ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΕΘΝΙΚΙΣΜΟΣ
Ο ρόλος του Οικουμενικού Πατριαρχείου Κωνσταντινούπολης
[Το παρόν δημοσιεύθηκε στο ένθετο "Φιλολογικός Δημοκράτης", εφ. Δημοκράτης (Καθημερινή Πρωινή Εφημερίδα Δημοκρατικών Αρχών), Μυτιλήνη 31 Δεκεμβρίου 2011, σσ. 11-12. Αναδημοσιεύεται εδώ με την άδεια του συγγραφέα].
Του ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ Ι. ΚΑΛΑΜΑΤΑ
Γιορτές και φέτος! Και μέσα στη μαυρίλα των ημερών που ο λαός μας περνά, είναι νομίζω καλόν να αφουγκραστούμε γνήσιες φωνές αντίστασης. Μια απ’ αυτές προέρχεται από την καρδιά της Ορθοδοξίας. Είναι το Οικουμενικό Πατριαρχείο, η Μητέρα Εκκλησία, που αιώνες τώρα σιωπηρά και με εκκλησιαστικό ήθος, γιορτάζει τη Γέννα του Χριστού. Σε μηνύματά του κάθε χρόνο ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος, τονίζει ότι η Ενανθρώπιση του Υιού του Θεού, μπολιάζει το ανθρώπινο σώμα στη ζωογόνο θεότητα.
Από τη θέση αυτή, όμως, ας μου επιτραπεί να αναφερθώ στο ρόλο που διαδραματίζει ο όρος οικουμενικότητα, που αιώνες κουβαλά στην πλάτη της, η Μητέρα Εκκλησία. Πρόθεσή μου βέβαια, δεν είναι να διαπραγματευτώ την αυθεντικότητα της οικουμενικότητας του Πατριαρχείου του Γένους των Ελλήνων. Κάτι τέτοιο για τον ιστορικό θεολόγο απαιτεί τόμους ιστορικής έρευνας. Αντιθέτως, στο σύντομο αυτό σημείωμά μου, πρόθεσή μου είναι να καταδείξω τι επακριβώς σημαίνει τούτη η οικουμενικότητα.
Στην περίπτωση του Οικουμενικού Πατριαρχείου, είναι γεγονός, ότι αυτό στη μακρόσυρτη ιστορική του πορεία (381-1453) άσκησε τον οικουμενικό του ρόλο πάνω σε ένα πλαίσιο καθαρά βυζαντινό, που σήμαινε την ταύτιση του με μια κατά βάση πολυεθνική κοινωνία, και με ένα συγκεκριμένο πολιτισμό. Μολονότι το Βυζάντιο έπεσε στα χέρια των Τούρκων, κατά την εποχή της Οθωμανοκρατίας (1453-1821) η μορφή του βυζαντινού πλαισίου δεν εξαφανίστηκε. Απλούστατα πήρε άλλη μορφή και συνέχισε να ανθεί. Ο Ρουμάνος ιστορικός Ν. Jorga, ορθότατα είδε αυτήν την επιβίωση και συνέχεια ως το 19ο αιώνα, στο περίφημο βιβλίο του Byzance αpres Byzance, (Το Βυζάντιο μετά το Βυζάντιο).
Μόνο στους δύο τελευταίους αιώνες ο οικουμενικός ρόλος του Πατριαρχείου φαινομενικά και μόνο έχει διαταραχθεί, για άλλους καταρρεύσει. Με ένα δραστικό τρόπο έχει αντικατασταθεί από μια ποικιλία εθνικιστικών ιδεολογιών. Όλες τους συνδέονται με τη Γαλλική Επανάσταση και τον Διαφωτισμό. Δυστυχώς όμως κατά έναν παράδοξο τρόπο, και λέγω παράδοξο διότι η Εκκλησία τον 18ο αιώνα, μολονότι σθεναρά αντιστάθηκε στο κίνημα του Διαφωτισμού, εν πολλοίς φαίνεται να επηρεάστηκε απ’ αυτό, επικύρωσε τις παραπάνω εθνικιστικές ιδεολογίες.
Πως αντιδρά το Οικουμενικό Πατριαρχείο έναντι τούτων των ιδεολογιών, νομίζω ότι είναι γνωστό. Η επαναστατική αλλαγή της εθνοφυλετικής αυτοκεφαλίας, που μετά κόπων και βασάνων πολλές Αυτοκέφαλες ανά τον κόσμο Ορθόδοξες Εκκλησίες προσπαθούν να διατηρήσουν, είναι γεγονός ότι θίγει τον ίδιο τον raison d’ etre (τον λόγο ύπαρξης) της Μητέρας Εκκλησίας. Εδώ, βέβαια, οφείλουμε να τονίσουμε το εξής: η Μητέρα Εκκλησία δεν κατάφερε να νικήσει την καταιγίδα των εθνικών Εκκλησιών. Αν και στον αγώνα της για επιβίωση, ασυνείδητα πολλές φορές ταύτισε το πεπρωμένο της με το ελληνικό έθνος, δεν ξέχασε ότι ο ρόλος της ως θεματοφύλακα και μήτρα μιας Οικουμενικής Ορθοδοξίας, υπήρξε ιδιαίτερα σημαντικός.
Από τη σκοπιά του εκκλησιαστικού ιστορικού, λυπούμαι βαθύτατα που σε παρελθόντες καιρούς έντονης διαμάχης με το Οικουμενικό Πατριαρχείο, η Ελλαδική Εκκλησία, προσπάθησε να στραγγαλίσει μια παράδοση αιώνων και να γκετοποιήσει το Οικουμενικό Πατριαρχείο στα ανιστόρητα πλαίσια της Ιστανμπούλ. Ο π. Olivier Clement ρητά σε μια από τις περισπούδαστες του μελέτες γράφει ότι προκειμένου να γευτούμε την Εκκλησία των Πατέρων και των Συνόδων, είναι ανάγκη να υπερβούμε τα σύνορα μιας στενά Ελλαδικής Ορθοδοξίας. Είναι αδύνατον σήμερα η Ορθόδοξη Εκκλησία να ευδοκιμήσει, αν δεν αναδείξει το «πατερικό πνεύμα», με ότι αυτό συνεπάγεται, πατερική σκέψη, βυζαντινή και μεταβυζαντινή τέχνη, δίκαιο, ολάκερο δηλαδή το πνεύμα της παράδοσης, παράδοσης που ο πολύς Γ. Σεφέρης στις Δοκιμές του νοηματοδοτεί ως εξής: «βρισκόμαστε σ’ ένα σταυροδρόμι· δεν ήμασταν ποτέ απομονωμένοι· μείναμε πάντα ανοιχτοί σ’ όλα τα ρεύματα − Ανατολή και Δύση· και τ’ αφομοιώναμε θαυμάσια τις ώρες που λειτουργούσαμε σαν εύρωστος οργανισμός… Κι όλα τούτα θα μπορούσα να τα ονομάσω με τη λέξη παράδοση, που την ακούμε κάποτε ψυχρά και μας φαίνεται υπόδικη. Αλήθεια, υπάρχουν ροπές που νομίζουν πως η παράδοση μας στρέφει σε έργα παρωχημένα και ανθρώπους παρωχημένους· πως είναι πράγμα τελειωμένο και άχρηστο για τις σημερινές μας ανάγκες· πως δεν μπορεί να βοηθήσει σε τίποτε τον σημερινό τεχνοκρατικό άνθρωπο… Η παράδοση είναι λοιπόν ένα περιττό βάρος που πρέπει να εξοβελιστεί. Μου φαίνεται πως αυτές οι ροπές εκπορεύουνται από τη σύγχρονη απελπισία για την αξία του ανθρώπου. Είναι τα συμπτώματα ενός πανικού, που εν ονόματι του ανθρώπου τείνουν να κατακερματίσουν την ψυχή του ανθρώπου. Όμως τι απομένει αν βγάλουμε από τη μέση τον άνθρωπο;».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου