πηγή-φωτό: Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 3/1/2021
Δευτεραγωνιστές της Θείας Λειτουργίας, ασκούν μια υψηλή και δύσκολη τέχνη σε συνθήκες κάθε άλλο παρά ρόδινες
Του Απόστολου Λακασά
«Έως τις αρχές της δεκαετίας του ’80 υπήρχαν στις εφημερίδες μουσικοκριτικές ψαλτικής, κυρίως φυσικά για τις σημαντικές Ακολουθίες της Ορθόδοξης Εκκλησίας, όπως των Χριστουγέννων και της Μεγάλης Εβδομάδας. Ας πούμε θυμάμαι κριτική για το πώς εψάλη το τροπάριο της Κασσιανής ή τα Εγκώμια της Μεγάλης Παρασκευής στον Μητροπολιτικό Ναό Αθηνών. Η τέχνη είναι ένα μέσο για να δοξαστεί ο Θεός», λέει στην «Κ» o κ. Ηλίας Ρεδιάδης-Τούμπας, πρόεδρος του Συνδέσμου Ιεροψαλτών Περιφερείας Αττικής «Ρωμανός ο Μελωδός & Ιωάννης ο Δαμασκηνός». Οι ψάλτες είναι οι, συνήθως, «δευτεραγωνιστές» της Θείας Λειτουργίας, ασκώντας την τέχνη τους με κίνητρο μόνο την αγάπη τους για αυτή.
Ειδικότερα, στην Ελλάδα υπάρχουν περίπου 5.500 ναοί, και περίπου 10.000 ιερείς. Ωστόσο, ένας κόσμος ολόκληρος βρίσκεται πίσω από τον ιερέα που λειτουργεί στον ναό. Ψάλτες, νεωκόροι και βοηθητικό προσωπικό, που εργάζονται περισσότερες ημέρες από ό,τι φαντάζεται ο πολίτης που δεν έχει εντρυφήσει στα της Εκκλησίας. «Και πάντως, όχι μόνο Κυριακή. Οι ιεροψάλτες πηγαίνουν στην εκκλησία 286 φορές τον χρόνο, σε γιορτές και αργίες που εφημερεύουν μόνον οι γιατροί και τα μέσα μαζικής μεταφοράς. Η παρανόηση συμβαίνει διότι δεν θυμόμαστε το εορτολόγιο. Οι ναοί λειτουργούν κανονικά για τον όρθρο και τον εσπερινό και για τα μυστήρια», τονίζει ο κ. Ρεδιάδης-Τούμπας. Βεβαίως, οι αμοιβές είναι χαμηλές, οι περισσότεροι είναι συνταξιούχοι ή σπουδαστές ωδείων που το κάνουν για ένα… χαρτζιλίκι. Καθώς αλλάζουν οι εποχές και λόγω οικονομικής κρίσης στη χώρα, εκλείπουν και οι χορωδίες που άλλοτε ήκμαζαν στους μεγάλους ναούς της χώρας.
Σε όλη την Ελλάδα υπάρχουν περίπου 7.000 ψάλτες, εκ των οποίων περίπου 1.500 βρίσκονται στην Αττική. «Την ψαλτική τέχνη υπηρέτησαν σπουδαίες φυσιογνωμίες αλλά και εξαιρετικές χορωδίες εκκλησιαστικής μουσικής. Στην Αθήνα και τα μεγάλα αστικά κέντρα μπορούμε να αναφέρουμε εξαιρετικές προσωπικότητες όπως ο Κωνσταντίνος Ψάχος (1869-1948), ο πρώτος δάσκαλος Βυζαντινής Μουσικής στην Σχολή Βυζαντινής Μουσικής του Ωδείου Αθηνών, μετακληθείς από την Κωνσταντινούπολη στα 1904. Επίσης, ο Ιωάννης Σακελλαρίδης, ο Πρωτοψάλτης του Καθεδρικού Ναού Αθηνών Σπύρος Περιστέρης, ο Απόστολος Βαλληνδράς, ο Αντώνης Μπελούσης, ο Πέτρος Μανέας, ο Ευάγγελος Τζελάς, ο Διαμαντής Μαυραγάνης, ο Φάνης Καπαρός, ο Μιχαήλ Χατζής, ο Γεώργιος Χατζηθεοδώρου, ο Θρασύβουλος Στανίτσας, ο Ε. Μαθιουδάκης, ο Λεωνίδας Σφήκας, ο Δημήτριος Παναγόπουλος, ο Αθανάσιος Καραμάνης, ο Χρύσανθος Θεοδοσόπουλος, ο Χαρίλαος Ταλιαδώρος, ο Χρήστος Χατζηνικολάου, ο Λυκούργος Αγγελόπουλος», λέει ο πρόεδρος του Συνδέσμου Ιεροψαλτών Αττικής.
Η εκκλησιαστική μουσική διδάσκεται σε ωδεία και σχολές βυζαντινής μουσικής με βάση το Βασιλικό Διάταγμα 11/11/1957. Εκτός του ρεπερτορίου ο σπουδαστής διδάσκεται λειτουργική, ιστορία, ρυθμική, μετρική, τυπικό, απαγγελία, υμνολογία, θεωρία και σολφέζ δυτικής μουσικής, πιάνο και αρμονία, ορθογραφία εκκλησιαστικής μουσικής, μεταγραφές στο πεντάγραμμο. Επίσης, πρόγραμμα ψαλτικής διοργανώνουν οι εκκλησιαστικές ακαδημίες των Ιωαννίνων και της Κρήτης. Η σπουδαία αυτή τέχνη προσελκύει εύλογα νέους που έχουν έφεση στη βυζαντινή μουσική ή κάποια οικογενειακή σχέση με αυτήν ή έλκονται αισθητικά από αυτήν.
Σήμερα, πάντως, η κατάσταση δεν θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ρόδινη. Ως ψάλτες εργάζονται κατ’ επάγγελμα μουσικοί, που έχουν άδεια από την υπηρεσία τους για τον σκοπό αυτό. Ωστόσο, είναι πολύ λίγοι και σε μεγάλους ναούς, οι οποίοι μπορούν να εξασφαλίσουν την αμοιβή τους.
Συνταξιούχοι και φοιτητές
Αντιθέτως, οι περισσότεροι ναοί λειτουργούν με συνταξιούχους που λαμβάνουν σύνταξη από άλλες δουλειές ή φοιτητές ωδείων. Και αυτό διότι οι αμοιβές είναι πολύ χαμηλές.
Οι ιεροψάλτες προσλαμβάνονται από τα μητροπολιτικά συμβούλια, με επικεφαλής τον μητροπολίτη και οι αμοιβές τους καθορίζονται σε συμφωνία με τους ενοριακούς ναούς με βάση τον κανονισμό 176/2006. Οι ναοί είναι αυτοχρηματοδοτούμενα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου. Δηλαδή, δεν επιβαρύνουν τον κρατικό προϋπολογισμό, αντίθετα, οι ενορίτες πληρώνουν στην ουσία ψάλτες, νεωκόρους, τα λειτουργικά έξοδα (ηλεκτροδότηση, τηλεφωνία, ΕΦΚΑ, ΕΝΦΙΑ) μαζί με τα συσσίτια, τα βοηθήματα και όλη τη φιλανθρωπική δράση κάθε ενορίας.
«Λέγεται ότι οι ιεροψάλτες είναι δημόσιοι υπάλληλοι. Ο Κανονισμός 176/2006 ορίζει βέβαια πως η σχέση των ιεροψαλτών με τους ιερούς ναούς είναι σχέση δημοσίου δικαίου. Λησμονείται, ωστόσο, πως οι ιεροψάλτες στην καλύτερη των περιπτώσεων αμείβονται με μεικτές αποδοχές 800 ευρώ, ενώ δεν είναι απόφοιτοι Δημοτικού ή Γυμνασίου. Γνωρίζετε πολλούς δημοσίους υπαλλήλους πανεπιστημιακής ή ανώτερης εκπαίδευσης να έχουν μεικτές αποδοχές 800 ευρώ; Καθώς οι ιεροψάλτες θεωρητικά είναι δημόσιοι υπάλληλοι, πρέπει να έχουν κατώτατες αποδοχές, και οι αμοιβές τους να καθορίζονται αναλογικά με τις γνώσεις και την εμπειρία τους. Η πολιτεία οφείλει να ελέγχει τη νομιμότητα των αποφάσεων των μητροπολιτικών συμβουλίων», δηλώνει ο κ. Ηλίας Ρεδιάδης-Τούμπας. Στο πλαίσιο αυτό, ο ίδιος εκτιμά ότι τα ποσά που παίρνουν οι ψάλτες κυμαίνονται περίπου στα 250-500 ευρώ τον μήνα, και οι περισσότεροι είναι ανασφάλιστοι.
Τα οικονομικά προβλήματα των ναών, τα οποία έχουν επιβαρυνθεί από την πανδημία –πολλοί ναοί δεν καταφέρνουν πλέον να συντηρήσουν τα συσσίτιά τους, καθώς και να ανταποκριθούν στα λειτουργικά τους έξοδα–, έχουν επίπτωση και στο προσωπικό. Η ψαλτική τέχνη έχει ανάγκη ανανέωσης των ανθρώπων που την υπηρετούν. Εκτός από το ταλέντο και την προσωπική εμπλοκή κάθε νέου που αποφασίζει να ασχοληθεί με την ψαλτική μουσική, απαιτούνται κίνητρα και μέριμνα από την πολιτεία και την εκκλησιαστική διοίκηση, αξιολόγηση και αξιοπρεπείς συνθήκες εργασίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου