ΣΗΜΑΝΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ-ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ

Παρασκευή 30 Απριλίου 2021

ΜΕΤΑΚΙΝΗΣΗ 5 (ΣΧΟΛΙΟ ΣΤΗΝ ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ)

 

φωτογραφία: Λουκάς Βασιλικός / http://lukasvasilikos.com



Εἶναι ἄδικο ὁ χρόνος νὰ γίνεται ἀντικείμενο σεμιναρίων καὶ ἀδολεσχιῶν. Ἀλλὰ ἀκόμα πιὸ ἄδικο εἶναι νὰ μένει χέρσος [1].





Ἡράκλειο, 25-26 Ἀπριλίου 2021

Γ. Μ. Βαρδαβᾶς

______________________________________

[1]. Ἡ καταληκτήρια φράση οἰονεὶ «διασκευάζει» τὸν παρακάτω ἐμβληματικὸ ἀφορισμὸ τοῦ Λίχτενμπέργκ: «Νὰ ξεχερσώνεις τὸν χρόνο» (βλ. Λίχτενμπεργκ: Ἐπιλογή από τα Sudelbücher, εἰσαγωγή – μετάφραση: Παναγιώτης Κονδύλης, ἐκδόσεις Στιγμή, β’ ἔκδοση, σειρά: Στοχασμοί – 2, Ἀθήνα 2004, σελ. 41).



"Δεν είμαστε καλά! Τι τους θέλουν τους ύμνους στο Super Market;"



Το έχω ξαναπεί ότι η βαρβαρότητα, η βλακεία, η δοκησισοφία και η έλλειψη παιδείας δεν υπολογίζουν ηλικίες. Ευρισκόμενος προ ολίγου σε ένα Super Market για τα ψώνια της τελευταίας στιγμής, άκουσα αίφνης ένα μεσόκοπο κύριο να λέγει: "Δεν είμαστε καλά! Τι τους θέλουν τους ύμνους στο Super Market;". Δεν του άρεσε του "ξερόλα" κυρίου που το Super Market έπαιζε Ύμνους της Μεγάλης Παρασκευής. Θα προτιμούσε φαίνεται, μέρα που είναι, να παίζει κανένα σκυλάδικο.

«Σὲ τὸν ἀναβαλλόμενον…»



Σὲ τὸν ἀναβαλλόμενον, τὸ φῶς ὥσπερ ἱμάτιον, καθελὼν Ἰωσὴφ ἀπὸ τοῦ ξύλου, σὺν Νικοδήμῳ, καὶ θεωρήσας νεκρὸν γυμνὸν ἄταφον, εὐσυμπάθητον θρῆνον ἀναλαβών, ὀδυρόμενος ἔλεγεν· Οἴμοι, γλυκύτατε Ἰησοῦ! ὃν πρὸ μικροῦ ὁ ἥλιος ἐν Σταυρῷ κρεμάμενον θεασάμενος, ζόφον περιεβάλλετο, καὶ ἡ γῆ τῷ φόβῳ ἐκυμαίνετο, καὶ διερρήγνυτο ναοῦ τὸ καταπέτασμα· ἀλλ' ἰδοὺ νῦν βλέπω σε, δι' ἐμὲ ἑκουσίως ὑπελθόντα θάνατον· πῶς σε κηδεύσω Θεέ μου; ἢ πῶς σινδόσιν εἱλήσω; ποίαις χερσὶ δὲ προσψαύσω, τὸ σὸν ἀκήρατον σῶμα; ἢ ποῖα ᾄσματα μέλψω, τῇ σῇ ἐξόδῳ Οἰκτίρμον; Μεγαλύνω τὰ Πάθη σου, ὑμνολογῶ καὶ τὴν Ταφήν σου, σὺν τῇ Ἀναστάσει, κραυγάζων· Κύριε δόξα σοι.


«Σὲ τὸν ἀναβαλλόμενον…», Δοξαστικὸν Ἀποστίχων Ἑσπερινοῦ τῆς Μεγάλης Παρασκευῆς, ἦχος πλάγιος α', π. Κωνσταντίνου Παπαγιάννη. 
Ψάλλει ὁ πρωτοψάλτης τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Μόρφου Μάριος Ἀντωνίου.


Πέμπτη 29 Απριλίου 2021

Τὸν ἴδιον Ἄρνα, ἡ ἀμνὰς θεωροῦσα πρὸς σφαγὴν ἑλκόμενον...

 

Στιγμιότυπο από την Ακολουθία των Αγίων Παθών στην Παναγία Εκατονταπυλιανή Πάρου

Τὸν ἴδιον Ἄρνα, ἡ ἀμνὰς θεωροῦσα πρὸς σφαγὴν ἑλκόμενον, ἠκολούθει Μαρία, τρυχομένη μεθ' ἑτέρων γυναικῶν, ταῦτα βοῶσα· Ποῦ πορεύῃ Τέκνον, τίνος χάριν, τόν ταχὺν δρόμον τελεῖς; μὴ ἕτερος γάμος πάλιν ἐστὶν ἐν Κανᾷ; Κᾀκεὶ νῦν σπεύδεις, ἵνα ἐξ ὕδατος αὐτοῖς οἶνον ποιήσης; συνέλθω σοι Τέκνον, ἢ μείνω σοι μᾶλλον, δός μοι λόγον Λόγε, μὴ σιγῶν παρέλθῃς με, ὁ ἁγνὴν τηρήσας με· σὺ γὰρ ὑπάρχεις ὁ Υἱὸς καὶ Θεός μου.


[Οἶκος τοῦ Ὄρθρου τῆς Μεγάλης Παρασκευῆς]

Τετάρτη 28 Απριλίου 2021

"Σήμερον τὸ κατὰ τοῦ Χριστοῦ πονηρὸν συνήχθη συνέδριον...": Ψάλλει Χορός Βατοπαιδινών Πατέρων



Δίσκος: ΜΕΓΑΛΗ ΠΕΜΠΤΗ (Ι.Μ.Μ.ΒΑΤΟΠΑΙΔΙΟΥ / ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΕΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΡΗΤΗΣ)

Σήμερον τὸ κατὰ τοῦ Χριστοῦ πονηρὸν συνήχθη συνέδριον, καὶ κατ' αὐτοῦ κενὰ ἐβουλεύσατο, παραδοῦναι Πιλάτῳ εἰς θάνατον τὸν ἀνεύθυνον. Σήμερον τὴν τῶν χρημάτων ἀγχόνην, Ἰούδας ἑαυτῷ περιτίθησι, καὶ στερεῖται κατ' ἄμφω, ζωῆς προσκαίρου καὶ θείας. Σήμερον Καϊάφας, ἄκων προφητεύει. Συμφέρει λέγων, ὑπὲρ τοῦ λαοῦ ἕνα ἀπολέσθαι· ἦλθε γὰρ ὑπὲρ τῶν ἁμαρτιῶν ἡμῶν τοῦ παθεῖν, ἵνα ἡμᾶς ἐλευθερώσῃ, ἐκ τῆς δουλείας τοῦ ἐχθροῦ, ὡς ἀγαθὸς καὶ φιλάνθρωπος.

(Ἰδιόμελον τῶν Ἀποστίχων τοῦ Ὄρθρου τῆς Μεγάλης Πέμπτης)

"Ἰούδας ὁ παράνομος Κύριε...": Ψάλλει Χορός Βατοπαιδινών Πατέρων


Δίσκος: ΜΕΓΑΛΗ ΠΕΜΠΤΗ (Ι.Μ.Μ.ΒΑΤΟΠΑΙΔΙΟΥ / ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΕΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΡΗΤΗΣ)

Ἰούδας ὁ παράνομος Κύριε, ὁ βάψας ἐν τῷ δείπνῳ τὴν χεῖρα, ἐν τῷ τρυβλίῳ μετὰ σοῦ, ἐξέτεινεν ἀνόμοις τὰς χεῖρας, τοῦ λαβεῖν ἀργύρια, καὶ ὁ τοῦ μύρου λογισάμενος τιμήν, σὲ τὸν ἀτίμητον οὐκ ἔφριξε πωλῆσαι, ὁ τοὺς πόδας ὑφαπλώσας ἐπὶ τὸ νίψαι, τὸν Δεσπότην κατεφίλησε δολίως, εἰς τὸ προδοῦναι τοῖς ἀνόμοις, χοροῦ δὲ Ἀποστόλων ῥιφείς, καὶ τὰ τριάκοντα ῥίψας ἀργύρια, σοῦ τὴν τριήμερον Ἀνάστασιν οὐκ εἶδε, δι' ἧς ἐλέησον ἡμᾶς.

(Ἱδιόμελον τῶν Αἴνων τῆς Μεγάλης Πέμπτης)

π.Δ.ΜΠΟΚΟΣ, ΜΙΑ ΠΑΡΑΞΕΝΗ ΕΞΙΣΩΣΗ


Ένα σφύριγμα ακούστηκε, οι πόρτες έκλεισαν και ο ηλεκτρικός άρχισε να κυλά νωχελικά πάνω στις ράγες. Σε λίγο έτρεχε ακάθεκτος σαν μακρύ ερπετό, μετατοπίζοντας αδιάκοπα το ανθρώπινο φορτίο, καθώς τα βαγόνια έγερναν ελαφρά μέσα στο ατέλειωτο τράνταγμά τους. 

Ο Χάρης στηριζόταν γερά στο κάθισμα, όπου μια νεαρή γυναίκα είχε προλάβει να καθίσει πριν απ’ αυτόν. Η γυναίκα έφερε την τσάντα της από τον ώμο στα γόνατα, για περισσότερη ασφάλεια, έβγαλε τα γάντια της και τα ’ριξε μέσα. Ο Χάρης κοίταζε αδιάφορα έξω, μα στην πραγματικότητα δεν έχανε καμμιά της κίνηση. Πρόσεξε τη βέρα της, ήταν παντρεμένη. Το ντύσιμό της ήταν κομψό. Έβγαλε το πακέτο με τα χαρτομάντηλα και κράτησε ένα στο χέρι της. 

Ο κόσμος μπαινόβγαινε αδιάκοπα σε κάθε στάση, ο διάδρομος γέμισε ασφυκτικά. Ο Χάρης στριμώχτηκε περισσότερο, ακουμπούσε σχεδόν τώρα στο πλευρό της κυρίας. 

Ο συρμός χώθηκε σ’ ένα από τα τούνελ της γραμμής. Η σκοτεινή διαδρομή ήταν πολύ σύντομη, ο μηχανοδηγός δεν άναψε καν τα φώτα. Όμως, τα λιγοστά δευτερόλεπτα του σκοταδιού που μεσολάβησαν, ήταν η ώρα "Χ" για τον Χάρη. 

-  Μη σπρώχνετε έτσι! φώναξε ξαφνικά και έγειρε προς τα μπρος, κάνοντας πως πέφτει και ακουμπώντας σχεδόν στην τσάντα, που λικνιζόταν μισάνοιχτη πάνω στα πόδια της νεαρής γυναίκας. 

-  Με συγχωρείτε, κυρία! είπε στη γυναίκα, καθώς ανασήκωνε το κορμί του, ενώ το μακρύ όχημα βγαίνοντας από τη σήραγγα ξαναφωτιζόταν. 

-  Δεν πειράζει! είπε εκείνη χαμογελώντας ευγενικά και ανακάθισε στη θέση της. 

Σχεδόν αμέσως ο Χάρης άρχισε ν’ ανοίγει δρόμο προς την πόρτα. Σ’ ένα-δυό λεπτά ο συρμός σταμάτησε και ο Χάρης βγήκε. Μα αντί να φύγει, ξαναμπήκε στο τελευταίο βαγόνι. Εδώ ήταν πιο αραιοί οι επιβάτες. Έψαξε με το βλέμμα του για λίγο και βρήκε αυτόν που ζητούσε. 

-  Γεια! είπε και βολεύτηκε δίπλα του. Πώς πήγε; 

-  Ως συνήθως! γέλασε ο άλλος. 

Κοιτάχτηκαν συνωμοτικά. 

-  Για να δούμε τί πιάσαμε. 

Ο Άρης παρουσίασε τη δική του συρμαγιά. Ο Χάρης έβγαλε από την τσέπη του το μικρό δερμάτινο μαύρο πορτοφόλι, που ψάρεψε με μαεστρία από την τσάντα της νεαρής γυναίκας την ώρα που "έπεφτε". Μέτρησαν στα πεταχτά τις εισπράξεις τους. Τρία πενηντάρικα, πέντε εικοσάρικα, δυό δεκάρικα, κάτι ψιλά. Κοντά τριακόσια ευρώ. 

Καθόλου άσχημα! 

Μην πάει το μυαλό σας βέβαια πως έχουμε να κάνουμε με τίποτε μαφιόζους. Αντίθετα, οι φίλοι μας θα ’θελαν να περνιούνται μάλλον για πολύ καθώς πρέπει νεαροί. Φοιτητές στην ίδια σχολή, γνωρίστηκαν εδώ και ένα χρόνο. Ταίριαξαν σε πολλά κι έγιναν σχεδόν αχώριστοι. Η φιλοσοφία τους απλή. Ευθυγραμμισμένη πάνω στο μοτίβο της εποχής: Η ζωή είναι ωραία και δεν πάει να χάνεται ανεκμετάλλευτη. Η ζωή είναι για να τη ζεις, φίλε μου, όχι να την κοιτάς από μακριά. 

Μα έλα που καμμιά φορά σου τη φέρνει πισώπλατα. Από τη μια σε προκαλεί με ακαταμάχητα θέλγητρα, κι από την άλλη δεν σου επιτρέπει να τ’ αγγίξεις. Σου βάζει ένα κόστος απαγορευτικό. 

Και οι δυό φίλοι μας ήθελαν να τη χαρούν τη ζωή. Μα κάποτε τελείωνε το παραδάκι. Τί μπορούσαν να κάμουν τότε; 

Το σκέφτηκαν από ’δώ, το σκέφτηκαν από ’κεί, κατέληξαν πως θα ’πρεπε, σε τέτοια περίπτωση, ν’ αρχίζουν τη δράση. Έτσι λοιπόν οι φίλοι μας έγιναν ατσίδες στο ξάφρισμα. Όχι για μεγάλα πράγματα βέβαια. Έτσι για να ενισχύουν λίγο τον προϋπολογισμό τους. Και μόνο όταν το πράγμα ήταν σίγουρο. Χωρίς μεγάλο ρίσκο. 

Έξυπνα παιδιά! 

Ο ηλεκτρικός έκοψε ταχύτητα, πλησίαζε σε στάση. Απέναντί τους φάνηκε η κορυφή ενός βυζαντινού θόλου και σε δευτερόλεπτα ολόκληρη η εκκλησία πρόβαλε μπροστά τους. Αυθόρμητα ο Χάρης έκαμε τον σταυρό του. Ο Άρης γέλασε. 

-  Μπα! Είσαι και θρησκευόμενος βλέπω. 

-  Όχι βέβαια! Αλλά πιστεύω στον Θεό. 

-  Τί σόι πίστη είναι τότε αυτή; Δεν βλέπω να διαφέρεις σε τίποτε από μένα. 

-  Μπορεί να κάνω ό,τι κάνω, αλλά στον Θεό πιστεύω. Εσύ δεν πιστεύεις δηλαδή; 

-  Και βέβαια όχι! Δεν πιστεύω. Και νομίζω πως είμαι πιο εντάξει από σένα. Η ζωή μου είναι σύμφωνη με τη θεωρία μου. 

Ο συρμός σταμάτησε εντελώς, ο Άρης σηκώθηκε να βγει, η κουβέντα τους κόπηκε εκεί. 

Ο Χάρης έμεινε λίγο μπερδεμένος. Δεν ήξερε ότι ο Άρης ήταν άθεος. Μα κι ο ίδιος τί είδους πίστη έλεγε πως είχε; Ξεχασμένη εντελώς και στριμωγμένη σε κάποια γωνία του μυαλού του μόνο. Άσχετη με τη ζωή του. 

...Οι καμπάνες χτύπησαν πένθιμα μέσα στη νύχτα. Κοίταξε το ρολόι του. Κόντευε έντεκα. Ρούφηξε την τελευταία γουλιά απ’ το ποτό του και σηκώθηκε. 

-  Εγώ πάω! είπε στην παρέα του. Το ’χω τάξιμο, Μεγάλη Πέμπτη κάθε χρόνο, να προσκυνάω τον Σταυρό. Τώρα τον έχουν ήδη βγάλει, γι’ αυτό χτυπήσαν οι καμπάνες. 

-  Έλα, βρε Χάρη, μη βιάζεσαι, όλοι θα πάμε! πετάχτηκε η Βούλα κι έφερε το βλέμμα της ένα γύρο στους άλλους. Έτσι δεν είναι, παιδιά; 

-  Ναι, βέβαια! συμφώνησαν όλοι. Εβραίοι είμαστε και δεν θα πάμε; Τέτοια μέρα σήμερα! 

Στην εκκλησία ο συνωστισμός ήταν μεγάλος. Το πλήθος έφτανε μέχρι έξω. Ευτυχώς τα μεγάφωνα ήταν ανοιχτά και οι ψαλμωδίες ακούγονταν ως πέρα, σκορπίζοντας ρίγη στις καρδιές. 

« Εξέδυσάν με τα ιμάτιά μου και ενέδυσάν με χλαμύδα κοκκίνην…». 

Ο Χάρης και η παρέα του προσπάθησαν σιγά-σιγά να προχωρήσουν, μα με την πίεση του πλήθους χώρισαν. Σπρώξε από ’δώ, σπρώξε από ’κεί, κάποια στιγμή ο Χάρης έφτασε μπροστά στον Σταυρό, που ’ταν στημένος στη μέση της εκκλησίας. Ο Εσταυρωμένος αιμόφυρτος, θύμα της αιώνιας αγάπης του, μα θεϊκά γαλήνιος, ήταν εμπρός του. Κάνοντας με βιάση τον σταυρό του ο Χάρης έσκυψε να τον ασπαστεί. 

Μα την ίδια στιγμή το κεφάλι του τσούγκρισε μ’ ένα άλλο κεφάλι, που έσκυψε κι εκείνο να ασπαστεί τα πόδια του Εσταυρωμένου. 

-  Σόρρυ! μουρμούρισε αυθόρμητα ο Χάρης, μα καθώς ανασηκώθηκε και είδε τον άλλο, έμεινε με το στόμα ανοιχτό. 

Δίπλα του στεκόταν ο Άρης. 

-  Εσύ εδώ; ρώτησε σιγανά. 

-  Γιατί όχι; 

-  Μα τί δουλειά έχεις εδώ; 

Δεν πρόλαβαν να συνεχίσουν. Πίσω τους σπρώχνονταν να προσκυνήσουν. Το ανθρώπινο κύμα τους οδήγησε προς την πλαϊνή πόρτα. Βγήκαν έξω και κάθισαν στα σκαλιά της εκκλησίας. 

-  Εσύ είσαι που λες πως δεν πιστεύεις; άρχισε ο Χάρης. Έτσι παριστάνω κι εγώ τον άθεο. 

-  Κι εσύ που πιστεύεις, τί περισσότερο κάνεις από μένα; Τί σου στοιχίζει η πίστη σου; Τέτοιος πιστός είμαι κι εγώ! απάντησε ο Άρης. 

-  Πιστεύω και το εννοώ! είπε ο Χάρης. 

-  Αμφιβάλλω. Στην πράξη είσαι σαν κι εμένα. Δεν είδα να διστάζεις να κάνεις ό,τι κι εγώ. 

-  Αυτό είναι αλήθεια. Κάνω πολλά πράγματα αντίθετα στην πίστη μου. 

-  Βλέπεις; Η πίστη σου είναι μόνο μια άχρηστη ιδέα στο μυαλό σου. Νεκρό πράγμα, που δεν αγγίζει τη ζωή σου. 

-  Καλά κι εσύ που δεν πιστεύεις, τί θες εδώ; 

-  Α, να σου πω, φίλε μου! Είπα πως δεν πιστεύω στον Θεό, μα όχι πως δεν μ’ αρέσει και τίποτε απ’ τη θρησκεία. Οι γιορτές της είναι τόσο όμορφες, ιδιαίτερα τούτες τις μέρες. Η εκκλησιαστική ατμόσφαιρα γαληνεύει, ανακουφίζει, σαγηνεύει όσο τίποτε άλλο. Δεν θα ’πρεπε να χαθούν αυτά ποτέ απ' τη ζωή μας. Θα γίνει τόσο άνοστη και πεζή αν της λείψουν! Θα βουλιάξουμε στη ρουτίνα. 

-  Έχεις δίκιο! Μιλάμε για θαυμάσιο πολιτισμό αιώνων με βαθειές ρίζες στη ζωή μας. 

-  Ακριβώς! Μια πολιτιστική κληρονομιά που ομορφαίνει τη ζωή μας. Μας είναι απαραίτητη και πρέπει να την κρατήσουμε, φίλε μου. Μα όχι τον Θεό και τις εντολές του. Μόνο αυτά τα πανέμορφα έθιμα. Για να ζούμε καλύτερα τη ζωή μας. Να φτιάχνει λίγο η ψυχολογία μας. Να σπάζει η καθημερινή μας ρουτίνα. Αυτό δεν κυνηγάμε άλλωστε; 

-  Ναι, μα αυτό δεν βγάζει πουθενά. 

-  Τί θες να πεις; 

-  Να, με το να ζούμε κάποιες καλές στιγμές, δεν λύνουμε το πρόβλημα. 

-  Έγινες και φιλόσοφος τώρα! 

-  Όχι βέβαια, μα κάποια πράγματα είναι τόσο καθαρά. Μπορεί ν’ ανεβαίνει η ψυχολογία σου μ’ όλα αυτά, όμως και πάλι είσαι μόνος. Ανίσχυρος μπροστά στο ένα και μοναδικό σου πρόβλημα: Τον θάνατο. Αυτόν, που τον νικάει μόνο ο Θεός. Τί βγαίνει με το να ξεγελάς προσωρινά τον εαυτό σου; Η άθεη θρησκεία σου δεν μου λέει τίποτε! 

-  Και συ που πιστεύεις, αλλά ζεις σαν εμένα, άθεος, τί καλύτερο κάνεις; 

-  Ομολογώ πως τίποτε. 

-  Ισοπαλία λοιπόν. Είμαστε πάτσι. 

-  Δυό μηδενικά δηλαδή. 

-  Εσύ κοροϊδεύεις τον Θεό, εγώ τον αγνοώ. Η πίστη σου αξίζει όσο και η δική μου απιστία. 

-  Δυστυχώς. Οπότε; 

-  Είμαστε και οι δυό μια κωμωδία! 

-  Για γέλια και για κλάματα! 

Οι δυό φίλοι σώπασαν γι’ αρκετή ώρα. 

Ο κόσμος αραίωσε. Οι πολλοί προσκύνησαν, έφυγαν, κατά τη στραβή τους συνήθεια. Η ψαλμωδία κόντευε να τελειώσει. 

Ο Άρης και ο Χάρης, σα να ’ταν συνεννοημένοι, ξαναμπήκαν στην εκκλησία. Κάθισαν στα τελευταία στασίδια. 

Απέναντί τους υψωνόταν, επιβλητικός μέσα στον πόνο του, ο Εσταυρωμένος. Παρά την έσχατη αδυναμία του, μια παντοδύναμη γοητεία ξεχυνόταν απ’ τη μορφή του, τους αιχμαλώτιζε. Ένιωθαν, με την καρδιά πιότερο παρά με το μυαλό τους, πως η αλήθεια βρισκόταν εκεί. 

Σ’ αυτόν που πέθαινε από αγάπη, για να ζήσουν αυτοί. Πώς μπορούσαν να ’ναι τόσο αδιάφοροι γι’ αυτόν; 

Χωρίς να το καταλάβουν, οι δυό φίλοι αφέθηκαν στη γοητεία του. Ο αδύναμος και πανσθενουργός συνάμα Χριστός τους τραβούσε κοντά του. 

Το είχε άλλωστε προβλέψει: 

«Εάν υψωθώ εκ της γης, πάντας ελκύσω προς εμαυτόν»

Πάσχα 2004 




Ὢ πηρωτικής, φιλαργυρίας ἄσπονδε!

 


Ὢ πηρωτικής, φιλαργυρίας ἄσπονδε! λήθης ὅθεν ἔτυχες, ὅτι ψυχῆς, ουδ' ὃς ἰσοστάσιος ὁ Κόσμος, ὡς ἐδιδάχθης· ἀπογνώσει γὰρ σαυτόν, ἑβρόχισας ἀνάψας προδότα. Φεῖσαι τῶν ψυχῶν ἡμῶν, Χριστὲ ὁ Θεός, καὶ σῶσον ἡμᾶς.


(Κανών Όρθρου Μεγάλης Τετάρτης) 

Τρίτη 27 Απριλίου 2021

"Κύριε, ἡ ἐν πολλαῖς ἁμαρτίαις..." (Τροπάριο της Κασσιανής)

https://www.youtube.com/watch?v=7dmTMJGz_Wg

Δοξαστικό των αποστίχων των Αίνων της Μεγάλης Τετάρτης, μέλος Π. Λαμπαδαρίου.
Ήχος πλάγιος του β'

Ψάλλει Χορός Βατοπαιδινών Πατέρων

ΔΙΣΚΟΣ: ΜΕΓΑΛΗ ΤΕΤΑΡΤΗ (Ι.Μ.Μ.ΒΑΤΟΠΑΙΔΙΟΥ/ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΕΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΡΗΤΗΣ)


Κύριε, ἡ ἐν πολλαῖς ἁμαρτίαις περιπεσοῦσα Γυνή, τὴν σὴν αἰσθομένη Θεότητα, μυροφόρου ἀναλαβοῦσα τάξιν, ὀδυρομένη μύρα σοι, πρὸ τοῦ ἐνταφιασμοῦ κομίζει. Οἴμοι! λέγουσα, ὅτι νύξ μοι, ὑπάρχει, οἶστρος ἀκολασίας, ζοφώδης τε καὶ ἀσέληνος, ἔρως τῆς ἁμαρτίας. Δέξαι μου τὰς πηγὰς τῶν δακρύων, ὁ νεφέλαις διεξάγων τῆς θαλάσσης τὸ ὕδωρ· κάμφθητί μοι πρὸς τοὺς στεναγμοὺς τῆς καρδίας, ὁ κλίνας τοὺς οὐρανούς, τῇ ἀφάτῳ σου κενώσει· καταφιλήσω τοὺς ἀχράντους σου πόδας, ἀποσμήξω τούτους δὲ πάλιν, τοῖς τῆς κεφαλῆς μου βοστρύχοις, ὧν ἐν τῷ Παραδείσῳ Εὔα τὸ δειλινόν, κρότον τοῖς ὠσὶν ἠχηθεῖσα, τῷ φόβῳ ἐκρύβη. Ἁμαρτιῶν μου τὰ πλήθη καὶ κριμάτων σου ἀβύσσους, τίς ἐξιχνιάσει ψυχοσῶστα Σωτήρ μου; Μή με τὴν σὴν δούλην παρίδῃς, ὁ ἀμέτρητον ἔχων τὸ ἔλεος.

***

Δείτε και: 

Δευτέρα 26 Απριλίου 2021

Αρχιμ. Ιωσήφ Κουτσούρη, Στα χέρια της Εκκλησίας

Αρχιμανδρίτου Ιωσήφ Κουτσούρη, Στα χέρια της εκκλησίας, εκδόσεις Απαρχή, Αθήνα 2021.



Το βιβλίο τούτο εκδίδεται σε μία δύσκολη περίοδο για όλους μας. Προσωπικά, κοινωνικά ακόμη και εκκλησιαστικά. Η ασθένεια αποδείχτηκε ικανή να φανερώσει τα υπαρξιακά μας κενά.
Το βιβλίο τούτο, όμως, δεν γράφτηκε για την πανδημία. Δεν γράφτηκε καν εν μέσω πανδημίας.
Συζητά, όμως, μαζί της, γιατί διαλέγεται με τη ζωή και τον θάνατο. Εξερευνά την Εκκλησία. Αναζητά τα χέρια της για να μπορέσει να αφεθεί σε αυτά. Παρατίθεται στα χέρια της μαζί με ολάκερη την ύπαρξή μας. Το βιβλίο τούτο δεν αποτελεί ένα επιστημονικό κείμενο, αλλά το σύνολο δεκατεσσάρων λόγων εκφωνημένων σε αδελφούς και φίλους. [...] 

(Από τον πρόλογο της έκδοσης)



π. Γ. Γανωτής, Η διδασκαλία εν μέσω πανδημίας

πηγή: ΑΠΑΡΧΗ

&

https://www.youtube.com/watch?v=eBJpuxXRlnU&t=1s

Το κλείσιμο των σχολείων λόγω της πανδημίας για τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα έχει δημιουργήσει μια πολύ δύσκολη κατάσταση για τα μικρά παιδιά του δημοτικού, ιδιαιτέρως της πρώτης τάξης, καθώς η πρώτη χρονιά αποτελεί σημαδιακή χρονιά, την οποία θα θυμούνται για όλη τους την ζωή. Στην τρυφερή ηλικία των 6 ετών, τα παιδιά αυτά δεν είχαν την ευκαιρία να βιώσουν την εμπειρία της πρώτης χρονιάς στο περιβάλλον του σχολείου, να γνωρίσουν τους συμμαθητές τους, να μάθουν να συμπεριφέρονται σωστά και να συμβαδίζουν με τους κανόνες του σχολείου, να παίξουν, να γελάσουν, να χαρούν. Τίποτα λοιπόν δεν θα μπορέσει να αντικαταστήσει αυτό το κενό της πρώτης χρονιάς, το οποίο θα κουβαλάνε τα παιδιά πάντοτε. Εκτός των άλλων, η τηλεκπαίδευση με απουσία οπτικής επικοινωνίας δυσκολεύει την εκπαιδευτική διαδικασία, καθώς οι δάσκαλοι δεν γνωρίζουν αν τα παιδιά προσέχουν στο μάθημα και αν κατανοούν αυτά τα οποία παραδίδονται.


Κυριακή 25 Απριλίου 2021

Σεβ. Μητροπολίτου Πειραίως κ. Σεραφείμ, Διευκρινίσεις περί της ώρας της Αναστάσεως

 πηγή:  ΡΟΜΦΑΙΑ




Μετά πολλοῦ ἐνδιαφέροντος ἀναγινώσκω τίς τοποθετήσεις ὑπεροχικῶν προσώπων τῆς Ἁγιωτάτης ἡμῶν Ἐκκλησίας καί τῆς Θεολογικῆς Ἐπιστήμης διά τήν ἀποφασισθεῖσα ἀλλαγή τοῦ χρόνου τελετῆς τῆς Ἀναστάσεως ἀπό τῆς 12ης νυκτερινῆς εἰς τήν 9η ἑσπερινή.

Τιμῶ ἀνυπερθέτως τούς ἐξ εὐλαβείας καί εὐσεβείας ἀντιτιθεμένους καί ἀνησυχούντας ἀδελφούς ἀλλά χρεωστῶ διά τήν ὀρθήν θεώρησιν τοῦ ζητήματος νά ὁμιλήσω εἰς τόν λαόν τοῦ Θεοῦ πού ἁπαρτίζει τό πλήρωμα τῆς κατά Πειραιᾶ συνεκλεκτῆς ἐκ λόγων ποιμαντικῆς εὐθύνης καί ἱεροῦ χρέους.

Τό ἐρώτημα πού τίθεται ἐν προκειμένῳ εἶναι εἰς τήν Μία, Ἁγία, Καθολική καί Ἀποστολική ἐκκλησία, τό σῶμα τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ ποῖο ὡρολόγιο τηροῦμε εἰς τάς καθημερινάς ἱεράς Ἀκολουθίας.

Πῶς δηλαδή κατατμίζομε ἐκκλησιαστικῶς τόν ἀδιάστατο χρόνο διότι ἡ ἀπάντησις εἰς αὐτό τό οὐσιῶδες ἐρώτημα ἐπάγεται καί τήν λύσι τοῦ ἀναφυέντος προβληματισμοῦ.

Στή Μία, Ἁγία, Καθολική καί Ἀποστολική τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησία τῶν 2.021 ἐτῶν τήν ἀκαινοτόμητο καί ἀποστολικοπαράδοτο τό ἡμερονύκτιο λειτουργικῶς ἄρχεται διά τοῦ Ἑσπερινοῦ καί κατακλείεται διά τῆς ἐνάτης ὥρας.

Δι’ αὐτό καί αἱ ἀπολύσεις τοῦ Ἑσπερινοῦ ὡς πρώτης Ἀκολουθίας τοῦ ἡμερονυκτίου χαρακτηριστικῶς ἀναφέρονται εἰς τό ἑορταζόμενο ἐκκλησιαστικό γεγονός ἤ τό τιμώμενο ἐκκλησιαστικό πρόσωπο καί περιλαμβάνει τόν Ἑσπερινό, τό Ἀπόδειπνο, τόν Ὄρθρο, τήν Πρώτη Ὥρα, τήν Τρίτη Ὥρα, τήν Ἕκτη Ὥρα καί τήν Ἐνάτην Ὥρα.

Σημαντικό εἶναι τό γεγονός ὅτι στήν Ἀπόλυση τοῦ Ἑσπερινοῦ χρησιμοποιοῦμε ἐνεστῶτα χρόνο διά τό τιμώμενο ἐκκλησιαστικό πρόσωπο «οὗ τήν μνήμην ἐπιτελοῦμεν» καί στήν Ἐνάτη Ὥρα ἀόριστο χρόνο «οὗ τήν μνήμην ἐπετελέσαμεν».

Αὐτό τό ὡρολόγιο ἐφηρμόζετο ἀπό τόν βυζαντινό τρόπο μετρήσεως τοῦ ἡμερονυκτίου πού σήμερον ἀκολουθεῖται στό Ἁγιώνυμο Ὄρος Ἄθω.

Ἀπό τῆς 6ης ἑσπερινῆς τοῦ ὡρολογίου ἄρχεται ἡ νέα ἐκκλησιαστική ἡμέρα μέ τήν Ἀκολουθία τοῦ Ἑσπερινοῦ εἰς τόν ὁποῖον ψάλλονται τά Στιχηρά τά Δοξαστικά, τά Ἀπόστιχα καί τά Ἀπολυτίκια τῆς νέας ἡμέρας καί καταστέφεται ἡ Ἀκολουθία ἐπί Δεσποτικῶν ἑορτῶν μέ τήν ἀνάλογο ἀπόλυσι.

Ἑπομένως κρίνοντες ἐκκλησιαστικῶς τό ἀναφυέν ζήτημα ἡ Παννυχίδα τῆς Ἀναστάσεως, ὁ Ὄρθρος τῆς Ἀναστάσεως καί ἡ Ἀναστάσιμος Θ. Λειτουργία οὐδόλως κωλύονται νά τελεσθοῦν εἰς οἱανδήποτε ὥρα μετά τήν δύσι τοῦ ἡλίου, διότι ἔχομε εἰσέλθει ἤδη εἰς τήν ἡμέρα τῆς ἑορτῆς τῆς Ἀναστάσεως.

Εἰδικώτερον κατά τό Ἅγιο καί Μ. Σάββατο ὁ Ἑσπερινός τῆς Ἀναστάσεως τελεῖται τάς πρωϊνάς ὥρας διά πρακτικούς καί μόνον λόγους διά τήν ἐξυπηρέτησι τῆς συμμετοχῆς τῶν πιστῶν εἰς τά Ἄχραντα Μυστήρια, χωρίς αὐτό νά παραβλάπτει ἡ συγκεκριμένη ἐξαίρεσις τό ἐκκλησιαστικό ὡρολόγιο πρόγραμμα διά τήν εἴσοδο εἰς τήν ἡμέρα τῆς λαμπροφόρου Ἀναστάσεως ἀπό τῆς δύσεως τοῦ ἡλίου κατά τό Μ. Σάββατο.

Τό αὐτό συμβαίνει καί κατά τήν παραμονή τῶν Χριστουγέννων καί τῶν Θεοφανείων χωρίς νά κωλύεται ἡ ἐπανάληψις τοῦ Ἑσπερινοῦ τῶν δύο αὐτῶν ἑορτῶν κατά τήν δύσι τοῦ ἡλίου τῆς παραμονῆς ὡς ἐπισυμβαίνει εἰς πολλάς Ἱ. Μητροπόλεις.

Δι’ αὐτόν ἀκριβῶς τόν λόγο καί εἰς ἐπαρχιακάς Ἱ. Μητροπόλεις τελεῖται ἀκωλύτως ἡ Παννυχίδα τῆς Ἀναστάσεως καί ἡ Ἀκολουθία τοῦ Ὄρθρου καί ἡ τέλεσις τῆς Ἀναστασίμου Θ. Λειτουργίας καί πρό τῆς 12ης νυκτερινῆς, διότι ἡ Ἐκκλησία δέν ὑποχρεοῦται νά ἐφαρμόζη τό πολιτικό ὡρολόγιο καθορισμοῦ ἐναλλαγῆς τῆς ἡμέρας.

Ἐφέτος ὑφίσταται μία ἰδιαιτερότης διότι συμπίπτει κατά τό μέγα Σάββατο νά ἑορτάζεται ὑπό τῶν Ἑβραίων ἀδελφῶν μας τό λεγόμενο Νομικό Φάσκα (Μ. Εὐχολόγιον, ἐκδ. Ἀποστολικῆς Διακονίας, σελ. 684), γεγονός πού παραθεωροῦν πλήρως οἱ Ρωμαιοκαθολικοί ἀδελφοί μας δι’ ὅ καί ἡμεῖς τά μέλη τῆς Μιᾶς, Ἁγίας, Καθολικῆς καί Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας στοιχοῦντες εἰς τόν Ζ΄Κανόνα τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων διακελεύοντα «Εἴ τις Ἐπίσκοπος ἤ Πρεσβύτερος ἤ Διάκονος τήν ἁγίαν τοῦ Πάσχα ἡμέραν πρό τῆς ἐαρινῆς ἰσημερίας μετά Ἰουδαίων ἐπιτελέση καθαιρείσθω» ὡς καί εἰς τόν ὅρο τῆς ἁγίας Α΄Οἰκουμενικῆς Συνόδου ἐπαναλαμβάνοντα τά αὐτά, δικαίως ἑορτάζομεν τήν Ἀνάστασι τοῦ Σωτῆρος καί Λυτρωτοῦ τήν ἑπομένη τοῦ ἑορτασμοῦ τοῦ Νομικοῦ Φάσκα, ἡ ὁποία ἄρχεται μετά τήν 6η ἑσπερινή τοῦ Μεγάλου Σαββάτου.

Εἰρήσθω ἐν προκειμένῳ ὅτι οἱ Κανόνες τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων ἔχουν ἐπικυρωθεῖ ὁρισμένως ὑπό τοῦ Β΄ Κανόνος τῆς Ἁγίας Πενθέκτης Οἰκουμενικῆς Συνόδου τοῦ 691 ἐπί Ἰουστινιανοῦ τοῦ Ρινοτμήτου ἐν Τρούλλῳ Κων/πόλεως.

Εἶναι γνωστό ὅτι τό Σάββατο τῶν Ἑβραίων ἄρχεται ἀπό τήν δύσι τοῦ ἡλίου τήν Παρασκευή καί περατοῦται μέ τήν δύσι τοῦ ἡλίου τό Σάββατο.

Ἑπομένως δέν παραβιάζεται ὁ ὅρος τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου περί τοῦ Ἁγίου Πάσχα, οὔτε ὁ Ζ΄ Κανών τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων κατά τόν ἐφετινό ἑορτασμό τῆς Ἀναστάσεως, διότι τό Νομικό Φάσκα ἔχει περαιωθεῖ μέ τήν δύσι τοῦ ἡλίου κατά τό ἰδικό μας Μ. Σάββατο.

Ἐπιπροσθέτως ἀπό τῆς δύσεως τοῦ ἡλίου κατά τό μέγα Σάββατο ἐκκλησιαστικῶς ἄρχεται ἡ ἡμέρα τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Σωτῆρος ἡμῶν καί ἐθιμικῶς καί μόνο ἀκολουθεῖται τό κοσμικό πολιτικό ὡρολόγιο ἐναλλαγῆς τοῦ ἡμερονυκτίου.

Συνεπῶς κρίνοντες ὄχι κατ’ ἄνθρωπον καί κατ’ ὄψιν ἀλλά ἐκκλησιαστικῶς καί κανονικῶς ἡ τέλεσις τῆς Ἀκολουθίας τῆς Παννυχίδος, τοῦ Ὄρθρου καί τῆς Θ. Λειτουργίας τῆς Ἀναστάσεως τήν 9η ἀντί τῆς 12ης οὐδόλως προσβάλλει τήν κανονική τάξι καί τήν λαμπροφόρο ἐξανάστασι τοῦ Λυτρωτοῦ μας, διότι ἀπό τῆς δύσεως τοῦ ἡλίου τοῦ Μ. Σαββάτου εἰσερχόμεθα εἰς τήν τρίτη ἡμέρα, ἀπό τῆς ἐπί τοῦ Σταυροῦ προσφερθείσης ὑπερτάτης θυσίας, κατά τήν ὁποία ὁ Κύριος ἐξαναστάς ἐκ τοῦ Τάφου συνέτριψε θανάτῳ τόν θάνατον.

Ἄλλωστε καί γραφικῶς δέν καθορίζεται ἐπακριβῶς ἡ ὥρα τῆς Ἀναστάσεως, ἐντάσσεται ὅμως ἐντός τῆς τρίτης ἡμέρας κατά τήν ἀψευδῆ τοῦ Λυτρωτοῦ ἐπαγγελία καί τήν πιστοποίησι τῶν Μυροφόρων καί τῶν μαθητῶν, στούς ὁποίους ἐγνώσθη τό γεγονός τῆς Ἀναστάσεως ὑπό τῶν λαμπροφόρων Ἀγγέλων.

Καί ἐπειδή ἀπό τῆς δύσεως τοῦ ἡλίου εἰσερχόμεθα εἰς νέα ἡμέρα δέν παραβιάζεται ἡ κανονική ἀρχή τῆς τοπικῆς ἐν Ἀντισιοδώρῳ Συνόδου κατά τήν ὁποία ἡ Θεία Εὐχαριστία τελεῖται ἅπαξ τῆς ἡμέρας ἐν μιᾷ τραπέζῃ ὑφ’ ἑνός τελετουργοῦ, διά νά μή διπλασιάζεται ὁ θάνατος τοῦ Κυρίου, ὅπως εὐστόχως διαλαμβάνεται εἰς τήν ἀπόφασι τῆς Συνόδου.

Καλή Ἀνάσταση καί εὐλογημένο τό ἐπί θύραις Ἅγιο Πάσχα!

Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ

+ ὁ Πειραιῶς ΣΕΡΑΦΕΙΜ

Κύριε, ἐρχόμενος πρὸς τὸ Πάθος...(Ψάλλει Χορός Βατοπαιδινών Πατέρων)

Κύριε, ἐρχόμενος πρὸς τὸ Πάθος...

Δοξαστικό των Αἴνων της Μεγάλης Δευτέρας 

Ψάλλει Χορός Βατοπαιδινών Πατέρων

ΔΙΣΚΟΣ: ΜΕΓΑΛΗ ΔΕΥΤΕΡΑ (Ι.Μ.Μ. ΒΑΤΟΠΑΙΔΙΟΥ / ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΕΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΡΗΤΗΣ)

https://www.youtube.com/watch?v=7d7wdHV97c8

Κύριε, ἐρχόμενος πρὸς τὸ Πάθος, τοὺς ἰδίους στηρίζων Μαθητὰς ἔλεγες, κατ΄ ἰδίαν παραλαβὼν αὐτούς. Πῶς τῶν ῥημάτων μου ἀμνημονεῖτε, ὧν πάλαι εἶπον ὑμῖν, ὅτι Προφήτην πάντα οὐ γέγραπται εἰ μὴ ἐν Ἱερουσαλὴμ ἀποκτανθῆναι; Νῦν οὖν καιρὸς ἐφέστηκεν, ὃν εἶπον ὑμῖν· ἰδοὺ γὰρ παραδίδομαι, ἁμαρτωλῶν χερσὶν ἐμπαιχθῆναι, οἳ καὶ σταυρῷ με προσπήξαντες, ταφῇ παραδόντες, ἐβδελυγμένον λογιοῦνται ὡς νεκρόν· ὅμως θαρσεῖτε· τριήμερος γὰρ ἐγείρομαι εἰς ἀγαλλίασιν πιστῶν καὶ ζωήν τὴν αἰώνιον.


Πέμπτη 22 Απριλίου 2021

Κυκλοφόρησε το νέο βιβλίο του Διονύση Σκλήρη με τίτλο "Αγαπώμαι, άρα σκέφτομαι"

 



Διονύσιος Σκλήρης, Αγαπώμαι, άρα σκέφτομαι: Κεφάλαια θεολογικής επιστημολογίας και οντολογίας, εκδόσεις Αρμός, Αθήνα 2021, ISBN: 978-960-615-360-0

Πώς γνωρίζει ο πεπερασμένος άνθρωπος τον άπειρο Θεό; Η Ενσάρκωση του Θεού αλλάζει με ρηξικέλευθο τρόπο την προοπτική: «γνόντες Θεόν, μᾶλλον δὲ γνωσθέντες ὑπὸ τοῦ Θεοῦ» (Γαλ. 4,9): Γνωρίζουμε μεθεκτικά τον Θεό, αφού πρώτα μας έχει γνωρίσει Αυτός με την αγάπη Του, την ίδια αγάπη με την οποία μας έφερε από το μηδέν στο είναι. Αφού την προτεραιότητα έχει η αγάπη του Άλλου, το θεολογικό κόγκιτο είναι ένα «αγαπώμαι, άρα σκέφτομαι»: Η εμπιστοσύνη που προκαλεί η αγάπη δίνει τον χώρο για σκέψη  χωρίς αυτο-πεποίθηση, αλλά με την ετερο-αυτο-πεποίθηση του Αποκαλυπτομένου που μας συναντά.

Στην αρχέγονη Εκκλησία μια αρχική «αντιφιλοσοφία» για τη «μωρία της σοφίας του κόσμου τούτου» (Α΄  Κορ. 1,20) δίνει τη θέση της στη σύνθεση της ελληνικής μεθεκτικής γνωσιολογίας με την αποκάλυψη ότι ο Λόγος είναι ο Χριστός. Στην Ανατολή, η Νηπτική γνωσιολογία τονίζει την κάθαρση και τον νου ως ένα απλό όμμα που διαυγάζεται από τους πολλούς λόγους ως αλήθειες που τον φωτίζουν στον εσχατολογικό ορίζοντα του Ενός Λόγου. Στη Δύση αναπτύσσεται μια κατακτητική γνωσιολογία της συνείδησης που διχάζει τον κόσμο σε συνειδητό/φαινόμενο και σε απρόσιτο Πράγμα (Καντ), ασυνείδητο (Φρόυντ), Πραγματικό (Λακάν).

Στον 20ο αιώνα, η έννοια της ελευθερίας είναι πολύ διαφορετική. Στη Δύση ο Χάιντεγκερ καταγγέλλει την «οντοθεολογία». Ο Καρλ Μπαρτ προβάλλει μια ριζική Θεολογία της Αποκάλυψης, ενώ ο Πάουλ Τίλιχ τη μέθοδο του συσχετισμού. Οι Ορθόδοξοι δεν αργούν να απαντήσουν με τις δικές τους επιστημολογικές μεθόδους: Ο Βλάντιμιρ Λόσκι με τον αποφατισμό ως απομάθηση και απο-εννοιοποίηση. Ο π. Γεώργιος Φλορόφκσι με την  ενδεχομενική Ιστορία ως πεδίο γνώσης. Ο Μητροπολίτης Περγάμου Ιωάννης (Ζηζιούλας) με την εσχατολογική ερμηνευτική όπου όλα ερμηνεύονται από το μέλλον προς το παρελθόν. Ο Χρήστος Γιανναράς με την παραδοξολογική σύνθεση Φαινομενολογίας και Μεταφυσικής. Στον χώρο των Βαλκανίων, θεολόγοι, όπως ο π. Δημήτριος Στανιλοάε, ο άγιος Ιουστίνος Πόποβιτς και ο Αθανάσιος Γιέφτιτς προβαίνουν στις δικές τους ισορροπημένες συνθέσεις. Ενώ από τη Δύση μας έρχονται με φιλική διάθεση πρωτοπόρες επιστημολογίες, όπως η Φαινομενολογία του Ζαν-Λυκ Μαριόν, η Αφηγηματική Θεολογία, η πιθανοκρατική Φυσική Θεολογία του Ρίτσαρντ Σουίνμπερν και η επιστημολογία της μεθέξεως του Τζον Μίλμπανκ. Πολλοί δρόμοι για τον Ένα Λόγο καθ’ οδόν για τη συνάντησή Του.

https://armosbooks.gr/shop/filosofia/dokimia-meletes/agapomai/

ΔΙΑΔΙΚΤΥΑΚΗ ΕΚΔΗΛΩΣΗ-ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ ΤΟΥ ΑΝΔΡΕΑ ΑΡΓΥΡΟΠΟΥΛΟΥ "ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΟΣ ΑΝΤΙΔΙΚΤΑΤΟΡΙΚΟΣ ΤΥΠΟΣ" ΤΗΝ ΤΕΤΑΡΤΗ 21/4/2021 ΣΤΙΣ 19:30

 



Η εφημερίδα "Χριστιανική" διοργανώνει εκδήλωση για την παρουσία του χριστιανικού αντιδικτατορικού τύπου στα χρόνια της δικτατορίας των Συνταγματαρχών (1967-1974) και παρουσίαση του βιβλίου "Χριστιανικός Αντιδικτατορικός Τύπος" (εκδόσεις Αρμός) του Ανδρέα Αργυρόπουλου.
Στο βιβλίο περιλαμβάνεται για πρώτη φορά το αντιδικτατορικό φυλλάδιο "Καινούργιοι Ορίζοντες" που εξέδωσαν χριστιανοδημοκράτες της διασποράς στον Καναδά την περίοδο Ιανουαρίου- Ιουλίου 1974.

Ομιλητές: 

-Ανδρέας Βιτούλας, Δρ Θεολογίας
-Μανώλης Μηλιαράκης, Επίτιμος Πρόεδρος της ΧΔ και δημοσιογράφος της αντιδικτατορικής "Χριστιανικής"
-Θανάσης Παπαθανασίου, Διευθυντής περιοδικού "ΣΎΝΑΞΗ", Αν. Καθηγητής Α.Ε.Α.Α.
-Τριαντάφυλλος Σερμέτης, Δρ. Φιλοσοφίας
-Ο συγγραφέας του βιβλίου Ανδρέας Αργυρόπουλος, θεολόγος, Διευθυντής ΕΠΑΛ Αμοργού

Συντονίζει ο Διευθυντής της "Χριστιανικής" Κωνσταντίνος Μπλάθρας


Η εκδήλωση θα αναμεταδίδεται απευθείας από το κανάλι της “Χριστιανικής” στο youtube:
 

Ερωτήσεις μπορούν να γίνονται γραπτώς μέσω του σχολιασμού στην εκδήλωση (chatting) του youtube. 

Βάλτερ Πούχνερ, Το βιβλίο των κειμένων




Το βιβλίο των κειμένων ξεκινά από την θέση πως η γλώσσα της ποίησης, η γλώσσα της επιστήμης και η γλώσσα της φιλοσοφίας είναι βασικά ίδιες παρά τις διαφορετικές υφολογικές εκφάνσεις που μπορεί να έχουν. Ο τόμος, υπερβαίνοντας τα όποια ειδολογικά όρια, περιλαμβάνει ποίηση, πεζογραφία, δοκίμιο, στοχασμό, μελέτη, πραγματεία, απόφθεγμα και άλλα, σ’ ένα υβριδικό καλειδοσκόπιο ποικίλων εκφάνσεων του λόγου, ζητώντας να φανερώσει την βαθύτερη συγγένεια όλων αυτών των διαφορετικών κατηγοριών, να αποδείξει  τη σχετικότητα και το διάτρητο των ειδολογικών περιχαρακώσεων, που χαρακτηρίζουν την λογοτεχνία και την γραμματολογία εν γένει.


***

Η καραντίνα είναι κατάσταση φυσιολογική. Εκτυλίσσεται δια βίου σε τετράγωνο χώρο. Συνήθως από ξύλο. Από την κούνια, στην κάσα, από το λίκνο στο κιβούρι, από τα γεννοφάσκια στα λαζαρώματα, από τα σπάργανα στο μνημούρι. Και το ταβάνι γίνεται πλάκα, πάντα μας έκρυβε τον ουρανό.

Στην απομόνωση κάτι περιμένεις. Να τερματιστεί αυτή η κατάσταση. Να επανέλθει η ομαλότητα της επικοινωνίας. Και δεν ξέρεις πως αυτός είναι ο κανόνας, η άγραφη συνθήκη στην πλάτη σου, που χρειάζονται δύο καθρέφτες να διαβάσεις. Και πάλι. Ή να να έχεις τον ειδικό, που διαβάζει όλες τις ωμοπλάτες και διαφεντεύει όλες τις γραφές. Μόνον όταν ξαπλώσεις τη σβήνει το στρώμα, τη σβήνει το χώμα. Ο ύπνος, ο μικρός σου θάνατος και η μεγάλη σου ελευθερία. 

[Βάλτερ Πούχνερ, «Καραντίνα»]

Βάλτερ Πούχνερ, Συνομιλίες στη χλόη



Η νέα ποιητική συλλογή του Βάλτερ Πούχνερ, έχει ως υπότιτλο «…εν τόπω φωτεινώ, εν τόπω χλοερώ, εν τόπω αναψύξεως…» από τη νεκρώσιμη ακολουθία, κι αυτό γιατί τα ποιήματά της αναφέρονται στην μυστική, αδιάρρηκτη σχέση νεκρών και ζωντανών, έρωτα και φύσης. Η χλόη, ως κλίνη των ερωτευμένων, είναι ο κοινός τόπος όπου συναντώνται το χώμα των τεθνεώτων και η ανοιξιάτικη βλάστηση που γιορτάζει τη ζωή· οι νεκροί συμμετέχουν σε αυτό το πανηγύρι της ζωής που θεμελιώνει το μέλλον, και διατηρούν πάντα στον κύκλο του γίγνεσθαι την οργανική τους θέση.

***

Σε τόπο χλοερό συζητάμε
ήσυχα και ήρεμα για τη ζωή
μες στην αχλή του χρόνου που κύλησε
με το μακάριο ύφος των τεθνεώτων

πενθούμε τους ζώντες σε τύρβη και δίνη γεγονότων
μέσα στα αίματα που δεν στεγνώνουν
σαν τη μελάνη των ποιητών.

[Βάλτερ Πούχνερ, «Οι διάλογοι της χλόης»]

Τρίτη 20 Απριλίου 2021

Giorgio Agamben, Η γυμνή ζωή και το εμβόλιο

φωτό: ΠΕΡΑ ΑΠΟ ΤΟ ΑΤΟΜΟ

 

πηγή: ΦΡΕΑΡ

[Άρθρο του Giorgio Agamben που δημοσιεύτηκε στις 16.4.2021 στο ηλεκτρονικό περιοδικό Quodlibet]


Μετάφραση: Αναστάσιος Θεοφιλογιαννάκος

Αρκετές φορές στις προηγούμενες παρεμβάσεις μου επικαλέστηκα τη μορφή της γυμνής ζωής. Μου φαίνεται, πράγματι, ότι η επιδημία δείχνει, πέρα από κάθε πιθανή αμφιβολία, πως η ανθρωπότητα δεν πιστεύει πια σε τίποτα εκτός από τη γυμνή ύπαρξη που πρέπει να διατηρηθεί ως τέτοια με οποιοδήποτε τίμημα. Η χριστιανική θρησκεία με τα έργα της αγάπης και του ελέους και με την πίστη της που οδηγεί μέχρι το μαρτύριο, η πολιτική ιδεολογία με την απροϋπόθετη αλληλεγγύη της, ως και η εμπιστοσύνη στην εργασία και στο χρήμα, φαίνεται ότι περνούν σε δεύτερη μοίρα αμέσως μόλις απειληθεί η γυμνή ζωή, ακόμα και με τη μορφή ενός κινδύνου του οποίου το στατιστικό μέγεθος είναι ασταθές και ηθελημένα απροσδιόριστο.

Ήρθε η ώρα να διευκρινιστεί το νόημα και η προέλευση αυτής της έννοιας. Γι’ αυτό είναι απαραίτητο να θυμόμαστε ότι ο άνθρωπος δεν είναι κάτι που μπορεί να οριστεί άπαξ δια παντός. Είναι μάλλον ο τόπος μιας συνεχώς ανανεούμενης ιστορικής απόφασης, η οποία κάθε φορά επαναπροσδιορίζει το όριο που χωρίζει τον άνθρωπο από το ζώο, αυτό που είναι ανθρώπινο στον άνθρωπο από αυτό που δεν είναι ανθρώπινο σε αυτόν και έξω από αυτόν. Όταν ο Λινναίος αναζητά το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό για τις ταξινομήσεις του που διαχωρίζει τον άνθρωπο από τα πρωτεύοντα θηλαστικά, αναγκάζεται να ομολογήσει ότι δεν το γνωρίζει και καταλήγει να θέσει δίπλα στο γενικό όνομα homo μόνο το παλιό φιλοσοφικό ρητό: nosce te ipsum, γνώθι σαυτόν, γνώρισε τον εαυτό σου. Αυτή είναι η έννοια του όρου sapiens που ο Λινναίος θα προσθέσει στη δέκατη έκδοση του έργου του «Σύστημα της φύσης»: ο άνθρωπος είναι το ζώο που πρέπει να αναγνωριστεί ανθρώπινο για να είναι άνθρωπος και επομένως πρέπει να διαιρέσει – να διαχωρίσει αποφασιστικά – το ανθρώπινο από αυτό που δεν είναι ανθρώπινο.

Ο μηχανισμός μέσω του οποίου αυτή η απόφαση εφαρμόζεται ιστορικά, μπορεί να ονομαστεί ανθρωπολογική μηχανή. Η μηχανή λειτουργεί αποκλείοντας τη ζωώδη ζωή από τον άνθρωπο και παράγοντας τον άνθρωπο μέσω αυτού του αποκλεισμού. Όμως, προκειμένου αυτή η μηχανή να μπορεί να λειτουργεί, είναι αναγκαίο ο αποκλεισμός να είναι επίσης μια ενσωμάτωση, ώστε μεταξύ των δύο πόλων — του ζώου και του ανθρώπου — να υπάρχει ένας διαρθρωτικός σύνδεσμος και ένα κατώφλι που τους χωρίζει και τους συνδέει ταυτόχρονα. Αυτός ο διαρθρωτικός σύνδεσμος είναι η γυμνή ζωή, δηλαδή, μια ζωή που δεν είναι ούτε κυριολεκτικά ζωώδης ούτε πραγματικά ανθρώπινη, αλλά στην οποία η απόφαση μεταξύ ανθρώπινου και μη ανθρώπινου εφαρμόζεται κάθε φορά. Αυτό το κατώφλι, το οποίο περνά αναγκαστικά μέσα από τον άνθρωπο, διαχωρίζοντας τη βιολογική από την κοινωνική ζωή του, είναι μια αφηρημένη και εικονική έννοια, που γίνεται εντούτοις πραγματική, ενσαρκούμενη κάθε φορά σε συγκεκριμένες ιστορικές μορφές και πολιτικά προσδιορισμένες: ο σκλάβος, ο βάρβαρος, ο homo sacer, τον οποίο ο καθένας μπορεί να φονεύσει χωρίς να διαπράξει έγκλημα, στον αρχαίο κόσμο· το enfant-sauvage, ο λυκάνθρωπος και ο homo alalus ως ο ελλείπων κρίκος μεταξύ της μαϊμού και του ανθρώπου, μεταξύ του Διαφωτισμού και του 19ου αιώνα· ο πολίτης στην κατάσταση εξαίρεσης, ο Εβραίος στο στρατόπεδο συγκέντρωσης, αυτός που βρίσκεται σε κωματώδη κατάσταση σε θάλαμο εντατικής θεραπείας και το σώμα που διατηρείται για την αφαίρεση οργάνων κατά τον 20ό αιώνα.

Ποια είναι η μορφή της γυμνής ζωής που εμφανίζεται σήμερα στη διαχείριση της πανδημίας; Δεν είναι τόσο ο άρρωστος, που, ωστόσο, απομονώνεται και αντιμετωπίζεται όπως ποτέ ένας ασθενής δεν έχει αντιμετωπιστεί στην ιστορία της ιατρικής· είναι, μάλλον, ο μολυσμένος ή – όπως ορίζεται με μια αντιφατική τυπική έκφραση – ο ασυμπτωματικός ασθενής, δηλαδή κάτι που κάθε άνθρωπος είναι δυνητικά, ακόμα και χωρίς να το γνωρίζει. Το όλο ζήτημα δεν αφορά τόσο την υγεία, όσο κυρίως τη ζωή, μια ζωή που δεν είναι ούτε υγιής ούτε άρρωστη, η οποία, ως τέτοια, ως δυνητικά παθογόνος, μπορεί να στερηθεί των ελευθεριών της και να υπόκειται σε απαγορεύσεις και ελέγχους κάθε είδους. Όλοι οι άνθρωποι, υπό αυτή την έννοια, είναι δυνητικά ασυμπτωματικοί άρρωστοι. Η μόνη ταυτότητα αυτής της ζωής, που κυμαίνεται μεταξύ αρρώστιας και υγείας, παρέχεται με το μοριακό τεστ και το εμβόλιο, τα οποία, όπως και το βάπτισμα μιας νέας θρησκείας, ορίζουν την ανεστραμμένη μορφή εκείνου που κάποτε λεγόταν ιθαγένεια. Το βάπτισμα δεν είναι πλέον ανεξίτηλο, αλλά αναγκαστικά προσωρινό και ανανεώσιμο, γιατί ο νέος πολίτης, ο οποίος πρέπει πάντα να επιδεικνύει το πιστοποιητικό του, δεν έχει πλέον αναφαίρετα και αναπαλλοτρίωτα δικαιώματα, αλλά μόνο υποχρεώσεις που πρέπει να καθορίζονται και να επανακαθορίζονται συνεχώς.

Γελάς - Αλέξανδρος Τζουγανάκης

https://www.youtube.com/watch?v=mi0KEHPhFG0

Αλέξανδρος Τζουγανάκης - Γελάς 

Μουσική: Χρυσόστομος Σταμούλης 
Στίχοι: Χρυσόστομος Σταμούλης 

Από το άλμπουμ «Γελάς» (ΑΡΜΟΣ 2020)

Την ενορχήστρωση υπογράφουν από κοινού οι Χρυσόστομος Σταμούλης, Δημήτρης Λάππας, Θάνος Σταυρίδης και Κωνσταντίνος Δημηνάκης (επιμέλεια εγχόρδων). 

Σκηνοθεσία: Αντώνης Morgan Κωνσταντουδάκης

℗ 2020 Armos Publication (Athens)

Γελάς
 
Πόσα χρόνια αντέχει η αγάπη 
Να φυλάει στα κρυφά ένα δάκρυ 
Να πεθαίνει πρωί στον αγέρα
Και το βράδυ ν’ ανθίζει ξανά 

Ο έρωτας σου ασήκωτη τρέλα 
Μαχαιριά που ρημάζει τη μέρα 
Ένα σώμα ριγμένο στη λάσπη 
Που αγκαλιάζει το φως τρυφερά 

Γελάς, γελάς, γελάς,
Με τυραννάς 
Γελάς, γελάς, γελάς
Με τυραννάς 

Ήσουν φλόγα στο χιόνι, θυμάσαι; 
Τον Δεκέμβρη ποιος ξέρει που θα ’σαι 
Αχ, ψυχή μου, σε πήρε το βράδυ
Σε ποια θάλασσα τώρα γυρνάς; 

Στο λιμάνι τις νύχτες μεθάω 
Σαν τρελός τα φεγγάρια ρωτάω 
Τον Ιούλη ο χρόνος ο κλέφτης 
Μήπως φέρει ξανά στην καρδιά 

Γελάς, γελάς, γελάς, 
Με τυραννάς 
Γελάς, γελάς, γελάς, 
Με τυραννάς

Σάββατο 17 Απριλίου 2021

Η ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΤΟΥ ΧΡ. ΣΤΑΜΟΥΛΗ ΣΤΗ Β.ΦΛΕΣΣΑ (14/4/2021)

https://www.youtube.com/watch?v=WmZ-df4sUbE

Συνέντευξη του καθηγητή Δογματικής και Συμβολικής Θεολογίας στο ΑΠΘ Χρυσόστομου Σταμούλη στη δημοσιογράφο Β. Φλέσσα (ΕΡΤ, 14/4/2021)

π. Γ. ΔΟΡΜΠΑΡΑΚΗΣ, ΚΥΡΙΑΚΗ Ε´ ΝΗΣΤΕΙΩΝ (ΟΣΙΑΣ ΜΑΡΙΑΣ ΤΗΣ ΑΙΓΥΠΤΙΑΣ)


"Τό αἷμα τοῦ Χριστοῦ...καθαριεῖ τήν συνείδησιν ὑμῶν ἀπό νεκρῶν ἔργων εἰς τό λατρεύειν Θεῷ ζῶντι" ( ῾Εβρ. 9, 14)


῾Η Κυριακή Ε´ Νηστειῶν ἀποτελεῖ τήν ἀπαρχή τῆς τελευταίας ἑβδομάδος τῆς Σαρακοστῆς. Τό Σάββατο τοῦ Λαζάρου σημαίνει τήν λήξη τῆς εὐλογημένης αὐτῆς περιόδου, ἐνῶ ἡ ἑπομένη, ἡ Κυριακή τῶν Βαΐων, θεωρεῖται τό ὅριο εἰσόδου στήν Μεγάλη ῾Εβδομάδα. Τά ἀναγνώσματα λοιπόν τῆς σημερινῆς ἡμέρας εἶναι εὐνόητο ὅτι ἀναφέρονται στήν σταυρική θυσία τοῦ Κυρίου, τό μέν εὐαγγελικό στήν προαναγγελία τοῦ Πάθους καί τῆς ᾽Αναστάσεως τοῦ Κυρίου ἀπό τόν ῎Ιδιο στούς μαθητές Του, (οἱ ὁποῖοι ἀδυνατοῦσαν νά κατανοήσουν τό τί τούς ἀποκαλύπτει), τό δέ ἀποστολικό ἀπό τήν πρός ῾Εβραίους ἐπιστολή στό σωτηριῶδες ἀποτέλεσμα πού ἔφερε τό αἷμα τοῦ Κυρίου ἐπί τοῦ Σταυροῦ, τήν κάθαρση τῆς συνείδησης τῶν ἀνθρώπων, ὥστε νά μποροῦν νά λατρεύουν τόν ζωντανό καί ἀληθινό Θεό. "Τό αἷμα τοῦ Χριστοῦ...θά καθαρίσει τή συνείδησή μας ἀπό τά ἔργα πού ὁδηγοῦν στόν θάνατο, ἔτσι ὥστε να μποροῦμε νά λατρεύουμε τόν ἀληθινό Θεό"

1. ῾Η λατρεία τοῦ ζωντανοῦ Θεοῦ εἶναι λοιπόν κατά τόν ἀπόστολο τό ἀποτέλεσμα τῆς σταυρικῆς θυσίας τοῦ Κυρίου. Αὐτό πού δέν μποροῦσε νά πράξει ὁ ἄνθρωπος μέχρι τόν ἐρχομό ᾽Εκείνου, νά δεῖ καί νά λατρεύσει τόν ἀληθινό Θεό, λόγω τῆς ἁμαρτίας πού ὡς φράγμα εἶχε τεθεῖ μεταξύ αὐτοῦ καί τοῦ Δημιουργοῦ του, γίνεται πραγματικότητα μέ τήν ἐνανθρώπηση τοῦ Κυρίου, κατεξοχήν δέ μέ τό Πάθος Του ἐπί τοῦ Σταυροῦ, (Γέννηση καί Σταυρός εἶναι ἄμεσα συνδεδεμένα), ἐπί τοῦ ῾Οποίου ῾αἴρει τήν ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου᾽, ῾καταργεῖ τό σῶμα τῆς ἁμαρτίας ἐν τῇ σαρκί Αὐτοῦ᾽ καί συνεπῶς καταλάσσει, συμφιλιώνει τόν ἄνθρωπο μέ τόν Θεόν Πατέρα. ῾Ο ἄνθρωπος πιά ἐν Χριστῷ, ἐνσωματωμένος σέ ᾽Εκεῖνον, μπορεῖ νά σχετιστεῖ μέ τόν Θεό, μπορεῖ δηλαδή ἐν Πνεύματι ἁγίῳ νά κράξει ῾ἀββᾶ, ὁ Πατήρ᾽, νά πεῖ τόν Θεό ῾Πατέρα᾽, ἔχοντας παρρησία ἐνώπιόν Του, γιατί καθάρισε τήν ζοφωμένη εἰκόνα Αὐτοῦ στήν συνείδησή του ὁ ἴδιος ὁ Κύριος, συνεπῶς ἄνοιξε ἐκ νέου τόν ἀπαρχῆς προορισμό τοῦ ἀνθρώπου, τήν ὁμοίωσή του μέ τόν Θεό.

Κι εἶναι τοῦτο ἡ βασικότερη ἀλήθεια τῆς πίστεώς μας, ἡ ὁποία ἀπό τήν μία τονίζει τόν ἀπόλυτο καί μοναδικό χαρακτήρα τῆς ἐν Χριστῷ σωτηρίας - ῾οὐκ ἔστιν ἐν ἄλλῳ οὐδενί ἡ σωτηρία᾽, καί: ῾᾽Εγώ εἰμι ἡ θύρα,  δι᾽ ἐμοῦ ἐάν τις εἰσέλθῃ σωθήσεται᾽ -  ἀπό τήν ἄλλη ἐνῶ ἀναγνωρίζει τά θετικά στοιχεῖα τῆς κάθε θρησκείας ὡς ἀναζήτησης τοῦ ἐσκοτισμένου ἀνθρώπου πρός εὕρεση τοῦ Θεοῦ, θεωρεῖ ὅτι οἱ θρησκεῖες ὁδηγοῦν τούς ἀνθρώπους τελικῶς σέ ἀδιέξοδο, διότι λατρεύουν ῾δαιμονίοις καί οὐ Θεῷ᾽, ἤ τά ἀποθεωμένα ἀπό τούς ἀνθρώπους ψεκτά πάθη τους. Κατά τόν λόγο τοῦ ἴδιου τοῦ Κυρίου ῾πάντες ὅσοι ἦλθον πρό ἐμοῦ κλέπται εἰσί καί λησταί᾽, συνεπῶς ὁ βόρβορος τῶν παθῶν τοῦ ἀνθρώπου ἐξακολουθεῖ καί ὑφίσταταται σ᾽ αὐτόν, μέχρις ὅτου βρεῖ τόν Κύριο καί καθαριστεῖ ἀπό τό Πνεῦμα Του.

2. Κι εἶναι γνωστό βεβαίως ὅτι μιλώντας γιά κάθαρση τῆς συνειδήσεως ὡς ἀποτέλεσμα τῆς σταυρικῆς θυσίας τοῦ Κυρίου ἐννοοοῦμε τήν ἐπί προσωπικοῦ ἐπιπέδου βίωσή της, ἡ ὁποία προϋποθέτει τήν ἔνταξη τοῦ πιστοῦ στό σῶμα τοῦ Χριστοῦ τήν ᾽Εκκλησία. Θέλουμε νά ποῦμε ὅτι βεβαίως ὁ Κύριος ὡς ὁ ἐνανθρωπήσας Θεός ῾ἦρε τήν ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου᾽ ἐπί τοῦ Σταυροῦ, λυτρώνοντας τόν ἄνθρωπο σέ ἕνα γενικό ἐπίπεδο, ὅμως ἡ ἐνεργοποίηση τῆς λύτρωσης αὐτῆς γιά τόν κάθε ἄνθρωπο μεμονωμένα πραγματοποιεῖται ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἐνσωματωθεῖ στόν Χριστό μέ τήν δύναμη τοῦ ἁγίου Πνεύματος διά τοῦ ἁγίου βαπτίσματος καί τοῦ ἁγίου χρίσματος. ῞Οποια δωρεά λοιπόν ἀπέρρευσε ἀπό τόν Σταυρό, αὐτή γίνεται μεθεκτή στόν πιστό προσωπικά μέ τά παραπάνω μυστήρια, ἐνῶ ἐπεκτείνεται καί ἐπαυξάνεται κάθε φορά πού ὁ πιστός ἐν μετανοίᾳ μετέχει στό σῶμα καί τό αἷμα τοῦ Κυρίου μέ τό μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας. Κι αὐτό θά πεῖ ὅτι ἡ σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου ἐκτός ἀπό χριστολογικό, ἔχει σαφῶς καί ἐκκλησιολογικό χαρακτήρα.

3. ῎Ετσι ἡ κάθαρση τῆς συνειδήσεως ὡς ἀπαλλαγή ἀπό τήν ἀναγκαστική φορά πρός τήν ἁμαρτία - ὅ,τι ὀνομάζουμε συνέχεια τοῦ προπατορικοῦ ἁμαρτήματος καί τῆς φθορᾶς συνεπῶς πού φέρνει αὐτό – θεωρεῖται ὅρος γιά νά σχετίζεται ὁ ἄνθρωπος μέ τόν Θεό. Θεός καί βρώμικη συνείδηση ἐκ τῶν πραγμάτων εἶναι πραγματικότητες ἀσυμβίβαστες. ῾Ο ἀπόλυτα καθαρός Θεός ἐπαναπαύεται μόνο στήν καθαρή ἀπό τίς ἁμαρτίες συνείδηση τῶν ἁγίων Του.  Κι αὐτό σημαίνει ὅτι ναί μέν καθαρίστηκε ἅπαξ ἡ συνείδηση τοῦ ἀνθρώπου διά τοῦ μυστηρίου τοῦ βαπτίσματος, διά τοῦ ὁποίου ὅπως εἴπαμε γεύεται ὁ ἄνθρωπος τήν δωρεά τῆς ἀπαλλαγῆς ἀπό τήν ἁμαρτία ἐν τῷ αἵματι τοῦ Κυρίου, ὅμως ἐλλοχεύει ἀδιάκοπα ὁ κίνδυνος στήν ζωή αὐτή ἐκπτώσεως καί πάλι στήν ἁμαρτία καί συνεπῶς ἀμαυρώσεως τῆς συνειδήσεως. ῾Η λήθη δυστυχῶς, ἡ λησμονιά δηλαδή τῶν δωρεῶν τῆς πίστεως, εἶναι ἡ μόνιμη ἀπειλή γιά τό μέλος τοῦ Χριστοῦ. Λίγο νά μήν προσέξει ὁ πιστός ἐκπίπτει ἀπό τό ὕψος τῆς θέσης του ὡς προέκτασης τοῦ Χριστοῦ καί φανέρωσής Του μέσα στόν κόσμο, πολύ περισσότερο μάλιστα ὅταν εἶναι δεδομένη καί ἡ ἐναντίωση σέ αὐτόν τοῦ πονηροῦ διαβόλου, πού κατά τόν ἀπόστολο Πέτρο ῾ὡς λέων ὠρυόμενος περιπατεῖ ζητῶν τίνα καταπίῃ᾽.  

῾Η καθαρή συνείδηση λοιπόν ἐνῶ θεωρεῖται κάτι δεδομένο γιά τόν πιστό λόγω τοῦ ἁγίου βαπτίσματος, ἀποτελεῖ ταυτοχρόνως  καί ἕνα μόνιμο ζητούμενο. Κι αὐτό τό ζητούμενο συνιστᾶ αὐτό πού ὀνομάζεται πνευματική καί ἀσκητική ζωή στήν ᾽Εκκλησία. Μέ ἄλλα λόγια ὅλη ἡ προσπάθεια τοῦ πιστοῦ χριστιανοῦ ἀφότου ἐνσωματώθηκε στήν ᾽Εκκλησία εἶναι πῶς θά διακρατήσει τήν καθαρότητα τῆς συνειδήσεώς του, πῶς δηλαδή θά διακρατήσει τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ πού τοῦ δόθηκε στό βάθος τῆς καρδιᾶς του, ὥστε νά ζεῖ τήν παρουσία τοῦ Θεοῦ, νά λατρεύει τόν ζωντανό Θεό κατά τήν ἀρχική διατύπωση τοῦ ἀποστόλου.

4. Κι ἐννοεῖται ὅτι μιλώντας μέ τόν τρόπο αὐτόν γιά τήν συνείδηση τοῦ πιστοῦ,  ἀπό τήν καλή ἤ τήν κακή κατάσταση τῆς ὁποίας ἐξαρτᾶται ἡ παρουσία τοῦ Θεοῦ στήν ὕπαρξή του, τήν κατανοοῦμε μέ τήν πνευματική της διάσταση. Δέν ἐννοοῦμε δηλαδή ὡς συνείδηση μόνο τήν ψυχολογική ἐκδοχή της: τήν αἴσθηση καί  ἐπίγνωση γιά παράδειγμα τοῦ ἑαυτοῦ ὡς ξεχωριστῆς ὀντότητος στόν κόσμο, διότι ναί μέν ἡ ἐκδοχή αὐτή εἶναι αὐτονόητα δεκτή, δέν εἶναι ὅμως ἐπαρκής γιά τήν θεολογία τῆς ᾽Εκκλησίας μας. Γιά τήν ᾽Εκκλησία μας ἡ συνείδηση θεωρήθηκε ἐξαρχῆς τῆς δημιουργίας παράλληλα μέ τήν φύση τό σκαλοπάτι πού ὁδηγεῖ σέ εὕρεση τοῦ Θεοῦ. ῞Οπως δηλαδή διά τῆς φύσεως ὁδηγούμαστε σέ δοξολογία τοῦ Θεοῦ, ἔτσι καί μέ τήν συνείδηση: δόθηκε στόν ἄνθρωπο ἀπό τόν Θεό γιά νά μπορεῖ νά στήνει τήν σχέση του μέ ᾽Εκεῖνον. ῾Δύο διδάσκαλοι γεγόνασιν ἡμῖν ἐξαρχῆς, ἡ κτίσις καί τό συνειδός᾽ κατά τόν ἀββᾶ Δωρόθεο.

Γιά νά πεῖ ὁ ἴδιος βιβλικοπατερικά πιό συγκεκριμένα: ῾῞Οταν ὁ Θεός ἔπλασε τόν ἄνθρωπο, ἔσπειρε μέσα του κάτι τό θεῖο, ἕναν ζωηρό καί φωτεινό λογισμό πού ἦταν σάν σπινθήρας, φώτιζε τόν νοῦ καί τοῦ ἔδειχνε νά διακρίνει τό καλό καί τό κακό. Τοῦτο καλεῖται συνείδηση, πού εἶναι ὁ φυσικός νόμος. Αὐτόν τόν νόμο, δηλαδή τήν συνείδηση, ἀκολουθώντας οἱ πατριάρχες καί ὅλοι οἱ ἅγιοι πρίν ἀπό τόν γραπτό νόμο εὐαρέστησαν τόν Θεό. ῞Οταν αὐτή καταχώθηκε καί καταπατήθηκε ἀπό τούς ἀνθρώπους προοδευτικῶς διά τῆς ἁμαρτίας, χρειαστήκαμε τόν γραπτό νόμο, χρειαστήκαμε τούς ἁγίους προφῆτες, χρειαστήκαμε τήν ἴδια τήν ἐπιδημία τοῦ Δεσπότη μας ᾽Ιησοῦ Χριστοῦ γιά νά τήν ξεσκεπάσει καί νά τήν ἀνοικοδομήσει, γιά νά ἀναζωογονήσει ἐκεῖνον τόν καταχωσμένο σπινθήρα διά τῆς φυλάξεως τῶν ἁγίων ἐντολῶν του. Στό χέρι μας λοιπόν εἶναι τώρα πιά ἤ νά τήν καταχώσουμε πάλι ἤ νά τήν ἀφήσουμε νά λάμπει καί νά μᾶς φωτίζει, ἐάν πειθόμαστε σ᾽ αὐτήν...῎Ας προσπαθήσουμε λοιπόν νά φυλάξουμε τήν συνείδησή μας, ὅσο εἴμαστε σ᾽ αὐτόν τόν κόσμο, χωρίς νά τῆς δώσουμε χῶρο νά μᾶς ἐλέγξει γιά κάτι, χωρίς νά τήν καταπατοῦμε σέ κάτι, ἀκόμη κι ἄν εἶναι ἐλάχιστο. Διότι γνωρίζετε ὅτι ἀπό τά μικρά αὐτά καί θά λέγαμε εὐτελῆ ἐρχόμαστε στήν καταφρόνηση καί τῶν μεγάλων᾽.

Νά λατρεύουμε σωστά τόν ἀληθινό Θεό μας. Δηλαδή νά ζοῦμε σωστά τήν ἐκκλησιαστική καί μυστηριακή ζωή. ᾽Αλλά μέ παράλληλο ἀγώνα ἐπιμέλειας τῆς συνειδήσεώς μας: ῾ὡς πρός τόν Θεό, ὡς πρός τόν συνάνθρωπο, ὡς πρός τά πράγματα᾽ (ἀββᾶς Δωρόθεος), πού σημαίνει ἀγώνα πάνω στήν ὁδό τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ καί στήν μετάνοια. Χωρίς τόν ἀγώνα αὐτόν ἡ συνείδηση δέν μᾶς μιλᾶ, ἤ κι ἄν μᾶς μιλᾶ, καθοδηγεῖ λανθασμένα.  Αὐτήν τήν μετάνοια ὡς διαρκές πνευματικό βίωμα πού καθαρίζει τήν συνείδησή μας  προβάλλει πάντοτε ἡ ᾽Εκκλησία μας, κατεξοχήν  σήμερα μέ τό συγκλονιστικό παράδειγμα τῆς ὁσίας Μαρίας τῆς Αἰγυπτίας. Μέσα στήν ἀσωτία βουτηγμένη αὐτή ἐπί δεκαετίες, ἀνταποκρίθηκε στήν κλήση μετανοίας τοῦ Θεοῦ, ἐπιμελήθηκε τήν συνείδησή της, τήρησε τίς ἐντολές τοῦ Χριστοῦ, κοινώνησε τῶν ἀχράντων μυστηρίων, γι᾽ αὐτό καί ἀναδείχθηκε σέ ἐξαίρετο μέλος τῆς ᾽Εκκλησίας πού λατρεύει ἀέναα πιά τόν ζωντανό Θεό καί πρεσβεύει καί γιά ἐμᾶς.


http://pgdorbas.blogspot.com/2021/04/blog-post_17.html

Τετάρτη 14 Απριλίου 2021

π. Δ. ΜΠΟΚΟΣ, Η ΠΡΕΣΒΕΙΑ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ



«Χαίρε δεκτόν πρεσβείας θυμίαμα»

Οι Χαιρετισμοί είναι ένας μεγαλόπνοος ύμνος προς την Παναγία. Την υμνούμε με τα λαμπρότερα λόγια της ανθρώπινης γλώσσας για την ανεπανάληπτη ωραιότητα που περιβάλλει την υπέροχη μορφή της. Ανάμεσα στα πολλά εγκώμια, που ο ποιητής του Ακαθίστου Ύμνου απευθύνει στο πρόσωπό της, είναι και ο στίχος: «Χαίρε δεκτόν πρεσβείας θυμίαμα».

Η Παναγία είναι ο μεγάλος πρέσβυς μας μπρος στον Θεό. Η πρεσβεία της για τον κόσμο είναι αδιάκοπη. Και ευχαρίστως ευπρόσδεκτη από τον Θεό. Σαν το ευωδιαστό θυμίαμα. Γιατί ο Θεός δέχεται τόσο ευχάριστα την πρεσβεία της Παναγίας;

Αναφέρεται πως ο σοφός Σολομώντας, βασιλιάς του Ισραήλ, με τον μοναδικό πλούτο και τη δύναμη που είχε αποκτήσει, έστησε για τον εαυτό του στο παλάτι του ένα χρυσό και ψηλό θρόνο. Γύρω απ’ αυτόν δορυφορούσαν οι φρουροί του. Όποιος ήθελε να μιλήσει στον βασιλιά, είχε δικαίωμα να πλησιάσει μόνο μέχρι τα έξι μέτρα από τον θρόνο. Όχι περισσότερο. Μια μέρα μπαίνει αναπάντεχα στην αίθουσα του θρόνου η μητέρα του. Όπως ήταν καθιερωμένο, στέκεται στα έξι μέτρα απ’ τον βασιλιά και αρχίζει να τον παρακαλεί για κάποιο ζήτημα. Τότε ο Σολομώντας σηκώνεται αμέσως από τον θρόνο του και την καλεί να πλησιάσει κοντά του.

- Εσύ είσαι η μάνα μου, της λέγει, η σεβαστή και μοναδική μάνα μου. Για σένα δεν υπάρχει καμμιά απαγόρευση. Ανέβα στον θρόνο και ζήτησέ μου ό,τι θέλεις. Εσύ δεν είσαι σαν τον λαό μου και τους υπηκόους μου. Στις προσταγές σου είναι και ο βασιλιάς. Μη διστάζεις, μίλα ελεύθερα.

Αν ο σοφός Σολομώντας τίμησε τόσο τη μητέρα του, ο Βασιλιάς των Ουρανών, ο Θεός, ήταν δυνατόν να μην τιμήσει τη δική του μητέρα, την Παναγία; Αυτός που έδωσε τον νόμο: «Τίμα τον πατέρα σου και την μητέρα σου», που μερίμνησε για την Παναγία ακόμα και κατά την τελευταία του στιγμή πάνω στον Σταυρό και την παρέδωσε στον μαθητή του Ιωάννη να τη φροντίζει, συνέχισε και στον ουρανό να την τιμά και να τη δοξάζει. Έφτιαξε θρόνο υψηλό στον ουρανό και την έβαλε να καθίσει στα δεξιά του. «Παρέστη η βασίλισσα εκ δεξιών σου εν ιματισμώ διαχρύσω περιβεβλημένη, πεποικιλμένη» (Ψαλμ. 44, 10). Η Παναγία έγινε Βασίλισσα των αγγέλων, κάθεται πλάι στον Υιό της και του μιλάει συνέχεια για τα υπόλοιπα τέκνα της, τους ανθρώπους. Πρεσβεύει, μεσιτεύει για μας.

Και ο Χριστός; Ακούει τη μητέρα του; Έχει αξία η πρεσβεία της; Ή μάταια τον παρακαλεί;

Λέγει ο φωτισμένος διδάσκαλος του γένους μας Ηλίας Μηνιάτης:

- Σ’ όλους τους αγίους μπορεί ο Θεός να πει κάποτε όχι. Μόνο ένας άνθρωπος υπάρχει, στον οποίο ο Θεός δεν λέγει ποτέ όχι. Η Παναγία. Γιατί στους αγίους λέγει: Έχετε χρέος να παρακαλείτε. Ενώ στην Παναγία λέγει: Εσύ έχεις τη χάρη να ζητάς. Άλλο το χρέος κι άλλο η χάρη. Η Παναγία είναι πάνω απ’ όλους τους αγίους. Οι άλλοι άγιοι είναι απλώς δούλοι του Θεού. Η Παναγία είναι η μάνα του Θεού. Όλοι οι άλλοι είναι υπηρέτες του Θεού κι έχουν χρέος να παρακαλούν. Ενώ η Παναγία είναι η μητέρα του Θεού και, χωρίς να παρακαλέσει, έχει το δικαίωμα και τη δύναμη να κάνει όποιο θαύμα θέλει.

Λοιπόν; Όχι μόνο ακούει τις πρεσβείες της μητέρας του ο Χριστός, μα της έχει δώσει το ελεύθερο να ζητάει ό,τι θελήσει.

Κι εμείς; Έχουμε καταλάβει τί σημαίνει για μας η Παναγία; Εμπιστευόμαστε τη ζωή μας στα χέρια της; Αξιοποιούμε τη μεγάλη δωρεά να την έχουμε μεσίτρια μπροστά στον Θεό; Και μάνα μας;

Εκείνη μας θεωρεί παιδιά της. Μας θέλει κοντά της. Όχι μόνο για να της υποβάλλουμε τα αιτήματά μας. Αλλά κυρίως για να βλέπουμε την αγία ζωή της. Και να βαδίζουμε στα ίχνη της. Κατά τη μάνα, να γίνονται και τα παιδιά της. Αυτή θα ’ταν η μεγαλύτερη τιμή που θα μπορούσαμε να της κάνουμε.

Κι αυτή σαν μάνα θα κάνει σίγουρα το καλύτερο για τα παιδιά της. Θα καίει πάντα το ευωδιαστό θυμίαμα των πρεσβειών της για μας μπροστά στον θρόνο του Θεού. Ας μη σταματήσουμε λοιπόν ποτέ να της φωνάζουμε:

«Χαίρε δεκτόν πρεσβείας θυμίαμα».

«Παναγία Δέσποινα Θεοτόκε, πρέσβευε υπέρ ημών των αμαρτωλών».

Η Χάρη της και η ευχή της πάντοτε να μας ακολουθούν!

Παρασκευή Ακαθίστου

4 Απριλίου 2008

Ανθολόγιον 263: Terry Eagleton





(...) Τα σπορ περιέχουν αφοσίωση στη φυλή, αντιπαλότητες μεταξύ φυλών, συμβολικές τελετές, φανταστικούς θρύλους, ήρωες-είδωλα, επικές μάχες, αισθητική ομορφιά, σωματική και πνευματική ικανοποίηση, εντυπωσιακό θέαμα και μια βαθιά αίσθηση του ανήκειν. Επίσης το αίσθημα αλληλεγγύης και φυσικής εγγύτητας που η τηλεόραση δεν μπορεί να προσφέρει. Χωρίς αυτές τις αξίες, σίγουρα, πολλές ζωές θα ήταν κενές. Τα σπορ, και όχι η θρησκεία, είναι τώρα το όπιο των λαών. (...)

 

Terry Eagleton, Το νόημα της ζωής, εκδόσεις Θύραθεν, Θεσσαλονίκη 2015, σελ. 49.

Πέμπτη 8 Απριλίου 2021

Φώτης Σχοινᾶς: Cur Deus homo? Τό ἀπροϋπόθετον καί τό ἐμπροϋπόθετον τῆς θείας Σαρκώσεως

πηγή: ΑΝΤΙΦΩΝΟ



1. Εἰσαγωγικές παρατηρήσεις

Ἕνα θεολογικό ζήτημα πού ἔχει ἀπασχολήσει τούς θεολόγους τῆς Ἐκκλησίας ἀνά τούς αἰῶνες εἶναι ἄν ἡ Σάρκωση τοῦ Θεοῦ εἶχε ὡς προϋπόθεση τήν πτώση καί σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου ἤ ἦταν ἀνεξάρτητη ἀπό τήν πτώση καί θά γινόταν οὕτως ἤ ἄλλως. Μέ ἄλλα λόγια ἡ ἐναθρώπηση τοῦ Θεοῦ ἦταν μία «ὑστερογενής» τῆς ἀνθρωπίνης πτώσεως κίνηση τοῦ Θεοῦ πού ἀποσκοποῦσε στή λύτρωση καί σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου ἤ ἀποτελοῦσε τόν πρωταρχικό σκοπό τῆς δημιουργίας ἀνεξαρτήτως τῆς ἀνθρωπίνης πτώσεως; Οἱ θεολόγοι τῆς Ἐκκλησίας ὑπεστήριξαν καί τίς δύο θέσεις, καί τό ἀπροϋπόθετον καί τό ἐμπροϋπόθετον τῆς θείας Σαρκώσεως. Ἄλλοι ὑπεστήριξαν ὅτι ἡ ἐνανθρώπιση ἦταν ἀπροϋπόθετη καί ἄλλοι ἐμπροϋπόθετη, ὀφειλομένη ἀλλά καί ἀποβλέπουσα στή σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου. Στήν παροῦσα ἐργασία θά ἐξετάσουμε διά βραχέων καί τίς δύο ἀπόψεις.

Τό ἀπροϋπόθετον τῆς θείας ἐνανθρωπήσεως

Ἀπό τούς Ἐκκλησιαστικούς Πατέρες ὁ πρῶτος πού ὑπεστήριξε σαφῶς καί ἐναργῶς τό ἀπροϋπόθετον τῆς ἐνανθρωπίσεως τοῦ Θεοῦ εἶναι ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής. Γράφει λοιπόν ὁ ἅγιος Μάξιμος: «Τό τοῦ Χριστοῦ μυστήριον…τοῦτο προδήλως ἐστίν ἄρρητός τε καί ἀπερινόητος θεότητός τε καί ἄνθρωπότητος καθ᾿ ὑπόστασιν ἕνωσις…Τοῦτό ἐστι τό μέγα καί ἀπόκρυφον μυστήριον. Τοῦτό ἐστιν ὁ τῆς ἀρχῆς τῶν ὄντων προεπινοούμενος θεῖος σκοπός, ὅν ὅρίζοντες εἶναί φαμεν, “προεπινοούμενον τέλος, οὗ ἕνεκα μέν πάντα, αὐτό δέ οὐδενός ἕνεκα”. Πρός τοῦτο τό τέλος ἀφορῶν, τάς τῶν ὄντων ὁ Θεός παρήγαγε οὐσίας. Τοῦτο κυρίως ἐστί τό τῆς προνοίας καί τῶν προνοουμένων πέρας, καθ’ὅ εἰς τόν Θεόν ἡ τῶν ὑπ’ αὐτοῦ πεποιημένων ἐστίν ἀνακεφαλαίωσις. Τοῦτό ἐστι τό πάντας περιγράφον τούς αἰῶνας καί τήν ὑπεράπειρον καί ἀπείρως προϋπάρχουσαν τῶν αἰώνων μεγάλην τοῦ Θεοῦ βουλήν ἐκφαῖνον μυστήριον, ἧς γέγονεν ἄγγελος αὐτός ὁ κατ’οὐσίαν τοῦ Θεοῦ Λόγος γενόμενος ἄνθρωπος, καί αὐτόν, εἰ θέμις εἰπεῖν, τόν ἐνδότατον πυθμένα τῆς πατρικῆς ἀγαθότητος φανερόν καταστήσας καί τό τέλος ἐν αὐτῷ δείξας, δι’ὅ τήν πρός τό εἶναι σαφῶς ἀρχήν ἔλαβον τά πεποιημένα. Διά γάρ τόν Χριστόν, ἤγουν τό κατά Χριστόν μυστήριον, πάντες οἱ αἰῶνες καί τά ἐν αὐτοῖς τοῖς αἰῶσιν, ἐν Χριστῷ τήν ἀρχήν τοῦ εἶναι καί τό τέλος εἰλήφασιν.». Μετάφραση  (Ἰγνατίου Σακαλῆ): «Τό μυστήριο τοῦ Χριστοῦ…Αὐτό εἶναι ὁλοφάνερα ἡ ἄρρητη καί ἀκατάληπτη ὑποστασιακή ἕνωση τῆς θεότητας καί τῆς ἀνθρωπότητας…Αὐτό εἶναι τό μεγάλο καί ἀπόκρυφο μυστήριο. Αὐτό εἶναι τό μακάριο τέλος γιά τό ὁποῖο ἔχουν γίνει ὅλα. Αὐτός εἶναι ὁ θεῖος σκοπός πού προεπινοήθηκε πρίν ἀπό τήν ἀρχή τῶν ὄντων, πού ὁρίζοντάς τον μποροῦμε νά τόν ποῦμε ῾προεπινοούμενο τέλος᾿, γιά χάρη τοῦ ὁποίου ἔγιναν τά πάντα κι αὐτό γιά χάρη κανενός. Σ᾿ αὐτό τό τέλος ἀτενίζοντας δημιούργησε ὁ Θεός τίς οὐσίες τῶν ὄντων. Αὐτό εἶναι κυρίως τό πέρας τῆς πρόνοιας καί ἐκείνων πού ἡ πρόνοια προνοεῖ, σύμφωνα μέ τό ὁποῖο γίνεται ἡ ἐπανασυναγωγή στό Θεό ὅλων τῶν ποιημάτων του. Αὐτό εἶναι τό μυστήριο πού περικλείει ὅλους τούς αἰῶνες καί φανερώνει τήν ὑπεράπειρη καί πού ἄπειρες φορές ἀπείρως προϋπάρχει ἀπό τούς αἰῶνες μεγάλη βουλή τοῦ Θεοῦ, τῆς ὁποίας βουλῆς ἀγγελιοφόρος ἔγινε ὁ ἴδιος ὁ σύμφωνος μέ τήν οὐσία τοῦ Θεοῦ Λόγος ὅταν ἔγινε ἄνθρωπος, καί φανέρωσε, ἄν μοῦ ἐπιτρέπεται νά πῶ, τόν ἴδιο τόν βαθύτερο πυθμένα τῆς Πατρικῆς ἀγαθότητας κι ἔδειξε μέσα σ’αὐτόν τό τέλος, πού γιά χάρη του τά δημιουργήματα ἔλαβαν σαφῶς τήν ἀρχή τῆς ὕπαρξής τους. Γιατί γιά τόν Χριστό, δηλαδή γιά τό μυστήριο κατά Χριστό, ὅλοι οἱ αἰῶνες καί ὅλα ὅσα περιέχουν ἔχουν λάβει τήν ἀρχή καί τό τέλος τοῦ εἶναι τους».[1] Σύμφωνα μέ τόν ἅγιο Μάξιμο ὁ Χριστός, τό μυστήριον τό κατά Χριστόν, πού εἶναι ἡ ἔνωση τῆς θεότητος καί τῆς ἀνθρωπότητος, τῆς ἄκτιστης καί τῆς κτιστῆς φύσεως σέ μία ὑπόσταση/πρόσωπο, εἶναι ὁ πρῶτος καί ὁ ἔσχατος σκοπός, γιά τόν ὁποῖον δημιουργήθηκε ὁλόκληρη ἡ κτίση. Εἶναι ὁ πρωταρχικός καί ὁ ἔσχατος σκοπός γιά τόν ὁποῖον ἔγιναν τά πάντα, αὐτός δέ γιά κανένα ἄλλο σκοπό πέρα ἀπό αὐτόν τόν ἴδιο. Σ’αὐτό τόν ὕψιστο σκοπό ἀποβλέποντας ὁ Θεός δημιούργησε ὅλες τίς κτιστές οὐσίες. Αὐτός ὁ σκοπός, δηλαδή ἡ ἕνωση τοῦ κτίστη καί τῶν κτισμάτων σ’ἕνα πρόσωπο/ὑπόσταση φανερώνει τόν βαθύτερο πυθμένα τῆς ἀγαθότητος τοῦ Θεοῦ. Ὅλα ὅσα ὑπάρχουν, λέγονται καί νοοῦνται ἔλαβαν τήν ὕπαρξη γι’αὐτό τό σκοπό, τό μυστήριο τοῦ Χριστοῦ. Βλέπουμε ἑπομένως ὅτι κατά τόν θεῖο Μάξιμο ἡ ἐνανθρώπηση τοῦ Υἱοῦ καί Λόγου τοῦ Θεοῦ εἶναι ἀπροϋπόθετη: γι’αὐτήν ἔγιναν τά πάντα, αὐτή δέ γιά τίποτε ἄλλο πέρα ἀπό αὐτή τήν ἴδια.

Σημειωτέον ὅμως ὅτι ὁ μακαριστός, κορυφαῖος δογματολόγος Ἀνδρέας Θεοδώρου προσκομίζει ἀρκετά χωρία ἀπό τό ἔργο τοῦ ἱεροῦ Μαξίμου, τά ὁποῖα συνηγοροῦν ὑπέρ τῆς ἐμπροϋποθέτου ἐνανθρωπίσεως τοῦ Θεοῦ Λόγου[2]. Γιά τήν τελική ἄποψη τοῦ Ἀ. Θεοδώρου θά ἀναφερθοῦμε παρακάτω.

Ἐπίσης καί ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς ὑποστηρίζει τό ἀπροϋπόθετον τῆς σαρκώσεως τοῦ Θεοῦ. Γράφει σχετικά (μετάφραση Παναγιώτη Χρήστου): «Μέ τό νά εἰπῆ δέ ὁ Πατήρ ἀπό ἄνω περί τοῦ βαπτισθέντος κατά σάρκα “οὗτος ἐστιν ὁ Υἱός μου ὁ ἀγαπητός, ἐν ᾦ εὐδόκησα”, ἔδειξε ὅτι ὅλα ἐκεῖνα τά ἄλλα πού ἐλέχθηκαν πρωτύτερα διά τῶν προφητῶν, οἱ νομοθεσίες, οἱ ἐπαγγελίες, οἱ υἱοθεσίες, ἦσαν ἀτελῆ καί δέν ἐλέχθηκαν οὔτε ἐτελέσθηκαν σύμφωνα μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ ἐπί τούτου, ἀλλά ἀπέβλεπαν πρός τόν τωρινό σκοπό καί διά τοῦ τελεσθέντος τώρα ἐτελειώθηκαν κι ἐκεῖνα. Καί τί περιορίζομαι στίς διά τῶν προφητῶν νομοθεσίες, τίς ἐπαγγελίες, τίς υἱοθεσίες; Διότι καί ἡ κατά τήν ἀρχή θεμελίωσις τοῦ κόσμου πρός τοῦτον ἔβλεπε, τόν κάτω μέν βαπτιζόμενο ὡς υἱό ἀνθρώπου, ἀπό ἐπάνω δέ μαρτυρούμενο ἀπό τό Θεό ὡς μόνο ἀγαπητό Υἱό, καί γιά τόν ὁποῖο ἔγιναν τά πάντα καί διά τοῦ ὁποίου ἔγιναν τά πάντα, ὅπως λέγει ὁ ἀπόστολος. Ἐπομένως καί ἡ ἐξ ἀρχῆς παραγωγή τοῦ ἀνθρώπου γι’αὐτόν ἔγινε, ἀφοῦ ἐπλάσθηκε κατά εἰκόνα Θεοῦ, γιά νά μπορέση κάποτε νά χωρέση τό ἀρχέτυπο∙ καί ὁ νόμος στόν παράδεισο γι’αὐτόν ἐδόθηκε ἀπό τόν Θεό∙ διότι δέν θά τόν ἔθετε ὁ νομοθέτης, ἄν ἐπρόκειτο νά μείνη ἀπραγματοποίητος διαπαντός. Καί τά ἐπειτα ἀπό αὐτόν λεχθέντα καί τελεσθέντα ὅλα σχεδόν γι’αὐτόν ἔγιναν, ἄν δέν εἰπῆ κανείς καλῶς ὅτι καί ὅλα τά ὑπερκόσμια, οἱ ἀγγελικές φύσεις καί τάξεις δηλαδή καί οἱ ἐκεῖ θεσμοθεσίες, πρός τοῦτον τό σκοπό τείνουν ἀπό τήν ἀρχή, δηλαδή πρός τήν θεανδρική οἰκονομία, τήν ὁποία καί ὑπηρέτησαν, ἀπό τήν ἀρχή ἕως τό τέλος. Διότι εὐδοκία εἶναι τό κυριαρχικό (τό προηγούμενον στό πρωτότυπο) καί ἀγαθό καί τέλειο θέλημα τοῦ Θεοῦ∙ αὐτός δέ εἶναι ὁ μόνος, στόν ὁποῖο εὐδοκεῖ καί ἐπαναπαύεται καί ἀρέσκεται τελείως ὁ Πατήρ, “ὁ θαυμαστός αὐτοῦ σύμβουλος, ὁ τῆς μεγάλης αὐτοῦ βουλῆς ἄγγελος”, αὐτός πού ἀκούει καί ὁμιλεῖ ἀπό τόν Πατέρα του καί παρέχει στούς εὐπειθεῖς ζωή αἰώνια»[3]. Βλέπουμε λοιπόν ὅτι κατά τόν ἅγιο Γρηγόριο τόν Παλαμᾶ ὁ Χριστός εἶναι τό κέντρο καί ὁ ὕψιστος σκοπός γιά τόν ὁποῖο ἔγιναν τά πάντα: ὅλα ὅσα λέγονται, τελοῦνται καί νομοθετοῦνται στήν Παλαιά καί Καινή Διαθήκη, καθώς καί ἡ δημιουργία τοῦ ἀνθρώπου ὡς εἰκόνος τοῦ Θεοῦ, γιά νά μπορέσει νά δεξιωθεῖ τό ἀρχέτυπό του, δηλαδή τόν Χριστό. Ἀκόμη γιά τόν Χριστό ἐπλάστηκε ὅλη ἡ νοητή καί αἰσθητή φύση. Πρός τήν θεανδρική οἰκονομία τοῦ Χριστοῦ ἀπέβλεπαν καί ἐτελειώθησαν ὅλες οἱ ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ σχετικά μέ σύνολη τήν δημιουργία, νοητή καί αἰσθητή.

Σημειωθήτω ἐν παρόδῳ ὅτι τό ὄνομα Χριστός ἐδόθη στόν Υἱό καί Λόγο τοῦ Θεοῦ μετά τήν ἐνανθρώπισή Του.Ὅπως γράφει καί ὁ ἱερός Δαμασκηνός (μετάφραση Κωνσταντίνου Φραντζολᾶ):«Δέν ἡνώθη ὁ νοῦς μέ τόν Θεόν Λόγον πρό τῆς σαρκώσεώς του ἀπό τά σπλάχνα τῆς Παρθένου, καί δέν ὠνομάσθη ἀπό τότε Χριστός, ὅπως μερικοί ψευδολογοῦν∙ αὐτή ἡ ἀσχήμια εἶναι ἀπό τάς φλυαρίας τοῦ Ὠριγένους, πού ἐδίδαξε τήν προΰπαρξιν ψυχῶν. Ἐμεῖς ὅμως παραδεχόμεθα ὅτι ἔγινε Χριστός ὁ Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ ἀπό τήν στιγμήν πού ἐσκήνωσε μέσα εἰς τήν κοιλίαν τῆς ἁγίας Ἀειπαρθένου καί ἔγινε σάρκα χωρίς μεταβολήν καί ἐπῆρε ἡ σάρκα τό χρῖσμα ἀπό τήν θεότητα».[4] Ὁ Χριστός εἶναι κεχρισμένος ὡς ἄνθρωπος ἀπό τήν θεότητα. Ἑπομένως πρό τῆς σαρκώσεως ὁ ἄσαρκος Λόγος εἶναι ὁ μεγάλης βουλῆς Ἄγγελος τοῦ Θεοῦ, μετά τήν ἐνσάρκωση εἶναι ὁ σεσαρκωμένος Λόγος, ὁ Χριστός-Μεσσίας.

Ἀλλά καί ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης εἶναι ὑπέρμαχος τοῦ ἀπροϋποθέτου τῆς θείας ἐνανθρωπήσεως, μολονότι βέβαια καί ἡ ὅλη θεανδρική οἰκονομία τοῦ Χριστοῦ ἔγινε πρόξενος τῆς σωτηρίας καί τῆς θεώσεως τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ ἅγιος Νικόδημος παρουσιάζει τήν διδασκαλία του αὐτή στό δοκίμιό του Ἀπολογία ὑπέρ τοῦ ἐν τῷ βίβλῳ τοῦ Ἀοράτου Πολέμου κειμένου σημειώματος περί τῆς Κυρίας ἡμῶν Θεοτόκου, τό ὁποῖο περιλαμβάνεται στό ἔργο του Συμβουλευτικόν ἐγχειρίδιον. Στό δοκίμιο αὐτό ὁ ἅγιος Νικόδημος ἀπαντᾶ σέ ἐκείνους πού τόν κατηγόρησαν γιά ὅσα ἔγραψε γιά τή Θεοτόκο στό ἔργο του Ἀόρατος Πόλεμος. Συγκεκριμένα ἀπολογεῖται γιά τήν ἀπόφανσή του ὅτι ὅλος ὁ νοητός καί αἰσθητός κόσμος ἔγινε γιά τήν Θεοτόκο, ἡ δέ Θεοτόκος γιά τόν Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν. Δέν εἶναι δυνατόν νά παρουσιασθεῖ στό σύνολό της ἤ καί στίς λεπτομέρειές της ἡ μελέτη αὐτή τοῦ ἁγίου Νικοδήμου. Προτρέπουμε τόν ἀναγνώστη νά βρεῖ καί νά ἀπολαύσει τό θεολογικώτατο αὐτό κείμενο. Ἐμεῖς ἐδῶ θά ἐρανισθοῦμε ὁρισμένα ἀποσπάσματα τῆς θεολογίας τοῦ Ἁγιορείτη ἁγίου. Γράφει ὁ ἅγιος: «Οὐ μόνον, λέγω, τοῦτο ἀποκρίνομαι, ἀλλά καί πρός τούτοις, πῶς ὅλος ὁ νοητός καί αἰσθητός κόσμος διά τοῦτο τό τέλος προεγνωρίσθη ἀπ’αἰῶνος καί προωρίσθη. Πόθεν δῆλον; ἀπό τῶν ἑξῆς ρηθησομένων. Αἱ μέν θεῖαι Γραφαί μαρτυροῦσιν ὅτι τό μυστήριον τῆς ἐνσάρκου τοῦ Θεοῦ Λόγου οἰκονομίας εἶναι ἀρχή ὅλων τῶν ὁδῶν τοῦ Κυρίου, ὅτι εἶναι πρῶτον πάντων τῶν κτισμάτων, καί ὅτι αὐτός προωρίσθη πρό τοῦ προορισμοῦ πάντων τῶν σωζομένων…»[5] Ὡσαύτως: «Ὅθεν καί σύνδεσμον τοῦ νοητοῦ καί αἰσθητοῦ κόσμου, καί ἀνακεφαλαίωσιν καί ἐπίλογον ὅλων τῶν κτισμάτων ἔκτισεν ὁ Θεός τόν ἄνθρωπον, διά τοῦτον τόν σκοπόν, ἵνα ἑνωθείς μετ’αὐτοῦ, ἑνωθῇ μεθ’ὅλων τῶν κτισμάτων, καί ἀνακεφαλαιωθῶσιν ἐν τῷ Χριστῷ οὐράνια καί ἐπίγεια, ὡς λέγει ὁ Παῦλος∙ καί κτίστης καί κτίσις γένηται ἕν καθ’ὑπόστασιν, κατά τόν θεοφόρον Μάξιμον»[6]. Ἐπίσης: «Ἔπειτα τό μυστήριον τῆς ἐνσάρκου οἰκονομίας ὀνομάζεται ὑπό τοῦ Ἡσαΐου ἀρχαία βουλή τοῦ Θεοῦ∙ ”Κύριε, γάρ φησίν, ὁ Θεός δοξάσω σε, ὑμνήσω τό ὄνομά σου, ὅτι ἐποίησας θαυμαστά πράγματα, βουλήν ἀρχαίαν ἀληθινήν” (Ἡσ. κε´.1). Ἀρχαία δέ ὠνομάσθη ὡς ἀρχηγική καί πρώτη πασῶν τῶν ἄλλων βουλῶν τοῦ Θεοῦ∙ εἰ δέ ἦν ἄλλη βουλή πρό αὐτῆς προγνωσθεῖσα, οὐν ἄν ἦν ἀρχαία, ἀλλά μᾶλλον νεωτέρα καί ἑπομένη ὠνομάζετο».[7] Ἀκόμη: «…ἐπειδή τό μυστήριον τῆς ἐνσάρκου οἰκονομίας ὀνομάζεται εὐδοκία, ἤτοι προηγούμενον θέλημα τοῦ Θεοῦ, ὡς εἶπεν ἀνωτέρω ὁ μέγας τῆς Θεσσαλονίκης Γρηγόριος (ἀναφέρεται ὁ ἅγιος Νικόδημος στό ἀνωτέρω παρατεθέν ἀπόσπασμα τῆς ὁμιλίας εἰς τά ἅγια Φῶτα τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, τό ὁποῖο παραθέτει καί ὁ ἴδιος), τό δέ προηγούμενον θέλημα τοῦ Θεοῦ πάλιν κατά τόν ἅγιον Ἰωάννην τόν Δαμασκηνόν (Βιβλ. α´ Περί πίστεως Κεφ, με´) ἤρτηται ὄχι ἐξ ἡμῶν, ἀλλ’ἐκ τοῦ Θεοῦ, καί ἐκ τῆς ἀγαθότητος αὐτοῦ∙ λοιπόν καί τό μυστήριον τῆς ἐνανθρωπήσεως, καθ’ὅ τοιοῦτον, προεγνώσθη, καί προωρίσθη πρό τῆς προγνώσεως, καί προορισμοῦ πάντων τῶν κτισμάτων…»[8]

Ἀπό τούς συγχρόνους θεολόγους ὁ Μητροπολίτης Ναυπάκτου π. Ἱερόθεος Βλάχος ἔγραψε ἕνα ἐμπεριστατωμένο δοκίμιο γιά τό ἀπροϋπόθετο τῆς θείας ἐνανθρωπήσεως (Ἀρχιμ. Ἱεροθέου Βλάχου, “Τό Ἀπροϋπόθετο τῆς Θείας ἐνανθρωπήσεως”, ἐφημ. Εκκλησιαστική Ἀλήθεια ἀριθ. 355/ 16.12.92.

Ἐπίσης ὁ μακαριστός Παναγιώτης Νέλλας γράφει σχολιάζοντας θεομητορική ὁμιλία τοῦ ἁγίου Νικολάου τοῦ Καβάσιλα: «Ἀποτελεῖ πράγματι βαθειά καί ἄρρητη πεποίθηση ὅλων τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας τό γεγονός ὅτι ἡ προαιώνια βουλή τοῦ Θεοῦ, ὁ τελικός καί ὕψιστος σκοπός πάντων εἶναι ἡ «Εἰσαγωγή τοῦ Πρωτοτόκου εἰς τήν οἰκουμένην»[9].

Τό ἐμπροϋπόθετον τῆς θείας ἐνανθρωπήσεως

Ὁρισμένοι θεολόγοι παλαιότεροι καί νεώτεροι ὑπεστήριξαν ὅτι αἰτία τῆς ἐνσαρκώσεως τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ πτώση καί ἡ σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου. Ἡ ἐνσάρκωση δέν θά γινόταν ἄν δέν προηγεῖτο ἡ πτώση τοῦ ἀνθρώπου καί φυσικά ἡ ἀδήριτος ἀνάγκη τῆς σωτηρίας του. Ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ ἀνέλαβε στήν προαιώνια ὑπόσταση/πρόσωπό του τήν ἀνθρώπινη φύση γιά νά τήν σώσει καί θεώσει.

Ἀπό τούς νεώτερους θεολόγους τήν θέση αὐτή ὑποστηρίζουν ὁρισμένοι δογματολόγοι, ὅπως ὁ Χρῆστος Ἀνδροῦτσος, ὁ Παναγιώτης Τρεμπέλας, ὁ Ἰωάννης Καρμίρης καί ὁ Ἀνδρέας Θεοδώρου στηριζόμενοι καί παραπέμποντες στήν Ἁγία Γραφή καί στούς Πατέρες.

Ὁ Χρῆστος Ἀνδροῦτσος γράφει ἐπί τοῦ προκειμένου: «Ἡ αἰτία δέ τῆς ἐνσαρκώσεως τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ εἶναι κατά τόν λόγον τοῦτον ἡ ἀνάστασις τοῦ πεσόντος ἀνθρώπου, τοῦθ’ὅπερ μαρτυρεῖ μέν πολυειδῶς ἡ Γραφή, διδάσκουσα ὅτι ἡ θεία ἐνσάρκωσις ἐγένετο εἰς σωτηρίαν καί καταλλαγήν, τοῦ Κυρίου ἐλθόντος εἰς τόν κόσμον “ἁμαρτωλούς σῶσαι” ἤ “ζητῆσαι καί σῶσαι τό ἀπολωλός”, θεσπίζει δ’ἡ Ἐκκλησία “δι’ἡμᾶς τούς ἀνθρώπους καί διά τήν ἡμετέραν σωτηρίαν” τιθεμένη τήν ἐνανθρώπησιν τοῦ Σωτῆρος. Καί ἠξίωσαν μέν πολλοί ἐν τῷ μέσῳ αἰῶνι καί ἐν τοῖς νεωτέροις χρόνοις ἱκανοί θεολόγοι, ὅτι ἡ θεία ἐνανθρώπησις εἶναι ἀχώριστος ἀπό τοῦ σχεδίου τῆς δημιουργίας, προαποφασισθεῖσα ἀσχέτως πρός τήν πτῶσιν εἰς ἀποκάλυψιν τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ καί εἰς τελείωσιν τῆς ἀνθρωπότητος, ἤ πρός συμπλήρωσιν τῶν ἔργων τῆς θεολογίας∙ ἀλλ’ἡ θεωρία αὕτη οὐδέν μέν ἔρεισμα ἔχει ἐν τῇ Γραφῇ, ῥητάς δέ ἱκανῶν Πατέρων ἐκφράσεις κατ’αὐτῆς. Ἡ μέν ἐν τῇ καινῇ Διαθήκῃ ἀντίθεσις τοῦ δευτέρου Ἀδάμ πρός τόν πρῶτον δέν ἐμφαίνει ὅτι ἡ τοῦ Σωτῆρος ἔλευσις ἦν ἀναγκαία πρός συμπλήρωσιν τῶν ἔργων τῆς δημιουργίας∙ τό δ’ἐν Ἐφ. 1,10 “ἀνακεφαλαιώσασθαι τά πάντα ἐν τῷ Χριστῷ” προϋποτίθησι τήν διά τῆς ἁμαρτίας διατάραξιν τῆς ἑνότητος τοῦ κόσμου, καί ἐν Κορινθ. 15, 45 ἑξ. χαρακτηρίζεται ὁ Χριστός ὡς “ἐπουράνιος” ἕνεκα τῆς ἀναστάσεως καί οὐχί τῆς ἐνανθρωπήσεως αὑτοῦ. Ἐκ δέ τῶν Πατέρων ὁ μέν Εἰρηναῖος κατά τοῦ Γνωστικοῦ Πνευματισμοῦ ἀντεπελθών, εἶπεν, ὅτι ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ δέν θά ἐσαρκοῦτο, ἐάν δέν ἐπρόκειτο νά σωθῇ ἡ σάρξ (Κατά αἱρεσ. V, 14,1)∙ ὁ δ’Ἀμβρόσιος ἀπεφήνατο ὅτι causa incarnationis εἶνε ut caro quae peccaverat, per se redimeretur (=ἡ αἰτία τῆς ἐνανθρωπήσεως εἶναι νά λυτρωθεῖ ἡ σάρκα, ἡ ὁποία ἁμάρτησε).(De incarn. 6). Ὀρθῶς δέ παρετήρησεν ὁ Αὐγουστῖνος: Si homo non perїїsset, filius hominis non venїsset (=ἐάν ὁ ἄνθρωπος δέν ἀπώλλυτο, ὁ Υἱός τοῦ ἀνθρώπου δέν θά ἤρχετο, μετφρ. Παν. Τρεμπέλα)) (Serm. 174, 2).[10]

Ὁμοίως καί ὁ Παναγιώτης Τρεμπέλας ἀρνεῖται τό ἀπροϋπόθετον τῆς θείας Σαρκώσεως. Ἀφοῦ ἀναφερθεῖ στούς Σχολαστικούς θεολόγους-φιλοσόφους καί τούς φιλοσόφους Δούνς Σκῶτο, Μάλεμπρανς καί Λάϊμπνιτς, οἱ ὁποῖοι ὑποστηρίζουν τό ἀπροϋπόθετον τῆς θείας ἐνανθρωπήσεως, τάσσεται μέ τή γνώμη τοῦ Θωμᾶ Ἀκινάτη, ὁ ὁποῖος δέχεται τό ἐμπροϋπόθετον τῆς ἐνανθρωπήσεως. Ἐπίσης ἀναφέρεται καί στήν γνώμη Ἐκκλησιαστικῶν Πατέρων, ὅπως π.χ. τοῦ Εἰρηναίου, τοῦ ἱεροῦ Χρυσοστόμου, τοῦ ἱεροῦ Ἀμβροσίου καί τοῦ ἱεροῦ Αὐγουστίνου, οἱ ὁποῖοι, φαίνεται, ὅτι πρεσβεύουν τό ἐμπροϋπόθετον τῆς σαρκώσεως. Ἄς ἀκούσουμε τί γράφει ὁ Παν. Τρεμπέλας: «Ἐγεννήθη ἐν τούτοις μεταξύ τῶν Σχολαστικῶν ζήτημαπερί τοῦ ἄν ἡ περί ἐνανθρωπήσεως βουλή τοῦ Θεοῦ προωρίσθη λόγῳ τῆς προγνωσθείσης ὑπό τοῦ Θεοῦ πτώσεως τοῦ ἀνθρώπου, ὡς ὑπεστήριζε Θωμᾶς ὁ Ἀκυινᾶτος καί οἱ διαδεξάμενοι αὐτόν, ἤ προωρίσθη ἀπολύτως καί ἀσχέτως πρός τήν πτῶσιν τοῦ ἄνθρώπου ἐπί σκοπῷ τελειοποιήσεως αὐτοῦ καί τοῦ κόσμου εἰς περίπτωσιν, καθ’ἥν οὗτος δέν ἔπιπτεν, ὡς ὑπεστήριζεν ὁ Δούνς Σκῶτος καί οἱ κατ’αὐτόν. Ἐπί τοῦ ζητήματος τούτου τοῦ μεταξύ Σκωτιστῶν καί Θωμιστῶν ἀναφυέντος Εὐγένιος ὁ Βούλγαρις τάσσεται κατά τῆς γνώμης τοῦ Δούνς Σκώτου, εὑρίσκων, ὅτι ἡ τῶν Θωμιστῶν δόξα (=γνώμη) “καί ταῖς γραφαῖς αὐταῖς καί τῇ κατά τήν ἐκκλησιαστικήν παράδοσιν διδασκαλίᾳ ἔοικε (=φαίνεται) μᾶλλον σύμφωνα ἀποφαίνεσθαι”. Ἐν ἄλλαις λέξεσιν ὁ Δούνς Σκῶτος διετείνετο, ὅτι κἄν δέν παρέβαινε τήν ἐντολήν τοῦ Θεοῦ ὁ Ἀδάμ, ὁ Λόγος θά ἐσαρκοῦτο, οὐχί ὅπως σταυρωθῇ, ἀλλ’ὅπως τελειοποιηθῇ ὁ ἄνθρωπος, μετ’αὐτοῦ δέ καί πᾶσα ἡ δημιουργία. Κατά τήν παρατήρησιν τοῦ Bartmann, ἡ γνώμη αὕτη, “ὑποστηριχθεῖσα πρότερον ὑπό Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ καί τοῦ Σκώτου Ἐρίγενα δέν εἶναι ἀπηλλαγμένη χροιᾶς τινος τῆς ἀσυστάτου ἐκείνης αἰσιοδοξίας”, κατά τήν ὁποίαν ὁ Θεός ἀποφασίσας νά δημιουργήσῃ τόν κόσμον, οὐχί ἁπλῶς ὡς καλόν λίαν ἀλλ’ὡς τόν ἄριστον πάντων, δέν ἦτο δυνατόν παρά νά οἰκονομήσῃ καί τήν ἐνανθρώπησιν τοῦ Λόγου πρός ἐπίστεψιν καί ἐπιστέγασμα τῆς ἀρίστης κατά πάντα δημιουργίας αὐτοῦ. Ἡ ἀμέτρως αἰσιόδοξος αὕτη περί τοῦ κόσμου ἐκδοχή ὑπεστηρίχθη καί ὑπό τῶν φιλοσόφων Μαλεμβράγχη καί Λεϊβνιτίου. Ἡ γνώμη ὅμως τοῦ Δούνς Σκώτου δέν εὑρίσκει ἐρείσματα οὔτε ἐν τῇ Γραφῇ, ἀλλ’οὔτε καί παρά τοῖς πατράσι τῆς Ἐκκλησίας, πολλοί τῶν ὁποίων ὅλως τοὐναντίον εἴτε ρητῶς εἴτε ὑπονοουμένως κηρύττονται κατ’αὐτῆς

Οὕτω ρητῶς μέν κατ’αὐτῆς ἐκφράζεται πρῶτον μέν ὁ Εἰρηναῖος παρατηρῶν, ὅτι ἐάν δέν ἐπρόκειτο νά σωθῇ ἡ σάρξ, ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ δέν θά ἐγίνετο σάρξ, οὐδέ θά προσελάμβανεν αἷμα ὁ Κύριος, ἐάν δέν ἐπρόκειτο νά ζητηθῇ τό αἷμα τῶν δικαίων. Εἶτα δέ ὁ Ἀμβρόσιος ἐρωτᾷ: Ποία ἡ αἰτία τῆς ἐνανθρωπήσεως ἐάν μή νά λυτρωθῇ ἡ ἁμαρτήσασα σάρξ; (Quae est causa Incarnationis, nisi ut caro, quae peccaverat, redimeretur? ).  Καί τέλος ὁ Αὐγουστῖνος διακηρύττει, ὅτι ἐάν ὁ ἄνθρωπος δέν ἀπώλλυτο, ὁ Υἱός τοῦ ἀνθρώπου δέν θά ἤρχετο (Si homo non periisset, Filius hominis non venisset). Ἀλλά καί ὁ θεῖος Χρυσόστομος ἀρκούντως ἐμφανῶς περιορίζει τόν σκοπόν τῆς ἐνανθρωπήσεως εἰς τήν ἀνόρθωσιν τοῦ ἀνθρώπου παρατηρῶν ἔνθεν μέν, ὅτι ὁ Κύριος “δι’οὐδέν ἕτερον τήν ἡμετέραν ὑπέδυ σάρκα καί διά τήν σωτηρίαν τοῦ τῶν ἀνθρώπων γένους γέγονεν ἄνθρωπος,” ἔνθεν δέ “διά φιλανθρωπίαν μόνον τήν σάρκα ἀνέλαβε τήν ἡμετέραν, ἵνα ἐλεήσῃ ἡμᾶς∙ οὐδέ γάρ ἐστιν ἄλλη τις αἰτία τῆς οἰκονομίας ἤ μόνη αὕτη”. Ἀλλά καί κατά τόν Μ. Ἀθανάσιον “ἡ ἡμῶν αἰτία ἐκείνῳ γέγονεν πρόφασις τῆς καθόδου καί ἡ ἡμῶν παράβασις τοῦ Λόγου τήν φιλανθρωπίαν ἐξεκαλέσατο, ὥστε καί εἰς ἡμᾶς φθάσαι καί φανῆναι τόν Κύριον ἐν ἀνθρώποις”. “Προηγεῖται γάρ τοῦ γενέσθαι αὐτόν ἄνθρωπον ἡ τῶν ἀνθρώπων χρεία, ἧς ἄνευ οὐκ ἄν ἐνεδύσατο σάρκα. Τίς δέ ἡ χρεία, δι’ἥν γέγονεν ἄνθρωπος, αὐτός ὁ Κύριος σημαίνων ταύτην ἔλεγε: Καταβέβηκα ἐκ τοῦ οὐρανοῦ ἵνα ποιῶ τό θέλημα τοῦ πέμψαντός με, τό δέ θέλημα τοῦτο εἶναι, ἵνα πᾶν ὅ δέδωκέ μοι μή ἀπολέσω ἐξ αὐτοῦ”». [11]

Ὡσαύτως καί ὁ Ἰωάννης Καρμίρης ἀρνεῖται τό ἀπροϋπόθετον τῆς ἐνανθρωπήσεως: «Ὁ Χριστός λοιπόν ἐνηνθρώπησεν ἁμαρτωλούς σῶσαι καί ζητῆσαι “καί σῶσαι τό ἀπολωλός” ἤ κατά τό ἱερόν σύμβολον τῆς πίστεως, ἡ ἐνανθρώπησις τοῦ Σωτῆρος ἐγένετο δι’ἡμᾶς τούς ἀνθρώπους καί διά τήν ἡμετέραν σωτηρίαν. Ἐντεῦθεν συνάγεται ὅτι ἀπαραίτητος προϋπόθεσις τῆς ἐνανθρωπίσεως τοῦ Υἱοῦ καί Λόγου τοῦ Θεοῦ ἦτο ἡ ἁμαρτία καί ἡ πτῶσις τοῦ ἀνθρώπου ἀπορριπτομένης τῆς ἀντιθέτου δοξασίας, καθ’ἥν ὁ Ἰησοῦς Χριστός θά ἐσαρκοῦτο καί ἐάν ἀκόμη δέν ἐλάμβανε χώραν ἡ πτῶσις τοῦ ἀνθρώπου. Τῷ ὄντι κατά τόν Εἰρηναῖον ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ δέν θά ἐσαρκοῦτο ἐάν δέν ἐπρόκειτο νά σωθῇ ἡ σάρξ, καί κατά τόν Αὐγουστῖνον. Si homo non periisset, Filius homonis non venisset (=μετφρ. Παν. Τρεμπέλα: Ἐάν ὁ ἄνθρωπος δέν ἀπώλλυτο, ὁ Υἱός τοῦ ἀνθρώπου δέν θά ἤρχετο )»[12]

Τέλος ὁ Ἀνδρέας Θεοδώρου ἀρνεῖται καί αὐτός τό ἀπροϋπόθετον τῆς σαρκώσεως καί δέχεται τό ἐμπροϋπόθετον αὐτῆς: «Ὁ Θεός, λοιπόν, ἦλθε στή γῆ γιά μᾶς τούς ἀνθρώπους καί γιά τή δική μας σωτηρία. Ἡ δήλωση τοῦ Συμβόλου (τῆς Πίστεως) εἶναι σαφής καί κατηγορηματική. Ἡ σάρκωση τοῦ Λόγου ἦταν ἐμπροϋπόθετη. Σάν προϋπόθεσή της εἶχε τή λύτρωση τοῦ κόσμου ἐκ τῆς ἁμαρτίας. Ἄν ὁ ἄνθρωπος δέν ἁμάρτανε, δέν θά ὑπῆρχε φυσικά λόγος τῆς θείας ἐνανθρωπήσεως. Ὁ πρωτόπλαστος θά συνέχιζε ἤρεμα τή ζωή του στούς κόλπους τῆς θείας χρηστότητος καί ἀγαθωσύνης καί, μέ τή βοήθεια τῆς θείας χάριτος, θά γινόταν “κατά χάριν” θεός, μέ τήν παγίωσή του στό ἀγαθό καί τό ἅγιο θέλημα τοῦ Πλάστη του. Κάτι παρόμοιο εἶχε συμβεῖ προηγουμένως στά ἀγαθά πνεύματα. Φυσικά τό δυναμικό αὐτό τέλος τῆς φύσεως ἀνέκοψε ἡ ἁμαρτία, ἀνέλαβε δέ νά τό φέρει εἰς πέρας ὁ ἴδιος ὁ Θεός ντυμένος τόν ἄνθρωπο. Δέν νομίζουμε, ὅτι εἶναι σωστή ἡ θεολογική γνώμη πού διατυπώθηκε σέ ὁρισμένο θεολογικό ρεῦμα σκέψεως στήν ἀρχαία Ἐκκλησία, κατά τό ὁποῖο ἡ σάρκωση τοῦ Λόγου ἦταν ἀπροϋπόθετη, θά γινόταν δηλαδή οὕτως ἤ ἄλλως, ἔστω κι ἄν δέν ἁμάρτανε ὁ ἄνθρωπος, ὡς πλήρωση αὐτοῦ καί τῆς δημιουργηθείσης κτίσεως» [13].

Ὁ Ἀνδρέας Θεοδώρου, ὅπως ἤδη ἔχουμε ἀναφέρει, ἔγραψε μιά μελέτη περί τῆς ἀπροϋποθέτου ἤ ἐμπροϋθέτου ἐνανθρωπήσεως τοῦ Θεοῦ Λόγου. Σ’αὐτή τή μελέτη προσκομίζει χωρία ἀπό τό ἔργο τοῦ ἱεροῦ Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ, ἄλλα ἐκ τῶν ὁποίων συνηγοροῦν ὑπέρ τῆς ἀπροϋποθέτου ἐνανθρωπήσεως, ἄλλα ὑπέρ τῆς ἐμπροϋποθέτου. Εἶναι χαρακτηριστικό ὅτι μόνο στήν πρός Θαλάσσιον περικοπή, πού παραθέσαμε ἀνωτέρω, κατά τήν ἑρμηνεία τοῦ μακαριστοῦ καθηγητοῦ ὁ ἅγιος Μάξιμος διατυπώνει σαφῶς καί ἀναντιλέκτως τήν ἰδέα τῆς ἀπροϋποθέτου ἐνανθρωπήσεως. Κατά τήν ἑρμηνεία, ἐπαναλμβάνουμε, τοῦ Ἀ. Θεοδώρου ὅλα τά ὑπόλοιπα χωρία ἐκφράζουν τήν ἰδέα τῆς ἐμπροϋποθέτου σαρκώσεως. Μάλιστα καί αὐτά πού φαίνεται ὅτι συνηγοροῦν ὑπέρ τῆς ἀπροϋποθέτου σαρκώσεως, καταλλήλως ἑρμηνευόμενα, συνηγοροῦν ὑπέρ τοῦ ἀντιθέτου, τῆς ἐμπροϋποθέτου δηλαδή σαρκώσεως.Τό τελικό του συμπέρασμα εἶναι: «Ὡς τελικόν συμπέρασμα τοῦ μετά χεῖρας μελετήματος ἡμῶν δυνάμεθα νά εἴπωμεν τά ἑξῆς. Ἐν τῇ πρός Θαλάσσιον παρατεθείσῃ περικοπῇ αὐτοῦ (MPG 90,620-621) (πρόκειται γιά τήν περικοπή τοῦ ἱεροῦ Μαξίμου πού παραθέσαμε καί ἐμεῖς ἀνωτέρω) ὁ ἱερός Μάξιμος δέχεται τήν ἀπροϋπόθετον ἐνανθρώπησιν…Ἀλλά μήν (=βεβαίως) ἐν τῇ Γραφῇ οὐδαμῶς μαρτυρεῖται ἡ περί ἀπροϋποθέτου ἐνανθρωπήσεως ἰδέα. Εἶναι προφανές ὅτι ὁ ἱερός Μάξιμος ἀπολυτοποιεῖ ἐν προκειμένῳ ἰδέας βιβλικάς, χρησιμοποιῶν μάλιστα σχήματα θεολογοῦντος λόγου ὑπερβολικά. Ἡ ἀπολυτοποίησις αὕτη ἐξαίρει τήν μοναδικότητα τῆς θείας ἐνανθρωπήσεως διά τήν θέωσιν τοῦ ἀνθρώπου καί τῆς κτίσεως. Τήν ἰδέαν ταύτην ὁ Μάξιμος ἅπαξ μόνον ἐκφέρει, οὐδαμῶς ἀνακάμπτων – τοὐλάχιστον ἐκπεφρασμένως − ἐπ’αὐτῆς. Εἶναι ἀδύνατον ἐν τῇ σκέψει τοῦ Μαξίμου νά ἀποχωρίσῃ τις τήν ἰδέαν τῆς ἐνανθρωπήσεως ἀπό τῆς ἰδέας τῆς ἀπολυτρώσεως καί σωτηρίας. Ὁ Χριστός γίνεται ἄνθρωπος, καθ’ὅσον ὁ ἄνθρωπος δέν ἐγένετο Θεός. Θεοποιεῖ τόν ἀστοχήσαντα εἰς τήν θεοποίησιν αὐτοῦ ἄνθρωπον. Ἄν ἐθεοῦτο ἀπ’ἀρχῆς ὁ ἄνθρωπος χάριτι, δέν θά ὑπῆρχε λόγος διά τό θεοποιητικόν ἔργον τῆς θείας ἐνανθρωπήσεως. Ἐνανθρώπησις καί ἀπολύτρωσις τοσοῦτον στενῶς συμπλέκονται μεταξύ των, ὥστε ἀμφότεραι αἱ στιγμαί ν’ἀπαρτίζωσιν ἀρρήκτως τό προεγνωσμένον τῆς θείας βουλῆς περί τόν ἄνθρωπον μυστήριον. Φρονοῦμεν ὅτι ἀπροϋπόθετος ἐνανθρώπησις καί δή καί ὡς ψιλή θεολογική ἐπίνοια καί θεωρία, ἐλλείπει ἐκ τῆς θεολογικῆς σκέψεως τοῦ ἱεροῦ Πατρός»[14].

Συμπερασματικές παρατηρήσεις

Βλέπουυμε ὅτι ἀμφότερες οἱ ἀντιλήψεις περί τοῦ κινήτρου τῆς σαρκώσεως τοῦ Θεοῦ ὑποστηρίζονται καί ἀπό τούς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας καί ἀπό συγχρόνους θεολόγους. Μποροῦμε νά ποῦμε ὅτι τό θέμα εἶναι «θεολογούμενο». Μάλιστα θεωροῦμε ὅτι εἶναι νόμιμο θεολογικά νά ὑποστηρίξουμε ὅτι οἱ δύο θέσεις δέν ἀλληλοαποκλείονται, ἀλλά συμβιβάζονται καί ἐναρμονίζονται. Μποροῦμε κάλλιστα νά ὑποστηρίξουμε ὅτι ἀλληλοσυμπληρώνονται καί συναρμόζονται. Δέν νομίζω ὅτι ἀντιμετωπίζουμε πιεστικό δίλλημα, νά ἐκλέξουμε μία ἐκ τῶν δύο. Κάλλιστα μποροῦμε νά συναποδεχθοῦμε ἀμφότερες.

Ἀντί ἄλλου συμπεράσματος θά παραθέσουμε τήν ἄποψη τοῦ π. Γεωργίου Φλωρόφσκι, ὁ ὁποῖος προβαίνει σέ μία σύνθεση καί τῶν δύο ἀντιλήψεων: «Τό χριστιανικό μήνυμα ἦταν ἀπό τήν πρώτη του ἀρχή τό μήνυμα τῆς σωτηρίας. Γι’αὐτό καί ὁ Κύριός μας ἐμφανιζόταν κατά κύριο λόγο σάν ὁ Σωτήρας πού λυτρώνει τό λαό Του ἀπό τά δεσμά τῆς ἁμαρτίας καί τῆς φθορᾶς. Τό ἴδιο τό γεγονός τῆς ἐνανθρωπήσεως ἡ πρωτοχριστιανική θεολογία τό ἑρμήνευε συνήθως μέσα στήν προοπτική τῆς ἀπολυτρώσεως…Ἡ λυτρωτική ὄψις τῆς ἐνανθρωπήσεως καί ἡ περιχώρησις τῶν φύσεων τονίσθηκαν μέ ἔμφασι ἀπό τούς Πατέρες. Σάν σκοπός καί ἀποτέλεσμα τῆς ἐνσαρκώσεως ὡρίσθηκαν ἀκριβῶς ἡ Ἀπολύτρωσις τοῦ ἀνθρώπου καί ἡ ἀποκατάστασίς του στήν προπτωτική κατάστασι πού χάθηκε μέ τήν πτῶσι καί τήν ἁμαρτία… Ἀπό τ’ἄλλο μέρος, θἆταν ἄδικο νά ἰσχυρισθῆ κανείς ὅτι οἱ Πατέρες θεωροῦσαν τόν  λυτρωτικό αὐτό σκοπό σάν τήν μόνη αἰτία Ἐνσαρκώσεως, ἔτσι πού ἡ Ἐνανθρώπησις νά μποροῦσε νά μήν εἶχε γίνει ποτέ, ἄν δέν εἶχε ἁμαρτήσει ὁ ἄνθρωπος. Οὐδέποτε ἔθεσαν οἱ Πατέρες τό ἐρώτημα κατ’αὐτόν τόν τρόπο. Τό θέμα τοῦ ἐσχάτου κινήτρου τῆς ἐνανθρωπήσεως δέν συζητήθηκε ποτέ ἐπίσημα στήν Πατερική ἐποχή.Τό πρόβλημα τῆς σχέσεως τοῦ μυστηρίου τῆς Ἐνσαρκώσεως καί τοῦ ἀρχικοῦ σκοποῦ τῆς Δημιουργίας δέν τό ἔθιξαν οὔτε μιά φορά οἱ Πατέρες, καί δέν τό ἐπεξεργάσθηκαν συστηματικά. “Ἴσως εἶναι ἀλήθεια νά πῆ κανείς ὅτι ἡ σκέψις γιά μιά ἐνσάρκωσι ἀνεξάρτητη ἀπό τήν πτῶσι ἐναρμονίζεται μέ τή γενική κατεύθυνσι τῆς Ἑλληνικῆς θεολογίας. Μερικές πατερικές φράσεις μᾶς ὁδηγοῦν στό συμπέρασμα ὅτι ἔγινε πραγματικά μιά τέτοια σκέψις, ἐδῶ ἤ ἐκεῖ, πού ἴσως καί νά συζητήθηκε”. Οἱ πατερικές αὐτές φράσεις συγκεντρώθηκαν καί ἐξετάσθηκαν ἀρκετές φορές, ἀλλά χωρίς ἀποτέλεσμα, ἀφοῦ μποροῦμε νά παραπέμψουμε στούς ἴδιους αὐτούς πατέρες, προκειμένου καί περί τοῦ ἀντιθέτου. Δέν εἶναι ἀρκετό νά μαζεύουμε χωρία βγάζοντάς τα ἀπό τή συνάφειά τους καί ἀγνοώντας τό σκοπό, συχνά πολεμικό, γιά τόν ὁποῖο γράφθηκε καθένα ἀπ’αὐτά τά κείμενα. Πολλές ἀπό ἐκεῖνες τίς “πατερικές φράσεις” εἶναι περικοπές περιπτωσιακές, πού δέν μποροῦμε νά τίς χρησιμοποιοῦμε παρά μόνο μέ μεγάλη περίσκεψι καί προσοχή. Τό σωστό τους νόημα ἐξακριβώνεται μόνο, ἄν τίς διαβάσουμε στή συνάφειά τους, δηλ. μέσα στήν προοπτική τῆς σκέψεως τοῦ κάθε συγγραφέως»[15]

----------------------------------

[1] Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ, Πρός Θαλάσσιον Ξ´, μετάφραση Ἰγνατίου Σακαλῆ, ΕΠΕ, Θεσσαλονίκη 1992, σελ.186-187-188-189

[2]  Ἀνδρέου Θεοδώρου, Cur Deus hommo? Ἀπροϋπόθετος ἤ ἐμπροϋπόθετος ἐνανθρώπησις τοῦ Θεοῦ Λόγου; Ἐν Ἀθήναις 1974, σελ. 21 κ.ἑξ.

[3] Γρηγορίου Παλαμᾶ, Ὁμιλία Ξ´ εἰς τά ἅγια Φῶτα 19,20, μετάφραση Παναγιώτη Χρήστου, τόμος 11 στά ἔργα τοῦ Γρηγορίου Παλαμᾶ, ΕΠΕ, Θεσσαλονίκη 1986, σελ. 533-535

[4] Ἰωάννου Δαμασκηνοῦ, Ἔκδοσις ἀκριβής τῆς ὀρθοδόξου πίστεως Δ´ (6) 79, μετάφραση Κωνσταντίνου Φραντζολᾶ, ΕΠΕ, Θεσσαλονίκη 1976, σελ 431

[5]Νικοδήμου Ἁγιορείτου, Συμβουλευτικόν ἐγχειρίδιον, Δ´ ἐκδοση, ἐκδ. Νεκτάριος Παναγόπουλος, Ἀθῆναι 1999, σελ. 316

[6] Νικοδήμου Ἁγιορείτου, ὅ.π., σελ.319

[7] Νικοδήμου Ἁγιορείτου, ὅ.π., σελ.324

[8] Νικοδήμου Ἁγιορείτου, ὅ.π., σελ.325

[9] Νικολάου Καβάσιλα,Ἡ Θεομήτωρ, Τρεῖς Θεομητορικές Ὁμιλίες, κείμενο-μετάφραση-εἰσαγωγή-σχόλια Παναγιώτη Νέλλα, Β´ ἔκδοση, ἐκδόσεις Ἀποστολικῆς Διακονίας, Ἀθῆναι 1974, σελ. 150

[10] Χρήστου Ἀνδρούτσου, Δογματική, ἔκδοσις δευτέρα, ἐκδοτικός οἶκος “Ἀστήρ”, Ἀθῆναι χ.χ., σσ. 168-169

[11] Π.Ν. Τρεμπέλα, Δογματική, τόμος Β´, ἔκδοσις Δευτέρα, Ἀδελφότης θεολόγων “Ὁ Σωτήρ”, Ἀθῆναι 1979, σελ. 9-10-11, ὅπου καί οἱ σχετικές παραπομπές τῶν καταχωρημένων Πατερικῶν  καί λοιπῶν ἐδαφίων.

[12] Δογματική, Κατά τάς παραδόσεις τοῦ Καθηγητοῦ τοῦ Πανεπιστημίου Ἰ. Καρμίρη, Ἀνατύπωσις ἐκ τῆς ἐκδόσεως τοῦ Φοιτητικοῦ Θεολογικοῦ Συνδέσμου τοῦ  ἔτους 1964, Ἀθῆναι 1995

[13] Ἀνδρέα Θεοδώρου, Βασική δογματική διδασκαλία, Πιστεύω εἰς ἕνα Θεόν, ἔκδοση Γ´, Ἀποστολική Διακονία, Ἀθήνα 2019, σελ. 125

[14] Ἀνδρέου Θεοδώρου, Cur Deus hommo? Ἀπροϋπόθετος ἤ ἐμπροϋπόθετος ἐνανθρώπησις τοῦ Θεοῦ Λόγου; Ἐν Ἀθήναις 1974, σελ. 47-48

[15]Γεωργίου Φλωρόφσκυ, Θέματα ὀρθοδόξου θεολογίας, Β´ ἔκδοση, ἐκδ. «Ἄρτος Ζωῆς», Ἀθήνα 1989, σσ. 33-34