Ο άγιος Ιωάννης Μαξίμοβιτς, αρχιεπίσκοπος της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας της Διασποράς στη Σαγκάη, στη συνέχεια στο Παρίσι και τελικά στο Σαν Φρανσίσκο, με τα κοινά καθημερινά κριτήρια (τα «κοσμικά» κριτήρια, όπως λέμε) φαινόταν ασήμαντος: κοντός, ελαφρώς καμπούρης, με φωνή συχνά ακατανόητη, αδιάφορος για την κοινωνική του εικόνα, αυθόρμητος και περιφρονημένος από τους «καθώς πρέπει». Ήταν όμως μια καρδιά, στην οποία κατοικούσε η χάρη του Θεού. Κάποτε συκοφαντήθηκε και δικάστηκε σαν υπεύθυνος για κακή διαχείριση των οικονομικών της Αρχιεπισκοπής του Σαν Φρανσίσκο. Ποτέ δεν εκστόμισε ούτε μία βαριά κουβέντα εναντίον των κατηγόρων του – λίγο πριν την κηδεία του, το 1966, κάποιοι από αυτούς ήρθαν, μπροστά σε όλους, γονάτισαν δίπλα στο φέρετρό του και του ζήτησαν συγγνώμη.
Ο Ευγένιος Ρόουζ (Eugene Rose), ένας θυελλώδης πνευματικός αναζητητής, πρώην άθεος και βουδιστής, που ανακάλυψε την Ορθοδοξία και μετεξελίχθηκε στον π. Σεραφείμ Ρόουζ (ορθόδοξο μοναχό, συγγραφέα που επηρέασε πολλές συνειδήσεις), γνώρισε τον άγιο Ιωάννη όταν εκείνος τοποθετήθηκε ως Αρχιεπίσκοπος στο Σαν Φρανσίσκο. Για την περίοδο εκείνη γράφει ο π. Δαμασκηνός Κρίστενσεν στο βιβλίο του Π. Σεραφείμ Ρόουζ – Η ζωή και τα έργα του, τόμος Α΄, έκδοση 5η, Μυριόβιβλος, 2006, σελ. 352-355:
Ο αρχιεπίσκοπος Ιωάννης ήταν ένας αυστηρός ασκητής, πάντα άγρυπνος και γρηγορών ενώπιον του Θεού και αδιαλείπτως προσευχόμενος. …Το γεγονός ότι ήταν θαυματουργός ήταν ευρύτερα γνωστό. Οπουδήποτε κι αν είχε πάει – Κίνα, Φιλιππίνες, Ευρώπη, Αφρική και Αμερική – αμέτρητες θεραπείες πραγματοποιήθηκαν μέσα από τις προσευχές του. Έσωσε πολλούς ανθρώπους από επικείμενο κίνδυνο, χάρις στην πληροφορία που του αποκάλυψε ο Θεός. Ορισμένες φορές είχε εμφανιστεί σε ανθρώπους που τον είχαν ανάγκη όταν, σύμφωνα με τους φυσικούς νόμους, ήταν αδύνατο να βρεθεί κοντά τους εκείνες τις στιγμές. Επίσης τον είχαν δει στο ιερό να αιωρείται πάνω απ’ το έδαφος στη διάρκεια της προσευχής, περιβαλλόμενος από ουράνιο φως.Όπως σημείωσε αργότερα ο Ευγένιος, τέτοια θαύματα δεν ήταν από μόνα τους άξια προσοχής: «Όλα αυτά μπορούν εύκολα να τα μιμηθούν απατεώνες θαυματοποιοί… Στην περίπτωση του αρχιεπισκόπου Ιωάννη, όσοι πίστεψαν μέσα από εκείνον συγκινήθηκαν όχι κυρίως από τα θαύματά του, όσο από κάτι σ’ αυτόν που μιλούσε στις καρδιές τους».Ο Ευγένιος άκουσε ιστορίες για τη βαθύτατη συμπόνια του αρχιεπισκόπου: πώς είχε πάει στις πιο επικίνδυνες περιοχές της Σαγκάης για να σώσει παραμελημένα παιδιά από οίκους ανοχής και άλλα εγκαταλελειμμένα σε κάδους σκουπιδιών· για περιπτώσεις συναισθηματικά τραυματισμένων παιδιών, που κλείστηκαν στον εαυτό τους αφότου έγιναν αυτόπτες μάρτυρες βιαιοπραγιών, πολέμων, επαναστάσεων, κι όμως άνθιζαν με μια μόνο λέξη από τα χείλη του· για τις επισκέψεις που έκανε πάντα σε αρρώστους στα νοσοκομεία, μετά απ’ τις οποίες πιστοί και άπιστοι θεραπεύονταν με τη χάρη που ανέβλυζε απ’ αυτόν· για περιπτώσεις σκληρόκαρδων εγκληματιών που ξαφνικά και ανεξήγητα ξεσπούσαν σε λυγμούς, μόλις τον έβλεπαν να τους επισκέπτεται έναν προς έναν στη φυλακή, αν και δεν τον είχαν ξαναδεί ποτέ στη ζωή τους· όπου κι αν ήταν, συνήθιζε πάντα να κάνει βόλτες τη νύχτα, σταματώντας μπροστά στα δωμάτια των ανθρώπων για να τους ευλογήσει και να προσευχηθεί γι’ αυτούς, ενώ εκείνοι συνέχιζαν τον ύπνο τους δίχως να τον αντιλαμβάνονται. …Προς το τέλος της ζωής του ο Ευγένιος έγραψε: «Αν ρωτούσες κάποιον ο οποίος γνώριζε τον αρχιεπίσκοπο Ιωάννη τι ήταν αυτό που προσείλκυε τους ανθρώπους κοντά του, και ακόμα προσελκύει – ανθρώπους που ούτε καν τον γνώρισαν ποτέ – η απάντηση είναι πάντα η ίδια: ξεχείλιζε από αγάπη· θυσιαζόταν για τους συνανθρώπους του με απολύτως ανιδιοτελή αγάπη προς το Θεό και προς εκείνους. Αυτός είναι ο λόγος που του αποκαλύφθηκαν πράγματα απρόσιτα για άλλους, πληροφορίες τις οποίες ο ίδιος ποτέ δε θα μπορούσε να γνωρίζει με τα φυσικά μέσα. Ο αρχιεπίσκοπος δίδαξε ότι, παρά το “μυστικό χαρακτήρα” της Ορθοδοξίας[1], έκδηλο στους βίους των αγίων και στα κείμενα των αγίων Πατέρων της, ο αληθινά ορθόδοξος άνθρωπος πατάει γερά στη γη και αντιμετωπίζει οποιαδήποτε κατάσταση του προκύψει. Αποδεχόμενος τις δεδομένες καταστάσεις – κάτι που προϋποθέτει να είναι η καρδιά του γεμάτη αγάπη – μπορεί να συναντήσει το Θεό».
________________________________________
[1] «Μυστικό» χαρακτηρίζεται στη γλώσσα της θεολογίας ό,τι σχετίζεται με την ένωση του ανθρώπου με τον Θεό (από εκεί και η ονομασία «Μυστικός Δείπνος», για το τελευταίο δείπνο του Χριστού με τους μαθητές του πριν τη σταύρωσή του – λόγω της ίδρυσης, κατά τη διάρκειά του, του μυστηρίου της θείας μετάληψης).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου