ΣΗΜΑΝΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ-ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ

Τρίτη 31 Οκτωβρίου 2017

Ο Χρήστος Γιανναράς αναγορεύεται επίτιμος διδάκτωρ του Τμήματος Κοινωνικής Θεολογίας του ΕΚΠΑ τη Δευτέρα 6/11/2017


Την 6η Νοεμβρίου 2017, ημέρα Δευτέρα και ώρα 19.00 στη Μεγάλη Αίθουσα του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, θα αναγορευθεί επίτιμος διδάκτωρ του Τμήματος Κοινωνικής Θεολογίας της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, ο Ομότιμος Καθηγητής Φιλοσοφίας του Παντείου Πανεπιστημίου Χρήστος Σπ. Γιανναράς.



ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ

Προσφώνηση από τον Πρύτανη του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, καθηγητή Μελέτιο-Αθανάσιο Κ. Δημόπουλο.

Παρουσίαση του έργου και της προσωπικότητας του τιμωμένου από τον Κοσμήτορα της Θεολογικής Σχολής, καθηγητή Απόστολο Β. Νικολαΐδη.

Αναγόρευση του τιμωμένου:

– Ανάγνωση των κειμένων του Ψηφίσματος του Τμήματος, της Αναγόρευσης και του Διδακτορικού Διπλώματος από τον Πρόεδρο του Τμήματος Κοινωνικής Θεολογίας, καθηγητή Σωτήριο Σ. Δεσπότη.

– Περιένδυση του τιμωμένου με την τήβεννο της Θεολογικής Σχολής από τον Κοσμήτορα καθηγητή Απόστολο Β. Νικολαΐδη.

Ομιλία του τιμώμενου Ομότιμου Καθηγητή Χρήστου Σπ. Γιανναρά με τίτλο: «Η αλήθεια ως ορθότητα και η αλήθεια ως μετοχή».

Παρουσίαση του βιβλίου "Οι αυταπάτες των αθεϊστών" του Ντέιβιντ Μπέντλευ Χαρτ την Κυριακή 5/11/2017 στην Αθήνα



Στο πλαίσιο της 6ης Έκθεσης Ορθόδοξου Χριστιανικού Βιβλίου στην Αθήνα θα παρουσιαστεί το βιβλίο «Οι αυταπάτες των αθεϊστών», του Ντέιβιντ Μπέντλευ Χαρτ  την Κυριακή 5/11/2017, ώρα 19:00 στο ξενοδοχείο Caravel (Βασ. Αλεξάνδρου 2, Αθήνα).

Ομιλητές:

•Σταύρος Ζουμπουλάκης, Συγγραφέας, Πρόεδρος του Εφορευτικού Συμβουλίου της Εθνικής Βιβλιοθήκης
•π. Ευάγγελος Γκανάς, Θεολόγος, Εφημέριος Ι. Ν. Οσίου Μελετίου Σεπολίων 
•Μιχάλης Πάγκαλος, Δρ. Φιλοσοφίας, Καθηγητής ΕΑΠ
Συντονιστής: 
•Βασίλης Αργυριάδης, Επιμελητής Εκδόσεων - Μεταφραστής

Εκδήλωση με θέμα: «Ετεροδοξία και Αίρεση» το Σάββατο 4/11/2017 στην Αθήνα



Το περιοδικό Σύναξη, στο πλαίσιο της 6ης Έκθεσης Ορθόδοξου Χριστιανικού Βιβλίου στην Αθήνα διοργανώνει εκδήλωση με θέμα:  «Ετεροδοξία και Αίρεση» 

Ομιλητές:
•Χαράλαμπος Βέντης, Επ. Καθηγητής Θεολογικής Σχολής Παν/μίου Αθηνών
•π. Ευάγγελος Γκανάς, Θεολόγος, εφημέριος Ι. Ν. Οσίου Μελετίου Σεπολίων
•π. Αντώνιος Καλλιγέρης, Εφημέριος Ι. Ν. Αγίας Φιλοθέης Αθηνών, Εκπαιδευτικός
•Συντονιστής: Θανάσης Ν. Παπαθανασίου, Αρχισυντάκτης του περ. «Σύναξη», Δρ. Θεολογίας

Είσοδος ελεύθερη

Δευτέρα 30 Οκτωβρίου 2017

Κύκλος διαλέξεων: "Παράδοση και εκσυγχρονισμός- δίλημμα ή σύνθεση;"



Κύκλος Διαλέξεων της Εταιρείας Μελέτης Ελληνικού Πολιτισμού 

Παράδοση και εκσυγχρονισμός – Δίλημμα ή σύνθεση;

Στην Ελλάδα είναι πολύ μακρά η συζήτηση και το ιστορικό της συζήτησης γύρω από το θέμα εκσυγχρονισμός και παράδοση, καθώς και οι συναφείς αντιθέσεις που διαρκούν κυριολεκτικώς εδώ και αιώνες. Στην σχετική συζήτηση μπορούμε να διακρίνουμε τρεις διαφορετικές κατευθύνσεις:
α) η πρώτη υποστηρίζει πως το βάρος της παράδοσης είναι τόσο μεγάλο και «απεχθές», δεδομένης και της μακράς ιστορικής διαδρομής του ελληνικού έθνους, ώστε αποτελεί ένα βαρίδι για το σύγχρονο ελληνισμό το οποίο και θα πρέπει να αποσείσουμε. Θα πρέπει –υποστηρίζει– να προκρίνουμε έναν εισαγόμενο εκσυγχρονισμό που θα επιτρέψει την υπέρβαση μιας παραδοσιοκεντρικής λογικής, μέσα από την πλήρη και ολοκληρωτική προσχώρησή τους σε μια εκσυγχρονιστική νεωτερικότητα. Αυτή η άποψη η οποία είναι κυρίαρχη στις πολιτικές, οικονομικές και πνευματικές ελίτ της χώρας, έχει αποδοθεί με τον πιο χαρακτηριστικό τρόπο από την φράση του Στέλιου Ράμφου «να κόψουμε δρόμο προς την Δύση».
β) η δεύτερη αντιμετώπιση, η παραδοσιοκεντρική, υποστηρίζει πως η παράδοση είναι αφ’ εαυτής ικανή να προσφέρει λύση στα σημερινά προβλήματα και κάθε έννοια εκσυγχρονισμού στην ουσία δεν μπορεί παρά να την καταστρέψει. Σε αυτή τη λογική, στο παρελθόν δόθηκε ιδιαίτερη έμφαση στην επιστροφή στην αττική διάλεκτο ή στην εμμονή αποκλειστικά στην ορθόδοξη πατερική παράδοση. Αυτή η αντιληψη, αρνούμενη συχνά να παρέμβει στον σύγχρονο κόσμο και να προτείνει λύσεις που να στηρίζονται στην παράδοση, κινδυνεύει να αφήσει το μεγαλύτερο μέρος της σύγχρονης ζωής, βορρά στον παρασιτικό εκσυγχρονισμό.
γ) μία τρίτη στάση η οποία εκ των πραγμάτων εξέφρασε την κατ’ εξοχήν δημιουργική παράδοση του σύγχρονου ελληνισμού ήταν εκείνη που προσπάθησε να δει τον εκσυγχρονισμό στηριγμένο πάνω στην παράδοση μας και όχι απλώς ως εισαγόμενο. Ο Διονύσιος Σολωμός θα χρησιμοποιήσει το δημοτικό τραγούδι για να οικοδομήσει μια σύγχρονη ποιητική πρόταση. Ο Δομίνικος Θεοτοκόπουλος θα μετουσιώσει τη βυζαντινή παράδοση σε μια σύγχρονη για την εποχή του ευαισθησία και μορφή, όπως θα κάνει ο Σεφέρης με τον Μακρυγιάννη και τον Θεόφιλο. Τέλος, η σύγχρονη μας μουσική παράδοση θα αντλεί από τη βυζαντινή παράδοση –ο Καλομοίρης, ο Θεοδωράκης, ο Χατζιδάκις– και θα την συνδέει με σύγχρονες φόρμες και ευαισθησίες. Ακόμα και στον τομέα των κοινωνικών επιστημών, του κράτους και της διοίκησης είναι δυνατή μια τέτοια συνθετική επιλογή.
Η επιλογή της πρώτης ή της δεύτερης άποψης οδηγεί σε μια αέναη και αδιέξοδη διαμάχη μεταξύ εκσυγχρονισμού και παράδοσης χωρίς καμιά δυνατότητα σύνθεσης.
Σήμερα ο ελληνισμός έχοντας φτάσει στα όρια της επιβίωσής του, είτε θα επιτύχει να αναδείξει αυτή την τρίτη πρόταση – και όχι μόνον στον τομέα της τέχνης, αλλά και της ίδιας της οικονομικής παραγωγής και των κοινωνικών σχέσεων, σε μια πρόταση για το σήμερα, είτε θα χαθεί στους μαιάνδρους της ιστορίας.
Με αυτή τον αφετηριακό προβληματισμό αφετηρία εγκαινιάζουμε έναν κύκλο διαλέξεων-συζητήσεων για τη σχέση παράδοσης – εκσυγχρονισμού σήμερα, σε πολλά πεδία του επιστητού – στη φιλοσοφία, την κοινωνιολογία, την λογοτεχνία, την υλική παραγωγή, την πολιτική επιστήμη και τη διακυβέρνηση.
Είναι δυνατή η διατύπωση μας συνθετικής πρότασης στο μεγαλύτερο μέρος της ίδιας της οικονομικής κοινωνικής και πολιτισμικής μας ζωής; Αυτή και θα κρίνει τις τύχες του τόπου μας.

Οι διαλέξεις θα πραγματοποιούνται κάθε τρεις εβδομάδες εκτός από τις περιόδους των εορτών, αρχίζοντας από τις 9 Νοεμβρίου και τελειώνοντας τον Ιούνιο του 2018. Θα έχουν διάρκεια δύο ωρών: μια αρχική διάλεξη 45 λεπτών ενώ ο υπόλοιπος χρόνος θα αφιερώνεται στη συζήτηση. Οι διαλέξεις θα μεταδίδονται ζωντανά μέσω διαδικτύου και όταν ολοκληρωθούν θα συμπεριληφθούν σε μια ενιαία έκδοση.

Πρόγραμμα διαλέξεων 

Πέμπτη 9 Νοεμβρίου
Γιώργος Κοντογιώργης, ομ. καθ. πανεπιστημίου, συγγραφέας
«Η Παράδοση και η Πρόοδος»

Τρίτη 28 Νοεμβρίου
Βασίλης Καραποστόλης, καθ. Πανεπιστημίου, συγγραφέας
«Η Ελλάδα και ο νέος της μόχθος»

Τρίτη 19 Δεκεμβρίου
Λαοκράτης Βάσσης, εκπαιδευτικός, συγγραφέας
«Η αξιακή ιδιαιτερότητα της ελληνικής πνευματικής παράδοσης»

Τρίτη 23 Ιανουαρίου
π. Γεώργιος Μεταλληνός
«Εκσυγχρονισμός και Ανακαίνιση, Η Ορθοδοξοπατερική εκδοχή»

Εν συνεχεία θα πραγματοποιήσουν διαλέξεις οι:
Μαρία Δεληβοριά, φιλόλογος, συγγραφέας
Παναγιώτης Καρκατσούλης, πρ. βουλευτής
Δημήτρης Κοσμόπουλος, ποιητής – δοκιμιογράφος
Δημήτρης Μαντζούρης, μουσικολόγος
Ιωάννα Τσιβάκου, ομ. Καθηγ. Κοινωνιολογίας
Λίτσα Τσοκανή, καθηγήτρια μουσικολογίας

Είσοδος ελεύθερη

Οι διαλέξεις θα ξεκινούν στις 19.00 και θα πραγματοποιηθούν στον χώρο πολιτικής και πολιτισμού «Ρήγας Βελεστινλής», Ξενοφώντος 4, 6ος όρ., Σύνταγμα.

Τιμητική εκδήλωση για το σύνολο του συγγραφικού έργου του π. Ανανία Κουστένη στις 5/11/2017 στην Αθήνα



Στο πλαίσιο της 6ης Έκθεσης Ορθόδοξου Χριστιανικού Βιβλίου στην Αθήνα διοργανώνεται εκδήλωση προς τιμήν του Αρχιμανδρίτη Ανανία Κουστένη για το σύνολο του συγγραφικού έργου του, την Κυριακή 5 Νοεμβρίου και 8.00 μμ. στο Ξενοδοχείο Caravel (Βασ. Αλεξάνδρου 2, Αθήνα).

Ομιλητές:

Δημήτριος Tριανταφυλλόπουλος
Καθηγητής Πανεπιστημίου Κύπρου

Νίκος Ορφανίδης
Συγγραφέας-Εκδότης

Δήμητρα Αγγελοπούλου
Δρ Φιλολογίας

Θα παραβρεθεί ο π. Ανανίας Κουστένης

Είσοδος ελεύθερη

ΝΙΚΟΣ ΓΑΒΡΙΗΛ ΠΕΝΤΖΙΚΗΣ, ΜΝΗΜΗ ΝΕΚΡΩΝ




ΜΝΗΜΗ ΝΕΚΡΩΝ

Η πόλη μας γεμάτη νεκρούς, που κανείς δεν τους συνόδεψε στη στερνή κατοικία τους. Η ωραία αυγή που αναδείχνει τα άνθη, φωτίζει συχνά πτώματα στους δρόμους. Πρόσωπα κρεουργημένα. Δίχως μύτη κι αυτιά. Αίματα στο πεζούλι της αυλόπορτας. Στο πεζοδρόμιο. Μπροστά στο παράθυρο του υπογείου. Στο σπίτι και στο μαγαζί άντικρυ που στρίβει ο δρόμος. Στο άκτιστο κοντινό οικόπεδο. Στον τοίχο του διπλανού μεγάρου. Απάνω στις επιγραφές των σοβαντισμένων, δίχως πολλά κουφώματα, τοίχων. Καταγής δίπλα στ’ αυλάκι για το νερό της βροχής. Στα χώματα και τα γκρεμίσματα απάνω αίματα. Στους συνοικισμούς με τ’ ανακατωμένα και ημιτελή οικήματα. Στα ερυμνά ιστορικά κάστρα των προγόνων. Στη ρίζα σιμά ενός ισχνού δέντρου μπροστά στην εκκλησία. Στο πάρκο όπου πάει ο κόσμος και σεργιανά και τα παιδιά παίζουν. Αίματα. Εδώ αφήκε τον ίσκιο του ο ένας, εκεί ο άλλος. Παιδιά, εικοσάχρονοι νέοι, έφηβοι, άντρες. Ένας αδελφός μαζί με την αδελφή του. Κοντά στο εικονοστάσι με τ’ αναμμένο καντήλι και το σταυρό. Που πρώτα να προφτάσουν να βάλουν κάγκελα, για να ξεχωρίζουν οι στράτες των ζωντανών, από τους δρόμους των νεκρών; Οι νεκροί αλλάζουν την όψη της πόλης. Παντού η μνήμη δημιουργεί παραισθήσεις θυμιάματος και λιβανιού. Τρομάζεις μήπως βγουν βρυκόλακες. Ο γήλοφος άντικρυ στο οίκημα των κρατουμένων ισοπεδώθηκε. Υπέρ αναπαύσεως διαβάζει ο παπάς επί κενοταφίου, ονόματα. Τα γραμμένα χαρτιά έχουν γεμίσει το στενό χώρο της Προσκομιδής, κάτω από τον «οβελία», τον Χριστό της εσχάτης ταπείνωσης. Την μετέπειτα άνοιξη ένα κατάλευκο αρνάκι έβοσκε το πράσινο χορτάρι ενός ομαδικού τάφου «ὧν κύριος οἶδε τὰ ὀνόματα».




***



Το κείμενο «Μνήμη Νεκρών» συμπεριλαμβάνεται και στο βιβλίο του Νίκου Γαβριήλ Πεντζίκη Μητέρα Θεσσαλονίκη, εκδόσεις Κέδρος, 7η έκδοση, Αθήνα 2008, ISBN: 978-960-04-3004-2, σελ. 23-24.

Σάββατο 28 Οκτωβρίου 2017

Πέμπτη 26 Οκτωβρίου 2017

π. Ιωνᾶς Μοῦρτος, Ξενιτεύτηκε γιά τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ: Μία ἀληθινή ἱστορία ἀπό τήν Ταϊβάν

Η ιστοσελίδα του π. Ιωνά της Taiwan είναι : theological.asia


πηγή: ierapostolos.gr


Πρίν ἀπό ἕνα μήνα μᾶς ἐπισκέφτηκε μία κοπέλα ὄχι Ταϊβανέζα. Στή χώρα της ἀπαγορεύεται ὁ Χριστιανισμός. Ἔμεινε κοντά μας περίπου μία ἑβδομάδα καί μάλιστα εἶχε νοικιάσει ἕνα δωμάτιο στήν περιοχή μας λίγα τετράγωνα πιό κάτω. Εἶχε προετοιμάσει τήν παραμονή της χωρίς νά μᾶς ἐπιβαρύνει σέ τίποτα. Ἐρχόταν ἁπλά κάθε πρωί στήν Ἐκκλησία γιά νά μᾶς γνωρίσει καλύτερα.

Εἶναι τό μοναδικό παιδί μίας οἰκογένειας καί αὐτό διότι δέν ἐπιτρέπεται ἡ ἀπόκτηση δεύτερου τέκνου. Δυστυχῶς στήν πατρίδα της τιμωρεῖται τό ζευγάρι, ἄν τολμήσει καί φέρει στόν κόσμο δεύτερο παιδί. Κάποια στιγμή θά ἤθελα νά γράψω γιά τό τερατῶδες ἔγκλημα τῶν ἐκτρώσεων στήν Ἄπω Ἀνατολή καί γιά τή σιωπηλή γενοκτονία ἑκατομμυρίων παιδιῶν. 

Ἐρευνώντας μόνη της μέσα ἀπό τό διαδίκτυο, γνώρισε τόν Χριστιανισμό. Ἀποφάσισε λοιπόν νά ξενιτευτεῖ σέ ἄλλο κράτος, στό Λάος, γιά νά μπορεῖ ἐλεύθερα νά λατρεύει τόν Χριστό. Στήν Ταϊβάν δέν μποροῦσε νά ἔρθει ἐξ ἀρχῆς, διότι δέν τῆς χορηγεῖτο βίζα. Στό Λάος ξεκίνησε μία καινούργια ζωή ἀπό τό μηδέν. Σπούδασε καθηγήτρια ἀγγλικῶν, δουλεύοντας σκληρά, γιά νά βγάζει τό ψωμί της καί νά μπορεῖ νά εἶναι ἐλεύθερη.

Δέν ξέρω πόσοι ἀπό μᾶς θά μποροῦσαν νά κάνουν μία τέτοια θυσία. Στήν πατρίδα της εἶχε καί καλή δουλειά καί χρήματα ἀπό τούς γονεῖς. Θά μποροῦσε νά κάνει μία ὑπέροχη οἰκογένεια μέ κάποιον νέο ἀπό τούς πολλούς φίλους πού εἶχε. Ὅμως αὐτή τά ἐγκατέλειψε ὅλα γιά τόν Χριστό. Διάλεξε ἕναν διαφορετικό δρόμο. Ἡ πολλή ἀγάπη γιά τόν Χριστό εἶναι πού τήν ἱκανώνει νά κάνει τέτοια θυσία! Θυσία χωρίς καθοδήγηση καί κρατούμενα.

Στήν ἀρχή συνδέθηκε μέ προτεστάντες, σύντομα ὅμως ἀνακάλυψε τήν Ἐκκλησία μας, διαβάζοντας γενικά πράγματα καί ἱστορίες ἀπό τήν ἱστοσελίδα μας καί παρακολουθώντας τά περίπου 2.000 βίντεο, πού ἔχουμε ἀναρτήσει στό youtube. Κατάλαβε ὅτι ἡ Ὀρθοδοξία εἶναι ὁ ἀληθινός Χριστιανισμός. Δέν ἦταν εὔκολο... Ἴσως νά ἀναρωτιέστε, γιατί δέν ρωτοῦσε. Μήν τά βλέπουμε ὅμως ὅλα ἀπό τή σκοπιά μας, ἀπό τήν ἀσφάλεια καί τή σιγουριά μας… Ποιόν νά ἐμπιστευτεῖ; Πόσα κύματα προβληματισμοῦ δέν πέρασε γιά νά γίνει Ὀρθόδοξη ἀπό μόνη της!!!

Ἔκλαψα ἀπό συγκίνηση, ὅταν κατάλαβα ὅτι εἶχε διαβάσει ὅλα τά κείμενα τῆς ἱστοσελίδας μας. Στήν πόλη πού ζοῦσε δέν ὑπῆρχε Ἱερός Ναός. Ὁδηγοῦσε καί πήγαινε σέ ἄλλη πόλη, δύο ὧρες μακριά, ὅπου κάποιοι Εὐρωπαῖοι εἶχαν ἕνα δωμάτιο καί τελοῦσαν τή Θεία Λειτουργία. Ἐκεῖ βαπτίστηκε πρόσφατα. 

Δυστυχῶς γρήγορα βρέθηκε ἀντιμέτωπη μέ προβλήματα καί σκάνδαλα πού ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἀντιμετωπίζει ἐξ αἰτίας τοῦ ἐθνοφυλετισμοῦ. Οἱ διάφορες Ἐκκλησίες προσπαθοῦν νά γίνουν ἐθνικές καί δέν θέτουν ὡς πρῶτο στοιχεῖο τήν ὀρθόδοξη πίστη. Ἀντί νά διδάσκουν πρωτίστως τόν Χριστό, διδάσκουν τά ἤθη καί τά ἔθιμα τῶν ἐθνῶν τους (κυρίως οἱ Σλάβοι), τά ὁποία χρησιμοποιοῦνται καί πολιτικά ὡς μέσο ἐπιρροῆς. Ἐπιπλέον οἱ διάφορες κοινότητες Εὐρωπαίων ἔχουν τήν Ἐκκλησία ὡς σημεῖο ἐθνικῆς ἀναφορᾶς, ὄχι χριστιανικῆς.

Μέ λύπη μοῦ ἀνέφερε ὅτι τίς Κυριακές ἔρχονται κυρίως Ρουμάνοι καί κάθονται ἔξω ἀπό τόν Ἱερό Ναό. Μέσα πού τελεῖται ἡ Θεία Λειτουργία δέν μπαίνουν. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἕνα δωμάτιο, μέρος ἑνός πολυχώρου μέ καφετέριες, ἑστιατόρια κ.λπ. Ἔτσι ἐνῶ τρῶνε μαζί, στήν Ἐκκλησία μπαίνουν μόνο 4-5 ἄτομα. Καί ὅμως αὐτό τό γεγονός δέν τήν σκανδαλίζει. 

Ἀπό τήν ἵδρυση τῆς Ἐκκλησίας μας ἐδῶ στήν Ταϊπέι προσπαθοῦμε νά μήν ἀναφέρουμε τό Greek Orthodox Church (Ἑλληνορθόδοξη Ἐκκλησία) καί νά μήν εἰσάγουμε ἔθιμα ἑλληνικά, ἀλλά νά κηρύσσουμε μόνο τήν ἀλήθεια τοῦ Χριστοῦ. Βέβαια αὐτό μᾶς κόστισε καί τό πληρώνουμε μέχρι σήμερα. Ὅπως γνωρίζετε, οἱ Ρῶσοι δυστυχῶς διέσπασαν τήν Ἐκκλησία μας μέ ἐπαίσχυντο τρόπο.

Ἡ κοπέλα λοιπόν αὐτή, δουλεύοντας σκληρά ἀπό τή μία πλευρά καί διαβάζοντας ἀπό τήν ἄλλη ἀπό τό διαδίκτυο καί ἀπό διάφορα βιβλία πού μπόρεσε νά παραγγείλει, εἶχε πολλές ἀπορίες. Γιά παράδειγμα, γιατί πρέπει νά ἔχει καλυμμένο μέ μαντήλα τό κεφάλι της, γιατί πρέπει νά γονατίζει τήν Κυριακή στό Εὐαγγέλιο, γιατί δέν μπορεῖ νά κοινωνάει συχνά καί πολλά ἄλλα ἀκόμη πιό σοβαρά ἐρωτήματα. Πρωτίστως ὅμως ἤθελε νά βιώσει τή λατρευτική ζωή καί τήν προσευχή, ὅπως τά ἔβλεπε ἀπό τά βίντεο πού εἴχαμε, ἀπό τίς διδασκαλίες γιά τή νοερά προσευχή, ἀπό τίς διδαχές καί ἀναμνήσεις τοῦ Ἁγίου Πορφυρίου καί ἀπό διάφορα φιλοκαλικά κείμενα πού εἴχαμε μεταφράσει.

Τή συγκινοῦσε ἰδιαίτερα ἡ Θεία Λειτουργία, πού παρακολουθοῦσε ζωντανά ἀπό τό διαδίκτυο, ὅταν λόγω τῆς δουλειᾶς της δέν μποροῦσε νά πάει Ἐκκλησία τήν Κυριακή. Παρακολουθοῦσε μέ ζῆλο τά τελούμενα ὑπό τοῦ Ἱερέως. Ὁ Χριστιανός λόγω τοῦ χρίσματος, ἔχει τήν εἰδική ἱεροσύνη καί ὀφείλει νά γνωρίζει κάθε λεπτομέρεια τῆς Θείας Λειτουργίας. Δέν πηγαίνει σέ θέατρο οὔτε σέ γήπεδο, ἀλλά ὀφείλει νά συμμετέχει. Δέν ὑπάρχουν κρυφά καί μυστικά στή λατρεία μας. Λυπᾶμαι πού τό λέω, ἀλλά ὑπάρχει ἄγνοια, σκοταδισμός καί κακῶς ἐννοούμενη εὐσέβεια. 

Θυμᾶμαι ὅτι ἤμουν παιδί, στό Γυμνάσιο στήν Πάτρα, ὅταν ἕνας καθηγητής μᾶς μοίρασε τό βιβλιαράκι μέ τό κείμενο τῆς Θείας Λειτουργίας. Τοῦ εἴπαμε μετά: «Κύριε, τά περισσότερα τά παραλείπει ὁ παπάς, δέν τά λέει», καί ἐκεῖνος γελώντας μᾶς ἐξήγησε ὅτι τά λέει ἀπό μέσα του.

Ὅλη τήν ἑβδομάδα λειτουργούσαμε κάθε μέρα –ὅπως βέβαια κάνουμε πάντα ἐδῶ–, ἀλλά εἰδικά γι' αὐτήν. Εἶδε γιά πρώτη φορά ἀπό κοντά τήν προσκομιδή καί μέ δάκρυα στά μάτια μνημόνευσε ὀνόματα. Ἔκλαψε, ὅταν ἔλεγα «Θύεται ὁ ἀμνός τοῦ Θεοῦ…» καί μου εἶπε ὅτι αἰσθάνθηκε κάτι, ὅταν ἔνυξα μέ τήν Ἁγία Λόγχη λέγοντας τό «Εἷς τῶν στρατιωτῶν λόγχῃ τήν πλευράν αὐτοῦ ἔνυξε…». Πολλά χρόνια πρίν, κάποιος ἄλλος, πού πρώτη φορά ἔβλεπε τήν προσκομιδή, μοῦ εἶπε ὅτι μόλις ἄκουσε αὐτό τό «ἔνυξε», φώναξε μέσα του: «Μή!», αἰσθανόμενος πόνο.

Ὅσο γιά τή συγκίνηση καί τά δάκρυά της κατά τή Θεία Λειτουργία, τί νά πῶ; Ἐγώ δέν εἶμαι ἄξιος γιά τέτοιους ἀνθρώπους. Μία βδομάδα τή δίδασκα ἐγώ καί ἡ Πελαγία, κάθε μέρα, ἀπό τό πρωί μέχρι τό βράδυ. Πόσες ἐρωτήσεις, πόσες ἅγιες ἀπορίες, πόσες παιδικές ἐρωτήσεις. Ἐμεῖς νομίζουμε, μέσα στή μακαριότητα πού ζοῦμε, ὅτι εἴμαστε τό κέντρο τοῦ κόσμου καί ὅτι οἱ ἄλλοι πρέπει νά προσαρμόζονται στά δικά μας. Ὅμως, θά πρέπει νά σκύψουμε καί νά ἀκούσουμε ταπεινά τόν κόσμο. Αὐτούς πού δέν ἔχουν γεννηθεῖ μέσα ἀπό τίς δικές μας παραδόσεις, πού δέν ἦταν τυχεροί νά γεννηθοῦν Ὀρθόδοξοι καί νά γνωρίζουν ἀπό τό σχολεῖο ὅσα κουτσά-στραβά ξέρουμε ἐμεῖς. Ἡ κοπέλα αὐτή δέν μᾶς ζήτησε οὔτε μία φορά νά βγοῦμε ἔξω νά δεῖ τήν πόλη, μόνο μαγείρευε λίγο νηστήσιμο φαγάκι καί χαιρόταν πού ἀξιωνόταν νά κοινωνεῖ. Δέν μπορῶ νά πῶ περισσότερα, διότι κωλύομαι ὡς πνευματικός.

Συνέχισε τό ταξίδι της καί μετά ἀπό ἐμᾶς γύρισε στήν πατρίδα της, νά δεῖ τούς δικούς της μετά ἀπό τρία χρόνια, γιατί εἶναι γέροι καί ἔχουν μεγάλο πρόβλημα ὑγείας. Ἐδῶ στήν Ἀνατολή, ὅπως ξέρετε, εἶναι βασικό τό παιδί νά ὑπηρετεῖ τούς γονεῖς ὅταν γεράσουν. Βέβαια εἶναι πλούσιοι καί ἔχουν λεφτά, ὅμως ἠθικά δημιουργεῖται τεράστιο πρόβλημα. Ὡστόσο, αὐτή διάλεξε, γιά νά μπορεῖ νά κοινωνεῖ ἔστω καί σπάνια τόν Χριστό, νά ξενιτευτεῖ καί νά ἀφήσει τά πάντα σάν ἀληθινή μοναχή, χωρίς νά εἶναι μοναχή, γιά τήν ἀγάπη καί μόνο τοῦ Χριστοῦ, ἐλπίζοντας καί πιστεύοντας ὅτι ὁ Θεός θά "σκεπάσει" τούς γονεῖς της.

Ἀπό τότε πού ἔφυγε, γιά μᾶς εἶναι σάν νά μήν ἔφυγε. Θά εἶναι πάντα ἀδερφή μας ἐδῶ. Τῆς εἴπαμε ὅτι θά τῆς μεταδίδουμε τή Θεία Λειτουργία ἐκεῖ πού εἶναι μέσω τοῦ διαδικτύου καί πέταξε ἀπό τή χαρά της. Καί πράγματι, μέσω τῆς τεχνολογίας πήγαινε στό δωμάτιό της καί μέσω τοῦ κινητοῦ τηλεφώνου παρακολουθοῦσε τή Θεία Λειτουργία καί ἀκούγαμε τά δάκρυα καί τούς λυγμούς της. Μᾶς συγκίνησε ἀφάνταστα καί συνδεθήκαμε πολύ μαζί της. Τό εἶπε καί στούς γονεῖς της ὅτι προσεύχεται καί ἐκεῖνοι, ἄν καί ἄθεοι, ἀφοῦ ἀσχολοῦνται μέ δίαιτες καί ὑγιεινή διατροφή, τό δέχτηκαν. Ἄλλωστε δέν θά ἔμενε καί γιά πάντα ἐκεῖ. Τήν καλοπιάνανε.

Μετά ἀπό τρεῖς ἑβδομάδες ξαναγύρισε στή δουλειά της στό Λάος καί παρακαλάει τόν Θεό νά τή φωτίσει, νά δεῖ τί θά κάνει, διότι ἀπό τή μία πλευρά πρέπει νά ἐκπληρώσει τό συμβόλαιό της μέ τήν ἑταιρεία πού ἐργάζεται, ἀφοῦ δέν μπορεῖ νά τό "σπάσει", καί ἀπό τήν ἄλλη πλευρά πρέπει νά ὡριμάσει καί νά διαλέξει μόνη τόν δρόμο της. Γι' αὐτό σᾶς παρακαλῶ νά προσεύχεστε γι' αὐτή, νά τή βοηθήσει ὁ Θεός καί νά τήν ὁδηγήσει στό καλύτερο. Προσεύχεστε, ἐπίσης, γιά ὅλα ἐκεῖνα τά ἑκατομμύρια τῶν ἀνθρώπων πού δέν μποροῦν νά ἔχουν τή χαρά τῆς Θείας Λειτουργίας, ὅπως τήν ἔχουμε ἐμεῖς δίπλα στό σπίτι μας, ἤ καί τήν πολυτέλεια νά πηγαίνουμε σέ ρομαντικά ξωκλήσια ἤ καί Μοναστήρια. Πρέπει νά καταλάβουμε ὅτι ὁ Χριστιανισμός δέν εἶναι ὅπως στήν Ἑλλάδα. Ὅλοι μας ἔχουμε τεράστια εὐθύνη ἀπέναντι τοῦ Κυρίου καί Θεοῦ μας καί θά δώσουμε λόγο γιά ὅσα δέν κάναμε, γιά ὅσα ἁπλά μπορούσαμε νά κάνουμε καί δέν κάναμε γιά τά ἑκατομμύρια τῶν ἀδελφῶν μας ἀνά τόν κόσμο.

Θυμᾶμαι πρίν ἀπό ἕξι χρόνια, κατά τήν τελευταία μου ἐπίσκεψη στήν Ἑλλάδα, ἐκεῖ στήν Ἀθήνα, στήν ὁδό Ἀθηνᾶς, ἐκεῖ πού πουλᾶνε τά ἐκκλησιαστικά εἴδη, πῆγα νά ἀγοράσω ἕνα δισκοπότηρο γιά νά τό ἔχω στήν Ἐκκλησία. Ἐνῶ παζάρευα ἕνα ἀσημένιο γιά νά μή σκουριάζει, ἦρθε κάποιος ἡλικιωμένος καί ἤθελε νά ἀγοράσει ὁλόκληρο μαρμάρινο δεσποτικό θρόνο, διότι τόν εἶχε τάμα σέ μία Ἐκκλησία καί βέβαια τό κόστος ἦταν χιλιάδες εὐρώ. Τόν εἶδα καί πῆγα νά τοῦ ζητήσω νά μᾶς δώσει κάτι κι ἐμᾶς, πού δέν ἔχουμε τίποτα παρά ἕνα δωμάτιο, ἀλλά ἀπό τήν ἄσχημη ἀντίδρασή του, μόλις πῆγα νά τοῦ μιλήσω, κατάλαβα καί ἔτσι σταμάτησα. Γι' αὐτό σᾶς ὑπενθυμίζω νά μήν ξεχνᾶτε ὅ,τι ἔλεγε καί ὁ Ἅγιος Παΐσιος γιά τά σκεύη καί τά τάματα πού στέλνει κανείς στίς Ἐκκλησίες, ὅτι εἶναι πολύτιμα καί ἄχρηστα πράγματα, ἐνῶ θά μποροῦσε νά τά στείλει γιά νά ἀξιοποιηθοῦν γιά τά ἑκατομμύρια τῶν ἀνθρώπων πού δέν γνωρίζουν τόν Χριστιανισμό.

Ἴσως μερικοί ἀναγνῶστες νά μήν ἀντιλαμβάνονται τήν ἀναγκαιότητα τοῦ διαδικτύου καί νά σκανδαλίζονται. Ἔλεγε ὁ Ἅγιος Πορφύριος, ἐάν ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ζοῦσε σήμερα θά εἶχε ραδιοφωνικό σταθμό καί φυσικά ἴντερνετ. Εἶναι ἀλήθεια ὅτι πληρώνουμε πολλά γιά τή διαφήμιση τῶν βίντεο καί τῶν κειμένων, ἀλλά εἶναι κάτι ἀναγκαῖο, γιά νά μποροῦν νά βγαίνουν εὔκολα στά μέσα κοινωνικῆς δικτύωσης. Ὅμως αὐτό εἶναι κάτι γιά τό ὁποῖο θά μιλήσουμε ἄλλη φορά. Ὁ εὐαγγελισμός τῶν λαῶν δέν εἶναι μία ρομαντική ἱστορία ἀλλά ἀπαιτεῖ σκληρή δουλειά, τεχνολογία, ξενύχτι καί χρήματα καί πάνω ἀπ' ὅλα πολλή προσευχή καί ταπείνωση.

Εὔχεσθε, ἀδελφοί μου.

π. Ἰωνᾶς

Αρχιμανδρίτου Χρυσοστόμου (Παπαθανασίου), Για την απελευθέρωση της Αθήνας

φωτό  από εδώ

Στις πολλαπλές τιμητικές εκδηλώσεις για την 73η επέτειο της απελευθέρωσης της Αθήνας από τη ναζιστική κατοχή (12/10/2017) είναι δίκαιον να προστεθεί και η Αρχιερατική Θ. Λειτουργία ως και το Μνημόσυνο που τελέστηκε στον ιστορικό ναό των Αθηνών της Παντανάσσης στο Μοναστηράκι. Ήταν ένα ιερό χρέος προς όλους τους αγωνιστές και τους αδίκω θανάτω τελειωθέντας κληρικούς και λαϊκούς της σκληρής εκείνης εποχής. Συνάμα, όπως ελέχθη στο σχετικό κήρυγμα, ήταν και μια σπουδαία υπενθύμιση για τις νεότερες γενιές της αξιόλογης πνευματικής και υλικής προσφοράς της Εκκλησίας για τη σωτηρία του Αθηναϊκού λαού. Η ουσιαστική συμπαράσταση προς το λαό που τον θέριζε η πείνα, η συμβολή για τη σωτηρία αιχμαλώτων και ομήρων από βέβαιο θάνατο, η μέριμνα για τις χήρες και τα ορφανά του πολέμου, η ηθική στήριξη και το όλο προνοιακό έργο, απέδειξε εμπράκτως ότι η Εκκλησία σε όλες τις ιστορικές φάσεις του Γένους ήταν δεμένη με το λαό. Πάντοτε η εκκλησία στέκεται, συμπεριφέρεται και ομιλεί ως η γνήσια μάνα. Ωστόσο, προβάλλει το ερώτημα: σήμερα η στάση μας εκφράζει ευγνωμοσύνη ή μικροψυχία; 



Παρασκευή 20 Οκτωβρίου 2017

Χ. Ανδρεόπουλος, Βιβλιοπαρουσίαση: Μητρ. Αρκαλοχωρίου Aνδρέα Νανάκη, Πτυχές σχέσεων Εκκλησίας – Πολιτείας στον 20ό αιώνα

Aνδρέα Νανάκη, Πτυχές σχέσεων Εκκλησίας – Πολιτείας στον 20ό αιώνα, εκδόσεις Μπαρμπουνάκη, Θεσσαλονίκη 2017, ISBN: 978-960-267-229-7.



Του Χάρη Ανδρεόπουλου *

Δέκα μελετήματα συγκροτούν το υπό τον τίτλο «Πτυχές Σχέσεων Εκκλησίας – Πολιτείας στον 20ο αιώνα» νέο βιβλίο του Μητροπολίτου Αρκαλοχωρίου της Εκκλησίας της Κρήτης και καθηγητού Εκκλησιαστικής Ιστορίας στη Θεολογική Σχολή του Α.Π.Θ. κ. Ανδρέα Νανάκη, το οποίο εκδίδεται σε μια κρίσιμη στιγμή κατά την οποία το ευρύτερο ζήτημα των σχέσεων της Εκκλησίας με την Πολιτεία εμφανίζεται στο προσκήνιο με αξιοζήλευτη περιοδικότητα αποτελώντας – το τελευταίο διάστημα όλο και συχνότερα, όλο και εντονότερα– θέμα «ημερησίας διατάξεως» στην ατζέντα του δημοσίου διαλόγου, εν όψει μάλιστα και της επικειμένης συνταγματικής αναθεωρήσεως. Πρόσφατα μάλιστα το θέμα απησχόλησε την Ιερά Σύνοδο της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, κατά την διάρκεια των εργασιών της, στις αρχές (3 - 6) Οκτωβρίου 2017.

Ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Αρκαλοχωρίου και πανεπιστημιακός καθηγητής κ. Ανδρέας Νανάκης, δεν χρειάζεται ιδιαίτερες συστάσεις. Eίναι πολύ γνωστός, όχι μόνο στον ακαδημαϊκό χώρο και ιδιαιτέρως σ΄ αυτόν της ιστορικής επιστήμης λόγω του πλουσίου έργου του στον κλάδο της Νεώτερης Εκκλησιαστικής Ιστορίας, αλλά και στο ευρύ κοινό χάρις είτε στις συχνές, δημόσιες παρεμβάσεις του με εισηγήσεις σε επιστημονικές ημερίδες και συνέδρια, είτε μέσω της αρθογραφίας του στον Τύπο (σε εφημερίδες της Κρήτης, σε θεολογικά / εκκλησιαστικά περιοδικά, παλαιότερα στα «ΝΕΑ» και εσχάτως στην «ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ», όπου προσφάτως [11.06.2017] εδημοσίευσε το άρθρο του «Η Εκκλησία της Ελλάδος και η χούντα 1967 - 1974» το οποίο έκανε «θραύση»…). Εξ αιτίας της πλούσιας σχετικής εργογραφίας και της εν γένει ποιμαντικής και επιστημονικής του δραστηριότητας έχει καταγραφεί στην εκκλησιαστική και ακαδημαϊκή κοινότητα ως ο κατ΄ εξοχήν ιστορικός της Εθναρχίας, της πολιτικής και εκκλησιαστικής εκφράσεως της Εκκλησίας της Κωνσταντινουπόλεως, ως ένας εκ των επαϊόντων του πλέγματος των σχέσεων Κωνσταντινουπόλεως – Αθηνών, αλλά και βαθύς γνώστης, από εκκλησιαστικής και ιστορικής σκοπιάς, του θέματος των σχέσεων Εκκλησίας – Πολιτείας. Πρόκειται για το θέμα με το οποίο ασχολείται εις το παρόν σύγγραμμά του αναδεικνύοντας μέσα από τα κείμενα - μελετήματα του βιβλίου του τις βαθύτερες ιστορικές πτυχές αυτών των προβληματικών από την ίδρυση του νεοελληνικού κράτους (1830) και μέχρι σήμερα (άλλοτε με περιόδους μεγάλων εντάσεων και άλλοτε με ύφεση) σχέσεων ανάμεσα στους δύο θεσμούς (διοικούσα Εκκλησία – Κράτος). Ο συγγραφέας του βιβλίου δεν αρκείται στις επισημάνσεις και τις διαπιστώσεις, αλλά καταθέτει τις απόλυτα τεκμηριωμένες απόψεις και προτάσεις του, ενσωματώνοντάς τες στα κείμενά του με λόγο ευαγγελικό και πατερικό και εν παντί εκκλησιολογικό, για το δέον γενέσθαι μιας ειρηνικής συνυπάρξεως μέσω του αλληλοσεβασμού των ρόλων, για μια πορεία που θα κατατείνει στην ενίσχυση και σφυρηλάτηση αρμονικών σχέσεων μεταξύ των θεσμικών φορέων της Εκκλησίας και της Πολιτείας.

Στις σελίδες του κυρίως μέρους (σσ. 47-219) του θεματολογικά πολυδιάστατου και πολυποίκιλου αυτού συγγράμματος, το οποίο κυκλοφορήθηκε τον περασμένο Ιούλιο από τις «Εκδόσεις Μπαρμπουνάκη» της Θεσσαλονίκης, οι επιμέρους θεματικές ενότητες αντιστοιχούν στα δέκα κατά καιρούς και περιστάσεις δημοσιευθέντα κείμενα – μελετήματα του Σεβ. Μητροπολίτου Αρκαλοχωρίου κ. Ανδρέα, τα οποία είναι τα εξής:

* Το πρώτο κείμενο τιτλοφορείται «Ο Οικουμενικός Πατριάρχης Ιωακείμ Γ΄ και τα αποκαλυπτήρια του ανδριάντα στη Θεσσαλονίκη» (σσ. 47-65). Πρόκειται για ομιλία η οποία εκφωνήθηκε την Κυριακή 7-12-2014 στην αίθουσα τελετών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και ακολούθησαν τα αποκαλυπτήρια του αδριάντα του Ιωακείμ Γ΄ έμπροσθεν της Θεολογικής Σχολής. Ο συγγραφέας καταγράφει την πορεία του αοιδίμου Οικουμενικού Πατριάρχου Ιωακείμ Γ΄ (Δεβετζή ή Δημητριάδη) και τον αγώνα του για την αναγκαιότητα της συνυπάρξεως και της συνεργασίας όλων των Ορθοδόξων – του «ρωμαίικου» - στο πλαίσιο μιας ορθόδοξης κοινοπολιτείας, εξαίροντας, παραλλήλως, το χάρισμα που είχε ο Ιωακείμ να προσλαμβάνει τον μεταβαλλόμενο κόσμο, να τοποθετείται σ΄ αυτόν και να διαμορφώνει το αύριο του Οικουμενικού Πατριαρχείου και το μέλλον του, οριοθετώντας τους σκοπούς και τους στόχους του μέσα στο χρόνο, αναπλαισιώνοντας / αναπροσαρμόζοντας καταλλήλως την πολιτική του. Όπως έπραξε κατά τη δεύτερη πατριαρχία του (1901 – 1912) όταν, στη δίνη των κοσμογονικών αλλαγών που επέφεραν την διάλυση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και τον διαμελισμό της σε έθνη / κράτη της Βαλκανικής, θα στραφεί – αυτός ο δυναμικότερος και γνησιότερος εκφραστής της εθναρχίας και της εθναρχούσης Εκκλησίας - προς την Αθήνα, σηματοδοτώντας τη νέα πολιτική, αυτή της συμπορεύσεως του Πατριαρχείου με το εθνικό μας κέντρο. Είναι η εποχή που ο Ιωακείμ επανδρώνει τη Μακεδονία και τις δοκιμαζόμενες από τον βουλγαρικό εθνικισμό Μητροπόλεις με αρχιερείς που εμφορούνται, όχι πλέον από την εθναρχική, αλλά την εθνική συνείδηση, την εθνική ιδέα και ιδεολογία. Οι περισσότεροι απ΄ τους αρχιερείς αυτούς εγκαθίστανται στη Μακεδονία πριν από τον Παύλο Μελά και τους Ελληνες προξένους, οι οποίοι ήλθαν από την Αθήνα, για να ενισχύσουν και διαμορφώσουν το εθνικό φρόνημα των ντόπιων πληθυσμών που δοκιμάζονταν από την δράση των εξαρχικών βουλγάρων εθνικιστών.

* «Το “ανάθεμα” στον Ελευθέριο Βενιζέλο» (1916)» (σσ. 67 – 76) είναι το δεύτερο μελέτημα. Πρόκειται για ανακοίνωση του Σεβ. Αρκαλοχωρίου στο Συνέδριο «100 χρόνια από το κίνημα Εθνικής Άμυνας» που πραγματοποιήθηκε στη Θεσσαλονίκη τον Ιανουάριο του 2016. Εδώ περιγράφονται και αναλύονται από τον συγγραφέα τα τραγικά γεγονότα των πολιτικών αντιπαραθέσεων ανάμεσα στους βενιζελόφρονες (υποστηρικτές του Ελευθ. Βενιζέλου) και τους βασιλόφρονες (υποστηρικτές του Βασιλέως Κωνσταντίνου Α΄) που έλαβαν χώρα στη περίοδο του εθνικού διχασμού (1915-1917) και στα οποία ενεπλάκη, ως μη ώφειλε, η ελλαδική Εκκλησία, επί αρχιεπισκοπείας Θεοκλήτου Α΄ (Μηνοπούλου), συμπορευομένη και συνεργούσα με τη βασιλική παράταξη και το παραστρατιωτικό κίνημα των «επιστράτων» στην αποτρόπαιη πράξη του «αναθέματος» κατά του Ελευθ. Βενιζέλου. Πρόκειται για μια ανάμειξη την οποία απεριφράστως είχε καταδικάσει το 2000 και ο μακαριστός Αρχιεπίσκοπος Αθηνών κυρός Χριστόδουλος (Παρασκευαϊδης) δηλώνοντας ευθαρσώς ότι «θα έπρεπε κάποτε η Εκκλησία να ζητήσει συγγνώμη από τον λαό για την ανάμειξή της στις πολιτικές διαμάχες του αιώνος που πέρασε και ειδικότερα για την ανάμειξή της στον εθνικό διχασμό, ο οποίος ταλάνισε τον Ελληνισμό (…) Ηταν πραγματικό λάθος να αποφασίζονται αναθέματα για πολιτικούς λόγους και η Εκκλησία να χρησιμοποιείται, κατά κάποιον τρόπο, για να επενδύσουν πάνω εις αυτήν οι διάφοροι πολιτικοί άνδρες τις δικές τους επιδιώξεις» («Τα Νέα», 03.04.2000, σ. 40). Ο Σεβ. Αρκαλοχωρίου αντιμετωπίζει το «ανάθεμα» ως μια πράξη μισαλλοδοξίας, αλλά και απογνώσεως των βασιλοφρόνων της παλαιάς Ελλάδος, καθώς έβλεπαν δυναμικώς ανερχόμενο προς την εξουσία τον Βενιζέλο (ο οποίος και εξελέγη πρωθυπουργός τον Ιούνιο του 1917), θεωρεί, ωστόσο, ότι η επιρροή του «αναθέματος» περιορίσθηκε στην επικράτεια του κράτους των Αθηνών και δεν κατόρθωσε να επιδράσει στις ευρύτερες συνειδήσεις του Ελληνισμού. Τούτο απεδείχθη λίγα χρόνια αργότερα όταν οι προσφυγικοί πληθυσμοί που εγκαταστάθηκαν στην Ελλάδα ήταν προσκείμενοι στο Βενιζέλο και χάρη σ΄ αυτούς είχε τα θριαμβευτικά αποτελέσματα των εκλογών του 1928.

* Το τρίτο κείμενο έχει τίτλο: «Ο Μητροπολίτης Κυζίκου Καλλίνικος και ο καθηγητής Ανδρούτσος αντιπαραθέτονται για την εκλογή του Μελετίου Μεταξάκη (1921)» (σσ. 77 – 95). Πρόκειται για εισήγηση στην Ημερίδα: «Μητροπολίτης Βεροίας Καλλίνικος», στη Μητρόπολη Βεροίας τον Οκτώβριο του 2012. Η μελέτη αυτή έχει ως αντικείμενο την έριδα που προκάλεσε η εκλογή του από Αθηνών Αρχιεπισκόπου Μελετίου Μεταξάκη, το Νοέμβριο του 1921, ως Οικουμενικού Πατριάρχου, η οποία εκλογή από την πλευρά των Αθηνών θεωρήθηκε «αντικανονική». Επί της ουσίας, όμως, η αντίδραση είχε πολιτικά αίτια, καθώς, από τον προηγούμενο χρόνο, ήτοι από τον Νοέμβριο του 1920, μετά την ήττα του Βενιζέλου στις εκλογές αυτής της χρονιάς, την Αθήνα ήλεγχε ήδη ο επανακάμψας στον Θρόνο Βασιλεύς Κωνσταντίνος Α΄, ο οποίος μάλιστα ανάμεσα στις πρώτες του μέριμνες περιέλαβε την επαναφορά στον αρχιεπισκοπικό θρόνο του (βασιλόφρονος) Θεοκλήτου Α΄ (Μηνοπούλου), υποχρεώνοντας τον μέχρι τότε (βενιζελικό) Αθηνών Μελέτιο Μεταξάκη να αποχωρήσει (Φεβρουάριος 1921) και να μεταβεί στην Αμερική, όπου θα παραμείνει μέχρι την εκλογή του, εννέα μήνες αργότερα (Νοέμβριος 1921), στον πατριαρχικό θρόνο της Κωνσταντινουπόλεως. Πρωταγωνιστές στη νομοκανονική αντιπαράθεση γύρω από το θέμα της εκλογής Μεταξάκη την οποία καταγράφει ο Σεβ. Αρκαλοχωρίου είναι από τη μία πλευρά ο καθηγητής Δογματικής και Χριστιανικής Ηθικής του Πανεπιστημίου Αθηνών Χρήστος Ανδρούτσος, ο οποίος, ως εκφραστής της τότε κρατούσης καταστάσεως των Αθηνών, θεώρησε την εκλογή του Μεταξάκη ως αντικανονική και από την άλλη ο (από Βερροίας και Ναούσης) Μητροπολίτης Κυζίκου Καλλίνικος Δελικάνης, ο οποίος με τα κείμενά του υπερασπίσθηκε σθεναρά την εκλογή του Μελετίου. Ενδιαφέρουσα αντιπαράθεση, με ικανά νομοκανονικά επιχειρήματα και από τις δύο πλευρές, τα οποία προβληματίζουν δημιουργικά τον αναγνώστη, αποτελώντας, ωστόσο, το περίβλημα της αντιπαραθέσεως, το περιεχόμενο της οποίας ήταν σαφέστατα ιδεολογικοπολιτικό. Μια αναμέτρηση ανάμεσα στη βασιλική και την βενιζελική παράταξη.

* «Η επίσκεψη του Ελευθερίου Βενιζέλου στο Οικουμενικό Πατριαρχείο την 1η Νοεμβρίου 1930» (σσ. 97 - 112) είναι το τέταρτο κείμενο το οποίο απετέλεσε επιστημονική ανακοίνωση του Σεβ. Αρκαλοχωρίου κ. Ανδρεά στο ΙΑ΄ Διεθνές Κρητολογικό Συνέδριο που πραγματοποιήθηκε στο Ρέθυμνο τον Οκτώβριο του 2011 . Το γεγονός της επισκέψεως του Βενιζέλου στο Φανάρι, μία ημέρα μετά την υπογραφή στην Αγκυρα του Ελληνοτουρκικού Συμφώνου Φιλίας (30.10.1930) από τον Ελληνα πρωθυπουργό και τον Πρόεδρο της Τουρκίας Μουσταφά Κεμάλ, υπήρξε μείζον, όχι μόνο γιατί Ελληνας πρωθυπουργός επισκεπτόταν για πρώτη φορά το Πατριαρχείο, αλλά και διότι η Τουρκία δεν είχε επισήμως αναγνωρίσει τον Πατριάρχη Φώτιο (Μανιάτη) ως μη ανταλλάξιμο, κάτι που συνέβη ένα περίπου μήνα μετά (Δεκέμβριος του ΄30). Μια αναγνώριση, πάντως, προβληματική ως προς την πραγματική, την οικουμενική υπόσταση του Πατριαρχείου την οποία εκφράζει, για την ανά την οικουμένη Ορθόδοξη Εκκλησία, το πρόσωπο του Πατριάρχου και η Μεγάλη εν Κωνσταντινουπόλει του Χριστού Εκκλησία, καθώς οι τουρκικές αρχές απέφυγαν την χρήση του όρου «Πατριάρχης» και «Οικουμενικό Πατριαρχείο», συνεχίζοντας να θεωρούν τον Κωνσταντινουπόλεως ως «αρχιπαπά» (baspapaz), σύμφωνα με την πρακτική που εφάρμοζαν μετά την Μικρασιατική Καταστροφή και, δυστυχώς, εξακολουθούν να εφαρμόζουν μέχρι σήμερα. Στη θερμή προσφώνηση του Πατριάρχου Φωτίου για την «αποσκοπούσα να υπηρετήση την ειρηνική σχέση μεταξύ των δύο λαών» επίσκεψή του σε Αγκυρα και Κωνσταντινούπολη, ο Βενιζέλος θα αναφερθεί «εις τα προσπαθείας, τας οποίας καταβάλλομεν αι δύο Κυβερνήσεις Αθηνών και Αγκύρας δια να φέρομεν την ειρήνην εις την Ανατολήν, ήτις αποτελεί όρον απαραίτητον δια την πρόοδον και ευημερίαν των λαών αυτής», διαβεβαιώντας, παραλλήλως, τον Πατριάρχη ότι «κατά την εποχήν αυτήν καθ΄ην αλλαχού παρατηρείται χαλάρωσις τις του θρησκευτικού αισθήματος, το αίσθημα τούτο παραμένει θερμόν εν Ελλάδι, η δε ελληνική κοινωνία ολόκληρος θα εξακολουθήσωμεν πάντοτε να είμεθα πιστά πνευματικά τέκνα της Μεγάλης Εκκλησίας». Την επίσκεψη και τις επαφές του Βενιζέλου προβάλλει θετικά το βενιζελικό «Βήμα», ενώ από την αντιβενιζελική, αντιπολιτευόμενη «Καθημερινή» διατυπώνονται πολλές επιφυλάξεις ειδικά για την υπογραφή του Συμφώνου Φιλίας και μάλιστα δια της γραφίδος του εκδότου της Γεωργίου Βλάχου, ο οποίος υπογράφει και τα σχετικά άρθρα («Γ.Α.Β.»).

* «Ο Ιωάννης Μεταξάς (1938) και η εκλογή του Αθηνών Χρυσάνθου του από Τραπεζούντος» (σσ. 113-130) είναι το πέμπτο μελέτημα το οποίο δημοσιεύτηκε στον Τιμητικό Τόμο: «Σπουδή στην κατακόρυφη και οριζόντια κοινωνικότητα», για τον ομότιμο καθηγητή Βασ. Ι. Γιούλτση, Θεσσαλονίκη 2007 (σσ. 113-130). Πρόκειται για κείμενο το οποίο μαζί με το δέκατο («Εκκλησία και Πολιτεία στην ελληνική επικράτεια») αποτελούν, κατά τη γνώμη μας, το «ψαχνό» του βιβλίου καθώς σ΄ αυτά τα κείμενα / μελετήματα καταγράφονται οι δύο από τις τρείς ακραίες πολιτειακές παρεμβάσεις της τελευταίας 80ετίας, τα δύο από τα τρία αρχιεπισκοπικά ζητήματα που επέφεραν ισχυρό κλονισμό στις σχέσεις Εκκλησίας – Πολιτείας στη διάρκεια του 20ου αιώνος. Εν προκειμένω εξετάζεται από τον συγγραφέα το αρχιεπισκοπικό ζήτημα Δαμασκηνού Παπανδρέου – Χρυσάνθου Φιλιππίδη (1938-1941), που προκλήθηκε στη διάρκεια του δικτατορικού καθεστώτος της 4ης Αυγούστου (1936-1941), επί πρωθυπουργίας Ιωάννου Μεταξά, όταν ο τελευταίος με ευθείες παρεμβάσεις του - δικαστικών κατ΄ αρχήν και εν συνεχεία νομοθετικών - ανέτρεψε την υπό της Ιεραρχίας γενομένη κανονική εκλογή (Νοέμβριος 1938) στην Αρχιεπισκοπή του (βενιζελικού) Μητροπολίτου Κορινθίας Δαμασκηνού Παπανδρέου, επιβάλλοντας τη θέλησή του για ανάδειξη αρεστού Αρχιεπισκόπου. Ετσι, αφού σε πρώτη φάση, με διάφορες μεθοδείες, επέτυχε την ακύρωση της εκλογής του Δαμασκηνού στο Συμβούλιο της Επικρατείας, σε δεύτερη κατέφυγε στην έκδοση αναγκαστικού νόμου με τον οποίο μετέφερε το δικαίωμα εκλογής Αρχιεπισκόπου από τη Ιερά Σύνοδο της Ιεραρχίας (ολομελείας) στη «μικρά» (12μελή) Διαρκή Σύνοδο, και μάλιστα με το σύστημα του «τριπροσώπου», έτσι ώστε την τελική επιλογή να έχει η κυβέρνηση. Υπό την απειλή δε της συγκροτήσεως «Αριστίνδην» Συνόδου επιβλήθηκε στη Διαρκή Σύνοδο να μην περιλάβει στο τριπρόσωπο το όνομα του Δαμασκηνού, ο οποίος άλλωστε ούτε είχε παραιτηθεί ούτε είχε αποδεχθεί την απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας, έτσι ώστε η δικτατορική κυβέρνηση ανέδειξε, τελικώς (Δεκέμβριος 1938), στον αρχιεπισκοπικό Θρόνο τον εκλεκτό της, τον από Τραπεζούντος Χρύσανθο (Φιλιππίδη), προσκείμενο στη βασιλική παράταξη. Αν και επισημαίνει την αντικανονικότητα του τρόπου εκλογής του Χρυσάνθου στην Αρχιεπισκοπή, ο συγγραφέας αναφέρεται με κολακευτικά λόγια στον «δυναμικό και διαπρεπή ιεράρχη του Οικουμενικού Θρόνου», θεωρώντας ότι είναι ζητούμενο αν ο Χρύσανθος χωρίς την ενθάρρυνση του Μεταξά ενδιαφερόταν ουσιαστικά για τη θέση του Αθηνών καθώς και αν υιοθετούσε, ενέκρινε και αποδεχόταν τα γενόμενα που τελικά ο Μεταξάς με τη στρατιωτική πυγμή του καθεστώτος επέβαλε καταλύοντας κάθε κανονική τάξη στα εσωτερικά (interna corporis) της Εκκλησίας. Στη σκέψη αυτή οδηγείται ο συγγραφέας εκτιμώντας ότι η άρνηση του Χρυσάνθου να ορκίσει την δωσίλογη κυβέρνηση Τσολάκογλου (1941) και η εν συνεχεία αποπομπή του (την οποία ο Σεβ. Αρκαλοχωρίου χαρακτηρίζει «ηρωϊκή και ένδοξη έξοδο») από την Αρχιεπισκοπή, με Συντακτική Πράξη της κατοχικής κυβερνήσεως, συνιστούν δύο γεγονότα που δηλώνουν κατ΄ ουσίαν την βούληση του Χρυσάνθου να εξέλθει από όλη αυτή την περιπέτεια της εμπλοκής και συνεργασίας του με το δικτατορικό καθεστώς Μεταξά και την πολιτική χειραγωγήσεως της Εκκλησίας με την οποία η δικτατορία της «4ης Αυγούστου» πορεύθηκε, αντιμετωπίζοντας την Εκκλησία ως προέκταση του κρατικού μηχανισμού, χρήσιμου για την επιβολή των ιδεολογικών της σκοπιμοτήτων. Συγκρίνοντας τον Αρχιεπίσκοπο Αθηνών Ιερώνυμο (Κοτσώνη) που αρχιεράτευσε και αυτός σε περίοδο δικτατορίας (1967-1973) με την περίπτωση του Αρχιεπισκόπου Χρυσάνθου (Φιλιππίδη), ο Σεβ. Αρκαλοχωρίου θα επισημάνει ότι «ο Αθηνών Ιερώνυμος που θαύμαζε τον Χρύσανθο και με παρόμοιο αντικανονικό τρόπο είχε ανέλθει στη θέση του Αθηνών, στα γεγονότα του Πολυτεχνείου το 1973, δεν τόλμησε την παράλληλη ηρωϊκή έξοδο…». (Πράγματι: πόσο διαφορετικές θα ήταν στην διοικούσα Εκκλησία οι εξελίξεις και πόσο διαφορετικά θα είχε γραφεί η - πολιτική και εκκλησιαστική - Ιστορία εκείνης της θλιβερής περιόδου εάν ο τότε Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος Κοτσώνης είχε σταθεί στο πλευρό των φοιτητών, όπως π.χ. είχε πράξει ο τότε (τιτουλάριος) Επίσκοπος Ανδρούσης και νυν Αρχιεπίσκοπος Αλβανίας κ. Αναστάσιος Γιανουλάτος; Θεωρούμε ότι – πρωτίστως και κυρίως για τον μακαριστό Αρχιεπίσκοπο κυρό Ιερώνυμο - θα είχε γραφεί πολύ διαφορετικά…)

* Το έκτο και το έβδομο μελέτημα αφορούν στο ίδιο πρόσωπο: στον Μητροπολίτη Ιωαννίνων και μετέπειτα Αρχιεπίσκοπο Αθηνών Σπυρίδωνα Βλάχο, του οποίου εξαίρεται η τόλμη, η αποφασιστικότητα και η παρρησία, ως αρχιερέως, να αντιπαρατεθεί με την πολιτική εξουσία όταν αισθάνεται ότι αδικείται (βλ. εις 6o κείμενο / μελέτημα: «Η διαμαρτυρία του Σπυρίδωνος προς τον Στ. Γονατά για την μετάθεσή του από τα Ιωάννινα [1923]», σσ. 131-144. Μελέτημα το οποίο δημοσιεύτηκε στον Τιμητικό Τόμο για τον ομότιμο Καθηγητή Γρηγόριο Δ. Ζιάκα, Θεσσαλονίκη, 2008). Επιπροσθέτως επισημαίνεται η μετριοπάθεια και σύνεση, ως αρετές με τις οποίες πολιτεύθηκε προτάσσοντας διαρκώς το συμφέρον της Εκκλησίας, όταν παραμερίζοντας τα ιδεολογικά (φιλοβασιλικά) του φρονήματα θα πρωτοστατήσει το 1938 στην εκλογή του (βενιζελικού) Κορινθίας Δαμασκηνού Παπανδρέου στην Αρχιεπισκοπή, ή όταν το 1951, ως Αρχιεπίσκοπος, εκφράζοντας εμπράκτως την μαρτυρία της Εκκλησίας για την ειρηνική και ενωτική της αποστολή στην κοινωνική και πολιτική ζωή της Ελλάδος, θα ζητήσει από την κυβέρνηση (των Νικ. Πλαστήρα και Σοφ. Βενιζέλου) να αποτραπεί η δικαστική απόφαση θανατικής καταδίκης του ηγετικού στελέχους του τότε παράνομου ΚΚΕ Νίκου Μπελογιάννη. Κάτι που, ως γνωστόν, τελικά, δεν απεφεύχθη παρά τις παρεμβάσεις τόσο του Αρχιεπισκόπου Σπυρίδωνος, όσο και πολιτικών, διανοουμένων και καλλιτεχνών από την Ελλάδα (βουλευτές της Ενιαίας Δημοκρατικής Αριστεράς - ΕΔΑ) και το εξωτερικό (Σαρλ ντε Γκώλ, Πωλ Ελυάρ, Ζαν Κοκτώ, Ζαν-Πωλ Σαρτρ, Ναζίμ Χικμέτ, Πάμπλο Πικάσσο, Τσάρλι Τσάπλιν, κ.α.) που προσπάθησαν να σώσουν τον Μπελογιάννη (βλ. εις 7o κείμενο: «Ο από Ιωαννίνων Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος Σπυρίδων εν μέσω εκκλησιαστικών και πολιτικών διχασμών», σσ. 145-158. Ανακοίνωση στο Συνέδριο για τα 100 χρόνια της Σχολής Βελλάς [1911-2011], Ιωάννινα, Οκτώβριος 2011).

* ΄Ογδοο κείμενο: «Η Εκκλησία και ο Νίκος Καζαντζάκης. Ο μύθος για τον αφορισμό και την κηδεία του (1957)» (σσ. 159-175). Πρόκειται για ανακοίνωση του Σεβ. Αρκαλοχωρίου η οποία παρουσιάσθηκε σε Συνέδριο για τον Νίκο Καζαντζάκη, τον Σεπτέμβριο του 2007 στο Ηράκλειο της Κρήτης για τα πενήντα χρόνια (1957-2007) από τον θάνατό του. Ο συγγραφέας καταρρίπτει δύο μύθους: πρώτον, τον περί αφορισμού του Καζαντζάκη και δεύτερον, τον περί μη τελέσεως κηδείας κατά την εκκλησιαστική τάξη, μύθους που καλλιέργησαν κύκλοι των θρησκευτικών οργανώσεων αλλά και αθέων, οι οποίοι για δικούς τους λόγους επιζητούσαν και ήθελαν έναν αφορισμένο Καζαντζάκη. Ανασκευάζοντας τους συγκεκριμένους μύθους ο συγγραφέας, αφού επισημάνει ότι όταν απεβίωσε ο Καζαντζάκης τον Οκτώβριο του 1957 στην πόλη Φράιμπουργκ της Γερμανίας και η σορός του μεταφέρθηκε στην Αθήνα προκειμένου να εκτεθεί σε λαϊκό προσκύνημα πριν μεταφερθεί στο τελικό της προορισμό (στη Κρήτη), όντως, ο τότε Αθηνών Θεόκλητος Β΄(Παναγιωτόπουλος, ο από Πατρών), αρνήθηκε την παραμονή της σορού του Καζαντζάκη σε ναό των Αθηνών, φοβούμενος «όχι αδίκως», όπως σημειώνει ο συγγραφέας, τις «αντιδράσεις κάποιων ακραίων χριστιανικών ομάδων που τελικά έδρασαν και στο Ηράκλειο πλησίον του Αγ. Μηνά κατά την κηδεία του Καζαντζάκη». Αφορισμός εκ μέρους της αυτοκέφαλης Εκκλησίας της Ελλάδος εις βάρος του Καζαντζάκη, εξ επόψεως νομοκανονικής, δεν μπορούσε να υπάρξει δοθέντος του ότι αυτός ως γέννημα – θρέμμα της Κρήτης και κάτοικος του εξωτερικού υπήγετο στην πνευματική δικαιοδοσία του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Εις ότι αφορά την κηδεία του: ετελέσθη στη γενέτειρά του, στο Ηράκλειο, την 5η Νοεμβρίου 1957, κατά τα εκκλησιαστικώς κεκανονισμένα, προεξάρχοντος του Αρχιεπισκόπου Κρήτης Ευγενίου (Ψαλιδάκη), παρισταμένων του Υπουργού Παιδείας Αχιλ. Γεροκωστοπούλου (της Κυβερνήσεως Κων. Καραμανλή), του αρχηγού του κόμματος των Φιλελευθέρων Γεωργίου Παπανδρέου και του βουλευτού, επίσης, των Φιλελευθέρων Κων. Μητσοτάκη, του πρύτανη του ΑΠΘ Ιωαν. Κακριδή, και πολλών άλλων επισήμων. Την σορό του Καζαντζάκη στην τελευταία του κατοικία, στον Mαρτινέγκο, συνόδευσε ο στρατιωτικός ιερέας π. Σταύρος Καρπαθιωτάκης. Εις ότι αφορά την πίστη καθ΄ εαυτή και τη σχέση του Καζαντζάκη με το Θεό, ο συγγραφέας εκτιμά ότι «ο Καζαντζάκης δεν έκλεισε ποτέ το κεφάλαιο του Θεού στη ζωή του. Δεν μπόρεσε να διαγράψει τον Θεό. Σ΄ αυτό βοήθησε και η παράδοση της Κρήτης. Ο πολιτισμός της. Η παρακαταθήκη που παραδίδεται από γενιά σε γενιά (…) ο Καζαντζάκης, ανάστημα της πολιτιστικής παράδοσης και της πενυματικής παρακαταθήκης, όπως την γνωρίζει και τη βιώνει στη γενέτειρά του, την Κρήτη, έχει τη δωρεά της ρωμαλέας δυσεύρετης και δημιουργικής σκέψης, με την οποία αναζητά διαρκώς και διακαώς τον Θεό…», παραθέτοντας εν προκειμένω ανάλογες απόψεις των μακαριστών Νικ. Ματσούκα, καθηγητού Δογματικής και Φιλοσοφίας της Θεολογικής του ΑΠΘ, του Κων. Τσάτσου, ακαδημαϊκού και διατελέσαντος Προέδρου της Δημοκρατίας, καθώς και του Πατριάρχου Αθηναγόρα (Σπύρου). Ο τελευταίος όταν είχε ερωτηθεί (1961) για το λογοτεχνικό έργο του Καζαντζάκη απήντησε ότι «τα βιβλία του Καζαντζάκη κοσμούν την Πατριαρχική βιβλιοθήκη», καταρρίπτοντας έτσι τον μύθο περί αφορισμού του κρητικού λογοτέχνη και συγγραφέα από την Εκκλησία.

* Το ένατο κείμενο του βιβλίου υπό τον τίτλο «Σχέσεις Εκκλησίας και Αριστεράς στην Ελλάδα μεταξύ του 20ου και 21ου αιώνα» (σσ. 177-192) αποτελεί ανακοίνωση η οποία παρουσιάσθηκε από τον Σεβ. Αρκαλοχωρίου στο Επιστημονικό Συνέδριο: «Εκκλησία και Αριστερά», στην Θεσσαλονίκη, τον Ιανουάριο του 2013. Ο συγγραφέας παρότι εξ αρχής αναγνωρίζει και επισημαίνει ότι η κοσμοθεωρία της Αριστεράς ως εδραζομένη στις αρχές του διαλεκτικού υλισμού αρνείται ως κρατική δομή, εξουσία και πολιτική, όχι μόνο την ύπαρξη του Θεού, αλλά και κάθε υπερβατικής δυνάμεως, θυμάται και αναπολεί τις τον διάλογο και τις συζητήσεις που επεχείρησε ομάδα διανοητών της μεταπολιτεύσεως με την αριστερή κοσμοθεωρία στις οποίες συμμετείχε και ο ίδιος ως νέος τότε πτυχιούχος της Φιλοσοφικής και της Θεολογικής Σχολής του ΑΠΘ. Επρόκειτο για τις «εβδομάδες ελευθέρου διαλόγου», όπως είχαν ονομασθεί, οι οποίες για σειρά ετών οργανώνονταν σε κάθε περίοδο της Μεγάλης Τεσσαρακοστής και στις οποίες είχαν κληθεί και αριστεροί στοχαστές, όπως ο Κωστής Μοσκώφ, ο Κώστας Ζουράρις, αλλά και ο Στέλιος Ράμφος που συνομιλούσαν με τον Παναγιώτη Νέλλα, τον Νίκο Ματσούκα, τον Χρήστο Γιανναρά, τον π. Βασίλειο Γοντικάκη, κ.α. Επίσης, ο συγγραφέας απομυθοποιώντας την στεροτυπική αντίληψη που θέλει σώνει και καλά τον αριστερό ψηφοφόρο απέναντι ή και εχθρικό προς την Εκκλησία υπενθυμίζει ότι ο Γιάννης Πασαλίδης, ως Πρόεδρος της ΕΔΑ το 1958, κατά τον αγιασμό του Κοινοβουλίου προσέγγισε και ασπάσθηκε τον σταυρό. Παραλλήλως, παραθέτει και την καθαρή και ίσια και ανεπιτήδευτα αυθόρμητη απάντηση που έδωσε (εν έτει 1975, καταγραφείσα σε επιφυλλίδα της εποχής) στον Χρήστο Γιανναρά ο «απλός ιδεολόγος της Αριστεράς, ο κυνηγημένος - χωρίς να΄ ναι “οργανωμένος” - γερο ψαράς κάποιοι νησιού, όταν ρωτήθηκε «γιατί είναι αριστερός, γιατί προτίμησε αυτή τη βασανισμένη ζωή, μ΄ αυτό το σκληρό τίμημα;»: «Για τη Δικαιοσύνη παιδί μου. Για να μη πλουταίνει ο πλούσιος σε βάρος του φτωχού, για να χαιρόμαστε όλοι δίκαια του Θεού τα δώρα» (βλ. Γιανναρά, Χρ., Κεφάλαια Πολιτικής Θεολογίας, Η Εκκλησία και οι πολιτικές ιδεολογίες, Αθήνα, 1983). Το μελέτημα αυτό – το 9ο του βιβλίου - του Σεβ. Αρκαλοχωρίου προσφέρεται ως προβληματισμός για τη στάση της επίσημης - και νυν κυβερνώσης - Αριστεράς της σήμερον, σε σχέση με την Αριστερά (Ε.Δ.Α.) της εποχής του Γιάννη Πασαλίδη, τον οποίο αναφέρει ο Σεβ. Ανδρέας, καθώς - θα προσθέταμε εμείς - και της Αριστεράς του 1965 των Ηλία Ηλιού, Μανώλη Γλέζου και Λεωνίδα Κύρκου της Αριστεράς (Ε.Δ.Α.), η οποία όταν η τότε Κυβέρνηση του Στεφ. Στεφανοπούλου (των λεγομένων αποστατών της Ενώσεως Κέντρου) επιχειρούσε (τον Νοέμβριο του ΄65) να ελέγξει τη λειτουργία της νομίμου και κανονικής υπό τον Αρχιεπίσκοπο Χρυσόστομο Β΄ (Χατζησταύρου) Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος στο θέμα της εκλογής Μητροπολιτών και προωθούσε προς τούτο νομοθετική ρύθμιση για τη συγκρότηση «Αριστίνδην» Συνόδου, ήταν – η Ε.Δ.Α. - η μόνη πολιτική παράταξη που ρητά και κατηγορηματικά αντετάχθη απολύτως στον διορισμό «Αριστίνδην» Συνόδου. Την ώρα που οι άλλοι μεγάλοι και μικροί πολιτικοί σχηματισμοί (η επίσημη «Ενωση Κέντρου» δια του Γ. Παπανδρέου, η Ε.Ρ.Ε. δια του Παν. Κανελλοπούλου και το μικρό «Κόμμα Προοδευτικών» του Σπυρίδωνος Μαρκεζίνη) καθώς και μερίδα ιεραρχών (οι οποίοι δύο χρόνια μετά θα συνταχθούν – ορισμένοι μάλιστα θα δεχθούν να γίνουν και μέλη της - με την 8μελή «Αριστίνδην» Σύνοδο που θα διορίσει το δικτατορικό καθεστώς του ΄67) και κληρικών συγκατένευαν για τη σύσταση «Αριστίνδην» Συνόδου, η Ε.Δ.Α. (των Ηλία Ηλιού, Μανώλη Γλέζου και Λεωνίδα Κύρκου, που αποτελούσαν τότε την ηγεσία της) διεκήρυττε την αντίθεσή της, θεωρώντας ότι «αυτό θα αποτελούσε πλήρη επέμβαση στα εσωτερικά της Εκκλησίας ενώ κατά την άποψη της Ε.Δ.Α. τέτοιες παρεμβάσεις είναι ανεπίτρεπτες» (βλ. εφημ. «Ελευθερία» [Αθηνών], 25.11.1965, σελ. 1 και 7, και «Μακεδονία», 25.11.1965, σελ. 1 και 8). Τέτοιες πολιτικές προσωπικότητες θα μπορούσαν, ασφαλώς ν΄ αποτελέσουν πρότυπα για τη σημερινή ηγεσία και τα στελέχη της Αριστεράς όσον αφορά στη σχέση τους με την Εκκλησία, η οποία αν δεν είναι σχέση πίστεως, θα μπορούσε κάλλιστα να υπάρχει και - στο πλαίσιο των υφισταμένων ήδη διακριτών ρόλων - να λειτουργεί ως σχέση αμοιβαίου σεβασμού. Η Εκκλησία μας, όχι μόνο ως μυστήριο της διηνεκούς αποκαλύψεως του Θεού στον άνθρωπο - όπως το βιώνουν και πολλοί αριστεροί στα πολιτικά φρονήματα και χριστιανοί στη πίστη Ελληνες πολίτες, πολίτες που ψηφίζουν Αριστερά, αλλά την Εκκλησία δεν την αρνούνται - αλλά και ως έκφραση μιας μακραίωνης πολιτιστικής παραδόσεως και στοιχείο της ταυτότητας του Γένους μας – έναν τέτοιο σεβασμό ασφαλώς τον αξίζει και σίγουρα τον δικαιούται.

* Το βιβλίο κατακλείεται με το (δέκατο) κείμενο «Εκκλησία και Πολιτεία στην Ελληνική Επικράτεια» (σσ. 193 – 219), ένα μελέτημα το οποίο δημοσιεύεται στον υπό έκδοση Τιμητικό Τόμο για τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Πριγκηποννήσων κ. Ιάκωβο (Σωφρονιάδη). Όπως προείπαμε, το κείμενο αυτό, μαζί με το προεκτεθέν πέμπτο, αποτελούν, κατά τη γνώμη μας, το «ψαχνό» του βιβλίου εστιάζοντας και αναλύοντας ιστορικά στις πολυκύμαντες σχέσεις Πολιτείας – Εκκλησίας από την εποχή της βαυαροκρατίας και της αυτογνωμόνου - πραξικοπηματικής - ανακηρύξεως της αυτοκεφαλίας (1833), οπότε δρομολογήθηκε ένα οιονεί καθεστώς «ανεξαρτησίας» της ελλαδικής Εκκλησίας από το Πατριαρχείο. Παραλλήλως από εκείνη την εποχή επιβλήθηκε η υποταγή της θεσμικής Εκκλησίας στην Πολιτεία, στο πλαίσιο του συστήματος της «νόμω κρατούσης Πολιτείας», διαμορφώνοντας μια σχέση εξαρτήσεως που άλλοτε ήταν χαλαρή (ήπια πολιτειοκρατία) και άλλοτε εξελίσσετο σε υποδούλωση της Εκκλησίας στο Κράτος (ακραία πολιτειοκρατία), κυρίως σε περιόδους δικτατορικών καθεστώτων όπως εκείνα του στρατηγού Θεοδ. Παγκάλου (1925-1926), του Ιωαν. Μεταξά (1936-1941) και της δικτατορίας των Συνταγματαρχών (1967-1974) που θέλησαν να υποτάξουν την Εκκλησία στις ιδεολογικοπολιτικές τους σκοπιμότητες. Στο κείμενό του αυτό ο Σεβ. Αρκαλοχωρίου θεωρεί ως τελευταία πολιτειοκρατική παρέμβαση στην Εκκλησία της Ελλάδος αυτή της δικτατορίας του 1967 με την εκλογή από «Αριστίνδην» Σύνοδο ως Αρχιεπισκόπου του αρχιμανδρίτου Ιερωνύμου Κοτσώνη, παρέμβαση τις επιπτώσεις της οποίας έχει παρουσιάσει και αναλύσει εις το υπό τον τίτλο ««Η Εκκλησία της Ελλάδος και η χούντα 1967 - 1974» άρθρο του που εδημοσίευσε η «Καθημερινή» τον περασμένο Ιούνιο (11-06-2017, σελ. 29: http://www.kathimerini.gr/913375/article/epikairothta/ellada/h-ekklhsia-ths-ellados-kai-h-xoynta). Στην ίδια συνάφεια ο συγγραφέας εκτιμά ότι από την Μεταπολίτευση (1974) και εντεύθεν, ιδίως δε μετά την ψήφιση του Καταστατικού Χάρτου του 1977 και την κατάργηση του κυβερνητικού εκπροσώπου, επί αρχιεπισκοπείας Σεραφείμ (Τίκα), διαμορφώνεται μια ελεύθερη Εκκλησία σε μια δημοκρατική πολιτεία. Αποψη την οποία επιβεβαίωσε και ο Μακαριώτατος Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Ιερώνυμος στην Ιεραρχία της 26ης.06.2017 όταν, αναφερόμενος «στην τόλμη αρχιερέως μας (σ.σ.: επρόκειτο για τον Μητροπολίτη Ελασσώνος Ιάκωβο Μακρυγιάννη) στη δεκαετία του 1960 (σ.σ.: για την ακρίβεια: τον Νοέμβριο του ΄65) να σχίσει Βασιλικό Διάταγμα, θυροκολλημένο στον μητροπολιτικό ναό, που απηγόρευε την σύναξη της Ιεραρχίας μας» (βλ. «Εκκλησία», τχ. 7, Ιουλίου 2017, σελ. 473), θα επισημάνει το γεγονός ότι σήμερα η Ιεραρχία δύναται να συνέρχεται ελευθέρως και αυτοβούλως και ν΄ αποφασίζει για τη ζωή και τη λειτουργία της Εκκλησίας της Ελλάδος. Ως κατακλείδα στο κείμενο αυτό περιέχεται η ανάλυση των σχέσεων κανονικής ενότητας που συνδέουν την αυτοκέφαλη Εκκλησίας της Ελλάδος με το Οικουμενικό Πατριαρχείο και η περιγραφή των κανονικών δικαιοδοσιών του Οικουμενικού Θρόνου σε εκκλησιαστικές επαρχίες της ελληνικής επικρατείας, όπως αυτές των Μητροπόλεων των Νέων Χωρών (επαρχίες της Μακεδονίας, της Ηπείρου, της Θράκης και των νήσων του Αιγαίου, η διοίκηση των οποίων έχει παραχωρηθεί από το 1928 επιτροπικώς στην αυτοκέφαλη Εκκλησία της Ελλάδος), της Εκκλησίας της Κρήτης (ιδιαίτερη ημιαυτόνομη εκκλησιαστική επαρχία έχουσα την κανονική εξάρτησή της απ΄ το Οικ. Πατριαρχείο), τις (πέντε) Μητροπόλεις των Δωδεκανήσων και την Εξαρχία της Πάτμου (που υπάγονται απ’ ευθείας στο Πατριαρχείο) και το Αγιον Ορος, με Επίσκοπό του τον Οικουμενικό Πατριάρχη.

Το βιβλίο του Σεβ. Αρκαλοχωρίου κ. Ανδρέα, το οποίο είναι αφιερωμένο «τω π. Ειρηναίω Δεληδήμω» ως «ευγνωμοσύνης αντίδωρον» και προλογίζεται καταλλήλως από τον Σεβ. Μητροπολίτη Ιλίου, Αχαρνών και Πετρουπόλεως Δρ. Αθηναγόρα (Δικαιάκο), προσφέρει στον αναγνώστη την ευκαιρία να προβληματισθεί για σειρά σημαντικών πολιτικο - εκκλησιαστικών γεγονότων που σημάδεψαν την νεώτερη ιστορία του τόπου, να συλλογισθεί για τις αιτίες που τα προκάλεσαν και να αναστοχασθεί για το φλέγον και ακανθώδες ζήτημα των σχέσεων Εκκλησίας – Πολιτείας, το οποίο είναι διαχρονικό, τα τελευταία δε έτη ιδιαίτερα επίκαιρο. Ο συγγραφέας υπό την διττή ιδιότητά του, ως ιεράρχης και πανεπιστημιακός δάσκαλος, στα κείμενά του αποκαλύπτει και υπογραμμίζει όχι μόνο ιστορικές αλήθειες, αλλά πρωτίστως και, κυρίως, τον σωτηριολογικό και μεταμορφωτικό ρόλο της Εκκλησίας στο σύγχρονο κόσμο contra στους «πειρασμούς της εξουσίας» που εμφιλοχωρούν στις σχέσεις των ανθρώπων και τη λειτουργία των θεσμών. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει στο εισαγωγικό του σημείωμα «(…) η επίγεια στρατευομένη Εκκλησία διεξάγει μια πάλη, όχι προς αίμα και σάρκα, αλλά προς τις αρχές και τις εξουσίες, τους κοσμοκράτορες του σκότους του αιώνος τούτου. Προς τα πονηρά πνεύματα (Εφ. 6,12)…», απευθύνοντας προσκλητήριο πορείας με οδηγό τη νηπτική παράδοση βάσει της οποίας «καλούμεθα να είμαστε πρωτίστως προσευχομένη Εκκλησία, διότι μόνο έτσι δυνάμεθα να αντισταθούμε στον αντίδικο και στα πονηρά του έργα». Παρομοιάζοντας, εξ άλλου, τους πειρασμούς του διαβόλου με οποίους βρέθηκε αντιμέτωπος η Ιησούς πορευόμενος μετά τη βάπτιση του για 40 ημέρες στην έρημο (Λκ. 4, 1-13) με τους πειρασμούς τους οποίους συναντά ο χριστιανός κάθε εποχής, κληρικός ή λαϊκός, ο συγγραφέας θεωρεί ότι «αυτοί οι πειρασμοί στην Εκκλησία δημιουργούν το δράμα, αλλά και την επίγεια ελπίδα του Χριστού. Ωστόσο, αυτό το δράμα έχει αίτιο φθαρτό και πεπερασμένο, ενώ η ελπίδα του ανθρώπου στηρίζεται στο μυστήριο της γέννησης, της σάρκωσης, του Σταυρού και της Αναστάσεως του Θεού Λόγου, του Χριστού. Αυτή η σχέση εξισορροπεί, αμβλύνει τους πειρασμούς και τις δοκιμασίες στις πτυχές των σχέσεων Εκκλησίας – Πολιτείας».

Πρόκειται για ένα θαυμάσιο βιβλίο με κείμενα / μελετήματα στα οποία η Θεολογία και η Ιστορία συμπορεύονται ευχαριστιακά, δίδοντας την αφορμή, το έναυσμα για την εισόδευση του αναγνώστη στα ενδότερα του μυστηρίου της Εκκλησίας. Για μια ειρηνική προσέγγιση του πολύπαθου θέματος των σχέσεων της Εκκλησίας με τη Πολιτεία και για μια διευθέτησή του, μέσω ενός εντίμου και ειλικρινούς διαλόγου που θα βασίζεται στη βαθειά γνώση του χαρακτήρα και της φύσεως των δύο θεσμών, την πλήρη συνεκτίμηση όλων των κοινωνικών, ιστορικών, πολιτειολογικών και εκκλησιολογικών δεδομένων που συνθέτουν το όλο πλαίσιο αναφοράς των σχέσεών τους και θα αποσκοπεί στην αρμονική συνύπαρξη, τον αλληλοσεβασμό. Οι «Πτυχές» - το νέο βιβλίο του Σεβ. Αρκαλοχωρίου κ. Ανδρέα Νανάκη – αυτό ακριβώς εισηγούνται και εύχονται.

* Ο Χάρης Ανδρεόπουλος είναι Θεολόγος καθηγητής Β/θμιας Εκπαίδευσης, Δρ. Εκκλησιαστικής Ιστορίας του ΑΠΘ (xaan@theo.auth.gr), συνεργάτης της εφημερίδος «Ελευθερία» Λαρίσης και της πύλης εκκλησιαστικών ειδήσεων «Αmen.gr».

Τετάρτη 18 Οκτωβρίου 2017

Έφυγε από την ζωή ο Μανώλης Κακλής


πηγή: rethemnosnews.gr

Αιφνιδιαστικά έφυγε σήμερα το μεσημέρι (18/10/2017) από την ζωή ο σπουδαίος καλλιτέχνης της Κρητικής μουσικής Μανώλης Κακλής σε ηλικία 72 ετών.

Σύμφωνα με τις πρώτες πληροφορίες, ο κορυφαίος λαγουτιέρης και τραγουδιστής προδόθηκε από την καρδιά του.

Η κηδεία του θα γίνει την Παρασκευή το μεσημέρι στις 13:00 στην Επισκοπή Ρεθύμνου.


Ο Μανώλης Κακλής γεννήθηκε στην Επισκοπή Ρεθύμνου και ασχολήθηκε επαγγελματικά με το λαούτο από το 1969.Από πολύ νεαρή ηλικία είχε την τύχη να ζήσει από κοντά σε ένα ζωντανό περιβάλλον γεμάτο ακούσματα μουσικά, γνήσια παραδοσιακά, όπως του Μπαξεβάνη και του Νίκου του Μανιά. Οι δύο αυτοί λαουτιέρηδες τον επηρέασαν βαθύτατα.


Η τεχνική τους στο λαούτο και η έκφραση στο τραγούδι καθόρισαν την πορεία του νεαρού τότε καλλιτέχνη, ο οποίος πολύ γρήγορα σημείωσε τεράστια πρόοδο και εξέλιξη και μέχρι σήμερα αποτελεί έναν από τους σημαντικότερους εκφραστές της Κρητικής μουσικής παράδοσης. Ιδιαίτερα στο τραγούδι διακρίθηκε για την ερμηνεία του που την υπογράμμιζε μοναδικά η εξαιρετική “Κρητική” χροιά της φωνής του.


Έχει να παρουσιάσει πλούσια δισκογραφία και συνεργασίες με μεγάλους καλλιτέχνες όπως Νίκος Μανιάς, Ρ. Ανδρουλάκης, Ζαχ. Μελεσσανάκης, Θαν. Σκορδαλός, κ.α. και ανελλιπή ζωντανή παρουσία στα Κρητικά κέντρα του νησιού, της Ελλάδας γενικότερα αλλά και του εξωτερικού.

Τετάρτη 11 Οκτωβρίου 2017

Σύνταγμα της Ελλάδος, Οικουμενικόν Πατριαρχείον και Άγιον Όρος

πηγή: ΠΕΜΠΤΟΥΣΙΑ

Ο Αρεοπαγίτης κ. Χριστόφορος Κοσμίδης μιλάει στην επιστημονική Ημερίδα με τίτλο «Εκκλησία και Σύνταγμα: Το ζήτημα της αναθεώρησης», που συνδιοργάνωσαν την Τετάρτη 27 Σεπτεμβρίου 2017, η Ιερά Πατριαρχική Μονή Βλαττάδων, το Πατριαρχικό Ίδρυμα Πατερικών Μελετών και οι Κοσμητείες της Θεολογικής και της Νομικής Σχολής του ΑΠΘ. Θέμα της εισηγήσεως του είναι: «Σύνταγμα της Ελλάδος, Οικουμενικόν Πατριαρχείον και Άγιον Όρος».

Ευάγγελος Βενιζέλος, Δευτερολογία στην Ημερίδα: «Εκκλησία και Σύνταγμα: Το ζήτημα της αναθεώρησης»

πηγή: ΠΕΜΠΤΟΥΣΙΑ

Ο Καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου της Νομικής Σχολής του ΑΠΘ και Πρώην Αντιπρόεδρος της Κυβέρνησης και Υπουργός Εξωτερικών, Ευάγγελος Βενιζέλος απαντάει σε ερωτήσεις στην επιστημονική Ημερίδα με τίτλο «Εκκλησία και Σύνταγμα: Το ζήτημα της αναθεώρησης», που συνδιοργάνωσαν την Τετάρτη 27 Σεπτεμβρίου 2017, η Ιερά Πατριαρχική Μονή Βλαττάδων, το Πατριαρχικό Ίδρυμα Πατερικών Μελετών και οι Κοσμητείες της Θεολογικής και της Νομικής Σχολής του ΑΠΘ. Θέμα της εισηγήσεως του είναι: «Οι σχέσεις Κράτους και Εκκλησίας ως συνταγματικά ρυθμισμένες-Η συνταγματική θέση του Οικουμενικού Πατριαρχείου».


Τρίτη 10 Οκτωβρίου 2017

4ο Διεθνές Συνέδριο τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου γιά τήν Ποιμαντική Διακονία στόν Χῶρο τῆς Ὑγείας





4ο Διεθνές Συνέδριο τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου γιά τήν Ποιμαντική Διακονία στόν Χῶρο τῆς Ὑγείας. Με τήν εὐλογία τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου.

11-15 Ὀκτωβρίου 2017
Ῥόδος

«Ἀναθερμαίνοντας τήν Ἐλπίδα: Ἀνακαλύπτοντας τήν ἐλπίδα στίς δυσχέρειες τῆς ζωῆς».

Ο σημερινός ἄνθρωπος, περισσότερο ἀπό ποτέ στή σύγχρονη ἱστορία, βρίσκεται σέ βαθειά ἀπόγνωση καί πάσχει ἀπό ἔλλειψη νοήματος. Γιά τόν λόγο αὐτό, δέν βρίσκει τίς δυνάμεις νά ἀντιμετωπίσει ‒καί νά ἀνακάμψει ἀπό‒ τίς διάφορες δυσκολίες πού παρουσιάζονται στή ζωή του. Συνάμα, ἡ ἀντιμετώπιση αὐτῶν τῶν δυσκολιῶν περιπλέκεται, καθώς ὑπάρχει μέν μεγάλη συστοίχηση πρός τήν ἔννοια τῆς ἐλπίδας, σέ ἀντίθεση ὅμως πρός τόν τρόπο πού αὐτή κατανοεῖται στήν Ὀρθόδοξη ἀνθρωπολογία καί ἐκφράζεται στήν παράδοση τῆς Ἐκκλησίας.

Προσκεκλημένοι στό Συνέδριο εἶναι ἐκπρόσωποι τῶν Μητροπόλεων πού ἀνήκουν πνευματικά καί διοικητικά στό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο ἁπανταχοῦ της Γῆς, τῶν ἄλλων Πατριαρχείων, τῶν Αὐτοκεφάλων Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν, τῶν Ὀρθοδόξων Θεολογικῶν Σχολῶν καί Ἐκκλησιαστικῶν Ἀκαδημιῶν τῆς Ἑλλάδος καί τοῦ ἐξωτερικοῦ, τῶν ἄλλων Χριστιανικῶν Ἐκκλησιῶν καί Ὁμολογιῶν, καί διεθνεῖς ὀργανώσεις, ἰατροί, νοσηλευτές, καθώς καί ἄλλοι σχετιζόμενοι μέ τή διακονία καί τή φροντίδα τοῦ ἀσθενοῦς στόν εὐαίσθητο τομέα τῆς Ὑγείας.

Tό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο διεξάγει ἕνα Συνέδριο κάθε τρία χρόνια (2008, 2011, 2014), πού διοργανώνεται ἀπό τό Πατριαρχικό Δίκτυο γιά τήν Ποιμαντική Διακονία στόν Χῶρο τῆς Ὑγείας. Τά Συνέδρια αὐτά δίνουν τήν κατάλληλη εὐκαιρία στίς τοπικές Ἐκκλησίες καί τούς ἐπιστήμονες καί ἐπαγγελματίες διεθνῶς πού διακονοῦν τόν ἄρρωστο, νά ἀνταλλάσσουν τίς ἐμπειρίες τους καί νά συζητοῦν τίς δυσκολίες πού ἀντιμετωπίζουν. Ἐπιπλέον, τά Συνέδρια αὐτά ἀποτελοῦν τό ἔρεισμα καί τό ἐφαλτήριο ἀπό τό ὁποῖο οἱ Ἱ. Μητροπόλεις καί οἱ ἐπιστήμονες καί ἐπαγγελματίες τῆς Ὑγείας μποροῦν νά ὀργανώνουν παρόμοιες ἐπιμορφωτικές ἐκδηλώσεις καί προγράμματα.


Δευτέρα 9 Οκτωβρίου 2017

Κυριακή 8 Οκτωβρίου 2017

ΑΘ.Ι.ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ, ΕΥΕΡΓΕΤΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ

πηγή:NULA DIES SINE LINEA

ΑΘ. Ι. ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ, ΕΥΕΡΓΕΤΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ
Παρθεναγωγείο Μυτιλήνης (φωτογραφία: Υπουργείο Πολιτισμού)

[Ομιλία που έγινε στον Ιερό Ναό Αγίου Θεράποντα Μυτιλήνης την Ημέρα Μνήμης Εθνικών Ευεργετών (30 Σεπτεμβρίου 2017)].

Σεβασμιώτατε, σεβαστοί πατέρες, εκλεκτή ομήγυρη, 

Σήμερα που για άλλη μια χρονιά γιορτάζουμε την ημέρα των εθνικών ευεργετών και αναρωτιόμαστε για τη σημασία της, αντί για τον υψηλό τόνο πανηγυρικών λόγων, επέλεξα να σας ομιλήσω σε διαφορετικό τόνο, απ’ εκείνο που πριν δύο χρόνια, απ’ αυτή εδώ τη θέση ξανά με είχατε ακούσει. Αν και ο κλήρος για εφέτος έπεσε ξανά σε μένα – γι’ αυτό κι ευχαριστώ τους υπευθύνους οργάνωσης της σημερινής ημέρας – θα προσπαθήσω στα επόμενα επτά με οκτώ λεπτά να σας ξεδιπλώσω τη σκέψη γύρω από τη σχέση του ευεργετισμού με την εκπαίδευση. Κι αυτό διότι στην πόλη μας τα δύο παλαιότερα σχολικά κτήρια που βρίσκονται στο κέντρο της, το Παρθεναγωγείο και το πάλαι ποτέ Γυμνάσιο Μυτιλήνης, οφείλουν την ύπαρξή τους σε ευεργέτες. Υπ’ αυτήν την έννοια η ομιλία μου, πέραν του ότι θα έχει τοπικό χαρακτήρα, θα εξακτινωθεί και σε ζητήματα ολίγων άγνωστα σε πολλούς, όπως η αμεσότατη σχέση του ευεργετισμού με την εκπαίδευση, και πως αυτή η σχέση στο σημερινό εκπαιδευτικό μας σύστημα λείπει παντελώς. Και γι’ αυτό, προκαταβολικά σας πληροφορώ, κατά κύριο λόγο ευθύνεται η ίδια η σημερινή εκπαίδευση και οι δομές πάνω στις οποίες είναι στηριγμένη. Παρακάτω θα σας εκθέσω τους λόγους αυτής της ευθύνης, και πως ζητούμενο πια σήμερα είναι η επανασύνδεση αυτών των δύο μεγεθών. Άλλωστε, τα περί ευεργετισμού λίγο πολύ σε αρκετούς είναι γνωστά και, βέβαια, κάθε χρόνο ακούγονται σε πανηγυρικούς λόγους.

Ωστόσο, επιτρέψτε μου εν τάχει να αναφερθώ στο φαινόμενο του ευεργετισμού, το οποίο στα αυστηρά πλαίσια διερεύνησής του από την ιστορική επιστήμη είναι γνωστό από τα χρόνια της Τουρκοκρατίας, και κυρίως από την περίοδο της συγκρότησης του νεοελληνικού κράτους κατά τον 19ο αιώνα. Είναι η περίοδος όπου η συντονισμένη, ατομική ή συλλογική προσπάθεια ανθρώπων που αγαπούσαν τα γράμματα και την εκπαίδευση, πέραν από εθνικό συνιστούσε κοινωνικό και θρησκευτικό χρέος, απέναντι σ’ ένα λαό που έβγαινε βαθιά λαβωμένος από την μακρόχρονη Τουρκοκρατία, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι είχε απολέσει την εθνική του ταυτότητα. Γνωστή, άλλωστε, και στην Ευρώπη αυτή η προσπάθεια πρόνοιας και αγάπης προς τα γράμματα, εντασσόμενη βέβαια, στην όλο και περισσότερο αυξανόμενη τάση συγκρότησης εθνικών κρατών, καλλιεργήθηκε και από τους Έλληνες, ιδιαίτερα της Διασποράς, με στόχο να αναπληρώσει κενά, όταν η εκάστοτε κρατική εξουσία δεν μπορούσε να ανταποκριθεί σε ανάγκες συλλογικές, όπως επί παραδείγματι η ίδρυση σχολείων, βασικών δηλαδή πόλων και θεσμών συντήρησης και διάσωσης της ελληνορθόδοξης κληρονομιάς μας.

«Το ερμάρι της ιστορίας ποτέ δεν άνοιξε με τη χρήση ενός και μόνου κλειδιού», είχε πει κάποτε σε μια συνέντευξή του ο κορυφαίος των νεοελληνικών μας γραμμάτων αείμνηστος Κ. Θ. Δημαράς. Τι, λοιπόν, είναι ο ευεργετισμός και πως μέσα σ’ ένα από τα ερμάρια της Ιστορίας μπορεί κανείς να τον μελετήσει, συνδέοντάς τον με την εκπαίδευση; Μήπως και εμείς σήμερα, όσοι αγαπάμε τα γράμματα και την εκπαίδευση, ταυτίζουμε τους εαυτούς μας με τις προσδοκίες και τα οράματα μεγάλων ευεργετών, όπως λόγου χάριν όλοι εκείνοι που τα ονόματά τους είναι χαραγμένα σε μαρμάρινες πλάκες στην Αίθουσα Τελετών του ιστορικού Γυμνασίου Μυτιλήνης; Όσοι από εσάς έχετε βρεθεί σε κάποια εκδήλωση σ’ αυτήν την αίθουσα κόσμημα θα τα έχετε προσέξει. Το λέγω αυτό διότι δεν είναι καθόλου παράξενο σ’ αυτούς τους ευεργέτες να ανιχνεύσουμε απόηχους της δικής μας πνευματικής κατάστασης, αφού μέσα από την αγάπη μας για τα γράμματα και τη διδασκαλία, ως δάσκαλοι σήμερα, σε ιστορικά εκπαιδευτήρια, καθημερινά τους νιώθουμε να κινούνται ανάμεσά μας. Άλλωστε, εμείς οι νεότεροι τους οφείλουμε χρέος μεγάλο γιατί κληθήκαμε να διδάσκουμε σε εκπαιδευτήρια που με δική τους πρωτοβουλία, οικονομική κυρίως, κτίστηκαν. Σ’ όλους μας είναι γνωστά τα ονόματα και η δράση τους: καπού – Κεχαγιάς άρχοντας Σταυράκης, Σοφοκλής Βουρνάζος, Μητροπολίτες Μυτιλήνης Καλλίνικος Β΄ και Μελέτιος Φωτίου, για να αναφέρω αυτούς που άμεσα συνδέθηκαν με την εκπαίδευση και τα δύο προαναφερόμενα εκπαιδευτήρια της πόλης μας.

Ο ευεργετισμός, λοιπόν, και η άμεση σύνδεσή του με την εκπαίδευση συνέκλινε πάνω σ’ ένα βασικό σκοπό, στην παραχώρηση του προσωπικού πλούτου για σκοπούς που είχαν σχέση με την παιδεία των ελληνοπαίδων. Πρόκειται για εκείνο το φαινόμενο των «χρηματοφόρων υποκειμένων», όπως πολύ σωστά από ειδικούς έχει χαρακτηριστεί, το οποίο υπό συνθήκες, μεταβίβαζε στην πολιτεία ή σε συλλογικότητες, κυρίως θρησκευτικές, μιας και η Εκκλησία τότε διαδραμάτιζε πρωταγωνιστικό ρόλο στα εκπαιδευτικά πράγματα, τον πλούτο τους για να τον διαχειριστούν με συγκεκριμένο σκοπό, όχι μόνο με την ανέγερση σχολείων αλλά και με την λειτουργία τους. Ένα ενδεικτικό παράδειγμα είναι αρκετό για να κατανοήσουμε την αγάπη αυτών των ανθρώπων για την εκπαίδευση. Ο άρχοντας Σταυράκης, που στα 1742 ίδρυσε το πρώτο σχολείο στη Μυτιλήνη, το ονομαστό Ελληνομουσείον και μετέπειτα Παρθεναγωγείο, το προίκιζε κάθε χρόνο με 100 γρόσια για να πληρώνονται οι δάσκαλοι που δίδασκαν σ’ αυτό. Από την νοοτροπία των εθνικών ευεργετών δεν έλειπε, βέβαια, η τάση τους να εμπεδώσουν την ηγεμονία τους όχι μόνο στην αστική τάξη, αλλά και στο ευρύτερο κοινωνικό σύνολο. Έτσι, άλλωστε, εξηγείται και ερμηνεύεται ο ρόλος τους στην Ιστορία του Νέου Ελληνισμού, ότι δηλαδή, με καθοριστικό τρόπο συνέβαλαν στη συγκρότηση της εθνικής ταυτότητας και του εθνικού κράτους.

Σ’ αυτή τη συγκρότηση βασικό ρόλο έπαιζε η εκπαίδευση και τα ιδρυόμενα σχολεία. Είναι αναγκαίο, εδώ, σήμερα ημέρα εθνικών ευεργετών, να υπογραμμίσουμε και κάτι που ίσως μας διαφεύγει γι’ αυτήν τη σχέση ευεργέτη και δασκάλου. Και μας διαφεύγει γιατί σήμερα το σχολείο είναι κλειστό στη ζωή, ενώ πριν δύο σχεδόν αιώνες ήταν ανοικτό στη ζωή, συμπύκνωνε ισχυρότατους κοινούς τόπους περί εκπαιδεύσεως, ήταν ο κατεξοχήν τόπος, θα έλεγα, αυτός που συναιρούσε μέσα του όλους τους άλλους, θρησκευτικούς, κοινωνικούς και πολιτικούς. Γι’ αυτό οι ευεργέτες αγαπούσαν την εκπαίδευση. Γι’ αυτό ίδρυαν σχολεία, γιατί τα σχολεία γι’ αυτούς ήταν θεσμοί συντήρησης και μετάδοσης γνώσης, κι όχι όπως σήμερα τα έχουμε καταστήσει, θεσμούς επικοινωνίας και καινοτομίας, όπου καινοτομία εννοήστε καθετί που μόνον παιδεία δεν είναι, παρά πρακτική που μετατρέπει τον μαθητή σε έναν ειδικευμένο σε κάτι μετέπειτα πολίτη. Οι ευεργέτες έβλεπαν το σχολείο ως θεσμό μετάδοσης της γνώσης που προϋπέθετε την παρουσία μέσα στη σχολική αίθουσα ενός δασκάλου, που βαθιά πίστευε στην παιδευτική αξία του μαθήματός του, το περιεχόμενο του οποίου ήθελε να μεταδώσει στους μαθητές του, μαζί με την αγάπη του γι’ αυτό, ενός δασκάλου που θεωρούσε αδιανόητο έναν κόσμο από τον οποίο θα απουσίαζε ότι εκείνος γνώριζε και δίδασκε. Και να σκεφτούμε ότι στα δύο ιστορικά σχολεία της πόλης μας, το Παρθεναγωγείο και το Γυμνάσιο, επί μακρόν εφαρμόζονταν η αλληλοδιδακτική μέθοδος διδασκαλίας, η οποία παρότι είχε κάποια προβλήματα στην εφαρμογή της, μόρφωσε δασκάλους και μαθητές που επέδρασαν σημαντικά στη «διαμόρφωση συλλογικών συμπεριφορών και νοοτροπιών».

Μια ακόμη βασική συνιστώσα της σχέσης του ευεργετισμού με την εκπαίδευση ήταν ότι και οι δύο αυτοί θεσμοί διακρίνονταν για την αυθεντία τους. Ευεργέτης και δάσκαλος, αν και σήμερα αυτή η σχέση καθώς φαίνεται έχει κλείσει τον κύκλο της, υπηρετούσαν πιστά κοινούς οραματισμούς του ευρύτερου κοινωνικού συνόλου. Παραθέτω ένα παράδειγμα για να γίνω πιο κατανοητός. Γνωστή είναι στις μέρες μας η τεραστία κρίση που περνούν οι κλασικές σπουδές. Το φαινόμενο τη καθίζησης της γλωσσικής αρχαιομάθειας στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση είναι ιδιαίτερα λυπηρό. Και οι επιπτώσεις, βέβαια, τραγικές: πολλοί σημερινοί μαθητές χωρίς τη διδασκαλία των αρχαίων συγγραφέων, αποκόπτονται όχι μόνο από το Όμηρο, ή των Πλάτωνα και τον Θουκυδίδη, αλλά κι από τον Παπαρρηγόπουλο, τον Παπαδιαμάντη και τον Ελύτη. Στα χρόνια, όμως, ίδρυσης, λειτουργίας και ακμής του Γυμνασίου Μυτιλήνης, ήταν αδιανόητο ένα μαθητής να μην γνωρίζει αρχαία ελληνική γλώσσα. Εδώ, η γενναιόδωρη χρηματική δωρεά του Ασημάκη Μουζάλα, στα 1890, έγινε αφορμή να αγοραστούν σειρές κλασικών συγγραφέων, οι γνωστές στερεότυπες εκδόσεις Λειψίας για να διδάσκονται οι μαθητές του Γυμνασίου αρχαίους συγγραφείς. Όπως καταλαβαίνετε, εδώ, σαφέστατα πρόκειται για ευεργέτη που στη μικρή κοινωνία της Μυτιλήνης λειτουργούσε ως αυθεντία, επαληθεύοντας με το καλύτερο δυνατό τρόπο της σχέση του ευεργετισμού με την εκπαίδευση, σχέση που προϋποθέτει την αυθεντία.


Σεβασμιώτατε, σεβαστοί πατέρες, εκλεκτή ομήγυρη,

Όλα τα παραπάνω καταδεικνύουν τον τεράστιο ρόλο που διαδραμάτισαν οι ευεργέτες στην πόλη μας. Άριστα κάμουμε σήμερα και τους μνημονεύομε. Αξίζει, όμως, να λάβουμε υπόψιν ότι η ευεργεσία δεν ήταν υποχρέωση. Ήταν πράξη προσωπικής πραγμάτωσης, «ιστορικής συνειδητότητας και κοινωνικής επίγνωσης». Ήταν, δηλαδή, «υποκειμενική χειρονομία» που λάμβανε υπόψη τις ιστορικές συνθήκες και τις κοινωνικές ανάγκες της εποχής του 19ου και του πρώτου μισού του 20ου αιώνα στην πόλη μας.