ΣΗΜΑΝΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ-ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ

Δευτέρα 27 Φεβρουαρίου 2012

Ανθολόγιον 88: π. Ανανίας Κουστένης, περί μνησικακίας


(…)Η μνησικακία –και κάθε κακία-είναι βάρος και αρρώστια και χειμώνας για την ψυχή. Όταν προσπαθούμε με τη Χάρη του Θεού να συγχωρήσουμε τους αδελφούς μας ανθρώπους –άλλωστε και μεις αμαρτωλοί είμαστε και φταίμε και στον Θεό και σε αυτούς και στην πλάση- τότε φεύγει από πάνω μας το βάσανο, αυτός ο χειμώνας που προείπαμε και έρχεται η άνοιξη. Να γιατί φέρνει  η νηστεία άνοιξη στην ψυχή. (…)



π. Ανανίας Κουστένης, Νηστεία: η άνοιξη στη ζωή μας (απόσπασμα από το κήρυγμα της Κυριακής της Τυρινής), εφημ. «Πρώτο Θέμα», 26-2-2012. σελ. 52.

Κυριακή 26 Φεβρουαρίου 2012

Νικόλας Σεβαστάκης,Από εδώ και εμπρός, η διαμάχη των ιδεών

[& Αυγή 26-2-2012, σελ. 25]

Όχι πια περιγραφές του προβλήματος, λύσεις. Λύσεις στο πιάτο. Συγκεκριμένα πράγματα, ένα, δύο, τρία… Κάπως έτσι εγκαλείται αυτός που γράφει τούτες τις μέρες δίχως να έχει πρόχειρη απάντηση για το PSI, τα CDS, το τι θα περιέχουν τα άρθρα ενός μη μνημονιακού προϋπολογισμού. Κατανοητή η αντίδραση, αλλά νομίζω ότι στηρίζεται σε μια σύγχυση: απαιτεί από τον κάθε μεμονωμένο γραφιά να μεταβληθεί σε συλλογικό διανοούμενο ή σε ινστιτούτο μελετών με παραρτήματα και άφθονους πόρους. Kάτι παραπάνω: απαιτεί και από πολιτικές δυνάμεις ή χώρους που δεν κυβερνούν να είναι ήδη μια τέλεια οργανωμένη πολιτική εξουσία με όλες τις απαντήσεις για τις λεπτομέρειες της διαχείρισης της κρίσης και για τα επόμενα δέκα χρόνια.
Ας μην παραλογιζόμαστε. Άλλο η εύλογη προγραμματική ζήτηση, και άλλο η μετατροπή των διανοουμένων σε εικονικούς λειτουργούς μιας μελλοντικής κυβέρνησης εθνικής σωτηρίας. Άλλο πράγμα είναι η κριτική γνώμη και εμπειρογνωμοσύνη, και διαφορετική εκείνη η αφελής στάση που απαιτεί υπερπαραγωγή βεβαιοτήτων σε μια στιγμή όπου κανένας δεν μπορεί να πουλά βεβαιότητες.
Τα γράφω αυτά, γιατί μετά το κείμενο παρέμβασης για την Υπεράσπιση της κοινωνίας και της δημοκρατίας, το οποίο και συνυπέγραψα, συνάντησα την ίδια αντίδραση: καλή η περιγραφή, λένε, αλλά πού είναι οι συγκεκριμένες λύσεις, το α, β, γ;
Ας μου επιτραπεί να έχω μια διαφορετική αντίληψη για την κριτική δημόσια παρέμβαση, για τη διεξαγωγή της ιδεολογικής και πολιτισμικής διαμάχης. Η διαμάχη αφορά πλέον τους βασικούς προσανατολισμούς, το Σύνταγμα της «νέας μεταπολίτευσης», δηλαδή τους θεμελιώδεις ταξικούς και πολιτικούς όρους της νέας περιόδου. Θα είναι δημοκρατική ή ένας γενικευμένος ολιγαρχικός μονόδρομος; Θα φέρει μαζί της την εξουθένωση μεγάλου μέρους της κοινωνίας στο βωμό του «καπιταλιστικού εξορθολογισμού»; Μπορεί, αντίθετα, να γίνει πεδίο δημιουργίας νέων κοινωνικών δεσμών και μορφών πολιτικής παρέμβασης των «από κάτω» στις εξελίξεις; Αυτό που έρχεται θα οδηγήσει άραγε στους ψυχιάτρους τους αποταγμένους μεσοαστούς και στις ουρές της Πρόνοιας τους φτωχότερους, όπως ήδη συμβαίνει; Ή μπορεί να κυοφορήσει μια αλλαγή Παραδείγματος πέρα από τις επιθυμίες της νέας πληθυντικής μας Δεξιάς η οποία θρησκεύεται με τον «Ορθό Λόγο»;
Αυτή τη στιγμή επιχειρείται από διάφορες πλευρές να επιβληθεί ένα μοντέλο εθνικής ανόρθωσης (κατά τη φρασεολογία Λοβέρδου), που διαχωρίζει τη διάσωση ή την «αυτοσυντήρηση του έθνους» από το πρόβλημα της κοινωνικής δικαιοσύνης, της αναδιανομής του πλούτου, της άσκησης των δημοκρατικών κοινωνικών ελευθεριών, της αξιοπρέπειας του εργαζόμενου ανθρώπου. Αυτός ο πολεμικός «ορθολογισμός» επαναφέρει τη διαίρεση μεταξύ του έθνους των μοντέρνων και του έθνους των παρωχημένων, μεταξύ των πρωτοποριών της γνώσης και της διακυβέρνησης και όλων των υπόλοιπων που κατακεραυνώνονται ως δυνάμεις του παρελθόντος και του σκότους.
Πρωτόλειος οικονομισμός, «επιτελικός» κρατισμός των «κεντρώων» νεοφιλελεύθερων, νομικισμός που αδιαφορεί για κάθε αίσθηση του δικαίου: όλα αυτά αθροίζονται σε ένα πλέγμα εξουσιαστικού λόγου, το οποίο δεν έχει δισταγμούς να φτάσει στα άκρα.
Και, από μια άποψη, οι συνθήκες που ζούμε αλλάζουν τους όρους της διαίρεσης μεταξύ Αριστεράς και Δεξιάς. Ο ζωτικός ιδεολογικός πυρήνας της σύγχρονης Δεξιάς είναι φωνές και δυνάμεις οι οποίες προέρχονται κατά βάση από το φαντασματικό «δυναμικό Κέντρο» (φρασεολογία Διαμαντοπούλου), από τον γαλαξία της «ένωσης των μεταρρυθμιστών». Αυτό το γεγονός μπορεί, υπό όρους, να λειτουργήσει και απελευθερωτικά για τη διαμόρφωση μιας ριζοσπαστικής δημοκρατικής δημόσιας σφαίρας. Σε αυτή τη σφαίρα δεν είναι πια αδύνατη η επίτευξη συναινέσεων μεταξύ αριστερού αντικαπιταλισμού και πολιτικού φιλελευθερισμού. Στο βαθμό που στην Αριστερά (εκτός ΚΚΕ) γίνεται συνείδηση η κεντρικότητα του ζητήματος της δημοκρατίας στον αγώνα εναντίον των νέων «απαράτσικ», των ιεροκηρύκων της ανόρθωσης διά της καταστροφής, αυτή η διεργασία έχει ήδη ξεκινήσει.
Με την προϋπόθεση, ωστόσο, ότι και οι ευαισθησίες του κριτικού πολιτικού φιλελευθερισμού ή της φιλελεύθερης κεντροαριστεράς θα αποστασιοποιηθούν από τις εκσυγχρονιστικές μυθολογίες που στη σημερινή τους έκφραση τείνουν να γεννήσουν θεσμικούς πραξικοπηματίες.


 *Ο Νικόλας Σεβαστάκης διδάσκει στο Τμήμα Πολιτικών Επιστημών του ΑΠΘ


Δείτε και:

Νικόλας Σεβαστάκης: Η διανόηση, η δημοκρατία και το σχίσμα


Θ.Ι.Ρηγινιώτης, Νεομάρτυρες της Κρίσης (& Ομολογητές)


Δεν ξέρω ποιοι είναι, αλλά σίγουρα υπάρχουν. Είναι οι άνθρωποι που βλέπουν κομμάτια της ζωής τους να καταρρέουν –χάνουν τη δουλειά τους, το σπίτι τους, πεινούν, εγκαταλείπονται πιθανόν κι από την οικογένειά τους, θύματα ενός ανελέητου και απάνθρωπου διεθνούς παιχνιδιού– και, παρ’ όλα αυτά, συνεχίζουν να διατηρούν στην καρδιά τους εμπιστοσύνη στο Θεό και αγάπη για το συνάνθρωπο!
Οι άνθρωποι αυτοί είναι γνήσιοι πνευματικοί αγωνιστές. Η ζωή τους, ακόμα κι αν πηγαίνουν φυλακή για χρέη, ακόμα κι αν ψάχνουν για φαγητό στα σκουπίδια (στα δικά μου σκουπίδια, που κάνω πως δεν τους ξέρω, αφού ακόμη μου μένουν κατά καιρούς κάποια υπολείμματα και τα πετάω), έχει μια ποιότητα, διαμορφωμένη από τη θεία χάρη, που κατοικεί μέσα τους. Πονούν, αλλά δίπλα στον πόνο τους υπάρχει γαλήνη, αγάπη, ελπίδα και χαρά. Μια παράξενη χαρά, από το πλησίασμά τους στο Χριστό – πλησίασμα που οφείλεται ακριβώς στο ότι σηκώνουν το σταυρό τους με πίστη κι αγάπη, όπως είχε κάνει κι Εκείνος.
Η ζωή ενός ανθρώπου που ζει μέσα στη θεία χάρη είναι πιο χαρούμενη και ελεύθερη από τη ζωή κάποιου που ζει μέσα στα λεφτά ή στην ασφάλεια του σπιτιού του ή της επιτυχημένης καριέρας του.
Η ποιοτική ψυχή τους, και η ποιοτική ζωή τους, έχει θετικό αντίχτυπο στην αιωνιότητα. Όμως, χωρίς να το επιδιώκουν, επηρεάζει θετικά και τους συνανθρώπους, με τους οποίους έρχονται σε επαφή.
Ίσως δεν ξέρετε πως υπάρχουν κάποιοι άγιοι που επιλέγουν να ζουν ως άστεγοι και να τρέφονται ελάχιστα από ελεημοσύνες, παριστάνοντας τους τρελούς, για να μην καταλαβαίνουν οι άνθρωποι πως είναι άγιοι και να μην τους τιμούν. Στη γλώσσα της Ορθοδοξίας, ονομάζονται «σαλοί διά Χριστόν» (=τρελοί, εξαιτίας του Χριστού, τον οποίο υπεραγαπούν). Είναι η μόνη περίπτωση ορθόδοξων ασκητών που ζητιανεύουν (εκτός από τις περιπτώσεις εράνου λόγω μια καταστροφής ή μια μεγαλύτερης ανάγκης), αλλά κι εκείνοι ανταποδίδουν την προσφορά, προσευχόμενοι ειλικρινά και αποτελεσματικά για όλο τον κόσμο.
Αυτοί λοιπόν οι άστεγοι, κουρελήδες, περιθωριακοί, με την αγιότητά τους δίνουν ποιότητα στον τόπου όπου ζουν. Και η ποιότητα αυτή, που ξεκινάει από μέσα τους, τους συνοδεύει αιώνια, και εδώ και στον ουρανό.
Σαλοί άγιοι υπάρχουν και σήμερα. Η Γερόντισσα Ταρσώ στην Κερατέα Αττικής κοιμήθηκε το 1980. Η Στέλλα, το «Σπουργιτάκι του Θεού», που ζούσε στο κέντρο της Αθήνας, σκοτώθηκε από αυτοκίνητο το 2005… Γενικά, δεν ξέρω αν ο «τρελός» που συναντάω στο δρόμο είναι «γνήσιος» τρελός ή άγιος – και, υπόψιν, η συμπεριφορά μου απέναντί του είναι ένα είδος εξετάσεων μπροστά στο Θεό.
Αυτό σημαίνει και δίπλα στο σκουπιδοτενεκέ της κοινωνίας μπορεί ν’ αγιάσεις. Και, επειδή πάντα υπάρχουν αγνοί άνθρωποι, αληθινοί χριστιανοί, με τον άδολο τρόπο της γιαγιάς μας, είμαι βέβαιος πως και ανάμεσα στα θύματα της οικονομικής κρίσης υπάρχουν κάποιοι, άγνωστοι, που αγιάζονται σηκώνοντας το σταυρό τους με πίστη κι αγάπη. Αυτοί δεν είναι μόνο «νεόπτωχοι», όπως τους χαρακτηρίζουν οι αναλυτες. Είναι νεομάρτυρες, σαν τους νεομάρτυρες της Τουρκοκρατίας και των αθεϊστικών καθεστώτων της ανατολικής Ευρώπης: υποφέρουν, αλλά αντιστέκονται στο μικρόβιο που καταστρέφει την πίστη και την αγάπη.
Οι άνθρωποι αυτοί, ωστόσο, διαφέρουν από εκείνους που κραυγάζουν πως πρέπει να στηθούν κρεμάλες για εκείνους που μας πήραν τα λεφτά απ’ την τσέπη. Διαφέρουν από εκείνους που μισούν τους ενόχους. Και μοιάζουν στ’ αλήθεια «τρελοί», γιατί συγχωρούν τους ενόχους, όπως τους συγχωρούν και οι άγιοι. Ακόμα κι όταν αγωνίζονται για τα δικαιώματα του πλησίον ή για την ανόρθωση της κοινωνίας, δεν το κάνουν με μίσος και διάθεση εκδίκησης (ή ανελέητης «δικαιοσύνης»), αλλά με αγάπη.
Ίσως είσαι κι εσύ ένας απ’ αυτούς. Ή ίσως να θέλεις να γίνεις ένας απ’ αυτούς. Μη χάνεις το θάρρος και την ελπίδα σου. Ο Χριστός δε δίνει πάντα αυτό που του ζητάμε, αλλά συχνά αυτό που Εκείνος ξέρει ότι μας χρειάζεται. Αλλά είναι πιο κοντά μας απ’ ό,τι είναι η καρδιά μας.
Δηλαδή τι λέω; Να σταματήσουν οι αγώνες; Όχι φυσικά, αλλά να ξέρουμε πως δε ζούμε μόνο με ψωμί, αλλά και με Χριστό. Κι αν έχω καταστραφεί οικονομικά, κι αν είμαι στη φυλακή, αλλά έχω το Χριστό, είμαι ελεύθερος. Κι αν δεν έχω να φάω, αλλά έχω το Χριστό, ο Χριστός θα με θρέψει. Αν δεν έχω ούτε το Χριστό, τότε είμαι πραγματικά πεινασμένος, απελπισμένος, οργισμένος κι αξιοθρήνητος. Αυτό το ξέρουν οι Ορθόδοξοι της Αφρικής, που είναι πολλοί και θερμοί, και τώρα το μαθαίνουμε κι εμείς, αλλά ακόμα αντιστεκόμαστε γιατί θέλουμε μόνο τα μεροκάματά μας, όχι το Χριστό. Και τα δικαιούμαστε, αλλά χωρίς το Χριστό συχνά γεμίζουμε την ψυχή μας απελπισία, οργή και μίσος, δηλ. αυτά ακριβώς που ο Χριστός, στο Ευαγγέλιο, ζήτησε να αποφεύγουμε.
Ως μάρτυρες λογίζονται από τους αγίους και οι άνθρωποι που υποφέρουν μια οδυνηρή ασθένεια με πίστη κι αγάπη, καθώς κι εκείνοι που τους φροντίζουν, χωρίς να χάσουν την εμπιστοσύνη τους στο Θεό και την αγάπη τους στο συνάνθρωπο. «Σήμερα, που δε γίνονται διωγμοί» έλεγε ο γέροντας Παΐσιος, «ο καρκίνος γεμίζει τον παράδεισο» (παρόλο που γίνονται και διωγμοί, ιδίως σε μουσουλμανικές χώρες).
Μια τελευταία παρατήρηση. Για ν’ αντέξει κάποιος τα βάσανα της ζωής μένοντας πιστός και καλός, χρειάζεται οπωσδήποτε τη στήριξή μου, τη στήριξη του διπλανού του. Όχι απαραίτητα τα λεφτά μου. Σίγουρα όμως την αγάπη μου, το χαμόγελό μου, την προσευχή μου. Γι’ αυτό λεγόμαστε «Εκκλησία» (δηλ. «συγκέντρωση», συνάντηση) και δεν είμαστε απομονωμένοι κι αποκομμένοι ο ένας απ’ τον άλλον – δυστυχώς όμως καταντήσαμε έτσι. Και χρειάζεται επίσης και τη βοήθεια του Θεού. Και η βοήθεια αυτή έρχεται με τα μέσα που μας έχουν διδάξει οι γιαγιάδες μας και οι άγιοι της Εκκλησίας μας: με την προσευχή, την εξομολόγηση, τη θεία μετάληψη, τον εκκλησιασμό (δηλ. το να πηγαίνουμε στην εκκλησία και να στεκόμαστε δίπλα στο συνάνθρωπο), τη νηστεία – όταν φυσικά γίνονται γι’ αυτό το σκοπό κι όχι εθιμοτυπικά ή υποκριτικά.
Αυτές οι φτωχές σκέψεις είναι το μικρό μου δώρο για σας. Δεν έχω λεφτά να δώσω για τα προβλήματα της Ελλάδας και της κοινωνίας, έχω μόνο μερικές σκέψεις, κι αυτές θέλησα να μοιραστώ μαζί σας, μέρες που είναι…
Καλή Σαρακοστή, αδελφοί, και ΚΑΛΗ ΑΝΑΣΤΑΣΗ!

Θεόδωρος Ι. Ρηγινιώτης

Δεν βιώνουμε το παρόν αλλά το μετά


 Δεν βιώνουμε το παρόν αλλά το μετά: μεταμοντερνισμός, μεταδημοκρατία,  μεταϊστορία…



Παρασκευή 24 Φεβρουαρίου 2012

Ανθολόγιον 87: π. Ανανίας Κουστένης



(…)Είναι κακό η φυλακή και μάλιστα να είσαι μέσα άδικα κρατούμενος. Είναι κακό η ξενιτειά, διότι δεν έχεις κανέναν, δεν νοιώθεις στήριγμα, αισθάνεσαι μόνος. Και ακόμα, η αρρώστια και η ανημποριά και η κατάκλιση στο κρεβάτι είναι από τα πιο σοβαρά. Νομίζεις πως πεθαίνεις, πως χάνεσαι, πως φεύγεις. Κι αν έλθει κάποιος να σε δει, σου φέρνει τη ζωή, σου δίνει την ευχή να γίνεις καλά. Και τότε παίρνεις τα πάνω σου, παίρνεις δύναμη. Και  σημειώνουν οι πατέρες και οι ερμηνευτές ότι ο Κύριος δεν θα μας πει «γιατί δεν αναστήσατε και δεν κάματε καλά τον πεθαμένο, γιατί δεν βγάλατε από τη φυλακή τον φυλακισμένο-δεν είναι κι εύκολο- και γιατί δεν δώσατε τα πάντα στον ξένο…» αλλά «γιατί δεν τον επισκεφθήκατε;». Είχαμε πάει κάποτε στη φυλακή μ’ ένα συνάδελφο, να ιδούμε έναν ανθρωπάκο του λαού, που έλεγε πως ήταν άδικα κρατούμενος. Μόλις μας είδε, πηδούσε απ’ τη χαρά του λες και του προσφέραμε τον Παράδεισο. Και είπαμε με τον παπά φεύγοντας-και νιώθαμε μεγάλη χαρά- πως πήγαμε και είδαμε τον Χριστό στη φυλακή και πήραμε απ’ τη χαρά του Χριστού.
Είναι σημαντικά αυτά. Με απλά πράγματα, με απλές κινήσεις, με απλές πράξεις και με τα ποδαράκια και τα χεράκια μας μπορούμε να κάνουμε τόσα καλά στους εν Χριστώ αδελφούς μας και στα υπόλοιπα ανθρωπάκια. Μπορούμε να κάνουμε. Αλλά τι κάνουμε; Αμελούμε. Αμελούμε και μας ξεφεύγει το καλό από τα χέρια.(…)


π. Ανανίας Κουστένης (απόσπασμα από το κήρυγμα της Κυριακής των Αποκρέω), εφημ. «Πρώτο Θέμα», 19-2-2012, σελ. 55).

Γ.Κοντογιώργης (Κανάλι 10, 15-2-2012): "Δεν θα προχωρήσουμε σε έξοδο από την κρίση με όρους αξιοπρέπειας για τη χώρα , με όρους μη κινεζοποίησης της ελληνικής κοινωνίας και αποδόμησης του παραγωγικού ιστού της χώρας εάν δεν αναταχθεί, δεν αλλάξει άρδην το πολιτικό σύστημα και το κράτος"



http://www.youtube.com/watch?feature=player_embedded&v=c6Eu_rngjXc


Στα πλαίσια της εκπομπής Πολιτική Επικαιρότητα του Καναλιού 10 που μεταδόθηκε στις 15.2.12, ο Καθηγητής πολιτικής επιστήμης και πρώην πρύτανης του Παντείου Πανεπιστημίου κ. Γιώργος Κοντογιώργης απαντά στα ερωτήματα της εκπομπής για τα αίτια της σημερινής ελληνικής κρίσης, τι μπορεί να γίνει και ποια είναι η διέξοδος.

Πέμπτη 23 Φεβρουαρίου 2012

Βασίλης Kαραποστόλης, Ποιος θα παρακινήσει ποιους;

Χρειάζεται η ηγεσία να εμφανιστεί αυτοπροσώπως και να δείξει αν μπορεί να διατρέξει κινδύνους ή να χαθεί

Πηγή: LoMak
 
Δεν είναι καινούριο φαινόμενο στην Ελλάδα να ζητάνε τόσο πολλοί κάτι που τόσο λίγοι να πιστεύουν πως θα ’ρθει. Ζητάνε νέους ηγέτες. Αλλά την επόμενη στιγμή η δυσπιστία τους παίρνει τον λόγο και τους λέει να μην ξεχνάνε τα παλιά διδάγματα. Πράγματι, το παρελθόν έχει δείξει πόσο δύσκολο είναι στον τόπο μας να ξεχωρίσει, να επιβληθεί και να κρατηθεί στη θέση του ο Ένας. Το πρόβλημα αυτό έχει σχέση με τη διάκριση ανάμεσα στη φιλοπρωτία και τη φιλαρχία κι αξίζει να σταθούμε εδώ. Οπως παρατήρησε κάποτε ο Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος, οι πρωταγωνιστές κατά τον Αγώνα εναντίον των Οθωμανών χαρακτηρίζονταν συχνά από μια συμπεριφορά αμφίρροπη. Στους πολιτικούς ανταγωνισμούς μεταξύ τους επεδίωκαν μεν να επικρατήσουν των αντιπάλων τους, όχι όμως ολοκληρωτικά, όχι αναλαμβάνοντας την πλήρη ευθύνη της αρχηγίας σε όλους τους τομείς. Οι παλινωδίες τόσο του Κολοκοτρώνη όσο και του Μαυροκορδάτου είναι χαρακτηριστικές. Θέλουν και οι δύο να είναι πρώτοι, αλλά διστάζουν να είναι γενικοί αρχηγοί.
Η αντίφαση αυτή είναι χαρακτηριστική για κάθε περιοχή του δημοσίου βίου και δεν περιορίστηκε μόνο στα χρόνια εκείνα. Συνεχίζεται έως τις μέρες μας. Και σήμερα υπό την πίεση της παρούσας κρίσης μπορούμε να προσδιορίσουμε τις συνέπειές της. Η βασική συνέπεια είναι μία, αλλά έχει δύο όψεις. Η πρώτη δείχνει τον εκάστοτε ιθύνοντα να αποφεύγει να αναλάβει δράση πραγματικά καθοδηγητική. Η άλλη όψη δείχνει τους πολλούς να στέκουν επιφυλακτικοί απέναντι σ’ έναν ηγέτη που φαίνεται ανέτοιμος να τους παρακινήσει. Είναι προφανές ότι ο κόμπος λύνεται με έναν και μόνο τρόπο: με την πρωτοβουλία που θα ήταν δυνατόν να πάρει ο ηγέτης ώστε να πραγματώσει αυτό που είναι ο ίδιος μόνον κατ’ όνομα. Και τούτο συνέβη, όντως, σε ορισμένες περιπτώσεις, όπως μαρτυρεί τόσο η ιστορία όσο και η κοινωνική εμπειρία διαφορετικών γενεών. Υπήρξαν, πράγματι, στιγμές κατά τις οποίες οι ιθύνοντες στον ελλαδικό χώρο μπόρεσαν να απευθυνθούν πειστικά και το κυριότερο να συνεγείρουν τους πιο παθητικούς, επειδή το ένστικτο τούς κατηύθυνε σε μια ριζική και από όλους ομολογημένη αλήθεια: ότι στη χώρα μας εάν δεν αναλωθεί κανείς έως το τέλος, δεν πείθει κανέναν για την αξία του. Είναι ανάγκη, πράγματι, αυτός που λόγω θέσης ή τίτλου συμβολίζει το ιδεατό (π.χ. την ιδέα της χρηστότητας, της συνέπειας, ή ακόμη και της αποτελεσματικότητας) να «υλοποιεί» προσωπικά ό,τι συμβολίζει. Για να εμπνεύσει το ιδεατό πρέπει να παρουσιαστεί με σάρκα και οστά. Τότε είναι πιθανόν να αλλάξουν πολλά: μπορεί να υπάρξει εμψύχωση, ενθουσιασμός. Αλλά μπορεί, εάν η ανθρωποποίηση αυτή του ιδεατού πάει λίγο στραβά, να συμβεί το αντίθετο και να εξαπλωθεί το δηλητήριο της διάψευσης.

Ανθρωποφαγική χώρα
Απ’ αυτή τη σκοπιά πρέπει να ερμηνεύσουμε εκείνο που συχνά καταγράφεται στις αυτοβιογραφίες πολιτικών ανδρών, αλλά και άλλων που μπήκαν στις περιπέτειες του κοινού βίου: ότι η Ελλάδα είναι χώρα ανθρωποφαγική. Το συναντά κανείς στα απομνημονεύματα του Μακρυγιάννη, σε επιστολές του Χαρίλαου Τρικούπη, του Ελευθερίου Βενιζέλου, του Ιωνος Δραγούμη ή και στις μαρτυρίες συναγωνιστών του Αρη Βελουχιώτη και πολλών άλλων. Την ανθρωποφαγία όμως πρέπει να την εννοήσουμε και πάλι με δύο σημασίες. Σύμφωνα με την πρώτη τα ικανά άτομα είναι δυνατόν να καταβροχθιστούν ολόκληρα από μια κοινότητα εθελότυφλη, η οποία δεν θέλει να δει την αξία τους. Από την άλλη όμως, κι αυτή είναι η δεύτερη σημασία, διατηρείται σ’ ένα μέρος της κοινότητας η δίψα να αντληθούν από τους πιο ικανούς όλες οι δυνάμεις τους, όλο το αίμα τους ώστε να μπορέσει η κοινότητα να κρατηθεί η ίδια ζωντανή. Η ανθρωποφαγία είναι μια ανάγκη των πολλών για ζωογόνηση με το αίμα των λίγων, των εκλεκτών.
Αν το λάβουμε αυτό σοβαρά υπόψη, μπορούμε να πούμε τι χρειάζεται σήμερα για να έρθει η κινητοποίηση των συλλογικών μας δυνάμεων. Χρειάζεται οι ιθύνοντες σε όλα τα επίπεδα να κατέβουν στη βάση, για να δοκιμαστούν, να πείσουν, να εμπνεύσουν ή, διαφορετικά, να καταστραφούν. Χρειάζεται η ηγεσία να εμφανιστεί αυτοπροσώπως και να δείξει αν μπορεί να διατρέξει κινδύνους, να υποστεί ζημίες ή να χαθεί. Το «θνήσκειν» και το «γίγνεσθαι» είναι σε μας δεμένα άρρηκτα. Πρέπει να θυσιαστεί κάτι αρκετά μεγάλο προκειμένου να γεννηθεί ακόμη και κάτι μικρό.

Ζωντανή παρουσία
Υπ’ αυτή την έννοια δεν θα υπάρξει ανασυγκρότηση της χώρας, αν τόσο στη σφαίρα της πολιτικής όσο και της διοίκησης και της εργασίας οι ιθύνοντες δεν προσφέρουν τη ζωντανή παρουσία τους και δεν συνδεθούν ενεργά, και παραδειγματικά, με τους υφισταμένους για την εκτέλεση των ανειλημμένων έργων. Απαιτείται η αυτοπρόσωπη παρουσία του υπουργού μέσα στα έργα του υπουργείου του. Απαιτείται το ίδιο για τον διευθυντή μιας δημόσιας υπηρεσίας ή μιας επιχείρησης και επίσης το ίδιο για τον εκπαιδευτικό. Οι αγρότες περιμένουν την επιτόπια επίσκεψη των γεωπόνων, οι δάσκαλοι την επιτόπια συνεργασία μ’ έναν σύμβουλο ψημένο μες στα σχολικά προβλήματα. Τίποτα δεν μπορεί να γίνει εξ αποστάσεως σε μια χώρα που τρέφεται με την εγγύτητα. Ούτε πολιτική εξ αποστάσεως είναι δυνατή, ούτε παραγωγή, ούτε εκπαίδευση. Για να αναληφθεί, επομένως, οποιοδήποτε έργο διαρκείας είναι ανάγκη αυτοί που το διευθύνουν να μην είναι απλώς οι εγκέφαλοι που το συνέλαβαν, αλλά η ψυχή και το σώμα του. Η μεγαλύτερη θεσμική αλλαγή που θα μπορούσε να γίνει στην Ελλάδα, είναι να εγκατασταθούν οι ιθύνοντες στους θεσμούς. Δίχως αυτό, οποιαδήποτε ανάπτυξη και οποιαδήποτε ανασυγκρότηση θα παραμείνουν χίμαιρες για μια ακόμη φορά.
* Ο κ. Βασίλης Καραποστόλης είναι καθηγητής Πολιτισμού και Επικοινωνίας του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Αναδημοσίευση από την Kαθημερινή - Ημερομηνία δημοσίευσης: 19-02-12.

Kάλεσμα γάλλων διανοουμένων υπερ του ελληνικού λαού-Sauvons le peuple grec de ses sauveurs ! Par un collectif d’intellectuels et d’artistes européens



Koρυφαίοι γάλλοι στοχαστές μεταξύ των οποίων ο Μπαντιού, ο Μπαλιμπάρ, ο Νανσύ,  ο Ρανσιέρ, κ.ά.,υπογράφουν κείμενο υποστήριξης του ελληνικού λαού το οποίο δημοσίευσε η εφημερίδα Liberation.

ΝΑ ΣΩΣΟΥΜΕ ΤΟΝ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΛΑΟ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΣΩΤΗΡΕΣ ΤΟΥ

Τη στιγμή που ένας στους δύο Έλληνες νέους είναι άνεργος, 25.000 άστεγοι περιπλανώνται στους δρόμους της Αθήνας, το 30% του πληθυσμού βρίσκεται κάτω από το όριο της φτώχιας, χιλιάδες οικογένειες υποχρεούνται να βάλουν τα παιδιά τους σε ιδρύματα προκειμένου να μην πεθάνουν από την πείνα και το κρύο, νεόφτωχοι και πρόσφυγες δίνουν μάχες για τους σκουπιδοτενεκέδες στους δημόσιους χώρους, οι «σωτήρες» της Ελλάδας, υπό το πρόσχημα ότι οι Έλληνες «δεν καταβάλουν αρκετές προσπάθειες», επιβάλλουν ένα νέο σχέδιο βοήθειας που διπλασιάζει τη χορηγούμενη θανατηφόρα δόση. Ένα σχέδιο που καταργεί το εργατικό Δίκαιο  και καταδικάζει τους φτωχούς σε ακραία ένδεια, εξαφανίζοντας παράλληλα τις μεσαίες τάξεις. 

Ο στόχος δεν είναι σε καμία περίπτωση η «σωτηρία» της Ελλάδας: όλοι οι οικονομολόγοι που είναι  άξιοι του ονόματός τους συμφωνούν επ’ αυτού. Το ζητούμενο  είναι να κερδηθεί  χρόνος προκειμένου να σωθούν  οι πιστωτές ενώ παράλληλα η χώρα οδηγείται σε μια προδιαγεγραμμένη  χρεοκοπία.  Πρωτίστως, το ζητούμενο είναι να μετατραπεί η   Ελλάδα σε  εργαστήριο μιας κοινωνικής μεταλλαγής που θα γενικευθεί, σε έναν δεύτερο χρόνο, σε ολόκληρη την Ευρώπη. Το μοντέλο που δοκιμάζεται πάνω στους Έλληνες είναι εκείνο μιας κοινωνίας χωρίς δημόσιες υπηρεσίες, στο πλαίσιο της οποίας τα σχολεία, τα νοσοκομεία και τα ιατρικά κέντρα κατεδαφίζονται, η υγεία καθίσταται προνόμιο των πλουσίων, οι ευπαθείς πληθυσμοί προορίζονται για μια προγραμματισμένη εξόντωση, ενώ όσοι εξακολουθούν  να έχουν μια εργασία  καταδικάζονται σε ακραίες μορφές εργασιακής επισφάλειας και οικονομικής εξαθλίωσης.    
                       
Προκειμένου όμως αυτή η αντεπίθεση του νεοφιλελευθερισμού να πετύχει τον στόχο της χρειάζεται να εγκαθιδρύσει ένα καθεστώς που καταργεί τα πλέον στοιχειώδη δημοκρατικά δικαιώματα. Με διαταγή των σωτήρων, βλέπουμε λοιπόν να εγκαθίστανται στην Ευρώπη κυβερνήσεις τεχνοκρατών που περιφρονούν τη λαϊκή κυριαρχία. Πρόκειται για ένα σημείο καμπής όσον αφορά στα κοινοβουλευτικά καθεστώτα στο πλαίσιο των οποίων βλέπουμε τους «αντιπροσώπους του λαού» να εξουσιοδοτούν εν λευκώ τους ειδικούς και τους τραπεζίτες, απαρνούμενοι την υποτιθέμενη εξουσία τους να αποφασίζουν. Ένα είδος κοινοβουλευτικού πραξικοπήματος, το οποίο προσφεύγει, μεταξύ άλλων, και σε ένα διευρυμένο κατασταλτικό οπλοστάσιο απέναντι στις λαϊκές διαμαρτυρίες. Έτσι, από τη στιγμή που οι βουλευτές επικύρωσαν την διαμετρικά αντίθετη με την εντολή που είχαν λάβει σύμβαση που τους υπαγόρευσε η Τρόικα (Ευρωπαϊκή Ένωση, Κεντρική Ευρωπαϊκή Τράπεζα, Διεθνές Νομισματικό Ταμείο), μια εξουσία στερούμενη δημοκρατικής νομιμότητας υποθήκευσε το μέλλον της χώρας για τα επόμενα τριάντα ή σαράντα χρόνια.          

Παράλληλα, η Ευρωπαϊκή Ένωση ετοιμάζεται να δημιουργήσει έναν δεσμευμένο τραπεζικό λογαριασμό στον οποίον θα κατατίθεται απευθείας η βοήθεια προς την Ελλάδα προκειμένου να χρησιμοποιείται αποκλειστικά προς όφελος του χρέους. Τα έσοδα της χώρας οφείλουν να αφιερώνονται κατά «απόλυτη προτεραιότητα» στην εξόφληση των πιστωτών και, εφόσον παραστεί ανάγκη, να κατατίθενται απευθείας σε αυτόν τον λογαριασμό την διαχείριση του οποίου έχει αναλάβει η Ευρωπαϊκή Ένωση. Η Σύμβαση υπαγορεύει ρητά  ότι κάθε νέα υποχρέωση που θα προκύπτει στο πλαίσιό της θα διέπεται  από το αγγλικό δίκαιο, το οποίο απαιτεί υλικές εγγυήσεις, ενώ οι διενέξεις θα εκδικάζονται από τα δικαστήρια του Λουξεμβούργου, με την   Ελλάδα να έχει αποποιηθεί εκ των προτέρων κάθε δικαίωμα προσφυγής ενάντια σε όποια κατάσχεση αποφασίσουν οι πιστωτές της. Για να ολοκληρωθεί η εικόνα, οι  ιδιωτικοποιήσεις έχουν ανατεθεί  σε ένα Ταμείο υπό τη διαχείριση της Τρόικας  στο οποίο θα κατατίθενται οι τίτλοι ιδιοκτησίας των δημοσίων αγαθών. Εν συντομία, έχουμε να κάνουμε με μια γενικευμένη λεηλασία, χαρακτηριστικό γνώρισμα του χρηματοπιστωτικού  καπιταλισμού που προσφέρει εν προκειμένω στον εαυτό του μια  θεσμική καθοσίωση. Στο βαθμό που πωλητές και αγοραστές θα κάθονται στην ίδια πλευρά του τραπεζιού, δεν έχουμε την παραμικρή αμφιβολία ότι το  εν λόγω εγχείρημα ιδιωτικοποιήσεων  αποτελεί πραγματικό συμπόσιο για τους αγοραστές.

Όλα τα μέτρα που έχουν ληφθεί έως τώρα είχαν ως μοναδικό  αποτέλεσμα την εμβάθυνση του ελληνικού εθνικού χρέους το οποίο, με τη βοήθεια των σωτήρων που δανείζουν με τοκογλυφικά επιτόκια, έχει κυριολεκτικά εκτοξευθεί στα ύψη προσεγγίζοντας το 170%  ενός  ακαθάριστου εθνικού προϊόντος σε ελεύθερη πτώση, ενώ το 2009 δεν αντιπροσώπευε παρά το 120%. Μπορεί κανείς να στοιχηματίσει ότι αυτός ο εσμός  σχεδίων σωτηρίας -τα οποία παρουσιάζονται κάθε φορά ως «τελικά»- δεν στόχευε παρά στο να εξασθενίσει ολοένα και περισσότερο τη θέση της Ελλάδας ούτως ώστε, στερούμενη κάθε δυνατότητας να προτείνει από μόνη της τους όρους μιας ανασυγκρότησης , να εξαναγκαστεί να εκχωρήσει τα πάντα στους πιστωτές της υπό τον εκβιασμό «καταστροφή ή λιτότητα». Η τεχνητή και καταναγκαστική επιδείνωση του προβλήματος του χρέους χρησιμοποιήθηκε σαν όπλο εφόδου  για την άλωση  μιας κοινωνίας στο σύνολό της.  

Σκόπιμα χρησιμοποιούμε εδώ όρους που ανήκουν στη στρατιωτική ορολογία: πρόκειται σαφώς για έναν πόλεμο που διεξάγεται με τα μέσα της οικονομίας, της πολιτικής και του δικαίου, έναν πόλεμο ταξικό εναντίον ολόκληρης της κοινωνίας. Και τα λάφυρα που η χρηματοπιστωτική  τάξη υπολογίζει να αποσπάσει από «τον εχθρό» είναι τα κοινωνικά κεκτημένα και τα δημοκρατικά δικαιώματα, αλλά αυτό που διακυβεύεται σε τελική ανάλυση είναι η δυνατότητα για  μια ανθρώπινη ζωή. Και η ζωή εκείνων που δεν παράγουν ή δεν καταναλώνουν αρκετά σε σύγκριση με τις στρατηγικές μεγιστοποίησης του κέρδους, δεν πρέπει να διατηρηθεί.

Έτσι, η αδυναμία μιας χώρας πιασμένης στη μέγγενη της χωρίς  όρια κερδοσκοπίας και των καταστροφικών σχεδίων σωτηρίας, γίνεται η μυστική πόρτα από την οποία εισβάλλει βίαια ένα μοντέλο κοινωνίας σύμφωνο προς τις απαιτήσεις του νέο-φιλελεύθερου φονταμενταλισμού. Μοντέλο που προορίζεται για ολόκληρη την Ευρώπη και πέραν αυτής. Αυτό είναι το πραγματικό διακύβευμα, και γι αυτό η υπεράσπιση του ελληνικού λαού δεν είναι συρρικνώσιμη  σε μια χειρονομία  αλληλεγγύης ή  αφηρημένης ανθρωπιάς: διακυβεύεται το μέλλον της δημοκρατίας και η τύχη των ευρωπαϊκών λαών. Παντού η «επιτακτική αναγκαιότητα» μιας «οδυνηρής αλλά σωτήριας» λιτότητας θα μας παρουσιαστεί ως το μέσον για να αποφύγουμε τη μοίρα της Ελλάδας, ενώ οδηγεί κατευθείαν σε αυτήν.
Μπροστά σε αυτή την οργανωμένη επίθεση ενάντια στην κοινωνία, μπροστά στην καταστροφή και των τελευταίων νησίδων της δημοκρατίας, καλούμε τους συμπολίτες μας, τους γάλλους και ευρωπαίους φίλους μας να εκφρασθούν σθεναρά. Δεν πρέπει να αφήσουμε το μονοπώλιο του λόγου στους ειδήμονες και στους πολιτικάντηδες. Το γεγονός ότι το αίτημα κυρίως των γερμανών και των γάλλων ιθυνόντων είναι η απαγόρευση πλέον των εκλογών στην Ελλάδα μπορεί να  μάς αφήνει άραγε αδιάφορους; Ο στιγματισμός και η συστηματική δυσφήμηση ενός λαού δεν θα άξιζε άραγε μια απάντηση; Είναι δυνατόν να μην υψώσουμε την φωνή μας ενάντια στη θεσμική δολοφονία του ελληνικού λαού; Και μπορούμε άραγε να σιωπούμε μπροστά στην καταναγκαστική εγκαθίδρυση ενός συστήματος που θέτει εκτός νόμου ακόμη και την ίδια την ιδέα της κοινωνικής αλληλεγγύης;

Βρισκόμαστε σε ένα σημείο μη επιστροφής. Είναι επείγον να δώσουμε  τη μάχη των αριθμών και τον πόλεμο των λέξεων για να αναχαιτίσουμε  την ακραίο-φιλελεύθερη ρητορική του φόβου και της παραπληροφόρησης. Είναι επείγον να αποδομήσουμε τα μαθήματα ηθικής που συσκοτίζουν  την πραγματική διαδικασία που εκτυλίσσεται μέσα στην κοινωνία. Είναι κάτι περισσότερο από επείγον να απομυθοποιήσουμε τη ρατσιστική εμμονή περί  ελληνικής «ιδιαιτερότητας»  που φιλοδοξεί να αναγάγει  τον υποτιθέμενο εθνικό χαρακτήρα ενός λαού (τεμπελιά ή κατά βούληση πονηριά) σε  πρωταρχική  αιτία μιας κρίσης η οποία στην πραγματικότητα είναι παγκόσμια. Αυτό που μετρά σήμερα δεν είναι οι ιδιαιτερότητες, πραγματικές ή φαντασιακές, αλλά τα κοινά: η τύχη ενός λαού που θα επηρεάσει και τους άλλους.

Πολλές τεχνικές λύσεις έχουν προταθεί για να βγούμε από το δίλημμα «ή  καταστροφή της κοινωνίας ή  πτώχευση» (πράγμα που σημαίνει, το βλέπουμε σήμερα: «και καταστροφή και πτώχευση). Όλες οι λύσεις πρέπει να εξεταστούν  σαν στοιχεία στοχασμού προκειμένου να οικοδομήσουμε μιαν άλλη Ευρώπη. Αλλά κατ’ αρχάς πρέπει να καταγγείλουμε το έγκλημα, να αναδείξουμε την κατάσταση στην οποία βρίσκεται ο ελληνικός λαός, εξ αιτίας των «σχεδίων βοήθειας» τα οποία έχουν συλληφθεί από και για τους κερδοσκόπους και τους πιστωτές. Τη στιγμή που ένα κίνημα υποστήριξης υφαίνεται σε όλο τον κόσμο, όπου τα δίκτυα Ιντερνέτ βουίζουν από πρωτοβουλίες αλληλεγγύης, οι γάλλοι διανοούμενοι θα ήταν άραγε οι τελευταίοι που θα ύψωναν τη φωνή τους υπέρ της Ελλάδας; Χωρίς να περιμένουμε περισσότερο, ας πολλαπλασιάσουμε τα άρθρα, τις παρεμβάσεις στα μέσα, τις συζητήσεις, τις εκκλήσεις, τις διαδηλώσεις. Γιατί κάθε πρωτοβουλία είναι καλοδεχούμενη, κάθε πρωτοβουλία είναι επείγουσα. Σε ό,τι  μας αφορά, ιδού τι προτείνουμε: να προχωρήσουμε τάχιστα στη δημιουργία μιας ευρωπαϊκής επιτροπής διανοουμένων και καλλιτεχνών για την αλληλεγγύη προς  τον ελληνικό λαό  που αντιστέκεται.
Αν δεν είμαστε εμείς, ποιος θα είναι;
Αν δεν είναι τώρα, πότε θα είναι;

Βίκη ΣΚΟΥΜΠΗ, Αρχισυντάκτρια του περιοδικού αλήthεια, Αθήνα.
Michel SURYA, Διευθυντής του περιοδικού Lignes, Παρίσι.
Δημήτρις Βεργέτης, Διευθυντής του περιοδικού αλήthεια.
Και
Daniel ALVARO
Alain BADIOU
Jean-Christophe BAILLY
Etienne BALIBAR
Fernanda BERNARDO
Barbara CASSIN
Bruno CLEMENT
Danièle COHEN-LEVINAS
Yannick COURTEL
Claire DENIS
Georges DIDI-HUBERMANN
Roberto ESPOSITO
Francesca ISIDORI
Pierre-Philippe JANDIN
Jèrôme LEBRE
Jean-Clet MARTIN
Jean-Luc NANCY
Jacques RANCIERE
Judith REVEL
Elisabeth RIGAL
Jacob ROGOZINSKI
Avital RONELL
Ugo SANTIAGO
Beppe SEBASTE
Michele SINAPI
Enzo TRAVERSO


Sauvons le peuple grec de ses sauveurs ! 
Par un collectif d’intellectuels et d’artistes européens


Au moment où un jeune Grec sur deux est au chômage, où 25 000 SDF errent dans les rues d’Athènes, où 30% de la population est tombée sous le seuil de pauvreté, où des milliers de familles sont obligées de placer leurs enfants pour qu’ils ne crèvent pas de faim et de froid, où nouveaux pauvres et réfugiés se disputent les poubelles dans les décharges publiques, les «sauveurs» de la Grèce, sous prétexte que les Grecs «ne font pas assez d’efforts», imposent un nouveau plan d’aide qui double la dose létale administrée. Un plan qui abolit le droit du travail, et qui réduit les pauvres à l’extrême misère, tout en faisant disparaître du tableau les classes moyennes.

Le but ne saurait être le «sauvetage» de la Grèce : sur ce point, tous les économistes dignes de ce nom sont d’accord. Il s’agit de gagner du temps pour sauver les créanciers tout en menant le pays à une faillite différée. Il s’agit surtout de faire de la Grèce le laboratoire d’un changement social qui, dans un deuxième temps, se généralisera à toute l’Europe. Le modèle expérimenté sur les Grecs est celui d’une société sans services publics, où les écoles, les hôpitaux et les dispensaires tombent en ruine, où la santé devient le privilège des riches, où les populations vulnérables sont vouées à une élimination programmée, tandis que ceux qui travaillent encore sont condamnés aux formes extrêmes de la paupérisation et de la précarisation.

Mais pour que cette offensive du néolibéralisme puisse arriver à ses fins, il faut instaurer un régime qui fait l’économie de droits démocratiques les plus élémentaires. Sous l’injonction des sauveurs, on voit donc s’installer en Europe des gouvernements de technocrates qui font fi de la souveraineté populaire. Il s’agit d’un tournant dans les régimes parlementaires où l’on voit les «représentants du peuple» donner carte blanche aux experts et aux banquiers, abdiquant leur pouvoir décisionnel supposé. Un coup d’Etat parlementaire en quelque sorte, qui fait aussi appel à un arsenal répressif amplifié face aux protestations populaires. Ainsi, dès lors que les députés ont ratifié la convention dictée par la troïka (l’Union européenne, la Banque centrale européenne et le Fonds monétaire international), diamétralement opposée au mandat qu’ils avaient reçu, un pouvoir dépourvu de légitimité démocratique aura engagé l’avenir du pays pour trente ou quarante ans.

Parallèlement l’Union européenne s’apprête à constituer un compte bloqué où serait directement versée l’aide à la Grèce afin qu’elle soit employée uniquement au service de la dette. Les recettes du pays devraient être en «priorité absolue» consacrées au remboursement de créanciers, et, si besoin est, directement versées à ce compte géré par l’Union européenne. La convention stipule que toute nouvelle obligation émise dans son cadre sera régie par le droit anglais, qui engage des garanties matérielles, alors que les différends seront jugés par les tribunaux du Luxembourg, la Grèce ayant renoncé d’avance à tout droit de recours contre une saisie décidée par ses créanciers. Pour compléter le tableau, les privatisations sont confiées à une caisse gérée par la troïka, où seront déposés les titres de propriété de biens publics. Bref, c’est le pillage généralisé, trait propre du capitalisme financier qui s’offre ici une belle consécration institutionnelle. Dans la mesure où vendeurs et acheteurs siégeront du même côté de la table, on ne doute guère que cette entreprise de privatisation soit un vrai festin pour les repreneurs.

Or toutes les mesures prises jusqu’à maintenant n’ont fait que creuser la dette souveraine grecque et, avec le secours de sauveurs qui prêtent à des taux usuraires, celle-ci a carrément explosé en approchant des 170% d’un PIB en chute libre, alors qu’en 2009 elle n’en représentait encore que 120%. Il est à parier que cette cohorte de plans de sauvetage - à chaque fois présentés comme «ultimes» - n’a eu d’autre but que d’affaiblir toujours davantage la position de la Grèce de sorte que, privée de toute possibilité de proposer elle-même les termes d’une restructuration, elle soit réduite à tout céder à ses créanciers sous le chantage de «la catastrophe ou l’austérité».

L’aggravation artificielle et coercitive du problème de la dette a été utilisée comme une arme pour prendre d’assaut une société entière. C’est à bon escient que nous employons ici des termes relevant du domaine militaire : il s’agit bel et bien d’une guerre conduite par les moyens de la finance, de la politique et du droit, une guerre de classe contre la société entière. Et le butin que la classe financière compte arracher à «l’ennemi», ce sont les acquis sociaux et les droits démocratiques, mais au bout du compte, c’est la possibilité même d’une vie humaine. La vie de ceux qui ne produisent ou ne consomment pas assez au regard des stratégies de maximisation du profit, ne doit plus être préservée.

Ainsi, la faiblesse d’un pays pris en étau entre la spéculation sans limites et les plans de sauvetage dévastateurs, devient la porte dérobée par où fait irruption un nouveau modèle de société conforme aux exigences du fondamentalisme néolibéral. Modèle destiné à toute l’Europe et plus si affinités. C’est le véritable enjeu et c’est pour cela que défendre le peuple grec ne se réduit pas à un geste de solidarité ou d’humanité abstraite : l’avenir de la démocratie et le sort des peuples européens sont en question. Partout la «nécessité impérieuse» d’une austérité «douloureuse, mais salutaire» va nous être présentée comme le moyen d’échapper au destin grec, alors qu’elle y mène tout droit.

Devant cette attaque en règle contre la société, devant la destruction des derniers îlots de la démocratie, nous appelons nos concitoyens, nos amis français et européens à s’exprimer haut et fort. Il ne faut pas laisser le monopole de la parole aux experts et aux politiciens. Le fait qu’à la demande des dirigeants allemands et français en particulier la Grèce soit désormais interdite d’élections peut-il nous laisser indifférents ? La stigmatisation et le dénigrement systématique d’un peuple européen ne mériteraient-ils pas une riposte ? Est-il possible de ne pas élever sa voix contre l’assassinat institutionnel du peuple grec ? Et pouvons-nous garder le silence devant l’instauration à marche forcée d’un système qui met hors la loi l’idée même de solidarité sociale ?

Nous sommes au point de non-retour. Il est urgent de mener la bataille des chiffres et la guerre des mots pour contrer la rhétorique ultralibérale de la peur et de la désinformation. Il est urgent de déconstruire les leçons de morale qui occultent le processus réel à l’œuvre dans la société. Il devient plus qu’urgent de démystifier l’insistance raciste sur la «spécificité grecque», qui prétend faire du caractère national supposé d’un peuple (paresse et roublardise à volonté) la cause première d’une crise en réalité mondiale. Ce qui compte aujourd’hui ne sont pas les particularités, réelles ou imaginaires, mais les communs : le sort d’un peuple qui affectera tous les autres.

Bien des solutions techniques ont été proposées pour sortir de l’alternative «ou la destruction de la société ou la faillite» (qui veut dire, on le voit aujourd’hui : «et la destruction et la faillite»). Toutes doivent être mises à plat comme éléments de réflexion pour la construction d’une autre Europe. Mais d’abord il faut dénoncer le crime, porter au grand jour la situation dans laquelle se trouve le peuple grec à cause des «plans d’aide» conçus par et pour les spéculateurs et les créanciers. Au moment où un mouvement de soutien se tisse autour du monde, où les réseaux d’Internet bruissent d’initiatives de solidarité, les intellectuels français seraient-ils donc les derniers à élever leur voix pour la Grèce ? Sans attendre davantage, multiplions les articles, les interventions dans les médias, les débats, les pétitions, les manifestations. Car toute initiative est bienvenue, toute initiative est urgente.

Pour nous, voici ce que nous proposons : aller très vite vers la formation d’un comité européen des intellectuels et des artistes pour la solidarité avec le peuple grec qui résiste. Si ce n’est pas nous, ce sera qui ? Si ce n’est pas maintenant, ce sera quand ?

Vicky Skoumbi, rédactrice en chef de la revue «Alètheia», Athènes, Michel Surya, directeur de la revue «Lignes», Paris, Dimitris Vergetis, directeur de la revue «Alètheia», Athènes.

Et : Daniel Alvara,Alain Badiou, Jean-Christophe Bailly, Etienne Balibar, Fernanda Bernardo, Barbara Cassin, Bruno Clément, Danielle Cohen-Levinas, Yannick Courtel, Claire Denis, Georges Didi-Huberman, Roberto Esposito, Francesca Isidori, Pierre-Philippe Jandin, Jérôme Lèbre, Jean-Clet Martin, Jean-Luc Nancy, Jacques Rancière, Judith Revel, Elisabeth Rigal, Jacob Rogozinski, Hugo Santiago, Beppe Sebaste, Michèle Sinapi, Enzo Traverso
       

Χρήστος Γιανναράς, H λογική της αυτοάμυνας

Πηγή: LoMak

Aς υποθέσουμε ότι η Διεθνής των πανίσχυρων τοκογλύφων, η κατ’ ευφημισμόν επονομαζόμενη «αγορές», αλλάζει διαθέσεις απέναντι στην Eλλάδα, πιστοποιεί ότι είναι και για την ίδια ασύμφορος ο ακάθεκτος βυθισμός μας στην ύφεση. Kαι αποφασίζει γενναιόδωρα να μας χορηγήσει «πακέτο» κάποιων δισεκατομμυρίων ευρώ αποκλειστικά για «ανάπτυξη». Ποιος θα διαχειριζόταν αυτή την τελευταία ευκαιρία; Tο υπάρχον πολιτικό προσωπικό; Oι ίδιοι που σπατάλησαν και σφετερίστηκαν τα τεράστιου οικονομικού μεγέθους «πακέτα» ευρωπαϊκής βοήθειας, τα προορισμένα να θεμελιώσουν «σύγκλιση» της ελλαδικής με τις προηγμένες οικονομίες της Eυρώπης – να χρηματοδοτήσουν έργα υποδομής, τον εκσυγχρονισμό του κράτους και της παραγωγής; Kαι αν εμπιστευόμασταν ένα ακόμα αναπτυξιακό «πακέτο» στους ίδιους, αποδεδειγμένα ενόχους κακουργημάτων κλοπής, διαφθοράς και ανικανότητας, αν τους αναθέταμε, για μια ακόμα φορά, να διαχειριστούν τους όρους της επιβίωσής μας και της ιστορικής μας συνέχειας, δεν θα ήμασταν εμείς οι πολίτες οι απολύτως υπαίτιοι της οριστικής καταστροφής μας, του αυτοχειριασμού μας;
Mε ονειρικές υποθέσεις ή χωρίς, είναι εξωφρενικός παραλογισμός, είναι αυτοκτονία, να αναθέτουμε στους αυτουργούς της καταστροφής να μας σώσουν από την καταστροφή. H στοιχειώδης λογική αυτοάμυνας σήμερα επιβάλλει να παραμεριστεί το υπάρχον πολιτικό προσωπικό της χώρας, να εξαφανιστεί από τον δημόσιο βίο. Oλοι, χωρίς εξαίρεση. Γιατί και οι ακκιζόμενοι ως «καλοί», ως «αδιάφθοροι», συνεργάστηκαν. Aνέχθηκαν, δεν κατήγγειλαν.
Aλλά πώς να γίνει πράξη ο παραμερισμός των ανίκανων και φαύλων; Mας έχουν δεμένους χειροπόδαρα, καθηλωμένους στους νάρθηκες των δικών τους συμφερόντων: Σε Σύνταγμα που ερήμην μας συντάσσουν και «αναθεωρούν». Σε εκλογικούς νόμους που κάθε φορά για τη βολή τους μαγειρεύουν. Σε ένα πολυπλόκαμο πλέγμα νόμων και διατάξεων, που κατοχυρώνουν επινοήσεις και τεχνάσματα της συντεχνιακής τους ιδιοτέλειας. Δεν μας έχουν αφήσει την παραμικρή θεσμική δυνατότητα άμυνας απέναντι στον ολοκληρωτισμό της κομματοκρατίας, κανένα περιθώριο αντίστασης στην αυθαιρεσία και στους εκβιασμούς των συνδικαλιστών πραιτωριανών τους, κανένα ενδεχόμενο να οδηγήσουμε στη Δικαιοσύνη τους κλέφτες, τους καταχραστές, τους εξόφθαλμα προδότες.
Eίναι οι αυτουργοί της οικονομικής καταστροφής που ζούμε, του εφιάλτη ανελπιστίας για τα πενήντα, τουλάχιστον, επόμενα χρόνια. Kαι δεν έχουμε τρόπο να διαδηλώσουμε ούτε τον πανικό μας. Aν κατέβουμε στις προκάτ «πορείες» και στα συλλαλητήρια που οργανώνουν οι συνδικαλιστές μπράβοι των αυτουργών, παίζουμε το δικό τους παιχνίδι υπεράσπισης των εξωφρενικών τους προνομίων. Kαι επιπλέον προσφέρουμε άλλοθι στην κουκουλοφόρο ψυχανωμαλία να καταστρέφει, για απειροστή φορά, την πόλη της κοινής μας ζωής. Zητάμε από την «τρίτη εξουσία» και την «τέταρτη» να στηρίξουν το πάγκοινο αίτημα ριζικής αλλαγής του πολιτικού σκηνικού, το αίτημα για καινούργιο Σύνταγμα. Kαι οι δυνατότητες ανταπόκρισης μοιάζουν αποκλεισμένες ή ελεγχόμενες.
Eτσι υπογράφεται ερήμην μας η άνευ όρων συλλογική μας υποτέλεια – υποταγή του κράτους και της κοινωνίας των Eλλήνων στους εξοντωτικούς της ιστορικής μας ύπαρξης όρους που μας επιβάλλουν η E.E. και η Διεθνής των τοκογλύφων (με τα όρια της διαφοράς τους συγκεχυμένα). Kαι υπογράφουν εκ μέρους μας ποιοι; Mια κυβέρνηση που το 91% του πληθυσμού απορρίπτει την πολιτική της, την εγκρίνει μόνο το 2%, κυβέρνηση που το 48% του λαού αποδοκιμάζει τον πρωθυπουργό της και το 79% δηλώνει δυσαρεστημένο από την εντόπια «δημοκρατία», ενώ το 13% έχει το κουράγιο να δηλώνει απερίφραστα ότι δημοκρατία δεν υπάρχει στην Eλλάδα σήμερα («K» 8.2.2012).
Zούμε χαοτικό παραλογισμό: Tο δεύτερο στη Bουλή κόμμα παραμένει αξιωματική αντιπολίτευση, αλλά και συγκυβερνά, γιατί έτσι επιτάσσουν οι δανειστές μας – απαιτούν δεσμευτική συγκατάθεση και των δύο κομμάτων στις εκβιαστικές απαιτήσεις τους, έγγραφες δεσμεύσεις συμμόρφωσης και επίσημη επικύρωση στη Bουλή (πρακτικές σταλινικές εντός του «παραδείσου» των δημοκρατικών κοινωνιών της E.E.). Aλλά δεν υπάρχουν απέναντι στους δανειστές μας ηγετικά αναστήματα, υπάρχουν υπάλληλοι χωρίς καν αξιοπιστία, συνέπεια, υπευθυνότητα.
Kορύφωμα μικρολογίας, να θριαμβολογεί ο πρόεδρος της N.Δ. ότι μόνο αυτός «διαπραγματεύθηκε», και μάλιστα ασημαντότητες σε σύγκριση με την καταδίκη σε εξαθλίωση δέκα εκατομμυρίων ανθρώπων που απαίτησαν και επέβαλαν οι τοκογλύφοι. Kαι ένας τέτοιος «αρχηγός», με τέτοια μικροπρέπεια σε στιγμές που το κουράγιο του λαού καταρρέει, επιμένει να ζητάει αμέσως εκλογές, χωρίς να έχει ποτέ ξεκαθαρίσει τι διαφορετικό θα κάνει αυτός αν γίνει πρωθυπουργός και με ποιους συνεργάτες θα το κάνει, με ποιον σχεδιασμό, με ποια στρατηγική θα αντιπαλέψει τη συντελεσμένη καταστροφή. Tα παραδείγματα των προηγηθέντων στην πρωθυπουργία και απορριμμένων σήμερα στην περιφρόνηση και στη χλεύη, δεν τον συνετίζουν.
Iσως επειδή ο πνιγμένος πιάνεται από τα μαλλιά του, ίσως επειδή κανένας πολίτης ή ομάδα πολιτών δεν διαθέτει τη θεσμική θωράκιση που θα έκανε ακουστή τη φωνή του στους ηγήτορες της E.E. και των τοκογλύφων, γι’ αυτό και επανέρχεται έμμονη η ιδέα: H Aκαδημία Aθηνών ή η ηγεσία της Δικαιοσύνης ή των Eνόπλων Δυνάμεων η ηγεσία ή η συνοδική έκφραση του λαϊκού σώματος της Eκκλησίας ή όλοι μαζί αυτοί οι «φορείς» να απευθύνονταν στις κοινωνίες των λαών της E.E. και στις ηγεσίες των αντίστοιχων εκεί θεσμών για να καταθέσουν μια ελάχιστη υπενθύμιση, αμυντική της τιμής του ελληνικού ονόματος:
Eίμαστε λαός με πολλές αδυναμίες χαρακτήρα, ήθους, καλλιέργειας. Kαι ασφαλώς εξαιτίας της ακρισίας μας βρεθήκαμε, εδώ και τριάντα χρόνια, όμηροι συντεχνιών αδίστακτης φαυλότητας και νοσηρής εξουσιολαγνείας. Mας φίμωσαν με Συντάγματα και νόμους που διαιωνίζουν την αυθαιρεσία και απολυταρχία των πλαστής νομιμότητας δυναστών μας. Στερούμαστε την οποιαδήποτε θεσμική δυνατότητα να αποκαταστήσουμε δημοκρατικό, λειτουργικό, έντιμο κράτος. Δεν ζητάμε οίκτο ούτε να μας υποκαταστήσουν άλλοι στις ευθύνες μας. Zητάμε απλώς να πληροφορηθούν οι Eυρωπαίοι εταίροι μας ότι το 91% του λαού μας απορρίπτει με βδελυγμία αυτούς που οι ηγέτες της E.E. συναντούν σαν «εκπροσώπους» μας.
Ποιος θα αναλάβει την πρωτοβουλία μιας τέτοιας διακήρυξης, απρόβλεπτης δυναμικής;


Αναδημοσίευση από την Kαθημερινή - Ημερομηνία δημοσίευσης: 19-02-12
http://lomak.blogspot.com/2012/02/h.html

Θ.Ι.Ζιάκας, Προς τι η απίστευτη περί το Έθνος σύγχυση;

Πηγή: Αντίφωνο

Η σημερινή οικουμένη αποτελείται από καμιά τριακοσαριά έθνη πάνω κάτω, που αναμένεται μάλιστα να αυξηθούν. Εμφανίζονται σαν υποκείμενα της οικουμένης, σαν υποστάσεις της, ώστε χωρίς εθνικότητα να μην νοείται οικουμενικότητα. Προσδιορίζονται κατά κανόνα ως εθνοκράτη. Πριν αποκτήσουν όμως κράτος υπήρχαν σαν εθνότητες. Αν και υπάρχουν εθνότητες που φαίνεται να γεννήθηκαν από το κράτος. Ξεχωρίζουν όλα μεταξύ τους από ένα είδος συλλογικής ετερότητας: την εθνική ετερότητα.
Αλλά τι είναι εθνική ετερότητα; Ανάγεται μήπως σε καμιά από τις γνωστές συλλογικές ετερότητες; Παραδόξως όμως δεν ταυτίζεται με καμιά από τις εμφανείς μορφές συλλογικής ετερότητας, όπως είναι η κρατική, θρησκευτική, γλωσσική, ταξική, λαοτική, εδαφική, οικονομική, πολιτική, πολιτιστική. Παρόλο που βλέπουμε συχνά στην αυτοκατανόηση των εθνών να συνδέεται η ταυτότητά τους με τη μια ή την άλλη μορφή συλλογικής ετερότητας και να αναπαράγεται χρησιμοποιώντας τες σαν οιονεί καταφύγιο. Η εθνική ετερότητα δεν ταυτίζεται, επίσης, με κάποιο συνδυασμό, ή με την ολότητα των ως άνω μορφών συλλογικής ετερότητας, όπως εύλογα θα υπέθετε κάποιος. Αν υπάρχει πρέπει να είναι ένα αυτόνομο είδος συλλογικής ετερότητας.
Μήπως όμως είναι καθαρώς υποκειμενική αίσθηση, κάτι το φανταστικό, που δεν έχει πραγματική ύπαρξη; Μήπως είναι "τίποτα", κούφιο ιδεολόγημα, "μηδέν"; Όχι, γιατί και το συλλογικό φανταστικό δεν είναι ποτέ χωρίς πρακτικό αντίκρισμα. Και αντιστρόφως το συλλογικό πραγματικό ποτέ δεν είναι εντελώς καθαρό από φαντασιακές εικόνες, παραστάσεις, υποθέσεις, σχέδια κλπ. Το πραγματικό είναι πάντοτε "μιγαδικής" μορφής: το "αντικειμενικό" επί την ρίζα του μείον ένα. Άρα και η εθνική ετερότητα μιγαδική θα είναι. Άλλωστε αν είναι "μηδέν", "τίποτα", πώς γίνεται και εκφράζεται στην ιστορία με τέτοια φοβερή ενέργεια; Εφόσον υπάρχει ενέργεια, υπάρχει και "ουσία", από την οποία πηγάζει η εθνική ενέργεια, ουσία υποστασιαζόμενη στα καθέκαστα έθνη.  Αλλά αν υπάρχει ουσία υπάρχει και η δυνατότητα ορισμού της. Άλλο αν είναι δύσκολη η εκπόνηση του ορισμού της.
Η εθνική ετερότητα είναι πολιτιστική, αφού ενεργείται κατά τρόπο έτερο και αφού ονομάζουμε "πολιτισμό" το σύνολο της κοινωνικής δημιουργικότητας. Δεν εξαντλείται όμως σε πολιτιστική. Δεν φαίνεται να υπάρχει μια "κρίσιμη" ποσότητα πολιτιστικών διαφορών, που αν συγκεντρωθεί προκαλεί την γένεση της εθνικής ετερότητας. Μια αίσθηση εθνικής ετερότητας μπορεί να ξεπηδήσει από ένα σχετικά "ομογενοποιημένο" πολιτιστικό έδαφος και η εμφάνισή της να συνοδευτεί με την γέννηση τεράστιων πολιτιστικών διαφορών. Και αντιστρόφως: παρατηρείται εθνική ετερότητα ακόμα και σε περιβάλλον με ασήμαντες πολιτιστικές διαφορές.
Το πρόβλημα μπορεί ίσως να λυθεί αν θεωρήσουμε ότι η εθνική ετερότητα είναι εμβιωμένη πολιτιστική ενέργεια. Εμβιωμένη αλλά από ποιόν; Είναι δηλαδή η εθνότητα συλλογικό υποκείμενο; Η λύση αυτή θα εξηγούσε γιατί διαφέρει η εθνική ετερότητα από τις άλλες μορφές συλλογικής ετερότητας. Αυτές θα αναφέρονταν στις ενέργειες του υποκειμένου, δεν θα το περιλάμβαναν όπως η εθνική ετερότητα. Η εθνική ετερότητα έχει πολιτιστικό χαρακτήρα αλλά περιλαμβάνει την εμβίωσή του και την επεξεργασία του σε συνείδηση ετερότητας έναντι των ομολόγων άλλων: σε εθνική συνείδηση. Τότε όμως είναι σαν να λέμε ότι η εθνότητα και άρα το έθνος, είναι το συλλογικό υποκείμενο όλων των ενδεχόμενων μορφών συλλογικής ετερότητας, της κρατικής, της γλωσσικής, της θρησκευτικής κ.ο.κ. Είναι ο "δημιουργός" τους;
Μιλώντας όμως για "συλλογικό υποκείμενο" εννοούμε κάτι το ριζικά άλλο από το ατομικό υποκείμενο. Το συλλογικό υποκείμενο ορίζεται στο πεδίο της συνάντησης με τον συλλογικό άλλο. Είναι για την ακρίβεια υποκείμενο οικουμενικού κοινωνικού πεδίου. Και ιδού, παρεμπιπτόντως, γιατί δηλώνει πελώρια σύγχυση το να λέει κάποιος ότι η εθνικότητα είναι το "αντίθετο" της οικουμενικότητας. Περιλαμβάνοντας όμως το ατομικά υποκείμενα, ως οιονεί "κύτταρα", καθορίζεται από τη σχέση του με αυτά, αν και έναντι στο καθένα προβάλλει ως απολύτως αυτόνομο. Ως συλλογικό υποκείμενο έχει, μάλιστα, και το ιδίωμα που συναντούμε στα ατομικά υποκείμενα: την αμοιβαία αυτοαξιολόγηση. Θεωρεί συνήθως τον εαυτό του ή τουλάχιστον τα ομοειδή προς αυτό, "ανώτερα" των άλλων. Στην ακρότητά του το "ιδίωμα" αυτό, το "εγωιστικό", το κατ' εξοχήν δηλωτικό της "υποκειμενικότητας", εμφανίζεται ως εθνικός "ρατσισμός".
Η τρομακτική σύγχυση περί το τι είναι το έθνος εξηγείται από την αδυναμία μας να συλλάβουμε την έννοια "συλλογικό υποκείμενο" και το έθνος σαν τέτοιο. Αδυναμία καταστατική για την αυτοκατανόηση πολλών από μας ως υποκειμένων-ατόμων. Υπ' αυτή την έννοια είναι τρομακτικά δύσκολο να αρθεί η σύγχυση επειδή απλά θα έρθει αντιμέτωπη με μια επιστημονική προσέγγιση στο πρόβλημα.

Για την υπεράσπιση της κοινωνίας και της δημοκρατίας


Η ελληνική κοινωνία δοκιμάζεται τόσο από την κρίση όσο και από τις αδιέξοδες συνταγές αντιμετώπισής της. Υποχωρούν θεσμοί που συγκροτήθηκαν μέσα από πολλούς αγώνες και θυσίες στη μεταπολεμική Ελλάδα: οι κοινωνικές ασφαλίσεις, το σύστημα δημόσιας υγείας και περίθαλψης, η εκπαίδευση, οι συγκοινωνίες, το φυσικό και αστικό περιβάλλον, η δυνατότητα ασφαλούς διαβίωσης, στοιχειώδη δημόσια αγαθά που συνιστούν την ελληνική εκδοχή ενός ήδη λειψού και απαξιωμένου κοινωνικού κράτους κατεδαφίζονται, με αποτέλεσμα η κοινωνία να οδηγείται στην ασφυξία.
Προβάλλεται εκβιαστικά το δίλημμα: λιτότητα ή χρεοκοπία; Ωστόσο, δεν πρόκειται για δίλημμα αλλά για αρνητικό άθροισμα: και λιτότητα και χρεοκοπία. Η ανά τρεις μήνες απειλή αποβολής της Ελλάδας από την ευρωζώνη είναι ηθικά ανοίκεια και οικονομικά καταστροφική, γιατί ενισχύει την βαριά ύφεση, μετατρέποντας την Ευρώπη σε κεντρικό παράγοντα αβεβαιότητας, οικονομικής αστάθειας και βαθέματος της κρίσης. Η ίδια η Ευρώπη διαμορφώνει τις συνθήκες ώστε η Ελλάδα να μην τηρεί τις δανειακές της υποχρεώσεις.
Κάθε μέρα γίνεται πιο φανερό ότι η συγκεκριμένη πολιτική αντιμετώπισης της κρίσης, που κορυφώθηκε με την ψήφιση του Μνημονίου 2, δεν είναι μια πορεία διάσωσης και εξόδου ούτε άρσης των χρόνιων παθογενειών του ελληνικού πολιτικού και οικονομικού συστήματος, αλλά μια πορεία καταστροφική, βασισμένη στην κοινωνική αδικία. Την κρίση δεν την υφίστανται όσοι εκμεταλλεύτηκαν το κράτος και το δημόσιο συμφέρον επί δεκαετίες, αλλά οι πλέον ευάλωτες κοινωνικές ομάδες. Βρισκόμαστε μπροστά σε μια πρωτοφανή επιχείρηση αναδιανομής πλούτου και ισχύος, που υπονομεύει το ευρωπαϊκό κοινωνικό μοντέλο, δημιουργώντας ακραίες οικονομικές και κοινωνικές ανισότητες. Ταυτόχρονα, επανεμφανίζεται δυναμικά ο εθνικισμός ενώ εντείνονται ο ρατσισμός και η ξενοφοβία.
Η ψευδώνυμη χρήση της έννοιας της «μεταρρύθμισης» είναι ενδεικτική για την αδυναμία υπέρβασης της κρίσης. Και αυτοί ακόμη που ήλπιζαν ότι η κρίση θα αποτελούσε ευκαιρία εξυγίανσης και τολμηρής θεσμικής ανανέωσης αντιλαμβάνονται πλέον ότι οι επιβαλλόμενες «μεταρρυθμίσεις» διαλύουν την κοινωνία. Ο λόγος που κυριαρχούσε στο εσωτερικό και εντείνεται στο εξωτερικό είναι ηθικολογικός, τιμωρητικός και ενοχοποιητικός. Κάθε αντίρρηση και κριτική επισείει την κατηγορία του «λαϊκισμού», του «συντεχνιασμού» και του «αντιευρωπαϊσμού». Αφού πρώτα στιγματίστηκε η μεταπολίτευση και το πνεύμα δημοκρατίας που έφερε στον τόπο, παρακολουθήσαμε και τον εξαγνισμό της άκρας δεξιάς, με τη συμπερίληψή της στην κυβέρνηση. Παράλληλα, πυκνώνουν οι προτάσεις για κυβερνήσεις «αρίστων», για συνασπισμούς τεχνοκρατών που θα «σώσουν» τη χώρα. Πρόκειται για ισχυρές αντιδημοκρατικές και αυταρχικές τάσεις, που εκμεταλλεύονται, με λαϊκιστικό τρόπο, τα δικαιολογημένα αισθήματα αποτροπιασμού απέναντι στην παλιά τάξη πραγμάτων που καταρρέει. Ωστόσο, σε αντίθεση με έναν ρηχό «εθνικά υπερήφανο» λόγο εναντίον των δανειακών συμβάσεων, δεν νοσταλγούμε, βέβαια, αυτή την τάξη.
Ελλάδα και Ευρώπη βυθίζονται σε μια αλληλοτροφοδοτούμενη κρίση, που δείχνει όχι μόνο τις θεσμικές αδυναμίες της Ένωσης, αλλά και τη διαχείρισή της από τις συντηρητικές ηγεσίες με νεοφιλελεύθερες συνταγές. Όσο και αν μοιάζει δύσκολο, οφείλουμε να εργαστούμε για μια κοινωνική και δημοκρατική Ευρώπη, που θα προβάλλει τις ιστορικές και πολιτικές της αξίες, δίνοντας νέο περιεχόμενο στην παγκοσμιοποίηση — άλλωστε, η λύση δεν μπορεί να είναι εθνική, αλλά πρέπει να ανταποκρίνεται στις διαστάσεις της ηπείρου μας, και όχι μόνο. Σήμερα ταπεινώνουν τους Έλληνες, αύριο τους υπόλοιπους λαούς, σπέρνοντας δυσπιστία και μίσος ανάμεσά τους. Πρόκειται για μια καταστροφική στιγμή στην ευρωπαϊκή ιστορία. Έτσι, η αλληλεγγύη προς την Ελλάδα συνιστά πολιτικό διακύβευμα για όλη την προοδευτική Ευρώπη.
Απέναντι στον άκριτο και εντέλει ταξικό λόγο οφείλουμε να προτάξουμε την κριτική σκέψη, την καθημερινή εμπειρία και τις ανάγκες των πολιτών, ιδίως αυτών που πλήττονται άδικα από την κρίση. Όσοι και όσες υπογράφουμε το κείμενο, επιθυμούμε να συμβάλουμε στη διαμόρφωση ενός ισχυρού μετώπου υπεράσπισης της κοινωνίας και της δημοκρατίας. Μια μεγάλη συμπαράταξη, που θα φέρνει κοντά ανθρώπους από διαφορετικούς χώρους, με στόχο να αποκαταστήσει το νόημα των λέξεων, τη δημιουργική επικοινωνία ανάμεσα σε κοινωνικούς χώρους και πολίτες με διαφορετικές εντάξεις, που συμμερίζονται τις θεμελιώδεις αρχές της δικαιοσύνης, της αλληλεγγύης και της δημοκρατίας, τις συντεταγμένες δηλαδή της ιδιότητας του πολίτη σε ένα φιλελεύθερο και δημοκρατικό πολίτευμα.
Απορρίπτοντας τη λογική του «μονόδρομου», τα ανιστόρητα στερεότυπα που ενοχοποιούν την ελληνική κοινωνία καταρρακώνοντας τη συλλογική αξιοπρέπειά μας, επιδιώκουμε να αναδείξουμε, εντός κι εκτός Ελλάδας, τις συνέπειες της κρίσης. H ελληνική κρίση είναι μέρος μιας συνολικότερης κρίσης, η οποία αλλάζει θεμελιακά την ιστορική εποχή που ζούμε. Σ’ αυτήν τη μεταιχμιακή περίοδο είναι σημαντικό να συνειδητοποιήσουμε ότι διακυβεύονται τόσο η έννοια του κοινωνικού, όσο και η δημοκρατία και τα δικαιώματα του πολίτη.


Υπογραφές
 ****