πηγή: ΠΕΜΠΤΟΥΣΙΑ
Εισαγωγή στη θεολογία των Κατανυκτικών Εσπερινών
Για την Ορθόδοξη Εκκλησία η ζωή του ανθρώπου είναι μια συνεχής πορεία που έχει ως σκοπό και στόχο το πέρασμα από την κατ΄εικόνα της εικόνας του Θεού δημιουργία στην καθομοιωτική κατά χάριν θέωσή του. Αυτή την πορεία του ανθρώπου προς την κατά χάριν θέωση, η Εκκλησία την χαρακτηρίζει ως πνευματική και την τοποθετεί στο πλαίσιο του κινητού και εορταστικού της κύκλου, καλώντας τους πιστούς σε συμπόρευση με τα ιστορικά της πρόσωπα, την Ιστορία της, η οποία δεν είναι άλλη από τη ζωή των Αγίων της. Ιδιαιτέρως, όμως, υπερτονίζει την περίοδο της Μεγάλης Τεσσαρακοστής και του Τριωδίου ως το «στάδιο των αρετών», όπου ο πιστός καλείται να προγυμνασθεί σωματικά και πνευματικά με σκοπό να υποδεχθεί τον αναστάντα εκ νεκρών Κύριο, μέσα από ασκήσεις πνευματικές και σωματικές. Αν εντάξουμε αυτή την πορεία στη ροή του ιστορικού χρόνου θα δούμε ότι υπάρχει το στάδιο της προετοιμασίας που ξεκινά από την Κυριακή του Τελώνου και του Φαρισαίου, ακολουθεί με την Κυριακή του Ασώτου και καταλήγει με τη λεγόμενη Κυριακή της Αποκρέω. Και οι τρεις αυτές εβδομάδες, καλούνται, κατά την εκκλησιαστική γλώσσα «προφωνήσιμες», καθώς προγυμνάζουν τους πιστούς, (κατά τον τρόπο της προετοιμασίας που κάνουν οι αθλητές, το λεγόμενο «ζέσταμα» πριν να μπουν στο στάδιο διεξαγωγής του αγώνα), για να εισέλθουν στο Κατανυκτικό περιβάλλον της Μεγάλης Τεσσαρακοστής.
Επιχειρώντας να κωδικοποιήσουμε τα βασικά σημεία αυτού του Κατανυκτικού περιβάλλοντος, ώστε να βοηθηθούμε στην κατάδειξη του επιδιωκόμενου στόχου, δίνουμε τέσσερις λέξεις, τις οποίες είναι εύκολα να συγκρατήσουμε στη μνήμη μας: νηστεία, εγκράτεια, αλληλεγγύη και μετάνοια. Πρόκειται για ένα τετραδιάστατο αρχιτεκτονικό πνευματικό σχέδιο με διάφορα επίπεδα, στα οποία ο πιστός καλείται να μεταβεί διαδοχικά, αντιμετωπίζοντας τις δυσκολίες που εμφανίζονται μπροστά του, υπερβαίνοντάς τες και αξιοποιώντας τις ασκήσεις που του προσφέρονται από την Εκκλησία. Σε αυτό το πλαίσιο των προσφερόμενων πνευματικών γυμνασμάτων εντάσσονται και οι Κατανυκτικοί Εσπερινοί των πέντε Κυριακών της Μ. Τεσσαρακοστής. Με μια προσεκτική ανάλυση των τροπαρίων που συνθέτουν τις εσπερινές αυτές ακολουθίες καταλήγουμε όσον αφορά στο περιεχόμενο και τη στοχοθέτησή τους επιγραμματικά στα εξής χαρακτηριστικά:
1ον Αναμνηστικό
2ον Σωτηριολογικό-Απελευθερωτικό
3ον Παρακλητικό
1ον Οι ύμνοι και τα τροπάρια επιχειρούν να υπενθυμίσουν στους πιστούς την ανάμνηση της δημιουργίας του ανθρώπου από τον Θεό, της τοποθέτησής του στον Παράδεισο και την εκδίωξη από αυτόν, λόγω της αθέτησης των υποσχέσεων προς τον Θεό και της παρακοής των εντολών του, παρακινούμενος από τον εγωισμό και την αλαζονεία. Στοιχείο αυτής της παρακοής, και η πρακτική της νηστείας, η οποία τυπολογικά και όχι συμβολικά υποκρύπτεται στην απαγόρευση από τον Θεό της βρώσεως του καρπού από το δένδρο της γνώσεως του καλού και του κακού. Τυπολογικά κατανοείται ότι κατ΄αυτόν τον τρόπο εισάγεται η έννοια της νηστείας, της αποχής από ένα συγκεκριμένο είδος τροφής, αν και επί της ουσίας η λέξη νηστεία σημαίνει την πλήρη αποχή από οποιοδήποτε είδος τροφής. Συμβολικά δε, αυτή η απαγόρευση, κατανοείται ως εντολή προστασίας του ανθρώπου από τη γνώση του οντολογικού, για τον ίδιο, κακού, καθώς η μη γνώση του κακού και πιο συγκεκριμένα του θανάτου, δεν επέτρεπε στον άνθρωπο, μέχρι τη στιγμή της παράβασης, της διπλής ηθικής αξιολόγησης των πράξεών του και της κατανόησης των συνεπειών της κτιστότητάς του. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι στο βιβλικό κείμενο η απαγόρευση είναι διπλή: του δένδρου της ζωής και του δένδρου της γνώσεως του καλού και του κακού, δηλώνοντας τον άρρηκτο δεσμό αυτών των δύο. Γι΄αυτό και ο Αδάμ, ευρισκόμενος πλέον εκτός Παραδείσου, κοίταζε προς αυτόν και: «ωδύρετο ολολύζων, ελεεινή τη φωνή και έλεγεν: Οίμοι τι πέπονθα ο τάλας εγώ! Μίαν εντολήν παρέβην, την του Δεσπότου και των αγαθών παντοίων εστέρημαι!».
2ον Στο δεύτερο ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της θεολογικής προσέγγισης και κατανόησης των ύμνων που πλαισιώνουν τους κατανυκτικούς Εσπερινούς, αυτό που προανέφερα ως σωτηριολογικό-απελευθερωτικό, η ανάλυση είναι αρκετά πιο δύσκολη, λόγω των πολλών παρανοήσεων και των πολλών ερμηνευτικών λαθών που έχουν εισαχθεί στον τρόπο ζωής των χριστιανών, από «εκκλησιαστικούς» ανθρώπους, οι οποίοι δεν συνεκτιμούν όλους τους παράγοντες ταυτόχρονα και ταυτόχωρα, αλλά απομονώνουν στοιχεία και παραμέτρους, υπερτονίζοντας κατά το δοκούν, ό,τι αυτοί θεωρούν ως το πιο κατάλληλο.
Ας δούμε, όμως, τα δεδομένα στη σειρά:
Το Τριώδιο αποτελείται από δύο βασικά μέρη:
- Το προπαρασκευαστικό, το προστάδιο της ετοιμασίας, της προγύμνασης και
- Το μέρος της βασικής εκγύμνασης του πιστού και της προετοιμασίας του για την είσοδο στη Μεγάλη Εβδομάδα και την κατάληξη στην πανήγυρη των πανηγύρεων την ημέρα της Ανάστασης.
Στο πρώτο μέρος, για να τα δούμε με τη σειρά, έχουμε την Κυριακή του Τελώνου και του Φαρισαίου, την Κυριακή του Ασώτου, την Κυριακή της Αποκρέω και την Κυριακή της Τυρινής με τα αντίστοιχα αποστολικά, ευαγγελικά-βιβλικά κείμενα. Σε όλες αυτές τις Κυριακές το κοινό στοιχείο είναι ότι τα Ευαγγελικά Αναγνώσματα αποτελούν επιλογές από την ιδιαίτερη παραβολική διδασκαλία του Ιησού, η οποία, όπως πολύ καλά γνωρίζουμε, αποτελεί έναν ιδιαίτερο αγαπητό και προσφιλές προς αυτόν τρόπο διδασκαλίας. Το δεύτερο κοινό στοιχείο που προκύπτει από την προσεκτική ανάγνωση αυτών των παραβολών είναι ότι ο Ιησούς με επίμονο τρόπο επιχειρεί να καταδείξει, μέσα από παραδείγματα, το ποιος είναι αυτός που μπορεί να χαρακτηριστεί ως άνθρωπος του Θεού και κατά συνέπεια «πολίτης» της πολιτείας του Θεού.
Την Κυριακή του Τελώνου και Φαρισαίου, για να ξετυλίξουμε σιγά-σιγά το κουβάρι της απελευθέρωσης από την αμαρτία, είναι ο αμαρτωλός Τελώνης, ο οποίος «κλαυθμώ βοήσαντα» δικαιώνεται, καθώς «αρίστην έδειξεν, οδόν υψώσεως την ταπείνωσιν Λόγος». Αντιθέτως, ο Φαρισαίος, ο οποίος διάγει βίον ηθικό σύμφωνο με τους κανόνες και τις υποδείξεις του θρησκευτικού νόμου, αποτυγχάνει καθώς «την εξ΄ όγκου φρενοβλαβή, υπέστη ταπείνωσιν». Οι λέξεις κλειδιά, οι λέξεις που ενοποιούν το ευαγγελικό ανάγνωσμα με την υμνολογία της Κυριακής του Τελώνου και Φαρισαίου και αφορούν τον Τελώνη είναι οι λέξεις ταπείνωση, η οποία έχει ως ακόλουθο και ως προϋπόθεση τη λέξη μετάνοια. Και οι δυο μαζί γίνονται εργαλεία αυτοαξιολόγησης και ενσυναίσθησης αυτού του ίδιου του εαυτού μας. Αντιθέτως, οι λέξεις κλειδιά που συνοδεύουν τον Φαρισαίο είναι κενοδοξία, υπερηφάνεια, αλαζονεία. Λέξεις που τον θέτουν εκτός της πολιτείας του Θεού, καθώς δεν του επιτρέπουν να πράξει ούτε την αυτοαξιολόγηση των πράξεών του να κάνει ούτε και την ουσία του ίδιου, της ανθρώπινης ύπαρξής του, να ανακαλύψει. Τι λέει και τι προτείνει η υμνολογία του κανόνος στην Η΄ωδή: «Φαρισαίου τον τύφον, της προαιρέσεως, και την προσηγορίαν, της καθαρότητος, φύγωμεν πιστοί… (τα κόμματα στον ύμνον εξυπηρετούν το μουσικό τονισμό του κειμένου και όχι τον φιλολογικό και εννοιολογικό).
Την Κυριακή του Ασώτου, κατ΄άλλους την Κυριακή του Φιλεύσπλαχνου Πατέρα, ο υιός αφού «διεσκόρπισε τον πλούτο της πατρικής δωρεάς» βρέθηκε πεινασμένος και ρακένδυτος. Επέστρεψε «προς τον εύσπλαχνον Πατέρα, κραυγάζων συν δάκρυσι, Δέξαι με ως μίσθιον, προσπίπτοντα τη φιλανθρωπία σου…». Σε αυτήν την παραβολή δεν θέτει ο Ιησούς σε αντιπαραβολή, σε αντίλογο με τον Θεό, δύο ανθρώπους, αλλά θέτει τον ίδιο τον άνθρωπο σε κατάσταση διαλόγου με τον ίδιο τον εαυτό του. Δεν είναι πλέον η αναζήτηση του κριτηρίου επιλογής για τη Βασιλεία του Θεού υπόθεση σύγκρισης ανάμεσα σε δύο διαφορετικούς τρόπους αναζήτησης του Θεού, αλλά η ενσυναίσθηση της απώλειας της σχέσης του ανθρώπου με τον Θεό και οι συνέπειες αυτής της απώλειας. Σε αυτήν παραβολή ενυπάρχουν ευδιάκριτα και τα δύο χαρακτηριστικά που έχω ήδη προαναφέρει. Υπάρχει και το αναμνηστικό στοιχείο και το σωτηριολογικό-απελευθερωτικό. Ο πατέρας Θεός και δημιουργός τοποθετεί τον άνθρωπο σε τόπο ιδανικό για να δημιουργήσει, προσφέροντάς του τα χαρίσματα του κατ΄εικόνα του. Ο υιός, όμως, αντί της δημιουργικής και καθομοιωτικής του πορείας επέλεξε να φύγει από τον τόπο που του προσφέρθηκε ως παραδείσια πολιτεία και αναχώρησε για να κατοικήσει σε χώρα «πονηρών πολιτών». Εκεί αφού «δαπανήσας ασώτως της πατρικής ουσίας τον πλούτον, και καταναλώσας, έρημος γέγονε», έχασε δηλ. τα χαρίσματα της κατ΄εικόνας του Θεού δημιουργίας και αποπροσανατολίσθηκε του στόχου του που ήταν το καθ΄ομοίωσιν. Βλέποντας και κατανοώντας την κατάσταση στην οποία έχει εκπέσει και ενθυμούμενος την παραδείσια πολιτεία, μετανοεί και ταπεινώνεται ζητώντας από τον Θεό-Πατέρα, συγχώρεση. Να του επιτρέψει δηλ. να επιστρέψει και να επανενταχθεί στο χώρο από τον οποίο ελεύθερα επέλεξε να αποχωρήσει. Το σχήμα και εδώ είναι παρόμοιο με αυτό του Τελώνη. Αμαρτία (αστοχία), μετάνοια, ταπείνωση (ενσυναίσθηση) συγχώρεση. Το ίδιο, όμως, είναι και το σχήμα του αδελφού που διαμαρτύρεται, καθώς αυτός είναι που τηρεί τους κανόνες, σέβεται και υπακούει στις εντολές του Θεού, κατ΄αναλογίαν με τον Φαρισαίο. Η εικόνα είναι πολύ χαρακτηριστική και οικεία για τους περισσότερους από εμάς. Καυγάδες, συγκρούσεις και διαπληκτισμοί, ζήλειες και διαμαρτυρίες μεταξύ αδελφών που διεκδικούν το περισσότερο της αγάπης των γονιών, πιστεύοντας ο καθένας και η καθεμία για τον εαυτό του, ότι είναι καλλίτερο παιδί από τον αδελφό ή την αδελφή του. Και ο γονιός, ο οποίος όλα τα παιδιά του τα βλέπει με στοργή και αγάπη, δέεται την παράκληση, τη μετάνοια, την ταπείνωση, την ειλικρίνεια και ανοίγει την αγκάλη του για να συγχωρέσει και να χωρέσει και πάλι τον αμαρτωλό, αυτόν που αστόχησε, αυτόν που παρέκλινε σε παραβατική συμπεριφορά, δίνοντάς του την ελπίδα για ένα νέο ξεκίνημα στον αγώνα για την απελευθέρωσή του από την αμαρτία.
Την Κυριακή της Αποκρέω, η ένταση της μελλοντικής κρίσης ριζοσπαστικοποιείται κοινωνικά, καθώς ο Ιησούς, μέσω αυτής της παραβολής, ορίζει το ποιος είναι τελικά ο αμαρτωλός, ο οποίος δεν δικαιούται να είναι πολίτης της Βασιλείας, «Βίβλοι ανοίγονται, φανερωθήσονται πράξεις». Ο δικαιότατος Κριτής «επί θρόνου δόξης καθεζόμενος» έρχεται «κρίσιν δικαίαν ποιήσαι». Η παραβολή της Τελικής Κρίσης και το κείμενο των Μακαρισμών αποτελούν την πεμπτουσία της βιβλικής Εκκλησίας. Υπενθυμίζει προς τον άνθρωπο ότι οφείλει τα χαρίσματα της κατ΄εικόνα δημιουργίας του να τα καλλιεργεί, ούτως ώστε να πλησιάσει τον στόχο τής κατά χάριν καθ΄ομοίωσις του με το Θεό, καθώς τα έργα του «παρίστανται προς έλεγχο» και οι πράξεις «ελέγχουσι, κατηγορούσαι». Στο Δοξαστικό της Λιτής οι αναφορές είναι κατηγορηματικές και δεν δικαιολογούν άγνοια των εντολών της παραβολής: «Τοις του Κυρίου γνώντες εντολάς, ούτω πολιτευθώμεν, πεινώντας διαθρέψωμεν, διψώντας ποτίσωμεν, γυμνούς περιβαλώμεθα, ξένους συνεισάγωμεν, ασθενούντας και τους εν φυλακή επισκεψώμεθα, ίνα είπη, και προς ημάς, ο μέλλων κρίναι πάσαν την γην. Δεύτε οι ευλογημένοι του Πατρός μου, κληρονομήσατε, την ητοιμασμένη υμίν βασιλείαν». Αυτοί που θα δικαιωθούν είναι οι άνθρωποι της δικαιοσύνης και της αλληλεγγύης, οι οποίοι ζουν, ακολουθώντας τις εντολές του Κυρίου. Η ριζοσπαστικότητα των εντολών αποκαλύπτεται στην ταύτιση του Χριστού με τους πάσης φύσεως κατατρεγμένους. Ο Ιησούς τοποθετεί τον εαυτό του στη θέση του κάθε εμπερίστατου ανθρώπου και θεωρεί τον κάθε εμπερίστατο άνθρωπο ωσεί παρόντος του ιδίου. Ουσιαστικά καθιστά τους κατατρεγμένους του κόσμου αντιπροσώπους του επί της γης. Το κείμενο της Τελικής Κρίσης στην όλη συνάφειά του με τις προηγούμενες Κυριακές θέτει τις έννοιες της δικαιοσύνης και της αλληλεγγύης σε απαραίτητη συλλειτουργία με τις έννοιες της μετάνοιας, της ταπείνωσης και της συγχώρεσης. Ο μετανοών και ταπεινός άνθρωπος απαλλαγμένος από την εγωιστική φιλαυτία και υπεροψία, ανακαλύπτει στο πρόσωπο του κάθε εμπερίστατου ανθρώπου την εικόνα του πάσχοντος δούλου, ο οποίος δεν είναι άλλος από τον ίδιο τον σαρκωθέντα Λόγο του Θεού. Η Τελική Κρίση δεν αποτελεί κάτι το αφηρημένο και απροσδιόριστο, γι΄αυτό και ο εν συνειδήσει πράτων χριστιανός υμνολογεί: «Ημάρτηκα Κύριε, καθάπερ άλλος ουδείς ανθρώπων, πλημμελήσας υπέρ άνθρωπον προ της δίκης, ίλεως γενού μοι φιλάνθρωπε». Η κατάκτηση, επομένως, της σωτηρίας και η πολιτογράφηση του ανθρώπου ως πολίτη της Βασιλείας των Ουρανών, περνά μέσα από την προσφορά προς τον συνάνθρωπο. Η μη απόδοση δικαιοσύνης και αλληλεγγύης χαρακτηρίζεται ως αμαρτία, γι΄αυτό και στον οίκο του όρθρου της Κυριακής της Αποκρέω συνδέονται οι έννοιες της συνείδησης και του αυτοελέγχου: «Το φοβερόν σου κριτήριον ενθυμούμενος… την ημέρα της Κρίσεως, φρίττω και πτοούμαι υπό της συνειδήσεως της εμής ελεγχόμενος, όταν μέλλης καθέζεσθαι επί του θρόνου σου και ποιείν την εξέτασιν τότε αρνείσθαι τας αμαρτίας ουδείς εξισχύσει, αληθείας ελεγχούσης, και δειλίας κατεχούσης…». Στους δε Αίνους, στο τρίτο ιδιόμελο, ο υμνογράφος θέτει τα κριτήρια της ανεμπόδιστης εισόδου στη Βασιλεία του Χριστού: «…Βλέπε ψυχή μου νηστεύεις; Τον πλησίον μη αθετήσει. Βρωμάτων απέχη; Του αδελφού σου μη κατακρίνης μη τω πυρί παραπεμπομένη, κατακαής ωσεί κηρός…». Η υμνολογία αυτή παραπέμπει ευθέως στο Αποστολικό ανάγνωσμα της ημέρας, όπου εκεί ο απόστολος Παύλος απευθυνόμενος προς τους Κορινθίους, κατά την πρώτη του επιστολή, τους λέει: «… Δεν είναι οι τροφές που θα καθορίσουν τη θέση μας απέναντι στον Θεό ούτε αν δεν φάμε κάποια από αυτές χάνουμε σε αξία ούτε αν φάμε αποκτάμε κάτι παραπάνω» και λίγο παρακάτω εξετάζοντας τη σχέση ανάμεσα σε γνώση-συνείδηση-σκανδαλισμό αναφέρει: «… αν κάποια τροφή μπορεί να γίνεται αιτία να σκοντάφτει και να πέφτει ο αδελφός μου, δεν θα βάλω ποτέ κρέας στο στόμα μου, για να μη γίνω η αιτία να πέσει ο αδελφός μου».
Την Κυριακή της Τυρινής, όπως και όλη την εβδομάδα που προηγείται αυτής, εντατικοποιείται η προετοιμασία και η προγύμναση των πιστών για τον Αγώνα της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, καθώς «ηνέωκται της θείας μετανοίας τα πρόθυρα… βρωμάτων και παθών την αποχήν, ποιούντες ως υπήκοοι Χριστού…». Κατά τη διάρκεια αυτής της εβδομάδας ο πιστός εισάγεται στο πρώτο στάδιο της νηστείας, απέχοντας από την κατανάλωση κρέατος και τρώγοντας μόνο μέχρι και γαλακτοκομικά προϊόντα. (Να κάνουμε εδώ μια παρένθεση, λέγοντας ότι υπάρχουν πέντε στάδια νηστείας οριζόμενα από την Ορθόδοξη Εκκλησία. Στο πρώτο στάδιο απέχουμε από την κατανάλωση κρεάτων, στο δεύτερο από την κατανάλωση κρεάτων και γαλακτομικών-ζωικών προϊόντων, στο τρίτο από την κατανάλωση κρεάτων, ζωικών προϊόντων, ιχθύων και στο τέταρτο όλα τα προηγούμενα συν έλαιον και οίνον. Στο πέμπτο στάδιο έχουμε αποχή από κάθε κατανάλωση τροφής, τηρώντας επ΄ακριβώς την έννοια και την κατανόηση της λέξης νηστεία). Παράλληλα, όμως, με τα προοίμια της νηστείας, ο πιστός εισάγεται και στην, των παθών, εγκράτεια και καλείται να υποδεχθεί εν: « Ειρηνική καταστάσει, ειλικρινεί διαθέσει, τον ιερώτατον καιρόν της αγίας Νηστείας» αιτούμενος: «την άφεσιν, ων έκαστος επλημμέλλησεν». Ποια τα θεωρούμενα ως πλημμελήματα: «κρεών και λοιπόν βρωμάτων, ώσπερ αποχήν εποιησάμεθα, ούτω και πάσαν έχθραν, προς τους πλησίον άμα, πορνεία τε και ψεύδος και παν κακόν εκφύγωμεν», αφού προηγουμένως ενθυμούμενοι την Τελική Κρίση τοις: «πεινώσι δίδον άρτον». Η Κυριακή της Τυρινής ανακεφαλαιώνει, όλα όσα προηγούνται με την έναρξη του Τριωδίου, συμπυκνώνοντας τον αναμνηστικό και σωτηριολογικό χαρακτήρα της προετοιμασίας. Ξεκινά από τη δημιουργία του ανθρώπου: «χουν εκ της γης προσλαβών με, ζωηρώ φυσήματι, ψυχώσας εζώωσε και ετίμησεν, επί γης άρχοντα…». Αναφέρεται στην παρακοή, την εκδίωξη από τον Παράδεισο, τους δερμάτινους χιτώνες, τον κόπο και το μόχθο για τον επιούσιο, την ενσάρκωση του Λόγου, που και εδώ, όπως και την υμνολογία των Χριστουγέννων, χαρακτηρίζεται ως το ξύλο της ζωής και τον αγώνα του ανθρώπου να κατακτήσει και πάλι «του παραδείσου την οίκησιν» με τη βοήθεια του Χριστού, στον οποίο προσπίπτει λέγοντας: «Ελεήμον, ελέησόν με τον παραπεσόντα». Και αυτή την Κυριακή, η συμφωνία υμνογράφων και αποστολικού αναγνώσματος είναι ενδεικτική, όσον αφορά στην ουσία της προετοιμασίας. Γράφει ο απόστολος Παύλος στην προς Ρωμαίους επιστολή: «Ας πάψουν τα φαγοπότια και τα μεθύσια, η ασύδοτη και η ακόλαστη ζωή, οι φιλονικίες και οι φθόνοι… Να δέχεστε όποιον έχει ασθενική πίστη, χωρίς να επικρίνετε τις απόψεις του. Για παράδειγμα, ένας πιστεύει πως μπορεί να φάει τα πάντα, ενώ ο άλλος, που έχει ασθενική πίστη, τρώει μόνο χόρτα. Αυτός που τρώει τα πάντα ας μη περιφρονεί όποιον δεν τρώει, αλλά και αυτός που δεν τρώει ας μην κατακρίνει όποιον τρώει, γιατί ο Θεός τον έχει δεχθεί στην Εκκλησία του». Επομένως, νηστεία χωρίς πνευματική άσκηση δεν υφίσταται. Αντιθέτως, αν η νηστεία επιδεικνύεται και διαφημίζεται κατά τρόπο υπεροπτικό, όπως ήταν ο τρόπος του Φαρισαίου, δεν ωφελεί την προγύμναση και την προετοιμασία για την είσοδο στον αγώνα της Μ. Τεσσαρακοστής. Στο σημείο αυτό θα πρέπει να υπερτονισθεί και να υπογραμμισθεί η έννοια και η πρακτική της νηστείας με την ποσότητα κατανάλωσης σαρακοστιανών εδεσμάτων και το κόστος αυτής της κατανάλωσης, το οποίο λίγο-πολύ σήμερα αντιστοιχεί σε «πιάτα» υψηλής γαστρονομίας. Χταπόδι με…, σουπιές με…, γαρίδες με…, ταχίνι με … Εδέσματα αποκαλούμενα gourmet από τη μια και με υψηλό κόστος αγοράς, τα οποία ένας φτωχός, κατατρεγμένος και εμπερίστατος άνθρωπος αδυνατεί ακόμη και να πλησιάσει και υπερβολικές ποσότητες κατανάλωσης οσπρίων σε ποικίλες εμπορικές συνταγές με illustré εκδόσεις, διαφημιζόμενες ως σαρακοστιανές, αγιορείτικες, μοναστηριακές, αλάδωτες κ.λ.π., από την άλλη. Το όλο σκηνικό της αυτοαποκαλούμενης σαρακοστιανής κουζίνας πλαισιώνεται από αφθονία κατανάλωσης ρακής, ούζου, τσίπουρου και ποικίλων οίνων. Είναι τραγικό το φαινόμενο, κατά το οποίο, την ώρα της περιφοράς του Επιταφίου οι καφενέδες και τα ταβερνάκια των γειτονιών είναι γεμάτα με χριστιανούς που καταναλώνουν σε κατάσταση μέθης χταποδάκια, σουπιές και γαρίδες, επικαλούμενοι τα έθιμα και τις παραδόσεις. Οι συγχωρεμένοι οι παππούδες μου έφευγαν κατά την περίοδο της Μ.Τεσσαρακοστής να πάνε στα κτήματα και τις δουλειές τους, παίρνοντας μαζί τους νερό, σταρένιο παξιμάδι, μια χούφτα ελιές και ένα κρεμμύδι τυλιγμένα σε ένα μαντήλι. Αυτό ήταν αρκετό. Οι συγκρίσεις με τις προηγούμενες εικόνες καταδεικνύουν ότι πλέον, ο μοντέρνος άνθρωπος κατόρθωσε να μετατρέψει και τη νηστεία σε υπερκατανάλωση τροφών, υποτίθεται επιτρεπόμενων από την Εκκλησία. Αυτό σημαίνει ότι ο θρίαμβος του τύπου του Φαρισαίου είναι κυριολεκτικά επικυρίαρχος της ταπείνωσης και της μετάνοιας που προκρίνει ο Τελώνης. Οφείλουμε λοιπόν να είμαστε ειλικρινείς γιατί, όπως ήδη προανέφερα, η ειλικρίνεια είναι μία από τις αρετές που καλούμαστε να ασκήσουμε λόγω Τριωδίου. Να είμαστε ειλικρινείς και να παραδεχθούμε ότι ακόμη και σε αυτό το θέμα αποτύχαμε καθώς ούτε νηστεία πρακτικά εφαρμόζουμε ούτε και υποκρισία καταστέλλουμε. Τον καιρό των παππούδων μου, για να αναφέρω κάτι ακόμα που είχε να κάνει με την γνησιότητα και την ειλικρίνεια εκείνων των ανθρώπων, τα καφενεία στο χωριό μου που ήταν πάνω από είκοσι πέντε, από τη Μ. Πέμπτη και μετά σέρβιραν μόνο καφέ… και για τους «μερακλήδες» κριθαρένιο καφέ με ταχίνι και σταρένιο παξιμάδι.
2. Στο δεύτερο μέρος και σταχυολογώντας την υμνολογία των Κατανυκτικών Εσπερινών της Μ. Τεσσαρακοστής, ευστόχως παρατηρούμε τη συμπύκνωση όλων όσων προϋπάρχουν στο προπαρασκευαστικό στάδιο. Η σύζευξη της νηστείας, των αρετών και της αλληλεγγύης είναι ποικιλοτρόπως επαναλαμβανόμενη. Ο εμπερίστατος κοσμικός άνθρωπος ζητά από τον Θεό να του δώσει κατάνυξη, ελπίδα, σωτηρία, εγκράτεια, κάθαρση, αγνότητα και όλα αυτά «εν ελεημοσύνη και οικτιρμοίς πενήτων» χωρίς δημοσιότητα, χωρίς κενοδοξία. Τα μεγάλα προκείμενα των Εσπερινών, τα οποία εναλλάσσονται μεταξύ τους, επιβεβαιώνουν την παράκληση του κοσμικού ανθρώπου προς τον Θεό: «Μη αποστρέψης το πρόσωπό σου από του παιδός σου, ότι θλίβομαι, ταχύ επάκουσόν μου, πρόσχες την ψυχή μου και λυτρώσαι αυτήν», αποδεχόμενος ότι ο Θεός: «Έδωκεν κληρονομίαν τοις φοβουμένοις το όνομά του». Το πλήθος των διδακτικών παραβολών διαπερνά τους κατανυκτικούς ύμνους αυτών των Εσπερινών. Ο άσωτος υιός, οι εργάτες του αμπελώνα, ο καλός Σαμαρείτης, ο οποίος πλέον δεν είναι από τη Σαμάρεια αλλά «εκ της Θεοτόκου», ο πλούσιος και ο φτωχός Λάζαρος. Και οι προσφωνήσεις προς τον πατέρα χαρακτηριστικές: Σωτήρας, ελεήμον, ευεργέτης, κριτής ιατρός, δικαιοκρίτης, οικτίρμων, ποιητής του παντός, αγαθός, φιλάνθρωπος, εύσπλαχνος. Χαρακτηριστικές και οι εκφράσεις όπως: «Πάτερ άφες τα παραπτώματα ημών», «Δεύτε εκκαθάρωμεν εαυτούς», «κριτά δικαιότατε», «γέεναν πυρός», «Δέσποτα Χριστέ οικτήρησόν μοι», «της σαρκός τα πάθη», «Πάτερ αγαθέ μη κλείσεις μοι τα φιλάνθρωπα σπλάχνα», «των αμαρτιών μου τα πλήθη», «ο Θεός ιλάσθητι μοι τω αμαρτωλώ», «οίκτειρον με Δεσπότα», «τα της νίκης σύμβολα», «ο Θεός ιλάσθητι μοι και σώσον με», «ο αμέτρητον έχων το μέγα έλεος», «κύριε ελέησον με», «ως ιατρός ψυχών τε και σωμάτων», «ήλιος υπάρχων της δικαιοσύνης». Όλοι αυτοί οι χαρακτηρισμοί για τον Θεό και όλες αυτές οι χαρακτηριστικές εκφράσεις που επαναλαμβάνονται ξανά και ξανά στην υμνολογία των τροπαρίων είτε στα στιχηρά κατ΄ήχον είτε στα ιδιόμελα κατά το Τριώδιο, συγκλίνουν προς μια Θεολογία της παρακλήσεως. Μια θεολογία που ναι μεν εκφράζει το μοναστικό τρόπο ζωής και τον ασκητικό βίο (μια σε βάθος προσεκτική ανάγνωση των λεπτομερειών που βρίσκονται με κόκκινα γράμματα οδηγεί συμπερασματικά σε αυτή τη διαπίστωση, καθώς οι προτροπές και οι τυπικές διατάξεις απευθύνονται στους μοναχούς)[1], αλλά ενδιαφέρει κατά αναλογία και τους πιστούς που βρίσκονται σε κοσμικές συνθήκες, εμπερίστατοι από τις βιοτικές μέριμνες. Μια Θεολογία της Παρακλήσεως, η οποία αποκαλύπτεται υπαρξιακή μέσα από συνεχείς επικλήσεις όπως: «δος μοι χείρα», «σώσον με», «ελέησόν με», «ανάδειξόν με», «ιλάσθητί μοι», «φείσαι μου», «καθάρισον (την καρδίαν μου)», «διόρθωσον», «ήμαρτον Κύριε», «σπλαγχνίσθητι», «δέξαι με», «ικετεύω σε Σωτήρ», «θεράπευσον», «επίχεε επ’ έμέ», «δώρησαι συγχώρησιν», «δώρησαι κατάνυξιν». Παρά την ενσυναίσθηση της αμαρτίας και του αδιεξόδου που αισθάνεται ο αμαρτωλός άνθρωπος ενώπιον της «αδέκαστης» Τελικής Κρίσης του Θεού δεν χάνει την ελπίδα της απελευθέρωσης από την αμαρτία, επικαλούμενος τη μακροθυμία του, αναφέροντας παραδείγματα μέσω των οποίων διαπιστώνεται η φιλευσπλαχνία του Θεού και η διάθεσή του να συγχωρεί. Επικαλείται για παράδειγμα: τη μετάνοια του Πέτρου, τους εργάτες του αμπελώνα, τον άσωτο Υιό, τον Τελώνη, την δακρύσασα πόρνη, τον Καλό Ποιμένα, την άφεση των αμαρτιών, τον καλό Σαμαρείτη.
Συνοψίζοντας, η κορύφωση αυτής της Θεολογίας της Παρακλήσεως μέσα από την υμνολογία που διατρέχει το Τριώδιο αποκαλύπτεται με τον πλέον χαρακτηριστικό τρόπο στα επαναλαμβανόμενα Ιδιόμελα όλων των Κυριακών του Τριωδίου και τα ψαλλόμενα μετά τον Ν΄Ψαλμό, εντός του οριζόμενου πλαισίου του ενδιάτακτου Εωθινού Ευαγγελίου. Ο πιστός παρακαλεί και ικετεύει τον Ζωδότη Χριστόν να ανοίξει τις εσωτερικές πύλες της μετανοίας, διότι: «ορθρίζει το πνεύμα μου προς ναόν τον άγιόν σου», που δεν είναι άλλος παρά το ίδιο το σώμα του ανθρώπου (πόσο θαυμάσια περνά σε αυτό το σημείο η παύλεια θεολογία του σώματος στην υμνολογία της Εκκλησίας) «σε όλον εσπιλωμένον», καθώς συναισθάνεται τα πλήθη των πεπραγμένων δεινών και τρέμει τη «φοβερά ημέρα της κρίσεως». Ενθαρρύνεται, όμως, βλέποντας το έλεος και την αγάπη της ευσπλαχνίας του Θεού και όπως ο Δαυίδ τον παρακαλεί: «Ελέησόν με ο Θεός, κατά το μέγα σου έλεος», μη λησμονώντας να στρέψει το βλέμμα του και το πρόσωπό του προς την Παναγία, ομολογώντας ότι πράγματι «κατερρύπωσε την ψυχή του» με «αισχραίς αμαρτίαις» και να ικετέψει, μέσω των πρεσβειών της, την απελευθέρωσή του από «πάσης ακαθαρσίας».
Θεός και άνθρωπος. Άνθρωπος και Θεός. Αγάπη και ελευθερία από τον Θεό. Αμαρτία, μετάνοια, συγχώρεση, αλληλεγγύη, ικεσία και παράκληση από τον άνθρωπο. Όλα τα παραπάνω αποκτούν αξία στο πλαίσιο του αγώνα και της αγωνίας για τη στιγμή της συνάντησής τους. Και η συνάντηση τους καθίσταται δυνατή μόνο στη διαλεκτική της συναπάντησής τους. Μιας συναπάντησης που κυριολεκτικά επαφίεται στην αρνητική ή θετική ανταπόκριση του ανθρώπου. Μια ανταπόκριση σε μια ανοικτή πρόσκληση που οδηγεί στην αγκαλιά της αγάπης του Θεού. Το ερώτημα θα είναι πάντα το ίδιο και θα είναι πάντα υπαρξιακό. Αντέχει ο άνθρωπος τόση αγάπη; Αντέχει ο άνθρωπος τόση ελευθερία;
_____________________________________
Παραπομπή:
[1] Μοναστικό τυπικό π.χ.: «Περί δε ώραν γ΄ κρούει το σιδηρούν τρις ο κανδηλανάπτης» και λίγο παρακάτω: «Ο δε κανδηλανάπτης απέρχεται και κρούει το σήμαντρο εξ». Και αλλού: «την ακολουθία των Αποδείπνων, έκαστος αναγινώσκει αυτά εν τοις κελλίοις» και αλλού «Αλλ΄εις τα κοινόβια της Παλαιστίνης ψάλλονται τα Απόδειπνα ούτω» και αλλού: και αλλού «Από της σήμερον άρχεται ο ταχθείς Μοναχός αφυπνίζειν τους Αδελφούς, καθ΄όλην την Αγίαν Τεσσαρακοστήν. Διέρχεται δε ήρεμα και επιβλέπει τους υπνούντας και διεγείρει προς την ακρόασιν, κατά τον παρακολουθήσαντα τύπον». Και αλλού: «… εξερχόμενοι της εκκλησίας, απερχομεθα μετά πάσης ησυχία εν τοις ιδίοις κελλίοις και ουκ έξεστιν ημίν συντυχίας προς αλλήλους ποιείν».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου