Ο θεολόγος και συγγραφέας Γιώργος Σ. Γκόζης κυκλοφόρησε τον Ιούνιο στις εκδόσεις «Παρατηρητής της Θράκης» τον καρπό μιας πολύχρονης αγιολογικής μελέτης με τίτλο «Μητερικό της Θράκης – Βίοι και Μαρτύρια Αγίων και Οσίων Γυναικών της Θράκης» (σ. 272), μία έκδοση στην οποία για πρώτη φορά περιλαμβάνονται οι βίοι και τα μαρτύρια των Αγίων Μητέρων που έζησαν στην ευρύτερη γεωγραφική περιοχή της Θράκης κατά τους βυζαντινούς αιώνες, σε εποχές διωγμού και καταδίωξης των χριστιανών μέχρι και την άλωση της Κωνσταντινούπολης∙ Αγίες που, δυστυχώς, σήμερα στην περιοχή μας παραμένουν ως επί το πλείστον στην αφάνεια παρά τη σπουδαία τους προσφορά στη χριστιανοσύνη και τα εκατοντάδες θαύματά τους, ενώ ελάχιστα τιμάται η μνήμη τους στην ελληνική επικράτεια. Από αυτήν την αφάνεια προσπαθεί να τις απεκδύσει ο συγγραφέας του «Μητερικού», ο οποίος μας εισάγει επίσης, εν ολίγοις, στην Αγιολογία, αλλά και στην επιμέρους θεματική της, την Μητρότητα –που περιστρέφεται γύρω από το πρόσωπο της Θεοτόκου και των αγίων γυναικών που αντίστοιχα καθοδήγησαν με τον βίο και τα μαρτύριά τους τα πνευματικά τους τέκνα– με τις Αγίες Μητέρες της μείζονος Θράκης που αξίζουν της προσοχής μας.
Ας μην προτρέχουμε όμως και ας δούμε την πλούσια δομή του «Μητερικού της Θράκης». Το κύριο μέρος του βιβλίου διαρθρώνεται σε τέσσερεις βασικές ενότητες:
- τα «Μαρτύρια» της οσιομάρτυρος Σεβαστιανής, της αγίας Γλυκερίας και των αγίων τεσσαράκοντα παρθενομαρτύρων και του διδασκάλου τους Αμμών
- τους «Βίους» της Αγίας Μαρίας της Νέας της εκ Βιζύης και της Οσίας Παρασκευής της Νέας της εξ Επιβατών
- το «Επίμετρο» για την Οσία Παρασκευή τη Νέα την εξ Επιβατών και τη θέση της στα Βαλκάνια –καθώς το σκήνωμά της σε βάθος αιώνων έχει μεταφερθεί από τους Επιβάτες της Μ. Ασίας στη Βουλγαρία, τη Σερβία αλλά και τη Ρουμανία όπου και βρίσκεται μέχρι σήμερα, και τέλος
- το «Φωτογραφικό παράρτημα» εικόνων και ναών της βυζαντινής Θράκης, αλλά και των αγίων που αποτυπώνονται στις σελίδες του «Μητερικού», από διάφορες περιοχές της σύγχρονης δυτικής Θράκης, όπως Ορεστιάδα, Διδυμότειχο, Αλεξανδρούπολη, Λουτρά Τραϊνούπολης, Κομοτηνή, Ξάνθη, αλλά και από την κεντρική Μακεδονία, και τα Βαλκάνια, μαζί με τον Χάρτη της Βυζαντινής Θράκης, δια χειρός του συγγραφέα.
Ποια η θέση της γυναίκας στην Αγιολογία;
Ο βίος της Οσίας Παρασκευής της Νέας της εξ Επιβατών
Η θέση της γυναίκας στην Αγιοσύνη και δη ο τρόπος με τον οποίον αποτυπώνεται στους βίους των αγίων γυναικών έχει αποτελέσει μακροχρόνιο αντικείμενο έρευνας της ακαδημαϊκής κοινότητας, καθώς κάθε βίος είναι μοναδικός και ανοίγει νέα ερευνητικά μονοπάτια, αλλά και για τον καθημερινό αναγνώστη κάθε βίος έχει τη δική του αξία, καθώς παραδίδει διαφορετικά πρότυπα και χαρακτηρίζεται από διαφορετική λογοτεχνικότητα. Η θέση της γυναίκας λοιπόν ευρύτερα στη βυζαντινή κοινωνία, όπως αποτυπώνεται και στους βίους και τα μαρτύρια του «Μητερικού της Θράκης», ήταν αρκετά υποβιβασμένη, ζώντας σε μία ανδροκρατούμενη κοινωνία και απομακρυσμένη ως επί το πλείστον ‒τους πρώτες αιώνες τουλάχιστον‒ από τη μόρφωση και τις διοικητικές θέσεις, είχε ως κύριο ρόλο την τεκνοποιία, ενώ έπρεπε παράλληλα να υποτάσσεται στις κοινωνικές επιταγές και να ανταποκρίνεται στο επιβαλλόμενο κοινωνικό φύλο, που υπαγόρευε πάντοτε την εξέτασή της στο πλαίσιο της πατρικής οικογένειας αρχικά (ρόλος της θυγατέρας) και στη συνέχεια της συζυγικής (ρόλος συζύγου και μητέρας). Στην ίδια κατεύθυνση, οι γυναίκες που εντάσσονταν στον κόλπο της Ορθοδοξίας περιορίζονταν αρκετά, έχοντας ως επιλογή τον μοναχισμό και την απομάκρυνση από τα εγκόσμια, ή την επιλογή της εγκόσμιας ζωής με παράλληλη ένδειξη της φιλανθρωπικής τους δράσης, η οποία τουλάχιστον τους πρώτες αιώνες δεν λειτουργούσε ως τεκμήριο αγιοσύνης. Ωστόσο, με το διάβα των αιώνων παρατηρούμε μία αλλαγή στις προϋποθέσεις για την αγιοποίηση κάποιου πιστού, όπως γίνεται αντιληπτή και μέσα από τους δύο βίους που παρατίθενται στο «Μητερικό της Θράκης».
Ο βίος της Αγίας Μαρίας της Νέας
Ας εξετάσουμε όμως ενδεικτικά την πρωτοτυπία των δύο αυτών βίων. Ο βίος της Αγίας Μαρίας της Νέας αποτελεί σταθμό στην Αγιολογία, καθώς η ίδια η Αγία είναι εκπρόσωπος ενός νέου τύπου γυναικείας αγιοσύνης ‒μαζί βέβαια και με τις έγγαμες επίσης Αγίες Θεοφανώ και Θωμαΐδα. Η Αγία Μαρία σε όλη της ζωή παρέμεινε στα εγκόσμια, έλαβε υψηλή μόρφωση, παντρεύτηκε και απέκτησε δύο παιδιά. Μέχρι στιγμής όμως τι το διαφορετικό έχει ο βίος της από οποιονδήποτε άλλου; Η Αγία Μαρία από πολύ μικρή μέχρι και τον θάνατό της υπήρξε εξαιρετικά φιλάνθρωπη, φιλεύσπλαχνη, αλληλέγγυα, συνέδραμε συνεχώς στην εκκλησία, βοηθούσε χρηματικά τους απόρους, παρείχε τροφή και ένδυση σε ανήμπορους, προτιμούσε να μην κρατά τίποτε για ίδιον όφελος ‒πράξη για την οποία μάλιστα «τιμωρήθηκε» από τον σύζυγό της. Ο σύζυγός της, ο οποίος είχε καταληφθεί από δαιμόνιο, παρερμήνευσε τις ενέργειές της, θεώρησε πως τον απατά και δαπανά τα χρήματά τους άσκοπα, οπότε αφού την τιμώρησε, τη χτύπησε άγρια ώσπου η ίδια μετά από λίγο εξέπνευσε. Έτσι, γίνεται αντιληπτό πως η Αγία Μαρία απέκτησε αγιοσύνη λόγω του ευσεβούς τρόπου ζωής της και κατάφερε να φτάσει κοντά στον Θεό μέσα από τα επίγεια. Το πρότυπο αυτό των Αγίων «εν εγγάμω βίω» άρχισε να εγκαταλείπεται σταδιακά, γεγονός που καθιστά τον συγκεκριμένο βίο μοναδικό. Βέβαια, ο συγκεκριμένος βίος χαρακτηρίζεται εξαιρετικός και από λογοτεχνική άποψη, καθώς ο ανώνυμος συγγραφέας του ‒που με βεβαιότητα υπήρξε μορφωμένος κοσμικός‒ χρησιμοποιεί περίτεχνα λεκτικά σχήματα, αναφορές σε αρχαίους συγγραφείς κ.ά., έχοντας ως βασικό του σκοπό να κατακρίνει τον σύγχρονό του μοναχισμό αλλά και την ιδεολογία που επικρατούσε γύρω από την «κατασκευή» της αγιοσύνης, ενώ επιδιώκει παράλληλα να καθιερωθεί το δικό του αξιακό, δικαιότερο για τις αγίες γυναίκες, σύστημα.
Φορητή εικόνα από τον Ιερό Ναό Αγίας Παρασκευής Θεολόγου στη Θάσο, όπου απεικονίζονται αριστερά η Παρασκευή η Ρωμαία και δεξιά η Παρασκευή η Νέα η εξ Επιβατών |
Από την άλλη, ο βίος της Οσίας Παρασκευής της Νέας της εξ Επιβατών –που δεν θα πρέπει να συγχέεται με την Αγία Παρασκευή τη Ρωμαία, που συνήθως εικονίζεται με κρατήρα που περιέχει ζεύγος ματιών– διαφέρει σε σχέση με αυτόν της Μαρίας της Νέας, καθώς η Οσία Παρασκευή ποτέ δεν οδηγήθηκε στον έγγαμο βίο. Γεννήθηκε στους Επιβάτες της Θράκης σε αριστοκρατική οικογένεια και από πολύ μικρή έτεινε προς τα θεία, απεκδυόμενη τα πλούτη της, γεγονός στο οποίο αντιδρούσαν οι γονείς της χτυπώντας την. Η ίδια, σε μεγαλύτερη ηλικία, αποφάσισε να εγκαταλείψει την πατρική εστία, μοίρασε σε άπορους τα πολυτελή της ρούχα, κατευθύνθηκε στα Ιεροσόλυμα όπου ακολούθησε ασκητική ζωή, την οποία συνέχισε και όταν επέστρεψε αργότερα στην Καλλικράτεια, όπου και απεβίωσε. Η ανατρεπτικότητα και αυτού του βίου δεν έγκειται στις πρακτικές αγιοποίησης, αλλά στο ότι η Οσία Παρασκευή απεκδύθηκε του κοινωνικού της ρόλου, αυτού της μάνας και της συζύγου, ήρθε σε ρήξη με τα κοινωνικά στερεότυπα και την οικογένειά της, υπήρξε ισχυρογνώμων και θαρραλέα, και ακολούθησε τον δρόμο του Θεού μέσω από τι προσωπικές της αναζητήσεις.
Οι θαυματοποιές Θρακιώτισσες Αγίες Μητέρες
Οι Αγίες Μητέρες που αποτυπώνονται στο «Μητερικό της Θράκης» γεννήθηκαν, έζησαν, μαρτύρησαν και ετάφησαν ως επί το πλείστον στην περιοχή της μείζονος Θράκης, π.χ. στην Κωνσταντινούπολη, την Ηράκλεια, τη Ραιδεστό, τη Βιζύη, τους Επιβάτες, την Καλλικράτεια, την Τραϊανούπολη κ.α., διαχέοντας την ευλάβειά τους σε όλη την περιοχή. Ακόμη και αρκετά χρόνια μετά την ταφή τους πραγματοποιούσαν και πραγματοποιούν συνεχώς θαύματα, αναζωπυρώνοντας την πίστη των χριστιανών και προσφέροντάς τους ένα απάγκιο στις δύσκολες στιγμές. Ενδεικτικά, από τα πρώτα θαύματα των Αγίων Μητέρων ήταν αυτά της Αγίας Σεβαστιανής, που με τη δύναμη του Θεού απομάκρυνε τα λιοντάρια που είχαν έρθει να την κατασπαράξουν, της Αγίας Γλυκερίας, που πραγματοποίησε θαύμα με τη μυροφόρο της ερχόμενη στα όνειρα ενός μοναχού και των Τεσσαράκοντα Παρθενομαρτύρων και του διδασκάλου τους Αμμών, που κατέστρεψαν τα είδωλα των Εθνικών. Όσον αφορά πιο «σύγχρονα» θαύματα, το σκήνωμα της Αγίας Μαρίας της Νέας επισκέφθηκαν στη Βιζύη εκατοντάδες πιστοί –και μη– που ήταν δαιμονισμένοι και η αγία κατάφερε να αποβληθεί το δαιμόνιο από μέσα τους, με αποτέλεσμα να ενισχύσουν την πίστη τους ή και να πιστέψουν για πρώτη φορά στην Ορθοδοξία –αυτή ήταν η πλειονότητα των θαυμάτων που πραγματοποιούσε η Αγία–, ασθενείς με παραλυσία στα άκρα κατάφεραν αμέσως να περπατήσουν κ.ά., ενώ χαρακτηριστικά η Αγία δεν λησμονούσε τα άτομα που «διέσωζε», γι’ αυτό και όποτε παραστρατούσαν τους «υπενθύμιζε» την «ασθένειά» τους.
Αλλά και το σκήνωμα της Οσίας Παρασκευής της Νέας της εξ Επιβατών, το οποίο πλέον βρίσκεται στο Ιάσιο της Ρουμανίας, είναι πηγή αγιασμού, φωτισμού και ιαμάτων, κατακλύζοντας πάθη και καταρδεύοντας τις ψυχές των πιστών. Εκεί κάθε χρόνο, στη γιορτή της, στις 14 Οκτωβρίου, συρρέουν εκατοντάδες πιστών για να λάβουν την ευλογία της και να προσκυνήσουν το σκήνωμά της στον υπέρλαμπρο Μητροπολιτικό Ναό της πόλης, που είναι στολισμένος με τοιχογραφίες από τη ζωή και τα θαύματά της. Να σημειωθεί πως η Οσία Παρασκευή η εξ Επιβατών και εν ζωή πραγματοποίησε θαύματα, όπως για παράδειγμα τη νηνεμία που επέφερε σε ταξίδι της κοντά στην Ιόπη (αρχαία πόλη της Παλαιστίνης), καθώς όταν πρόεκυψαν άγρια κύματα στο ταξίδι και όλοι οι συνεπιβάτες της υπέφεραν και ο καπετάνιος ανησυχούσε για την πορεία του πλοίου, τον έπιασε «από το χέρι και τον γέμισε με τις καλύτερες ελπίδες· […]» και τότε η θαλασσοταραχή έπαψε.
Η σύγχρονη παρουσία των Αγίων Μητέρων
Μπορεί οι Αγίες Μητέρες να έζησαν και να έδρασαν δεκάδες αιώνες πριν, ωστόσο η παρουσία τους είναι ακόμη ζωντανή και ο κ. Γκόζης αυτή προσπαθεί να ενισχύσει, διερευνώντας και τη μετακενωμένη παράδοσή τους στην περιοχή, καθώς πολλοί «φιλέρευνοι» θρακιώτες συμπολίτες μας αναζητούν, ερευνούν και προσπαθούν να διατηρήσουν τη μνήμη των Αγίων. Για παράδειγμα, στο βιβλίο αποτυπώνεται η προσπάθεια της Ιεράς Μητροπόλεως Διδυμοτείχου, Ορεστιάδος και Σουφλίου να διαφυλάξει τη μνήμη για τους τοπικούς Αγίους με έναν «σύγχρονο» τρόπο, αποτυπώνοντάς τους σε έναν πλήρη κατάλογο στην ιστοσελίδα της, αλλά και αφιερώνοντας ναούς προς τιμήν τους, όπως τον Ιερό Ναό των Αγίων Τεσσαράκοντα Παρθενομαρτύρων και του διδασκάλου τους, διακόνου Αμμών στην Ορεστιάδα, ή δημιουργώντας εξαιρετικής αισθητικής τοιχογραφίες σε ναούς της περιοχής, όπως οι απεικονίσεις μερικών εκ των Τεσσαράκοντα Παρθενομαρτύρων, της Οσίας Παρασκευής της Επιβατηνής αλλά και της Αγίας Γλυκερίας στον Ιερό Ναό Αγίων Θεοδώρων Ορεστιάδας κ.α, ενώ και οι υπόλοιπες Ιερές Μητροπόλεις της Θράκης, όπως της Αλεξανδρούπολης με τον Ιερό Ναό Αγίας Γλυκερίας στα Λουτρά Τραϊανούπολης, της Μαρωνείας και Κομοτηνής με τις αποτυπώσεις Θρακιωτών Αγίων και συγκεκριμένα της Αγίας Παρασκευής της Επιβατηνής στον Ιερό Καθεδρικό Ναό του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου Κομοτηνής κ.ά., αλλά και της Ξάνθης, με το παρεκκλήσι της Αγίας Παρασκευής στην Ποταμιά της Ξάνθης, αλλά και τον Ιερό Ναό Αγίας Παρασκευής Αβδήρων, με την εξαιρετική εικόνα που φιλοτέχνησε ο Αδριανουπολίτης ζωγράφος Μιχαήλ Δημόπουλος που έχει δημιουργηθεί κατά την τεχνική της Παρασκευής της Επιβατηνής κ.ά. αποτελούν φάροι διαφύλαξης και ενίσχυσης της θρακικής ορθοδοξίας.
Εκτός όμως της «επίσημης» τιμής στις Αγίες Μητέρες, πολλοί αφανείς συμπολίτες μας συνεχίζουν να τις τιμούν και στα του οίκου τους, έχοντάς τες ως «προστάτιδες», φυλάσσουν εικόνες τους πλάι στο αναμμένο καντήλι για να τους δίνουν φώτιση και ελπίδα. Βέβαια, αυτή η «σχέση» τους με τις Θρακιώτισσες Αγίες δεν είναι καρπός τυχαιότητας, καθώς οι περισσότεροι εξ αυτών είναι απόγονοι προσφυγικών οικογενειών από την Ανατολική Ρωμυλία και τη Μ. Ασία, γνωρίζουν δηλαδή τις περιοχές εκείνες ακόμη και από αφηγήσεις, γνωρίζουν τις Αγίες και τα θαύματά τους και τις νιώθουν σαν δικές τους Μητέρες που έχουν απλώσει τις φτερούγες τους και τους προστατεύουν. Υπάρχουν όμως και αυτοί οι πιστοί οι οποίοι έχοντας μεγαλώσει σε περιοχές με μεγάλη ιστορία, όπως η κ. Ουρανία Γκουτσίδου ‒μία εκ των πληροφορητριών του βιβλίου‒, η οποία έχοντας μεγαλώσει και ζώντας στα Πετρωτά Ορεστιάδας αφηγείται θύμησες και παραδόσεις των παλαιότερων του χωριού που τόνιζαν πως η περιοχή, όντας σταυροδρόμι, αποτέλεσε σημείο συγκέντρωσης μοναχών και καλογέρων, οι οποίοι επί Τουρκοκρατίας κατεσφάγησαν αναδύοντας πλέον σε εκείνες τις περιοχές κατά καιρούς ευωδία, αλλά και υποδεικνύει τις διάφορες βραχώδεις σπηλιές στις οποίες φημολογείται πως εκεί παρέμειναν και προστατεύθηκαν από τους διωγμούς, για κάποιο χρονικό διάστημα, οι Τεσσαράκοντα Παρθενομάρτυρες και ο διδάσκαλός τους Αμμών. Η παράδοση αυτή διατηρείται ακόμη ζωντανή, και η ίδια η κ. Γκουτσίδου, έχοντας εξάλλου το όνομα μίας εκ των Παρθενομαρτύρων, αποφάσισε το 1996 να δημιουργήσει ναΐσκο αφιερωμένο στην Παρθενομάρτυρα, αλλά και να μοιράζεται πλέον τις «γνώσεις» της με όποιον πιστό περιδιαβεί το σοκάκι της. Αυτό που γίνεται αντιληπτό με τα παραπάνω και με τον τρόπο με τον οποίο διαπλέκεται η αγιολογία με τις καθημερινές ανθρώπινες πτυχές και αποτυπώνεται στο παρόν σύγγραμμα είναι πως η παράδοση και η αγιότητα ξεπερνούν τα όρια της εκκλησίας ή της επιστήμης της θεολογίας, γίνονται κτήμα όλων, και γι’ αυτό η διαφύλαξη της μνήμης των Αγίων είναι ζήτημα όλων.
Ο συγγραφέας του «Μητερικού της Θράκης», έχοντας μελετήσει σε βάθος την Αγία Γραφή, προγενέστερα συγγράμματα για τις Αγίες Μητέρες, τα κείμενα του Ευλόγιου Κουρίλα Λαυριώτη, Μητροπολίτη Κορυτσάς, που φιλοξενούνται στο περιοδικό «Θρακικά» του Θρακικού Κέντρου και που είναι από τους πρώτους που κατέγραψε τους βίους και τα μαρτύρια των Αγίων Μητέρων της Θράκης –αναγνωρίζοντας την αξία και τη σπουδαιότητά τους–, και αξιοποιώντας παράλληλα στοιχεία της ξενόγλωσσης βιβλιογραφίας, καθώς εξετάζει συγγράμματα σημαντικών διεθνώς βυζαντινολόγων, όπως των: Aggeliki Laiou, Stavroula Constantinou, Raymond Janin, Cyril Mango κ.ά. –σημαντικό είναι πως κάποιοι εξ αυτών περιλαμβάνουν στα κείμενά τους αναφορές σε επιτόπιες έρευνες που πραγματοποιήθηκαν στην περιοχή της μείζονος Θράκης μετά τον 12ο αι. και διασώζονται μόνο στα κείμενά τους–, έχει τα κατάλληλα υλικά στα χέρια του για να δημιουργήσει –και τα κατάφερε– μια Ανθολογία με επιστημονική πληρότητα αλλά και γλωσσική αμεσότητα. Δεν είναι εξάλλου ένα βιβλίο μόνο για τον ακαδημαϊκό αναγνώστη αλλά και για τον καθημερινό περιπατητή στον κόσμο της χριστιανοσύνης, και αυτό αποδεικνύεται και από την προσθήκη της «κατατοπιστικής» εισαγωγής στον κόσμο της Αγιολογίας, αλλά και από την παράλληλη παράθεση του πρωτότυπου κειμένου στα αριστερά και της εύληπτης μετάφρασής του στα δεξιά και με την προσθήκη επεξηγηματικών υποσημειώσεων εκατέρωθεν.
Γνωρίζοντας τον Γιώργο Σ. Γκόζη…
Ο Γιώργος Σ. Γκόζης γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1970. Σπούδασε στο τμήμα Θεολογίας της Θεολογικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Ακολούθησε μεταπτυχιακές σπουδές στην ίδια σχολή, στον τομέα Εκκλησιαστικής Ιστορίας, Χριστιανικής Γραμματείας, Αρχαιολογίας και Τέχνης. Είναι κάτοχος μεταπτυχιακού τίτλου ειδίκευσης στην Αγιολογία. Η εργογραφία του στα ελληνικά Γράμματα, ως συγγραφέα έργων πεζού λόγου, περιλαμβάνει δημοσιεύσεις προσωπικών, αλλά και συλλογικών αφηγήσεων. Ενδεικτικά, κυκλοφορούν οι προσωπικές του εργογραφίες: «Θραύση Κρυστάλλων», (Μυθιστόρημα), Ποταμός, Αθήνα 2020· «Γκουανό», (Νουβέλα), Πόλις, Αθήνα 2016 κ.ά. Επίσης, έχει συμμετάσχει σε ανθολογίες και συλλογικά έργα, ενώ από το 2016 είναι τακτικό μέλος της Εταιρείας Λογοτεχνών Θεσσαλονίκης. Επίσημη ιστοσελίδα του είναι www.georgegozis.gr.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου