[...]Η
Εκκλησία δανείζεται την έννοια του προσώπου από την πίστη της στον
Τριαδικό Θεό και περνώντάς την από την Χριστολογία και την Πνευματολογία
την εφαρμόζει στην Εκκλησία. Στην Αγία Τριάδα το πρόσωπο είναι έννοια θετική, σχέση καταφατική, και
όχι αρνητική. Τα τρία πρόσωπα της Τριάδος είναι διάφορα το ένα από το
άλλο, όχι γιατί απομονώνονται και αποσχίζονται το ένα από το άλλο, αλλά
αντίθετα γιατί είναι αναπόσπαστα ενωμένα μεταξύ τους. Η ενότητα, όσο πιο
άρρηκτη είναι, τόσο πιο πολύ γεννάει, παράγει ετερότητα. Το γεγονός
αυτό εξασφαλίζει οντολογική πληρότητα και σταθερότητα, απουσία θανάτου
και αληθινή ζωή. Ο άλλος όχι μόνο δεν είναι εχθρός, αλλά η βεβαίωση της
δικής μου ταυτότητας και μοναδικότητας: το Συ που με κάνει να είμαι Εγώ,
και χωρίς το οποίο το Εγώ είναι ανύπαρκτο και αδιανόητο.
Και
κάτι ακόμα. Στην Αγία Τριάδα η προσωπική ετερότητα και μοναδικότητα δεν
αιτιολογείται ψυχολογικά, αλλά οντολογικά. Οι ιδιότητες που διακρίνουν
τα τρία πρόσωπα μεταξύ τους είναι μόνο οντολογικές: το κάθε Ένα είναι
αυτό που είναι, και τίποτε παραπάνω. Το πρόσωπο δεν κρίνεται από τις
ιδιότητές του, αλλά από την απλή κατάφαση της ταυτότητάς του ως
μοναδικού και αναντικατάστατου όντος. Δεν είναι το πρόσωπο προσωπικότητα, δηλαδή συνιστάμενη ιδιοτήτων (ύψους,
κάλλους ή ασχήμιας, αρετής ή κακίας, ευφυΐας ή βλακείας κλπ)Το
πρόσωπο είναι ελεύθερο από ιδιότητες και δεν κρίνεται απ’ αυτές.
Αύτη
η αντίληψη περί προσώπου περνάει στην Εκκλησία με τη μορφή της αγάπης
και της ελευθερίας του Θεού προς τον κόσμο, όπως αυτή εκφράστηκε «εν
Χριστώ» με την αγάπη των εχθρών και των αμαρτωλών. Η Εκκλησία είναι ο
χώρος στον οποίο ο άνθρωπος δεν κρίνεται από τις ιδιότητές του —αυτό
σημαίνει η συγχώρηση, που παίρνει στο Βάπτισμα και στη Μετάνοια— αλλά
από το ότι είναι αυτός που είναι. Η συγχώρηση και η αποδοχή τού ανθρώπου
ως προσώπου, ως μοναδικής και ανεπανάληπτης ταυτότητος, μες την
κοινότητα της Εκκλησίας, αποτελεί την πεμπτουσία της εκκλησιαστικής
θεραπευτικής. Η Εκκλησία θεραπεύει όχι με όσα λέγει, αλλά με ό,τι είναι:
κοινότητα αγάπης, μιας αγάπης που δεν είναι συναίσθημα, ώστε να το
αναζητήσουμε στο εσωτερικό και τη διάθεση του άτομου, αλλά σχέση, πράγμα
που απαιτεί συνύπαρξη και αποδοχή σε μια κοινότητα συγκεκριμένη,
κοινότητα αγάπης χωρίς αποκλειστικότητα και όρους. [...]
Απόσπασμα εισήγησης του Μητρ. Περγάμου Ιωάννου (Ζηζιούλα), δημοσιευμένης στο: Θεολογία και ψυχιατρική σε διάλογο (Πρακτικά ημερίδας), εκδ. Αποστολικής Διακονίας, Αθήνα 1999,σελ. 141-156.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου