Το τέλος της ιστορίας είναι η ολοκλήρωση των διαδικασιών εξατομίκευσης, της οποίας προσφορότερη μορφή αποτελεί ο φιλελεύθερος καπιταλισμός.
(Φρ. Φουκουγιάμα)
Ο μεσσιανισμός είναι ένα σύστημα ελπίδας. Προσφέρεται στον Δούλο και του υπόσχεται την απελευθέρωσή του. Αναπτύχθηκε με την έξοδο από την “παραδείσια” πρωτόγονη κατάσταση και με το πέρασμα στους κολεκτιβιστικούς πολιτισμούς. Κάτω από τις βαριές κολεκτιβιστικές πυραμίδες της Αιγύπτου, της Βαβυλώνας, της Ινδίας, της Κίνας, ή των Αζτέκων, η ελπίδα στέναζε παίρνοντας διάφορες μορφές μεσσιανισμού. Την πιο καθαρή μορφή θα την προσλάβει στο πιο εξελιγμένο κολεκτιβιστικό έθνος της ιστορίας, τους Εβραίους, όταν αιχμάλωτοι στη Βαβυλώνα ονειρεύονταν τη Σιών και όταν κινδύνεψαν να χάσουν την εθνική τους ταυτότητα κάτω από την ελληνική κυριαρχία.
Μπορεί ο μεσσιανισμός να είναι γέννημα των κολεκτιβιστικών κοινωνιών, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υφίσταται και στις ατομοκεντρικές κοινωνίες, την αρχαιοελληνική και τη νεωτερική. Ο τραγικός μύθος του Προμηθέα προβάλλει, στην Αθήνα του 5ου αιώνα, έναν παράξενο μεσσιανισμό: “ένας θεός πιο δυνατός από τον Δία θα γεννηθεί μια μέρα και θα συντρίψει την εξουσία του”. Με το πέρασμα στη νεωτερικότητα ο μεσαιωνικός χιλιαστικός μεσσιανισμός θα εκκοσμικευθεί για να μεταμορφωθεί σε πίστη στην Πρόοδο. Η νεωτερική πίστη στην Πρόοδο βασίζεται σαφώς σε έναν τεχνολογικό μεσσιανισμό (: η τεχνολογία θα μας λύσει όλα τα προβλήματα). Και σε μας εδώ ο χιλιαστικός μεσσιανισμός έπαιξε το ρόλο του. Μετά την ανεξαρτησία, τον 19ο αιώνα, αρκετοί μεσσίες είχαν ταράξει τον ύπνο της Ψωροκώσταινας. Ο γερο-Μακρυγιάννης λίγο έλειψε να ταυτίσει τον εαυτό του με τη διαδεδομένη τότε λαϊκή μεσσιανική μορφή του “φτωχού βασιλέα Ιωάννη”. Τον 20ό αιώνα το πράγμα κόρωσε, για να γίνουμε ολοκαύτωμα στον μεσσιανικό “κομμουνιστικό” Μολώχ. Σήμερα, ενώ θα περίμενε κανείς μαζί με το μεταμοντέρνο “τέλος της ιστορίας” να έρθει και το τέλος των μεσσιανισμών, το αντίθετο είναι που βλέπουμε.
Δεν ξέρω αν έχει γραφτεί μια συγκριτική ιστορία του μεσσιανισμού. Θα ήταν ίσως η πιο καίρια μελέτη πάνω στην ουσία του ανθρώπου: την ελευθερία. Θα μας μιλούσε πάνω απ’ όλα για τη φρίκη της ανθρώπινης κατάστασης. Γι’ αυτό και είναι μάλλον απίθανο να έχει γραφτεί. Κι αν έχει γραφτεί, θα είναι απίθανο να κυκλοφορεί. Στο κείμενο που ακολουθεί θα μιλήσουμε κυρίως για τον νεωτερικό μεσσιανισμό: την ιδέα της Προόδου, την αντίστοιχη αντίληψη για τον χρόνο και τον τεχνολογικό μεσσιανισμό που την τροφοδοτεί.
1. Ο τεχνολογικός μεσσιανισμός
Ο μεσσιανισμός συνδέεται σήμερα με την Τεχνολογία. Είχε όμως τεχνολογική βάση και στους κολεκτιβιστικούς πολιτισμούς.
Ας πάρουμε μια τυπική κολεκτιβιστική πυραμίδα. Παρατηρούμε ότι η αναπαραγωγή της προϋποθέτει το μπλοκάρισμα δύο εναλλακτικών λύσεων: α) της υποστροφής στην “πρωτόγονη κατάσταση”, από την κατάρρευση της οποίας αναδύθηκε η κολεκτιβιστική πυραμίδα και β) της μετάβασης στην ατομοκεντρική κοινωνία. Η πρώτη είναι δομικά μπλοκαρισμένη: Οι μεγάλοι κολεκτιβιστικοί πολιτισμοί του Νείλου, του Ευφράτη, του Γάγγη ή του Γιαγκ Τσε, ήταν ικανοί να κατασκευάζουν και να διαχειρίζονται τεράστια υδραυλικά έργα και να προγραμματίζουν έξυπνα την κατανομή του πλεονάσματος ανάμεσα σε καλές και κακές χρονιές. Η πυραμιδική δομή τους δεν διασφάλιζε μόνο τον τρόπο κατανάλωσης του πλεονάσματος, αλλά και τον τρόπο της παραγωγής του. Δεν ήταν απλώς ένα σύστημα σχέσεων εξουσίας, αλλά και ένα σύστημα παραγωγικών σχέσεων. Με άλλα λόγια: Η εμφάνιση της κολεκτιβιστικής πυραμίδας πολλαπλασίασε το οικονομικό πλεόνασμα και επέτρεψε έναν αντίστοιχο πολλαπλασιασμό του πληθυσμού. Το γεγονός αυτό κατέστησε αδύνατη την υποστροφή στην προκολεκτιβιστική κατάσταση. Μόνο εξωτερικοί παράγοντες (“βαρβαρικές” επιδρομές – φυσικές καταστροφές) θα μπορούσαν να επιβάλουν “υποστροφή στη βαρβαρότητα”. Η αναπαραγωγή της πυραμίδας ήταν όρος για την επιβίωση της πλειονότητας του πληθυσμού, ο οποίος μπορούσε βέβαια να νοσταλγεί τον προκολεκτιβιστικό “παράδεισο”, αλλά οι πόρτες του είχαν κλείσει οριστικά. Όταν το Σύστημα είναι όρος για την ύπαρξή σου δεν μπορείς να το ανατρέψεις. Στις συνθήκες αυτές τοποθετείται και η γέννηση του μεσσιανισμού όσο και του εξωκοινωνικού μυστικισμού.
Αλλά αν το κεκτημένο “επίπεδο ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων” αποκλείει την “αλλαγή προς τα πίσω” η “ανεπάρκεια της ανάπτυξής” τους θα αποκλείσει την “αλλαγή προς τα μπρος”. Γιατί, σύμφωνα με την αλφαβήτα του ιστορικού υλισμού, αν δεν πραγματοποιηθεί μια “ριζική ανατροπή” στους τεχνολογικούς όρους της παραγωγής, δεν είναι δυνατή η υπέρβαση του κολεκτιβιστικού συστήματος. Η διάσημη αυτή θέση γενικεύει, προφανώς, την εμπειρία της δυτικοευρωπαϊκής μετάβασης από τον μεσαιωνικό φεουδαρχικό κολεκτιβισμό στη Νεωτερικότητα, όπου η βιομηχανική επανάσταση, μια τεχνολογική επανάσταση, μοιάζει να έπαιξε τον αποφασιστικό ρόλο. Βεβαίως η γενίκευση είναι αυθαίρετη, αφού δεν καλύπτει το αρχαιοελληνικό παράδειγμα, όπου το Άτομο γίνεται κυρίαρχο πρότυπο χωρίς να έχει μεσολαβήσει καμιά βιομηχανική επανάσταση. Είναι ένα δόγμα το οποίο εξυπηρέτησε θαυμάσια την ανάγκη της νεωτερικότητας να θέσει τον εαυτό της στην κορυφή της εξελικτικής κλίμακας και να νομιμοποιήσει την απαίτηση του “εκσυγχρονισμού”, δηλαδή της υποταγής-καταστροφής των προνεωτερικών πολιτισμών. Αυτό είναι άλλωστε και η πρότασή της: Ο Μεσσίας που θα σας απελευθερώσει από την “κατάρα του νόμου” θα έρθει. Ματαίως όμως τον περιμένετε από τον δρόμο της Θρησκείας. Θα έρθει, αλλά από τον δρόμο της Επιστήμης, γιατί η Τεχνολογία είναι ο πραγματικός Μεσσίας!
Ο τεχνολογικός μεσσιανισμός γνώρισε μια εκπληκτική ερμηνευτική πειστικότητα. Οι παλιότεροι το ζήσαμε με τη λεγόμενη “υπέρβαση” του καπιταλισμού: Με δεδομένο τον ιλιγγιώδη ρυθμό της τεχνολογικής εξέλιξης, είναι “μαθηματικά βέβαιο” ότι αργά ή γρήγορα η ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων θα σπάσει το “κέλυφος” των καπιταλιστικών παραγωγικών σχέσεων, καθιστώντας αναγκαία τη μετάβαση σε ένα “ανώτερο στάδιο κοινωνικής ανάπτυξης”. Η “επαναστατική μαμή”, που πάντοτε έρχεται ακάλεστη, θα ξεγεννήσει τελικώς μιαν αταξική-αεθνική-ακρατική κοινωνία. Κι αυτό, είτε το θέλουμε είτε όχι. Η μεσσιανική κοινωνία θα είναι μια τεχνολογική κοινωνία. Η Επιστήμη και η Τεχνολογία θα έχουν λύσει όλα τα προβλήματα. Στον τεχνολογικό παράδεισο θα έχει πραγματωθεί πλήρως το νεωτερικό ιδανικό της “κοινωνίας – παιδικής χαράς”: Οι άνθρωποι θα είναι εκεί κάτι περισσότερο από ανέμελα παιδιά. Αν θέλουν να εργάζονται, θα εργάζονται. Αλλά μάλλον δεν θα χρειάζεται. Αν θέλουν να ψαρεύουν, θα ψαρεύουν. Θα κάνουν κριτική, θα παίζουν κ.λπ. κ.λπ. Θα τα επιτρέπει όλα αυτά η τεχνολογική εξέλιξη, γιατί θα έχει εξασφαλίσει υπερπλεόνασμα αγαθών, αρκετών για όλους. Κατάλληλες μηχανές θα παράγουν ό,τι χρειαζόμαστε και σε όση ποσότητα το θέλουμε. Μια τέτοια μηχανή θα ήταν π.χ. ο “κομμουνιστικός φούρνος”, που έφερναν σαν παράδειγμα σε κάποιον από τους τόμους της Ακαδημίας Επιστημών της Ε.Σ.Σ.Δ. τη δεκαετία του 1960: από τη μια μεριά συλλέγει τις ηλιακές ακτίνες και από την άλλη βγάζει λαχταριστές φραντζόλες. Ακόμα πιο εκπληκτικές είναι οι μηχανές που περιέγραφαν, τότε και σήμερα, οι αμερικανικές εκλαϊκεύσεις του τεχνολογικού μεσσιανισμού. Με την κατάρρευση του υπαρκτού σοσιαλισμού, ο τεχνολογικός μεσσιανισμός δέχτηκε ισχυρότατο πλήγμα. Εφτάψυχος όμως, συνήλθε γρήγορα και με το “τρίτο κύμα”, την “κοινωνία της πληροφορίας”, την “παγκοσμιοποίηση”, τα χρηματιστήρια κ.τ.τ. επανήλθε δριμύτερος. Πηγή του είναι φυσικά η Αμερική. Και όλοι αυτοί οι αναρίθμητοι αφελείς, στην Ευρώπη και στον Τρίτο Κόσμο, οι οποίοι όψιμα ανακάλυψαν την Αμερική.
Ο τεχνολογικός μεσσιανισμός αποτελεί εξ αρχής τον πυρήνα του νεωτερικού πνεύματος. Είναι η πίστη ότι η τεχνολογική εξέλιξη θα οδηγήσει α) στην εξίσωση των προσβάσεων στη γνώση (θα μαθαίνεις ό,τι θέλεις, “πατώντας ένα κουμπί”) και β) στην “κοινωνία της αφθονίας”, με όλα τα αγαθά “προσιτά στους πάντες”. Παρά τα μυθολογούμενα για την “αθρησκευτικότητά” του, ο νεωτερικός άνθρωπος είναι βαθύτατα θρησκευτικός. Η νεωτερικότητα έχει το ισχυρότερο και το πιο πλήρες σύστημα θρησκείας που έχει φανεί στην ιστορία. Με βαθιά πίστη. Τεράστιο, αλλά προπαντός, εκπληκτικού κύρους ιερατείο (κάθε λογής “ειδικών”). Πάνδημη δημόσια λατρεία (στα πολυκαταστήματα και στην τηλεόραση). Η θρησκεία αυτή είναι ο τεχνολογικός μεσσιανισμός. Η πίστη ότι η Επιστήμη και η Τεχνολογία θα λύσουν όλα τα προβλήματα και θα φέρουν στον άνθρωπο την ευτυχία. Εξακολουθεί να είναι η κυρίαρχη λαϊκή θρησκεία και στη σημερινή μεταμοντέρνα φάση της νεωτερικότητας. Έχει αφομοιώσει κάθε προγενέστερη μορφή μεσσιανισμού και καθορίζει το πνεύμα της “Νέας Εποχής”. Η “θεολογία” της θα μπορούσε να συνοψιστεί στα εξής: Ήταν ανάγκη να περάσει ο άνθρωπος από την κόλαση της δουλείας, της φεουδαρχίας, του καπιταλισμού, των άπειρων σφαγών, για να πραγματοποιηθεί η οικονομική συσσώρευση που θα καθιστούσε δυνατή την Τεχνολογία. Ήταν μέσα στο “Μυστικό Σχέδιο” του Θεού (ή του Λόγου, της Ιστορίας, της Τύχης ή της Ανάγκης). Και επειδή η Τεχνολογία είναι γέννημα του χριστιανικού πολιτισμού, της “εποχής των Ιχθύων”, οι “χριστιανοί” μας είναι διατεθειμένοι να δεχθούν ότι ακόμα και η ενσάρκωση του Υιού του Θεού έγινε για να υπηρετήσει τον τεχνολογικό σκοπό του “Θεϊκού Σχεδίου”, δηλαδή την έλευση της “εποχής του Υδροχόου”, της εποχής του τεχνολογικού παραδείσου.
Τα δεδομένα του 20ού αιώνα έδειξαν, ωστόσο, ότι κάθε αύξηση και γενίκευση των αλλαγών στην τεχνολογική υποδομή της κοινωνίας, των αλλαγών που είχαν θετικές επιπτώσεις στην επιβίωση, εξανεμίζονται από την αύξηση του πληθυσμού, που αυτές προκαλούν. Από πλευράς ποσοστού συμμετοχής στα διαθέσιμα αγαθά και στην υπάρχουσα γνώση, η νέα πλειονότητα παραμένει στο ίδιο και χειρότερο ποσοστό με την προηγούμενη. Ο κατά κεφαλήν άνισος λόγος της συμμετοχής στον κοινωνικό πλούτο καθόλου δεν βελτιώνεται, όπως έχουν δείξει άλλωστε και τα στοιχεία του ΟΗΕ για την εξέλιξη της κοινωνικής ανισότητας. Το “αίτιο”, που υποτίθεται ότι αποκλείει την “οπισθοδρόμηση”, αποκλείει εξ ίσου και την “πρόοδο”, δυναμιτίζοντας τον ίδιο τον θεωρητικό πυρήνα του τεχνολογικού μεσσιανισμού. Αλλά ποιος σκοτίζεται για τέτοια δεδομένα;
Βεβαίως, αν δεν υπήρχε πρόοδος, δεν θα είχαμε μετάβαση από τον κολεκτιβιστικό στον ατομοκεντρικό πολιτισμό, από τον Δούλο στον Μισθωτό. Ούτε από τον Μισθωτό στον Φίλο. Η μεσσιανική ελπίδα παίρνει διάφορες φανταστικές μορφές, μια από τις οποίες είναι και η τεχνολογική. Παραπέμπει σε κάτι εφικτό, το οποίο δεν έχει όμως καμιά σχέση με τις εν λόγω μορφές. Η πρόοδος είναι δυνατή, αλλά σε τελείως άλλο επίπεδο. Σύμφωνα με την τριαδική παράδοση, από την οποία αντλούμε εδώ, η μόνη πρόοδος που μπορεί να υπάρξει είναι η ανθρωπολογική: Δούλος, Μισθωτός, Φίλος. Η πρόοδος είναι ιδέα του Προσώπου, την οποία το Άτομο και ο Δούλος την προσαρμόζουν στο δικό τους φαντασιακό, απομακρύνοντάς την από το πραγματικό της περιεχόμενο. Ας δούμε πώς αυτό γίνεται στην εβραϊκή, την ελληνική και τη νεωτερική περίπτωση.
2. Ο εβραϊκός ιστορικισμός
Ο εβραϊκός πολιτισμός είναι ο πιο εξελιγμένος κολεκτιβιστικός πολιτισμός γιατί μπορεί να υπάρξει και χωρίς πολιτική εξουσιαστική πυραμίδα. Του αρκεί η αυθεντία του Νόμου. Η μελέτη του κολεκτιβισμού αυτού θα βοηθούσε πολύ την εξ αντιδιαστολής κατανόηση της ανθρωπολογίας των ατομικιστικών πολιτισμών.
Στο κέντρο της προσωπικής και της συλλογικής ζωής του ιουδαίου βρίσκεται ο Νόμος και κάθε πτυχή της ρυθμίζεται από τις διατάξεις του. Δεν έχουμε παρά να τηρήσουμε τις Εντολές. Οι Εντολές δεν είναι μόνο Δέκα, αλλά εξειδικεύονται σε αναρίθμητες άλλες. Κι αν δημιουργούνται ασάφειες υπάρχουν οι αρμόδιοι ερμηνευτές, έτοιμοι πάντοτε για μια απεριόριστη εξειδίκευση της νομικής καζουιστικής (περιπτωσιολογίας). Ο πιστός ιουδαίος είναι ο “Δούλος του Νόμου”. Παραδόξως όμως ο άνθρωπος αυτός δεν έχει μια στατική – κυκλική αντίληψη του χρόνου. Ο χρόνος του είναι ευθύγραμμος: έχει αρχή και αναμενόμενο τέλος-σκοπό. Είναι χρόνος ιστορικός. Μετράει από “κτίσεως κόσμου”. Καταγράφει με σχολαστικότητα τη διαδοχή των γενεών, σημειώνει τα γεγονότα που θεωρούνται σημαντικά για τη συλλογική ζωή και αναμένει τον Βασιλιά-Μεσσία, που θα καταστήσει τον εβραϊκό λαό κυρίαρχο των εθνών. Έχουμε έτσι σαφώς μια αντίληψη προόδου. Αυτό όμως που “προοδεύει” στον χρόνο δεν είναι ο μεμονωμένος-συγκεκριμένος άνθρωπος, αλλά ο εβραϊκός Λαός, ένα συλλογικό υποκείμενο. Η πρόοδος θα καταλήξει σε μια αποφασιστική αλλαγή στις σχέσεις του με τα έθνη (κυριαρχία επ’ αυτών). Δεν παραπέμπει, επομένως, σε κάποια έννοια ανθρωπολογικής εξελίξεως. Έχουμε έτσι, στην περίπτωση των Εβραίων, ένα κολεκτιβιστικό έθνος, που έχει πετύχει τη συλλογική εξατομίκευσή του, τη μετατροπή του από “έθνος καθ’ εαυτό” σε “έθνος για τον εαυτό του”, χωρίς να μπει καθόλου στο στάδιο της ανθρωπολογικής εξατομίκευσης. Ο εβραϊκός λαός γίνεται έθνος α) χάρη στην αποκλειστική-προνομιακή σχέση του με τον Ένα Θεό του, β) χάρη στα κληρονομικά του δικαιώματα αποκλειστικότητας πάνω στη σχέση αυτή, και γ) χάρη στην εσχατολογική (ιστορική) προοπτική-ολοκλήρωσή της.
Πρέπει να σημειώσουμε και την παραδοξότητα του εβραϊκού κολεκτιβισμού, γιατί έχει δύο μεσσιανικές παραδόσεις: την κυρίαρχη κολεκτιβιστική (περιμένει βασιλιά-Μεσσία) και μια περιθωριακή προσωποκεντρική, στο περιβάλλον της οποίας θα γεννηθεί ο Ιησούς Χριστός.
3. Ο αρχαιοελληνικός βιοκεντρισμός
Ο ατομικιστικός ελληνικός πολιτισμός, αντιθέτως, δεν έχει καμιά αντίληψη συλλογικής προόδου. Η συλλογική εξατομίκευση των Ελλήνων σε έθνος δεν οφείλεται σε κάποιας μορφής μονοθεϊσμό, ούτε στην εγκαθίδρυση κληρονομικών δικαιωμάτων πάνω σε μια πνευματική παράδοση. Οφείλεται στην ανθρωπολογική τους εξατομίκευση, που τους διαφοροποιεί τελείως. Σε αντίθεση με όλους τους άλλους που είναι λαοί υπηκόων, οι Έλληνες είναι έθνος εταίρων (ελευθέρων ατόμων).
Για τον ολυμπιακό πολυθεϊσμό μπορούν να γίνουν διάφορες υποθέσεις. Ας σημειώσουμε δύο: α) Είναι αποτέλεσμα συγκατοίκησης θεών που αντιστοιχούν ο καθένας σε διαφορετική ψηφίδα του φυλετικού μωσαϊκού, που μιλά τις διαλέκτους της ελληνικής γλώσσας και παίρνει μέρος στον Τρωικό Πόλεμο και αργότερα στους Ολυμπιακούς αγώνες. β) Είναι μεταφυσική προβολή των πολλαπλών αντιφατικών και από διαφορετικές πλευρές συντελούμενων κρυσταλλώσεων-μορφοποιήσεων της προελληνικής ψυχής, καθώς αυτή βγαίνει από την κολεκτιβιστική αμορφία και μπαίνει στον δρόμο της ελληνικής εξατομίκευσης. Όπως κι αν έχει το πράγμα, το σίγουρο είναι ότι οι κάτοικοι του Ολύμπου είναι Άτομα. Η κοινότητά τους κάθε άλλο παρά κολεκτιβιστική είναι. Η συλλογική εξατομίκευση, έναντι των άλλων λαών, προερχόμενη από την ανθρωπολογική εξατομίκευση, δεν χρειάζεται τη σχέση με έναν αποκλειστικό θεό για να συγκροτηθεί, αν και βεβαίως το πολυπρόσωπο της θεότητας συντηρεί, όπως παρατηρεί ο Ζαμπέλιος, τον τοπικισμό και, από ένα σημείο και πέρα, γίνεται τροχοπέδη, όχι μόνο για την περαιτέρω ανθρωπολογική εξέλιξη και οικουμενική εξάπλωση του Ελληνισμού αλλά και για την ίδια την πρόοδο της εθνικής-κοινωνικής συνάφειας και συνοχής του.
Δεν έχουμε στην ελληνική περίπτωση αίσθηση του συλλογικού χρόνου, ως ιστορικού χρόνου. Ο ιστορικός χρόνος είναι εδώ κυκλικός, όπως και ο κοσμικός χρόνος. Η σύμπτωση όμως με τους παγανιστικούς κολεκτιβιστικούς πολιτισμούς, ως προς την ανιστορικότητα, την κυκλική αντίληψη για τον χρόνο, είναι απατηλή, γιατί ο χρόνος του ατομικού βίου δεν είναι καθόλου κυκλικός. Εμπεριέχει σαφώς την έννοια της προόδου-προκοπής, γιατί αποσκοπεί σε ένα ανθρωπολογικό πρότυπο: αυτό του καλού και αγαθού ανδρός, ο οποίος συνδυάζει ανδρεία, φρόνηση και σωφροσύνη και είναι εσωτερικά δίκαιος. Ο χρόνος του βίου διέπεται από την εξελικτική-προοδευτική ιδέα της προκοπής, ως καλλιέργειας της αρετής, που κάνει τον άνθρωπο υπεύθυνο πολίτη: Άτομο. Εξελικτική στο ατομικό επίπεδο, η αντίληψη της προόδου έχει λοιπόν εδώ σαφώς ανθρωπολογικό περιεχόμενο και μάλιστα εξατομικευτικό, διαμορφωτικό ατομοκεντρικής και όχι κολεκτιβιστικής κοινωνίας.
Όπου στους κολεκτιβιστικούς πολιτισμούς της Ανατολής, όπως π.χ. στον ινδουισμό και στον βουδισμό, έχουμε αντίληψη ατομικής προκοπής, αυτή έχει εξωκοινωνική προοπτική. Ο άνθρωπος πρέπει εκεί να βελτιώνεται, για να έχει μια καλύτερη μετεμψύχωση. Στόχος της βουδιστικής ατομικής τελειοποίησης δεν είναι η ανάπτυξη της ατομικότητας αλλά η εξάλειψή της.
4. Ο τρισδιάστατος χρόνος του Προσώπου
Με τη μετάβαση του ελληνικού Ατόμου στο στάδιο του Προσώπου έχουμε την εμφάνιση μιας άλλης αντίληψης για τον χρόνο, η οποία θα μπορούσε να προσεγγιστεί απλουστευτικά ως “σύνθεση” ελληνικής και εβραϊκής.
Λόγω της παραδοχής ατομικής και συλλογικής ταυτότητας, η πρόοδος είναι και ατομική και συλλογική “ταυτόχρονα”. Προκόβοντας το άτομο, προκόβει και η κοινότητα και αντιστρόφως. Εντασσόμενη στην προοπτική του Προσώπου, η ελληνική αντίληψη για τον υπαρξιακό (ατομικό) χρόνο ανακαινίζεται, ενώ η αντίληψη για την κυκλικότητα του ιστορικού (συλλογικού) χρόνου εγκαταλείπεται και αντικαθίσταται από κείνη του εσχατολογικού ιστορικού (συλλογικού) χρόνου, τις καταβολές της οποίας τις βρίσκουμε στην εβραϊκή προφητική παράδοση. Η νέα αντίληψη για τον χρόνο, η ελληνο-χριστιανική, είναι η αντίληψη του Προσώπου. Ελάχιστα όμως πράγματα μπορούμε να πούμε γι’ αυτήν, επειδή περιλαμβάνει την εμπειρία της “αιωνιότητας”. Μιλώντας με όρους της ατομικιστικής νοητικής βαθμίδας, θα αποδίδαμε τον χρόνο του Προσώπου ως ατομικό και συλλογικό “συγχρόνως”. Αλλά αυτό το “συγχρόνως” πώς να γίνει κατανοητό; Αυτό που καθιστά ακατανόητο για το Άτομο τον προσωποκεντρικό χρόνο είναι η ιδιότητά του να “εκρήγνυται” στην “αιωνιότητα”, ή αλλιώς το γίγνεσθαι να “εκβάλλει” στο “είναι”, κάθε φορά που το παρόν “αγγίζει” τα “έσχατα”. Ο “εκρηγνυόμενος” σπειροειδής-κυλινδροειδής ιστορικός χρόνος είναι εσχατολογικός. Το τέλος-σκοπός, η Δευτέρα Παρουσία και η συνδεδεμένη μ’ αυτήν γενική Ανάσταση-ανακαίνιση του κόσμου, δεν είναι γεγονός ενδοϊστορικό, όπως στην εβραϊκή αντίληψη, αλλά “μεταϊστορικό”. Η “θέωση”, ως “σημείο τομής” της προσωπικής και της συλλογικής “θεώσεως”, το οποίο επιτυγχάνεται κατά τη “Θεία Λειτουργία”, παραμένει απλώς “πρόγευση των εσχάτων”. Η “ολοκληρωμένη” και “οριστική” θέωση θα πραγματοποιηθεί όταν έλθει το “πλήρωμα του χρόνου”. Όταν θα έχει αποπερατωθεί η πραγματοποίηση του “θεϊκού σχεδίου”.
Προσπάθησα να παρουσιάσω στην Έκλειψη του Υποκειμένου μια εκλογικευμένη διατύπωση του προσωποκεντρικού χρόνου, ως τρισδιάστατου “σπειροειδούς-κυλινδρικού” συνεχούς, αλλά, ενώ τυπικά μου φαίνεται σωστή, δεν νομίζω ότι βοηθά ιδιαίτερα στην κατανόηση. Ουσιαστικά, δεν ξέρουμε πώς βιώνει και πώς αντιλαμβάνεται τον χρόνο το Πρόσωπο. Ίσως μπορούμε να μαντέψουμε τι σημαίνει στερεομετρικός χρόνος (ατομικός-συλλογικός “συγχρόνως”), αν σκεφθούμε α) ότι μιλάμε για ταυτόχρονη εξέλιξη-προκοπή και στο υπαρξιακό και στο ιστορικό πεδίο, β) ότι η “πηγή της ροής” του χρόνου βρίσκεται στο μέλλον και όχι στο παρελθόν και γ) ότι το είδος της προσωπικής ενέργειας που την “παράγει” είναι η αμερόληπτη Αγάπη. Με άλλα λόγια: είναι ο χρόνος του ανθρώπου, ο οποίος αγαπά με τον τρόπο που αγαπά ο τριαδικός Θεός. Οι διατυπώσεις αυτές και πάλι δεν λένε πολλά πράγματα. Υποθέτουμε ότι η κατανόηση είναι δύσκολη επειδή όλα αυτά αντιστοιχούν σε εμπειρίες μιας ανθρωπολογικής βαθμίδας και ενός πολιτισμού ανώτερου από τον δικό μας.
5. Η νεωτερική εσχατολογία
Η αντίληψη του νεωτερικού Ατόμου για τον χρόνο δεν είναι ούτε η αντίληψη του Προσώπου ούτε εκείνη της ελληνικής εξατομίκευσης. Ο νεωτερικός ατομικός χρόνος έχει εξελικτική κατεύθυνση, αλλά α) διαμετρικά αντίθετη από την ελληνική, ενώ β) ο συλλογικός χρόνος γίνεται αντιληπτός ως εσχατολογία ιουδαϊκού τύπου.
Οι φραγκοτεύτονες, πρόγονοι του νεωτερικού Ατόμου, δεν ήταν σε θέση να προσλάβουν την ελληνική χριστιανική αντίληψη για τον χρόνο και τη μετέτρεψαν σε εσχατολογία εβραϊκού τύπου. Επί πλέον, με το μέλλον είχαν και εξακολουθούν να έχουν ειδικό πρόβλημα, που δεν μας παίρνει να το αναλύσουμε εδώ, ένα πρόβλημα που τους κάνει ευάλωτους στον χιλιασμό. Στη Δευτέρα Παρουσία είδαν την έλευση ενός εβραϊκού Μεσσία, ο οποίος θα εγκαινιάσει ένα στάδιο ιστορικό. Το ανώτερο βεβαίως και τελευταίο. Έτσι όταν ο θρίαμβος της εξατομίκευσης έφερε την ανατροπή της κυριαρχίας του κολεκτιβιστικού χριστιανισμού στη Δύση, πέρασαν, χωρίς καμιά ιδιαίτερη προσπάθεια, στον κοινωνικό ουτοπισμό. Ο παράδεισος θα έλθει, αναπόφευκτα, μέσω της τεχνικής προόδου και της πολιτικής. Αυτός είναι η νεωτερικότητα, το βασίλειο της Λογικής, η εκκοσμικευμένη εκδοχή της εσχατολογικής χιλιετίας. “Στη χριστιανική Δύση οι ‘νεώτεροι χρόνοι’ σήμαιναν τους επικείμενους αιώνες του μέλλοντος που θα αρχίσουν μόνο με τη Δευτέρα Παρουσία (…) Αντίθετα, η κοσμική έννοια της νεώτερης εποχής εκφράζει την πεποίθηση ότι το μέλλον έχει ήδη αρχίσει.”1 Εμπεδωμένη πολύπλευρα, η εκκοσμικευμένη αυτή εσχατολογία θα μετατραπεί από τους Χέγκελ και Μαρξ σε επιβλητικό ιστορικιστικό μεγαθήριο.
Στην ύπαρξη “θεϊκού σχεδίου” πίστευαν και οι Έλληνες χριστιανοί αλλά το θεωρούσαν ανεξιχνίαστο. Πίστευαν ότι το θεϊκό σχέδιο δεν μπορεί να συλληφθεί από την ανθρώπινη λογική. Πεπεισμένοι ότι κάθε προσπάθεια “σύλληψης” του “θεϊκού σχεδίου” καταλήγει σε ανοησία και σε βλάσφημη απόδοση του ιστορικού κακού στον Θεό, δεν ασχολήθηκαν με το θέμα. Δεν είχε όμως την ίδια επιφυλακτική αντίληψη η χριστιανική Δύση, η οποία σπούδαζε τη ratio σαν δρόμο για τη γνώση της “θείας ουσίας”: Αν ο Θεός είναι Νους, τότε το σχέδιό Του είναι λογικό. Περίπλοκο μεν αλλά λογικό. Δηλαδή κατ’ αρχήν κατανοήσιμο και άρα απεικονίσιμο σε ένα λογικό διάγραμμα. Από μια τέτοια βάση ξεκίνησαν στη Δύση όλες οι προσπάθειες να συλληφθεί η “κρυμμένη λογική της Ιστορίας” και να διατυπωθεί ως θεωρία κοινωνικής προόδου μέσα από στάδια. Έτσι δεν είναι λίγοι αυτοί που κατά καιρούς έβαλαν τον εαυτό τους στη θέση του Θεού και πίστεψαν ότι “συνέλαβαν” τη σοφία του, για να γίνουν τελικώς “νούμερο”. Κορυφαίοι ανάμεσά τους οι φιλόσοφοι στους οποίους και αναφερθήκαμε. Μετά το φιάσκο του μαρξιστικού “επιστημονικού” προφητισμού δεχόμαστε, επί τέλους σήμερα (: μεταμοντέρνα θέση), ότι η δυναμική της ιστορίας είναι “χαοτική”, δηλαδή μη γραμμική, μη απεικονίσιμη με όρους ντετερμινιστικής λογικής και θεωρίας συστημάτων.
Η νεωτερική εσχατολογία προσδίδει, λοιπόν, στον χρόνο σαφώς εξελικτικό χαρακτήρα. Τον νοηματίζει ως διαρκή εμπλουτισμό του συλλογικού, ως διαρκή αύξηση της ικανότητάς του “να απαντά στις προκλήσεις”. Ή πιο χαρακτηριστικά: να “λύνει τα προβλήματα”. Να “λύνει” την “αντίθεση” ανάμεσα στον άνθρωπο και στη φύση, από την οποία θεωρείται ότι, σε “τελευταία ανάλυση”, πηγάζουν όλες οι ενδοκοινωνικές αντιθέσεις (λογιζόμενες και αυτές ως “προβλήματα”).
Η νεωτερική αντίληψη για τον συλλογικό χρόνο είναι, λοιπόν, εβραϊκή, διαφορετική από την κυκλική αρχαιοελληνική και την τρισδιάστατη χριστιανοελληνική. Παρομοίως, η νεωτερική αντίληψη για τον υπαρξιακό (ατομικό) χρόνο δεν έχει καμιά σχέση με την αντίστοιχη ελληνική. Εστιάζεται στην ανάπτυξη του διανοητικού μορίου της προσωπικότητας και παραμελεί τα υπόλοιπα. Το πρόβλημα της νεωτερικότητας δεν είναι να μεταπλάσει τον εαυτό, ώστε να γίνει κάτι άλλο απ’ αυτό που είναι: να μπορεί π.χ., όπως το ελληνικό Άτομο, να κυριαρχεί πάνω στις απρόσωπες δυνάμεις της κοινής μας φύσης, ώστε να λειτουργεί μέσα στην πόλι του ως δίκαιος πολίτης, με φρόνηση, παληκαριά και σωφροσύνη. Ο δρόμος που πήρε η νεωτερική εξατομίκευση έχει την ακριβώς αντίθετη κατεύθυνση από εκείνον της ελληνικής. Τα επιτεύγματά της στο πεδίο της “καλής αλλοίωσης” του εαυτού, μέσω της αρετής, θεωρούνται άχρηστα και άνευ αξίας. Ο άνθρωπος πρέπει εδώ να συμβιβαστεί με τη “φύση” του. Πρέπει να απαλλαγεί από τα “μεταφυσικά” συστήματα που θέλουν να μεταμορφώσουν τα πάθη, γιατί αυτά καταλήγουν αναγκαστικά στην ποινικοποίηση της επιθυμίας. Ο άνθρωπος πρέπει να φτιάξει έτσι την κοινωνία του, ώστε κάθε επιθυμία να μπορεί να ικανοποιείται απρόσκοπτα, γιατί είναι εκ φύσεως καλός και δεν χρειάζεται “βελτίωση”. Η μόνη βελτίωση και πρόοδος, που νοείται στο επίπεδο της νεωτερικής ατομικής εξέλιξης, είναι αυτή ακριβώς που έχει ως περιεχόμενο την απαλλαγή από τις δήθεν “βελτιώσεις” και τις παραδόσεις που τις υποστηρίζουν. Δεκτή είναι μόνο η αγωγή η οποία αποβλέπει στον θρυμματισμό και στη διάλυση των αποκρυσταλλωμένων ανθρωπολογικών “βελτιώσεων”, που έφεραν τον εαυτό σε αντίθεση με τη φύση του. Προκρίνεται ρητά η αγωγή που θα φέρει την “εξυγίανση” των σχέσεων ανάμεσα στον άνθρωπο και τον εαυτό του. Το σλόγκαν “να είσαι ο εαυτός σου” εδώ παραπέμπει. Πρόοδος στην ατομική διάσταση είναι λοιπόν τώρα η κατεδάφιση όλων των δεδομένων, που παλιά θεωρούνταν ως “ανθρωπολογική εξέλιξη”. Πρόοδος είναι η επιστροφή στη “φυσικότητα”. Στην καινούργια αυτή βάση, της “φυσικότητας”, το Άτομο πρέπει να προικιστεί με όλη εκείνη την ετοιμότητα λογικής και παρατηρητικότητας, που θα του επιτρέψουν να βρίσκει αποτελεσματικές λύσεις στα κοινωνικά “προβλήματα”. Το θέμα είναι να μάθει, ο “φυσικοποιημένος” άνθρωπος, να χρησιμοποιεί τη λογική και την παρατήρηση με τέτοια τρόπο, που να κάνουν τη ζωή του άνετη, ελεύθερη και ευτυχή.
Από τη στιγμή όμως που ο δυτικός άνθρωπος άρχισε να βλέπει τα πάντα σαν “προβλήματα” που περιμένουν τη λύση τους, ο δρόμος που οδηγεί στην αλγοριθμική σκέψη και την εφαρμογή της για την κατασκευή συστημάτων είχε ανοίξει. Κάθε “πρόβλημα” βρίσκει τον αλγόριθμό του και αντιμετωπίζεται με την κατασκευή του κατάλληλου μηχανικού συστήματος. Έτσι φτιάχτηκε η πολύπλοκη κοινωνία που ξέρουμε, με τα γιγάντια μηχανικά συστήματα που κοντεύουν να πνίξουν τη ζωή στον πλανήτη. Το νεωτερικό Άτομο είναι μια φυσική επιθυμητική μονάδα, που έχει ανάγκες, οι οποίες ικανοποιούνται από συστήματα.
Παρατηρούμε ότι η εξέλιξη έχει περιεχόμενο μόνο στο μέτρο που κατεδαφίζεται ο προηγούμενος κολεκτιβιστικός εαυτός και τα κοινωνικά του “εποικοδομήματα”. Από κει και πέρα η εξέλιξη είναι μόνο κοινωνική. Ο υπαρξιακός χρόνος κενώνεται από περιεχόμενο. Υποκαθίσταται πλήρως από τον συλλογικό χρόνο, ο οποίος, καθώς γίνεται χρόνος μηχανής, δεν παύει να ανανεώνει, συνεχώς και με αυξανόμενη ταχύτητα, τα μηχανικά του περιεχόμενα. Ο άνθρωπος απέκτησε ατομικό ρολόϊ, για να μετρά όμως τον συλλογικό και όχι τον ατομικό χρόνο. Από τη στιγμή που έχει καταναλώσει το προνεωτερικό παρελθόν του, το νεωτερικό Άτομο φτάνει στην κορυφή της ανοδικής ανθρωπολογικής του εξέλιξης. -Κορυφή η οποία συμπίπτει με την κυριαρχία του μοντερνισμού, με τη μηχανοποίηση (μηδενισμό) των συλλογικών ταυτοτήτων. Από τη στιγμή όμως αυτή αρχίζει και η έκλειψή του. Ο υπαρξιακός χρόνος επικαλύπτεται από τον μηχανοποιημένο συλλογικό χρόνο και παύει να υφίσταται. Η επίτευξη της κατάστασης αυτής είναι και το βαθύτερο περιεχόμενο της λεγόμενης “κοινωνικής προόδου”.
6. Η σταδιοποίηση της “Προόδου”
Η εκκοσμικευμένη εσχατολογική μεταφυσική εκφέρεται ως θεωρία ιστορικών σταδίων. Για τον Μαρξ, ο οποίος “αντέστρεψε” τον Χέγκελ και αναβάθμισε τον ουτοπικό σοσιαλισμό σε “επιστημονικό”, η Ιστορία χωρίζεται σε δύο μεγάλα στάδια: την προϊστορία ή “βασίλειο της αναγκαιότητας” και την καθ’ εαυτού Ιστορία ή “βασίλειο της ελευθερίας” (αταξική κοινωνία, κομμουνισμός). Το δεύτερο στάδιο, το ομόλογο της Δευτέρας Παρουσίας, δεν άρχισε με τον Διαφωτισμό και τις αστικές επαναστάσεις, όπως είχαν διακηρύξει οι Διαφωτιστές. Θα αρχίσει, εξ άπαντος, με τη σοσιαλιστική επανάσταση.
Αυτά ως προς την “καθ’ εαυτού” Ιστορία. Η “προϊστορία”, από την άλλη πλευρά, χωρίζεται σε πέντε υπο-στάδια: πρωτόγονη κοινωνία, δουλεία, φεουδαρχία, καπιταλισμός, δικτατορία του προλεταριάτου. Υπήρξε βέβαια και ο “ασιατικός δεσποτισμός”, που ο Μαρξ τον ανακάλυψε πολύ αργά, αφού είχε ήδη φτιαχτεί η βολική θεωρία των “πέντε σταδίων” και επί πλέον αυτή είχε τύχει ενθουσιώδους υποδοχής από το “κίνημα”. Έτσι η “ανωμαλία” εξοστρακίσθηκε σιωπηρά εκ μέρους των θεωρητικών επιγόνων, λόγω και των ενοχλητικών ομοιοτήτων της με τον υπαρκτό σοσιαλισμό. Ακολούθως αντιπροτάθηκαν στη μαρξιστική σταδιοποίηση της ιστορίας άλλες ακόμα πιο θετικιστικές θεωρίες σταδίων, όπως π.χ. αυτή του Ροστόου, για τα στάδια της οικονομικής “ανάπτυξης” ή η πιο ευφάνταστη μεταμοντέρνα θεωρία των “τριών κυμάτων” του Τόφλερ: Αγροτικοί πολιτισμοί (πρώτο κύμα), βιομηχανικός πολιτισμός (δεύτερο κύμα), μεταβιομηχανικός-πληροφορικός πολιτισμός (τρίτο κύμα).
Συναφής με κάθε θεωρία σταδίων είναι η διαμάχη ανάμεσα σ’ εκείνους που θεωρούν “υποχρεωτικά” τα στάδια και σ’ κείνους που πιστεύουν στη δυνατότητα της “υπερπήδησής” τους. Τέτοια ήταν η διαμάχη ανάμεσα στους σοσιαλδημοκράτες, που έλεγαν ότι για να πας στον σοσιαλισμό πρέπει να περάσεις πρώτα από τον καπιταλισμό, και στους κομμουνιστές που ισχυρίζονταν ότι μπορεί μια “προκαπιταλιστική” χώρα να περάσει “κατ’ ευθείαν” στον σοσιαλισμό, “υπερπηδώντας” το καπιταλιστικό στάδιο. Για τη λύση του προβλήματος είχαν προταθεί μάλιστα και οι ειδικότερες θεωρίες της “διαρκούς” και της “αδιάκοπης” επανάστασης. Η υπενθύμησή τους μοιάζει σχολαστική, αλλά αναφέρεται στο κεντρικό πρόβλημα κάθε θεωρίας εξελικτικών σταδίων. Υπενθυμίζουμε την ενδιάμεση απάντηση που έδωσαν οι νεομαρξιστές. Αυτοί έγραψαν άπειρους τόμους για να υποστηρίξουν ότι, όσο κι αν προσπαθήσουν, οι χώρες της “περιφέρειας” δεν μπορούν να “φτάσουν” τις χώρες του “κέντρου”. Δεν είναι ότι δεν μπορούν να μπουν στο καπιταλιστικό στάδιο. Απλώς ο καπιταλισμός που μπορούν να οικοδομήσουν είναι διαφορετικός: εξαρτημένος, υπανάπτυκτος, δορυφορικός. Το χάσμα θα παραμένει αδιάβατο. Το πολύ – πολύ να έχουμε “ανάπτυξη της υπανάπτυξης”. Αυτό ήταν και το βασικό τους επιχείρημα εναντίον της “αυταπάτης του εκσυγχρονισμού”. Αλλά εις μάτην. Είναι απίστευτο πόσο διαποτίζει τις αντιλήψεις μας η νεωτερική ανάγκη για σταδιοποίηση του ιστορικού χρόνου. Τι θα έμενε π.χ. από την αντίληψή μας περί “εκσυγχρονισμού” αν παύαμε να πιστεύουμε στα “στάδια”; Υποτίθεται ότι διαφορετικοί ιστορικοί χρόνοι συνυπάρχουν την “ίδια στιγμή”. Ενώ εγώ π.χ. βρίσκομαι στο παρόν (είμαι “σύγχρονος”), εσύ μπορεί να βρίσκεσαι στο παρελθόν, να είσαι “καθυστερημένος” και “αναχρονιστικός”. Στο ιστορικό “παρόν” βρίσκεται πριν απ’ όλα η Αμερική και ακολουθούν η Δυτική Ευρώπη και η Ιαπωνία. Έπονται κατόπιν, ασθμαίνοντες, όλοι οι άλλοι, με διάφορους βαθμούς μετοχής στο “παρόν”. Ως κριτήριο για την κατάταξη των εθνών στη γραμμική ιστορικιστική κλίμακα χρησιμοποιείται, χωρίς να δηλώνεται, η συναρτημένη με την τεχνολογία διαβάθμιση της ηγεμονικής ισχύος. Αυτή είναι τελικώς το αληθινό μέτρο του “εκσυγχρονισμού”.
Αλλά ας επανέλθουμε στο ιστορικιστικό πρόταγμα. Υπάρχει ο ομογενοποιημένος ιστορικός χρονο-χώρος της νεωτερικότητας. Είναι ο σύγχρονος δυτικός πολιτισμός, που έχει γίνει “παγκόσμιος”. Λέγεται νεωτερικότητα, λόγω της καταστατικής αντιπαραδοσιακότητάς του και της ειδικής σωτηριολογικής αξίας που προσλαμβάνει το “νέο” στη γραμμική-εξελικτική αντίληψη του νεωτερικού ανθρώπου για τον ιστορικό χρόνο. Αναγνωρίζει το “πριν” από τον εαυτό του σαν “προϊστορία” της καθ’ εαυτού ιστορίας, που είναι το δικό του παρόν. Επειδή όμως νευρωτικά θέλει να “κατέχει” το μέλλον, η νεωτερικότητα δεν μπορεί να αναγνωρίσει ότι είναι ενδεχόμενο να υπάρξει ιστορικό στάδιο και “μετά” απ’ αυτήν. Γι’ αυτό νομιμοποιείται ο Φουκουγιάμα να κηρύσσει ήδη παρόν το “τέλος της Ιστορίας”. Το μέλλον είναι προληπτικά αποικισμένο από τη νεωτερικότητα. Επομένως: αφού η νεωτερικότητα δεν έχει πλέον έδαφος περαιτέρω επέκτασης, αφού έχει επιβληθεί σε παγκόσμια κλίμακα και πρακτικά δεν έχει βιώσιμους εχθρούς, αφού η δημοκρατία και η ελεύθερη αγορά έχουν επικρατήσει, κατά την προεξοφλητική διαπίστωση του Φουκουγιάμα,2 η ιστορία έχει “τελειώσει”. Ο Σκοπός-Τέλος της νεωτερικότητας έχει επιτευχθεί-ολοκληρωθεί. Βέβαια το “τέλος” είναι στη νεωτερική αντίληψη ενδοϊστορικό και όχι μεταϊστορικό, όπως στην ελληνο-χριστιανική αντίληψη. Κι από δω πηγάζουν του κόσμου τα προβλήματα. Πάντως, επί νεωτερικού επιπέδου, το θεώρημα του Φουκουγιάμα είναι ακαταμάχητο, γιατί ολόκληρη η σκέψη του 19ου και του 20ού αιώνα κινείται στο σχήμα του “τέλους”. Το σχήμα αυτό δεν μπορεί να αμφισβητηθεί ούτε από τον “ύστερο” μαρξισμό (σχολή Φρανκφούρτης, σχολή Φουκώ-Ντεριντά, “αδύναμη σκέψη”, θεωρητικοί του “τέλους των μεγάλων αφηγήσεων”).3 Ο Φουκουγιάμα είναι περισσότερο καίριος απ’ ό,τι φαντάζεται λέγοντας ότι: “Το τέλος της ιστορίας είναι η ολοκλήρωση των διαδικασιών εξατομίκευσης, της οποίας προσφορότερη μορφή αποτελεί ο φιλελεύθερος καπιταλισμός”. Η νεωτερική διανόηση αδυνατεί να υπερβεί τη θέση του “τέλους”, γιατί βλέπει το Άτομο σαν την κορυφή της ανθρωπολογικής εξέλιξης.
Θα κλείσουμε την επισκόπησή μας με την παρατήρηση ότι, στη νεωτερική αντίληψη για την εξέλιξη, δεν υπάρχει καθόλου η έννοια της υποστροφής. Η εξέλιξη είναι πάντοτε “προοδευτική”. Στην ελληνική συνείδηση, αντίθετα, η διαρκής παρουσία των αντινομιών Χάους-Κόσμου, Ακτίστου-Κτιστού, Προσώπου-Ουσίας, καθιστούν την “προοδευτική” ιδέα τουλάχιστον αφελή. Στην τρίβαθμη ανθρωπολογική κλίμακα (Δούλος-Άτομο-Πρόσωπο) τα πράγματα είναι πολύ σύνθετα αλλά και σαφέστερα: υπάρχει νόμος προόδου αλλά συγχρόνως και νόμος υποστροφής. Η εξέλιξη και η πτώση δεν είναι αυτόματη ή τυχαία, αλλά προϊόν ελεύθερης επιλογής. Αλλά, αν υπάρχει ανθρωπολογική υποστροφή, τι συμβαίνει στο νεωτερικό Άτομο όταν καταρρεύσει μέσα του ο τεχνολογικός μεσσιανισμός και η πίστη στην Πρόοδο; Τι επιπτώσεις έχει πάνω στην “ταύτιση” του ανθρωπο-ανταλλακτικού με τον συστημικό του “ρόλο” το “κενό νοήματος” που δημιουργείται; Αλλά αυτά είναι αντικείμενο μιας άλλης συζήτησης.