Συνηθίζουν οι σχολιαστές και τα επιτελεία να μιλούν για το δίλημμα των εκλογών και, έπειτα, την ώρα της αποτίμησης και των συμπερασμάτων, για το περίφημο μήνυμα που έστειλε ο λαός. Εννοείται: το πρώτο πρέπει απαρέγκλιτα να είναι «ισχυρό και καθαρό», ενώ το δεύτερο θα χαρακτηριστεί, όπως πάντα, «ηχηρό και σοφό».
Αλλά ας μιλήσουμε εδώ για το δίλημμα, αφού τα μηνύματα είναι ακόμα μακρινά και ανεξιχνίαστα. Το πρώτο που έρχεται στο νου είναι ότι, για διάφορους παράγοντες στο εσωτερικό και στο εξωτερικό της χώρας, δίλημμα συνιστά ακόμα η ίδια η διεξαγωγή των εκλογών. Γι’ αυτούς τους παράγοντες, ένας από τους οποίους είναι και ο νέος αλλά ψημένος υπουργός «Προστασίας του Πολίτη», οι εκλογές είναι κίνδυνος, πρόβλημα, αρνητική εξέλιξη. Θα έλεγε κανείς ότι σε τούτη την περίπτωση οι εκλογές λογαριάζονται ως μια λαϊκίστικη παραμόρφωση της σοβαρής πολιτικής, μια υποχώρηση στις συνήθειες του «παλιού κόσμου», τον οποίο βεβαίως θα έπρεπε να αφήσουμε πίσω μαζί με τις κακές του συνήθειες και τα χαμηλής αξίας πάθη του.
Ας πούμε όμως ότι αυτή η κάπως εξτρεμιστική γραμμή δεν περπατάει, για πολλούς και διάφορους λόγους. Οι εκλογές, καλώς ή κακώς, θα γίνουν. Με ποιο βασικό δίλημμα όμως; Και εδώ μπορεί να δει κανείς ότι, πέρα από τις επιμέρους κινήσεις αυτοσυντήρησης των δυο «κεντρικών κομμάτων του έθνους» (για να δανειστώ την πομπώδη φρασεολογία του νέου προέδρου του ΠΑΣΟΚ), το δίλημμα το οποίο θέτουν είναι κοινό: εμείς ή το χάος, σταθερότητα ή όλεθρος, διακυβέρνηση ή περιπέτειες.
Αυτή λοιπόν η ακραία εκφορά αποκαλύπτει τον πρωταρχικό πρωτόγονο πυρήνα της «αστικής πολιτικής» ως αρνητικής πολιτικής, ως διαχείρισης του φόβου του θανάτου, για να θυμηθούμε τον Τόμας Χομπς. Όλα τα συμπληρωματικά διλήμματα που εκφωνούνται από τις ίδιες δυνάμεις (Ευρώπη ή απομόνωση, ευρώ ή δραχμή) είναι ήδη «εποικοδόμημα» του πρώτου και αρχαϊκού στην ουσία του ερωτήματος: Θέλετε λοιπόν να ζήσετε ή να πεθάνετε, να συντηρηθείτε ή να χαθείτε στην κόλαση;
Τα περιεχόμενα της πολιτικής, η όποια θετική υπόσχεση, τα περιβόητα προγράμματα δεν παίζουν εδώ κανένα σημαντικό ρόλο. Ο οδικός χάρτης των Μνημονίων τα έχει καταστήσει περιττά και πάντως ελάχιστα πιστευτά. Το κρυφό κείμενο της συγκεκριμένης εκλογικής μάχης δεν αφορά έτσι τον τρόπο του βίου των ανθρώπων σε μια πολιτική κοινότητα, τη συγκρότηση μιας αληθινής ελπίδας. Αφορά κυρίως τον τρόπο αποφυγής του «βίαιου θανάτου» ή, αλλιώς, το στοιχειώδες της «επιβίωσης του έθνους».
Θα πει κανείς: Μα ποιον μπορεί να πείσει αυτή η ρητορική της υπαρξιακής ασφάλειας και των αντίστοιχων κινδύνων; Από τη στιγμή που η καθημερινότητα, η πρακτική ζωή των πολιτών έρχεται αντιμέτωπη με ποικίλες και αλλεπάλληλες αρνητικές εμπειρίες, πόσο μπορεί να λειτουργήσει ο εκβιασμός; Κανείς δεν είναι σε θέση να το προβλέψει. Ούτε καν οι δημοσκόποι που ταξινομούν και επεξεργάζονται τις δηλωμένες προτιμήσεις ενός στατιστικού δείγματος.
Το βέβαιο είναι όμως ότι η καταφυγή της «αστικής πολιτικής τάξης» στο ωμό πρωταρχικό δίλημμα της Κυριαρχίας ξαφνιάζει και βρίσκει συχνά απροετοίμαστη την Αριστερά. Γιατί, ανάμεσα στα άλλα, αυτή η τελευταία κινείται ακόμα στον ορίζοντα της καλύτερης ζωής, της επιθυμίας για το καλύτερο. Αν δεν παραπέμπει το καλύτερο σε μια μελλοντική πατέντα εξουσίας (ΚΚΕ), δοκιμάζει ένα κλασικό και διαφωτιστικής προέλευσης δίλημμα: Θέλετε αυτή τη ζωή ή μια καλύτερη η οποία προϋποθέτει βέβαια διαφορετικά πολιτικά, οικονομικά, θεσμικά περιεχόμενα;
Το παράδοξο είναι έτσι ότι η Αριστερά, η οποία και κατηγορείται συχνά για «ανορθολογισμό», είναι η πραγματική κληρονόμος της πολιτικής κουλτούρας της νεωτερικότητας. Αφού περνάτε όσα περνάτε, πώς μπορείτε να επιβραβεύετε ξανά τους κυρίαρχους των δεινών σας; Ιδού η κατεξοχήν ορθολογική απορία που απορρέει από την πίστη στη διαθεσιμότητα των ανθρώπων να αναζητούν το καλύτερο (το διαφορετικό) όταν δεν ικανοποιούνται από το υπάρχον.
Ακριβώς αυτή την ορθολογική, προσανατολισμένη σε αξίες, απορία, έρχεται να λοιδορήσει ο αψύς πρωτογονισμός της μνημονιακής ηγεσίας. Μιλώντας για την εξαφάνιση ή την επιβίωση του έθνους, αυτή η ηγεσία μιλάει κυρίως για τον θάνατο. Ελπίζοντας, ασφαλώς, ότι η παιδαγωγική του φόβου θα επιβεβαιώσει για άλλη μια φορά το αρχαίο στρατήγημα του κυρίαρχου απέναντι στους θυμωμένους υπηκόους του. Η Αριστερά δεν μπορεί παρά να επιμένει στην απαίτηση της καλύτερης ζωής, αφού αυτός είναι ο λόγος της ύπαρξής της. Ο πραγματικός καταστροφισμός προέρχεται από τους αντιπάλους της και η ίδια δεν έχει κανένα λόγο να τους μιμείται…
*Ο Νικόλας Σεβαστάκης διδάσκει στο Τμήμα Πολιτικών Επιστημών του ΑΠΘ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου