του Μάνου Στεφανίδη
πηγή: ΤΟ ΒΗΜΑ, 13/3/2022
&
(Στη μνήμη όσων έφιαξαν τις εικόνες της πραγματικής πατρίδας, αυτής που ζει ασχέτως επετείων, κομμάτων, επικοινωνιακής λίγδας ή χυδαιότητας)
Εν συντομία: Πολιτισμό καλούμε το υλικό ή πνευματικό αποτύπωμα των δράσεων ενός συγκεκριμένου, κοινωνικού συνόλου. Τέχνη, πάλι, το ατομικό αποτύπωμα το οποίο, υπό προϋποθέσεις, επηρεάζει έμμεσα ή άμεσα το ανωτέρω κοινωνικό σύνολο. Σκέφτομαι πως κάθε φορά που θρηνούμε τον θάνατο ενός σημαντικού, ενός σπουδαίου συμπολίτη μας, δεν οδυρόμαστε τόσο για την φυσική του απώλεια. Πόσο μάλλον που παραμένει το έργο του ασπαίρον ως ζωντανή απόδειξη της ύπαρξης του και ένα είδος σταθερής ευλογίας απέναντι στην φθορά, φυσική ή συμβολική που μας απειλεί και κυρίως στην ασχήμια που μας ευτελίζει καθημερινά.
Θρηνούμε περισσότερο για εμάς τους ίδιους, για την δική μας απώλεια - ψυχική, αισθητική, ιδεολογική, πολιτισμική, ιστορική, υπαρξιακή. Επειδή οι δημιουργοί αυτοί με τον τρόπο τους έχουν καταστήσει και εμάς τους ίδιους σημαντικούς αφού συμμετείχαμε, ο καθένας με τις δυνατότητες του, στο δικό τους όραμα. Σαν ένα είδος συλλογικής γιορτής. Αυτό το όραμα, αυτήν την ιδεατή πατρίδα των εικόνων ή των λέξεων, των νοημάτων ή των τεχνουργιών τώρα θρηνούμε. Αυτή είναι η μεγαλύτερη απώλεια. Η αναντικατάστατη. Καθώς επικρατεί σταθερά η δημοκρατία των μετρίων, τα σπιθαμιαία μεγέθη που κορδακίζονται εν ου παικτοίς. Οι ανάρχιδοι, οι σπουδαρχίδαι κι οι σταρχιδιστές.
Όλες αυτές προσωπικότητες, ο Μίκης Θεοδωράκης, ο Αλέκος Φασιανός ή ο Κυριάκος Κατζουράκης, ο Χρόνης Μπότσογλου μόλις χτες, ο Θόδωρος Αγγελόπουλος, ο Παναγιώτης Κονδύλης, ο Νίκος Κούνδουρος, ο Γιάννης Κουνέλλης, ο Δημήτρης Μυταράς, ο Βλάσης Κανιάρης, η Αγγελάκη - Ρουκ, η Κική Δημουλά, ο Γιάννης Δάλλας προχτές, στάθηκαν σημεία αναφοράς και ταυτότητες μιας ολόκληρης εποχής και μιας άλλης πατρίδας. Εκπροσωπώντας την αληθινή ηγεσία του τόπου πάνω και πέρα από τους εμπόρους της εξουσίας, τους εργολάβους του τόπου, τους προσκυνημένους και τους "ρεαλιστές".
Μιας μεγάλης Ελλάδας, ενός έθνους και μιας χώρας εικόνων και ιδεών που δεν έχει σχέση με την μιζέρια των ημερών. Κοσμοπολίτες οι περισσότεροι αλλά και βαθιά χθόνιοι, αληθινοί δαίμονες του γενέθλιου τόπου, απέδειξαν ότι υφίσταται σύγχρονος, ελληνικός πολιτισμός, ένας πολιτισμός που αντιστέκεται, με συνείδηση ελευθερίας και επαναστατικά ανακλαστικά και πως δεν πρόκειται για μιαν ακόμη έωλη κατασκευή των πολιτικάντηδων.
Ένας πολιτισμός που δεν χωράει στα μουσεία τους, τις επετείους τους, τον εφησυχασμό των διακηρύξεων τους. Στο πολιτικό ή πολιτιστικό τους κιτς.
Και ότι είναι κάτι, κάτι μοναδικό και πολύτιμο που αναβλύζει από την πιο μυστική ρίζα μας. Αυτό είναι που θάβουμε και που μοιρολογούμε κάθε φορά. Κάτι που δεν αναπληρώνεται. Κάτι για το οποίο δεν υπάρχει, φευ, ορατή συνέχεια.
Εξ ου και η ακατασίγαστη μελαγχολία μας.
Για αυτήν την συμβολική απώλεια, την τόσο μεγάλη θρηνούμε κάθε φορά και ιδιαίτερα τα ψυχοσάββατα της κάθε Άνοιξης. Των Χαιρετισμών και της χαρμολύπης της Μεγαλοβδομάδας. Επειδή μικραίνει δραματικά ο τόπος και δεν βρίσκονται πολλοί πια για να ανασχέσουν αυτές τις σταθερές, μικρές ή μεγάλες, ήττες που υφιστάμεθα διαρκώς. Και μάλιστα χωρίς πόλεμο. Που είναι το πιο αξιοδάκρυτο. Όχι και πάλι όχι στην αγκουσεμένη, την υποχρεωτική ευτυχία και τη μαζική συγκίνηση. Όχι στον εκμαυλισμό και την κατατονία μιας ολόκληρης κοινωνίας... Όχι στην ηθική των ατάλαντων, όχι στην αλήθεια των μετρίων. Η ηδονή και η ευχαρίστηση είναι και πρέπει να παραμείνουν ατομικά σπορ επιβράβευσης εκείνων των ψυχών που αγωνίζονται για την αθανασία των σωμάτων τους, όπως απαιτεί το αρχαίο έθος (κι όχι αντίστροφα). Και ο έρωτας πολεμική τέχνη χωρίς όμως σαδισμό, βία και ευτέλεια. Κυρίως αυτό. Έρωτας και για τους ανθρώπους και για τα πράγματα. Και μην ξεχνάτε: Οι λέξεις και οι θάλασσες μόνο τρικυμισμένες αποκαλύπτουν την αληθινή τους δύναμη. Μόνο τρικυμισμένες υπερασπίζονται την αλήθεια τους. Η μαγεία και η μαγγανεία των λέξεων.
ΥΓ 1. Αλλιώς... Πίσω από λέξεις έκρυψα τον δειλό που είμαι.
ΥΓ 2. Το Ρέκβιεμ, η νεκρώσιμη ακολουθία της καθολικής εκκλησίας, με τους στίχους του στερεότυπου, λατινικού κειμένου που αρχίζει με την αρχαία φράση Requiem aeternam dona eis Domine (Δώσε τους Κύριε ανάπαυση αιώνια), έχει εμπνεύσει τους σημαντικότερους συνθέτες της δυτικής μουσικής για να δημιουργήσουν κορυφαία μουσικά έργα που αναφέρονται στο πένθος, στη μεταφυσική αγωνία, στην απώλεια αλλά και στην επική σύγκρουση του θανάτου και της ζωής μέσα στην ανθρώπινη συνείδηση. Ενδεικτικά αναφέρουμε το αγγελικό όσο και φοβερό Ρέκβιεμ του Mozart, το υπερβατικό Ρέκβιεμ του Fauré, το οπερατικό Ρέκβιεμ του Verdi, το δραματικό Ρέκβιεμ του Dvorak (ιδιαίτερα το υποβλητικό Dies Irae), κλπ.
Αν υπάρχει ένας ακατάλυτος εσωτερικός σύνδεσμος ανάμεσα στη Ζωγραφική και τη Μουσική, αυτός σχετίζεται με την κοινή ροπή και των δυο αυτών εκφράσεων προς την αφαίρεση. Προς εκείνη δηλαδή τη δημιουργία που δεν αντανακλά την πραγματικότητα αλλά δημιουργεί μια καινούργια. Αυτή τη μυστική σχέση ανάμεσα στις οπτικές και τις ηχητικές φόρμες, το αφηρημένο, το μη αναπαραστατικό αλλά ούτε και αναπαραστάσιμο "γεγονός" διερευνά η έκθεση Requiem που διοργάνωσα πριν χρόνια, με έργα που εν πολλοίς φτιάχτηκαν για τον σκοπό αυτό ή ακολούθησαν, σε χρόνο ανύποπτο, ανάλογο προβληματισμό. Όμως η δική μας νεκρώσιμη ακολουθία, γραμμένη από τον Ιωάννη Δαμασκηνό, είναι ποιητικά υπέρτερη. Και σε γλώσσα ακατάλυτη: "Εις το καθ' ομοίωσιν επανάγαγαγε. Το αρχαίον κάλλος αναμορφώσασθαι"! Για το κάλλος που νικάει την ασχήμια του θανάτου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου