πηγή: ΑΝΤΙΦΩΝΟ
Είναι σχεδόν μάταιο να προσπαθήσει να πείσει ή να επιχειρηματολογήσει κανείς με ανθρώπους φοβισμένους, στα όρια της υστερίας σε κάθε στιγμή κινδύνου, για την θεολογική σημασία της Θείας Κοινωνίας. Το να προσέρχεται ο πιστός στο Μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας είναι, πέρα από κάθε θεολογική ανάλυση, κοινωνικό γεγονός σωτηρίας: αυτό σημαίνει ότι ο λαός του Θεού καλείται να συμμετέχει, προσφέροντας την φθαρτότητά του στη θέωση της φύσης εν Πνεύματι Αγίω. Οπότε το ζήτημα είναι εάν έχουμε πλέον στην χώρα μας «λαό του Θεού».
Αν προσέξει κανείς τις αντιδράσεις για την Θεία Κοινωνία ως του τρόπου μετάδοσης του κορονοϊού, εύκολα θα διαπιστώσει ότι αυτές προέρχονται από τις γνωστές ομάδες των «φωτισμένων» οπαδών της «αυτονομίας» του ατόμου και των πολλαπλών δικαιωμάτων του. Στις αντιδράσεις τους χρησιμοποιούν ως αυτονόητα επιχειρήματα την κατ’ αυτούς κοινή λογική, πάντα επιστημονική (!), της μετάδοσης του επικίνδυνου ιού μέσω της Μετάληψης. Από την πλευρά τους είναι λογική αυτή η επιχειρηματολογία, διότι για αυτούς ο άρτος και ο οίνος είναι, στην καλύτερη περίπτωση, ένα τελετουργικό, που δεν έχει να κάνει με καμία μυστηριακή μεταβολή σε Σώμα και Αίμα Χριστού. Το πολύ πολύ, φθάνουν μέχρι το σημείο να σέβονται απλά το τελετουργικό αυτό, φροντίζοντας βέβαια να το περιχαρακώνουν στα όρια του «δικαιωματισμού» επιμέρους ομάδων πολιτών, που είναι ελεύθεροι να πιστεύουν ό,τι θέλουν, αλλά δεν μπορούν να θέτουν σε κίνδυνο την υγεία του κοινωνικού συνόλου. Είναι, τελικά, η αντίληψη μίας κοινωνίας που δεν υπάρχει ως ενιαία οντότητα, αλλά είναι επιμερισμένη σε πολλές ομάδες και για αυτό καλούνται αυτές οι «κοινωνικές μερίδες» να σέβονται τα όρια της δράσης τους.
Στην ουσία πρόκειται για μία ακόμη εκδοχή ενός ακήρυχτου ιδεολογικού πολέμου ανάμεσα σε δύο εντελώς διαφορετικές περί κοινωνίας αντιλήψεις. Από τη μία είναι η πίστη σε μία κοινωνία που υπάρχει ενιαία, με τις αξίες και τα πιστεύω της, και από την άλλη η αντίληψη ότι κάτι τέτοιο ενιαίο ή δεν υπάρχει ή είναι καταπιεστικό και, μερικές φορές, «φασιστικό». Η μία πλευρά του ιδεολογικού πολέμου χρεώνεται με την αφέλεια να πιστεύει ότι η κοινωνία του 2020 είναι ίδια με την κοινωνία των προηγούμενων δεκαετιών, η άλλη όμως πλευρά χρεώνεται με μία βαθύτατη υποκρισία: στο όνομα του «κοινού καλού» και της υγείας των πολιτών, με την επίκληση δηλαδή υπερατομικών, συλλογικών αξιών που ούτως ή άλλως δεν πιστεύουν στην πραγματικότητα, παραθεωρούν (δεν τους νοιάζουν) φαινόμενα κοινωνικής και εργασιακής αυθαιρεσίας, που τελικά είναι δυνατόν να προκαλούν πολύ μεγαλύτερο πρόβλημα στη διάδοση του ιού. Εστιάζουν στην Θεία Κοινωνία, διότι εκεί είναι ο ιδεολογικός τους εχθρός, και όχι η όποια επιχείρηση, εταιρεία, εκδήλωση, εκδρομή, διασκέδαση που μπορεί να αποτελέσει το πλαίσιο της διάδοσης αυτού του κινδύνου. Μάλιστα, αστειεύονται με χώρες και καθεστώτα που είτε δεν αναφέρουν κανένα κρούσμα είτε εφαρμόζουν απάνθρωπες μεθόδους καραντίνας (Β. Κορέα, Κίνα), ουσιαστικά αποφεύγοντας να αντιμετωπίσουν στη δική τους ζωή αυτή την ζοφερή πραγματικότητα. Με άλλα λόγια, το πρόβλημα του κορονοϊού είναι οι Εκκλησίες και όχι, ενδεχομένως, οι διασυνοριακές μετακινήσεις, η απόκρυψη στοιχείων, τα ελλιπή μέτρα σε νοσοκομεία και άλλους χώρους, και ό,τι άλλο.
Είναι άνθρωποι που δεν μπορούν να φανταστούν πόσο μεγάλη είναι η κοινωνική και αξιακή παρακμή που παράγουν σε όλα τα επίπεδα. Θυμίζουν τις εκστρατείες για τα πλαστικά και τα καλαμάκια στις ακτές, όταν ολόκληρες βιομηχανίες και λύματα μολύνουν σε απίστευτο βαθμό τις θάλασσες. Η κοινωνική τους ευαισθησία είναι αντιστρόφως ανάλογη της αξίας του μοντέλου ζωής που προβάλλουν. Η κοινωνία της ασφάλειας που επιθυμούν είναι η ψευδαίσθηση που τους επιτρέπει να επιβιώνουν σε κοινωνίες αποσαθρωμένες και ετοιμόρροπες. Για αυτό και ο ενστικτώδης πανικός στην οποιαδήποτε απειλή της υλικής τους υπόστασης, διότι γνωρίζουν κατά βάθος ότι δεν έχουν κάτι για να την υπερβούν, για να κάνουν το άλμα στην άλλη πλευρά της συνείδησης.
Στην περίοδο των εχθρικών περικυκλώσεων και των τρομακτικών λοιμωδών ασθενειών στο Βυζάντιο, ο λαός συγκεντρωνόταν και προσευχόταν στις Εκκλησίες. Δεν γνωρίζω αν έτσι γίνονταν περισσότερο ευάλωτοι στον κίνδυνο, άλλωστε δεν υπήρχαν τότε οι επιστημονικές αναλύσεις της εποχής μας, όμως ως κοινωνίες εν κινδύνω έδειχναν τον τρόπο υπέρβασης της φθαρτότητας και, τελικά, της προσωπικής ασημαντότητας. Άνθρωποι της εποχής μας μπροστά στην οθόνη του υπολογιστή ή της τηλεόρασης δίνουν «μάχες» εκ του ασφαλούς, μάχες γεμάτες δηλητήριο εχθρότητας προς κάθε αληθινή και γνήσια κοινωνία ζωής και πίστης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου