πηγή: Βήματα
Ο Χριστός ζητά από τους ανθρώπους να Τον ακολουθήσουν (Ματθ.
10, 32-39 και 19, 27-30). Αυτή η συμπόρευση μαζί Του προϋποθέτει μία
αποταγή και δύο καταφάσεις. Η αποταγή είναι η άρνηση του ανθρώπου να
ακολουθήσει άλλες αγάπες, να τις βάλει πιο πάνω από την αγάπη του
Χριστού. Να υπερβεί δηλαδή την συγγένεια, τα αγαθά, τα προσωπικά
χαρίσματα, ακόμη και τον ίδιο του τον εαυτό και να ακολουθήσει πορεία
κατάφασης. Και η κατάφαση έχει να κάνει με το ΝΑΙ στον ουρανό και το ΝΑΙ
στην ομολογία του ουρανού ως της αληθινής πατρίδας του ανθρώπου, αλλά
και την επιλογή μιας ζωής που να έχει γνώμονα τον Άλλο, τον οποιονδήποτε
Άλλο. Ο Χριστός μας λέει ποιος είναι ο τρόπος με τον οποίο ο άνθρωπος
μπορεί να πετύχει αυτόν τον δρόμο. Είναι η πίστη.
Ποια αξία έχει αυτή η πρόσκληση του Χριστού, όπως αποτυπώνεται στους αιώνες μέσα από τη ζωή της Εκκλησίας και όπως βιώνεται στα πρόσωπα των Αγίων της πίστης μας; Ποια αξία έχει άραγε αυτή η πρόσκληση στην εποχή της αγανάκτησης, της άρνησης των πάντων, όπου ο άνθρωπος αισθάνεται να έχει τραβηχτεί το χαλί κάτω από τα πόδια του, να βλέπει όλα εκείνα τα οποία το πολιτιστικό και κοινωνικό σύστημα, όπως αυτό εκφράζεται μέσω της πολιτικής και της τηλεόρασης, να μην μπορεί πλέον να τα κρατήσει στην κατοχή του και να αντιμετωπίζει έντονο το πρόβλημα της επιβίωσης;
Εάν δεν χάσεις με τη θέλησή σου όλα όσα πίστεψες ότι είναι δικά σου ή ονειρευόσουν να τα αποκτήσεις, τότε είναι πολύ δύσκολο έως αδύνατον η ζωή σου να έχει νόημα. Κανένα αγαθό δεν μπορεί να συνοδεύσει τον άνθρωπο στο επέκεινα, στην αιωνιότητα. Γι’ αυτό και ο άνθρωπος προτιμά να διαγράφει την αιωνιότητα για να μπορεί να χαρεί τα αγαθά του παρόντος κόσμου, με την ιδέα ότι η ζωή τελειώνει στον τάφο. Και αγανακτεί με όλους εκείνους που τον οδήγησαν στο να χάσει τα αγαθά, κυρίως το όνειρο και την αυτάρκεια, γιατί κοίταξαν μόνο τον εαυτό τους, την ιδιοτέλεια, τον πλουτισμό τους, κατασπατάλησαν χρόνο και χρήματα καλλιεργώντας ψευδαισθήσεις αυτάρκειας που η κατανάλωση θα έδινε στους πολλούς. Δικαιολογημένη η αγανάκτηση. Δεν είναι όμως επαρκής και δεν θα έχει αποτελέσματα εάν δεν στραφεί κυρίως εναντίον της νοοτροπίας που καλλιέργησαν πρόσωπα και κοινωνικές ομάδες, υιοθετώντας την αρχή ενός τρόπου ζωής που λειτουργούσε με γνώμονα μόνο τον εαυτό του καθενός και άφηνε στην άκρη το συλλογικό, αλλά και την ηθική ποιότητα στην οποία πρέπει να στηρίζεται κάθε κοινωνία, εάν θέλει να είναι κοινωνία, δηλαδή συνάντηση και συμπόρευση προσώπων και όχι παράλληλοι ή αντίθετοι μονόδρομοι ατόμων, που δεν έχουν χρόνο και διάθεση να ανταλλάξουν χαμόγελο, ελπίδα, αγαθά, αλλά , κυρίως, νοήματα ζωής. Και μόνο το νόημα ζωής σε συνοδεύει στην αιωνιότητα. Και αυτό σου το δίνει η αγιότητα.
Ομολογία έμπροσθεν των ανθρώπων ζητά ο Χριστός. Και υπόσχεται παλλιγενεσία. Ομολογία ότι η σχέση μαζί Του αποτελεί την προτεραιότητα της ζωής. Η σχέση μαζί Του γίνεται ευαισθησία απέναντι στον άλλο που πεινά. Όχι μόνο για υλικά αγαθά ή για επιβίωση. Αλλά πεινά για ζωή, για αγάπη, για μοίρασμα, για σεβασμό, για αξιοπρέπεια. Πεινά να δει ανθρώπους που δεν τον προσπερνούν αδιάφοροι ή ιδιοτελείς, αλλά νιώθουν ότι δεν μπορούν χωρίς εκείνον. Η σχέση μαζί Του γίνεται δημιουργία, προσευχή, τέχνη, ελπίδα, χαρά και λύπη μαζί με τον άλλο και για τον άλλο. Η σχέση μαζί Του υπενθυμίζει στον άνθρωπο ότι δεν έχει πόλη μένουσα, αλλά επιζητά την μέλλουσα. Και αυτή δεν γίνεται πατρίδα του χωρίς αγάπη. Όσο το μπορεί. Μέσα από το λίγο ή το πολύ που βγάζει από την καρδιά του. Αρκεί τα χέρια του να μη μένουν άδεια.
Δικαία η αγανάκτηση σήμερα. Θα έπρεπε όμως να ξεκινήσει από τους εαυτούς μας. Γιατί αφεθήκαμε να παραπλανηθούμε. Ευχαριστηθήκαμε καθιστώντας στάση ζωής την φιληδονία της αυτάρκειας, της λαγνείας για τον εαυτό μας, της παράδοσης του χρόνου μας σε προσανατολισμούς χωρίς αιωνιότητα. Μείναμε σε ψευδαισθήσεις, μεθυσμένοι από την ελευθερία που φαίνεται ότι προσφέρει η ζωή χωρίς Θεό και η απόρριψη οποιασδήποτε ηθικής αξίας και φραγμού. Είπαμε «όλα επιτρέπονται» και το δοξάσαμε. Είπαμε «δεν πιστεύουμε τίποτα» και αυτοπεριοριστήκαμε στα του οίκου μας. Ανεχθήκαμε το πριόνισμα θεσμών όπως η πολιτική, η παιδεία, η Εκκλησία, η δικαιοσύνη, για να είμαστε όλοι το ίδιο, για να μην ξεχωρίζει κανείς σε μια ρευστότητα άνευ προηγουμένου. Και δεν υποψιαστήκαμε ότι αυτό ήταν το δόλωμα για να κερδίζουν από εμάς, όχι μόνο υλικά αγαθά, αλλά και την ψυχή μας, όλοι εκείνοι οι ταγοί του συστήματος που με όπλο την τηλεόραση, την διαφήμιση, τα λαμπερά πρόσωπα, μας είπαν ότι «ο άνθρωπος είναι ό,τι καταναλώνει στον χρόνο που του αναλογεί σ’ αυτόν τον κόσμο».
Μία Κυριακή μετά την εορτή της Πεντηκοστής η Εκκλησία μας υπενθυμίζει τον δρόμο των Αγίων. Αυτών που άφησαν κατά μέρος κάθε άλλη αγάπη και διάλεξαν την αγάπη του Χριστού. Και κέρδισαν και τον παρόντα χρόνο, αλλά και την αιωνιότητα. Ακόμη κι αν έφυγαν από αυτή τη ζωή μέσα από τον πόνο του μαρτυρίου ή από την στέρηση των αγαθών ή από τον περιορισμό των επιθυμιών, κέρδισαν και το Θεό και την αιωνιότητα, αλλά και έμειναν ζωντανοί στην αγάπη των ανθρώπων. Είπαν το μεγάλο ΟΧΙ και έλαβαν το ΝΑΙ του Θεού. Ίσως εδώ βρίσκεται η μακροπρόθεσμη λύση για την πορεία της κοινωνίας μας. Στην απόφαση να πούμε ΟΧΙ πλέον στην φενάκη αυτής της νοοτροπίας που μας έκανε να πουλήσουμε τις ψυχές μας και τώρα να αγανακτούμε γιατί μας στερούν το ξυλοκέρατο που μας παρηγορούσε δηλητηριάζοντάς μας. Στην επιλογή να πούμε ΝΑΙ στην αγάπη, στο μοίρασμα των χαρισμάτων μας, στην εργασία για να αλλάξουμε τους εαυτούς μας εντός μας και στην συλλογική αναδιοργάνωση. Αν δεν απαιτήσουμε από τους πολιτικούς μας όχι οικονομικά μέτρα, αλλά πνευματική αναδιοργάνωση και στράτευση σε συλλογική προσπάθεια που θα περιθωριοποιήσει, ακόμη και θα τιμωρήσει, την αμαρτία του εγωκεντρισμού, κάθε αλλαγή θα είναι μάταιη. Και η αγανάκτηση δεν θα καρποφορήσει. Θα παραμένουμε σαν τον άσωτο υιό δίπλα στους χοίρους, ενώ η λύση είναι η επιστροφή στο σπίτι του Πατέρα μας.
Αυτό τον δρόμο πότε θα βγει η επίσημη Εκκλησία να τον φωνάξει;
Ποια αξία έχει αυτή η πρόσκληση του Χριστού, όπως αποτυπώνεται στους αιώνες μέσα από τη ζωή της Εκκλησίας και όπως βιώνεται στα πρόσωπα των Αγίων της πίστης μας; Ποια αξία έχει άραγε αυτή η πρόσκληση στην εποχή της αγανάκτησης, της άρνησης των πάντων, όπου ο άνθρωπος αισθάνεται να έχει τραβηχτεί το χαλί κάτω από τα πόδια του, να βλέπει όλα εκείνα τα οποία το πολιτιστικό και κοινωνικό σύστημα, όπως αυτό εκφράζεται μέσω της πολιτικής και της τηλεόρασης, να μην μπορεί πλέον να τα κρατήσει στην κατοχή του και να αντιμετωπίζει έντονο το πρόβλημα της επιβίωσης;
Εάν δεν χάσεις με τη θέλησή σου όλα όσα πίστεψες ότι είναι δικά σου ή ονειρευόσουν να τα αποκτήσεις, τότε είναι πολύ δύσκολο έως αδύνατον η ζωή σου να έχει νόημα. Κανένα αγαθό δεν μπορεί να συνοδεύσει τον άνθρωπο στο επέκεινα, στην αιωνιότητα. Γι’ αυτό και ο άνθρωπος προτιμά να διαγράφει την αιωνιότητα για να μπορεί να χαρεί τα αγαθά του παρόντος κόσμου, με την ιδέα ότι η ζωή τελειώνει στον τάφο. Και αγανακτεί με όλους εκείνους που τον οδήγησαν στο να χάσει τα αγαθά, κυρίως το όνειρο και την αυτάρκεια, γιατί κοίταξαν μόνο τον εαυτό τους, την ιδιοτέλεια, τον πλουτισμό τους, κατασπατάλησαν χρόνο και χρήματα καλλιεργώντας ψευδαισθήσεις αυτάρκειας που η κατανάλωση θα έδινε στους πολλούς. Δικαιολογημένη η αγανάκτηση. Δεν είναι όμως επαρκής και δεν θα έχει αποτελέσματα εάν δεν στραφεί κυρίως εναντίον της νοοτροπίας που καλλιέργησαν πρόσωπα και κοινωνικές ομάδες, υιοθετώντας την αρχή ενός τρόπου ζωής που λειτουργούσε με γνώμονα μόνο τον εαυτό του καθενός και άφηνε στην άκρη το συλλογικό, αλλά και την ηθική ποιότητα στην οποία πρέπει να στηρίζεται κάθε κοινωνία, εάν θέλει να είναι κοινωνία, δηλαδή συνάντηση και συμπόρευση προσώπων και όχι παράλληλοι ή αντίθετοι μονόδρομοι ατόμων, που δεν έχουν χρόνο και διάθεση να ανταλλάξουν χαμόγελο, ελπίδα, αγαθά, αλλά , κυρίως, νοήματα ζωής. Και μόνο το νόημα ζωής σε συνοδεύει στην αιωνιότητα. Και αυτό σου το δίνει η αγιότητα.
Ομολογία έμπροσθεν των ανθρώπων ζητά ο Χριστός. Και υπόσχεται παλλιγενεσία. Ομολογία ότι η σχέση μαζί Του αποτελεί την προτεραιότητα της ζωής. Η σχέση μαζί Του γίνεται ευαισθησία απέναντι στον άλλο που πεινά. Όχι μόνο για υλικά αγαθά ή για επιβίωση. Αλλά πεινά για ζωή, για αγάπη, για μοίρασμα, για σεβασμό, για αξιοπρέπεια. Πεινά να δει ανθρώπους που δεν τον προσπερνούν αδιάφοροι ή ιδιοτελείς, αλλά νιώθουν ότι δεν μπορούν χωρίς εκείνον. Η σχέση μαζί Του γίνεται δημιουργία, προσευχή, τέχνη, ελπίδα, χαρά και λύπη μαζί με τον άλλο και για τον άλλο. Η σχέση μαζί Του υπενθυμίζει στον άνθρωπο ότι δεν έχει πόλη μένουσα, αλλά επιζητά την μέλλουσα. Και αυτή δεν γίνεται πατρίδα του χωρίς αγάπη. Όσο το μπορεί. Μέσα από το λίγο ή το πολύ που βγάζει από την καρδιά του. Αρκεί τα χέρια του να μη μένουν άδεια.
Δικαία η αγανάκτηση σήμερα. Θα έπρεπε όμως να ξεκινήσει από τους εαυτούς μας. Γιατί αφεθήκαμε να παραπλανηθούμε. Ευχαριστηθήκαμε καθιστώντας στάση ζωής την φιληδονία της αυτάρκειας, της λαγνείας για τον εαυτό μας, της παράδοσης του χρόνου μας σε προσανατολισμούς χωρίς αιωνιότητα. Μείναμε σε ψευδαισθήσεις, μεθυσμένοι από την ελευθερία που φαίνεται ότι προσφέρει η ζωή χωρίς Θεό και η απόρριψη οποιασδήποτε ηθικής αξίας και φραγμού. Είπαμε «όλα επιτρέπονται» και το δοξάσαμε. Είπαμε «δεν πιστεύουμε τίποτα» και αυτοπεριοριστήκαμε στα του οίκου μας. Ανεχθήκαμε το πριόνισμα θεσμών όπως η πολιτική, η παιδεία, η Εκκλησία, η δικαιοσύνη, για να είμαστε όλοι το ίδιο, για να μην ξεχωρίζει κανείς σε μια ρευστότητα άνευ προηγουμένου. Και δεν υποψιαστήκαμε ότι αυτό ήταν το δόλωμα για να κερδίζουν από εμάς, όχι μόνο υλικά αγαθά, αλλά και την ψυχή μας, όλοι εκείνοι οι ταγοί του συστήματος που με όπλο την τηλεόραση, την διαφήμιση, τα λαμπερά πρόσωπα, μας είπαν ότι «ο άνθρωπος είναι ό,τι καταναλώνει στον χρόνο που του αναλογεί σ’ αυτόν τον κόσμο».
Μία Κυριακή μετά την εορτή της Πεντηκοστής η Εκκλησία μας υπενθυμίζει τον δρόμο των Αγίων. Αυτών που άφησαν κατά μέρος κάθε άλλη αγάπη και διάλεξαν την αγάπη του Χριστού. Και κέρδισαν και τον παρόντα χρόνο, αλλά και την αιωνιότητα. Ακόμη κι αν έφυγαν από αυτή τη ζωή μέσα από τον πόνο του μαρτυρίου ή από την στέρηση των αγαθών ή από τον περιορισμό των επιθυμιών, κέρδισαν και το Θεό και την αιωνιότητα, αλλά και έμειναν ζωντανοί στην αγάπη των ανθρώπων. Είπαν το μεγάλο ΟΧΙ και έλαβαν το ΝΑΙ του Θεού. Ίσως εδώ βρίσκεται η μακροπρόθεσμη λύση για την πορεία της κοινωνίας μας. Στην απόφαση να πούμε ΟΧΙ πλέον στην φενάκη αυτής της νοοτροπίας που μας έκανε να πουλήσουμε τις ψυχές μας και τώρα να αγανακτούμε γιατί μας στερούν το ξυλοκέρατο που μας παρηγορούσε δηλητηριάζοντάς μας. Στην επιλογή να πούμε ΝΑΙ στην αγάπη, στο μοίρασμα των χαρισμάτων μας, στην εργασία για να αλλάξουμε τους εαυτούς μας εντός μας και στην συλλογική αναδιοργάνωση. Αν δεν απαιτήσουμε από τους πολιτικούς μας όχι οικονομικά μέτρα, αλλά πνευματική αναδιοργάνωση και στράτευση σε συλλογική προσπάθεια που θα περιθωριοποιήσει, ακόμη και θα τιμωρήσει, την αμαρτία του εγωκεντρισμού, κάθε αλλαγή θα είναι μάταιη. Και η αγανάκτηση δεν θα καρποφορήσει. Θα παραμένουμε σαν τον άσωτο υιό δίπλα στους χοίρους, ενώ η λύση είναι η επιστροφή στο σπίτι του Πατέρα μας.
Αυτό τον δρόμο πότε θα βγει η επίσημη Εκκλησία να τον φωνάξει;
Κέρκυρα, 19 Ιουνίου 2011
Πάντων των Αγίων
πρωτοπρ. Θ. Μουρτζανός
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου