύνδεσης ή ενός νοήματος ή για τη σχέση που μπορεί να έχουν με την ιστορία της ανθρωπότητας.

Κατά τη γνώμη μου, είναι επιβεβλημένη η επιστροφή του μαθήματος σε μια δομή παρόμοια με εκείνη που είχε πριν τις τελευταίες μεταρρυθμίσεις του. Βεβαίως οι μεταρρυθμίσεις αυτές προφανώς βασίζονται σε σύγχρονες παιδαγωγικές θεωρίες και στην επιθυμία για μια «σημερινή ματιά», αλλά στην πράξη δεν βλέπουμε να διαμορφώνουν καταρτισμένους μαθητές.

Τα παραπάνω δεν σημαίνουν ότι πρέπει να εξοντώσουμε το ήδη επιβαρημένο μαθητικό κοινό με αποστήθιση και διαγωνίσματα. Μπορεί οι μαθητές να μην καλούνται καν να αποστηθίσουν κάτι, απλώς να αξιολογούνται με την εκπόνηση εργασιών (προσωπικών ή ομαδικών) για συγκεκριμένα θέματα. Μάλιστα μπορεί να ανατίθεται στα παιδιά η παρουσίαση ορισμένων θεματικών ενοτήτων, με τη συμβολή, εννοείται, του διδάσκοντα. Είναι αρκετό ν’ ακούσουν και να καταλάβουν, δε χρειάζεται να «τα μάθουν απέξω» (πράγμα που δεν πρόκειται να συμβεί – και ποτέ δεν συνέβαινε – έτσι κι αλλιώς).

Εκτός αυτού όμως και χωρίς καμιά κατηχητική διάθεση, ακριβώς επειδή αξιολογώ την Ορθοδοξία και ως πολιτισμό, θεωρώ επιβεβλημένη την ένταξη στη διδακτέα ύλη της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης ορισμένων από τα αριστουργήματα της εκκλησιαστικής υμνογραφίας και από τα κορυφαία κείμενα των Πατέρων της Εκκλησίας για την αγάπη, τη φιλανθρωπία, την κοινωνική δικαιοσύνη, την ελευθερία κ.τ.λ., σε άλλα μαθήματα εκτός των Θρησκευτικών, όπως στο μάθημα των Αρχαίων Ελληνικών, της Φιλοσοφίας ή της Κοινωνιολογίας αντίστοιχα, τα οποία (με εντελώς δυτικοευρωπαϊκή νοοτροπία), εκτός της κλασικής Ελλάδας, επικεντρώνονται ουσιαστικά στον δυτικοευρωπαϊκό πολιτισμό, με τη συμβολή του δικού μας ορθοδόξου πολιτισμού και των ορθοδόξων διδασκάλων αποκλεισμένη.

Μάλιστα, αναλυτική πρόταση, με συγκεκριμένα παραδείγματα, ο γράφων συνέταξε και κατέθεσε στην τότε υπουργό Παιδείας κ. Νίκη Κεραμέως με ηλεκτρονική επιστολή στις 9 Δεκεμβρίου 2019, αρ. πρωτ. 12848/10 Δεκεμβρίου 2019, με την επισήμανση ότι διατίθεται να συμβάλει αφιλοκερδώς στην υλοποίησή της. Όπως δυστυχώς ήταν αναμενόμενο, ουδεμία απάντηση ή ενέργεια από πλευράς του κράτους έχει σημειωθεί μέχρι σήμερα.

Αν είχατε την καλοσύνη να διαβάσετε αυτό το μακροσκελές άρθρο μέχρι το τέλος, σας ευχαριστώ από καρδιάς.

 

Θεόδωρος Ι. Ρηγινιώτης

Θεολόγος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου