ΣΗΜΑΝΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ-ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ

Σάββατο 5 Σεπτεμβρίου 2009

Θέωση,αγιότητα και επιστήμη

Τι είναι η θέωση (1)


Επιμέλεια Θεόδωρος Ι. Ρηγινιώτης

Καθώς ο άνθρωπος προχωρά σε μια προσωπική σχέση ταπεινής αγάπης με το Θεό, διαποτίζεται από τη θεία χάρη (την αγαθή ενέργεια του Θεού), «αλλοιώνεται» και, από τον τρόπο ύπαρξης του ανθρώπου που ξέρουμε (το δικό μας), περνάει σε ένα άλλο επίπεδο ύπαρξης, που ονομάζεται «καινή κτίσις», δηλαδή καινούργια δημιουργία (απόστολος Παύλος, Β΄ προς Κορινθίους, 5, 17, προς Γαλάτας, 6, 15 κ.α.). Η κατάσταση αυτή ονομάζεται «πρωτόκτιστον κάλλος», γιατί, κατά το χριστιανισμό, ταυτίζεται με το επίπεδο, στο οποίο θα είχαν φτάσει οι πρωτόπλαστοι, αν δεν είχαν διακόψει τη σχέση τους με το Θεό με σκοπό να γίνουν οι ίδιοι θεοί, αν δηλαδή δεν είχαν διαπράξει το προπατορικό αμάρτημα.
Ο άνθρωπος που φτάνει στο σημείο αυτό γίνεται «όμοιος με το Θεό» (πραγματοποιεί το περίφημο «καθ’ ομοίωσιν») και χαρακτηρίζεται «άγιος».
Άγιος είναι ο άνθρωπος που έχει ανοιχτεί διάπλατα απαντώντας ναι στο αιώνιο προσωπικό αγαπητικό κάλεσμα του Τριαδικού Θεού και έτσι έχει γίνει ο ίδιος θεός –δεν είναι πλέον κοινός άνθρωπος. Είναι θεός σε όλα εκτός από τη θεϊκή ουσία (παραμένει άνθρωπος για τα άλλα όντα, δεν είναι «ο Θεός τους», αντίθετα με τον άνθρωπο που θεοποιεί τον εαυτό του απομακρυσμένος απ’ το Θεό). Χώρος και χρόνος δεν έχουν πλέον απόλυτη σημασία γι’ αυτόν, δε συνιστούν δεσμευτικές συνθήκες. Και, το κυριότερο, είναι ενωμένος με τα άλλα όντα (ανθρώπους και μη), μπορεί να τα καταλαβαίνει, να επικοινωνεί και να συνεργάζεται μ’ αυτά –έχει θεραπεύσει τη διάσπαση που προκάλεσε στην ανθρώπινη ψυχή και σε όλη την κτίση το προπατορικό αμάρτημα.
«Ο άνθρωπος δημιουργήθηκε από το Θεό ως μακροκοσμικό ον, γι’ αυτό είναι φυσικό και λογικό να υπάρχει μέσα του μακροκοσμική αίσθηση και συνείδηση του κόσμου». Με το προπατορικό αμάρτημα ωστόσο «ο άνθρωπος εφεύρε το θάνατο και τον εγκατέστησε μέσα του και σε όλα τα όντα γύρω του». Όμως «ο άνθρωπος που δεν τον έχει διασπάσει η αμαρτία αισθάνεται την οργανική ενότητα όλων των δημιουργημάτων. Αισθάνεται τη χαρά και τη λύπη των δημιουργημάτων ως δική του, γιατί κατά κάποιο μυστικό τρόπο είναι ο φορέας του κλήρου όλων των δημιουργημάτων. Παράδειγμα, ο Αδάμ. Στον Αδάμ δέσποζε η αίσθηση της πανενότητας μέχρι την πτώση. Όταν όμως έπεσε, παρέσυρε μαζί του στην αμαρτία και το θάνατο όλη την κτίση…». «Οι άγιοι είναι αναγεννημένες και ολοκληρωμένες ψυχές, που βαθμιαία θεραπεύουν από την αμαρτία και την κτίση γύρω τους και την επαναφέρουν στην πρωταρχική της πανενότητα. Ως κατά χάριν υιοί Θεού, σώζουν την κτίση από το θρυμματισμό, από τη φθορά και τη διάσπαση της ενότητας» (π. Ιουστίνος Πόποβιτς, Άνθρωπος και Θεάνθρωπος, εκδ. Αστήρ, σελ. 24-25).

Αυτή η κατάσταση είναι που έκανε
  • τον άγιο Σεραπίωνα το Σινδόνιο να δίνει και τα ρούχα του στους φτωχούς και τελικά να πουληθεί δούλος για να φέρει στο χριστιανισμό κάποιους αιρετικούς ή ειδωλολάτρες,
  • τον άγιο Παυλίνο, επίσκοπο Καμπανίας, τον 5ο αι. μ.Χ., να δαπανήσει μέχρι δεκάρας τον πλούτο της Εκκλησίας και το δικό του για να εξαγοράζει αιχμαλώτους από τους Βανδάλους και τελικά ν’ ανταλλάξει τον εαυτό του με την ελευθερία ενός ακόμη απ’ αυτούς,
  • τον άγιο Πέτρο τον Τελώνη, τον 6ο αι., να παραιτηθεί από το διοικητικό αξίωμά του, να μοιράσει την περιουσία του και τελικά να πουληθεί δούλος και να δώσει το ποσό της πώλησής του στους φτωχούς,
  • τον άγιο Βονιφάτιο της Γερμανίας, το 754 μ.Χ., να αρνηθεί να αμυνθεί, όταν δέχτηκε επίθεση βαρβάρων στα δάση πέραν του Ρήνου, και να σκεπάσει απλά τον εαυτό του με το χειρόγραφο του ευαγγελίου,
  • τους Ρώσους αγίους πρίγκηπες Μπόρι και Γκλεμπ, το 1015, να παραδοθούν στον αδερφό τους Σβιατοπόλκο και να θανατωθούν, για να μη θυσιάσουν τη ζωή των στρατιωτών τους βάζοντάς τους να πολεμήσουν για χάρη τους,
  • τον άγιο Διονύσιο, στη μονή Αναφωνήτριας, στη Ζάκυνθο, γύρω στο 1600, να συγχωρήσει το φονιά του αδερφού του σώζοντάς τον από τα χέρια της αστυνομίας,
  • τον άγιο Αχμέντ τον Τούρκο, όταν ρωτήθηκε ποιο είναι το σπουδαιότερο πράγμα στον κόσμο, ν’ απαντήσει «η πίστη των χριστιανών», θυσιάζοντας τη ζωή του το 1682,
  • τον άγιο δούλο Μωυσή τον Ούγγρο να προτιμήσει μακροχρόνια βασανιστήρια και τελικά θάνατο από το να γίνει εραστής της κυρίας του,
  • τον επτάχρονο άγιο Ιβάν Τσι Τσουνγκ, μετά το βασανισμό του στο Πεκίνο το καλοκαίρι του 1900, να πει πως δεν είναι σκληρό να πονάς για το Χριστό και να ζητήσει απλά να ταφεί κοντά στην εκκλησία όπου βαφτίστηκε,
  • τον άγιο νεομάρτυρα Βουκάσιν από τη Σερβία ν’ απαντήσει «κάνε, παιδί μου, τη δουλειά σου», όταν ο ουστάσι Ζήλε Φριγκάνοβιτς, το 1942, βουτηγμένος σε αίμα παιδιών, του έκοβε τ’ αφτιά και τη μύτη και τον απειλούσε πως θα του ξεριζώσει την καρδιά, πράγμα που τελικά έκανε…
Αλλά και τους στυλίτες ασκητές να ζουν χειμώνα καλοκαίρι προσευχόμενοι υπέρ απάντων πάνω σε στύλους, τους σαλούς να δοκιμάζουν την τετράγωνη λογική των βολεμένων αστών χριστιανών προσποιούμενοι τρέλα στους δρόμους των πόλεων –ο άγιος Ανδρέας, ο διά Χριστόν σαλός, πήγε και πέθανε στο δρόμο με τα πορνεία της Κωνσταντινούπολης μετά από ολονύκτια προσευχή, ο άγιος Νικόλαος του Πσκωφ σταμάτησε στο δρόμο τον Ιβάν τον Τρομερό και του πρόσφερε να φάει ωμό κρέας, για να στηλιτεύσει την αιμοσταγή βασιλεία του, ο άγιος Βασίλειος της Μόσχας έφτυνε τους τοίχους των εκκλησιών, για να φύγουν οι δαίμονες, και φιλούσε τους τοίχους των πορνείων, για να τιμήσει τους θλιμμένους αγγέλους που έμεναν έξω απ’ αυτά…
Σε όλα τα παραπάνω δεν υπάρχει κανένα θαύμα, εκτός απ’ το μεγαλειώδες θαύμα της μεταμόρφωσης του ανθρώπου και της αγάπης που αγκαλιάζει το σύμπαν.
Εκπληρώνεται έτσι η προφητεία του Ησαΐα ότι στη βασιλεία του Θεού η αρκούδα θα κάνει παρέα με το βόδι, το νήπιο θα βάζει άφοβα το χέρι του στη φωλιά των φιδιών κ.τ.λ. (Ησαΐας 11, 7-9). Οι άγιοι ζουν ήδη τον παράδεισο σα να ήταν πρωτόπλαστοι –εννοείται από αυτή τη ζωή, όχι μόνο μετά θάνατον. Άγιοι δεν είναι κάποιοι που έλαβαν έναν τιμητικό τίτλο από ανθρώπους για κάποια εξαιρετικά έργα ή υπηρεσίες που πρόσφεραν. Μπορεί να μη λάβουν ποτέ από τους ανθρώπους αυτό τον «τίτλο», αλλά να μείνουν άγνωστοι. Άλλωστε κάθε άνθρωπος είναι άγιος στο βαθμό που έχει πλησιάσει το Θεό έστω κι ένα βήμα (αγαπώντας). Αλλά οι κατ’ εξοχήν άγιοι, που δίνουν δείγματα της παρουσίας τους ως μεταμορφωμένοι, ενωμένοι με το Θεό, θεωμένοι άνθρωποι πλέον, είναι εκείνοι που ξεπέρασαν το μέτρο και άπλωσαν την αγάπη τους σε όλη την κτίση, όπως και ο Θεός.
Η ιδιότητα των αγίων να αισθάνονται τη χαρά και τη λύπη των πλασμάτων ως δικά τους μαρτυρείται αρκετές φορές στις βιογραφίες τους. Ο γέροντας Πορφύριος είχε νιώσει τον πόνο των ανθρώπων, που σκοτώνονταν στις οδομαχίες που συνόδευσαν την πτώση του Τσαουσέσκου στη Ρουμανία, ενώ ο γέροντας Γεννάδιος (1983), που ασκήτευε στα νότια του νομού Ρεθύμνης, «άκουγε» από το κελί του τις μάχες στο Λίβανο και την Περσία, ενώ μια φορά μεταφέρθηκε αιφνιδίως σε μια μάχη στο Λίβανο (Βλ. Στυλ. Παπαδογιαννάκη, Γεννάδιος και Ιωακείμ, δύο Ρεθύμνιοι άγιοι ασκητές, Ρέθυμνο 2003, σελ. 68-69). [Σημειωτέον ότι «γέροντας» λέγεται ο ορθόδοξος πνευματικός διδάσκαλος, άσχετα από την ηλικία του –αν και συνήθως είναι και ηλικιωμένος]. Ο γέροντας Σωφρόνιος του Essex, το 1932, έγραφε στο Δαβίδ Μπάλφουρ (έναν Άγγλο με πολυτάραχη ζωή και πολυκύμαντη σχέση με την ορθοδοξία) λεπτομέρειες για την πνευματική του κατάσταση –του Μπάλφουρ– τις οποίες βίωνε κατά την ώρα της προσευχής του (βλ. τη μετά θάνατον έκδοση της αλληλογραφίας τους με τον τίτλο Αρχιμανδρίτου Σωφρονίου, Αγώνας θεογνωσίας, έκδ. Ιεράς Σταυροπηγιακής Μονής Τιμίου Προδρόμου, Έσσεξ Αγγλίας, 2004, σελ. 114 κ.εξ.). Ο ίδιος έγραφε ότι «κατά την υπέρ του κόσμου προσευχήν» η ψυχή «ταχέως αντιλαμβάνεται ότι βαρύ νέφος αντιπαθείας, ως και πρότερον, κρέμαται επάνω της γης», από τη συσσώρευση της κακίας των ανθρώπων που «αγαπούν περισσότερο το σκότος του μίσους από το φως της αγάπης του Θεού» (Αρχιμανδρίτου Σωφρονίου (Σαχάρωφ), Περί προσευχής, έκδ. Ιεράς Σταυροπηγιακής Μονής Τιμίου Προδρόμου, Έσσεξ Αγγλίας, 1994, σελ. 93-94). Προσθέτει όμως ότι, αν δεν υπήρχαν άνθρωποι που προσεύχονται με ένταση υπέρ του κόσμου, η «εξουσία του σκότους» θα ισχυροποιούσε την κυριαρχία της σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό απ’ ό,τι σήμερα.
Όλα αυτά δεν είναι κόλπα ούτε θεωρίες περιθωριακών μυστικιστών ή πνευματιστών, αλλά «καθημερινά» βιώματα, από τα οποία είναι γεμάτα τα κείμενα και οι βιογραφίες των αγίων. Φυσικά είμαστε ελεύθεροι να τα θεωρήσουμε ψεύδη ή φαντασιώσεις στοχαζόμενοι από το γραφείο μας, αλλά η ζωή των «ορθόδοξων αγωνιστών» (των «εργατών της προσευχής» και «εργατών της αγάπης»), ιδίως στα μεγάλα μοναστικά κέντρα της ορθοδοξίας, προσφέρεται για μια αληθινή επιτόπια επιστημονική έρευνα.

Οι άγιοι και τα ζώα
Με τη ζωή πολλών αγίων όλων των εποχών συνδέθηκαν τα πλάσματα της φύσης. Δεν τα υποτάσσουν, συνεργάζονται μαζί τους για τον καθαγιασμό όλου του κόσμου, υλικού και πνευματικού, καθαγιασμό που θεωρούμε πως κορυφώνεται, όταν το ψωμί και το κρασί γίνονται Σώμα και Αίμα Χριστού κατά τη θεία Μετάληψη.
Έτσι, ένα λιοντάρι ζούσε κοντά στον άγιο Γεράσιμο τον Ιορδανίτη, στην έρημο του Ιορδάνη, ενώ ο άγιος Μάμας, ορφανό που γεννήθηκε στη φυλακή και θανατώθηκε με βασανιστήρια σε ηλικία 15 ετών, κατέφυγε καταζητούμενος στα βουνά κι έζησε ένα διάστημα με τη βοήθεια των άγριων ζώων (εικονίζεται να ιππεύει ένα λιοντάρι κρατώντας ένα αρνάκι στην αγκαλιά του και θεωρείται προστάτης άγιος των κτηνοτρόφων). Ο βίος του σημαίνει πολλά για τον τρόπο που ένα ορφανό περιθωριακό αγόρι μπορεί να υπερνικήσει την κακία με την αγάπη και να κάνει τις επιλογές του. Άλλωστε, εξαιτίας του μαρτυρίου του, κάθε ορφανό περιθωριακό αγόρι, ή κορίτσι, έχει το φύλακα άγιό του, αν τον θέλει.
Ο άγιος Κασσιανός ο Ρωμαίος ζούσε σε μια σπηλιά, συντροφιά με δύο λιοντάρια. Ένα λιοντάρι της παλαιστινιακής ερήμου βοήθησε με τα νύχια του τον άγιο Ζωσιμά να σκάψει τον τάφο της αγίας Μαρίας της Αιγυπτίας, μιας πρώην πλούσιας πόρνης που απαρνήθηκε κάθε άλλο έρωτα εκτός απ’ του Θεού κι έγινε δασκάλα της αγιότητας ζώντας στην έρημο δεκαετίες. Μια αρκούδα ζούσε κοντά στον άγιο Σέργιο του Ραντονέζ (1314-1392), που όταν είχε μόνον ένα κομμάτι ψωμί το έδινε σ’ εκείνη και ο ίδιος έμενε νηστικός, μια άλλη κοντά στον άγιο Σεραφείμ του Σάρωφ (1833) και μια τρίτη κοντά στην αγία Σοφία την «ασκήτισσα της Παναγιάς» (1883-1974) στην Καστοριά.
Γύρω στο 1400, στη Ρωσία, ο άγιος Σέργιος της Νούρμα είχε δει τον άγιο Παύλο της Ομπνόρα περικυκλωμένο από τα ζώα του δάσους. «Ένα πλήθος από πουλιά περικύκλωνε το θαυμαστό αναχωρητή. Μικρά πουλιά κούρνιαζαν στο κεφάλι και τους ώμους του κι αυτός τα έτρεφε με το χέρι του. Κοντά του έστεκε μια αρκούδα περιμένοντας την τροφή της από τον ερημίτη. Αλεπούδες, κουνέλια κι άλλα ζώα περιφέρονταν χωρίς καμιά έχθρα μεταξύ τους και χωρίς να φοβούνται την αρκούδα. Να η ζωή του αθώου Αδάμ στην Εδέμ» (βλ. λεπτομέρειες στο Πέτρου Μπότση (μετάφραση-επιμέλεια), Η Θηβαΐδα του Βορρά, Αθήνα, σελ. 68-71). Σημειωτέον ότι ο άγιος Παύλος της Ομπνόρα είχε ζήσει τρεις ολόκληρους χειμώνες μέσα στην κουφάλα μιας φλαμουριάς, που είχε σκεπαστεί ολόκληρη από τα χιόνια. Τέτοιοι δεντρίτες ασκητές, απρόσβλητοι από το ψύχος, έχουν ζήσει και στην εποχή μας στο Άγιο Όρος. Μερικές περιπτώσεις τις καταγράφει λεπτομερώς ο γέροντας Παΐσιος στο βιβλίο του Αγιορείται Πατέρες και αγιορείτικα.

Ο π. Παΐσιος ο Αγιορείτης (1924-1994) κυριολεκτικά επικοινωνούσε με τα ζώα του δάσους, ενώ σε συχνή επαφή μαζί τους ερχόταν κι ο μεγάλος σύγχρονος άγιος της Ρουμανίας π. Κλεόπας Ελίε (1912-1998).
Στη βιογραφία του π. Κλεόπα καταγράφεται και η επικοινωνία του μ’ έναν άγνωστο ασκητή από τα Καρπάθια, πρώην επίσκοπο που «δραπέτευσε» από το αξίωμά του γιατί τον τραβούσε η άσκηση των βουνών και που τον επισκεπτόταν συνοδευόμενος από ζώα του δάσους και έδινε σημεία ζωής περίπου μέχρι το 1955. Από τότε χάθηκαν τα ίχνη του (προφανώς «κοιμήθηκε») και το όνομά του έμεινε άγνωστο σε όλους, εκτός ίσως από τον ίδιο τον π. Κλεόπα (Κλείτου Ιωαννίδη, Γεροντικό του 20ού αιώνα, εκδ. Παναγόπουλος, Αθήνα 1999, σελ. 510-512).
(Βλ. πολλά συμπληρωματικά στοιχεία εδώ: http://www.impantokratoros.gr/agioi_zoa.el.aspx).
Θαύματα;
Σημειωτέον ότι η θεραπεία των ασθενειών του σώματος δεν είναι ο σκοπός της «σπουδής στην αγιότητα» των ορθόδοξων χριστιανών. Σκοπός είναι η θεραπεία της διάσπασης ανάμεσα στον άνθρωπο και τον εαυτό του, τα άλλα όντα και το Θεό – με δυο λόγια, η θεραπεία του θανάτου, με την αποκατάσταση της εν αγάπη αιώνιας ενότητας που ονομάζουμε θέωση, για την οποία μιλήσαμε και θα μιλήσουμε ξανά παρακάτω. Η αποκατάσταση της σωματικής υγείας είναι κάτι πρόσκαιρο, ο άνθρωπος τελικά θα πεθάνει, αν όχι σύντομα, μετά από χρόνια, αν όχι από μία αιτία, από κάποια άλλη αιτία.
Θεραπείες τέτοιου είδους, κατά το χριστιανισμό, συμβαίνουν επειδή οι άνθρωποι τις ζητούν με επιμονή, με δάκρυα και συντριβή ή με μανία, όμως δεν είναι η θεραπεία του μεγάλου προβλήματος του ανθρώπου, που κάνει τον άνθρωπο τραγικό ον, της διάσπασης που αναφέραμε. Η διάσπαση αυτή θεραπεύεται με κίνηση του ίδιου του ανθρώπου για τον εαυτό του, όμως όχι του ανθρώπου σε μόνωση, αλλά του ανθρώπου σε σχέση με τους αδελφούς του και το Θεό. Αυτή η σχέση, όταν λειτουργεί υγιώς (με πλήρη αγάπη, κατανόηση, ταπείνωση, αλλά και ελευθερία –εντελώς αντίθετα από τον καταπιεστικό ηθικισμό με τον οποίο εκφράστηκαν πολλοί χριστιανοί κατά καιρούς), λειτουργεί και θεραπευτικά και, τότε μόνο, συνιστά το ίδιο το «γεγονός της Εκκλησίας» στην αυθεντική του μορφή επί της Γης.
Ωστόσο, η αγιότητα είναι μια τέτοια κατάσταση, που επιτρέπει σε διορατικούς γέροντες όλων των εποχών, όπως ο Πορφύριος των Αθηνών (1906-1991), ο Παΐσιος ο Αγιορείτης (1924-1994), ο Γεώργιος Καρσλίδης της Δράμας (1901-1959), ο άγιος Νεκτάριος της Όπτινα (1853-1928), ο Ευμένιος του Ρεθύμνου (1912-2005) κ.π.ά. να κάνουν διαγνώσεις ασθενειών μ’ ένα βλέμμα ή και χωρίς να δουν καν τον ασθενή (ο καθηγητής Καρδιολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών Γεώργιος Παπαζάχος κατέθετε ότι «είναι χιλιάδες εκείνοι που δέχτηκαν τη διαγνωστική ενέργεια του γέροντα Πορφύριου και που οι ασθένειές τους επιβεβαιώθηκαν στη συνέχεια και επιστημονικά» -βλ. http://www.oodegr.com/oode/sygxronoi/porfyrios/porfyrios1.htm), και κάποιους απ’ αυτούς, αλλά και άλλους, προικισμένους με το «χάρισμα των ιαμάτων», όπως ο άγιος Αγαπητός ο Ιαματικός (11ος αι.), ο άγιος Σεραφείμ του Σάρωφ (1754-1833), ο άγιος Ιωάννης της Κρονστάνδης (1829-1908), ο άγιος Αρσένιος ο Καππαδόκης (1840-1924), ο άγιος Σεραφείμ της Βίριτσα (1866-1949), η αγία Ματρώνα της Μόσχας (1882-1952), ο άγιος Ιωάννης Μαξίμοβιτς (1896-1966) κ.π.ά. –για να επικεντρωθώ σε νεώτερους αγίους– να θεραπεύουν τις ασθένειες των ανθρώπων με την προσευχή τους.
Αναφέρομαι σε αγίους που επιτελούσαν θαύματα ενώ ακόμη ζούσαν. Άγιοι θαυματουργοί μετά θάνατον υπάρχουν πάμπολλοι. Η επιστήμη απλώς ερμηνεύει τις θεραπευτικές παρεμβάσεις τους στη ζωή των ανθρώπων ως αποτέλεσμα αυθυποβολής των ασθενών. Η περίπτωση όμως αγίων θαυματουργών εν ζωή είναι εντελώς διαφορετική. Δεν αναλαμβάνεις υπό την ευθύνη σου μια ασθένεια, αν δεν ξέρεις ότι μπορεί να θεραπευτεί. Το σημαντικότερο, κανείς από τους παραπάνω δεν ισχυριζόταν ότι ο ίδιος θεραπεύει τους ασθενείς, ότι έχει τη δύναμη να θεραπεύσει. Οι θεραπείες γίνονταν με την επίκληση του ονόματος και τη δύναμη του Χριστού (και φυσικά χωρίς ανταμοιβή, δεν έχουμε να κάνουμε με ύποπτους «επαγγελματίες»).
Το χάρισμα των αγίων να κάνουν θαύματα μαρτυρείται πολλές φορές στην Αγία Γραφή, τόσο στην Παλαιά Διαθήκη (π.χ. ο προφήτης Ηλίας ανάστησε το γιο της χήρας στα Σαρεπτά της Σιδωνίας στο Γ΄ Βασιλειών, κεφ. 17, και ο προφήτης Ελισσαίος το γιο της Σωμανίτιδας στο Δ΄ Βασιλειών, κεφ. 4) όσο και στην Καινή: ο Κύριος δίνει στους 12 και στους 70 αποστόλους την εξουσία να θεραπεύουν ασθενείς και δαιμονισμένους (Λουκ. 9, 1 και 10, 17-20), πράγμα που, μετά την πεντηκοστή, οι απόστολοι κάνουν κατ’ επανάληψιν (Πράξεις των αποστόλων 3, 1-10. 5, 12-16. 8, 4-8. 9, 17-18 και 40-43. 14, 8-10, κ.λ.π.). Επίσης ο Κύριος τους λέει πως, αν έχουν πίστη σαν το σπόρο του σιναπιού, μπορούν να διατάξουν ένα βουνό να σηκωθεί και να πέσει στη θάλασσα και θα το κάνει (Ματθ. 17, 20-21), καθώς και ότι όποιος πιστεύει σ’ Αυτόν θα κάνει έργα όμοια με τα δικά Του και μεγαλύτερα, ζητώντας τα διά του ονόματός Του (Ιω. 14, 12-14).
Βέβαια ο Ίδιος τονίζει πως πολλοί, που θα φτάσουν στο σημείο κάποτε να κάνουν θαύματα, τελικά θα χάσουν τη βασιλεία των ουρανών (Ματθ. 7, 21-23). Αυτή η εκπληκτική προειδοποίηση σημαίνει πως ο χριστιανός δεν καλείται να εμπιστεύεται κάθε θαυματοποιό και φαινομενικό άγιο, αλλά ούτε και να θεωρεί άγιο τον ίδιο τον εαυτό του, αν ξαφνικά διαπιστώσει πως απόχτησε θαυματουργικό χάρισμα.
Η ιδιότητα της θεραπείας αντιμετωπίζεται με δύο τρόπους από το δυτικό κόσμο, εκτός φυσικά από την πλήρη άρνηση. Επιχειρείται να ερμηνευτεί είτε ως «ανάπτυξη εσωτερικών δυνάμεων» ινδουιστικού τύπου είτε ως επίδραση «κάποιου άγνωστου είδους ενέργειας που εκλύεται με την προσευχή». Και στις δύο περιπτώσεις ο δυτικός άνθρωπος απλώς αρνείται να παραδεχτεί ότι μπορεί να υπάρχει ο Θεός, ότι μπορεί ο χριστιανισμός να έχει δίκιο. Είναι, κατά κάποιο τρόπο, δικαιολογημένος: αν το παραδεχτεί, οφείλει να σπάσει το πολύτιμο κέλυφος της εσωστρέφειάς του, στο οποίο έχει ταμπουρωθεί. Άλλωστε πώς να δώσει δίκιο στο χριστιανισμό; Ο μόνος χριστιανισμός που ξέρει είναι μεσαιωνικός, ηθικιστικός ή βεβιασμένα «εκσυγχρονιστικός» και δεν ικανοποιεί μια βαθύτερη, εναγώνια πνευματική αναζήτηση.
Ωστόσο υπάρχουν και άλλα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος, που δε θέλω να τα περιγράψω, γιατί θα θεωρηθούν απίστευτα. Αρκούμαι να πω ότι α) οι περιορισμοί του χώρου και του χρόνου, αλλά και των φυσικών νόμων, δεν περιορίζουν έναν άγιο, β) οι περιπτώσεις των σύγχρονων αγίων, που είναι άμεσα προσβάσιμες στο μελετητή, πρέπει να μας κάνουν να αναθεωρήσουμε τη βεβαιότητά μας για το τι μπορεί να είναι «αλήθεια» και τι «μύθος» στις διάφορες παραδόσεις των λαών για ανθρώπους που επικοινωνούσαν με τα ζώα ή ήταν προικισμένοι με διάφορα εξαιρετικά χαρίσματα. Ας έχουμε υπόψιν ότι ο Θεός μπορεί να δώσει χαρίσματα σε αγαθούς ανθρώπους ανεξάρτητα από τη θρησκεία τους, αλλά και ότι «χαρίσματα» δε δίνει μόνον ο Θεός –και σταματώ εδώ, γιατί αυτό το βιβλίο θέλω να κρατηθεί σε κάποια «ρεαλιστικά» όρια. Το να δεις έναν άνθρωπο που αγαπά, είναι σπουδαιότερο από το να δεις αγγέλους, έλεγε τον 4ο αιώνα ο (χαρισματούχος) άγιος Παχώμιος ο Μέγας.

Για τα υπόλοιπα, ας ανατρέψει ο αναγνώστης στις βιογραφίες τους. Γνωρίζοντας όμως κάτι, που γράφεται για την πνευματική σχέση του αγίου Ιωάννη Μαξίμοβιτς με τον ορθόδοξο Αμερικανό ιερομόναχο και θεολόγο π. Σεραφείμ Ρόουζ:
«Το γεγονός ότι ήταν θαυματουργός ήταν ευρύτερα γνωστό. Οπουδήποτε κι αν είχε πάει –Κίνα, Φιλιππίνες, Ευρώπη, Αφρική και Αμερική– αμέτρητες θεραπείες πραγματοποιήθηκαν μέσα από τις προσευχές του. Έσωσε πολλούς ανθρώπους από επικείμενο κίνδυνο, χάρις στην πληροφορία που του αποκάλυψε ο Θεός. Ορισμένες φορές είχε εμφανιστεί σε ανθρώπους που τον είχαν ανάγκη όταν, σύμφωνα με τους φυσικούς νόμους, ήταν αδύνατο να βρεθεί κοντά τους εκείνες τις στιγμές. Επίσης τον είχαν δε στο ιερό να αιωρείται πάνω απ’ το έδαφος στη διάρκεια της προσευχής, περιβαλλόμενος από ουράνιο φως
»Όπως σημείωσε αργότερα ο Ευγένιος [ο π. Σεραφείμ], τέτοια θαύματα δεν ήταν από μόνα τους άξια προσοχής: “Όλα αυτά μπορούν εύκολα να τα μιμηθούν απατεώνες θαυματοποιοί… Στην περίπτωση του αρχιεπισκόπου Ιωάννη, όσοι πίστεψαν μέσα από κείνον συγκινήθηκαν όχι κυρίως από τα θαύματά του, όσο από κάτι σ’ αυτόν που μιλούσε στις καρδιές τους”. Ο Ευγένιος άκουσε ιστορίες για τη βαθύτατη συμπόνια του αρχιεπισκόπου: πώς είχε πάει στις πιο επικίνδυνες περιοχές της Σαγκάης για να σώσει παραμελημένα παιδιά από οίκους ανοχής και άλλα εγκαταλελειμμένα σε κάδους σκουπιδιών, για περιπτώσεις συναισθηματικά τραυματισμένων παιδιών που κλείστηκαν στον εαυτό τους αφότου έγιναν αυτόπτες μάρτυρες βιαιοπραγιών, πολέμων, επαναστάσεων, κι όμως άνθιζαν με μια μόνο λέξη από τα χείλη του, για τις επισκέψεις που έκανε πάντα σε αρρώστους στα νοσοκομεία, μετά απ’ τις οποίες πιστοί και άπιστοι θεραπεύονταν με τη χάρη που ανέβλυζε απ’ αυτόν, για περιπτώσεις σκληρόκαρδων εγκληματιών που ξαφνικά και ανεξήγητα ξεσπούσαν σε λυγμούς, μόλις τον έβλεπαν να τους επισκέπτεται έναν προς έναν στη φυλακή, αν και δεν τον είχαν ξαναδεί ποτέ στη ζωή τους […].
»Όπως στην παραβολή του Χριστού για τον άνθρωπο που ρίχνει σπόρους στη γη και αργότερα βλέπει να βλασταίνουν φυτά και να μεγαλώνουν με τρόπο που και ο ίδιος δεν ξέρει («και ο σπόρος βλαστάνη και μηκύνηται ως ουκ οίδεν αυτός» Μάρκ. 4, 27), έτσι οι γενναίες πράξεις αγάπης και ελέους του αρχιεπισκόπου Ιωάννη συνέχισαν να φέρνουν αναπάντεχες ευλογίες του Θεού στις ζωές των ανθρώπων» (Ιερομονάχου Δαμασκηνού, Πατήρ Σεραφείμ Ρόουζ, η ζωή και τα έργα του, τ.Α΄, Μυριόβιβλος 2005, σελ. 352-353).
Άγιοι επιστήμονες
Φυσικά δεν αποκλείεται ένας άγιος να διαθέτει και επιστημονικές γνώσεις με την κλασική δυτική έννοια. Αυτό αφορά στη θεραπεία των άλλων πλευρών του επιστητού
αλλά είναι σημαντικό και για το διάλογό του με την εκτός αγιότητας ανθρωπότητα, πράγμα που είναι βέβαια από μόνο του εξαιρετικά σημαντικό.
Άγιοι που ανήκουν στο χώρο της επιστήμης, όπως την εννοεί ο δυτικός κόσμος, είναι π.χ. ο γιατρός άγιος Λουκάς ο Ευαγγελιστής, οι γιατρίνες αγίες Ερμιόνη, Φιλονίλλα και Ζηναΐδα, η αγία Αικατερίνα, ο μέγας Βασίλειος, ο άγ. Γρηγόριος Νύσσης, ο άγ. Μάξιμος ο Ομολογητής, ο μέγας Φώτιος, ο άγ. Γρηγόριος ο Παλαμάς, οι άγιοι ανάργυροι Κοσμάς και Δαμιανός οι εκ Ρώμης, εξ Ασίας και εξ Αραβίας (τρία ζεύγη αδελφών με τα ίδια ονόματα), Κύρος και Ιωάννης, Παντελεήμων, Φώτιος και Ανίκητος, Σαμψών ο Ξενοδόχος (ιδρυτής του θεσμού των νοσοκομείων) κ.ά., ο άγ. Λουκάς ο Ιατρός (1877-1961), ο άγ. Ιννοκέντιος της Αλάσκας [1797-1879. Ιδιαίτερα χαρισματική προσωπικότητα, πολύτεκνος και ιδεαλιστής, εξάπλωσε το ευαγγέλιο στις φυλές του αμερικανικού βορρά ζώντας μαζί τους, σεβόμενος τον πολιτισμό τους και συμμεριζόμενος τα πάθη τους. Έγραψε, μεταξύ άλλων: Σημειώσεις επί των νήσων της περιοχής Ουναλάσκα, Κύρια χαρακτηριστικά των Αλεούτων που ζουν στα νησιά, Παρατηρήσεις επί των Αλεούτων και Κουσιανών της Άτκα, Παρατηρήσεις στη γλώσσα των Κολουσκανών και των Κοντιάκων, και (στη γλώσσα των Αλεούτων, της οποίας επινόησε το αλφάβητο) Υπόδειξη του δρόμου προς τη βασιλεία των ουρανών. Συνέταξε επίσης γραμματική της γλώσσας των Αλεούτων και αλεουτο-ρωσικό λεξικό. Βλ. σχετικά Γεωργίου Εμμ. Πιπεράκι, Άγιοι της Αλάσκας – Ορθόδοξο Συναξάρι, Μυριόβιβλος, Αθήνα 2004, σελ. 35-54. Ας σημειωθεί παρακαλώ ότι οι Αλεούτοι έχουν τουλάχιστον δύο ορθόδοξους αγίους, μέλη της φυλής τους, τον άγ. Πέτρο το νεομάρτυρα (1815) και τον άγ. Ιάκωβο Νετσέτωφ, τον εν Αλάσκα (1802-1865] κ.π.ά. Σίγουρα η συνεισφορά τους θα ήταν καθοριστική, αν ο τρόπος που προσέγγιζαν την πραγματικότητα λαμβανόταν υπόψιν. Αυτό όμως προϋποθέτει μια διαφορετική κοσμοαντίληψη, που αντιμετωπίζει το σύμπαν όχι ως το μηχανικό αποτέλεσμα νόμων που διαμορφώθηκαν από την τύχη, αλλά ως διάλογο κτιστού και ακτίστου, ως διάλογο όλων των όντων και του Θεού και συνεπώς ως μια δυναμική και εν πολλοίς απροσδιόριστη πραγματικότητα, πραγματικότητα σχέσης, που θα ολοκληρωθεί μόνο στα έσχατα.
Ποιοι γίνονται άγιοι;
Και τώρα το κρίσιμο ερώτημα: ποιοι είναι αυτοί οι περίεργοι άνθρωποι, που «έφτασαν στη θέωση» και απέκτησαν τόσα ασυνήθιστα χαρίσματα;
Η αγιότητα, κανονικά, είναι το τέρμα του δρόμου για κάθε χριστιανό και πολλοί καθημερινοί άνθρωποι φτάνουν στο σημείο να γίνουν «μικροί άγιοι». Καθένας από μας, στο βαθμό που πλησιάζει το Θεό έστω κι ένα βήμα, είναι «λίγο άγιος». Έτσι, άγιος είναι κάθε ένας που «κερδίζει τον παράδεισο». Ο παππούς μας, η γιαγιά μας, οι γονείς μας, ο μπακάλης μας, ο ζητιάνος της γωνίας, ένας έφηβος που πέθανε από ναρκωτικά, ένα ανώνυμο μαυράκι της Ουγκάντα ή του Μπρονξ πιθανόν να είναι άγιος, στο βαθμό που πραγμάτωσε τη μία και μοναδική ηθική εντολή του χριστιανισμού, που υπερβαίνει και κατ’ ουσίαν «αντικαθιστά» τις δέκα εντολές της Παλαιάς Διαθήκης: την εντολή της αγάπης (Ιω. 13, 34-35, 15, 12-17 κ.α.). Υπάρχουν πολλές μαρτυρίες αγίων ή απλά ενάρετων ανθρώπων, που «είδαν» άγνωστους και φαινομενικά άσημους ανθρώπους περιβεβλημένους με το φως της αγιότητας, καθώς και συγκλονιστικές καταγραφές ανθρώπων της διπλανής πόρτας που έφτασαν σε μεγάλα ύψη (βλ. π.χ. τον τόμο Ασκητές μέσα στον κόσμο, ένα σύγχρονο βιβλίο που εκδόθηκε από το Ησυχαστήριο «Άγ. Ιωάννης ο Πρόδρομος» στη Μεταμόρφωση Χαλκιδικής).
Οι κατεξοχήν άγιοι όμως είναι ιδιαίτερες περιπτώσεις (πολλές χιλιάδες), γιατί έσπασαν το φράγμα και κατάργησαν κάθε όριο στην ταπείνωση και την αγάπη. Είναι άνθρωποι κάθε εποχής, φύλου, ηλικίας και κοινωνικής τάξης, που έφτασαν πιο πέρα από εκεί που θέλουμε να φτάσουμε εμείς. Η ζωή τους, όπως γράφει ο άγιος γέροντας Ιουστίνος Πόποβιτς, δείχνει «πώς ένας νέος γίνεται άγιος νέος, μία κόρη (=κοπέλα) γίνεται αγία κόρη, πώς ένας γέρος γίνεται άγιος γέρος, πώς μία γερόντισσα γίνεται αγία γερόντισσα, πώς ένα παιδί γίνεται άγιο παιδί, πώς οι γονείς γίνονται άγιοι γονείς, πώς ένας υιός γίνεται άγιος υιός, πώς μία θυγατέρα γίνεται αγία θυγατέρα, πώς μία οικογένεια γίνεται αγία οικογένεια, πώς μία κοινωνία γίνεται αγία κοινωνία, πώς ένας ιερεύς γίνεται άγιος ιερεύς, πώς ένας επίσκοπος γίνεται άγιος επίσκοπος, πώς ένας βοσκός γίνεται άγιος βοσκός, πώς ένας γεωργός γίνεται άγιος γεωργός, πώς ένας βασιλεύς γίνεται άγιος βασιλεύς, πώς ένας εργάτης γίνεται άγιος εργάτης, πώς ένας δικαστής γίνεται άγιος δικαστής, πώς ένας δάσκαλος γίνεται άγιος δάσκαλος, πώς ένας καθηγητής γίνεται άγιος καθηγητής, πώς ένας στρατιώτης γίνεται άγιος στρατιώτης, πώς ένας αξιωματικός γίνεται άγιος αξιωματικός, πώς ένας κυβερνήτης γίνεται άγιος κυβερνήτης, πώς ένας γραμματεύς γίνεται άγιος γραμματεύς, πώς ένας έμπορος γίνεται άγιος έμπορος, πώς ένας μοναχός γίνεται άγιος μοναχός, πώς ένας οικοδόμος γίνεται άγιος οικοδόμος, πώς ένας ιατρός γίνεται άγιος ιατρός, πώς ένας τελώνης γίνεται άγιος τελώνης, πώς ένας μαθητής γίνεται άγιος μαθητής, πώς ένας επαγγελματίας γίνεται άγιος επαγγελματίας, πώς ένας φιλόσοφος γίνεται άγιος φιλόσοφος, πώς ένας επιστήμων γίνεται άγιος επιστήμων, πώς ένας πολιτικός γίνεται άγιος πολιτικός, πώς ένας υπουργός γίνεται άγιος υπουργός, πώς ένας πτωχός γίνεται άγιος πτωχός, πώς ένας πλούσιος γίνεται άγιος πλούσιος, πώς ένας δούλος γίνεται άγιος δούλος, πώς ένας δεσπότης (=αφέντης) γίνεται άγιος δεσπότης, πώς οι σύζυγοι γίνονται άγιοι σύζυγοι, πώς ένας συγγραφεύς γίνεται άγιος συγγραφεύς, πώς ένας καλλιτέχνης γίνεται άγιος καλλιτέχνης» (π. Ιουστίνου Πόποβιτς, Άνθρωπος και Θεάνθρωπος, ό.π., σελ. 93-94).
(1) Βλ. πολλά συμπληρωματικά στοιχεία στον ιστότοπο http://www.impantokratoros.gr/Empeiriki-Theologia.el.aspx.

1 σχόλιο: